Μ.Π.Ρόδ. 1447/2007
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΚΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΠΙΔΙΚΑΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ. Η ΑΠΑΡΙΘΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΟΥ άρθρου 728 Κ.Πολ.Δ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΗ - Η αίτηση, ... είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι δεν παρέχεται από το νόμο εξουσία στο δικαστήριο να επιδικάσει προσωρινά μια τέτοια απαίτηση που αναφέρεται σε αμοιβή από σύμβαση έργου ή σε αποζημίωση από μια τέτοια σύμβαση, αφού τέτοιου είδους απαιτήσεις, όπως και απαιτήσεις από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό δεν περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που απαριθμούνται στο άρθρο 728 ΚΠολΔ. Και ναι μεν, ...., υποστηρίζεται ότι μπορεί να γίνει διεύρυνση εφαρμογής του άρθρου 728 επ. ΚΠολΔ και σε άλλες περιπτώσεις με αναλογική εφαρμογή, αλλά κατά την ορθότερη άποψη η απαρίθμηση του άρθρου 728 παρ.1 ΚΠολΔ είναι περιοριστική, χωρεί δηλαδή προσωρινή επιδίκαση μόνο για τις απαριθμούμενες και κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτή απαιτήσεις, αφού γίνεται εξαντλητική μνεία αυτών και επιμελημένη απαρίθμηση.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ - ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΗ ΛΗΨΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΕΧΕΙ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ - Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχει εν προκειμένω η αναγκαία για την αιτούμενη προσωρινή επιδίκαση προϋπόθεση της επείγουσας περίπτωσης, όπως βάσιμα επικαλούνται και οι καθ` ων, αφού σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αίτηση από τότε που κατέστη απαιτητή η επικαλούμενη αξίωση της αιτούσας (τέλος Νοεμβρίου 2003) μέχρι σήμερα παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα (3 και πλέον ετών), χωρίς η αιτούσα να επιδιώξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για επιδίκαση του ανωτέρω ποσού. Η μεγάλη καθυστέρηση και η αδικαιολόγητη βραδύτητα ενέχει την έννοια της έλλειψης της επείγουσας περίπτωσης.
Εξ άλλου η εκδίκαση της ασκηθείσας τακτικής αγωγής για την παραπάνω απαίτηση σε πολύ σύντομο χρόνο (15-5-2007) συνηγορεί με την παραπάνω κρίση.
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ. ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΟΡΙΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ - Απορριπτέο είναι και το περί συντηρητικής κατασχέσεως σωρευόμενο στο ίδιο δικόγραφο αίτημα, καθόσον, πέραν του ότι είναι αόριστο, αφού η αιτούσα δεν προσδιορίζει καθόλου περιστατικά που να συνιστούν επικείμενο κίνδυνο για την ικανοποίηση της απαίτησης της κατά των καθ` ων, όπως ότι επίκειται προσεχής αποξένωση από τα κατασχετά στοιχεία της περιουσίας των καθ` ων, ότι αυτοί είναι αφερέγγυοι, ελαττωμένης περιουσιακής κατάστασης και ότι έχουν οφειλές προς άλλους δανειστές τους, είναι απορριπτέο και ως ουσιαστικά αβάσιμο, διότι από τα προσαγόμενα αποδεικτικά στοιχεία (καταθέσεις μαρτύρων στο ακροατήριο του δικαστηρίου και προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα) ουδόλως πιθανολογήθηκε ότι η περιουσιακή κατάσταση των καθ` ων η αίτηση είναι επισφαλής και δημιουργεί κίνδυνο για την ικανοποίηση της προαναφερόμενης αξιώσεως της αιτούσας. Οι καθ` ων η αίτηση είναι αμφότεροι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι υπάρχει πρόθεση να εκποιήσουν την περιουσία τους σε τρίτο, ώστε να κινδυνεύει να ματαιωθεί η ικανοποίηση της απαιτήσεως της αιτούσας σε περίπτωση που θα κρίνονταν βάσιμη.
Αριθμός απόφασης: 1447/2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΔΙΚΑΣΤΗΣ: Ευφροσύνη Φουκαράκη, Πρόεδρος Πρωτοδικών, που ορίσθηκε μετά από κλήρωση σύμφωνα με το Νόμο.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Δεν ορίσθηκε. ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ: Της 26ης Μαρτίου 2007.
ΑΙΤΟΥΣΑ: ......, η οποία παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων δικηγόρων του, Στέργου Αλαβάνου (δικηγόρου Ρόδου) και Αγγελικής Λιτζέρη (δικηγόρου Αθηνών).
ΚΑΘ` ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1) ..... και 2) ...., οι οποίοι παραστάθηκαν ο μεν πρώτος μετά, η δεύτερη δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Καζούλη Καζουλάκη.
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΑΙΤΗΣΗΣ: 20-9-2006. ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ: 4544/15-12-2006.
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΚΗΣ: Προσωρινή επιδίκαση απαίτησης και συντηρητική κατάσχεση.
Η συζήτηση της υπόθεσης έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου. αφου μελετησε τη δικογραφια σκέφθηκε σύμφωνα με το νομο
Η προσωρινή επιδίκαση απαιτήσεων, κατ` άρθρο 728 ΚΠολΔ, όπως συνάγεται από την παράγραφο 1 αυτού, είναι περιοριστική, δηλαδή χωρεί μόνο για τις απαριθμούμενες και κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτή απαιτήσεις (βλ. Διαμαντάκο, ΕΕΝ 38.586, Αποστολόπουλο, Ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, παρ. 402α, Τζίφρα, ΕΕΝ 37.398, Παπαχριστοπούλου, Δίκη 9.804, ΜονΠρΑΘ 7572/1986 Δνη 28.1359, ΜΠρΘεσ 3811/1981 ΝοΒ 30.87, ΜονΠρΘεσ 1950/1981 Δίκη 9.801, ΜονΠρΑθ 13351/1979 Δίκη 11.57, αλλιώς Μπέης, ΠολΔικ, 669-671, ΜονΠρΚορ 246/1976 ΝοΒ 25.1121, ΜονΠρΑθ 14616/1971 ΑρχΝ 23.62), καθόσον γίνεται εξαντλητική μνεία αυτών και επιμελημένη απαρίθμηση του από το νομοθέτη και κατ` ακολουθίαν δεν είναι επιτρεπτή η διεύρυνση με την ερμηνεία για την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων αυτών και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. Η ρύθμιση αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι ενώ αρχικώς στον ΚΠολΔ του 1968 και μάλιστα στο άρθρο 773 εδ. ζ` οριζόταν ότι «το δικαστήριο δύναται ως ασφαλιστικό μέτρο να επιδικάσει εν όλω ή εν μέρει προσωρινές απαιτήσεις..., ζ) εις πάσαν άλλην περίπτωσιν κατά την οποία επιβάλλεται εκ των περιστάσεων δια την συντήρησιν του δικαιούχου», με τις τροποποιήσεις που έγιναν με το ν.δ. 958/71 διαγράφηκε η παραπάνω φράση από εδ. ζ` της υπόψη διάταξης και τούτο, γιατί η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου δεν συμβιβάζεται «προς την φύσιν της προσωρινής επιδικάσεως».
Συνεπώς στις μη προβλεπόμενες περιπτώσεις χωρεί μόνο αγωγή κατά την τακτική ή άλλη προβλεπόμενη ειδική διαδικασία, κατά τις διακρίσεις του νόμου (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση, αρθρ. 728, παρ.2).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 682 παρ.1 του ΚΠολΔ, απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να διαταχθεί το ασφαλιστικό μέτρο της συντηρητικής κατάσχεσης (ή προσημείωσης υποθήκης) και να ασφαλιστεί χρηματική απαίτηση είναι να συντρέχει επικείμενος κίνδυνος. Ως επικείμενος κίνδυνος νοείται η πιθανολόγηση ότι πρόκειται προσεχής αποξένωση του οφειλέτη από την κατασχετή περιουσία του, έτσι ώστε να είναι αδύνατη η επίσπευση εναντίον του αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν κάποτε ο αιτών δανειστής θα αποκτήσει εκτελεστό τίτλο, μετά τον τερματισμό της διαγνωστικής δίκης. Έτσι η ελαττωμένη περιουσιακή κατάσταση του καθ` ου δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης ή της προσημείωσης υποθήκης ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση πιθανή μεταβολή στο μέλλον της περιουσιακής κατάστασης κάποιου προσώπου, διότι με τέτοια εκδοχή θα δικαιολογείτο η λήψη ασφαλιστικών μέτρων και μάλιστα του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάστασης ή της προσημείωσης υποθήκης σε κάθε εκκρεμή αγωγή, ενόψει της ενδεχόμενης, κατά την κοινή πείρα και λογική, μεταβολής ή ελαττώσεως της περιουσιακής κατάστασης του διαδίκου. Απαιτώντας συνεπώς ο νόμος επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, που δικαιολογείται από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών κάποιου συγκεκριμένου κινδύνου ματαίωσης της απαίτησης ή επείγουσας περίπτωσης της παρούσας στιγμής, η οποία είναι πιεστική και ανεπίδεκτη αναβολής και απαιτεί άμεση ρύθμιση, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ανεπανόρθωτων ή δύσκολα αναστρέψιμων καταστάσεων (βλ. ΜΠρΑθ 449/2004 ΝοΒ 2004,831, ΜΠρΠειρ 1248/1999 ΕΜετΔ 1999,337, ΜΠρΑθ 3066/99 Δ 30,521, ΜΠρΑθ 34339/98 ΔΕΕ 1999,494, ΜΠρΑθ 11631/1998 ΔΕΝ 54,1506, ΜΠρΑθ 12451/1997 ΝοΒ 45,1150, ΜΠρΑθ 31951/1996 Αρμ 51,1499, ΜΠρΑθ 31965/95 ΑρχΝ 48,690, ΜΠρΠειρ 232/95 Δίκη 26,595, ΜΠρΘεσ 14413/1994 ΑρχΝ ΜΖ,751, ΜΠρΑΘ 22493/94 Δνη 37,707, ΜΠρΑΘ 23867/1993 ΝοΒ 42,233, ΜΠρΑΘ 8650/91 ΝοΒ 1992,304, ΜΠρΧαλκ 686/91 Δίκη 23,262).
Εξ άλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 111, 118 αρ. 4 και 688 παρ 1 του ΚΠολΔ, προκύπτει, ότι για κάθε αίτηση παροχής δικαστικής προστασίας απαιτείται γενικώς μεν να αναφέρεται στο δικόγραφο, με ποινή απαραδέκτου που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενο στην προδικασία, μεταξύ άλλων και το αντικείμενο αυτού κατά τρόπο σαφή, ορισμένο και ευσύνοπτο, ειδικώς δε επί αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων να αναφέρονται συνοπτικώς τα πραγματικά περιστατικά που πιθανολογούν το δικαίωμα, για την εξασφάλιση ή διατήρηση του οποίου ζητείται το ασφαλιστικό μέτρο, καθώς και τον επικείμενο κίνδυνο ή την επείγουσα περίπτωση.
Στα ασφαλιστικά μέτρα η αξίωση αυτή του νόμου αποβαίνει περισσότερο επιτακτική για το λόγο ότι στις υποθέσεις αυτές είναι υποχρεωτική η προαπόδειξη (άρθρο 690 παρ.1 ΚΠολΔ), λόγω της οποίας ο αποδεικτικός έλεγχος των παραγωγικών γεγονότων του προστατευτέου δικαιώματος γίνεται κατ` ανάγκη μόνο με βάση τους ισχυρισμούς που διαλαμβάνονται στην αίτηση. Η παράλειψη της συνοπτικής μνείας κάποιου από τα παραπάνω γεγονότα καθιστά την αίτηση αόριστη και κατ` ακολουθία απαράδεκτη (βλ ΕφΑθ 1173/99 Δνη 42,764, ΜΠρΑθ 20368/87 Δνη 29,580, Β. Βαθρακοκοίλης, Ερμηνευτική-Νομολογιακή ανάλυση ΚΠολΔ, άρθρο 682 αριθμ. 10, 72).
Ειδικότερα δε, για το ορισμένο της σχετικής αιτήσεως, ως προς την προϋπόθεση της συνδρομής επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης, πρέπει σ` αυτήν να γίνεται έστω και συνοπτικά αναφορά των πραγματικών περιστατικών που πιθανολογούν τη συνδρομή του επικείμενου κινδύνου ή της επείγουσας περίπτωσης και δεν αρκεί η αναφορά στη στερεότυπη διατύπωση του νόμου, αλλά απαιτείται παράθεση συγκεκριμένων, έστω και συνοπτικώς, περιστατικών του εννοιολογικού προσδιορισμού των προϋποθέσεων αυτών, διαφορετικά είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας της (βλ ΕΑ 1173/99 Δνη 42,764, ΜΠρΠειρ 1248/1999 ΕΜετΔ 1999,337, ΜΠρΚ 349/88 Δνη 31,616, ΜΠρΑθ 20368/87 Δνη 29,580, ΜΠρΑ 12407/85 Δ 16,725, Τζίφρα ο.π σελ 9, Β. Βαθρακοκοίλη, ο.π. άρθρο 682, αριθμ. 10).
Στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα με την κρινόμενη αίτηση της εκθέτει ότι από ετών διατηρεί στην .... της Ρόδου οικοδομική επιχείρηση κατασκευής κτιστών και προκατασκευασμένων οικιών, της οποίας τη διαχείριση δυνάμει ειδικού πληρεξουσίου ασκεί ο σύζυγος της Ν. Κ. και ότι με την από 5-12-2002 έγγραφη σύμβαση έργου και από 11-11-2003 μεταγενέστερη όμοια (σύμβαση), οι καθ` ων, που είναι συνιδιοκτήτες, κατ` ισομοιρία, μιας αυτοτελούς καθέτου ιδιοκτησίας, επιφανείας 1.285 τ.μ. επί μείζονος ακινήτου κειμένου στην θέση «Οκκιουσμπουρνού Δεματικά» του Δημοτικού Διαμερίσματος Κοσκινού του Δήμου Καλλιθέας Ρόδου, της ανέθεσαν να προβεί στην κατασκευή επί της ανωτέρω ιδιοκτησίας τους, μιας οικίας (αποτελούμενης από ισόγειο, πρώτο όροφο και σοφίτα), συνολικού εμβαδού 151 τ.μ., αντί συμφωνηθέντος εργολαβικού ανταλλάγματος συνολικού ύψους 125.015 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 13%, κατά τους αναλυτικά εκτιθέμενους όρους και συμφωνίες. Ότι περί τα τέλη Νοεμβρίου 2003 και ενώ οι εκτελεσθείσες εκ μέρους της οικοδομικές εργασίες βρίσκονταν στο στάδιο της περαίωσης της προεργασίας των ελαιοχρωματισμών, οι καθ` ων, εντελώς αναίτια, την υποχρέωσαν σε διακοπή των εργασιών και την απέβαλαν εκ του έργου, έχοντας καταβάλλει συνολικά έναντι της αμοιβής της το ποσό των 85.808 ευρώ, έκτοτε δε αρνούνται να της καταβάλουν, για τις εκτελεσθείσες εκ μέρους της οικοδομικές εργασίες βάσει των ως άνω συμβάσεων αλλά και επιπρόσθετων (εργασιών) κατόπιν προφορικών υποδείξεων και εντολών των καθ` ων, οι οποίες κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα ανήλθαν σε 163.438,50 ευρώ, το οφειλόμενο υπόλοιπο των 77.630,50 ευρώ, για δε την απαίτηση της αυτή (επικαλούμενη τη σύμβαση έργου και επικουρικά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις), καθώς και για απαίτηση χρηματικής της ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη ένεκα της ως άνω υπαιτίου και αντισυμβατικής συμπεριφοράς των καθ` ων ποσού 30.000 ευρώ, έχει ασκήσει την από 20-9-2006 αγωγή εναντίον των καθ` ων ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί την 15-5-2007.
Με βάση το ιστορικό αυτό, η αιτούσα, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, ζητεί από το Δικαστήριο να επιδικάσει προσωρινά ως ασφαλιστικό μέτρο την για την προεκτεθείσα αιτία απαίτηση της ποσού 77.630,50 ευρώ, την οποία διατηρεί κατά των καθ` ων από την εξιστορούμενη σύμβαση έργου άλλως από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Περαιτέρω, ενώνοντας παραδεκτώς και άλλη αίτηση στο ίδιο δικόγραφο, ζητεί να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο και η συντηρητική κατάσχεση της ως άνω αυτοτελούς καθέτου ιδιοκτησίας των καθ` ων η αίτηση, μετά της επ` αυτής οικοδομής, προκειμένου να εξασφαλισθεί η προαναφερόμενη απαίτηση της εναντίον τους, επικαλούμενη ότι «υφίσταται άμεσος κίνδυνος απώλειας του ως άνω περιουσιακού στοιχείου των καθ` ων».
Η αίτηση, με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, η οποία εκδικάζεται κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ), ως προς το αίτημα για προσωρινή επιδίκαση της απαιτήσεως που ισχυρίζεται ότι έχει η αιτούσα κατά των καθ` ων, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι δεν παρέχεται από το νόμο εξουσία στο δικαστήριο να επιδικάσει προσωρινά μια τέτοια απαίτηση που αναφέρεται σε αμοιβή από σύμβαση έργου ή σε αποζημίωση από μια τέτοια σύμβαση, αφού τέτοιου είδους απαιτήσεις, όπως και απαιτήσεις από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό δεν περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που απαριθμούνται στο άρθρο 728 ΚΠολΔ (βλ. ΜΠρΑθ 23632/1996 ΕΕργΔ 1998.126).
Και ναι μεν, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, υποστηρίζεται ότι μπορεί να γίνει διεύρυνση εφαρμογής του άρθρου 728 επ. ΚΠολΔ και σε άλλες περιπτώσεις με αναλογική εφαρμογή, αλλά κατά την ορθότερη άποψη η απαρίθμηση του άρθρου 728 παρ.1 ΚΠολΔ είναι περιοριστική, χωρεί δηλαδή προσωρινή επιδίκαση μόνο για τις απαριθμούμενες και κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτή απαιτήσεις, αφού γίνεται εξαντλητική μνεία αυτών και επιμελημένη απαρίθμηση.
Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχει εν προκειμένω η αναγκαία για την αιτούμενη προσωρινή επιδίκαση προϋπόθεση της επείγουσας περίπτωσης, όπως βάσιμα επικαλούνται και οι καθ` ων, αφού σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αίτηση από τότε που κατέστη απαιτητή η επικαλούμενη αξίωση της αιτούσας (τέλος Νοεμβρίου 2003) μέχρι σήμερα παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα (3 και πλέον ετών), χωρίς η αιτούσα να επιδιώξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για επιδίκαση του ανωτέρω ποσού. Η μεγάλη καθυστέρηση και η αδικαιολόγητη βραδύτητα ενέχει την έννοια της έλλειψης της επείγουσας περίπτωσης (βλ. Τζίφρα Ασφ Μέτρα, εκδ. 1985 σελ. 11-12., Κ. Μπέη, Ασφ. Μέτρα, αρθρ. 682 σελ. 30 επ.).
Εξ άλλου η εκδίκαση της ασκηθείσας τακτικής αγωγής για την παραπάνω απαίτηση σε πολύ σύντομο χρόνο (15-5-2007) συνηγορεί με την παραπάνω κρίση.
Περαιτέρω, απορριπτέο είναι και το περί συντηρητικής κατασχέσεως σωρευόμενο στο ίδιο δικόγραφο αίτημα, καθόσον, πέραν του ότι είναι αόριστο, αφού η αιτούσα δεν προσδιορίζει καθόλου περιστατικά που να συνιστούν επικείμενο κίνδυνο για την ικανοποίηση της απαίτησης της κατά των καθ` ων, όπως ότι επίκειται προσεχής αποξένωση από τα κατασχετά στοιχεία της περιουσίας των καθ` ων, ότι αυτοί είναι αφερέγγυοι, ελαττωμένης περιουσιακής κατάστασης και ότι έχουν οφειλές προς άλλους δανειστές τους, είναι απορριπτέο και ως ουσιαστικά αβάσιμο, διότι από τα προσαγόμενα αποδεικτικά στοιχεία (καταθέσεις μαρτύρων στο ακροατήριο του δικαστηρίου και προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα) ουδόλως πιθανολογήθηκε ότι η περιουσιακή κατάσταση των καθ` ων η αίτηση είναι επισφαλής και δημιουργεί κίνδυνο για την ικανοποίηση της προαναφερόμενης αξιώσεως της αιτούσας. Οι καθ` ων η αίτηση είναι αμφότεροι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι υπάρχει πρόθεση να εκποιήσουν την περιουσία τους σε τρίτο, ώστε να κινδυνεύει να ματαιωθεί η ικανοποίηση της απαιτήσεως της αιτούσας σε περίπτωση που θα κρίνονταν βάσιμη.
Ενόψει των παραπάνω, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολο της. Η δικαστική δαπάνη των καθ` ων η αίτηση πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της αιτούσας επειδή ηττάται (176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αιτούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των καθ` ων η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση στη Ρόδο στις 13 Απριλίου 2007, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΚΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΠΙΔΙΚΑΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ. Η ΑΠΑΡΙΘΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΟΥ άρθρου 728 Κ.Πολ.Δ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΗ - Η αίτηση, ... είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι δεν παρέχεται από το νόμο εξουσία στο δικαστήριο να επιδικάσει προσωρινά μια τέτοια απαίτηση που αναφέρεται σε αμοιβή από σύμβαση έργου ή σε αποζημίωση από μια τέτοια σύμβαση, αφού τέτοιου είδους απαιτήσεις, όπως και απαιτήσεις από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό δεν περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που απαριθμούνται στο άρθρο 728 ΚΠολΔ. Και ναι μεν, ...., υποστηρίζεται ότι μπορεί να γίνει διεύρυνση εφαρμογής του άρθρου 728 επ. ΚΠολΔ και σε άλλες περιπτώσεις με αναλογική εφαρμογή, αλλά κατά την ορθότερη άποψη η απαρίθμηση του άρθρου 728 παρ.1 ΚΠολΔ είναι περιοριστική, χωρεί δηλαδή προσωρινή επιδίκαση μόνο για τις απαριθμούμενες και κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτή απαιτήσεις, αφού γίνεται εξαντλητική μνεία αυτών και επιμελημένη απαρίθμηση.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ - ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΗ ΛΗΨΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΕΧΕΙ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ - Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχει εν προκειμένω η αναγκαία για την αιτούμενη προσωρινή επιδίκαση προϋπόθεση της επείγουσας περίπτωσης, όπως βάσιμα επικαλούνται και οι καθ` ων, αφού σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αίτηση από τότε που κατέστη απαιτητή η επικαλούμενη αξίωση της αιτούσας (τέλος Νοεμβρίου 2003) μέχρι σήμερα παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα (3 και πλέον ετών), χωρίς η αιτούσα να επιδιώξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για επιδίκαση του ανωτέρω ποσού. Η μεγάλη καθυστέρηση και η αδικαιολόγητη βραδύτητα ενέχει την έννοια της έλλειψης της επείγουσας περίπτωσης.
Εξ άλλου η εκδίκαση της ασκηθείσας τακτικής αγωγής για την παραπάνω απαίτηση σε πολύ σύντομο χρόνο (15-5-2007) συνηγορεί με την παραπάνω κρίση.
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ. ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΟΡΙΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ - Απορριπτέο είναι και το περί συντηρητικής κατασχέσεως σωρευόμενο στο ίδιο δικόγραφο αίτημα, καθόσον, πέραν του ότι είναι αόριστο, αφού η αιτούσα δεν προσδιορίζει καθόλου περιστατικά που να συνιστούν επικείμενο κίνδυνο για την ικανοποίηση της απαίτησης της κατά των καθ` ων, όπως ότι επίκειται προσεχής αποξένωση από τα κατασχετά στοιχεία της περιουσίας των καθ` ων, ότι αυτοί είναι αφερέγγυοι, ελαττωμένης περιουσιακής κατάστασης και ότι έχουν οφειλές προς άλλους δανειστές τους, είναι απορριπτέο και ως ουσιαστικά αβάσιμο, διότι από τα προσαγόμενα αποδεικτικά στοιχεία (καταθέσεις μαρτύρων στο ακροατήριο του δικαστηρίου και προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα) ουδόλως πιθανολογήθηκε ότι η περιουσιακή κατάσταση των καθ` ων η αίτηση είναι επισφαλής και δημιουργεί κίνδυνο για την ικανοποίηση της προαναφερόμενης αξιώσεως της αιτούσας. Οι καθ` ων η αίτηση είναι αμφότεροι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι υπάρχει πρόθεση να εκποιήσουν την περιουσία τους σε τρίτο, ώστε να κινδυνεύει να ματαιωθεί η ικανοποίηση της απαιτήσεως της αιτούσας σε περίπτωση που θα κρίνονταν βάσιμη.
Αριθμός απόφασης: 1447/2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΔΙΚΑΣΤΗΣ: Ευφροσύνη Φουκαράκη, Πρόεδρος Πρωτοδικών, που ορίσθηκε μετά από κλήρωση σύμφωνα με το Νόμο.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Δεν ορίσθηκε. ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ: Της 26ης Μαρτίου 2007.
ΑΙΤΟΥΣΑ: ......, η οποία παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων δικηγόρων του, Στέργου Αλαβάνου (δικηγόρου Ρόδου) και Αγγελικής Λιτζέρη (δικηγόρου Αθηνών).
ΚΑΘ` ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1) ..... και 2) ...., οι οποίοι παραστάθηκαν ο μεν πρώτος μετά, η δεύτερη δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Καζούλη Καζουλάκη.
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΑΙΤΗΣΗΣ: 20-9-2006. ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ: 4544/15-12-2006.
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΚΗΣ: Προσωρινή επιδίκαση απαίτησης και συντηρητική κατάσχεση.
Η συζήτηση της υπόθεσης έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου. αφου μελετησε τη δικογραφια σκέφθηκε σύμφωνα με το νομο
Η προσωρινή επιδίκαση απαιτήσεων, κατ` άρθρο 728 ΚΠολΔ, όπως συνάγεται από την παράγραφο 1 αυτού, είναι περιοριστική, δηλαδή χωρεί μόνο για τις απαριθμούμενες και κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτή απαιτήσεις (βλ. Διαμαντάκο, ΕΕΝ 38.586, Αποστολόπουλο, Ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, παρ. 402α, Τζίφρα, ΕΕΝ 37.398, Παπαχριστοπούλου, Δίκη 9.804, ΜονΠρΑΘ 7572/1986 Δνη 28.1359, ΜΠρΘεσ 3811/1981 ΝοΒ 30.87, ΜονΠρΘεσ 1950/1981 Δίκη 9.801, ΜονΠρΑθ 13351/1979 Δίκη 11.57, αλλιώς Μπέης, ΠολΔικ, 669-671, ΜονΠρΚορ 246/1976 ΝοΒ 25.1121, ΜονΠρΑθ 14616/1971 ΑρχΝ 23.62), καθόσον γίνεται εξαντλητική μνεία αυτών και επιμελημένη απαρίθμηση του από το νομοθέτη και κατ` ακολουθίαν δεν είναι επιτρεπτή η διεύρυνση με την ερμηνεία για την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων αυτών και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. Η ρύθμιση αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι ενώ αρχικώς στον ΚΠολΔ του 1968 και μάλιστα στο άρθρο 773 εδ. ζ` οριζόταν ότι «το δικαστήριο δύναται ως ασφαλιστικό μέτρο να επιδικάσει εν όλω ή εν μέρει προσωρινές απαιτήσεις..., ζ) εις πάσαν άλλην περίπτωσιν κατά την οποία επιβάλλεται εκ των περιστάσεων δια την συντήρησιν του δικαιούχου», με τις τροποποιήσεις που έγιναν με το ν.δ. 958/71 διαγράφηκε η παραπάνω φράση από εδ. ζ` της υπόψη διάταξης και τούτο, γιατί η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου δεν συμβιβάζεται «προς την φύσιν της προσωρινής επιδικάσεως».
Συνεπώς στις μη προβλεπόμενες περιπτώσεις χωρεί μόνο αγωγή κατά την τακτική ή άλλη προβλεπόμενη ειδική διαδικασία, κατά τις διακρίσεις του νόμου (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση, αρθρ. 728, παρ.2).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 682 παρ.1 του ΚΠολΔ, απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να διαταχθεί το ασφαλιστικό μέτρο της συντηρητικής κατάσχεσης (ή προσημείωσης υποθήκης) και να ασφαλιστεί χρηματική απαίτηση είναι να συντρέχει επικείμενος κίνδυνος. Ως επικείμενος κίνδυνος νοείται η πιθανολόγηση ότι πρόκειται προσεχής αποξένωση του οφειλέτη από την κατασχετή περιουσία του, έτσι ώστε να είναι αδύνατη η επίσπευση εναντίον του αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν κάποτε ο αιτών δανειστής θα αποκτήσει εκτελεστό τίτλο, μετά τον τερματισμό της διαγνωστικής δίκης. Έτσι η ελαττωμένη περιουσιακή κατάσταση του καθ` ου δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης ή της προσημείωσης υποθήκης ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση πιθανή μεταβολή στο μέλλον της περιουσιακής κατάστασης κάποιου προσώπου, διότι με τέτοια εκδοχή θα δικαιολογείτο η λήψη ασφαλιστικών μέτρων και μάλιστα του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάστασης ή της προσημείωσης υποθήκης σε κάθε εκκρεμή αγωγή, ενόψει της ενδεχόμενης, κατά την κοινή πείρα και λογική, μεταβολής ή ελαττώσεως της περιουσιακής κατάστασης του διαδίκου. Απαιτώντας συνεπώς ο νόμος επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, που δικαιολογείται από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών κάποιου συγκεκριμένου κινδύνου ματαίωσης της απαίτησης ή επείγουσας περίπτωσης της παρούσας στιγμής, η οποία είναι πιεστική και ανεπίδεκτη αναβολής και απαιτεί άμεση ρύθμιση, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ανεπανόρθωτων ή δύσκολα αναστρέψιμων καταστάσεων (βλ. ΜΠρΑθ 449/2004 ΝοΒ 2004,831, ΜΠρΠειρ 1248/1999 ΕΜετΔ 1999,337, ΜΠρΑθ 3066/99 Δ 30,521, ΜΠρΑθ 34339/98 ΔΕΕ 1999,494, ΜΠρΑθ 11631/1998 ΔΕΝ 54,1506, ΜΠρΑθ 12451/1997 ΝοΒ 45,1150, ΜΠρΑθ 31951/1996 Αρμ 51,1499, ΜΠρΑθ 31965/95 ΑρχΝ 48,690, ΜΠρΠειρ 232/95 Δίκη 26,595, ΜΠρΘεσ 14413/1994 ΑρχΝ ΜΖ,751, ΜΠρΑΘ 22493/94 Δνη 37,707, ΜΠρΑΘ 23867/1993 ΝοΒ 42,233, ΜΠρΑΘ 8650/91 ΝοΒ 1992,304, ΜΠρΧαλκ 686/91 Δίκη 23,262).
Εξ άλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 111, 118 αρ. 4 και 688 παρ 1 του ΚΠολΔ, προκύπτει, ότι για κάθε αίτηση παροχής δικαστικής προστασίας απαιτείται γενικώς μεν να αναφέρεται στο δικόγραφο, με ποινή απαραδέκτου που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενο στην προδικασία, μεταξύ άλλων και το αντικείμενο αυτού κατά τρόπο σαφή, ορισμένο και ευσύνοπτο, ειδικώς δε επί αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων να αναφέρονται συνοπτικώς τα πραγματικά περιστατικά που πιθανολογούν το δικαίωμα, για την εξασφάλιση ή διατήρηση του οποίου ζητείται το ασφαλιστικό μέτρο, καθώς και τον επικείμενο κίνδυνο ή την επείγουσα περίπτωση.
Στα ασφαλιστικά μέτρα η αξίωση αυτή του νόμου αποβαίνει περισσότερο επιτακτική για το λόγο ότι στις υποθέσεις αυτές είναι υποχρεωτική η προαπόδειξη (άρθρο 690 παρ.1 ΚΠολΔ), λόγω της οποίας ο αποδεικτικός έλεγχος των παραγωγικών γεγονότων του προστατευτέου δικαιώματος γίνεται κατ` ανάγκη μόνο με βάση τους ισχυρισμούς που διαλαμβάνονται στην αίτηση. Η παράλειψη της συνοπτικής μνείας κάποιου από τα παραπάνω γεγονότα καθιστά την αίτηση αόριστη και κατ` ακολουθία απαράδεκτη (βλ ΕφΑθ 1173/99 Δνη 42,764, ΜΠρΑθ 20368/87 Δνη 29,580, Β. Βαθρακοκοίλης, Ερμηνευτική-Νομολογιακή ανάλυση ΚΠολΔ, άρθρο 682 αριθμ. 10, 72).
Ειδικότερα δε, για το ορισμένο της σχετικής αιτήσεως, ως προς την προϋπόθεση της συνδρομής επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης, πρέπει σ` αυτήν να γίνεται έστω και συνοπτικά αναφορά των πραγματικών περιστατικών που πιθανολογούν τη συνδρομή του επικείμενου κινδύνου ή της επείγουσας περίπτωσης και δεν αρκεί η αναφορά στη στερεότυπη διατύπωση του νόμου, αλλά απαιτείται παράθεση συγκεκριμένων, έστω και συνοπτικώς, περιστατικών του εννοιολογικού προσδιορισμού των προϋποθέσεων αυτών, διαφορετικά είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας της (βλ ΕΑ 1173/99 Δνη 42,764, ΜΠρΠειρ 1248/1999 ΕΜετΔ 1999,337, ΜΠρΚ 349/88 Δνη 31,616, ΜΠρΑθ 20368/87 Δνη 29,580, ΜΠρΑ 12407/85 Δ 16,725, Τζίφρα ο.π σελ 9, Β. Βαθρακοκοίλη, ο.π. άρθρο 682, αριθμ. 10).
Στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα με την κρινόμενη αίτηση της εκθέτει ότι από ετών διατηρεί στην .... της Ρόδου οικοδομική επιχείρηση κατασκευής κτιστών και προκατασκευασμένων οικιών, της οποίας τη διαχείριση δυνάμει ειδικού πληρεξουσίου ασκεί ο σύζυγος της Ν. Κ. και ότι με την από 5-12-2002 έγγραφη σύμβαση έργου και από 11-11-2003 μεταγενέστερη όμοια (σύμβαση), οι καθ` ων, που είναι συνιδιοκτήτες, κατ` ισομοιρία, μιας αυτοτελούς καθέτου ιδιοκτησίας, επιφανείας 1.285 τ.μ. επί μείζονος ακινήτου κειμένου στην θέση «Οκκιουσμπουρνού Δεματικά» του Δημοτικού Διαμερίσματος Κοσκινού του Δήμου Καλλιθέας Ρόδου, της ανέθεσαν να προβεί στην κατασκευή επί της ανωτέρω ιδιοκτησίας τους, μιας οικίας (αποτελούμενης από ισόγειο, πρώτο όροφο και σοφίτα), συνολικού εμβαδού 151 τ.μ., αντί συμφωνηθέντος εργολαβικού ανταλλάγματος συνολικού ύψους 125.015 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 13%, κατά τους αναλυτικά εκτιθέμενους όρους και συμφωνίες. Ότι περί τα τέλη Νοεμβρίου 2003 και ενώ οι εκτελεσθείσες εκ μέρους της οικοδομικές εργασίες βρίσκονταν στο στάδιο της περαίωσης της προεργασίας των ελαιοχρωματισμών, οι καθ` ων, εντελώς αναίτια, την υποχρέωσαν σε διακοπή των εργασιών και την απέβαλαν εκ του έργου, έχοντας καταβάλλει συνολικά έναντι της αμοιβής της το ποσό των 85.808 ευρώ, έκτοτε δε αρνούνται να της καταβάλουν, για τις εκτελεσθείσες εκ μέρους της οικοδομικές εργασίες βάσει των ως άνω συμβάσεων αλλά και επιπρόσθετων (εργασιών) κατόπιν προφορικών υποδείξεων και εντολών των καθ` ων, οι οποίες κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα ανήλθαν σε 163.438,50 ευρώ, το οφειλόμενο υπόλοιπο των 77.630,50 ευρώ, για δε την απαίτηση της αυτή (επικαλούμενη τη σύμβαση έργου και επικουρικά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις), καθώς και για απαίτηση χρηματικής της ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη ένεκα της ως άνω υπαιτίου και αντισυμβατικής συμπεριφοράς των καθ` ων ποσού 30.000 ευρώ, έχει ασκήσει την από 20-9-2006 αγωγή εναντίον των καθ` ων ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί την 15-5-2007.
