Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020

Α.Π. 409 / 2017 (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) : ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΜΕΡΙΔΟΥΧΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ - ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΘΙΓΕΤΑΙ Η ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ - ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΘΙΓΟΜΕΝΟΥ ΓΙΑ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΚΥΡΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ - ΑΤΥΠΟ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗΣ (ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΣΥΝΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ) - ΑΝΕΚΚΛΗΤΟ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗΣ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΩΝ (173, 200 ΑΚ)

Α.Π.  409 / 2017    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΜΕΡΙΔΟΥΧΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ - ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΘΙΓΕΤΑΙ Η ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ - ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΘΙΓΟΜΕΝΟΥ ΓΙΑ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ... ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΚΥΡΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ - ΑΤΥΠΟ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗΣ (ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΣΥΝΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ) - ΑΝΕΚΚΛΗΤΟ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗΣ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΩΝ (173, 200 ΑΚ) - Προσβολή της νόμιμης μοίρας της ενάγουσας - Ακυρότητα της μυστικής διαθήκης του θανόντος συζυγου της ο οποίος της κατέλιπε μόνο την επικαρπία από τις επίδικες μετοχές - Υπογραφή συμφωνητικού με εναγόμενο για κάλυψη του μεριδίου της νόμιμης μοίρας - Σαφής η βούληση της ενάγουσας για παραίτηση από το δικαίωμά της προς επίκληση της σχετικής ακυρότητας της διαθήκης, όσον αφορά την νόμιμη μοίρα της, περιοριζόμενη στα όσα κληρονόμησε με αυτή (επίμαχη διαθήκη) και σε αυτά που συμβατικώς είχε υποχρέωση να της μεταβιβάσει ο πρώτος εναγόμενος, δυνάμει του ως άνω συμφωνητικού, το οποίο φέρει τις υπογραφές αμφοτέρων - Δεν υπήρξε ανάγκη ερμηνείας - Απόρριψη αγωγής - Αβάσιμοι οι λόγοι αναίρεσης (1710, 1824, 1827, 1829, 1846, 1851, 1857, 871, 173, 200 ΑΚ)

 

ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ - ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΙΚΗ ΟΡΙΣΘΕΙΣΑ ΔΙΚΑΣΙΜΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤ’ ΑΝΑΒΟΛΗ ΔΙΚΑΣΙΜΟ -Εν προκειμένω η αναιρεσείουσα κατέθεσε δικόγραφο προσθέτων λόγων, δηλαδή όχι τριάντα ημέρες πριν από την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της αναίρεσης αλλά, κατά πολύ, μεταγενέστερα - Απορριπτέοι οι λόγοι αναίρεσης (569 ΚΠολΔ)

Α.Π. 409/2017

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Νικήτα Χριστόπουλο και Πέτρο Σαλίχο, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Δεκεμβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Σ. Ν. Χ. , χήρας Λ. Ν. Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων .....
Των αναιρεσίβλητων:1)Ν. Λ. Γ., κατοίκου ..., ατομικά και ως ασκούντος την γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου Δ. Ν. Γ., 2)Λ. Ν. Γ., κατοίκου ... 3)Ε. C. ως ασκούσας την γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου Δ. Ν. Γ. κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ......Μ. (Μ. Χ. δικηγόρου, ως εκτελεστή της διαθήκης, κατοίκου ..., που παραστάθηκε αυτοπροσώπως.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17-7-2009 .αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:5689/2012 οριστική του ιδίου Δικαστηρίου, 2492/2014 του Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 9-12-2014 αίτησή της και τους από 10-2-2016 πρόσθετους λόγους αυτής.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικήτας Χριστόπουλος, ανέγνωσε την από 8-3-2016 έκθεσή του και την από 9-12-2016 συμπληρωματική έκθεση του, με τις οποίες εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως και του δικογράφου των πρόσθετων λόγων.
Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά τα αιτήματά τους, καθένας δε να καταδικασθεί το αντίδικο μέρος στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την κρινόμενη αίτηση, η οποία νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από 26-9-2015 κλήση της αναιρεσείουσας μετά τη ματαίωση της συζήτησής της κατά τη δικάσιμο της 16ης-9-2015, προσβάλλεται η 2492/2014 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση της αναιρεσείουσας, κατά της 5689/2012 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.  Με την τελευταία απόφαση είχε απορριφθεί η από 17-7-2009 αγωγή της αναιρεσείουσας , με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί ότι είναι άκυρη , σαν να μην είχε γραφεί, διάταξη της μυστικής διαθήκης του αποβιώσαντος συζύγου της Λ. Γ., με την οποία κατέλιπε σε αυτή την επικαρπία 8.000 μετοχών της εταιρίας «... ΑΕ» κατά το μέρος που περιορίζει το ποσοστό της νόμιμης μοίρας της [23,50%] επί των εν λόγω μετοχών, να αναγνωριστεί το κληρονομικό της δικαίωμα, κατά το ίδιο ως άνω ποσοστό επί των αναφερόμενων, ειδικότερα, κληρονομιαίων περιουσιακών στοιχείων και ότι είναι άκυρη η από 18-2-2009 δήλωση αποποίηση της κληρονομίας από τον πρώτο εναγόμενο. Η αίτηση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔικ 552, 553, 556, 558. 564, 566 παρ. 1). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (ΚΠολΔικ 577 παρ. 3).

Α. επί του από 10-2-2016 δικογράφου πρόσθετων λόγων αναίρεσης. Κατά τη διάταξη του άρθρου 569 παρ. 2 ΚΠολΔικ οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης ασκούνται με δικόγραφο, το οποίο κατατίθεται στη γραμματεία του Αρείου Πάγου τουλάχιστον τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης και αντίγραφο αυτού του δικογράφου κοινοποιείται στον αναιρεσίβλητο και τους λοιπούς διαδίκους πριν από την προθεσμία αυτή. Κατά την αληθή έννοια της διάταξης αυτής, ως χρόνος συζήτησης της αναίρεσης, πριν από τον οποίο πρέπει να ασκηθούν οι πρόσθετοι λόγοι, θεωρείται η αρχικώς οριζόμενη δικάσιμος, κατά το άρθ. 568 παρ. 2 ΚΠολΔικ και όχι τυχόν μεταγενέστερη δικάσιμος, η οποία έχει ορισθεί από το δικαστήριο ύστερα από για οποιονδήποτε λόγο ματαίωση ή αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης κατ’ άρθ. 575 ΚΠολΔικ και επομένως η άσκηση των προσθέτων λόγων μετά την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο συνεπάγεται το απαράδεκτο αυτών, με άμεση συνέπεια την απόρριψη τους, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 577 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ [ΟλΑΠ 123/1972, ΟλΑΠ 654/1984, ΟλΑΠ 143/1984]. Εξ άλλου η θέσπιση της προπαρασκευαστικής αυτής προθεσμίας, που αποβλέπει στη διασφάλιση του δικαιώματος ακρόασης του αντιδίκου, ούτε αντίκειται στην από το άρθρο 4 του Συντάγματος αρχή της ισότητας, ούτε περιορίζει την άσκηση του από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος δικαιώματος του διαδίκου να αναπτύξει ενώπιον των δικαστηρίων τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά του, ούτε, τέλος, παραβιάζει τις αρχές της δίκαιης δίκης που καθιερώνονται με το άρθρο 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, τις οποίες ακριβώς αποσκοπεί να διασφαλίσει.

Στην προκείμενη περίπτωση από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι η από 9-12-2014 αίτηση αναίρεσης της 2492/2014 απόφασης του Εφετείου Αθηνών κατατέθηκε στις 9-12-2014 στη Γραμματεία του Εφετείου Αθηνών και προσδιορίστηκε για να δικαστεί από το Γ’ Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου την 16η Σεπτεμβρίου 2015. Κατά τη δικάσιμο εκείνη ματαιώθηκε η συζήτησή της εξαιτίας της διενέργειας Βουλευτικών Εκλογών, στη συνέχεια δε, με την από 26-9-2015 κλήση των αναιρεσιβλήτων, ορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της υπόθεσης η 16η Μαρτίου 2016. Η αναιρεσείουσα την 11η Φεβρουαρίου 2016 κατέθεσε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού το από 10 Φεβρουαρίου 2016, με αριθμό κατάθεσης ...-2-2016 δικόγραφο προσθέτων λόγων, δηλαδή όχι τριάντα ημέρες πριν από την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της αναίρεσης , αλλά, κατά πολύ, μεταγενέστερα. Επομένως, οι πρόσθετοι λόγοι είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, γιατί δεν ασκήθηκαν εμπρόθεσμα , κατ’ άρθρο 569 παρ. 2 ΚΠολΔικ, κατά παραδοχή σχετικής ένστασης των αναιρεσιβλήτων , αλλά και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα από το Δικαστήριο αυτό περί του παραδεκτού τους (ΚΠολΔικ 577 παρ. 2). Απορριπτέοι είναι, ακόμη, σύμφωνα με όσα προαναφέρονται και οι ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας ότι η εφαρμογή της ως άνω διάταξης του άρθρου 569 παρ. 2 ΚΠολΔικ έχει ως συνέπεια την παραβίαση των διατάξεων 4 και 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.

Β. Επί της από 9-12-2014 αίτησης αναίρεσης. Από το συνδυασμό των άρθρων 1710 § 2, 1825 έως 1827, 1829, 1846 έως 1851 και 1857 ΑΚ, σαφώς προκύπτει ότι η από την παράβαση του δικαίου της νόμιμης μοίρας ακυρότητα της διαθήκης είναι σχετική, έχοντας ταχθεί μόνο υπέρ του μεριδούχου, ο οποίος, αν παραβιάστηκε με τη διαθήκη η νόμιμη μοίρα του, με την ολοσχερή παράλειψη του ή την κατάλειψη σ’ αυτόν μέρους μόνο αυτής, ή με την κατάλειψη ολόκληρης ή μέρους της νόμιμης μοίρας του αλλά υπό περιορισμούς, δικαιούται, ακόμη και μετά την πάροδο της προς αποποίηση της κληρονομιάς προθεσμίας, οπότε θεωρείται ότι αμετακλήτως αποδέχτηκε την κληρονομιά ως προς το καταλειφθέν, να παραιτηθεί από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας του ως προς ολόκληρο ή το μέρος που λείπει, εκτός αν εκδήλωσε προηγουμένως αντίθετη βούληση, και να λάβει έτσι, αντί του θεσπιζόμενου με το νόμο, μόνον, ότι καταλείφθηκε σ’ αυτόν με τη διαθήκη, έτσι ώστε να παραμένει ισχυρή η με αυτήν εγκατάστασή του, παρά το ότι με αυτήν προσβάλλεται η νόμιμη μοίρα του. Η παραίτηση αυτή, η οποία δεν συνιστά αποποίηση της κληρονομιάς, υπό την έννοια του άρθρου 1847 ΑΚ, ή εκποίηση αυτής, αλλά αποτελεί παραίτηση από το δικαίωμα προς επίκληση της σχετικής ακυρότητας της διαθήκης, δηλαδή νομικό γεγονός που επάγεται απώλεια του δικαιώματος τούτου, μπορεί να γίνει, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά και με άτυπη, μονομερή, μη απευθυντέα προς άλλον δήλωση βούλησης, είτε ρητή είτε σιωπηρή, συναγόμενη δηλαδή συμπερασματικώς από πράξεις που εμφαίνουν βούληση παραίτησης και αν ακόμη περιλαμβάνονται στην κληρονομιά εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων, η σύμβαση μεταβίβασης των οποίων απαιτείται να γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου (ΟλΑΠ 935/1975).

Περαιτέρω κατά το άρθρο 559 αριθμός 19 ΚΠολΔικ αναίρεση χωρεί αν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ανεπάρκεια αιτιολογιών, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, υπάρχει όταν δεν προκύπτουν από την απόφαση σαφώς και επαρκώς τα περιστατικά που είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε ή όταν η απόφαση έχει ελλείψεις, όσον αφορά το νομικό χαρακτηρισμό των κρίσιμων περιστατικών που έγιναν δεκτά. Αντιφατικότητα δε αιτιολογιών υπάρχει όταν εξ αιτίας της δεν προκύπτει ποια πραγματικά περιστατικά δέχθηκε το δικαστήριο για να στηρίξει το διατακτικό, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί αν σωστά εφάρμοσε το Νόμο. Η αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια πρέπει να έχει σχέση με ουσιώδεις ισχυρισμούς και κεφάλαια παροχής έννομης προστασίας και επιθετικά ή αμυντικά μέσα και όχι με την επιχειρηματολογία των διαδίκων ή του δικαστηρίου, ούτε την εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή διατυπώνεται σαφώς (ΟλΑΠ 9/2016, ολΑΠ 9/2013 ολΑΠ 24/1992).

Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔικ) το Εφετείο, μετά από συνεκτίμηση των αποδεικτικών μέσων , που με επίκληση νομίμως προσκομίστηκαν από τους διαδίκους, δέχθηκε, κατ’ ανέλεγκτη κρίση, ως αποδειχθέντα τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : «Στις 17-11-2007 απεβίωσε στην Αθήνα ο Λ. Γ., κάτοικος εν ζωή Αθηνών, σύζυγος της ενάγουσας και πατέρας του πρώτου εναγόμενου, ο οποίος κατά το χρόνο του θανάτου του, κατέλειπε τα παρακάτω περιουσιακά στοιχεία: 1) 8.800 μετοχές (δηλαδή το 100% των μετοχών) εκδόσεως της εδρεύουσας στην Αθήνα και επί της οδού ... ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ..." αξίας 1.536.000 ευρώ 2) 4.400 μετοχές της στην Αθήνα και επί της οδού ... εδρεύουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΕΤΑΙΡΕΙΑ" αξίας 4.430.010 ευρώ, 3) 515 μετοχές εκδόσεως της εδρεύουσας στην Αθήνα και επί της οδού ... ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΕΤΑΙΡΕΙΑ" αξίας 3.708.000 ευρώ, 4) έργα τέχνης συνολικής αξίας 4.727.200 ευρώ, 5) μια μονοκατοικία αποτελούμενη από ισόγειο, εμβαδού 100 τ.μ και πρώτο όροφο εμβαδού 50 τμ. με το οικόπεδό της, εμβαδού 5000 τμ. μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο της κοινότητας ... του δημοτικού διαμερίσματος ... του Νομού Αιτωλοακαρνανίας, συνολικής αξίας 100.000 ευρώ, 6) έπιπλα και σκεύη, αξίας 100.000 ευρώ και 7) το 1/2 εξ’ αδιαιρέτου ιδιωτικής χρήσεως επιβατηγού αυτοκινήτου μάρκας "Μερσεντές" τύπου 190, 1800 κ.ε αξίας 4.000 ευρώ. Ήτοι η συνολική αξία της καταληφθείσας κληρονομιαίας περιουσίας ανερχόταν, κατά τον χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, σε 14.605.210 ευρώ.

Με την από 20-3-2007 μυστική διαθήκη του, την οποία ο θανών κατέθεσε στην Συμβολαιογράφο Α. Κ., συνταχθείσας από αυτή της με αριθμό .../27-3-2007 πράξεως καταθέσεως, που δημοσιεύθηκε με το 1106/22-2-2008 πρακτικό Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρήθηκε στα βιβλία διαθηκών του Πρωτοδικείου Αθηνών, στον τόμο ... με ..., ο διαθέτης όρισε τα εξής: "Κληρονόμους μου ορίζω τους εξ αίματος κατιόντες μου. 2. Στην σύζυγό μου Σ. Χ. αφήνω α) όσα της έχω δωρήσει ατύπως εν ζωή αφορολογήτως και με απόδοση εισοδήματος από της εκάστοτε δωρεάς, καταλογιζόμενα στα κληρονομικά της δικαιώματα και υπερκαλύπτοντα ταύτα και β) επικαρπία των μετοχών μου στην εταιρεία "... ΑΕΓΕ" περιλαμβάνουσα την ψήφο και το ετήσιο μέρισμα πλην θεμάτων τροποποιήσεως καταστατικού. 3) Δεν ανήκουν στην κληρονομιά μου α) τα κινητά της ανατολικής οικοδομής στο κτήμα του υιού μου Ν. Γ., Β. Α., ανήκοντα στην σύζυγό μου, β) τα κινητά στην κατοικία μου της οδού ... στην Αθήνα και στην οδό ... στην Κηφισιά, ανήκοντα στον υιό μου εκ κληρονομιάς της μητέρας μου, γ) τα εκδοτικά δικαιώματα από εκδιδόμενα βιβλία μου ανήκοντα στους εκδότες των και δ) κοινοί λογαριασμοί, ανήκοντες στους συνδικαιούχους μου. 4) Εκτελεστής της διαθήκης μου ορίζεται η δικηγόρος Αθηνών Μ. (Μ.) Χ...."

Με την παραπάνω διαθήκη θανών εγκατέστησε κληρονόμους σε ολόκληρη την περιουσία του, τους εξ αίματος κατιόντες του ήτοι τον πρώτο εναγόμενο-γυιό του από τον πρώτο γάμο και τους δύο ανήλικους εγγονούς του, οι οποίοι εκπροσωπούνται στην παρούσα δίκη από τους ενάγοντες -γονείς τους και δη κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου τον καθένα, την δε ενάγουσα περιόρισε σε όσα περιουσιακά στοιχεία της είχε δωρήσει ατύπως εν ζωή με τον όρο να καταλογιστούν στο κληρονομικό της δικαίωμα και της άφησε επίσης την επικαρπία των μετοχών του στην εταιρία "... Α.Ε.Γ.Ε" που περιλάμβανε, όπως αναφέρεται στο κείμενο της διαθήκης, την ψήφο και το ετήσιο μέρισμα πλην θεμάτων τροποποιήσεων του καταστατικού. Η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι ο περιορισμός της, με την παραπάνω μυστική διαθήκη του συζύγου της, σε μόνη την επικαρπία των καταλειφθεισών μετοχών της ανωτέρας εταιρίας, με τον επί πλέον μάλιστα περιορισμό, του από αυτές δικαιώματος ψήφου, μόνο ως προς τα θέματα τροποποιήσεως του καταστατικού (της ψιλής κυριότητας καταλειπομένης στους εναγομένους), προσβάλλει το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας της και η σχετική διάταξη θεωρείται ως μη γεγραμμένη, δικαιούται δε να λάβει ολόκληρο το ποσοστό αυτής επί της πραγματικής ομάδας της κληρονομιάς το οποίο ανέρχεται σε 23,50% επί των περιγραφέντων περιουσιακών στοιχείων του κληρονομουμένου, το οποίο (ποσοστό) υποχρεούνται οι εναγόμενοι να της αποδώσουν, κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, στα καταληφθέντα σε αυτούς περιουσιακά στοιχεία. Όμως η ενάγουσα - μεριδούχος, μετά την επαγωγή της παραπάνω κληρονομιάς, ρητά παραιτήθηκε από το δικαίωμα επικλήσεως της ακυρότητας της πιο πάνω μυστικής διαθήκης του συζύγου της, κατά το μέρος που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα της και επομένως και από το δικαίωμα αυτής (νόμιμης μοίρας). Ειδικότερα με την δημοσίευση, στις 22-2-2008 της παραπάνω μυστικής διαθήκης του συζύγου της, η ενάγουσα μεριδούχος, αν και με την διαθήκη αυτή ολόκληρη την περιουσία του κατέλειπε ο θανών στους εξ αίματος κατιόντες του, περιορίζοντας την ίδια στα όσα περιουσιακά στοιχεία εν ζωή της είχε δωρίσει και στην επικαρπία των 8.800 μετοχών της "... ΕΤΑΙΡΙΑΣ ..." τα οποία ενδεχομένως να υπολείπονται του δικαιώματος της νόμιμης μοίρας της, στις 23-4-2008 συνυπέγραψε με τον πρώτο εναγόμενο ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβαστικής επίλυσης της σχετικής με την κληρονομιά του αποβιώσαντος, διαφοράς τους με τον οποίο συμφώνησαν τα εξής: Η ενάγουσα θα λάβει: 1) Κατά πλήρη κυριότητα την μεζονέτα που βρίσκεται στην ... Αττικής και στην οδό ... και ανήκει στην ανώνυμη εταιρεία "..." συμφερόντων του πρώτου εναγόμενου και αναγνωρίζει η ίδια ότι αφού υλοποιηθούν τα αναφερόμενα στο παρόν , ότι η εν λόγω εταιρεία ανήκει κατά ποσοστό 100% στον πρώτο εναγόμενο, 2) Κατά πλήρη κυριότητα το ακίνητο που βρίσκεται στην ... Ευβοίας, 3) κατά ποσοστό 70% το ακίνητο που βρίσκεται στην Αθήνα και στην οδό ..., 4) είκοσι (20) πίνακες ζωγραφικής , 5) το ΙΧΕ Mercedes και ΙΧΕ τζιπ , 6) η ενάγουσα θα παραμείνει για τρία (3) χρόνια στο διαμέρισμα της οδού ... χωρίς την καταβολή μισθώματος - όχι όμως και των κοινοχρήστων-από την ημερομηνία θανάτου του κληρονομούμενου Λ. Γ. (17-11-2007), θα παραλάβει μετά την τριετία διάφορα έπιπλα και σκεύη προς ιδία εγκατάσταση από τα σπίτια στην Αθήνα και στην ...) θα μεταβιβάσει κατά πλήρη κυριότητα ποσοστό 20% του αμπελουργίου που βρίσκεται στην ... Φθιώτιδος. Ρητά συμφωνήθηκε ότι όλα τα υπόλοιπα κληρονομιαία αντικείμενα θα περιέλθουν στον πρώτο εναγόμενο Ν. Γ.. Περαιτέρω συμφωνήθηκε ότι το ακίνητο επί της οδού ... θα πωληθεί προς τρίτους κατ’ ελάχιστο προς 3.500.000 ευρώ και εάν μέσα στην τριετία δεν εκποιηθεί, η ενάγουσα μέσα σε τρείς μήνες, θα ζητήσει από τον πρώτο εναγόμενο Ν. Γ. να της πωλήσει το 30% που του ανήκει, με βάσει την αξία που αυτή θα ορίσει. Εάν ο Ν. Γ. δεν αποδεχθεί την πρόταση θα υποχρεούται να αγοράσει την μερίδα της ενάγουσας με την καταβολή σε αυτήν του αναλογούντος στο 70% του τιμήματος, η οποία υποχρεούται να το πωλήσει. Κατά την διάρκεια της τριετίας είναι δυνατόν το ακίνητο να εκμισθωθεί προς τρίτους, οπότε η ενάγουσα θα λαμβάνει το 70% του μισθώματος και ο πρώτος εναγόμενος το 30%. Η διαχείριση του ακινήτου θα ανήκει στην ενάγουσα τα δε έξοδα συντήρησης και κοινοχρήστων θα βαρύνουν τους κληρονόμους κατά την ως άνω αναλογία 70%-30%.

Τέλος, συμφωνήθηκε ότι μέχρι την εκποίηση ή εκμίσθωση του ως άνω ακινήτου, η ενάγουσα θα λαμβάνει κατά μήνα το ποσό των 12.000 ευρώ από το μίσθωμα του ακινήτου της Καλλιθέας. Το ποσό αυτό θα επιστραφεί στον Ν. Γ. με την πώληση του ακινήτου της οδού .... Οι κληρονόμοι θα καταβάλουν τον φόρο μεταβίβασης και κληρονομιάς που τους αντιστοιχεί. Το ανωτέρω ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού ενόψει του ότι δεν έχει ως αντικείμενο την σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων στα αναφερόμενα σε αυτό ακίνητα, ώστε να απαιτείται η τήρηση συμβολαιογραφικού τύπου, αλλά μόνο τη ρύθμιση της χρήσης τους και την αναγνώριση δικαιωμάτων, εγκύρως συντάχθηκε με ιδιωτικό έγγραφο και παρήγαγε τα αποτελέσματά του. Με την φράση που περιλήφθηκε σε αυτό, μετά την απαρίθμηση και περιγραφή των σημαντικών περιουσιακών στοιχείων που θα λάμβανε η ενάγουσα για την συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας της, ότι "όλα τα υπόλοιπα κληρονομιαία στοιχεία θα περιέλθουν στον πρώτο εναγόμενο" προκύπτει σαφώς η βούληση της ενάγουσας για παραίτηση από το δικαίωμά της προς επίκληση της σχετικής ακυρότητας της διαθήκης, όσον αφορά την νόμιμη μοίρα της , περιοριζόμενη στα όσα κληρονόμησε με αυτή (επίμαχη διαθήκη) και σε αυτά που συμβατικώς είχε υποχρέωση να της μεταβιβάσει ο πρώτος εναγόμενος, δυνάμει του ως άνω συμφωνητικού, το οποίο φέρει τις υπογραφές αμφοτέρων. Μάλιστα ο πρώτος εναγόμενος συνυπέγραψε αυτό ατομικώς ως κληρονόμος αλλά και για λογαριασμό των συνκληρονόμων ανηλίκων τέκνων του, όπως η εκκαλούσα ομολογεί στο δικόγραφο των προσθέτων λόγων της, στο οποίο επίσης κάνει λόγο περί γενομένης με το ως άνω, συμφωνητικό, παραιτήσεώς από το δικαίωμα του άρθρου 1827 ΑΚ, συμπληρώσεως δηλαδή της νόμιμης μοίρας της. Και ισχυρίζεται μεν η ενάγουσα ότι το από 23-4-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού, δεν ήταν η τελική συμφωνία αλλά απλώς ένα σχέδιο αυτής. Ο ισχυρισμός αυτός, εκτός του ότι απαραδέκτως προβάλλεται στην κατ’ έφεση δίκη, κατ’ άρθρο 527 παρ.1 ΚΠολΔ εφόσον δεν προτάθηκε στην πρωτόδικη, είναι αβάσιμος διότι από την φράση που διαλαμβάνεται στο παραπάνω ιδιωτικό συμφωνητικό "ότι οι διάδικοι προήλθαν στην παραπάνω συμβιβαστική λύση επί των κληρονομιαίων αντικειμένων" καθίσταται σαφές, ότι πρόκειται περί τελικής συμφωνίας που φέρει τις υπογραφές των κληρονόμων του αποβιώσαντος και όχι περί σχεδίου. Πρόθεση της ενάγουσας ήταν να λάβει τα σημαντικά περιουσιακά στοιχεία που συμφωνήθηκαν, ως αντάλλαγμα για την συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας της και να παραιτηθεί, ως προς το τυχόν ελλείπον, από αυτή. Γι’ αυτό άλλωστε υλοποιώντας άμεσα την παραπάνω συμφωνία, παρέλαβε στην κατοχή και χρήση μετά την σύνταξη του συμφωνητικού, τα διαμερίσματα στην οδό ... στην Αθήνα, στην οδό ... και στην ... Ευβοίας, τα δύο αυτοκίνητα και τους 20 πίνακες ζωγραφικής και επεδίωξε μάλιστα, σε εκτέλεση της συμφωνίας, να εκμισθώσει και το κληρονομιαίο ακίνητο στην Καλλιθέα, ώστε να αρχίσει να εισπράττει το συμφωνηθέν μίσθωμα. Γι’ αυτό και ο πρώτος εναγόμενος με την από 1-10- 2008 εξώδικη δήλωση-πρόσκληση, που επέδωσε στην ενάγουσα στις 6-10- 2008, κάλεσε αυτή να ορίσει Συμβολαιογράφο για την σύνταξη και υπογραφή, σύμφωνα με τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα, των συμβολαίων μεταβιβάσεως των αναφερομένων, στο συμφωνητικό συμβιβασμού, ακινήτων.

Η ενάγουσα όμως, με την από 29-10-2008 εξώδικη απάντηση- πρόσκληση, που επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 31-10-2008, ανακάλεσε την παραπάνω συμφωνία παραίτησης από την αξίωση προσβολής της διαθήκης που θίγει την νόμιμη μοίρα της ισχυριζόμενη, ότι μετά την υπογραφή του παραπάνω συμφωνητικού, περιήλθαν σε γνώση της, νέα στοιχεία που επαυξάνουν την κληρονομική της μερίδα και ζήτησε να προσδιοριστούν εκ νέου τα περιουσιακά στοιχεία που θα περιέχονταν σε αυτήν. Όμως η παραίτηση αυτή είναι αμετάκλητη, όπως αναφέρθηκε στην μείζονα σκέψη και δεν είναι δυνατή η ανάκλησή της. Η βάση της συμφωνίας μεταξύ των κληρονόμων του θανόντος, που διατυπώθηκε στο παραπάνω από 23-8-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού, καθ’ όλα έγκυρο και δεσμευτικό για τους συμβαλλομένους, ήταν η παραίτηση της ενάγουσας από το δικαίωμα συμπληρώσεως της νόμιμης μοίρας της, η οποία είναι ρητή και δεν χρήζει ερμηνείας. Γι’ αυτό και ο πρώτος εναγόμενος σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής, παραχώρησε, όπως προαναφέρθηκε, στην ενάγουσα την κατοχή και χρήση των μεγάλης αξίας πινάκων ζωγραφικής, των δύο αυτοκινήτων και των ακινήτων του στην οδό ... στην Αθήνα, στην οδό ... και στην ... Ευβοίας, τα οποία η ενάγουσα παρέλαβε στην κατοχή της και καρπώνεται μέχρι σήμερα, παρά την έκδοση της 5336/2013 τελεσίδικης δικαστικής απόφασης με την οποία διατάχθηκε να του αποδώσει νομή και κατοχή τους.

Τα σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, που θα λάμβανε η ενάγουσα, ως ανταλλάγματα, σύμφωνα με την προσδιδόμενη από την ίδια αξία τους, στην οποία αναφέρεται διεξοδικά στην αγωγή της, δικαιολογούσαν οπωσδήποτε την παραίτησή της από την συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας της για την οποία απαιτείτο, κατά τα διαλαμβανόμενα στην μείζονα σκέψη, συμβολαιογραφικός τύπος. Η σύνταξη του ιδιωτικού συμφωνητικού έλαβε χώρα στο γραφείο του πληρεξουσίου δικηγόρου της ενάγουσας και παρουσία αυτού, η ενάγουσα συμφώνησε τους όρους που προέβαλαν τα παραπάνω και κυρίως ότι μετά από τα περιουσιακά στοιχεία που αυτή θα λάμβανε, δεν θα πρόβαλε άλλες αξιώσεις για τυχόν συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας της, όπως επιβεβαιώνεται με την φράση του Συμφωνητικού "όλα τα υπόλοιπα κληρονομιαία αντικείμενα θα περιέλθουν στην Ν. Γ.". Η εκ των υστέρων επινόησή της και η αναφορά για πρώτη φορά στους πρόσθετους λόγους της έφεσης, ότι δήθεν η παραίτησή της από το ελλείπον μέρος της νόμιμης μοίρας της, ήταν υπό την αναβλητική αίρεση μεταβιβάσεως και άλλων ακινήτων από τον πρώτο εναγόμενο, πέραν του ότι δεν προκύπτει από το περιεχόμενο του ιδιωτικού συμφωνητικού και τέτοια άλλωστε συμφωνία θα ήταν άκυρη, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1851 ΑΚ, δεν συνάδει με τα περιουσιακά στοιχεία που η ενάγουσα άμεσα έλαβε ενώ συνιστά και απαράδεκτο ισχυρισμό, σύμφωνα με το άρθρο 527 ΚΠολΔ, αφού δεν προβλήθηκε πρωτοδίκως και δεν συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις του άρθρου 269 για την μη έγκαιρη προβολή του.

Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι η παραίτηση από το από το άρθρο 1827 ΑΚ δικαίωμά της, έπαυσε να υφίσταται αναδρομικά, όταν το από 24-3-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού καταργήθηκε, με την από 3377/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε επί της από 9-9-2009 αγωγής του πρώτου εναγόμενου κατά της ενάγουσας για την απόδοση της νομής των παραπάνω κληρονομιαίων ακινήτων, μετά την αθέτηση της συμφωνίας τους είναι αβάσιμος Πρώτον, διότι η παραίτηση από την νόμιμη μοίρα είναι, όπως προαναφέρθηκε, αμετάκλητη και δεύτερον διότι η παραπάνω απόφαση, η οποία επικυρώθηκε με την 5336/2013 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, έκρινε ότι η περιληφθείσα στο ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού σύμβαση χρησιδανείου των αναφερομένων σε αυτό κληρονομιαίων ακινήτων, έληξε με την κατάργηση του συμβιβασμού μετά την δήλωση ανάκλησης της ενάγουσας και δεν αντιμετώπισε την ισχύ ή μη της παραίτησης από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας της τελευταίας. Τέλος, ο προβαλλόμενος από την ενάγουσα ισχυρισμός περί αποποιήσεως του πρώτου εναγομένου της κληρονομιάς του αποβιώσαντος, αλυσιτελώς προβάλλεται στην παρούσα δίκη και είναι απορριπτέος».

Ακολούθως, το Εφετείο, με βάση της πιο πάνω παραδοχές, απέρριψε την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 5689/2012 απόφασης του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία είχε δεχθεί τα ίδια και είχε απορρίψει , ως αβάσιμη κατ’ ουσία, την ένδικη αγωγή της αναιρεσείουσας, με την οποία αυτή ζητούσε να αναγνωρισθεί α) ότι είναι άκυρη , σαν να μην είχε γραφεί, διάταξη της μυστικής διαθήκης του αποβιώσαντος Λ. Γ., με την οποία κατέλιπε σε αυτή την επικαρπία 8.000 μετοχών της εταιρίας «... ΑΕ» κατά το μέρος που περιορίζει το ποσοστό της νόμιμης μοίρας της [23,50%] επί των εν λόγω μετοχών, β) να αναγνωριστεί το κληρονομικό της δικαίωμα της επί των αναφερόμενων, ειδικότερα κληρονομιαίων περιουσιακών στοιχείων και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της τα αποδώσουν κατά το ως άνω ποσοστό της νόμιμης μοίρας της και γ) να κηρυχθεί άκυρη η δήλωση αποποίησης της κληρονομίας του πρώτου εναγομένου , κατά παραδοχή της πιο πάνω περί παραίτησης από το δικαίωμα της αυτό ένστασης.

Κρίνοντας έτσι το Εφετείο, δεν παραβίασε τις αναφερόμενες στην αμέσως ανωτέρω μείζονα πρόταση ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του Αστικού Κώδικα, που εφάρμοσε και δεν στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση ως προς το παραπάνω ουσιώδες ζήτημα της παραίτησης της αναιρεσείουσας από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας της , αφού διέλαβε σε αυτή πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες για την κρίση του επί του ζητήματος αυτού. Οι αιτιολογίες δε αυτές καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή εφαρμογή των ουσιαστικών διατάξεων που εφαρμόστηκαν, δεδομένου ότι, ειδικότερα, τα περιστατικά, που, κατά τα παραπάνω, δέχτηκε το Εφετείο, είναι ικανά, για να ελεγχθεί η κρίση του για το ότι στην προκείμενη περίπτωση είχε χωρήσει παραίτηση εκ μέρους της αναιρείουσας από το ένδικο δικαίωμα της νόμιμης μοίρας της με βάση το ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβαστικής επίλυσης των κληρονομικών διαφορών των διαδίκων, το οποίο δεν ήταν αναγκαίο να περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου για να έχει έννομες συνέπειες και στηρίζουν το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως ο περί του αντιθέτου, από το άρθρο 559 αριθμός 19 ΚΠολΔικ πρώτος και τρίτος κατά ένα μέρος λόγοι αναίρεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Ο από το άρθρο 559 αριθμός 20 ΚΠολΔικ λόγος αναίρεσης ιδρύεται αν το δικαστήριο της ουσίας παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου, με το να δεχθεί πραγματικά γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό. Παραμόρφωση υπάρχει, μόνο, όταν το δικαστήριο υποπίπτει ως προς το έγγραφο σε διαγνωστικό λάθος, δηλαδή σε λάθος αναγόμενο στην ανάγνωση του εγγράφου (σφάλμα ανάγνωσης), με την παραδοχή ότι περιέχει περιστατικά προδήλως διαφορετικά από εκείνα που πράγματι περιλαμβάνει, όχι δε και όταν από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο σωστά ανέγνωσε, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα, διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, καθόσον στην περίπτωση αυτή πρόκειται για παράπονο αναφερόμενο στην εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, που εκφεύγει του αναιρετικού ελέγχου.

Στην προκείμενη περίπτωση η αναιρεσείουσα, με τον δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης, αποδίδει στο Εφετείο, την πλημμέλεια ότι παραμόρφωσε το περιεχόμενο του από 23-4-2008 ιδιωτικού συμφωνητικού, το περιεχόμενο του οποίου παραθέτει κατά λέξη, με το να δεχθεί πραγματικά περιστατικά καταδήλως διαφορετικά από εκείνα που διαλαμβάνονται στο έγγραφο αυτό ως προς το ζήτημα της παραίτησής της από το δικαίωμα προς συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας της . Ειδικότερα εκθέτει ότι «Για την εγκυρότητα της ειδικής συμφωνίας αυτής , που αποτελούσε προσύμβαση (ή προσύμφωνο) , το οποίο πρόβλεπε την ανάληψη αμοιβαίας υποχρέωσής μας προς κατάρτιση συμβάσεων μεταβίβασης κυριότητας ακινήτων δεν τηρήθηκε ο αναγκαίος συμβολαιογραφικός τύπος. Έτσι καθίστατο άκυρη η συμφωνία συμβιβασμού με τη συναγόμενη από αυτή παραίτησή μου από το δικαίωμα συμπλήρωσης της νόμιμης μοίρας μου, αφού χωρίς την έγκυρη υπόσχεση μεταβίβαση της κυριότητας τριών ακινήτων δεν θα είχα συναινέσει στην αναγνώριση δικαιωμάτων του ίδιου αναιρεσίβλητου όπως και το Εφετείο δέχεται συνδέοντας τελολογικά την αναγνωριστική των δικαιωμάτων του πρώτου αναιρεσιβλήτου συμβατική ρήτρα με την μεταβίβαση της κυριότητας των τριών ακινήτων του σε μένα, στη συνέχεια κατά παραμόρφωση του ως άνω αποδεικτικού εγγράφου ανήγαγε το Εφετείο τη συμβατική ρήτρα σε αμετάκλητη , ρητή παραίτησή μου από το δικαίωμά μου προς συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας μου γενικώς......».

Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, γιατί δεν αφορά σε "διαγνωστικό λάθος" του εγγράφου, το οποίο ορθά αναγνώσθηκε, αλλά σε λανθασμένη, κατά την άποψη της αναιρεσείουσας, εκτίμηση του περιεχομένου του, από την οποία το δικαστήριο συνήγαγε «σαφή βούληση της ενάγουσας για παραίτηση από το δικαίωμά της προς επίκληση της σχετικής ακυρότητας της διαθήκης , όσον αφορά τη νόμιμη μοίρα της». Δηλαδή η επικαλούμενη αιτίαση αφορά σε παράπονο αναγόμενο στην, ανέλεγκτη αναιρετικά εκτίμηση των αποδείξεων και του περιεχομένου του εγγράφου. Ενόψει τούτων, δεν υφίσταται παραμόρφωση εγγράφου και ο λόγος αυτός (δεύτερος) πρέπει να απορριφθεί.

Από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 1 ΚΠολΔικ προκύπτει, ότι ο λόγος αναίρεσης για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου ιδρύεται, αν αυτός δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, αντίστοιχα δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου τα πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται με βάση το πραγματικό κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας, που απαγγέλθηκε ή την άρνηση της. Στην περίπτωση, που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσία την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών, που ανελέγκτως δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση (ΟλΑΠ 9/2013).

Εξ άλλου, το δικαστήριο παραβιάζει τους ερμηνευτικούς κανόνες των δικαιοπραξιών, τους οποίους εισάγουν οι διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, όταν, καίτοι διαπιστώνει, έστω και εμμέσως, την ύπαρξη κενού ή αμφιβολίας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων και εντεύθεν την ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας αυτών, εν τούτοις παραλείπει να προσφύγει για την συμπλήρωση ή ερμηνεία τους στις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 Α.Κ. ή προσφεύγει στην εφαρμογή των διατάξεων αυτών και την συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, αν και δέχεται, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας. Οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών παραβιάζονται ευθέως και όταν το ερμηνευτικό πόρισμα, στο οποίο μετά από ερμηνεία της δικαιοπραξίας κατέληξε το Δικαστήριο, δεν είναι σύμφωνο προς την καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη.

Ενώ οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών παραβιάζονται εκ πλαγίου, υπό την έννοια ότι η απόφαση του δικαστηρίου στερείται νόμιμης βάσης, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμός 19 ΚΠολΔικ, όταν στην απόφασή του δεν διευκρινίζεται αν στην δικαιοπραξία υπάρχει ή όχι κενό ή ασάφεια και συνακόλουθα ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας της και παρά ταύτα εφαρμόζει ή παραλείπει την εφαρμογή των ερμηνευτικών κανόνων των δικαιοπραξιών.

Στην προκείμενη περίπτωση , η αναιρεσείουσα με τον τρίτο από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ λόγους αναίρεσης, προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις από τις ως άνω διατάξεις πλημμέλειες, ότι παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 166, 181, 369 και 871 ΑΚ και τους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρων 173 και 200 ΑΚ , με το να δεχθεί, σε σχέση με το από 23-4-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό ότι <<Με την φράση που περιλήφθηκε σε αυτό, μετά την απαρίθμηση και περιγραφή των σημαντικών περιουσιακών στοιχείων που θα λάμβανε η ενάγουσα για την συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας της, ότι "όλα τα υπόλοιπα κληρονομιαία στοιχεία θα περιέλθουν στον πρώτο εναγόμενο", προκύπτει σαφώς η βούληση της ενάγουσας για παραίτηση από το δικαίωμά της προς επίκληση της σχετικής ακυρότητας της διαθήκης, όσον αφορά την νόμιμη μοίρα της , περιοριζόμενη στα όσα κληρονόμησε με αυτή (επίμαχη διαθήκη) και σε αυτά που συμβατικώς είχε υποχρέωση να της μεταβιβάσει ο πρώτος εναγόμενος, δυνάμει του ως άνω συμφωνητικού, το οποίο φέρει τις υπογραφές αμφοτέρων».

Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο, δεν διαπίστωσε κενό ή ασάφεια στη βούληση της αναιρεσείουσας και του πρώτου αναιρεσιβλήτου στο από 23-4-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό και επομένως δεν υπήρχε ανάγκη προσφυγής στους ερμηνευτικούς κανόνες της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών για ερμηνεία της δήλωσής των δικαιοπρακτούντων, εκτίμηση η οποία επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι τη σχετική κρίση του, τη στήριξε αποκλειστικά στο περιεχόμενο της συμφωνίας των εν λόγω διαδίκων. Η εκ περισσού δε αναφορά στην προσβαλλόμενη απόφαση πρόσθετων επιχειρημάτων, όπως από την 3377/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ως ενισχυτικών της αντίληψης για τη βούληση της αναιρεσείουσας, που είχε ήδη εκφραστεί στο ιδιωτικό συμφωνητικ με βάση τα όσα εκτέθηκαν παραπάνω, δεν συνιστά διαπίστωση σχετικού κενού ή αμφιβολίας. Επομένως και ο τρίτος λόγος της αναίρεσης είναι αβάσιμος.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης , να διαταχθεί , κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔικ η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που καταβλήθηκε και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων κατά το νόμιμο αίτημα αυτών [ΚΠολΔικ 176, 183, 191 παρ. 2].

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 9.12.14 αίτηση και το δικόγραφο πρόσθετων λόγων για αναίρεση της 2492/2014 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που καταβλήθηκε. Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων [3.000] ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 1 Μαρτίου 2017.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 14 Μαρτίου 2017.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: