Δικαστικά τεκμήρια
- Κατά την αληθινή έννοια του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. β΄ ΚΠολΔικ, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Η ενσωμάτωση των προτάσεων προηγουμένων συζητήσεων στις οποίες μνημονεύονται τα έγγραφα δεν συνιστά νόμιμη επίκλησή τους (ΟλΑΠ 30/1997, ΑΠ 290/1998).
- Λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔικ με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκε και προσκόμισε ενώπιόν του η αναιρεσείουσα. Κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος διότι από την περιεχόμενη στην προσβαλλόμενη απόφαση ρητή βεβαίωση ότι λήφθηκαν υπόψη "όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται......", σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής, δεν μένει αμφιβολία ότι το Εφετείο για το σχηματισμό της κρίσης του έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε μαζί με τις λοιπές αποδείξεις και τα πιο πάνω αποδεικτικά μέσα.
- Απαράδεκτο συζήτησης, κατά το άρθρο 576 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Διατάξεις:
ΚΠολΔ: 559 αριθ. 11576 (ΦΑΝΙΑ)Αριθμός 2135/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2΄ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Καλαμίδα, Αντιπρόεδρο, Ρένα Ασημακοπούλου, Ιωάννη Ιωαννίδη, Χαράλαμπο Ζώη και Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 12 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Χ1, η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Του αναιρεσιβλήτου: Ψ1, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Καράτσαλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ..
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27-2-2004 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αγρινίου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 24/2005 του ίδιου Δικαστηρίου και 1221/2006 του Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητά η αναιρεσείουσα με την από 6-3-2007 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο ο αναιρεσίβλητος, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ρένα Ασημακοπούλου, ανέγνωσε την από 1-11-2007 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 576 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ. αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση της αίτησης αναιρέσεως δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος σ' αυτή με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση επιδόθηκε νομότυπα προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί.
Στην προκειμένη περίπτωση από την προσκομιζόμενη υπ' αριθ. XXX έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αγρινίου XXX προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης αναιρέσεως με πράξη ορισμού δικασίμου για τη σημειουμένη στην αρχή της παρούσης και κλήση προς συζήτηση, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, με επιμέλεια του αναιρεσιβλήτου, στην αναιρεσείουσα, με θυροκόλληση, ενώ αντίγραφο του επιδοθέντος δικογράφου παραδόθηκε στον Διοικητή του Β΄ Αστυνομικού τμήματος Αγρινίου και ταχυδρομήθηκε σχετική ειδοποίηση σ' αυτήν (αναιρεσείουσα) κατ' άρθρο 128 παρ. 4β και γ΄ Κ.Πολ.Δ. (από XXX απόδειξη παραλαβής του Α.Τ. Αγρινίου και από XXX βεβαίωση της παραπάνω δικαστικής επιμελήτριας προσυπογραφομένη από την αρμόδια ταχυδρομική υπάλληλο). Επομένως, εφ' όσον η αναιρεσείουσα δεν εμφανίσθηκε κατά την εκφώνηση πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση παρά την απουσία της σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 576 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ.
Όπως προκύπτει από τα άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔικ δικαστικά τεκμήρια μπορούν να συναχθούν από τα δικαστήρια της ουσίας από οπουδήποτε, άρα και από ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων, οι οποίες είχαν ληφθεί χωρίς την κλήτευση του αντιδίκου, εφ΄ όσον αυτές δεν έγιναν στα πλαίσια της δίκης, κατά την οποία κρίνεται η διαφορά, αλλά εξ αφορμής άλλης δίκης, μεταξύ των αυτών διαδίκων.
Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως η αναιρεσείουσα πρόβαλλε την από το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔικ αιτίαση ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του αποδεικτικό μέσο που ο νόμος δεν επιτρέπει και συγκεκριμένα "τις με αριθμ. 20/16.1.2004 και 21.16.1.2004 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αγρινίου, που δόθηκαν χωρίς την δική της κλήτευση σε προηγούμενη δίκη μεταξύ αυτής και του αναιρεσίβλητου για λήψη ασφαλιστικών μέτρων". Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, γιατί οι ένορκες αυτές βεβαιώσεις α) δεν μνημονεύονται στην προσβαλλόμενη απόφαση και δη ως ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο και β) αποτελούν κατά τα προεκτιθέμενα επιτρεπτό κατά νόμο αποδεικτικό μέσο προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εφ΄ όσον ελήφθησαν στα πλαίσια άλλης, προηγούμενης, δίκης των διαδίκων. Ο ίδιος λόγος της αναιρέσεως κατά το δεύτερο μέρος του από το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔικ με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκε και προσκόμισε ενώπιόν του η αναιρεσείουσα ήτοι α) τη με αριθμό 156/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και β) την έκθεση έρευνας του ιδιωτικού ερευνητή XXX, που αναφέρεται (κατά τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας) σε εξωσυζυγική σχέση του αναιρεσιβλήτου με άλλη γυναίκα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Διότι από την περιεχόμενη στην προσβαλλόμενη απόφαση ρητή βεβαίωση ότι λήφθηκαν υπόψη "όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται......", σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής, δεν μένει αμφιβολία ότι το Εφετείο για το σχηματισμό της κρίσης του έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε μαζί με τις λοιπές αποδείξεις και τα πιο πάνω αποδεικτικά μέσα. Κατά την αληθινή έννοια του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. β΄ ΚΠολΔικ, που προκύπτει και από το συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ. 1 στοιχ. β΄, 346 και 453, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει, είτε με τις προτάσεις της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγούμενης συζήτησης, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 ΚΠολΔικ (Ολ.ΑΠ 9/2000), ενώ η ενσωμάτωση των προτάσεων προηγουμένων συζητήσεων στις οποίες μνημονεύονται τα έγγραφα δεν συνιστά νόμιμη επίκλησή τους (Ολ.ΑΠ 30/1997, ΑΠ 290/1998). Εξ άλλου για να είναι ορισμένος ο λόγος αναιρέσεως περί λήψεως υπόψη από το δικαστήριο αποδεικτικού μέσου που δεν προσκομίσθηκε (άρθρο 559 αριθ. 11 περ. β΄ ΚΠολΔικ) πρέπει να προσδιορίζεται με το αναιρετήριο το αποδεικτικό αυτό μέσο, που λήφθηκε υπόψη, και ο λόγος για τον οποίο δεν έπρεπε να ληφθεί, να προβάλλεται δε ισχυρισμός ότι το απαράδεκτο αυτό προτάθηκε από τον αναιρεσείοντα στο δικαστήριο της ουσίας, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις αναφερόμενες τρεις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 562 παρ. 2.
Στην προκειμένη περίπτωση με το δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται η από το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔικ αιτίαση ότι το Εφετείο απαραδέκτως και παρά την εναντίωση που προέβαλε η αναιρεσείουσα με τις προτάσεις της, έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα του αναιρεσιβλήτου, των οποίων δεν έγινε νόμιμη επαναφορά (επίκληση) σύμφωνα με το άρθρο 240 ΚΠολΔικ. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος, γιατί δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα αποδεικτικά μέσα, που λήφθηκαν υπόψη χωρίς να έχει γίνει νόμιμη επαναφορά (επίκληση) τούτων στο Εφετείο, αλλά και ως απαράδεκτος, γιατί δεν προβάλλεται με σαφήνεια και πληρότητα, ούτε προκύπτει από την επισκόπηση των από 16.2.2006 προτάσεών της ενώπιον του Εφετείου, ότι η αναιρεσείουσα προέβαλε στο Εφετείο ισχυρισμό πως δεν μπορούσαν τα αποδεικτικά αυτά μέσα να ληφθούν υπόψη για το λόγο αυτό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 6-3-2007 αίτηση της Χ1 για αναίρεση της υπ' αριθ. 1221/2006 αποφάσεως του Εφετείου Πατρών.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε χίλια εκατόν εβδομήντα (1.170) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 27 Νοεμβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 10 Δεκεμβρίου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου