Αριθμός 1814/2012
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του
Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή, Δημητρούλα Υφαντή,
Ιωάννα Πετροπούλου, εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Νοεμβρίου 2012, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό.....
Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο
εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου του Παρέδρου του Ν.Σ.Κ. Παναγιώτη
Δημόπουλο και κατέθεσε προτάσεις.ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Νοεμβρίου 2012, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό.....
Της αναιρεσιβλήτου: Φ. συζ. Π. Μ., το γένος Α. Χ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κυριάκο Τσέλιο και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 21-7-2009 αγωγή της ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:73/2010 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 45/2011 του Εφετείου Δωδεκανήσου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί το αναιρεσείον με την από 27-4-2011 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης, Ιωάννα Πετροπούλου, ανέγνωσε την από 14-3-2012 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή των λόγων της αιτήσεως αναιρέσεως.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, με το άρθρο 2 παρ.1 στοιχείο α ν. 510/1947, που ίσχυσε από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (30.12.1947) εισήχθηκαν στα Δωδεκάνησα ο Αστικός Κώδιξ, ο Εισαγωγικός αυτού Νόμος και το ν.δ. της 7/10 Μαΐου 1946 "περί αποκαταστάσεως του ΑΚ και του Εισαγωγικού αυτού Νόμου". Με το άρθρο 51 του Εισ.Ν.ΑΚ ορίζεται ότι η κτήση κυριότητας ή άλλου εμπράγματου δικαιώματος πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα κρίνεται κατά το δίκαιο που ίσχυε όταν έλαβαν χώρα τα προς κτήση αυτού πραγματικά γεγονότα. Περαιτέρω, πριν την εισαγωγή του Ιταλικού ΑΚ του 1865 στα Δωδεκάνησα, η οποία έλαβε χώρα από 1.1.1932 με το άρθρο 7 του με αριθμό 200/1931 Διατάγματος του Ιταλού Κυβερνήτη η ακίνητη περιουσία στα Δωδεκάνησα ρυθμιζόταν από το Οθωμανικό δίκαιο. Με το άρθρο 1 του οθωμανικού νόμου περί γαιών της 17ης Ραμαζάν 1274 (1856) η ακίνητη ιδιοκτησία διακρίνεται σε (α) ιδιόκτητες γαίες (μούλκ) στις οποίες έχουν πλήρες και απόλυτο δικαίωμα κυριότητας αυτοί που τις εξουσιάζουν, β)δημόσιες γαίες (εραζί-εμιριέ), γ)γαίες αφιερωμένες σ' ευαγή σκοπό, δ)γαίες προοριζόμενες για την κοινή και δημόσια χρήση όλων των κατοίκων ενός μόνο χωριού, οι οποίες είναι δημόσιες, και ε)νεκρές γαίες οι οποίες δεν ανήκουν στην κυριότητα ιδιωτών, ούτε είναι δυνατή από τη φύση τους η καλλιέργειά τους και δεν κατέχονται ούτε εξουσιάζονται από κανένα, οι οποίες είναι επίσης δημόσιες. Στην κατηγορία των δημοσίων γαιών (εραζί-εμιριέ) ανήκουν οι αγροτικές εκτάσεις και συγκριμένα οι καλλιεργήσιμοι αγροί, οι χειμερινές και θερινές βοσκές, οι λειμώνες, τα δάση. Οι ως άνω εκτάσεις μπορούσαν να παραχωρηθούν από το Οθωμανικό δημόσιο σε ιδιώτες με την καταβολή δικαιώματος (ταπού) και ετήσιας δόσεως, οπότε εκδιδόταν σχετικός τίτλος (ταπίο). Με την παραχώρηση, όμως, αυτή οι ιδιώτες δεν αποκτούσαν πλήρες δικαίωμα κυριότητας επί της παραχωρηθείσας δημόσιας εκτάσεως, αλλά δικαίωμα διηνέκους εξουσιάσεως ή "ωφέλιμης κυριότητας" (τεσσαρούφ), το δε δικαίωμα ψιλής κυριότητας διατηρούσε το Οθωμανικό Δημόσιο. Ανεξαρτήτως, όμως, της πιο πάνω παραχωρήσεως (ειδικά επί καλλιεργησίμων αγρών, δικαίωμα διηνεκούς εξουσιάσεως/τεσσαρούφ) μπορούσε να αποκτήσει και ο σφετεριστής, ο οποίος καταλάμβανε, εξουσίαζε και καλλιεργούσε δημόσιες γαίες επί δεκαετία, χωρίς δικαστική αμφισβήτηση, σύμφωνα με το άρθρο 78 του ως άνω νόμου περί γαιών σε συνδυασμό προς το άρθρο 8 των οδηγιών περί εγγράφων ταπίων και η έκδοση τίτλου (ταπίου) στο όνομα του σφετεριστή, η έκδοση του οποίου άλλωστε ήταν αποδεικτική και όχι συστατική του ως άνω δικαιώματος διηνεκούς εξουσιάσεως. Προϋπόθεση, όμως, για την κτήση του ως άνω δικαιώματος διηνεκούς εξουσιάσεως (τεσσαρούφ) από τον σφετεριστή είναι όχι μόνον η χωρίς δικαστική αμφισβήτηση κατοχή του αγρού επί μία δεκαετία, αλλά και η καλλιέργεια αυτού. Από το συνδυασμό δε της διατάξεως του άρθρου 1248 του Οθωμανικού ΑΚ, όπου αναφέρονται οι διάφοροι τρόποι κτήσεως της κυριότητας στους οποίους όμως δεν περιλαμβάνεται η χρησικτησία και εκείνης του άρθρου 1660 του Οθωμανικού ΑΚ που προβλέπει την δεκαπενταετή αποσβεστική παραγραφή των αγωγών υπέρ του κατόχου, χωρίς συγχρόνως ν' αναγνωρίζει την κτητική παραγραφή (χρησικτησία) προκύπτει ότι δεν είναι δυνατή η κτήση κυριότητας με χρησικτησία υπό το κράτος του Οθωμανικού δικαίου και μάλιστα τόσο επί των ακινήτων ελευθέρας κυριότητας (μούλκ), όσο και επί των δημοσίων γαιών (ερζί-εμιριέ). Εφ' όσον συνεπώς το Οθωμανικό δίκαιο δεν αναγνωρίζει το θεσμό της χρησικτησίας, ο χρόνος νομής που διανύθηκε υπό το κράτος της Οθωμανικής νομοθεσίας δηλαδή μέχρι 31.12.1931, δεν υπολογίζεται για τη συμπλήρωση του χρόνου χρησικτησίας στα Δωδεκάνησα. Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 4 του Κτηματολογικού Κανονισμού, που κυρώθηκε με το υπ' αριθ. 132/29 διάταγμα του Ιταλού Κυβερνήτη στη Δωδεκάνησο και διατηρήθηκε σε ισχύ ως τοπικό δίκαιο και μετά την προσάρτηση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα, δυνάμει του άρθρου 8 παρ. 2 του από 30.12.47 ισχύοντος νόμου 510/47, διατηρείται κατ' αρχήν η διάκριση των γαιών σε κατηγορίες: α) δημοσίων γαιών (εραζί-εμιριέ, μιρί κ.λπ.), β) ελεύθερης ιδιοκτησίας (μούλκ) και γ) βακουφίων, όπως είχε κατά το προισχύσαν στη Δωδεκάνησο Οθωμανικό Δίκαιο. Ως δημόσια κτήματα (γαίαι) της κατηγορίας "εραζί εμιριέ θεωρούνται οι γαίες που είχαν παραχωρηθεί κάποτε σε ιδιώτες με παραχωρητήρια (ταπία) μόνο για την ωφέλιμη κυριότητα τεσσαρούφ" καθώς και εκείνες οι οποίες λόγω ελλείψεως τίτλου, θέλουν αναγνωρισθεί και ταξινομηθεί από τα όργανα του Κτηματολογίου κατά την ενέργεια της βεβαιώσεως, στην ανωτέρω κατηγορία, οπότε η καταγραφή αυτή, μετά την παρέλευση των προθεσμιών του άρθρου 37 και 39, καθίσταται αμετάκλητη (άρθ. 61 εδ. β'). Κατά δε το άρθρο 63 παρ. 5 του ίδιου Κτηματολογικού Κανονισμού δεν συγχωρείται εις βάρος των δημοσίων περιουσιακών κτημάτων η παραγραφή της πλήρους ή ψιλής κυριότητας ως προς τις γαίες "μιρί ή εραζί-εμιριέ". Από το τελευταίο αυτό άρθρο συνδυαζόμενο και προς το άρθ. 4 εδάφ. στ' με το οποίο, προβλέπεται η από της ισχύος του Κανονισμού παραχώρηση της ωφέλιμης κυριότητας των δημοσίων περιουσιακών κτημάτων μόνο με πράξη του Κυβερνήτη, σαφώς συνάγεται ότι επιτρέπεται πλέον μόνο η παραγραφή (κτητική) του δικαιώματος ωφέλιμης κυριότητας (τεσσαρούφ) των δημοσίων κτημάτων και μάλιστα οπωσδήποτε αυτών που έχουν παραχωρηθεί, ενώ αντιθέτως δεν συγχωρείται η παραγραφή του δικαιώματος ψιλής κυριότητας των ίδιων κτημάτων. Με το άρθρο όμως 65 του ίδιου Κτηματολογικού κανονισμού ορίσθηκε ότι τα δημόσια κτήματα οποτεδήποτε και αν αναγνωρίσθηκαν ως τέτοια, ακόμη και αν η παραχώρησή τους σε ιδιώτες έγινε μετά την ιταλική κατάληψη των νήσων του Αιγαίου (1912), εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του Οθωμανικού δικαίου, που ίσχυε κατά τον χρόνο της κατάληψης, εφόσον συμβιβάζονται προς τις παρούσες κτηματολογικές διατάξεις. Επομένως ισχύει για τα ανωτέρω κτήματα και το άρθρο 78 του από 17 Ραμαζάν 1274 Οθωμανικού νόμου) περί γαιών, με το οποίο αναγνωρίζεται δικαίωμα ανάλογο προς την χρησικτησία, κατ' εξαίρεση των διατάξεων του Οθωμανικού Αστικού Κώδικα, οι οποίες δεν αναγνωρίζουν τον θεσμό της χρησικτησίας, ως κτητική παραγραφή, και μάλιστα με περιεχόμενο όμοιο μ' εκείνο που αποκτάται με έκδοση τίτλου και παραχώρηση από το Δημόσιο (τεσσαρούφ), αφού η ανωτέρω διάταξη ορίζει ότι εκείνος ο οποίος έχει εξουσιάσει και καλλιεργήσει για 10 συνεχή έτη, χωρίς δικαστική (αμφισβήτηση, δημόσιες γαίες (εραζί-εμιριέ) όχι όμως βακουφικές, αποκτά επ' αυτών δικαίωμα διηνεκούς εγκαταστάσεως, νομιμοποιούμενος στην δημιουργηθείσα και υφιστάμενη πραγματική κατάσταση (δικαίωμα ωφέλιμης κυριότητας). Έτσι και μετά την ισχύ του Κτηματολογικού Κανονισμού στην Δωδεκάνησο είναι κατά νόμο δυνατή η απόκτηση δικαιώματος "τεσσαρούφ" επί δημοσίου κτήματος όχι μόνο με παραχώρηση από το Κράτος (τον Κυβερνήτη ), αλλά και με δεκαετή εξουσίαση του, και μάλιστα χωρίς να είναι απαραίτητο, στη δεύτερη περίπτωση, να έχει αυτό παραχωρηθεί προηγουμένως σε ιδιώτη και να έχει καταγραφεί η σχετική πράξη στο κτηματολόγιο. Τέλος, κατά το άρθρο 36 του Ν. περί γαιών ο κάτοχος των δια ταπίου κατεχομένων γαιών δύναται να παραχωρήσει αυτάς εις ον τινα θελήσει τη άδεία του αρμοδίου υπαλλήλου, είτε δωρεάν, είτε αντί γνωστού τιμήματος. Άκυρος είναι πάσα παραχώρησις δημοσίων γαιών, άνευ της αδείας και συμπράξεως του ειδικού υπαλλήλου". Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η ανωτέρω δεκαετής διαρκής εξουσίαση της κυριότητος επί δημοσίας γης (τεσσαρούφ) ισχύει και κατά του Δημοσίου, εφόσον αυτή έχει συμπληρωθεί πριν από την ισχύ στη Δωδεκάνησο του Αν. 1539/1938, ήτοι μέχρι την 10-1-1949, ενώ μετά την χρονολογία αυτή απαγορεύεται η παραγραφή οποιουδήποτε δικαιώματος του Δημοσίου επί ακινήτου. Εξ άλλου, υπό την ισχύ τόσο του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου, όσο και του Οθωμανικού Νόμου περί γαιών της 7 Ραμαζάν 1274, για την έγκυρη μεταβίβαση από επαχθή ή χαριστική αιτία των προαναφερομένων δημοσίων γαιών (εραζί μιριγιέ) απαιτείται αντίστοιχα η τήρηση ορισμένων διατυπώσεων. Ειδικότερα με το άρθρο 67 του ανωτέρω Κτηματολογικού Κανονισμού, απαιτείται η προηγούμενη άδεια του Ιταλού Κυβερνήτη και η ύπαρξη έγκυρης και ισχυρής εγγραφής, επίσημης ή επικυρωμένης πράξεως (άρθρο 67 Κτηματολογικού Κανονισμού), ενώ κατά το άρθρο 36 του αναφερομένου Οθωμανικού Νόμου "περί γαιών", ο κάτοχος δημοσίων γαιών που τις κατέχει με ταπίο μπορεί να τις μεταβιβάσει ύστερα από άδεια της αρχής και σύμπραξη του αρμοδίου υπαλλήλου. Κατά συνέπεια, το πιο πάνω δικαίωμα ωφέλιμης κυριότητας δεν μεταβιβάζεται με ειδική διαδοχή παρά μόνο με τις διατυπώσεις του άρθρου 67 του κτηματολογικού κανονισμού, είναι δηλαδή συνδεδεμένο με το πρόσωπο αυτού που το απέκτησε και μόνο κληρονομική διαδοχή σ' αυτό μπορεί να νοηθεί. Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ.1 εδ.α του ν.2100/1952 "Περί συστάσεως Οργανισμού ακινήτου περιουσίας του Δημοσίου εν Δωδεκάνησω και ρυθμίσεως κτηματικών τινών υποθέσεων της αυτής περιφέρειας" το δικαίωμα κυριότητας του Δημοσίου για κτήματα στα Δωδεκανήσα, τα οποία υπάγονται στην κατηγορία των δημοσίων γαιών (εραζί-εμιριέ) αποσβέννυται, αυτοί δε που έχουν δικαίωμα εξουσίασης(τεσσαρούφ) σε τέτοια κτήματα, αποκτούν την πλήρη κυριότητα σ' αυτά αυτοδίκαια, δυνάμει του παρόντος και χωρίς καμία άλλη διατύπωση. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 εδ.α ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης για ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμόστηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμόστηκε, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση.
Στην προκειμένη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ανελέγκτως τ'ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Το επίδικο ακίνητο για την ταυτότητα του οποίου δεν υπάρχει αμφισβήτηση είναι ένας αγρός εκτάσεως 113.000 τμ που βρίσκεται στη θέση "Μακρύς Γιαλός" της κτηματικής περιφέρειας Μενετών Καρπάθου και συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων Χ. Σ., δυτικά με ιδιοκτησία Α. Π., βόρεια με παραλία και νότια με κρημνό (βράχια). Το ακίνητο αυτό μεταβίβασε ο αληθής κύριος του Φ. Φ. του Ι. λόγω προικός στην κόρη του Σ., που τέλεσε νόμιμο γάμο με τον Μ. Α., δυνάμει του από 29.7.1939 ιδιωτικού προικοσυμφώνου το οποίο συντάχθηκε κατά το τότε ισχύον δίκαιο, ενώ στο προικοδότη Φ. Φ., ο οποίος απεβίωσε την 7.9.1962, είχε περιέλθει κατά κυριότητα λόγω αγοράς από τον Ι. Σ., δυνάμει του από 5.6.1927 ιδιωτικού πωλητηρίου συμφωνητικού, που καταρτίσθηκε κατά τα τότε ισχύοντα στη νήσο Κάρπαθο για τις μεταβιβάσεις ακινήτου. Το ανωτέρω επίδικο αγροτεμάχιο νεμήθηκε από 29.7.1939 με διάνοια κυρίου συνεχώς και αδιαλείπτως η δικαιοπάροχος της ενάγουσας Σ. συζ. Μ. Α. το γένος Φ. Φ., ασκώντας σε αυτό τις διακατοχικές πράξεις νομής που προσιδιάζουν στην φύση του και τον προορισμό του ως καλλιεργησίμου αγρού και συγκεκριμένα, το καθάριζε από τα άγρια χόρτα και τους θάμνους, το καλλιεργούσε με δημητριακά, σιτάρι, κριθάρι, και βρώμη και συγκόμιζε τους καρπούς του συνεχώς μέχρι το έτος 1979 και συνεπώς, εφόσον νεμήθηκε αυτό με την καλλιέργεια του από τα έτη 1939 έως 1949 και επέκεινα, απέκτησε δικαίωμα διηνεκούς εξουσίας (τεσσαρούφ) μετά δε την εφαρμογή του άρθρου 9 του Ν 2100/1952 τράπηκε σε δικαίωμα πλήρους κυριότητας του επιδίκου ακινήτου, εφόσον συνέχισε να νέμεται αυτό διάνοια κυρίας μέχρι το έτος 1979, καταστάσα έτσι με αυτό τον νόμιμο τρόπο κυρία αυτού. Περαιτέρω, η προαναφερόμενη το μεταβίβασε κατά κυριότητα στην ενάγουσα κόρη της αδελφής της Ε., δυνάμει του με αριθμό .../26.6.1979 προικοσυμβολαίου του τότε συμβολαιογράφου Καρπάθου Ηλία Λαδή που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καρπάθου στον Τόμο Θ και με αριθμό ... . Έκτοτε, η ενάγουσα άρχισε να νέμεται το επίδικο ακίνητο διάνοια κυρίας συνεχώς και αδιαλείπτως, καθαρίζοντας αυτό από θάμνους, επιβλέποντας τα σύνορα του και γενικά επιβλέποντας το ως ιδιοκτήτρια μέχρι τον Φεβρουάριο του 1993 που το Ελληνικό Δημόσιο με την με αριθμό 1004491/315/0020/3.2.1993 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και Μεταφορών - Επικοινωνιών (ΦΕΚ 186/2-5-1993) απαλλοτρίωσε αναγκαστικά για λόγους δημόσιας ωφέλειας και ειδικότερα, για την ανάπτυξη του Κρατικού Αερολιμένα Καρπάθου, ακίνητα εκτάσεως 450.583 τμ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται τμήμα του ανωτέρω επιδίκου ακινήτου, εκτάσεως 65.499 τμ όπως αυτό εμφαίνεται με αριθμό 144α στον οικείο κτηματολογικό πίνακα και διάγραμμα, τα οποία έχουν συνταχθεί από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών Δ7. Μετά από αυτό κυρία του επιδίκου ακινήτου έκταση 113.000 τμ είναι η ενάγουσα γενόμενη τέτοια με παράγωγο τρόπο δυνάμει του ανωτέρω προικοσυμβολαίου που μεταγράφηκε νόμιμα και με πρωτότυπο τρόπο και δη με έκτακτη χρησικτησία αφού κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα το νεμήθηκε με διάνοια κυρίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας (και από την ισχύ του ν.2100/1952), προσμετρώντας στο χρόνο νομής της τον συνεχή και αδιάλειπτο χρόνο νομής της ανωτέρω άμεσης δικαιοπαρόχου της από το έτος 1939 μέχρι και το έτος 1993." Με αυτά, όμως, που δέχθηκε το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφαση του σε σχέση με την από την αιτία προικός δικαιοπάροχο της ενάγουσας Σ. σύζυγο Φ. Φ. κτήση δικαιώματος διηνεκούς εξουσιάσεως (ωφέλιμης κυριότητας - τεσσαρούφ) επί του επιδίκου ακινήτου, ως νεμηθείσα αυτό διάνοια κυρίας συνεχώς και αδιαλείπτως, με την άσκηση των προσιδιαζουσών στην φύση και τον προορισμό του ως καλλιεργήσιμου αγρού πράξεων νομής, από τις 29.7.1939 μέχρι το 1949 και επέκεινα έως το 1979, δικαίωμα το οποίο, μετατραπέν με την εφαρμογή του άρθρου 9 του ν. 2.100/1952 σε δικαίωμα πλήρους κυριότητας, μεταβίβασε αυτή στη συνέχεια στην ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα δυνάμει του υπ' αριθ. .../1979 προικοσυμβολαίου του συμβολαιογράφου Καρπάθου Ηλία Λαδή, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 1 - 5, 78, 91 - 105 του Οθωμανικού Νόμου περί Γαιών της 17ης Ραμαζάν 1276 (1856), τις διατάξεις 4 παρ. παρ. 1 και 2 του ΑΝ 1539/1938, του από 31.12.1948/10.1.1949 ΒΔ και του άρθρου 9 του ν. 2.100/1952, γιατί δέχθηκε την από τη δικαιοπάροχο της ενάγουσας κτήση δικαιώματος ωφέλιμης κυριότητας (τεσσαρούφ) επί του επιδίκου με διάνοια κυρία νομή αυτής από τις 29.7.1939 και εφεξής έως το 1949 και επέκεινα μέχρι το 1979, χωρίς ωστόσο να έχει συμπληρωθεί στο πρόσωπο της η δεκαετής διαρκής εξουσίαση του επιδίκου ακινήτου. Τούτο δε, διότι η αρξάμενη στις 29.7.1939 διαρκής εξουσίαση αυτής έπαυσε στις 10.1.1949, οπότε τέθηκε σε ισχύ στα Δωδεκάνησα ο ΑΝ 1539/1938 και απαγορεύτηκε η παραγραφή οποιουδήποτε δικαιώματος του Δημοσίου σε ακίνητα, με αποτέλεσμα κατά τη χρονολογία αυτή ο χρόνος της διαρκούς εξουσιάσεως του επιδίκου να υπολείπεται κατά 6 1/2 και πλέον μήνες της δεκαετίας, ο δε γενόμενος δεκτός μεταγενέστερος χρόνος νομής, έως το 1979 από την αιτία προικός δικαιοπάροχο και εφεξής έως το 1993 από την ενάγουσα, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη και να προσμετρηθεί ως χρόνος νομής για την κτήση δικαιώματος κυριότητος με έκτακτη χρησικτησία είτε από την προικοδότρια, είτε από την ίδια την ενάγουσα. Ενόψει τούτων, ο από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος, αιτία για την οποία παρέλκει και η έρευνα των λοιπών λόγων αναιρέσεως.
Σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 580 § 3 εδ. α ΚΠολΔ, όπως είχε ήδη αντικατασταθεί κατά τη συζήτηση της υποθέσεως με το άρθρο 12 παρ.4 του ν.4055/2012 "Αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονταν στις παραγράφους 1 και 2, μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να ασχοληθεί με την εκδίκασή της, ιδίως αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση από 2.5.2011 αγωγή εκθέτει η ενάγουσα, ότι τυγχάνει κυρία του περιγραφόμενου σαυτή κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου-αγρού, που βρίσκεται ειδικότερα στην τοποθεσία "Μακρύς Γιαλός" της κτηματικής περιφέρειας του Δημοτικού Διαμερίσματος Μενετών Καρπάθου. Ότι το ακίνητο αυτό περιήλθε στην κυριότητα, νομή και κατοχή της δυνάμει του υπ' αρ..../1979 συμβολαίου του συμ/φου Καρπάθου Ηλία Λαδή, που μεταγράφηκε νόμιμα στα οικεία βιβλία μεταγραφών στον τόμο Θ με αριθμό ... της 30.12.1979, αιτία προικός από τη Σ. χήρα Μ. Α.. Ότι στο προικοσυμβόλαιο αυτό η έκταση του εν λόγω ακινήτου αναφέρεται ως ανερχόμενη στα σαράντα στρέμματα, πλην στην πραγματικότητα ανέρχεται σε 113.000 τ.μ. Ότι το ακίνητο αυτό στη δικαιοπάροχό της Σ. Χα Μ. Α. περιήλθε δυνάμει του από 29.7.1939 ιδιωτικού προικοσυμφώνου αιτία προικός, από τον πατέρα της Φ. Φ.. Ότι στον τελευταίο, το ακίνητο αυτό περιήλθε αιτία πωλήσεως δυνάμει του από 5.6.1927 ιδιωτικού πωλητηρίου εγγράφου από τον Ι. Σ., στον οποίο είχε περιέλθει εκ κληρονομίας του πατέρα της. Ότι αυτή και οι ως άνω δικαιοπάροχοί της, ασκούσαν επί του προαναφερόμενου ακινήτου - αγροτικής έκτασης, με διάνοια κυρίου και από το χρόνο περιέλευσης στον καθένα, τις προσιδιάζουσες προς τη φύση και τον προορισμό του πράξεις νομής και διακατοχής, όπως καλλιέργεια με δημητριακά, επίβλεψη, τοπογράφηση, καθαρισμό από θάμνους και άγρια χόρτα. Ότι κατά συνέπεια, κατέστη κυρία όσον αφορά την έκταση των σαράντα στρεμμάτων, δυνάμει του υπ' αρ. .../1979 προικοσυμβολαίου του συμ/φου Ηλία Λαδή και των υπολοίπων 25.499 τ.μ. ως νεμηθείσα αυτό με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, του όλου δε ακινήτου ως νεμηθείσα αυτό με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας προσμετρουμένου και του χρόνου νομής και κατοχής των ως άνω δικαιοπαρόχων της. Ότι με την υπ.αρ.1004493150010/3.2.1993 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ τεύχος Δ' 186/2.3.1993, απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, για λόγους δημόσιας ωφέλειας και ειδικότερα για την επέκταση και ανάπτυξη του Κρατικού Αερολιμένα Καρπάθου, διάφορα αγροκτήματα, ιδιωτικής ιδιοκτησίας, συνολικής εκτάσεως 450.583 τ.μ. που βρίσκονται στην κτηματική περιφέρεια του Δημοτικού Διαμερίσματος Μενετών Δήμου Καρπάθου, στην περιοχή "Αφιάρτης" και στη θέση "Μακρύς Γιαλός" της νήσου Καρπάθου του νομού Δωδεκανήσου. Ότι μεταξύ της απαλλοτριωθείσας εκτάσεως περιλαμβάνεται και έκταση 65.499 τ.μ. που αναφέρεται στο επισυναφθέν στην άνω απόφαση της απαλλοτριώσεως, κτηματολογικό διάγραμμα - πίνακα και σχεδιάγραμμα της απαλλοτρίωσης ως αγροτεμάχιο με αριθμό 144α, το οποίο αποτελεί τμήμα του εκ 113.000 τ.μ. μείζονος αυτής ακινήτου που είναι συνεχόμενο με το απαλλοτριωθέν τμήμα εκτάσεως 65.499 τ.μ. Ότι με την υπ.αρ.48/1996 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών καθορίστηκε προσωρινά τιμή μονάδος αποζημίωσης της απαλλοτριωθείσης ως άνω έκτασης στο ποσό των 1.500 ευρώ ανά τ.μ. και με την υπ.αρ.164/1997 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου καθορίστηκε οριστικά στις 1.500 δρχ. ανά τ.μ. Ζήτησε δε να αναγνωρισθεί το δικαίωμα κυριότητάς της στο τμήμα του ως άνω ακινήτου της εμβαδού 65.499 τ.μ. που έχει απαλλοτριωθεί δυνάμει της ως ανωτέρω κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει σ' αυτή το ποσό των 98.248.500 δραχμών, ως δικαιούχου της καθορισθείσης ως άνω αποζημίωσης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Με το προεκτεθέν περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή είναι μη νόμιμη διότι από 29.7.1939 ότε άρχισε να εξουσιάζει το επίδικο ακίνητο η δικαιοπάροχος της αναιρεσίβλητης Σ. συζ.Μ. Α. μέχρι 10.1.1949, ότι κατ' άρθρο 1 του Β.Δ/τος της 31.12.1942 άρχισε να ισχύει στη Δωδεκάνησο το άρθρο 4 παρ.1 και 2 του ΑΝ 1539/1938 που απαγορεύει την παραγραφή των επί των δημοσίων κτημάτων δικαιωμάτων του Δημοσίου, και επομένως, και του δικαιώματος της διενεκούς εξουσιάσεως (τεσσαρούφ) αν η ως άνω παραγραφή δεν πρόλαβε να συμπληρωθεί με βάση το προϊσχύσαν δίκαιο, μέχρι 10.1.1949, δεν συμπληρώθηκε δεκαετής, διηνεκής εξουσίαση και καλλιέργεια του επιδίκου για την κτήση υπ' αυτής δικαιώματος ωφέλιμης κυριότητας κατ' άρθρο 78 του Οθωμανικού νόμου περί γαιών. Εξ άλλου, η ως άνω δικαιοπάροχος της αναιρεσίβλητης δεν ηδύνατο να προσμετρήσει στο χρόνο εξουσιάσης υπ' αυτής του επίδικου ακινήτου εκείνο του δικαιοπαρόχου πατρός της από 5.6.1927, από τον οποίο απέκτησε αυτό αιτία ατύπου προικός διότι το δικαίωμα ωφέλιμης κυριότητας δεν μεταβιβάζεται με ειδική διαδοχή, παρά μόνο με τις διατυπώσεις του άρθρου 36 του Οθωμανικού νόμου περί γαιών την τήρηση των οποίων η αναιρεσίβλητη δεν επικαλείται, πέραν του ότι ο χρόνος νομής που διανύθηκε υπό το κράτος της Οθωμανικής νομοθεσίας δηλαδή μέχρι 31.12.1931, δεν υπολογίζεται στα Δωδεκάνησα για τη συμπλήρωση του χρόνου χρησικτησίας, ώστε το δικαίωμα κυριότητας του Δημοσίου να αποσβεσθεί σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ.1 εδ.α του ν. 2100/1952. Επομένως, η υπόθεση δεν απαιτεί περαιτέρω έρευνα και μετά την αναίρεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, πρέπει να απορριφθεί η αγωγή. Τέλος πρέπει να καταδικαστεί η αναιρεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 45/2011 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου.
Κρατεί και δικάζει την από 21.7.2009 και με αρ. κατ. 920/22.7.2009 αγωγή.
Απορρίπτει την αγωγή. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, που ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 20 Δεκεμβρίου 2012.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου