Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020

ΑΠ 1064 / 2012 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) : ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΟΙΝΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΡΑΠΕΖΗΣ – ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ ΕΝΟΧΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΤΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ –ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΕΚ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ- ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ – ΑΞΙΩΣΗ ΤΟΥ ΜΗ ΑΝΑΛΑΒΟΝΤΑ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΙΣΥ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΦΘΕΙΣΑΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ (411, 489, 490, 491 και 493 του ΑΚ)

ΑΠ 1064 / 2012   (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΟΙΝΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΡΑΠΕΖΗΣ – ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ ΕΝΟΧΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΤΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ – ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΤΗΣ ...ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΕΚ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ- ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ – ΑΞΙΩΣΗ ΤΟΥ ΜΗ ΑΝΑΛΑΒΟΝΤΑ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΙΣΥ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΦΘΕΙΣΑΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ (411, 489, 490, 491 και 493 του ΑΚ) – Σε περίπτωση χρηματικής κατάθεσης στο όνομα του ίδιου του καταθέτη και τρίτου ή τρίτων σε κοινό λογαριασμό και ανεξαρτήτως του αν τα κατατεθέντα χρήματα ανήκαν σε όλους εκείνους υπέρ των οποίων έγινε η κατάθεση ή σε μερικούς από αυτούς, παράγεται μεταξύ του καταθέτη και του τρίτου αφενός και του δέκτη της κατάθεσης (Τράπεζας) αφ' ετέρου ενεργητική εις ολόκληρον ενοχή.Σε περίπτωση αναλήψεως ολόκληρου του ποσού της καταθέσεως από έναν δικαιούχο, που επιφέρει απόσβεση της απαίτησης καθ' ολοκληρίαν έναντι της Τράπεζας και ως προς τον άλλον, τον μη αναλαβόντα δηλαδή δικαιούχο, ο τελευταίος αποκτά εκ του νόμου απαίτηση έναντι του αναλαβόντος ολόκληρη την κατάθεση για την καταβολή ποσού ίσου προς το ήμισυ της κατάθεσης, εκτός εάν από τη μεταξύ τους εσωτερική σχέση προκύπτει άλλη αναλογία ή δικαίωμα επί ολόκληρου του ποσού ή έλλειψη δικαιώματος αναγωγής εκ μέρους του μη αναλαβόντος (ΑΠ 1545/2008, 1357/2002).

Απόφαση 1064 / 2012    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Ευφημία Λαμπροπούλου και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 30 Ιανουαρίου 2012, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Π. Κ. του Χ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Πέτρο Αναστασόπουλο και Βασίλειο Χριστόπουλο.
Της αναιρεσιβλήτου: Κ. Λ. του Λ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Σαραντόπουλο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 15-9-2003 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Καλαμάτας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 229/2005 του ίδιου Δικαστηρίου και 28/2009 του Εφετείου Καλαμάτας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητά ο αναιρεσείων με την από 31-3-2009 αίτησή του και με τους από 15-12-2011 πρόσθετους λόγους αναιρέσεως.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 3-1-2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης ως προς τους λόγους του αναιρετηρίου και του από 15-12-2011 δικογράφου πρόσθετων λόγων.
Οι πληρεξούσιοι του αναιρεσείοντος ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων, ο πληρεξούσιος της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 και 2 του ν.5638/1932 "Περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν", όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ.951/1971, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 2 παρ.1 του ν.δ. της 17-7/13-8-1923 "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών" και 411, 489, 490, 491 και 493 του ΑΚ, προκύπτει ότι σε περίπτωση χρηματικής κατάθεσης στο όνομα του ίδιου του καταθέτη και τρίτου ή τρίτων σε κοινό λογαριασμό και ανεξαρτήτως του αν τα κατατεθέντα χρήματα ανήκαν σε όλους εκείνους υπέρ των οποίων έγινε η κατάθεση ή σε μερικούς από αυτούς, παράγεται μεταξύ του καταθέτη και του τρίτου αφενός και του δέκτη της κατάθεσης (Τράπεζας) αφ' ετέρου ενεργητική εις ολόκληρον ενοχή και οι περισσότεροι καταθέτες, τα πρόσωπα δηλαδή υπέρ των οποίων έγινε η κατάθεση, έχουν μεταξύ τους δικαίωμα κατ' ίσα μέρη επί της καταθέσεως, εκτός αν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση τους.

Έτσι, σε περίπτωση αναλήψεως ολόκληρου του ποσού της καταθέσεως από έναν δικαιούχο, που επιφέρει απόσβεση της απαίτησης καθ' ολοκληρίαν έναντι της Τράπεζας και ως προς τον άλλον, τον μη αναλαβόντα δηλαδή δικαιούχο, ο τελευταίος αποκτά εκ του νόμου απαίτηση έναντι του αναλαβόντος ολόκληρη την κατάθεση για την καταβολή ποσού ίσου προς το ήμισυ της κατάθεσης, εκτός εάν από τη μεταξύ τους εσωτερική σχέση προκύπτει άλλη αναλογία ή δικαίωμα επί ολόκληρου του ποσού ή έλλειψη δικαιώματος αναγωγής εκ μέρους του μη αναλαβόντος (ΑΠ 1545/2008, 1357/2002), το βάρος δε της επικλήσεως και αποδείξεως της εξαίρεσης αυτής φέρει ο διάδικος που προβάλλει περιστατικά που θεμελιώνουν το ανωτέρω εξαιρετικό δικαίωμά του (ΑΠ 1462/2006).

Παρέπεται ότι, με την επιφύλαξη της προαναφερθείσης εξαιρέσεως, σε περίπτωση που ο δικαιούχος αναλάβει το ήμισυ του ποσού της καταθέσεων δεν γεννάται εναντίον του καμιά απαίτηση του άλλου (μη αναλαβόντος) δικαιούχου, υπέρ του οποίου παραμένει το υπόλοιπο ήμισυ της καταθέσεως, το οποίο δεν ανέλαβε ο πρώτος. Εξάλλου ο λόγος αναιρέσεως του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ για έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης δεν δημιουργείται όταν η απόφαση διαλαμβάνει πλήρεις και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες που στηρίζουν το αποδεικτικό της πόρισμα και το διατακτικό της (κατάφαση ή άρνηση της έννομης συνέπειας του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου) και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής του ουσιαστικού κανόνα δικαίου.

Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο που την εξέδωσε δέχθηκε ότι η αναιρεσίβλητη, πρώην σύζυγος του αναιρεσείοντος, αμέσως μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων και δη την 5-4-2001 και την 17-4-2001 ανέλαβε από τους αναφερόμενους κοινούς λογαριασμούς αμοιβαίων κεφαλαίων τα οποία ρευστοποίησε, και ταμιευτηρίου που διατηρούσαν οι διάδικοι στις επίσης αναφερόμενες Τράπεζες το ήμισυ των συνολικά κατατεθειμένων στους λογαριασμούς αυτούς ποσών, ανερχομένου (του αναληφθέντος ημίσεως) στο ποσό των 60.012.022 δραχμών ή 176.117,45 ευρώ, ενώ είχε αναλάβει ήδη, την 9-6-1999, από τον αναφερόμενο κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου και το ποσό των 2.198.400 δραχμών ή 6.451,65 ευρώ, και ότι (δέχεται το Εφετείο) δεν αποδείχθηκε ο αγωγικός ισχυρισμός του αναιρεσείοντος περί προελεύσεως των κατατεθειμένων ως άνω ποσών από δικά του αποκλειστικά χρήματα και περί υπάρξεως ειδικής συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων, κατά την οποία η αναιρεσίβλητη μόνο δικαίωμα καταθέσεων, κατόπιν εντολής του αναιρεσείοντος, και αναλήψεων, για τις οικογενειακές τους ανάγκες, είχε από τους λογαριασμούς των διαδίκων, χωρίς κανένα περαιτέρω δικαίωμα της ιδίας επί των χρημάτων αυτών.

Και βάσει των παραδοχών αυτών το Εφετείο έκρινε ότι η αναιρεσίβλητη νομίμως προέβη στην ανάληψη, για δικό της λογαριασμό, των ως άνω ποσών του "τεκμαιρομένου" κατά νόμον (προρρηθείσες διατάξεις) ημίσεως των καταθέσεων των κοινών λογαριασμών των διαδίκων, και απέρριψε, κατά παραδοχήν της εφέσεως της αναιρεσίβλητης, την ένδικη αγωγή του αναιρεσείοντος, με την οποία ο τελευταίος ζητούσε να υποχρεωθεί η αναιρεσίβλητη να του αποδώσει το αναληφθέν ως άνω (συνολικό) ποσό. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι το Εφετείο απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος με την παραδοχή ότι δεν αποδείχθηκε η κατά τον αναιρεσείοντα εσωτερική σχέση των διαδίκων (συμφωνία) βάσει της οποίας η αναιρεσίβλητη δεν είχε δικαίωμα επί των κατατεθειμένων χρημάτων, δικαίωμα δηλαδή αναλήψεως για δικό της λογαριασμό (το βάρος αποδείξεως της οποίας (συμφωνίας) είχε κατά τα προεκτεθέντα ο αναιρεσείων-επικαλούμενος την ύπαρξη τέτοιας συμφωνίας), και ότι επομένως η αναιρεσίβλητη είχε κατά νόμον, ως ανωτέρω, δικαίωμα επί του ημίσεως των καταθέσεων.

Η παραδοχή αυτή του Εφετείου στηρίζει, σύμφωνα με τις προρρηθείσες διατάξεις το αποδεικτικό πόρισμα του δικαστηρίου και το διατακτικό της απόφασης του (απόρριψη αγωγής αναιρεσείοντος), με αποτέλεσμα η απόφαση να έχει νόμιμη βάση, περιέχοντας πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες ως προς το ανωτέρω ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης.

Επομένως ο πέμπτος, στοιχ. α', από το άρθρο 559 αρ.19 του ΚΠολΔ, λόγος του αναιρετηρίου με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Αβάσιμος και απορριπτέος είναι ενόψει των προεκτεθέντων και ο τέταρτος, του αναιρετηρίου, και ο συναφής πρώτος, του δικογράφου πρόσθετων λόγων, από το άρθρο 559 αρ.13 του ΚΠολΔ, λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο με το να απορρίψει ως αναπόδεικτο τον προαναφερθέντα ισχυρισμό του αναιρεσείοντος περί της ειρημένης εσωτερικής σχέσης (συμφωνίας) των διαδίκων παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με το βάρος της απόδειξης.

Από την ίδια προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα από την αναφορά του Εφετείου ότι για τον σχηματισμό της κρίσεώς του έλαβε υπόψη εκτός των άλλων και όλα τα έγγραφα τα οποία επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της απόφασης, προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και τις υπ' αριθμ. 2156/2001 και 13747/2007 ένορκες βεβαιώσεις από άλλη δίκη μεταξύ των διαδίκων τις οποίες είχε προσκομίσει και επικαλεσθεί ως δικαστικά τεκμήρια ο αναιρεσείων. Επομένως ο δεύτερος, από το άρθρο 559 αρ.11 του ΚΠολΔ, λόγος του αναιρετηρίου, με τον οποίο ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τα προαναφερθέντα έγγραφα (ένορκες βεβαιώσεις από άλλη δίκη), είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Με τον τρίτο λόγο του αναιρετηρίου, από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, προβάλλεται η αιτίαση ότι το δικαστήριο παρά τον νόμο δεν έλαβε υπόψη και τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος ότι για τον σχηματισμό του τελικού ποσού των καταθέσεων των ένδικων κοινών λογαριασμών είχε συμβάλει ο ίδιος και με τα ποσά των 2.000.000 και 5.000.000 δραχμών, που προήρχοντο από την εκμετάλλευση κινηματογράφου και δωρεά εκ μέρους της μητέρας του, αντίστοιχα.

Παρεκτός του ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση ρητώς περιέχεται κρίση και για τα ποσά αυτά, ο λόγος αυτός της αναίρεσης είναι απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελής, αφού και σύμφωνα με τα προεκτεθέντα το Εφετείο στήριξε την κρίση του στη παραδοχή ότι δεν αποδείχθηκε η ρηθείσα εσωτερική σχέση (συμφωνία) μεταξύ των διαδίκων την οποία είχε επικαλεσθεί ο αναιρεσείων και κατά την οποία η αναιρεσίβλητη δεν είχε δικό της δικαίωμα επί των χρημάτων των κοινών λογαριασμών, όχι δε στην κατά ποσό συμμετοχή του κάθε διαδίκου στον σχηματισμό των τελικών ποσών των καταθέσεων των κοινών λογαριασμών, ώστε να ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ο ανωτέρω ισχυρισμός ("πράγμα") και να έχει υποχρέωση το δικαστήριο να τον λάβει υπόψη.

Για τον ίδιο αυτόν ως άνω λόγο είναι απορριπτέος επίσης προεχόντως ως αλυσιτελής και ο πέμπτος, στοιχ. β-ε', του αναιρετηρίου, και ο συναφής δεύτερος, του δικογράφου πρόσθετων λόγων, από το άρθρο 559 αρ.19 του ΚΠολΔ, λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς τα ποσά που αναφέρονται σ' αυτήν ως συμβολή του κάθε διαδίκου στον σχηματισμό των τελικών ποσών των κοινών λογαριασμών, αφού η συμβολή αυτή δεν ασκεί, όπως προαναφέρθηκε, ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και δεν στήριξε το διατακτικό της απόφασης, ώστε να ελέγχεται για ανεπαρκείς κ.λπ αιτιολογίες, κατά τη ρηθείσα διάταξη του άρθρου 559 αρ.19 του ΚΠολΔ.

ΙΙ. Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει, όπως επίσης προαναφέρθηκε, ότι και κατά τις παραδοχές του Εφετείου η αναιρεσίβλητη προ της αναλήψεως του ειρημένου στην προηγούμενη παράγραφο της παρούσης ημίσεως των καταθέσεων των διαδίκων και δη την 9-6-1999 είχε αναλάβει για τον εαυτό της από τον κοινό λογαριασμό καταθέσεων και το ποσό των 2.198.400 δραχμών ή 6.451,65 ευρώ. Ο αναιρεσείων είχε ζητήσει με την αγωγή του, όπως από αυτήν προκύπτει, και το ποσόν αυτό, ως μέρος του ζητούμενου ποσού που συνολικά είχε αναλάβει η αναιρεσίβλητη από τους κοινούς λογαριασμούς των διαδίκων, ο ίδιος δε αναιρεσείων, με τον έκτο λόγο της εφέσεώς του, επανέφερε στο Εφετείο το αίτημα για επιδίκαση (και) του ποσού αυτού, που είχε γίνει δεκτό κατά τα 2/3 (όπως όλο το ζητούμενο με την αγωγή ποσό) με την πρωτόδικη απόφαση.

Ενόψει των ανωτέρω και της ορθής, κατά τα προεκτεθέντα, παραδοχής του Εφετείου, ότι η αναιρεσίβλητη εδικαιούτο να λάβει το ήμισυ των κατατεθειμένων χρημάτων από τους κοινούς λογαριασμούς των διαδίκων, έπρεπε (το Εφετείο) να εκφέρει κρίση και για το ως άνω ποσό των 6.451,65 ευρώ, που υπερβαίνει το ποσό του αναληφθέντος ημίσεως, απαντώντας στον προρρηθέντα έκτο λόγο της έφεσης του αναιρεσείοντος και δικάζοντας το σχετικό αίτημά του. Επομένως, το Εφετείο, που δεν διέλαβε κρίση για το αίτημα αυτό, υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.9 του ΚΠολΔ, ότι δηλαδή άφησε αίτηση αδίκαστη, όπως βάσιμα υποστηρίζει ο αναιρεσείων με τον πρώτο, από τη διάταξη αυτή, λόγο της αιτήσεώς του.

ΙΙΙ. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και κατά παραδοχήν του πρώτου λόγου της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση αυτή και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος της κατά το οποίο άφησε αδίκαστο τον έκτο λόγο της εφέσεως του αναιρεσείοντος και το σχετικό αίτημά του για το ποσό των 6.451,65 ευρώ, να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές (αρθρ. 580 παρ.3 του ΚΠολΔ), να συμψηφισθούν δε τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, κατά τα άρθρα 178 παρ.1 και 2, 183 εδ. β' του ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 28/2009 απόφαση του Εφετείου Καλαμάτας κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος της.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, στο ίδιο ως άνω δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 29 Μαΐου 2012.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 21 Ιουνίου 2012.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: