ΜΠρΑθ 8579/2017
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
ΜΕΙΚΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΩΛΗΣΗΣ ΕΡΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ - ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΕΛΑΤΤΩΜΑ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΝΟΜΟΛΟΓΗΜΕΝΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ - ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ...ΑΓΟΡΑΣΤΗ - ΠΟΤΕ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ - ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΑΓΟΡΑΣΤΗ ΓΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΖΗΜΙΑ -ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚ 559 ΑΠΟ ΠΩΛΗΤΗ - ΓΝΗΣΙΑ ΣΥΜΒΑΣΗ ΥΠΕΡ ΤΡΙΤΟΥ (ΑΓΟΡΑΣΤΗ) ΚΑΙ ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ - ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΤΗΣ ΩΣ ΑΝΩ ΕΓΓΥΗΣΗΣ (ΔΙΕΤΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΕΝΤΑΕΤΗΣ) - Προμήθεια και εγκατάσταση φωτοβολταικών συστημάτων - Ελλειψη συνομολογημένης ιδιότητας της εγγυημένης απόδοσης ισχύος των επίδικων συλλεκτών - Αξιώσεις για αποζημίωση - Δεν συντρέχει αδικοπρακτική ευθύνη - Δεκτή η ένσταση παραγραφής της εναγομένης καθώς η παρασχεθείσα εγγύηση υπόκειται στην διετή και όχι στην πενταετή παραγραφή - Απόρριψη αγωγής (410, 411, 513, 522, 534, 540, 543, 554, 559, 914 ΑΚ)
ΜΠρΑθ 8579/2017 (Εφαρμ.Αστικ.Δικαίου 2017, σελ. 923)
.....
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 410 και 411 ΑΚ, για να υπάρχει γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου, η οποία παρέχει στον τρίτο το δικαίωμα- να απαιτήσει από τον υποσχεθέντα την παροχή, πρέπει να προκύπτει από τη σύμβαση ότι τα συμβαλλόμενα μέρη σκοπούσαν να προσπορίσουν απ' ευθείας στον τρίτο ίδιο δικαίωμα, δυνάμει του οποίου να μπορεί αυτός, στρεφόμενος κατά του υποσχεθέντος, να ζητήσει την παροχή. Τούτο είναι ζήτημα πραγματικό, αναγόμενο στην ερμηνεία της συμβάσεως και ως τέτοιο εκφεύγει από τον έλεγχο του Αρείου Πάγου, εκτός αν παραβιάστηκαν οι ερμηνευτικοί κανόνες (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ βλ. ΑΠ 501/2010 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).
Εξάλλου, την παροχή εγγύησης του άρθρου 559 ΑΚ μπορεί να την παρέχει άμεσα ο ίδιος ο πωλητής ή να προέρχεται από κάποιον τρίτο, που δεν είναι εμφανώς αντισυμβαλλόμενος του αγοραστή (ως προς την εγγύηση), όπως λ.χ. ο παραγωγός, ο αποκλειστικός διανομέας ή ο εισαγωγέας ενός προϊόντος. Η συμβατική δέσμευση των τελευταίων βασίζεται στο γεγονός ότι ο τελικός πωλητής ενεργεί εδώ, ως προς την εγγύηση, ως αντιπρόσωπος ή άγγελός τους, δεν αποκλείεται όμως και το ενδεχόμενο να θεωρηθεί ότι έχει συναφθεί μεταξύ του τελικού πωλητή και των εν λόγω προσώπων γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου (ΑΚ 411 επ.), δηλ. υπέρ του αγοραστή. Σε κάθε περίπτωση θα εξαρτάται από το περιεχόμενο της εκάστοτε εγγυήσεως αν υπόχρεος προς εκπλήρωση είναι ο τελικός πωλητής ή απευθείας ο παραγωγός, ο αποκλειστικός διανομέας ή ο εισαγωγέας του προϊόντος (βλ. ΣΕΑΚ άρθ. 559 παρ. Β επ., σελ. 1099, Καραμπατζός).
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 513, 522, 534, 540 και 543 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίηση του δικαίου της πώλησης δυνάμει του Ν 3043/2002, προκύπτει, ότι σε περίπτωση που κατά το χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή (ΑΠ 1391/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες, να μειώσει το τίμημα ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα (βλ, αντί άλλων Κορνηλάκη, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, Τόμος I, σελ. 218 επ.).
Σε περίπτωση, εξάλλου, που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί σωρευτικά με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους (π.χ. για διαφυγόντα κέρδη και διενεργηθείσες δαπάνες προς αξιοποίηση του πράγματος πριν από την άσκηση της υπαναχώρησης, ΕφΠειρ 457/2008 ΔΕΕ 2008, 1152, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, Τόμος Γ, ημίτομος Α' υπό το άρθρο 543 στον αριθμ. 17, σελ. 382, και υπό το άρθρο 547 στον αριθμ. 14, σελ. 397, Απ. Γεωργιάδης, Ενοχικό Δίκαιο, Ειδικό μέρος, Τόμος I, έκδ. 2004, στην παρ. 9, στους αριθμ. περιθ. 122 επ.).
Εναλλακτικά και υπό τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις δικαιούται να επιλέξει τη μη άσκηση των δικαιωμάτων διόρθωσης, αντικατάστασης ή υπαναχώρησης και αντ' αυτών να ζητήσει απευθείας αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης. Πραγματικό ελάττωμα, εξάλλου, συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάστασή του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού (ΑΠ Ολ 29/1990 ΕΕΝ 1990, 445, ΑΠ 1544/2008 ΝοΒ 2009, 434, ΕφΑθ 6910/2007 ΕλλΔνη 2008, 618, ΕφΑθ 2464/2005 ΔΕΕ 2005, 1321, Κορνηλάκης, ο.π. σελ. 226 και 243).
Περαιτέρω, ιδιότητα του πράγματος θεωρείται όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκειά της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος. Εξάλλου, ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει την συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψή της (ΑΠ 243/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 673/2008 ΑχΝομ 2009, 128, ΕφΑθ 6910/2007 ΕλλΔνη 2008, 618, ΕφΔωδ 93/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2464/2005 ΔΕΕ 2005, 1321, ΕφΘεσ 1985/2003 Αρμ 2005, 206, ΠΠρΒόλ 115/2010 Αρμ 2010, 1500, Κορνηλάκης Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο. Τόμος I, σελ. 240. Γεωργιάδης, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο. Τόμος I. σελ. 87, παρ. 39, πρβλ. και ΕφΑθ 6493/1999 ΕλλΔνη 2000, 188).
Τέλος, αν ο εναγόμενος - πωλητής αποκρύψει δολίως από τον ενάγοντα - αγοραστή ότι το πράγμα είχε κατά την παράδοσή του (522 ΑΚ) πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, η συμπεριφορά αυτή συνιστά αδικοπραξία και δη αστική απάτη (ΑΚ 147, 149). Υπαίτια ζημιογόνα πράξη ή παράλειψή του, με την οποία παραβιάζεται κάποια σύμβαση, μπορεί, πέραν της αξιώσεως από τη σύμβαση, να θεμελιώσει και αξίωση σε βάρος του από αδικοπραξία, όταν και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη θα ήταν παράνομη, ως αντικείμενη στο κατά το άρθρο 914 ΑΚ επιβαλλόμενο γενικό καθήκον να μη ζημιώνει κάποιος τον άλλο υπαίτια (ΑΠ Ολ 967/73 ΝοΒ 22, 505, ΑΠ 1145/2003 ΔΕΕ 2004, 1179, ΑΠ 212/2000 ΕλλΔνη 41, 758). Σε μια τέτοια περίπτωση υπάρχει συρροή συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης, ο δε δανειστής έχει το δικαίωμα να στηρίξει τη σχετική αξίωσή του για αποζημίωση, είτε στη σύμβαση, είτε στην αδικοπραξία, είτε παράλληλα (επιβοηθητικά) και στις δύο, οπότε η ικανοποίηση της μίας από αυτές έχει ως αποτέλεσμα την απόσβεση και των λοιπών, εκτός εάν με αυτές ζητείται κάτι περισσότερο, οπότε σώζονται μόνον ως προς αυτό, όπως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης από την αδικοπραξία (άρθρα 299, 932 ΑΚ), (ΕφΙωαν 495/2007 Αρμ 2008, 685, ΕφΑθ 6554/02 ΕλλΔνη 46, 278, ΕφΑθ 520/2002 ΕλλΔνη 43, 1496, ΕφΠειρ 198/98 ΕλλΔνη 39, 932).
Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι το Νοέμβριο του 2008 καταρτίσθηκε μεταξύ αυτής και της μη διαδίκου εταιρείας με την επωνυμία «… Ε.Π.Ε.» μεικτή σύμβαση (πώλησης-έργου), όπως αυτή τροποποιήθηκε με το από 18.12.2008 ιδιωτικό συμφωνητικό, με αντικείμενο την προμήθεια και εγκατάσταση από την τελευταία φωτοβολταϊκού σταθμού ισχύος 149,85 KW, αντί συμφωνημένης αμοιβής 575.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ. Ότι η εναγόμενη, που τυγχάνει κατασκευάστρια των φωτοβολταϊκών συλλεκτών (πάνελ), εγγυήθηκε την απόδοση αυτών σε ποσοστό 90% και 80% της ονομαστικής τιμής παραγωγής ισχύος κατά τη διάρκεια των πρώτων δέκα ετών και είκοσι πέντε ετών από την εγκατάσταση αντίστοιχα.
Ότι το Σεπτέμβριο του 2010 και ενώ ο φωτοβολταϊκός σταθμός είχε τεθεί σε λειτουργία γνωστοποιήθηκε στην ενάγουσα από την πωλήτρια εταιρεία ότι η εναγομένη- κατασκευάστρια εταιρεία διαπίστωσε την εμφάνιση σφαλμάτων στη γραμμή παραγωγής με αποτέλεσμα την ενδεχόμενη πρόωρη απώλεια ισχύος σε μέρος των πωληθέντων φωτοβολταϊκών συλλεκτών κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (2008-2009). Ότι, αν και διαπιστώθηκε κατόπιν μετρήσεων από την εναγόμενη η έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας της εγγυημένης απόδοσης ισχύος σε μέρος των πωληθέντων συλλεκτών, αυτή (εναγόμενη), προβάλλοντας διάφορες προφάσεις, αρνήθηκε να αντικαταστήσει τους 1338 ελαττωματικούς φωτοβολταϊκούς συλλέκτες παρά την παρασχεθείσα εκ μέρους της εγγύηση.
Ότι εξαιτίας της μειωμένης αυτής απόδοσης των 1338 ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών, εκ συνόλου 1998, η ενάγουσα, υπέστη ζημία, που συνίσταται στην απώλεια εισοδημάτων που μετά βεβαιότητας θα αποκέρδαινε από την προβλεπόμενη απόδοση των εν λόγω συλλεκτών, συνολικού ποσού 74.948 ευρώ. Ότι επιπλέον, λόγω της αθέτησης από την εναγομένη της συμβατικής εγγυητικής της ευθύνης και την εξ αυτής προκληθείσα αποθετική ζημία υπέστη η ενάγουσα και ηθική βλάβη.
Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί, κατ' εκτίμηση του αγωγικού αιτήματος, μετά από παραδεκτό με τις προτάσεις και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά (άρθ. 223, 294, 295, 297 ΚΠολΔ) περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό: α) ι) να καταδικαστεί η εναγομένη να αντικαταστήσει τους 1338 ελαττωματικούς φωτοβολταϊκούς συλλέκτες με άλλους καινούργιους με δικές της δαπάνες και σε περίπτωση που δεν συμμορφωθεί να υποχρεωθεί στην καταβολή ποσού 10.000 ευρώ μηνιαίως έως την πλήρη και ολοσχερή αντικατάσταση των ως άνω συλλεκτών, ιι) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει το ποσό που θα προκύψει κατά το χρονικό διάστημα της αντικατάστασης των ελαττωματικών συλλεκτών υπολογιζόμενο σε 670,32 KWh ανά ημέρα με τιμή πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας σε 0,40 €/ KWh, m) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει το συνολικό ποσό των 74,948 € για την αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας της ενάγουσας από την έναρξη λειτουργίας του φωτοβολταϊκού σταθμού έως τον Αύγουστο του 2013 και β) να αναγνωρισθεί ότι οφείλει επιπλέον να της καταβάλει ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, το συνολικό ποσό των 50,000 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.
Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αυτή παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που τυγχάνει καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 14 παρ. 2 και 33 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, με την επισήμανση ότι η επίκληση στο ιστορικό της αγωγής αφ' ενός της ιδιότητας της εναγομένης ως εγγυήτριας- κατασκευάστριας των φωτοβολταϊκών συλλεκτών αφ' ετέρου της ύπαρξης γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου (ήτοι της ενάγουσας) αρκεί, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, για την ενεργητική νομιμοποίηση της ενάγουσας και την παθητική νομιμοποίηση της εναγομένης και συνεπώς οι σχετικοί ισχυρισμοί της εναγομένης περί έλλειψης ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης είναι απορριπτέοι,
Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 411, 559, 540, 543, 346 ΑΚ 176 και 945 ΚΠολΔ. Καθόσον όμως αφορά τη σωρευθείσα αγωγή εξ αδικοπραξίας, η αγωγή τυγχάνει μη νόμιμη, διότι, όπως αναφέρθηκε στην προεκτιθέμενη νομική σκέψη, η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής δεν επάγεται και αδικοπραξία, παρά μόνον εφόσον η πράξη ή η παράλειψη που συνιστά αυτήν (αθέτηση ενοχής) θα ήταν παράνομη και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω. Άλλωστε, ουδεμία επίκληση γίνεται στις προϋποθέσεις εκείνες που πρέπει να συντρέχουν ώστε να τίθεται ζήτημα εφαρμογής των περί αδικοπραξίας διατάξεων, καθώς η αγωγή εξαντλείται στην ευθύνη της εναγομένης εκ της εγγυητικής συμβάσεως. Τέλος, το παρεπόμενο αίτημα, που αφορά την απειλή χρηματικής ποινής, είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθόσον με την αγωγή ζητείται να επιχειρηθεί υλική πράξη, που μπορεί να γίνει όχι μόνο από την οφειλέτιδα, αλλά και από τρίτο πρόσωπο, οπότε κατ’ άρθρο 945 ΚΠολΔ η ενάγουσα θα μπορούσε να ζητήσει μόνο την προκαταβολή της απαιτουμένης δαπάνης για την αντικατάσταση των ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών (EφAθ 8394/2005 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), Συνεπώς η αγωγή αυτή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Στην εγγύηση του άρθρου 559 ΑΚ, εφόσον προσφέρονται δικαιώματα όμοια ή παρόμοια με εκείνα των 540 επ., θα ισχύει η προθεσμία παραγραφής της ΑΚ 554, ειδάλλως η γενική εικοσαετής της ΑΚ 249. Η θέση αυτή συνάδει και με τη γενικώς κρατούσα άποψη ότι οι αξιώσεις που σχετίζονται μεν με την ελαττωματικότητα του πράγματος, αλλά προέκυψαν από αυτοτελή συμφωνία των μερών υπάγονται στην παραγραφή της ΑΚ 554, και όχι στη γενική εικοσαετή, όταν έχουν παρεπόμενο χαρακτήρα σε σχέση με οποιαδήποτε από τις αξιώσεις που υπόκεινται στην παραγραφή της ΑΚ 554 (βλ. ΣΕΑΚ άρθ. 559 παρ. Ε, σελ. 1100, Καραμπατζός). Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 554 και 555 § 1 ΑΚ, όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 1 § 1 του Ν 3043/2002, τα δικαιώματα του αγοραστή λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας παραγράφονται μετά την πάροδο πέντε ετών για τα ακίνητα και δύο ετών για τα κινητά (554) και η παραγραφή αρχίζει από την παράδοση του πράγματος στον αγοραστή, ενώ το ίδιο ισχύει ακόμα και αν ο αγοραστής ανακάλυψε το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα (555 § 1). Η έννοια του νόμου είναι ότι η έναρξη της παραγραφής θα πρέπει, κατά παρέκκλιση από τη ρύθμιση της γενικής διάταξης του άρθρου 251 ΑΚ, να συμπίπτει με το χρονικό εκείνο σημείο στο οποίο ο αγοραστής αποκτά τη δυνατότητα της φυσικής εξουσίασης του πράγματος και, συνακόλουθα, τη δυνατότητα να εξετάσει αυτό (Π. Κορνηλάκης, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο I, εκδ. 2002, σελ. 304).
Ειδικότερα, ως παράδοση νοείται η υλική παράδοση (κατ' άρθρο 976 εδ. α' και β' ΑΚ), αφού σκοπός της διάταξης είναι να αρχίζει η παραγραφή από τότε που ο αγοραστής είναι σε θέση να αντιληφθεί το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας, επομένως από τότε που αποκτά υλική σχέση με το πράγμα. Με τη διάταξη του άρθρου 555 § 1 ΑΚ υιοθετείται ένα αυστηρώς αντικειμενικό σύστημα για το χρόνο έναρξης της παραγραφής, αφού σε κάθε περίπτωση καθοριστικός παραμένει ο χρόνος παράδοσης του πράγματος (κινητού ή ακινήτου) στον αγοραστή, έστω και αν αυτός ανακάλυψε το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα, ή ανεξάρτητα από το αν κατά τον ως άνω κρίσιμο χρόνο γνώριζε ή μπορούσε να ανακαλύψει αυτά. Αρκεί, δηλαδή, το γεγονός ότι από τον παραπάνω χρόνο ο αγοραστής αποκτά τη δυνατότητα να εξετάσει το πράγμα και να ανακαλύψει τυχόν ελαττώματα ή ελλείψεις αυτού (Α. Καραμπατζός, σε Απ. Γεωργιάδης, ΣυντΕρμΑΚ I, εκδ. 2010, 554 - 555 αριθ. 4). Ειδικότερα, σε περίπτωση που ο αγοραστής ασκήσει την αξίωση για διόρθωση, η παραγραφή των δικαιωμάτων των άρθρων 540 επ. διακόπτεται, μόνο ως προς το συγκεκριμένο ελάττωμα, εφόσον η εκ μέρους του πωλητή προσπάθεια διόρθωσης μπορεί να θεωρηθεί ως αναγνώριση, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 260 ΑΚ, της μη ανταπόκρισης του πράγματος στη σύμβαση και συνακόλουθα των συναφών αξιώσεων του αγοραστή. Η διακοπή διαρκεί όσο συνεχίζεται η προσπάθεια διόρθωσης και ξαναρχίζει μετά την ενδεχόμενη αποτυχία της. Αν ο πωλητής αρνηθεί να επιχειρήσει την οφειλόμενη διόρθωση, η παραγραφή των κατ' άρθρα 540 επ. δικαιωμάτων του αγοραστή αρχίζει μετά τη σχετική οριστική άρνηση του πωλητή (Π. Κορνηλάκης, ό.π., σελ. 305, έτσι και ΕφΘεσ 794/2012 Αρμ 2012, 1671, Α. Καραμπατζός, ό.π,, 554 - 555 αρ. 7).
Δεδομένου ότι από τη διάταξη του άρθρου 260 ΑΚ συνάγεται ότι αρκεί, για τη διακοπή της παραγραφής, οποιαδήποτε συμπεριφορά ή ενέργεια του οφειλέτη προς το δανειστή, με την οποία εκφράζεται ρητώς ή σιωπηρώς, αλλά σαφώς, η πεποίθηση του οφειλέτη για την ύπαρξη της υποχρέωσης του και της αξίωσης του δανειστή, κατά τρόπο ώστε να μην παρίσταται αναγκαία η έγερση της οικείας αγωγής, χωρίς να είναι απαραίτητο η συμπεριφορά αυτή ή ενέργεια του οφειλέτη να έχει δικαιοπρακτικό χαρακτήρα και χωρίς να εξετάζεται αν συνιστά συμβατική ή μονομερή αναγνώριση της αξίωσης ή σύμβαση αναγνώρισης χρέους κατά την έννοια του άρθρου 873 ΑΚ ή γίνεται με σκοπό ανάληψης υποχρέωσης ή έγινε αποδεκτή από το δανειστή (ΑΠ 1668/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1018/2011 ΔΕΕ 2011, 927), πρέπει να διευκρινιστεί ότι ως διακοπτική της παραγραφής «οριστική άρνηση» του πωλητή να επιχειρήσει τη διόρθωση, δεν νοείται μια εξαρχής άρνηση διόρθωσης, αφού σε μια τέτοια περίπτωση ο πωλητής ρητά αρνείται την ύπαρξη ευθύνης του και έτσι η άσκηση αγωγής είναι εξαρχής αναγκαία, αλλά μια άρνηση που ακολουθεί μια πρώτη, ρητή ή σιωπηρή, θετική αντιμετώπιση του αιτήματος διόρθωσης, διότι ακριβώς σε μια τέτοια περίπτωση, ενώ αρχικά με τη συμπεριφορά του ο πωλητής είχε επιτρέψει το σχηματισμό αντίληψης περί μη αναγκαιότητας έγερσης αγωγής, ακολούθως μετέβαλε στάση. Ακόμα, η έναρξη της παραγραφής μετατίθεται στο χρόνο εμφάνισης του ελαττώματος, αν μεταξύ αγοραστή και πωλητή έχει συναφθεί πρόσθετη εγγυοδοτική σύμβαση, δυνάμει της οποίας ο πωλητής ανέλαβε την ευθύνη για την επί ορισμένο χρόνο καλή κατάσταση και λειτουργία του πωληθέντος πράγματος και υπό την προϋπόθεση ότι το ελάττωμα εμφανίστηκε εντός της προθεσμίας ευθύνης (ΕφΠατρ 9/2006 ΑχΝομ 2007, 26, ΕφΠατρ 666/2005 ΑχΝομ 2006, 132, ΜΠρΙωαν 69/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Α. Καραμπατζός, ο,π,, 556 αρ. 1).
Από την ένορκη επ' ακροατηρίω εξέταση του μάρτυρος της ενάγουσας, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, σε συνδυασμό με όλα τα έγγραφα, που προσκομίζουν και επικαλούνται τα διάδικα μέρη, μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς, όμως, να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα δραστηριοποιείται στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας δια της χρήσης φωτοβολταϊκών συστημάτων και της πώλησης αυτής στην εταιρεία με την επωνυμία «… Α.Ε.». Προς εκπλήρωση δε της ως άνω δραστηριότητάς της καταρτίσθηκε, το Νοέμβριο του 2008, μεταξύ αυτής και της μη διαδίκου εταιρείας με την επωνυμία «… Ε.Π.Ε.», μεικτή σύμβαση (πώλησης- έργου), όπως αυτή τροποποιήθηκε με το από 18.12.2008 ιδιωτικό συμφωνητικό, με αντικείμενο την προμήθεια και εγκατάσταση από την τελευταία φωτοβολταϊκού σταθμού ισχύος 149,85 KW, αντί συμφωνημένης αμοιβής 575.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ. Στα πλαίσια της σύμβασης αυτής, μεταξύ άλλων, συμφωνήθηκε και η προμήθεια από την πωλήτρια εταιρεία 1998 φωτοβολταϊκών συλλεκτών (πάνελ) της εταιρείας … (κατασκευάστριας-εναγομένης), τύπου …, ονομαστικής ισχύος 75Wp έκαστο, επίπεδου τύπου, όχι συγκεντρωτικού και χωρίς τη χρήση ανακλαστήρων. Στο δε άρθρο 1.3 (φωτοβολταϊκά πάνελ) και III. 1 (Εγγύηση) του παραρτήματος Α της ως άνω υπογραφείσας σύμβασης αλλά και σε συνοδευτικό φυλλάδιο εγγύησης των εν λόγω προϊόντων η εναγόμενη- κατασκευάστρια εταιρεία εγγυήθηκε την απόδοση αυτών σε ποσοστό 90% και 80% της ονομαστικής τιμής παραγωγής ισχύος κατά τη διάρκεια των πρώτων δέκα ετών και είκοσι πέντε ετών από την εγκατάσταση αντίστοιχα.
Το έργο ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2009 ενώ ο σταθμός συνδέθηκε με το δίκτυο της ΔΕΗ και έλαβε χώρα η πρώτη τιμολόγηση από την τελευταία στις 22.07.2009. Η οριστική δε παραλαβή του φωτοβολταϊκού σταθμού έλαβε χώρα στις 15.10.2009 και λειτουργεί έκτοτε παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια. Ωστόσο στις 8.9.2010 με επιστολή της πωλήτριας εταιρείας ενημερώθηκε η ενάγουσα ότι η κατασκευάστρια - εναγομένη διαπίστωσε την εμφάνιση σφαλμάτων στη γραμμή παραγωγής με αποτέλεσμα την ενδεχόμενη πρόωρη απώλεια ισχύος σε μέρος φωτοβολταϊκών συλλεκτών που κατασκευάστηκαν μεταξύ της περιόδου Ιουνίου 2008 και Ιουνίου 2009. Πα το λόγο αυτό εκαλείτο (η ενάγουσα) να παρατηρήσει τις επιδόσεις του συστήματος ώστε να διαπιστώσει αν είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις αναμενόμενες. Πράγματι η ενάγουσα, κατόπιν της ανωτέρω ενημέρωσης, προέβη στην επισκόπηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, οπότε και διαπίστωσε την ύπαρξη μειωμένης απόδοσης. Στη συνέχεια, με την από 8.10.2010 επιστολή της προς την εναγομένη ενημέρωνε την τελευταία ότι, ενώ ο φωτοβολταϊκός σταθμός της ήταν ισχύος 149,85 KW, τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας του η μεγίστη ισχύς ανερχόταν σε 125 KW, ήτοι χαμηλότερη της ως άνω ονομαστικής σε παράβαση της παρασχεθείσας εκ της εναγομένης εγγυήσεως για την απόδοση των συλλεκτών.
Μετά δε από τη συγκέντρωση των απαιτούμενων στοιχείων που αφορούσαν τους μειωμένης απόδοσης φωτοβολταϊκούς συλλέκτες η εναγομένη με το από 21.12.2011 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι συνολικά 1.338 στοιχεία (φωτοβολταϊκοί συλλέκτες) τύπου … εκ του συνόλου των 1.998 της εγκατάστασης της ενάγουσας πρέπει να αντικατασταθούν προτείνοντας μάλιστα στον ιδιοκτήτη του φωτοβολταϊκού συστήματος δύο εκδοχές όσον αφορά τη διαδικασία της αντικατάστασης. Παρά δε την ανωτέρω εκπεφρασθείσα πρόθεσή της η εναγομένη με την από 15.6.2012 επιστολή της προς την ενάγουσα και ενώ αναφέρει ότι οι επιθεωρήσεις της οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ορισμένα στοιχεία που βρίσκονται εγκατεστημένα στο φωτοβολταϊκό σταθμό της ενάγουσας ίσως να παρουσιάζουν μείωση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας εκτός των προδιαγραφών και πέρα από την κανονική υποβάθμιση της ενέργειας πρότεινε ως διακανονισμό του προκύψαντος «ελαττώματος» (όπως επί λέξει αναφέρει) την καταβολή εφάπαξ ποσού ύψους 49.427 €. Κατόπιν και προκειμένου να διευκρινισθεί από την πλευρά της ενάγουσας το ακριβές περιεχόμενο του ως άνω διακανονισμού η εναγόμενη με το από 17.09.2012 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατέστησε σαφές ότι η ως άνω προσφορά του ποσού των 49.427 € αντικαθιστά κάθε άλλο μέτρο όπως είναι η αντικατάσταση των ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών. Η ενάγουσα εμμένουσα στην αρχική της θέση για την αντικατάσταση των ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών απευθύνθηκε στην εταιρεία με την επωνυμία «…», η οποία από την 1.10.2012 καθίστατο, ως συνεργάτιδα της εναγομένης, αρμόδια για τη διαχείριση ζητημάτων σχετικών με εγγύηση καλής λειτουργίας των επίδικων προϊόντων. Ωστόσο, η τελευταία επικοινωνία για τη διευθέτηση του ζητήματος της αντικατάστασης των επίδικων συλλεκτών έλαβε χώρα στις 10.10.2012 οπότε και η συνεργάτιδα της εναγομένης διευκρίνισε κάποια ερωτήματα της ενάγουσας σχετικά με τη διαδικασία της εγγύησης.
Από τα ανωτέρω εκτιθέμενα αποδεικνύεται ότι η ένδικη αξίωση της ενάγουσας για αντικατάσταση των ελαττωματικών συλλεκτών και αποζημίωση έχει υποκύψει στη διετή παραγραφή του άρθρου 554 ΑΚ σε συνδυασμό με 559 ΑΚ, κατά παραδοχή σχετικής νομίμου ενστάσεως της εναγομένης, καθόσον από την ημερομηνία της 17.09.2012, οπότε και η εναγομένη αναγνώρισε κατ' άρθρο 260 ΑΚ την ευθύνη της για ελάττωμα των πωληθέντων και μέχρι την επίδοση (όποτε και επέρχονται οι ουσιαστικές συνέπειες της ασκήσεως της αγωγής κατ' άρθρο 221 παρ. 1 in f) της υπό κρίση αγωγής στην εναγομένη στις 30.6.2016 (βλ. υπ' αριθ. πρωτ. .../16 έγγραφο της υπηρεσίας παραλαβής όπου βεβαιώνεται ότι η επίδοση έλαβε χώρα στις 30.6.2016) έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της κατ' άρθρο 554 ΑΚ διετίας.
Η ενάγουσα αποκρούοντας την ένσταση αυτή ισχυρίζεται ότι η αξίωσή της υπόκειται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 αριθμ. 1 ΑΚ. Ωστόσο, κατά το εν λόγω άρθρο, σε πέντε χρόνια παραγράφονται οι αξιώσεις των εμπόρων για εμπορεύματα που χορήγησαν, για τις δαπάνες που έκαναν καθώς και οι αξιώσεις αυτών για καταβολή του τιμήματος από τα πωληθέντα εμπορεύματα (πρβλ. ΑΠ 577/2016 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), στοιχεία που δεν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση ώστε να υπόκεινται οι επίδικες αξιώσεις της ενάγουσας στην εν λόγω πενταετή παραγραφή. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσία βάσιμη η προβληθείσα από την εναγομένη ένσταση παραγραφής των επίδικων αξιώσεων της ενάγουσας και κατόπιν αυτού να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη η κρινόμενη αγωγή, τα δε δικαστικά έξοδα θα πρέπει στο σύνολό τους να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό. [...]
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
ΜΕΙΚΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΩΛΗΣΗΣ ΕΡΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ - ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΕΛΑΤΤΩΜΑ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΝΟΜΟΛΟΓΗΜΕΝΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ - ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ...ΑΓΟΡΑΣΤΗ - ΠΟΤΕ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ - ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΑΓΟΡΑΣΤΗ ΓΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΖΗΜΙΑ -ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚ 559 ΑΠΟ ΠΩΛΗΤΗ - ΓΝΗΣΙΑ ΣΥΜΒΑΣΗ ΥΠΕΡ ΤΡΙΤΟΥ (ΑΓΟΡΑΣΤΗ) ΚΑΙ ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ - ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΤΗΣ ΩΣ ΑΝΩ ΕΓΓΥΗΣΗΣ (ΔΙΕΤΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΕΝΤΑΕΤΗΣ) - Προμήθεια και εγκατάσταση φωτοβολταικών συστημάτων - Ελλειψη συνομολογημένης ιδιότητας της εγγυημένης απόδοσης ισχύος των επίδικων συλλεκτών - Αξιώσεις για αποζημίωση - Δεν συντρέχει αδικοπρακτική ευθύνη - Δεκτή η ένσταση παραγραφής της εναγομένης καθώς η παρασχεθείσα εγγύηση υπόκειται στην διετή και όχι στην πενταετή παραγραφή - Απόρριψη αγωγής (410, 411, 513, 522, 534, 540, 543, 554, 559, 914 ΑΚ)
ΜΠρΑθ 8579/2017 (Εφαρμ.Αστικ.Δικαίου 2017, σελ. 923)
.....
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 410 και 411 ΑΚ, για να υπάρχει γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου, η οποία παρέχει στον τρίτο το δικαίωμα- να απαιτήσει από τον υποσχεθέντα την παροχή, πρέπει να προκύπτει από τη σύμβαση ότι τα συμβαλλόμενα μέρη σκοπούσαν να προσπορίσουν απ' ευθείας στον τρίτο ίδιο δικαίωμα, δυνάμει του οποίου να μπορεί αυτός, στρεφόμενος κατά του υποσχεθέντος, να ζητήσει την παροχή. Τούτο είναι ζήτημα πραγματικό, αναγόμενο στην ερμηνεία της συμβάσεως και ως τέτοιο εκφεύγει από τον έλεγχο του Αρείου Πάγου, εκτός αν παραβιάστηκαν οι ερμηνευτικοί κανόνες (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ βλ. ΑΠ 501/2010 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).
Εξάλλου, την παροχή εγγύησης του άρθρου 559 ΑΚ μπορεί να την παρέχει άμεσα ο ίδιος ο πωλητής ή να προέρχεται από κάποιον τρίτο, που δεν είναι εμφανώς αντισυμβαλλόμενος του αγοραστή (ως προς την εγγύηση), όπως λ.χ. ο παραγωγός, ο αποκλειστικός διανομέας ή ο εισαγωγέας ενός προϊόντος. Η συμβατική δέσμευση των τελευταίων βασίζεται στο γεγονός ότι ο τελικός πωλητής ενεργεί εδώ, ως προς την εγγύηση, ως αντιπρόσωπος ή άγγελός τους, δεν αποκλείεται όμως και το ενδεχόμενο να θεωρηθεί ότι έχει συναφθεί μεταξύ του τελικού πωλητή και των εν λόγω προσώπων γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου (ΑΚ 411 επ.), δηλ. υπέρ του αγοραστή. Σε κάθε περίπτωση θα εξαρτάται από το περιεχόμενο της εκάστοτε εγγυήσεως αν υπόχρεος προς εκπλήρωση είναι ο τελικός πωλητής ή απευθείας ο παραγωγός, ο αποκλειστικός διανομέας ή ο εισαγωγέας του προϊόντος (βλ. ΣΕΑΚ άρθ. 559 παρ. Β επ., σελ. 1099, Καραμπατζός).
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 513, 522, 534, 540 και 543 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίηση του δικαίου της πώλησης δυνάμει του Ν 3043/2002, προκύπτει, ότι σε περίπτωση που κατά το χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή (ΑΠ 1391/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες, να μειώσει το τίμημα ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα (βλ, αντί άλλων Κορνηλάκη, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, Τόμος I, σελ. 218 επ.).
Σε περίπτωση, εξάλλου, που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί σωρευτικά με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους (π.χ. για διαφυγόντα κέρδη και διενεργηθείσες δαπάνες προς αξιοποίηση του πράγματος πριν από την άσκηση της υπαναχώρησης, ΕφΠειρ 457/2008 ΔΕΕ 2008, 1152, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, Τόμος Γ, ημίτομος Α' υπό το άρθρο 543 στον αριθμ. 17, σελ. 382, και υπό το άρθρο 547 στον αριθμ. 14, σελ. 397, Απ. Γεωργιάδης, Ενοχικό Δίκαιο, Ειδικό μέρος, Τόμος I, έκδ. 2004, στην παρ. 9, στους αριθμ. περιθ. 122 επ.).
Εναλλακτικά και υπό τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις δικαιούται να επιλέξει τη μη άσκηση των δικαιωμάτων διόρθωσης, αντικατάστασης ή υπαναχώρησης και αντ' αυτών να ζητήσει απευθείας αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης. Πραγματικό ελάττωμα, εξάλλου, συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάστασή του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού (ΑΠ Ολ 29/1990 ΕΕΝ 1990, 445, ΑΠ 1544/2008 ΝοΒ 2009, 434, ΕφΑθ 6910/2007 ΕλλΔνη 2008, 618, ΕφΑθ 2464/2005 ΔΕΕ 2005, 1321, Κορνηλάκης, ο.π. σελ. 226 και 243).
Περαιτέρω, ιδιότητα του πράγματος θεωρείται όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκειά της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος. Εξάλλου, ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει την συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψή της (ΑΠ 243/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 673/2008 ΑχΝομ 2009, 128, ΕφΑθ 6910/2007 ΕλλΔνη 2008, 618, ΕφΔωδ 93/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2464/2005 ΔΕΕ 2005, 1321, ΕφΘεσ 1985/2003 Αρμ 2005, 206, ΠΠρΒόλ 115/2010 Αρμ 2010, 1500, Κορνηλάκης Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο. Τόμος I, σελ. 240. Γεωργιάδης, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο. Τόμος I. σελ. 87, παρ. 39, πρβλ. και ΕφΑθ 6493/1999 ΕλλΔνη 2000, 188).
Τέλος, αν ο εναγόμενος - πωλητής αποκρύψει δολίως από τον ενάγοντα - αγοραστή ότι το πράγμα είχε κατά την παράδοσή του (522 ΑΚ) πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, η συμπεριφορά αυτή συνιστά αδικοπραξία και δη αστική απάτη (ΑΚ 147, 149). Υπαίτια ζημιογόνα πράξη ή παράλειψή του, με την οποία παραβιάζεται κάποια σύμβαση, μπορεί, πέραν της αξιώσεως από τη σύμβαση, να θεμελιώσει και αξίωση σε βάρος του από αδικοπραξία, όταν και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη θα ήταν παράνομη, ως αντικείμενη στο κατά το άρθρο 914 ΑΚ επιβαλλόμενο γενικό καθήκον να μη ζημιώνει κάποιος τον άλλο υπαίτια (ΑΠ Ολ 967/73 ΝοΒ 22, 505, ΑΠ 1145/2003 ΔΕΕ 2004, 1179, ΑΠ 212/2000 ΕλλΔνη 41, 758). Σε μια τέτοια περίπτωση υπάρχει συρροή συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης, ο δε δανειστής έχει το δικαίωμα να στηρίξει τη σχετική αξίωσή του για αποζημίωση, είτε στη σύμβαση, είτε στην αδικοπραξία, είτε παράλληλα (επιβοηθητικά) και στις δύο, οπότε η ικανοποίηση της μίας από αυτές έχει ως αποτέλεσμα την απόσβεση και των λοιπών, εκτός εάν με αυτές ζητείται κάτι περισσότερο, οπότε σώζονται μόνον ως προς αυτό, όπως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης από την αδικοπραξία (άρθρα 299, 932 ΑΚ), (ΕφΙωαν 495/2007 Αρμ 2008, 685, ΕφΑθ 6554/02 ΕλλΔνη 46, 278, ΕφΑθ 520/2002 ΕλλΔνη 43, 1496, ΕφΠειρ 198/98 ΕλλΔνη 39, 932).
Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι το Νοέμβριο του 2008 καταρτίσθηκε μεταξύ αυτής και της μη διαδίκου εταιρείας με την επωνυμία «… Ε.Π.Ε.» μεικτή σύμβαση (πώλησης-έργου), όπως αυτή τροποποιήθηκε με το από 18.12.2008 ιδιωτικό συμφωνητικό, με αντικείμενο την προμήθεια και εγκατάσταση από την τελευταία φωτοβολταϊκού σταθμού ισχύος 149,85 KW, αντί συμφωνημένης αμοιβής 575.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ. Ότι η εναγόμενη, που τυγχάνει κατασκευάστρια των φωτοβολταϊκών συλλεκτών (πάνελ), εγγυήθηκε την απόδοση αυτών σε ποσοστό 90% και 80% της ονομαστικής τιμής παραγωγής ισχύος κατά τη διάρκεια των πρώτων δέκα ετών και είκοσι πέντε ετών από την εγκατάσταση αντίστοιχα.
Ότι το Σεπτέμβριο του 2010 και ενώ ο φωτοβολταϊκός σταθμός είχε τεθεί σε λειτουργία γνωστοποιήθηκε στην ενάγουσα από την πωλήτρια εταιρεία ότι η εναγομένη- κατασκευάστρια εταιρεία διαπίστωσε την εμφάνιση σφαλμάτων στη γραμμή παραγωγής με αποτέλεσμα την ενδεχόμενη πρόωρη απώλεια ισχύος σε μέρος των πωληθέντων φωτοβολταϊκών συλλεκτών κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (2008-2009). Ότι, αν και διαπιστώθηκε κατόπιν μετρήσεων από την εναγόμενη η έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας της εγγυημένης απόδοσης ισχύος σε μέρος των πωληθέντων συλλεκτών, αυτή (εναγόμενη), προβάλλοντας διάφορες προφάσεις, αρνήθηκε να αντικαταστήσει τους 1338 ελαττωματικούς φωτοβολταϊκούς συλλέκτες παρά την παρασχεθείσα εκ μέρους της εγγύηση.
Ότι εξαιτίας της μειωμένης αυτής απόδοσης των 1338 ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών, εκ συνόλου 1998, η ενάγουσα, υπέστη ζημία, που συνίσταται στην απώλεια εισοδημάτων που μετά βεβαιότητας θα αποκέρδαινε από την προβλεπόμενη απόδοση των εν λόγω συλλεκτών, συνολικού ποσού 74.948 ευρώ. Ότι επιπλέον, λόγω της αθέτησης από την εναγομένη της συμβατικής εγγυητικής της ευθύνης και την εξ αυτής προκληθείσα αποθετική ζημία υπέστη η ενάγουσα και ηθική βλάβη.
Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί, κατ' εκτίμηση του αγωγικού αιτήματος, μετά από παραδεκτό με τις προτάσεις και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά (άρθ. 223, 294, 295, 297 ΚΠολΔ) περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό: α) ι) να καταδικαστεί η εναγομένη να αντικαταστήσει τους 1338 ελαττωματικούς φωτοβολταϊκούς συλλέκτες με άλλους καινούργιους με δικές της δαπάνες και σε περίπτωση που δεν συμμορφωθεί να υποχρεωθεί στην καταβολή ποσού 10.000 ευρώ μηνιαίως έως την πλήρη και ολοσχερή αντικατάσταση των ως άνω συλλεκτών, ιι) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει το ποσό που θα προκύψει κατά το χρονικό διάστημα της αντικατάστασης των ελαττωματικών συλλεκτών υπολογιζόμενο σε 670,32 KWh ανά ημέρα με τιμή πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας σε 0,40 €/ KWh, m) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει το συνολικό ποσό των 74,948 € για την αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας της ενάγουσας από την έναρξη λειτουργίας του φωτοβολταϊκού σταθμού έως τον Αύγουστο του 2013 και β) να αναγνωρισθεί ότι οφείλει επιπλέον να της καταβάλει ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, το συνολικό ποσό των 50,000 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.
Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αυτή παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που τυγχάνει καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 14 παρ. 2 και 33 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, με την επισήμανση ότι η επίκληση στο ιστορικό της αγωγής αφ' ενός της ιδιότητας της εναγομένης ως εγγυήτριας- κατασκευάστριας των φωτοβολταϊκών συλλεκτών αφ' ετέρου της ύπαρξης γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου (ήτοι της ενάγουσας) αρκεί, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, για την ενεργητική νομιμοποίηση της ενάγουσας και την παθητική νομιμοποίηση της εναγομένης και συνεπώς οι σχετικοί ισχυρισμοί της εναγομένης περί έλλειψης ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης είναι απορριπτέοι,
Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 411, 559, 540, 543, 346 ΑΚ 176 και 945 ΚΠολΔ. Καθόσον όμως αφορά τη σωρευθείσα αγωγή εξ αδικοπραξίας, η αγωγή τυγχάνει μη νόμιμη, διότι, όπως αναφέρθηκε στην προεκτιθέμενη νομική σκέψη, η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής δεν επάγεται και αδικοπραξία, παρά μόνον εφόσον η πράξη ή η παράλειψη που συνιστά αυτήν (αθέτηση ενοχής) θα ήταν παράνομη και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω. Άλλωστε, ουδεμία επίκληση γίνεται στις προϋποθέσεις εκείνες που πρέπει να συντρέχουν ώστε να τίθεται ζήτημα εφαρμογής των περί αδικοπραξίας διατάξεων, καθώς η αγωγή εξαντλείται στην ευθύνη της εναγομένης εκ της εγγυητικής συμβάσεως. Τέλος, το παρεπόμενο αίτημα, που αφορά την απειλή χρηματικής ποινής, είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθόσον με την αγωγή ζητείται να επιχειρηθεί υλική πράξη, που μπορεί να γίνει όχι μόνο από την οφειλέτιδα, αλλά και από τρίτο πρόσωπο, οπότε κατ’ άρθρο 945 ΚΠολΔ η ενάγουσα θα μπορούσε να ζητήσει μόνο την προκαταβολή της απαιτουμένης δαπάνης για την αντικατάσταση των ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών (EφAθ 8394/2005 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), Συνεπώς η αγωγή αυτή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Στην εγγύηση του άρθρου 559 ΑΚ, εφόσον προσφέρονται δικαιώματα όμοια ή παρόμοια με εκείνα των 540 επ., θα ισχύει η προθεσμία παραγραφής της ΑΚ 554, ειδάλλως η γενική εικοσαετής της ΑΚ 249. Η θέση αυτή συνάδει και με τη γενικώς κρατούσα άποψη ότι οι αξιώσεις που σχετίζονται μεν με την ελαττωματικότητα του πράγματος, αλλά προέκυψαν από αυτοτελή συμφωνία των μερών υπάγονται στην παραγραφή της ΑΚ 554, και όχι στη γενική εικοσαετή, όταν έχουν παρεπόμενο χαρακτήρα σε σχέση με οποιαδήποτε από τις αξιώσεις που υπόκεινται στην παραγραφή της ΑΚ 554 (βλ. ΣΕΑΚ άρθ. 559 παρ. Ε, σελ. 1100, Καραμπατζός). Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 554 και 555 § 1 ΑΚ, όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 1 § 1 του Ν 3043/2002, τα δικαιώματα του αγοραστή λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας παραγράφονται μετά την πάροδο πέντε ετών για τα ακίνητα και δύο ετών για τα κινητά (554) και η παραγραφή αρχίζει από την παράδοση του πράγματος στον αγοραστή, ενώ το ίδιο ισχύει ακόμα και αν ο αγοραστής ανακάλυψε το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα (555 § 1). Η έννοια του νόμου είναι ότι η έναρξη της παραγραφής θα πρέπει, κατά παρέκκλιση από τη ρύθμιση της γενικής διάταξης του άρθρου 251 ΑΚ, να συμπίπτει με το χρονικό εκείνο σημείο στο οποίο ο αγοραστής αποκτά τη δυνατότητα της φυσικής εξουσίασης του πράγματος και, συνακόλουθα, τη δυνατότητα να εξετάσει αυτό (Π. Κορνηλάκης, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο I, εκδ. 2002, σελ. 304).
Ειδικότερα, ως παράδοση νοείται η υλική παράδοση (κατ' άρθρο 976 εδ. α' και β' ΑΚ), αφού σκοπός της διάταξης είναι να αρχίζει η παραγραφή από τότε που ο αγοραστής είναι σε θέση να αντιληφθεί το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας, επομένως από τότε που αποκτά υλική σχέση με το πράγμα. Με τη διάταξη του άρθρου 555 § 1 ΑΚ υιοθετείται ένα αυστηρώς αντικειμενικό σύστημα για το χρόνο έναρξης της παραγραφής, αφού σε κάθε περίπτωση καθοριστικός παραμένει ο χρόνος παράδοσης του πράγματος (κινητού ή ακινήτου) στον αγοραστή, έστω και αν αυτός ανακάλυψε το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα, ή ανεξάρτητα από το αν κατά τον ως άνω κρίσιμο χρόνο γνώριζε ή μπορούσε να ανακαλύψει αυτά. Αρκεί, δηλαδή, το γεγονός ότι από τον παραπάνω χρόνο ο αγοραστής αποκτά τη δυνατότητα να εξετάσει το πράγμα και να ανακαλύψει τυχόν ελαττώματα ή ελλείψεις αυτού (Α. Καραμπατζός, σε Απ. Γεωργιάδης, ΣυντΕρμΑΚ I, εκδ. 2010, 554 - 555 αριθ. 4). Ειδικότερα, σε περίπτωση που ο αγοραστής ασκήσει την αξίωση για διόρθωση, η παραγραφή των δικαιωμάτων των άρθρων 540 επ. διακόπτεται, μόνο ως προς το συγκεκριμένο ελάττωμα, εφόσον η εκ μέρους του πωλητή προσπάθεια διόρθωσης μπορεί να θεωρηθεί ως αναγνώριση, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 260 ΑΚ, της μη ανταπόκρισης του πράγματος στη σύμβαση και συνακόλουθα των συναφών αξιώσεων του αγοραστή. Η διακοπή διαρκεί όσο συνεχίζεται η προσπάθεια διόρθωσης και ξαναρχίζει μετά την ενδεχόμενη αποτυχία της. Αν ο πωλητής αρνηθεί να επιχειρήσει την οφειλόμενη διόρθωση, η παραγραφή των κατ' άρθρα 540 επ. δικαιωμάτων του αγοραστή αρχίζει μετά τη σχετική οριστική άρνηση του πωλητή (Π. Κορνηλάκης, ό.π., σελ. 305, έτσι και ΕφΘεσ 794/2012 Αρμ 2012, 1671, Α. Καραμπατζός, ό.π,, 554 - 555 αρ. 7).
Δεδομένου ότι από τη διάταξη του άρθρου 260 ΑΚ συνάγεται ότι αρκεί, για τη διακοπή της παραγραφής, οποιαδήποτε συμπεριφορά ή ενέργεια του οφειλέτη προς το δανειστή, με την οποία εκφράζεται ρητώς ή σιωπηρώς, αλλά σαφώς, η πεποίθηση του οφειλέτη για την ύπαρξη της υποχρέωσης του και της αξίωσης του δανειστή, κατά τρόπο ώστε να μην παρίσταται αναγκαία η έγερση της οικείας αγωγής, χωρίς να είναι απαραίτητο η συμπεριφορά αυτή ή ενέργεια του οφειλέτη να έχει δικαιοπρακτικό χαρακτήρα και χωρίς να εξετάζεται αν συνιστά συμβατική ή μονομερή αναγνώριση της αξίωσης ή σύμβαση αναγνώρισης χρέους κατά την έννοια του άρθρου 873 ΑΚ ή γίνεται με σκοπό ανάληψης υποχρέωσης ή έγινε αποδεκτή από το δανειστή (ΑΠ 1668/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1018/2011 ΔΕΕ 2011, 927), πρέπει να διευκρινιστεί ότι ως διακοπτική της παραγραφής «οριστική άρνηση» του πωλητή να επιχειρήσει τη διόρθωση, δεν νοείται μια εξαρχής άρνηση διόρθωσης, αφού σε μια τέτοια περίπτωση ο πωλητής ρητά αρνείται την ύπαρξη ευθύνης του και έτσι η άσκηση αγωγής είναι εξαρχής αναγκαία, αλλά μια άρνηση που ακολουθεί μια πρώτη, ρητή ή σιωπηρή, θετική αντιμετώπιση του αιτήματος διόρθωσης, διότι ακριβώς σε μια τέτοια περίπτωση, ενώ αρχικά με τη συμπεριφορά του ο πωλητής είχε επιτρέψει το σχηματισμό αντίληψης περί μη αναγκαιότητας έγερσης αγωγής, ακολούθως μετέβαλε στάση. Ακόμα, η έναρξη της παραγραφής μετατίθεται στο χρόνο εμφάνισης του ελαττώματος, αν μεταξύ αγοραστή και πωλητή έχει συναφθεί πρόσθετη εγγυοδοτική σύμβαση, δυνάμει της οποίας ο πωλητής ανέλαβε την ευθύνη για την επί ορισμένο χρόνο καλή κατάσταση και λειτουργία του πωληθέντος πράγματος και υπό την προϋπόθεση ότι το ελάττωμα εμφανίστηκε εντός της προθεσμίας ευθύνης (ΕφΠατρ 9/2006 ΑχΝομ 2007, 26, ΕφΠατρ 666/2005 ΑχΝομ 2006, 132, ΜΠρΙωαν 69/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Α. Καραμπατζός, ο,π,, 556 αρ. 1).
Από την ένορκη επ' ακροατηρίω εξέταση του μάρτυρος της ενάγουσας, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, σε συνδυασμό με όλα τα έγγραφα, που προσκομίζουν και επικαλούνται τα διάδικα μέρη, μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς, όμως, να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα δραστηριοποιείται στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας δια της χρήσης φωτοβολταϊκών συστημάτων και της πώλησης αυτής στην εταιρεία με την επωνυμία «… Α.Ε.». Προς εκπλήρωση δε της ως άνω δραστηριότητάς της καταρτίσθηκε, το Νοέμβριο του 2008, μεταξύ αυτής και της μη διαδίκου εταιρείας με την επωνυμία «… Ε.Π.Ε.», μεικτή σύμβαση (πώλησης- έργου), όπως αυτή τροποποιήθηκε με το από 18.12.2008 ιδιωτικό συμφωνητικό, με αντικείμενο την προμήθεια και εγκατάσταση από την τελευταία φωτοβολταϊκού σταθμού ισχύος 149,85 KW, αντί συμφωνημένης αμοιβής 575.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ. Στα πλαίσια της σύμβασης αυτής, μεταξύ άλλων, συμφωνήθηκε και η προμήθεια από την πωλήτρια εταιρεία 1998 φωτοβολταϊκών συλλεκτών (πάνελ) της εταιρείας … (κατασκευάστριας-εναγομένης), τύπου …, ονομαστικής ισχύος 75Wp έκαστο, επίπεδου τύπου, όχι συγκεντρωτικού και χωρίς τη χρήση ανακλαστήρων. Στο δε άρθρο 1.3 (φωτοβολταϊκά πάνελ) και III. 1 (Εγγύηση) του παραρτήματος Α της ως άνω υπογραφείσας σύμβασης αλλά και σε συνοδευτικό φυλλάδιο εγγύησης των εν λόγω προϊόντων η εναγόμενη- κατασκευάστρια εταιρεία εγγυήθηκε την απόδοση αυτών σε ποσοστό 90% και 80% της ονομαστικής τιμής παραγωγής ισχύος κατά τη διάρκεια των πρώτων δέκα ετών και είκοσι πέντε ετών από την εγκατάσταση αντίστοιχα.
Το έργο ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2009 ενώ ο σταθμός συνδέθηκε με το δίκτυο της ΔΕΗ και έλαβε χώρα η πρώτη τιμολόγηση από την τελευταία στις 22.07.2009. Η οριστική δε παραλαβή του φωτοβολταϊκού σταθμού έλαβε χώρα στις 15.10.2009 και λειτουργεί έκτοτε παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια. Ωστόσο στις 8.9.2010 με επιστολή της πωλήτριας εταιρείας ενημερώθηκε η ενάγουσα ότι η κατασκευάστρια - εναγομένη διαπίστωσε την εμφάνιση σφαλμάτων στη γραμμή παραγωγής με αποτέλεσμα την ενδεχόμενη πρόωρη απώλεια ισχύος σε μέρος φωτοβολταϊκών συλλεκτών που κατασκευάστηκαν μεταξύ της περιόδου Ιουνίου 2008 και Ιουνίου 2009. Πα το λόγο αυτό εκαλείτο (η ενάγουσα) να παρατηρήσει τις επιδόσεις του συστήματος ώστε να διαπιστώσει αν είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις αναμενόμενες. Πράγματι η ενάγουσα, κατόπιν της ανωτέρω ενημέρωσης, προέβη στην επισκόπηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, οπότε και διαπίστωσε την ύπαρξη μειωμένης απόδοσης. Στη συνέχεια, με την από 8.10.2010 επιστολή της προς την εναγομένη ενημέρωνε την τελευταία ότι, ενώ ο φωτοβολταϊκός σταθμός της ήταν ισχύος 149,85 KW, τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας του η μεγίστη ισχύς ανερχόταν σε 125 KW, ήτοι χαμηλότερη της ως άνω ονομαστικής σε παράβαση της παρασχεθείσας εκ της εναγομένης εγγυήσεως για την απόδοση των συλλεκτών.
Μετά δε από τη συγκέντρωση των απαιτούμενων στοιχείων που αφορούσαν τους μειωμένης απόδοσης φωτοβολταϊκούς συλλέκτες η εναγομένη με το από 21.12.2011 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι συνολικά 1.338 στοιχεία (φωτοβολταϊκοί συλλέκτες) τύπου … εκ του συνόλου των 1.998 της εγκατάστασης της ενάγουσας πρέπει να αντικατασταθούν προτείνοντας μάλιστα στον ιδιοκτήτη του φωτοβολταϊκού συστήματος δύο εκδοχές όσον αφορά τη διαδικασία της αντικατάστασης. Παρά δε την ανωτέρω εκπεφρασθείσα πρόθεσή της η εναγομένη με την από 15.6.2012 επιστολή της προς την ενάγουσα και ενώ αναφέρει ότι οι επιθεωρήσεις της οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ορισμένα στοιχεία που βρίσκονται εγκατεστημένα στο φωτοβολταϊκό σταθμό της ενάγουσας ίσως να παρουσιάζουν μείωση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας εκτός των προδιαγραφών και πέρα από την κανονική υποβάθμιση της ενέργειας πρότεινε ως διακανονισμό του προκύψαντος «ελαττώματος» (όπως επί λέξει αναφέρει) την καταβολή εφάπαξ ποσού ύψους 49.427 €. Κατόπιν και προκειμένου να διευκρινισθεί από την πλευρά της ενάγουσας το ακριβές περιεχόμενο του ως άνω διακανονισμού η εναγόμενη με το από 17.09.2012 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατέστησε σαφές ότι η ως άνω προσφορά του ποσού των 49.427 € αντικαθιστά κάθε άλλο μέτρο όπως είναι η αντικατάσταση των ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών. Η ενάγουσα εμμένουσα στην αρχική της θέση για την αντικατάσταση των ελαττωματικών φωτοβολταϊκών συλλεκτών απευθύνθηκε στην εταιρεία με την επωνυμία «…», η οποία από την 1.10.2012 καθίστατο, ως συνεργάτιδα της εναγομένης, αρμόδια για τη διαχείριση ζητημάτων σχετικών με εγγύηση καλής λειτουργίας των επίδικων προϊόντων. Ωστόσο, η τελευταία επικοινωνία για τη διευθέτηση του ζητήματος της αντικατάστασης των επίδικων συλλεκτών έλαβε χώρα στις 10.10.2012 οπότε και η συνεργάτιδα της εναγομένης διευκρίνισε κάποια ερωτήματα της ενάγουσας σχετικά με τη διαδικασία της εγγύησης.
Από τα ανωτέρω εκτιθέμενα αποδεικνύεται ότι η ένδικη αξίωση της ενάγουσας για αντικατάσταση των ελαττωματικών συλλεκτών και αποζημίωση έχει υποκύψει στη διετή παραγραφή του άρθρου 554 ΑΚ σε συνδυασμό με 559 ΑΚ, κατά παραδοχή σχετικής νομίμου ενστάσεως της εναγομένης, καθόσον από την ημερομηνία της 17.09.2012, οπότε και η εναγομένη αναγνώρισε κατ' άρθρο 260 ΑΚ την ευθύνη της για ελάττωμα των πωληθέντων και μέχρι την επίδοση (όποτε και επέρχονται οι ουσιαστικές συνέπειες της ασκήσεως της αγωγής κατ' άρθρο 221 παρ. 1 in f) της υπό κρίση αγωγής στην εναγομένη στις 30.6.2016 (βλ. υπ' αριθ. πρωτ. .../16 έγγραφο της υπηρεσίας παραλαβής όπου βεβαιώνεται ότι η επίδοση έλαβε χώρα στις 30.6.2016) έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της κατ' άρθρο 554 ΑΚ διετίας.
Η ενάγουσα αποκρούοντας την ένσταση αυτή ισχυρίζεται ότι η αξίωσή της υπόκειται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 αριθμ. 1 ΑΚ. Ωστόσο, κατά το εν λόγω άρθρο, σε πέντε χρόνια παραγράφονται οι αξιώσεις των εμπόρων για εμπορεύματα που χορήγησαν, για τις δαπάνες που έκαναν καθώς και οι αξιώσεις αυτών για καταβολή του τιμήματος από τα πωληθέντα εμπορεύματα (πρβλ. ΑΠ 577/2016 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), στοιχεία που δεν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση ώστε να υπόκεινται οι επίδικες αξιώσεις της ενάγουσας στην εν λόγω πενταετή παραγραφή. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσία βάσιμη η προβληθείσα από την εναγομένη ένσταση παραγραφής των επίδικων αξιώσεων της ενάγουσας και κατόπιν αυτού να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη η κρινόμενη αγωγή, τα δε δικαστικά έξοδα θα πρέπει στο σύνολό τους να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό. [...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου