- O από το άρθρο 559 παρ. 1 εδαφ. β ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης για παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ' αυτούς των πραγματικών περιστατικών που αποτέλεσαν τις παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας, για να είναι ορισμένος, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ, να αναφέρονται στο αναιρετήριο ποια είναι τα διδάγματα της κοινής πείρας που παραβιάστηκαν καθώς και ο κανόνας του δικαίου στην εξειδίκευση του οποίου δεν χρησιμοποιήθηκαν ενώ έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ή χρησιμοποιήθηκαν μεν, αλλά εσφαλμένα.
Διατάξεις
ΚΠολΔ: 118, 339, 432, 566, 559 αριθ. 1, 559 αριθ. 19, 559 αριθ. 20,
Αριθμός 1663/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ΄ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αχιλλέα Νταφούλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου), Πλαστήρα Αναστασάκη, Αντώνιο Παπαθεοδώρου, Γεώργιο Πετράκη και Παναγιώτη Παρτσιλίβα, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 25 Μαϊου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1. Ανώνυμης εταιρείας γενικών ασφαλειών με την επωνυμία "Γ.Η. ΣΚΟΥΡΤΗΣ Α.Ε.Γ.Α.", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και 2. XXX, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χαράλαμπο Δρακόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Του αναιρεσίβλητου: Ψ1, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Τσώκο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 1 Δεκεμβρίου 2003 και 22 Απριλίου 2004 αντίθετες αγωγές των ήδη αναιρεσίβλητου και αναιρεσειόντων, αντίστοιχα, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1414/2005 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6548/2006 οριστική του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 28 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται παραπάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αντώνιος Παπαθεοδώρου, ανέγνωσε την από 16 Μαϊου 2007 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσίβλητου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Επειδή η νομική αοριστία της αγωγής δηλαδή η συνδεόμενη με τη νομική εκτίμηση του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου ελέγχεται ως παραβίαση από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, εάν το δικαστήριο, για το σχηματισμό της κρίσης του, αξίωσε περισσότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτούνται από το νόμο για τη θεμελίωση του δικαιώματος ή αντίθετα αρκέστηκε σε λιγότερα, ενώ η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, η οποία υπάρχει όταν δεν αναφέρονται όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά νόμο για τη θεμελίωση του αιτήματος της αγωγής, ελέγχεται ως παραβίαση από τους αριθμούς 8 ή 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Για να είναι όμως ορισμένος ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης όταν προβάλλεται αιτίαση κατά της προσβαλλόμενης απόφασης, συνιστάμενη στο ότι η κρινόμενη αγωγή είναι αόριστη και έπρεπε να απορριφθεί εκ του λόγου αυτού, πρέπει στο αναιρετήριο να διαλαμβάνεται ποιο ακριβώς ήταν το περιεχόμενο της αγωγής, ως προς ποιο σημείο αυτή δεν είναι πλήρης και σε τι συνίσταται η αοριστία της για να κριθεί εάν πρόκειται για νομική, ποιοτική ή ποσοτική αοριστία ενώ η συμπλήρωση του αναιρετηρίου με παραπομπή σε άλλο δικόγραφο δεν επιτρέπεται. Στην προκείμενη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες, με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, προσάπτουν στο Εφετείο την πλημμέλεια από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, δηλαδή ότι παρά το νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτο, καθώς δεν δέχθηκε την, με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους, προβληθείσα ένσταση αοριστίας του δικογράφου της αγωγής του αναιρεσίβλητου, παρά το γεγονός ότι στην ένδικη αγωγή για τον ορισμένο των σχετικών κονδυλίων της από θετικές ζημίες δεν αναφερόταν επακριβώς: α) με βάση ποιά ιατρικά πιστοποιητικά αποδεικνύεται ο τραυματισμός του, β) οι ακριβείς ημέρες νοσηλείας, γ)τα ιατρικά παραπεμπτικά για τις εξετάσεις-φυσιοθεραπείες και οι αποδείξεις αγοράς φαρμάκων, δ) ο φορέας ασφαλιστικής κάλυψης και τα ποσά που έλαβε, ε) ο βαθμός αναπηρίας, στ) το είδος εργασίας του αν είχε σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου, ζ) ο κυβισμός και τα διανυθέντα χιλιόμετρα του μοτ/του μέχρι το ατύχημα, η) οι αποδείξεις καταβολής για διενέργεια εξετάσεων και θ) η έδρα, η μορφή και η δραστηριότητα. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αόριστος, γιατί στο αναιρετήριο δεν αναφέρεται ποιο ακριβώς ήταν το κρίσιμο περιεχόμενο της αγωγής, ως προς ποιο σημείο αυτή δεν είναι πλήρης και σε τι συνίσταται η αοριστία, ώστε να κριθεί αν και σε ποια έκταση υπάρχει η προβαλλόμενη αοριστία, αν αυτή είναι νομική, ποιοτική ή ποσοτική, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε.
ΙΙ. Ο από το άρθρο 559 αριθ. 20 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου αποδεικτικού κατά την έννοια των άρθρων 339 και 432 επομ ΚΠολΔ, δηλαδή υπέπεσε σε λάθος ως προς την ανάγνωση του εγγράφου με το να αποδώσει σ' αυτό περιεχόμενο καταδήλως διαφορετικό από το αληθινό, στη συνέχεια δε κατέληξε, στηριζόμενο σ' αυτό και μόνο ή κυρίως σ' αυτό, σε επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα πόρισμα ως προς τα πράγματα που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ο λόγος, όμως, αναίρεσης δεν ιδρύεται όταν, το δικαστήριο αξιολογώντας απλώς το αληθινό περιεχόμενο του εγγράφου με τις άλλες αποδείξεις, καταλήγει σε διαφορετικό αποδεικτικό πόρισμα από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, γιατί στην περίπτωση αυτή πρόκειται για εκτίμηση πραγματικών γεγονότων που είναι αναιρετικά ανέλεγκτη. Στην προκείμενη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο αναίρεσης, προσάπτεται στο Εφετείο η πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 20 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι παραμόρφωσε το περιεχόμενο των, από τα επιληφθέντα όργανα της τροχαίας, συνταχθέντων για τις συνθήκες επέλευσης του ατυχήματος, εγγράφων και συγκεκριμένα α) της από 26.7.2002 έκθεσης αυτοψίας και β) του σχεδιαγράμματος και έτσι κατέληξε στην κρίση του περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του πρώτου εναγομένου και ήδη δεύτερου αναιρεσείοντος οδηγού του, ασφαλισμένου στην πρώτη αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρεία, ζημιογόνου αυτοκινήτου, απορρίπτοντας, παράλληλα, την υπό των τελευταίων προβληθείσα ένσταση συνυπαιτιότητας, κατά ποσοστό 95%, του ενάγοντος και ήδη αναιρεσίβλητου οδηγού της δίκυκλης μοτοσυκλέτας. Το Εφετείο, όμως, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, πλην των άλλων, και τα εξής "ο ενάγων (και ήδη αναιρεσίβλητος) Ψ1 οδηγούσε τη με αριθμό κυκλοφορίας XXX δίκυκλη μοτοσυκλέτα XXX επί της οδού XXX με κατεύθυνση από Πεντέλη προς Λεωφόρο Κηφισίας, προτιθέμενος να στρίψει αριστερά στην οδό XXX η οποία τέμνει κάθετα την οδό XXX. Την ίδια στιγμή ο XXX (πρώτος εναγόμενος) οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας XXX ΙΧΕ αυτ/το XXX επί της ίδιας οδού XXX και με την αυτή κατεύθυνση ήτοι από Πεντέλη προς Λεωφόρο Κηφισίας, πίσω από τη δίκυκλη μοτοσυκλέτα του Ψ1. Βέβαια στο σχεδιάγραμμα της τροχαίας και στην από 26-7-2002 έκθεση αυτοψίας, στοιχεία για τη σύνταξη των οποίων έδωσε μόνο ο εναγόμενος, διότι τα οχήματα είχαν ήδη μετακινηθεί και ο παθών είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο, οι πορείες των δύο οχημάτων αποτυπώνονται διαφορετικά και συγκεκριμένα η δίκυκλη μοτοσυκλέτα φέρεται ότι εκινείτο στην οδό XXX με κατεύθυνση από Αγία Παρασκευή προς Βριλλήσια, ενώ το ΙΧΕ αυτοκίνητο φέρεται ότι εκινείτο στην οδό XXX με κατεύθυνση από XXX προς XXX (στο σχεδιάγραμμα οι πορείες των οχημάτων αναφέρονται ως "πιθανές πορείες"). Εν τούτοις οι πορείες των οχημάτων προ της σύγκρουσης, όπως αναφέρονται στην έκθεση αυτοψίας και το συνοδεύον αυτής σχεδιάγραμμα, αναιρούνται από τα ακόλουθα αποδεικτικά στοιχεία 1. XXX 2. XXX 3. XXX 4.XXX. Συνακόλουθα ο εναγόμενος και η ασφαλιστική του εταιρία ανταποδεικτικά απέδειξαν κατά του περιεχομένου των δημοσίων εγγράφων της από 26-7-2002 έκθεσης αυτοψίας και του συνοδεύοντος αυτήν σχεδιαγράμματος, ως προς τα ανωτέρω εριζόμενα σημεία (πορείες οχημάτων προ της σύγκρουσης)". Με βάση τις παραδοχές αυτές ο προαναφερόμενος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι το δικαστήριο, κατόπιν αξιολόγησης του αληθινού περιεχομένου των ως άνω εγγράφων και συνεκτίμησης των άλλων αποδείξεων, κατέληξε στο μη ορθό, κατά την άποψη των αναιρεσειόντων, αποδεικτικό πόρισμα.
ΙΙΙ. Επειδή ο από το άρθρο 559 παρ. 1 εδαφ. β ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης για παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ' αυτούς των πραγματικών περιστατικών που αποτέλεσαν τις παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας, για να είναι ορισμένος, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ, να αναφέρονται στο αναιρετήριο ποια είναι τα διδάγματα της κοινής πείρας που παραβιάστηκαν καθώς και ο κανόνας του δικαίου στην εξειδίκευση του οποίου δεν χρησιμοποιήθηκαν ενώ έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ή χρησιμοποιήθηκαν μεν, αλλά εσφαλμένα. Στην προκείμενη περίπτωση, ο τρίτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στο Εφετείο η από τον αριθμό 1 περ. β του άρθρου 559 ΚΠολΔ αιτίαση ότι παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας που οδηγούν στην υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στον κανόνα ουσιαστικού δικαίου και συγκεκριμένα στη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 4 και 5 του ν. 2696/1995 (ΚΟΚ) και έτσι έκρινε αποκλειστικά υπαίτιο του τροχαίου ατυχήματος τον πρώτο εναγόμενο και ήδη δεύτερο αναιρεσείοντα οδηγό του ζημιογόνου αυτοκινήτου, είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αόριστος, διότι δεν προσδιορίζονται στο αναιρετήριο τα διδάγματα της κοινής πείρας που θα καθιστούσαν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο. Σε κάθε δε περίπτωση ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι η επικαλούμενη παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας για την υπό του δικαστηρίου εξακρίβωση της ύπαρξης πραγματικών περιστατικών ή της αξιοπιστίας των μαρτύρων που εξετάσθηκαν, αφορά την εκτίμηση των αποδείξεων που είναι αναιρετικά ανέλεγκτη (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ).
V. Κατά το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες ανεπαρκείς ή αντιφατικές σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Για να είναι, όμως ορισμένος ο λόγος αναίρεσης με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια ότι η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση εξαιτίας ανεπαρκών αιτιολογιών, πρέπει να αναφέρονται στο αναιρετήριο ο κανόνας του ουσιαστικού δικαίου σε σχέση με την εφαρμογή του οποίου υπάρχει η έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με πληρότητα και σαφήνεια και σε τι συνίσταται η ανεπάρκεια των αιτιολογιών.
Εν προκειμένω οι αναιρεσείοντες, με τον τέταρτο λόγο αναίρεσης, μέμφονται το Εφετείο ότι υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, γιατί κατά τη μόρφωση του δικαστικού πορίσματος περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του δευτέρου αυτών στην επέλευση του τροχαίου ατυχήματος, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του ανεπαρκείς αιτιολογίες. Ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αόριστος, διότι στο αναιρετήριο δεν αναφέρονται με πληρότητα και σαφήνεια όλα τα αναγκαία για το ορισμένο του στοιχεία και ιδίως οι κρίσιμες πραγματικές παραδοχές του Εφετείου, οι αγωγικοί ισχυρισμοί και τα γεγονότα που προτάθηκαν για θεμελίωσή τους, ως προς τους οποίους παρουσιάζονται οι ανεπάρκειες και η εξειδίκευση του σφάλματος του δικαστηρίου, με παράθεση εκείνων επιπλέον των παραστατικών που θα καθιστούσαν επαρκείς τις αιτιολογίες (OλΑΠ 28/1998 και 32/1996). Έτσι όμως δεν μπορεί να ελεγχθεί η ορθότητα ή μη του διατακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης από την άποψη της εκ πλαγίου παραβίασης των κανόνων ουσιαστικού δικαίου που εφάρμοσε. Τέλος όλοι οι λόγοι αναίρεσης, κατά τις αιτιάσεις τους εκείνες με τις οποίες πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη για πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι (άρθρο 561 § 1 ΚΠολΔικ.) Κατόπιν όλων αυτών, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου (άρθρα 176,183 ΚΠολΔ), ο οποίος κατέθεσε και προτάσεις.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 28.2.2007 αίτηση των 1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία " Γ.Η. ΣΚΟΥΡΤΗΣ Α.Ε.Γ.Α." κ.λ.π, για αναίρεση της 6548/2006 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στην δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε χίλια εκατόν εβδομήντα (1170) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 12 Ιουνίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Ιουνίου 2007.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ΄ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αχιλλέα Νταφούλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου), Πλαστήρα Αναστασάκη, Αντώνιο Παπαθεοδώρου, Γεώργιο Πετράκη και Παναγιώτη Παρτσιλίβα, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 25 Μαϊου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1. Ανώνυμης εταιρείας γενικών ασφαλειών με την επωνυμία "Γ.Η. ΣΚΟΥΡΤΗΣ Α.Ε.Γ.Α.", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και 2. XXX, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χαράλαμπο Δρακόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Του αναιρεσίβλητου: Ψ1, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Τσώκο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 1 Δεκεμβρίου 2003 και 22 Απριλίου 2004 αντίθετες αγωγές των ήδη αναιρεσίβλητου και αναιρεσειόντων, αντίστοιχα, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1414/2005 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6548/2006 οριστική του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 28 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται παραπάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αντώνιος Παπαθεοδώρου, ανέγνωσε την από 16 Μαϊου 2007 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσίβλητου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Επειδή η νομική αοριστία της αγωγής δηλαδή η συνδεόμενη με τη νομική εκτίμηση του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου ελέγχεται ως παραβίαση από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, εάν το δικαστήριο, για το σχηματισμό της κρίσης του, αξίωσε περισσότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτούνται από το νόμο για τη θεμελίωση του δικαιώματος ή αντίθετα αρκέστηκε σε λιγότερα, ενώ η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, η οποία υπάρχει όταν δεν αναφέρονται όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά νόμο για τη θεμελίωση του αιτήματος της αγωγής, ελέγχεται ως παραβίαση από τους αριθμούς 8 ή 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Για να είναι όμως ορισμένος ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης όταν προβάλλεται αιτίαση κατά της προσβαλλόμενης απόφασης, συνιστάμενη στο ότι η κρινόμενη αγωγή είναι αόριστη και έπρεπε να απορριφθεί εκ του λόγου αυτού, πρέπει στο αναιρετήριο να διαλαμβάνεται ποιο ακριβώς ήταν το περιεχόμενο της αγωγής, ως προς ποιο σημείο αυτή δεν είναι πλήρης και σε τι συνίσταται η αοριστία της για να κριθεί εάν πρόκειται για νομική, ποιοτική ή ποσοτική αοριστία ενώ η συμπλήρωση του αναιρετηρίου με παραπομπή σε άλλο δικόγραφο δεν επιτρέπεται. Στην προκείμενη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες, με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, προσάπτουν στο Εφετείο την πλημμέλεια από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, δηλαδή ότι παρά το νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτο, καθώς δεν δέχθηκε την, με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους, προβληθείσα ένσταση αοριστίας του δικογράφου της αγωγής του αναιρεσίβλητου, παρά το γεγονός ότι στην ένδικη αγωγή για τον ορισμένο των σχετικών κονδυλίων της από θετικές ζημίες δεν αναφερόταν επακριβώς: α) με βάση ποιά ιατρικά πιστοποιητικά αποδεικνύεται ο τραυματισμός του, β) οι ακριβείς ημέρες νοσηλείας, γ)τα ιατρικά παραπεμπτικά για τις εξετάσεις-φυσιοθεραπείες και οι αποδείξεις αγοράς φαρμάκων, δ) ο φορέας ασφαλιστικής κάλυψης και τα ποσά που έλαβε, ε) ο βαθμός αναπηρίας, στ) το είδος εργασίας του αν είχε σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου, ζ) ο κυβισμός και τα διανυθέντα χιλιόμετρα του μοτ/του μέχρι το ατύχημα, η) οι αποδείξεις καταβολής για διενέργεια εξετάσεων και θ) η έδρα, η μορφή και η δραστηριότητα. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αόριστος, γιατί στο αναιρετήριο δεν αναφέρεται ποιο ακριβώς ήταν το κρίσιμο περιεχόμενο της αγωγής, ως προς ποιο σημείο αυτή δεν είναι πλήρης και σε τι συνίσταται η αοριστία, ώστε να κριθεί αν και σε ποια έκταση υπάρχει η προβαλλόμενη αοριστία, αν αυτή είναι νομική, ποιοτική ή ποσοτική, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε.
ΙΙ. Ο από το άρθρο 559 αριθ. 20 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου αποδεικτικού κατά την έννοια των άρθρων 339 και 432 επομ ΚΠολΔ, δηλαδή υπέπεσε σε λάθος ως προς την ανάγνωση του εγγράφου με το να αποδώσει σ' αυτό περιεχόμενο καταδήλως διαφορετικό από το αληθινό, στη συνέχεια δε κατέληξε, στηριζόμενο σ' αυτό και μόνο ή κυρίως σ' αυτό, σε επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα πόρισμα ως προς τα πράγματα που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ο λόγος, όμως, αναίρεσης δεν ιδρύεται όταν, το δικαστήριο αξιολογώντας απλώς το αληθινό περιεχόμενο του εγγράφου με τις άλλες αποδείξεις, καταλήγει σε διαφορετικό αποδεικτικό πόρισμα από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, γιατί στην περίπτωση αυτή πρόκειται για εκτίμηση πραγματικών γεγονότων που είναι αναιρετικά ανέλεγκτη. Στην προκείμενη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο αναίρεσης, προσάπτεται στο Εφετείο η πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 20 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι παραμόρφωσε το περιεχόμενο των, από τα επιληφθέντα όργανα της τροχαίας, συνταχθέντων για τις συνθήκες επέλευσης του ατυχήματος, εγγράφων και συγκεκριμένα α) της από 26.7.2002 έκθεσης αυτοψίας και β) του σχεδιαγράμματος και έτσι κατέληξε στην κρίση του περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του πρώτου εναγομένου και ήδη δεύτερου αναιρεσείοντος οδηγού του, ασφαλισμένου στην πρώτη αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρεία, ζημιογόνου αυτοκινήτου, απορρίπτοντας, παράλληλα, την υπό των τελευταίων προβληθείσα ένσταση συνυπαιτιότητας, κατά ποσοστό 95%, του ενάγοντος και ήδη αναιρεσίβλητου οδηγού της δίκυκλης μοτοσυκλέτας. Το Εφετείο, όμως, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, πλην των άλλων, και τα εξής "ο ενάγων (και ήδη αναιρεσίβλητος) Ψ1 οδηγούσε τη με αριθμό κυκλοφορίας XXX δίκυκλη μοτοσυκλέτα XXX επί της οδού XXX με κατεύθυνση από Πεντέλη προς Λεωφόρο Κηφισίας, προτιθέμενος να στρίψει αριστερά στην οδό XXX η οποία τέμνει κάθετα την οδό XXX. Την ίδια στιγμή ο XXX (πρώτος εναγόμενος) οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας XXX ΙΧΕ αυτ/το XXX επί της ίδιας οδού XXX και με την αυτή κατεύθυνση ήτοι από Πεντέλη προς Λεωφόρο Κηφισίας, πίσω από τη δίκυκλη μοτοσυκλέτα του Ψ1. Βέβαια στο σχεδιάγραμμα της τροχαίας και στην από 26-7-2002 έκθεση αυτοψίας, στοιχεία για τη σύνταξη των οποίων έδωσε μόνο ο εναγόμενος, διότι τα οχήματα είχαν ήδη μετακινηθεί και ο παθών είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο, οι πορείες των δύο οχημάτων αποτυπώνονται διαφορετικά και συγκεκριμένα η δίκυκλη μοτοσυκλέτα φέρεται ότι εκινείτο στην οδό XXX με κατεύθυνση από Αγία Παρασκευή προς Βριλλήσια, ενώ το ΙΧΕ αυτοκίνητο φέρεται ότι εκινείτο στην οδό XXX με κατεύθυνση από XXX προς XXX (στο σχεδιάγραμμα οι πορείες των οχημάτων αναφέρονται ως "πιθανές πορείες"). Εν τούτοις οι πορείες των οχημάτων προ της σύγκρουσης, όπως αναφέρονται στην έκθεση αυτοψίας και το συνοδεύον αυτής σχεδιάγραμμα, αναιρούνται από τα ακόλουθα αποδεικτικά στοιχεία 1. XXX 2. XXX 3. XXX 4.XXX. Συνακόλουθα ο εναγόμενος και η ασφαλιστική του εταιρία ανταποδεικτικά απέδειξαν κατά του περιεχομένου των δημοσίων εγγράφων της από 26-7-2002 έκθεσης αυτοψίας και του συνοδεύοντος αυτήν σχεδιαγράμματος, ως προς τα ανωτέρω εριζόμενα σημεία (πορείες οχημάτων προ της σύγκρουσης)". Με βάση τις παραδοχές αυτές ο προαναφερόμενος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι το δικαστήριο, κατόπιν αξιολόγησης του αληθινού περιεχομένου των ως άνω εγγράφων και συνεκτίμησης των άλλων αποδείξεων, κατέληξε στο μη ορθό, κατά την άποψη των αναιρεσειόντων, αποδεικτικό πόρισμα.
ΙΙΙ. Επειδή ο από το άρθρο 559 παρ. 1 εδαφ. β ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης για παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ' αυτούς των πραγματικών περιστατικών που αποτέλεσαν τις παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας, για να είναι ορισμένος, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ, να αναφέρονται στο αναιρετήριο ποια είναι τα διδάγματα της κοινής πείρας που παραβιάστηκαν καθώς και ο κανόνας του δικαίου στην εξειδίκευση του οποίου δεν χρησιμοποιήθηκαν ενώ έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ή χρησιμοποιήθηκαν μεν, αλλά εσφαλμένα. Στην προκείμενη περίπτωση, ο τρίτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στο Εφετείο η από τον αριθμό 1 περ. β του άρθρου 559 ΚΠολΔ αιτίαση ότι παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας που οδηγούν στην υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στον κανόνα ουσιαστικού δικαίου και συγκεκριμένα στη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 4 και 5 του ν. 2696/1995 (ΚΟΚ) και έτσι έκρινε αποκλειστικά υπαίτιο του τροχαίου ατυχήματος τον πρώτο εναγόμενο και ήδη δεύτερο αναιρεσείοντα οδηγό του ζημιογόνου αυτοκινήτου, είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αόριστος, διότι δεν προσδιορίζονται στο αναιρετήριο τα διδάγματα της κοινής πείρας που θα καθιστούσαν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο. Σε κάθε δε περίπτωση ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι η επικαλούμενη παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας για την υπό του δικαστηρίου εξακρίβωση της ύπαρξης πραγματικών περιστατικών ή της αξιοπιστίας των μαρτύρων που εξετάσθηκαν, αφορά την εκτίμηση των αποδείξεων που είναι αναιρετικά ανέλεγκτη (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ).
V. Κατά το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες ανεπαρκείς ή αντιφατικές σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Για να είναι, όμως ορισμένος ο λόγος αναίρεσης με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια ότι η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση εξαιτίας ανεπαρκών αιτιολογιών, πρέπει να αναφέρονται στο αναιρετήριο ο κανόνας του ουσιαστικού δικαίου σε σχέση με την εφαρμογή του οποίου υπάρχει η έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με πληρότητα και σαφήνεια και σε τι συνίσταται η ανεπάρκεια των αιτιολογιών.
Εν προκειμένω οι αναιρεσείοντες, με τον τέταρτο λόγο αναίρεσης, μέμφονται το Εφετείο ότι υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, γιατί κατά τη μόρφωση του δικαστικού πορίσματος περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του δευτέρου αυτών στην επέλευση του τροχαίου ατυχήματος, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του ανεπαρκείς αιτιολογίες. Ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αόριστος, διότι στο αναιρετήριο δεν αναφέρονται με πληρότητα και σαφήνεια όλα τα αναγκαία για το ορισμένο του στοιχεία και ιδίως οι κρίσιμες πραγματικές παραδοχές του Εφετείου, οι αγωγικοί ισχυρισμοί και τα γεγονότα που προτάθηκαν για θεμελίωσή τους, ως προς τους οποίους παρουσιάζονται οι ανεπάρκειες και η εξειδίκευση του σφάλματος του δικαστηρίου, με παράθεση εκείνων επιπλέον των παραστατικών που θα καθιστούσαν επαρκείς τις αιτιολογίες (OλΑΠ 28/1998 και 32/1996). Έτσι όμως δεν μπορεί να ελεγχθεί η ορθότητα ή μη του διατακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης από την άποψη της εκ πλαγίου παραβίασης των κανόνων ουσιαστικού δικαίου που εφάρμοσε. Τέλος όλοι οι λόγοι αναίρεσης, κατά τις αιτιάσεις τους εκείνες με τις οποίες πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη για πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι (άρθρο 561 § 1 ΚΠολΔικ.) Κατόπιν όλων αυτών, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου (άρθρα 176,183 ΚΠολΔ), ο οποίος κατέθεσε και προτάσεις.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 28.2.2007 αίτηση των 1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία " Γ.Η. ΣΚΟΥΡΤΗΣ Α.Ε.Γ.Α." κ.λ.π, για αναίρεση της 6548/2006 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στην δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε χίλια εκατόν εβδομήντα (1170) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 12 Ιουνίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Ιουνίου 2007.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου