Παρασκευή 25 Μαΐου 2018
Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ - Ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων (DPO) στον GDPR Ποιος είναι ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων (Data Protection Officer) Ποιοι οργανισμοί υποχρεούνται να ορίζουν Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων; Αν μια επιχείρηση δεν υπάγεται στις περιπτώσεις υποχρεωτικού ορισμού DPO, μπορεί να ορίσειΠού θα πρέπει να είναι εγκατεστημένος ο DPOΠοια είναι η σχέση εργασίας που συνδέει DPO και επιχείρηση Τι προβλέπει ο ελληνικός Νόμος για την εφαρμογή του GDPR σχετικά με τον Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων Ποια είναι τα καθήκοντα του Yπευθύνου Προστασίας Δεδομένων Η υποχρέωση εχεμύθειας του ΥΠΔΗ παρακολούθηση συμμόρφωσης από τον ΥΠΔ Τι προσόντα πρέπει να έχει ο Yπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων; Ποια είναι η διαδικασία ορισμού του Yπευθύνου Προστασίας Δεδομένων; - Οδηγία 95/46/ΕΚ, που είχε ενσωματωθεί στην Ελληνική Νομοθεσία με το Ν. 2472/1997
Τετάρτη 23 Μαΐου 2018
Κωδικοποίηση της διάταξης του άρθρου 19 παρ. 2 του ν. 2664/1998 μετά την τροποποίηση της με το άρθρο 52 παρ. 1 του ν. 4277/2014 (Α' 156) - Διευκρινίσεις εφαρμογής - ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥΣ- ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ Κτηματολόγιο - Διόρθωση γεωμετρικών στοιχείων ακινήτου βάσει άρθρου 19 παρ. 2 Ν. 2664/98 - Ιδιοκτησιακή αμφισβήτηση και όχι απλώς διόρθωση γεωμετρικών στοιχείων (Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου, αριθμός απόφασης 599/2012)
Τρίτη 22 Μαΐου 2018
Η εκ διαθήκης διαδοχή στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο - Με το θάνατο κάποιου προσώπου τίθεται σε κίνηση ο μηχανισμός της κληρονομικής διαδοχής. Πρόκειται για τον τρόπο ρύθμισης των εννόμων σχέσεων του ατόμου μετά το θάνατό του και ιδίως την τύχη της περιουσίας του, για την οποία πιθανόν να έχει ήδη αποφασίσει το ίδιο το άτομο. Όταν, ειδικότερα, ο αποθανών έχει εκφράσει τη βούλησή του περί διάθεσης των κληρονομιαίων με διάταξη τελευταίας βούλησης, τίθεται σε κίνηση ο μηχανισμός της εκ διαθήκης κληρονομικής διαδοχής. Αντίθετα, όταν ο ίδιος ο διαθέτης δεν έχει εκφραστεί με διάταξη τελευταίας βούλησης, ενεργοποιείται ο μηχανισμός της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής.

Η εκ διαθήκης διαδοχή στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο
EΙΣΑΓΩΓΗ
Με το θάνατο κάποιου προσώπου τίθεται σε κίνηση ο μηχανισμός της κληρονομικής διαδοχής. Πρόκειται για τον τρόπο ρύθμισης των εννόμων σχέσεων του ατόμου μετά το θάνατό του και ιδίως την τύχη της περιουσίας του, για την οποία πιθανόν να έχει ήδη αποφασίσει το ίδιο το άτομο. Όταν, ειδικότερα, ο αποθανών έχει εκφράσει τη βούλησή του περί διάθεσης των κληρονομιαίων με διάταξη τελευταίας βούλησης, τίθεται σε κίνηση ο μηχανισμός της εκ διαθήκης κληρονομικής διαδοχής. Αντίθετα, όταν ο ίδιος ο διαθέτης δεν έχει εκφραστεί με διάταξη τελευταίας βούλησης, ενεργοποιείται ο μηχανισμός της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής....
EΙΣΑΓΩΓΗ
Με το θάνατο κάποιου προσώπου τίθεται σε κίνηση ο μηχανισμός της κληρονομικής διαδοχής. Πρόκειται για τον τρόπο ρύθμισης των εννόμων σχέσεων του ατόμου μετά το θάνατό του και ιδίως την τύχη της περιουσίας του, για την οποία πιθανόν να έχει ήδη αποφασίσει το ίδιο το άτομο. Όταν, ειδικότερα, ο αποθανών έχει εκφράσει τη βούλησή του περί διάθεσης των κληρονομιαίων με διάταξη τελευταίας βούλησης, τίθεται σε κίνηση ο μηχανισμός της εκ διαθήκης κληρονομικής διαδοχής. Αντίθετα, όταν ο ίδιος ο διαθέτης δεν έχει εκφραστεί με διάταξη τελευταίας βούλησης, ενεργοποιείται ο μηχανισμός της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής....
Ευρωπαϊκό Συμβολαιογραφικό Δίκτυο (European Notarial Network - σχετική η εγκύκλιος 20/30-3-2011), στο πλαίσιο παροχής συνδρομής στους συμβολαιογράφους που αντιμετωπίζουν πρακτικά ζητήματα με διασυνοριακά στοιχεία συνέταξαν και μετέφρασαν σε όλες τις γλώσσες για τη διευκόλυνση των Ευρωπαίων Συμβολαιογράφων ένα πρακτικό εγχειρίδιο με πληροφορίες για τον Κανονισμό ( ΕΕ) αριθ. 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Ιουλίου 2012

Ευρωπαϊκό Συμβολαιογραφικό Δίκτυο (European Notarial Network - σχετική η εγκύκλιος 20/30-3-2011), στο πλαίσιο
παροχής συνδρομής στους συμβολαιογράφους που αντιμετωπίζουν πρακτικά ζητήματα με διασυνοριακά στοιχεία
συνέταξαν και μετέφρασαν σε όλες τις γλώσσες για τη διευκόλυνση των Ευρωπαίων Συμβολαιογράφων ένα πρακτικό εγχειρίδιο με ....
παροχής συνδρομής στους συμβολαιογράφους που αντιμετωπίζουν πρακτικά ζητήματα με διασυνοριακά στοιχεία
συνέταξαν και μετέφρασαν σε όλες τις γλώσσες για τη διευκόλυνση των Ευρωπαίων Συμβολαιογράφων ένα πρακτικό εγχειρίδιο με ....
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 24ης Μαΐου 2011. Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου. Παράβαση κράτους μέλους - Άρθρο 43 ΕΚ - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Συμβολαιογράφοι - Προϋπόθεση ιθαγένειας - Άρθρο 45 ΕΚ - Συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας - Οδηγία 89/48/ΕΟΚ. Υπόθεση C-47/08.

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 24ης Μαΐου 2011.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου.
Παράβαση κράτους μέλους - Άρθρο 43 ΕΚ - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Συμβολαιογράφοι - Προϋπόθεση ιθαγένειας - Άρθρο 45 ΕΚ - Συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας - Οδηγία 89/48/ΕΟΚ.
Υπόθεση C-47/08....
GDPR 2016/679 - ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/679 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων).....ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ/ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ/ Ν 2251/1994 ΟΠΩΣ ΙΣΧΥΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΑ 5338/2018/ ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΥΓΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Άρθρο 7α.ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2009/138/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 25ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009Αρθρο 23. Γενικές εποπτικές εξουσίες (άρθρα 34 και 35 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

GDPR 2016/679
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/679 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας
των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των
δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για
την Προστασία Δεδομένων)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΕΔΩ
......
ΣΧΕΤΙΚΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΑ
ΕΜΠΟΡΙΚΟ
ΔΙΚΑΙΟ/ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ/ Ν 2251/1994 ΟΠΩΣ ΙΣΧΥΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ
ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΑ 5338/2018/ ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΥΓΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΚΑΙ
ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ (ΙΣΧΥΩΝ ΝΟΜΟΣ)Άρθρο 1α. Ορισμοί
Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του παρόντος, νοούνται ως:
1. καταναλωτής: κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα,
2. προμηθευτής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από το αν διέπεται από το ιδιωτικό ή δημόσιο δίκαιο, το οποίο ενεργεί ακόμη και μέσω κάθε άλλου προσώπου που ενεργεί στο όνομά του ή για λογαριασμό του, για σκοπούς οι οποίοι σχετίζονται με τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές δραστηριότητές του,
3. πωλητής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο πωλεί καταναλωτικά αγαθά με σύμβαση που συνάπτει κατά την άσκηση της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας,
4. παραγωγός: ο κατασκευαστής ενός καταναλωτικού αγαθού, ο εισαγωγέας του καταναλωτικού αγαθού σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε) και κάθε πρόσωπο που παρουσιάζεται ως παραγωγός θέτοντας επί αυτού το όνομά του, το σήμα του ή άλλο διακριτικό σημείο,
5. αγαθό: κάθε ενσώματο κινητό πράγμα, εκτός από τα πράγματα τα οποία μεταβιβάζονται στο πλαίσιο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή αντίστοιχης νόμιμης διαδικασίας. Το νερό, το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια θεωρούνται "αγαθά" κατά την έννοια του παρόντος, εφόσον διατίθενται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή σε καθορισμένη ποσότητα,
6. αγαθό κατασκευασμένο σύμφωνα με τις προδιαγραφές του πελάτη: κάθε αγαθό το οποίο δεν είναι προκατασκευασμένο και κατασκευάζεται σύμφωνα με την ατομική επιλογή ή απόφαση του πελάτη,
7. σύμβαση πώλησης: κάθε σύμβαση δυνάμει της οποίας ο προμηθευτής μεταβιβάζει ή αναλαμβάνει να μεταβιβάσει την κυριότητα αγαθών στον καταναλωτή, ο δε καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα, καθώς και κάθε σύμβαση που έχει ως αντικείμενο την παροχή αγαθών και υπηρεσιών ταυτόχρονα,
8. σύμβαση παροχής υπηρεσιών: κάθε σύμβαση, εκτός από τη σύμβαση πώλησης, δυνάμει της οποίας ο προμηθευτής παρέχει ή αναλαμβάνει να παράσχει υπηρεσία στον καταναλωτή, ο δε καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα,
9. χρηματοοικονομική υπηρεσία: κάθε υπηρεσία τραπεζικής, πιστωτικής, ασφαλιστικής ή επενδυτικής φύσης ή σχετική με ατομικές συντάξεις, επενδύσεις ή πληρωμές,
10. σύμβαση χρηματοοικονομικών υπηρεσιών από απόσταση: κάθε σύμβαση που αφορά χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η οποία συνάπτεται μεταξύ ενός προμηθευτή και ενός καταναλωτή χωρίς την ταυτόχρονη φυσική τους παρουσία, στο πλαίσιο συστήματος από απόσταση πώλησης ή παροχής υπηρεσιών που οργανώνεται από τον προμηθευτή, ο οποίος χρησιμοποιεί αποκλειστικά για τη σύμβαση αυτή ένα ή περισσότερα μέσα επικοινωνίας από απόσταση, μέχρι και τη στιγμή σύναψης της σύμβασης,
11. σταθερό μέσο: κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή ή στον προμηθευτή να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά σε αυτόν κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική πρόσβαση για επαρκές χρονικό διάστημα σε σχέση με τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών, όπως το χαρτί, τα κλειδιά USB, τα CD-ROM, τα DVD, οι κάρτες μνήμης ή οι σκληροί δίσκοι υπολογιστών και τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου,
12. μέσο επικοινωνίας από απόσταση: κάθε μέσο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, χωρίς την αυτοπρόσωπη και ταυτόχρονη παρουσία του προμηθευτή και του καταναλωτή, για την από απόσταση εμπορία υπηρεσίας μεταξύ των μερών αυτών, όπως αναφέρεται στο Μέρος Τρίτο,
13. φορέας ή προμηθευτής μέσου επικοινωνίας από απόσταση: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου, του οποίου η εμπορική ή η επαγγελματική δραστηριότητα συνίσταται στη διάθεση ενός ή περισσότερων μέσων επικοινωνίας από απόσταση στους προμηθευτές,
14. ψηφιακό περιεχόμενο: δεδομένα που παράγονται και παρέχονται σε ψηφιακή μορφή,
15. νόμιμη εγγύηση: η ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος και τα άρθρα 534 επ. του Αστικού Κώδικα,
16. εμπορική εγγύηση: κάθε ανάληψη υποχρέωσης από τον πωλητή ή τον παραγωγό (εγγυητή) προς τον καταναλωτή πλέον της νόμιμης εγγύησης, για επιστροφή του καταβληθέντος τιμήματος ή για αντικατάσταση, επισκευή ή συντήρηση με οποιοδήποτε τρόπο των αγαθών αν αυτά δεν ικανοποιούν τις προδιαγραφές ή οποιαδήποτε άλλη απαίτηση, οι οποίες αναφέρονται στη δήλωση της εγγύησης ή στη σχετική διαφήμιση και είναι διαθέσιμες κατά τη στιγμή ή πριν από τη σύναψη της σύμβασης.
Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του παρόντος, νοούνται ως:
1. καταναλωτής: κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα,
2. προμηθευτής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από το αν διέπεται από το ιδιωτικό ή δημόσιο δίκαιο, το οποίο ενεργεί ακόμη και μέσω κάθε άλλου προσώπου που ενεργεί στο όνομά του ή για λογαριασμό του, για σκοπούς οι οποίοι σχετίζονται με τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές δραστηριότητές του,
3. πωλητής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο πωλεί καταναλωτικά αγαθά με σύμβαση που συνάπτει κατά την άσκηση της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας,
4. παραγωγός: ο κατασκευαστής ενός καταναλωτικού αγαθού, ο εισαγωγέας του καταναλωτικού αγαθού σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε) και κάθε πρόσωπο που παρουσιάζεται ως παραγωγός θέτοντας επί αυτού το όνομά του, το σήμα του ή άλλο διακριτικό σημείο,
5. αγαθό: κάθε ενσώματο κινητό πράγμα, εκτός από τα πράγματα τα οποία μεταβιβάζονται στο πλαίσιο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή αντίστοιχης νόμιμης διαδικασίας. Το νερό, το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια θεωρούνται "αγαθά" κατά την έννοια του παρόντος, εφόσον διατίθενται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή σε καθορισμένη ποσότητα,
6. αγαθό κατασκευασμένο σύμφωνα με τις προδιαγραφές του πελάτη: κάθε αγαθό το οποίο δεν είναι προκατασκευασμένο και κατασκευάζεται σύμφωνα με την ατομική επιλογή ή απόφαση του πελάτη,
7. σύμβαση πώλησης: κάθε σύμβαση δυνάμει της οποίας ο προμηθευτής μεταβιβάζει ή αναλαμβάνει να μεταβιβάσει την κυριότητα αγαθών στον καταναλωτή, ο δε καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα, καθώς και κάθε σύμβαση που έχει ως αντικείμενο την παροχή αγαθών και υπηρεσιών ταυτόχρονα,
8. σύμβαση παροχής υπηρεσιών: κάθε σύμβαση, εκτός από τη σύμβαση πώλησης, δυνάμει της οποίας ο προμηθευτής παρέχει ή αναλαμβάνει να παράσχει υπηρεσία στον καταναλωτή, ο δε καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα,
9. χρηματοοικονομική υπηρεσία: κάθε υπηρεσία τραπεζικής, πιστωτικής, ασφαλιστικής ή επενδυτικής φύσης ή σχετική με ατομικές συντάξεις, επενδύσεις ή πληρωμές,
10. σύμβαση χρηματοοικονομικών υπηρεσιών από απόσταση: κάθε σύμβαση που αφορά χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η οποία συνάπτεται μεταξύ ενός προμηθευτή και ενός καταναλωτή χωρίς την ταυτόχρονη φυσική τους παρουσία, στο πλαίσιο συστήματος από απόσταση πώλησης ή παροχής υπηρεσιών που οργανώνεται από τον προμηθευτή, ο οποίος χρησιμοποιεί αποκλειστικά για τη σύμβαση αυτή ένα ή περισσότερα μέσα επικοινωνίας από απόσταση, μέχρι και τη στιγμή σύναψης της σύμβασης,
11. σταθερό μέσο: κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή ή στον προμηθευτή να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά σε αυτόν κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική πρόσβαση για επαρκές χρονικό διάστημα σε σχέση με τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών, όπως το χαρτί, τα κλειδιά USB, τα CD-ROM, τα DVD, οι κάρτες μνήμης ή οι σκληροί δίσκοι υπολογιστών και τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου,
12. μέσο επικοινωνίας από απόσταση: κάθε μέσο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, χωρίς την αυτοπρόσωπη και ταυτόχρονη παρουσία του προμηθευτή και του καταναλωτή, για την από απόσταση εμπορία υπηρεσίας μεταξύ των μερών αυτών, όπως αναφέρεται στο Μέρος Τρίτο,
13. φορέας ή προμηθευτής μέσου επικοινωνίας από απόσταση: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου, του οποίου η εμπορική ή η επαγγελματική δραστηριότητα συνίσταται στη διάθεση ενός ή περισσότερων μέσων επικοινωνίας από απόσταση στους προμηθευτές,
14. ψηφιακό περιεχόμενο: δεδομένα που παράγονται και παρέχονται σε ψηφιακή μορφή,
15. νόμιμη εγγύηση: η ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος και τα άρθρα 534 επ. του Αστικού Κώδικα,
16. εμπορική εγγύηση: κάθε ανάληψη υποχρέωσης από τον πωλητή ή τον παραγωγό (εγγυητή) προς τον καταναλωτή πλέον της νόμιμης εγγύησης, για επιστροφή του καταβληθέντος τιμήματος ή για αντικατάσταση, επισκευή ή συντήρηση με οποιοδήποτε τρόπο των αγαθών αν αυτά δεν ικανοποιούν τις προδιαγραφές ή οποιαδήποτε άλλη απαίτηση, οι οποίες αναφέρονται στη δήλωση της εγγύησης ή στη σχετική διαφήμιση και είναι διαθέσιμες κατά τη στιγμή ή πριν από τη σύναψη της σύμβασης.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ (ΙΣΧΥΩΝ ΝΟΜΟΣ)
Άρθρο 7α. Ψυχική υγεία των ανήλικων καταναλωτών
1. α) Οι προμηθευτές υποχρεούνται να διαθέτουν στην αγορά προϊόντα τα οποία, ως εκ του προορισμού, της χρήσης ή των συνθηκών διάθεσης δεν ενέχουν κινδύνους για την ψυχική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, προμηθευτής είναι και ο παραγωγός καταναλωτικού προϊόντος, κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου, ο αντιπρόσωπός του, ο εισαγωγέας καταναλωτικού προϊόντος σε κράτος μέλος της Ε.Ε. και κάθε επαγγελματίας που συμμετέχει στην αλυσίδα εφοδιασμού της αγοράς καταναλωτικού προϊόντος και μπορεί να επηρεάσει τα χαρακτηριστικά της ασφάλειάς του, καθώς και ο διανομέας.
β) Οι προμηθευτές οφείλουν να προβάλλουν τα προϊόντα που απευθύνονται σε ανήλικους με τρόπο ώστε να μη στρεβλώνεται άμεσα ή έμμεσα η εικόνα της παιδικής ηλικίας αλλοιώνοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και να μην ενισχύεται το αίσθημα του καταναλωτισμού με την προβολή της ευδαιμονίας ως αποκλειστικά συνδεόμενης με την απόκτηση των συγκεκριμένων προϊόντων.
γ) Οι προμηθευτές υποχρεούνται να διαθέτουν στην αγορά προϊόντα, τηρουμένων των διατάξεων για τα προσωπικά δεδομένα των ανηλίκων.
2. Ως προϊόντα τα οποία ενέχουν κινδύνους για την ψυχική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων θεωρούνται ιδίως τα προϊόντα τα οποία:
α) προκαλούν στους ανηλίκους, ανασφάλεια ή φόβο,
β) παροτρύνουν, άμεσα ή έμμεσα, σε επιθετική συμπεριφορά και ειδικότερα σε χρήση ή άσκηση βίας,
γ) προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια,
δ) προτρέπουν στην υιοθέτηση προτύπων συμπεριφοράς που δεν συνάδουν με τους ηθικούς και νομικούς κανόνες της σύγχρονης κοινωνίας ή είναι επιζήμια για το περιβάλλον,
ε) καλλιεργούν διακρίσεις λόγω φυλής, φύλου, θρησκείας, ιθαγένειας, αναπηρίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού,
στ) παροτρύνουν σε εθισμούς και δραστηριότητες που είναι επιβλαβείς για τους ίδιους,
ζ) εγείρουν άμεσα ή έμμεσα, πρόωρα, τον ερωτισμό μέσω λεκτικών ή εικονικών αναπαραστάσεων με σεξουαλικά μηνύματα που δεν συνάδουν με την εικόνα της παιδικής ηλικίας και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής ή αναπαράγουν έμφυλα στερεότυπα,
η) εξοικειώνουν, άμεσα ή έμμεσα, τους ανηλίκους με ανήθικες ή ασεβείς πράξεις.
3. Οι παραγωγοί, ηλεκτρονικών προϊόντων ψυχαγωγίας και απασχόλησης κατά τον ελεύθερο χρόνο, όπως ηλεκτρονικών παιχνιδιών και βιντεοπαιχνιδιών, υποχρεούνται να προβάλλουν τα προϊόντα αυτά ανάλογα με τις ηλικιακές ομάδες προς τις οποίες απευθύνονται.
4. Επιχειρήσεις που διαθέτουν δωρεάν ή έναντι αμοιβής τη χρήση ηλεκτρονικών παιχνιδιών και λοιπών ψηφιακών εφαρμογών στους καταναλωτές σε χώρους όπου έχουν πρόσβαση και ανήλικοι υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου.
4α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης εκδίδεται Κώδικας Δεοντολογίας για τις επιχειρήσεις της παρ. 4 του παρόντος άρθρου, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Προστασίας Ανηλίκων της παρ. 5 του παρόντος.
5. Στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης συνιστάται Επιτροπή Προστασίας Ανηλίκων, η οποία αποτελεί συμβουλευτικό και γνωμοδοτικό όργανο του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή για θέματα εφαρμογής του παρόντος. Η Επιτροπή αυτή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, αποτελείται από τα κάτωθι μέλη και ισάριθμα αναπληρωματικά τους:
α) έναν εκπρόσωπο του Συνηγόρου του Πολίτη,
β) έναν εκπρόσωπο του Συνηγόρου Καταναλωτή,
γ) έναν εκπρόσωπο του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού,
δ) ένα μέλος Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) ή Επιστημονικού Προσωπικού (ΕΠ) Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (ΑΕΙ) με εξειδικευμένες γνώσεις σε θέματα παιδοψυχολογίας ή κοινωνιολογίας,
ε) έναν εκπρόσωπο του Εθνικού Συμβουλίου Αγοράς και Καταναλωτή που προέρχεται από τις ενώσεις καταναλωτών,
στ) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης των Επιμελητηρίων Ελλάδος,
ζ) έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Βιοτεχνών Παιχνιδιών,
η) έναν εκπρόσωπο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας και
θ) έναν εκπρόσωπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.
Τα μέλη της Επιτροπής, πλην του μέλους ΔΕΠ ή ΕΠ ΑΕΙ, προτείνονται, με τους αναπληρωτές τους, από τους οικείους φορείς μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς σχετικής πρόσκλησης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης. Το μέλος ΔΕΠ ή ΕΠ ΑΕΙ προτείνεται εντός της ίδιας προθεσμίας από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και θρησκευμάτων. Αν οι φορείς ή ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων δεν προτείνουν τους εκπροσώπους τους μέσα στην προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, αυτοί ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης. Τα μέλη της Επιτροπής, με τους αναπληρωτές τους, ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος, καθώς και ο γραμματέας αυτής ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, με θητεία δύο (2) ετών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα αρμοδιότητας και λειτουργίας της Επιτροπής, καθώς και κάθε σχετικό θέμα.
6. Η Επιτροπή, κατά τη διάρκεια των εργασιών της και εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο ανάλογα με την υπό εξέταση καταγγελία, ζητά τη συνδρομή ή και τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις άλλων φορέων ή οργανισμών των οποίων οι αρμοδιότητες άπτονται ή είναι συναφείς με την υπό εξέταση υπόθεση.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής της παρ. 5 του παρόντος άρθρου, επιβάλλονται για την προστασία των ανηλίκων περιοριστικά και διορθωτικά μέτρα στην κυκλοφορία προϊόντων, βιομηχανικών προϊόντων και ηλεκτρονικών προϊόντων, όπως αναφέρονται στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου, τα οποία, υπό συνήθεις ή ευλόγως προβλέψιμες συνθήκες, ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την ψυχική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων, όπως τροποποίηση της επισήμανσής τους ή υπαγωγή της εμπορίας τους σε όρους. Η απόφαση αυτή υπόκειται στην ενδικοφανή προσφυγή της παρ. 12 του άρθρου 7, που εφαρμόζεται αναλόγως.
8. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται με την επιφύλαξη ειδικότερων εθνικών και κοινοτικών ρυθμίσεων.
ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2009/138/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ
ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 25ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009
Ά
Αρθρο 23. Γενικές εποπτικές εξουσίες (άρθρα 34 και 35 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)
1. Σχετικά με τις δραστηριότητες πρωτασφάλισης και αντασφάλισης, η Εποπτική Αρχή ασκεί την εποπτεία σε προληπτική, διορθωτική και κατασταλτική βάση. Δύναται να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα, ώστε αφ’ ενός οι δραστηριότητες των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων να είναι σύμφωνες με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη - μέλη και αφετέρου να αποφευχθεί ή εξαλειφθεί κάθε ανωμαλία που θα έθιγε τα συμφέροντα των ασφαλισμένων. Σχετικά με τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, η Εποπτική Αρχή εποπτεύει την τήρηση της νομοθεσίας για την ασφαλιστική και αντασφαλιστική διαμεσολάβηση, ιδίως όσον αφορά την τήρηση και το περιεχόμενο του οικείου μητρώου κατά κατηγορία διαμεσολαβούντος. Μπορεί να καθορίζει συγκεκριμένες υποχρεώσεις εσωτερικής οργάνωσης των επιχειρήσεων ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, καθώς και την υποβολή και το περιεχόμενο οικονομικών καταστάσεων ή άλλων οικονομικών και λοιπών αναγκαίων στοιχείων για την άσκηση της εποπτείας.
2. Στο πλαίσιο της εποπτείας που ασκεί, η Εποπτική Αρχή μπορεί να διενεργεί, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, γενικούς ή ειδικούς, επιτόπιους ή μη, ελέγχους στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και στα εποπτευόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
3. Η Εποπτική Αρχή, κατά την άσκηση των εποπτικών αρμοδιοτήτων της, διά των εντεταλμένων οργάνων της:
α) Έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο, βιβλίο ή άλλο στοιχείο υπό οποιαδήποτε μορφή, για το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης εντός και εκτός της Ελλάδας και που τηρούνται είτε στις εποπτευόμενες ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή και σε άλλες επιχειρήσεις ή οργανισμούς, ενδεικτικά που εκτελούν χρέη θεματοφύλακα της περιουσίας, και μπορεί να λαμβάνει αντίγραφό του, ακόμη και εάν αυτό περιέχει απλά ή ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα κατά την έννοια του Ν 2472/1997 (Α` 50).
β) Μπορεί να ζητά πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο ή δημόσια αρχή.
γ) Μπορεί να απαιτεί τη διακοπή της πώλησης συγκεκριμένου ασφαλιστικού προϊόντος ή τη διακοπή κάθε δραστηριότητας ή πρακτικής που είναι αντίθετη με το νόμο αυτόν, την αντίστοιχη Ευρωπαϊκή ασφαλιστική νομοθεσία ή τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του.
δ) Μπορεί να απαγορεύει προσωρινά, για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη, σε πρόσωπα την εξακολούθηση της άσκησης ή την ανάληψη καθηκόντων του άρθρου 31 του παρόντος σε μία ή περισσότερες ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.
ε) Μπορεί να λαμβάνει πληροφορίες από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, ενδεικτικά αναλογιστές και ελεγκτές των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και να αναθέτει εξακριβώσεις, μελέτες ή έρευνες σε ορκωτούς λογιστές, αναλογιστές και άλλους εμπειρογνώμονες.
στ) Μπορεί να λαμβάνει κάθε πληροφορία σχετικά με συμβάσεις που βρίσκονται στην κατοχή διαμεσολαβητών ή έχουν συναφθεί με τρίτους.
ζ) Πέραν των οριζομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος, έλεγχοι μπορεί να διενεργούνται και:
ζα) Σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου αλλά, είτε του έχουν ανατεθεί εξωτερικά λειτουργίες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του παρόντος, είτε είναι τρίτος με τον οποίον η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση έχει πραγματοποιήσει συναλλαγή, ο έλεγχος του οποίου είναι αναγκαίος για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.
ζβ) Σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μόνο όμως στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων της κείμενης ασφαλιστικής νομοθεσίας και εφόσον ο έλεγχος δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης.
4. Κατά τη διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης του άρθρου 25 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή μπορεί, εφόσον το θεωρεί αναγκαίο, να αναπτύσσει, επιπροσθέτως του υπολογισμού της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας, πρόσθετα ποσοτικά εποπτικά εργαλεία (ενδεικτικά διαγνωστικές ασκήσεις και ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων), με τα οποία θα εξετάζεται η δυνατότητα των επιχειρήσεων να ανταπεξέρχονται σε πιθανά γεγονότα ή μελλοντικές αλλαγές της οικονομικής συγκυρίας τα οποία θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη συνολική χρηματοοικονομική τους θέση. Η εφαρμογή των ως άνω εποπτικών εργαλείων και ασκήσεων από τις επιχειρήσεις είναι υποχρεωτική.
5. Κατά τη διενέργεια ελέγχων από την Εποπτική Αρχή ή τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών - μελών, δυνάμει του παρόντος νόμου και της εν γένει ισχύουσας νομοθεσίας περί άσκησης της εποπτείας, τα υποκείμενα στους ελέγχους αυτούς πρόσωπα δεν δικαιούνται να επικαλεσθούν το απόρρητο των τραπεζικών καταθέσεων ή τη νομοθεσία περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων ή άλλο απόρρητο έναντι των αρμόδιων αρχών ή των εξουσιοδοτημένων από αυτές για τη διενέργεια του ελέγχου προσώπων.
6. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι εν γένει ουσιαστικές και τυπικές προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος του ασφαλιστικού, αντασφαλιστικού και συνδεδεμένου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εγγραφή του ασφαλιστικού, αντασφαλιστικού και συνδεδεμένου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή στο οικείο Επιμελητήριο, κατ’ άρθρο 4 ΠΔ 190/2006, το ελάχιστο όριο κάλυψης και το ανώτατο επιτρεπόμενο ποσό απαλλαγής των ασφαλιστηρίων συμβολαίων επαγγελματικής αστικής ευθύνης των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, και ο καθορισμός των εν γένει προθεσμιών που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4 και 5 του ΠΔ 190/2006, όπως ενδεικτικά η προθεσμία για την ανανέωση εγγραφής στο οικείο Επαγγελματικό Επιμελητήριο.
7. Με απόφαση της Εποπτική Αρχή, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ως προς τη συνεργασία ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων που διαμεσολαβούν στην ιδιωτική ασφάλιση με νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που δραστηριοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές εργασίες κυρίως ως προς τη διάθεση ασφαλιστικών προϊόντων, χωρίς να παραβιάζονται οι κείμενες διατάξεις περί ανταγωνισμού.
8. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζονται τα ελάχιστα κριτήρια καταλληλότητας και αξιοπιστίας που εντάσσονται στις σχετικές πολιτικές των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ώστε να διασφαλίζεται ότι οι συνδεδεμένοι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι προστηθέντες τους ενεργούν εντίμως, νομίμως και με την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια κατά τη διεξαγωγή των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων, διαθέτουν και χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τους πόρους και τις διαδικασίες που απαιτούνται προς το συμφέρον των ασφαλισμένων και λαμβάνουν μέτρα ώστε να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις συγκρούσεις συμφερόντων.
[Έναρξη ισχύος άρθρου από 1.1.2016 – άρθρο 284 Ν 4364/2016.]
1. Σχετικά με τις δραστηριότητες πρωτασφάλισης και αντασφάλισης, η Εποπτική Αρχή ασκεί την εποπτεία σε προληπτική, διορθωτική και κατασταλτική βάση. Δύναται να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα, ώστε αφ’ ενός οι δραστηριότητες των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων να είναι σύμφωνες με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη - μέλη και αφετέρου να αποφευχθεί ή εξαλειφθεί κάθε ανωμαλία που θα έθιγε τα συμφέροντα των ασφαλισμένων. Σχετικά με τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, η Εποπτική Αρχή εποπτεύει την τήρηση της νομοθεσίας για την ασφαλιστική και αντασφαλιστική διαμεσολάβηση, ιδίως όσον αφορά την τήρηση και το περιεχόμενο του οικείου μητρώου κατά κατηγορία διαμεσολαβούντος. Μπορεί να καθορίζει συγκεκριμένες υποχρεώσεις εσωτερικής οργάνωσης των επιχειρήσεων ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, καθώς και την υποβολή και το περιεχόμενο οικονομικών καταστάσεων ή άλλων οικονομικών και λοιπών αναγκαίων στοιχείων για την άσκηση της εποπτείας.
2. Στο πλαίσιο της εποπτείας που ασκεί, η Εποπτική Αρχή μπορεί να διενεργεί, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, γενικούς ή ειδικούς, επιτόπιους ή μη, ελέγχους στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και στα εποπτευόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
3. Η Εποπτική Αρχή, κατά την άσκηση των εποπτικών αρμοδιοτήτων της, διά των εντεταλμένων οργάνων της:
α) Έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο, βιβλίο ή άλλο στοιχείο υπό οποιαδήποτε μορφή, για το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης εντός και εκτός της Ελλάδας και που τηρούνται είτε στις εποπτευόμενες ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή και σε άλλες επιχειρήσεις ή οργανισμούς, ενδεικτικά που εκτελούν χρέη θεματοφύλακα της περιουσίας, και μπορεί να λαμβάνει αντίγραφό του, ακόμη και εάν αυτό περιέχει απλά ή ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα κατά την έννοια του Ν 2472/1997 (Α` 50).
β) Μπορεί να ζητά πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο ή δημόσια αρχή.
γ) Μπορεί να απαιτεί τη διακοπή της πώλησης συγκεκριμένου ασφαλιστικού προϊόντος ή τη διακοπή κάθε δραστηριότητας ή πρακτικής που είναι αντίθετη με το νόμο αυτόν, την αντίστοιχη Ευρωπαϊκή ασφαλιστική νομοθεσία ή τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του.
δ) Μπορεί να απαγορεύει προσωρινά, για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη, σε πρόσωπα την εξακολούθηση της άσκησης ή την ανάληψη καθηκόντων του άρθρου 31 του παρόντος σε μία ή περισσότερες ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.
ε) Μπορεί να λαμβάνει πληροφορίες από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, ενδεικτικά αναλογιστές και ελεγκτές των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και να αναθέτει εξακριβώσεις, μελέτες ή έρευνες σε ορκωτούς λογιστές, αναλογιστές και άλλους εμπειρογνώμονες.
στ) Μπορεί να λαμβάνει κάθε πληροφορία σχετικά με συμβάσεις που βρίσκονται στην κατοχή διαμεσολαβητών ή έχουν συναφθεί με τρίτους.
ζ) Πέραν των οριζομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος, έλεγχοι μπορεί να διενεργούνται και:
ζα) Σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου αλλά, είτε του έχουν ανατεθεί εξωτερικά λειτουργίες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του παρόντος, είτε είναι τρίτος με τον οποίον η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση έχει πραγματοποιήσει συναλλαγή, ο έλεγχος του οποίου είναι αναγκαίος για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.
ζβ) Σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μόνο όμως στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων της κείμενης ασφαλιστικής νομοθεσίας και εφόσον ο έλεγχος δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης.
4. Κατά τη διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης του άρθρου 25 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή μπορεί, εφόσον το θεωρεί αναγκαίο, να αναπτύσσει, επιπροσθέτως του υπολογισμού της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας, πρόσθετα ποσοτικά εποπτικά εργαλεία (ενδεικτικά διαγνωστικές ασκήσεις και ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων), με τα οποία θα εξετάζεται η δυνατότητα των επιχειρήσεων να ανταπεξέρχονται σε πιθανά γεγονότα ή μελλοντικές αλλαγές της οικονομικής συγκυρίας τα οποία θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη συνολική χρηματοοικονομική τους θέση. Η εφαρμογή των ως άνω εποπτικών εργαλείων και ασκήσεων από τις επιχειρήσεις είναι υποχρεωτική.
5. Κατά τη διενέργεια ελέγχων από την Εποπτική Αρχή ή τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών - μελών, δυνάμει του παρόντος νόμου και της εν γένει ισχύουσας νομοθεσίας περί άσκησης της εποπτείας, τα υποκείμενα στους ελέγχους αυτούς πρόσωπα δεν δικαιούνται να επικαλεσθούν το απόρρητο των τραπεζικών καταθέσεων ή τη νομοθεσία περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων ή άλλο απόρρητο έναντι των αρμόδιων αρχών ή των εξουσιοδοτημένων από αυτές για τη διενέργεια του ελέγχου προσώπων.
6. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι εν γένει ουσιαστικές και τυπικές προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος του ασφαλιστικού, αντασφαλιστικού και συνδεδεμένου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εγγραφή του ασφαλιστικού, αντασφαλιστικού και συνδεδεμένου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή στο οικείο Επιμελητήριο, κατ’ άρθρο 4 ΠΔ 190/2006, το ελάχιστο όριο κάλυψης και το ανώτατο επιτρεπόμενο ποσό απαλλαγής των ασφαλιστηρίων συμβολαίων επαγγελματικής αστικής ευθύνης των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, και ο καθορισμός των εν γένει προθεσμιών που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4 και 5 του ΠΔ 190/2006, όπως ενδεικτικά η προθεσμία για την ανανέωση εγγραφής στο οικείο Επαγγελματικό Επιμελητήριο.
7. Με απόφαση της Εποπτική Αρχή, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ως προς τη συνεργασία ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων που διαμεσολαβούν στην ιδιωτική ασφάλιση με νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που δραστηριοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές εργασίες κυρίως ως προς τη διάθεση ασφαλιστικών προϊόντων, χωρίς να παραβιάζονται οι κείμενες διατάξεις περί ανταγωνισμού.
8. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζονται τα ελάχιστα κριτήρια καταλληλότητας και αξιοπιστίας που εντάσσονται στις σχετικές πολιτικές των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ώστε να διασφαλίζεται ότι οι συνδεδεμένοι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι προστηθέντες τους ενεργούν εντίμως, νομίμως και με την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια κατά τη διεξαγωγή των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων, διαθέτουν και χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τους πόρους και τις διαδικασίες που απαιτούνται προς το συμφέρον των ασφαλισμένων και λαμβάνουν μέτρα ώστε να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις συγκρούσεις συμφερόντων.
[Έναρξη ισχύος άρθρου από 1.1.2016 – άρθρο 284 Ν 4364/2016.]
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)