Με βάση το ιστορικό αυτό, η αιτούσα, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, ζητεί από το Δικαστήριο να επιδικάσει προσωρινά ως ασφαλιστικό μέτρο την για την προεκτεθείσα αιτία απαίτηση της ποσού 77.630,50 ευρώ, την οποία διατηρεί κατά των καθ` ων από την εξιστορούμενη σύμβαση έργου άλλως από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Περαιτέρω, ενώνοντας παραδεκτώς και άλλη αίτηση στο ίδιο δικόγραφο, ζητεί να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο και η συντηρητική κατάσχεση της ως άνω αυτοτελούς καθέτου ιδιοκτησίας των καθ` ων η αίτηση, μετά της επ` αυτής οικοδομής, προκειμένου να εξασφαλισθεί η προαναφερόμενη απαίτηση της εναντίον τους, επικαλούμενη ότι «υφίσταται άμεσος κίνδυνος απώλειας του ως άνω περιουσιακού στοιχείου των καθ` ων».
Η αίτηση, με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, η οποία εκδικάζεται κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ), ως προς το αίτημα για προσωρινή επιδίκαση της απαιτήσεως που ισχυρίζεται ότι έχει η αιτούσα κατά των καθ` ων, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι δεν παρέχεται από το νόμο εξουσία στο δικαστήριο να επιδικάσει προσωρινά μια τέτοια απαίτηση που αναφέρεται σε αμοιβή από σύμβαση έργου ή σε αποζημίωση από μια τέτοια σύμβαση, αφού τέτοιου είδους απαιτήσεις, όπως και απαιτήσεις από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό δεν περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που απαριθμούνται στο άρθρο 728 ΚΠολΔ (βλ. ΜΠρΑθ 23632/1996 ΕΕργΔ 1998.126).
Και ναι μεν, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, υποστηρίζεται ότι μπορεί να γίνει διεύρυνση εφαρμογής του άρθρου 728 επ. ΚΠολΔ και σε άλλες περιπτώσεις με αναλογική εφαρμογή, αλλά κατά την ορθότερη άποψη η απαρίθμηση του άρθρου 728 παρ.1 ΚΠολΔ είναι περιοριστική, χωρεί δηλαδή προσωρινή επιδίκαση μόνο για τις απαριθμούμενες και κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτή απαιτήσεις, αφού γίνεται εξαντλητική μνεία αυτών και επιμελημένη απαρίθμηση.
Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχει εν προκειμένω η αναγκαία για την αιτούμενη προσωρινή επιδίκαση προϋπόθεση της επείγουσας περίπτωσης, όπως βάσιμα επικαλούνται και οι καθ` ων, αφού σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αίτηση από τότε που κατέστη απαιτητή η επικαλούμενη αξίωση της αιτούσας (τέλος Νοεμβρίου 2003) μέχρι σήμερα παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα (3 και πλέον ετών), χωρίς η αιτούσα να επιδιώξει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για επιδίκαση του ανωτέρω ποσού. Η μεγάλη καθυστέρηση και η αδικαιολόγητη βραδύτητα ενέχει την έννοια της έλλειψης της επείγουσας περίπτωσης (βλ. Τζίφρα Ασφ Μέτρα, εκδ. 1985 σελ. 11-12., Κ. Μπέη, Ασφ. Μέτρα, αρθρ. 682 σελ. 30 επ.).
Εξ άλλου η εκδίκαση της ασκηθείσας τακτικής αγωγής για την παραπάνω απαίτηση σε πολύ σύντομο χρόνο (15-5-2007) συνηγορεί με την παραπάνω κρίση.
Περαιτέρω, απορριπτέο είναι και το περί συντηρητικής κατασχέσεως σωρευόμενο στο ίδιο δικόγραφο αίτημα, καθόσον, πέραν του ότι είναι αόριστο, αφού η αιτούσα δεν προσδιορίζει καθόλου περιστατικά που να συνιστούν επικείμενο κίνδυνο για την ικανοποίηση της απαίτησης της κατά των καθ` ων, όπως ότι επίκειται προσεχής αποξένωση από τα κατασχετά στοιχεία της περιουσίας των καθ` ων, ότι αυτοί είναι αφερέγγυοι, ελαττωμένης περιουσιακής κατάστασης και ότι έχουν οφειλές προς άλλους δανειστές τους, είναι απορριπτέο και ως ουσιαστικά αβάσιμο, διότι από τα προσαγόμενα αποδεικτικά στοιχεία (καταθέσεις μαρτύρων στο ακροατήριο του δικαστηρίου και προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα) ουδόλως πιθανολογήθηκε ότι η περιουσιακή κατάσταση των καθ` ων η αίτηση είναι επισφαλής και δημιουργεί κίνδυνο για την ικανοποίηση της προαναφερόμενης αξιώσεως της αιτούσας. Οι καθ` ων η αίτηση είναι αμφότεροι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι υπάρχει πρόθεση να εκποιήσουν την περιουσία τους σε τρίτο, ώστε να κινδυνεύει να ματαιωθεί η ικανοποίηση της απαιτήσεως της αιτούσας σε περίπτωση που θα κρίνονταν βάσιμη.
Ενόψει των παραπάνω, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολο της. Η δικαστική δαπάνη των καθ` ων η αίτηση πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της αιτούσας επειδή ηττάται (176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αιτούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των καθ` ων η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση στη Ρόδο στις 13 Απριλίου 2007, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου