Αριθμός 509/2011
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ελισάβετ Μουγάκου-Μπρίλλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,
Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, Δημήτριο Μαζαράκη, Χαράλαμπο Αθανασίου και Νικόλαο Μπιχάκη,
Αρεοπαγίτες. ....
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 9 Φεβρουαρίου 2011, με την
παρουσία και της γραμματέως Φωτεινής Σαμέλη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1. Β. χας Μ. Σ., το γένος Ι. Κ., 2. Π. Σ. του Μ., ο οποίος δεν
παραστάθηκε στο ακροατήριο, 3. Θ. Σ. του Μ. και 4. Γ. Σ. του Μ., κατοίκων ..., οι οποίοι
εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αναστάσιο Δημητρούκα.
Στο σημείο αυτό ο ανωτέρω δικηγόρος δήλωσε ότι ο 2ος αναιρεσείων (Π. Σ. του Μ.) απεβίωσε
στις 19-2-2010 και κληρονομήθηκε από τον ανήλικο υιό του Μ. Σ. του Π. ο οποίος τελεί υπό
την γονική μέριμνα της μητέρας του Δ. Σ. του Σ., η οποία συνεχίζει την βίαιη διακοπή της
δίκης και εκπροσωπήθηκε από τον ίδιο ως άνω (Αναστάσιο Δημητρούκα) πληρεξούσιο δικηγόρο
της.
Των αναιρεσιβλήτων: 1. Α. Χ. Κ., 2 Ι. Χ. Κ. και 3 Ι. Χ. Κ., κατοίκων ..., οι οποίοι
εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αλκαίο Βγενόπουλο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8-7-2004 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε
στο Μονομελές Πρωτοδικείο Μεσολογγίου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 75/2007 του ίδιου
Δικαστηρίου και 316/2009 του Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης
ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 27-7-2009 αίτησή τους και με τους από 3-1-2011
πρόσθετους λόγους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι
παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης
ανέγνωσε την από 25-1-2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του δεύτερου
πρόσθετου λόγου και την απόρριψη των υπολοίπων λόγων αναίρεσης (κυρίων και προσθέτων). Ο
πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων,
ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του
αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ. α', 287 και 290 ΚΠολΔ, που εφαρμόζονται, κατά το
άρθρο 573 παρ.1 του ίδιου Κώδικα και στη διαδικασία της δίκης για την αναίρεση, σε
συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 1846 και 1847 ΑΚ, προκύπτει ότι η δίκη
διακόπτεται και όταν, μετά την άσκηση της αίτησης αναίρεσης και μέχρι να τελειώσει η
προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση του Αρείου Πάγου,
αποβιώσει κάποιος διάδικος. Η διακοπή επέρχεται από τη γνωστοποίηση του Λόγου της
διακοπής προς τον αντίδικο με επίδοση δικογράφου ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή
εκτός ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης από εκείνον που έχει το
δικαίωμα να επαναλάβει τη δίκη ή και από εκείνον που μέχρι την επέλευση του θανάτου ήταν
πληρεξούσιος του θανόντος. Ως διάδικος, υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή της δίκης στην
περίπτωση θανάτου του αρχικού διαδίκου, νοείται ο καθολικός του διάδοχος (κληρονόμος
του). Η επανάληψη της δίκης που έχει διακοπεί μπορεί να γίνει εκούσια με ρητή ή σιωπηρή
δήλωση του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως
προκύπτει από την προσκομιζόμενη 25 τόμος 9/20.2.2010 ληξιαρχική πράξη θανάτου του
ληξίαρχου Ναυπάκτου ο δεύτερος αναιρεσείων Π. Σ. απεβίωσε στις 19.2.2010, ήτοι μετά την
άσκηση της αίτησης αναιρέσεως- που κατατέθηκε όπως προκύπτει από τη σχετική πράξη που
έχει συνταχθεί στο τέλος της, στις 27.7.2009- εγγύτερος αυτού συγγενής και μοναδικός εξ
αδιαθέτου κληρονόμος του, δηλαδή το ανήλικο τέκνο του Μ. Σ. εκπροσωπούμενο από τη μητέρα
του Δ. Σ. (βλ. το 1697/25.1.2011 πιστοποιητικό του Δημάρχου Ναυπάκτου) με προφορική
δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της στο ακροατήριο, που καταχωρίστηκε στα πρακτικά,
γνωστοποίησε νόμιμα το θάνατο του πιο πάνω άμεσου δικαιοπαρόχου και του απ' αυτήν νόμιμα
εκπροσωπουμένου ανηλίκου τέκνου της και την εκούσια στο όνομα της επανάληψη της δίκης,
που διακόπηκε βίαια, η οποία πλέον συνεχίζεται νόμιμα.
Κατά το άρθρο 559 αρ. 11 γ' ΚΠολΔ παρέχεται λόγος αναίρεσης αν το δικαστήριο της ουσίας
δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Οι
ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη
κατά την ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου διαδικασία, σύμφωνα με τη διάταξη του
άρθρου 270 παρ. 2 εδ. γ' ΚΠολΔ, αποτελούν ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο σε
σχέση με τα έγγραφα και πρέπει να μνημονεύονται ειδικά στην απόφαση.
Μόνη η μνεία στην απόφαση ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του τα έγγραφα δεν αρκεί και,
εφόσον γίνεται επίκληση ότι προσκομίζονται νόμιμα ληφθείσες ένορκες βεβαιώσεις,
δημιουργείται ο πιο πάνω από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 γ' ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης.
Η ένορκη βεβαίωση, εάν ελήφθη μετά τη συζήτηση στον πρώτο βαθμό, παραδεκτώς
προσκομίζεται και λαμβάνεται υπόψη από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατ' άρθρ. 529 παρ.1α
ΚΠολΔ, εκτός εάν τούτο την αποκρούσει ως απαράδεκτη κατά τη διάταξη του άρθρου 529 παρ.2
ΚΠολΔ.
Η κλήτευση του αντιδίκου του εξετάζοντος παραδεκτώς γίνεται και με δήλωση που γίνεται
στο ακροατήριο και καταχωρείται στα πρακτικά. Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο
πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον
αριθμ. 11 γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του την 19/30-4-2007
ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος Ζ. Θ. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Ναυπάκτου, που λήφθηκε μετά τη
συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αλλά μετά προηγούμενη νόμιμη κλήτευση
των αντιδίκων με δήλωση των αναιρεσειόντων που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα πρακτικά του,
την οποία οι αναιρεσείοντες είχαν επικαλεστεί με τις προτάσεις των ενώπιον του Εφετείου
κατά τη συζήτηση της υπόθεσης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, προς
απόδειξη του ισχυρισμού των τελευταίων περί της ιδίας κυριότητας των επί του επίδικου
ακινήτου.
Όπως προκύπτει από επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης το Εφετείο την ως άνω ένορκη
βεβαίωση την απέκρουσε όχι όμως ως απαράδεκτη κατά το άρθρο 529 § 2 ΚΠολΔ, αλλά με την
αιτιολογία ότι αυτή δεν είχε ληφθεί πριν από τη δικάσιμο ενώπιον του Μονομελούς
Πρωτοδικείου. Έτσι όμως το Εφετείο κατέστησε αναιρετέα την απόφαση του και ο ανωτέρω
σχετικός εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης είναι βάσιμος.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να
παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συγκροτούμενο όμως από
άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 580
παρ.3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 316/2009 απόφαση του Εφετείου Πατρών.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συγκροτούμενο όμως από
άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την προσβαλλόμενη απόφαση. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει
στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων (3.500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 22 Μαρτίου 2011.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 6 Απριλίου 2011.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου