Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

Ακυρότητα πώλησης ακινήτου. Αντίθεση στα χρηστά ήθη. Μη λήψη υπόψη πραγμάτων που προτάθηκαν. Δικαστικά τεκμήρια - Αριθμός 1187/2008 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Κοινό κληρονομιαίο ακίνητο. Χρησικτησία μεταξύ συγκληρονόμων. - Αριθμός 1526/2006  ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ακυρότητα πώλησης ακινήτου.
Ακυρότητα πώλησης ακινήτου. Αντίθεση στα χρηστά ήθη. Μη λήψη υπόψη πραγμάτων που προτάθηκαν. Δικαστικά τεκμήρια.

- Δεν είναι άκυρη, ως αντίθετη προς τα χρηστά ήθη κατ' άρθρ. 178 και 179 ΑΚ, σύμβαση μεταβίβασης ακινήτου αφού η δικαιοπάροχος των εναγομένων είχε πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα και δεν υπήρξε προφανής δυσαναλογία μεταξύ του τιμήματος που καταβλήθηκε και της αγοραίας αξίας του ακινήτου. 
- Κατά το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης ιδρύεται και όταν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Πράγματα υπό την έννοια της άνω διάταξης είναι οι ασκούντες ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, του υπό την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασής τους, θεμελιώνουν ιστορικώς το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως. Πράγμα επομένως, υπό την έννοια αυτή, είναι και ο λόγος έφεσης που περιέχει παράπονο κατά της πρωτοβάθμιας κρίσης (ΟλΑΠ 11/1996 και 25/2003). Όμως ο από το άνω άρθρο λόγος αναιρέσεως δεν στοιχειοθετείται, αν το δικαστήριο που δίκασε έλαβε υπόψη του προταθέντα ισχυρισμό και τον απέρριψε για οποιονδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό (ΟλΑΠ 12/1991 και 25/2003).
- Από τις διατάξεις των άρθρων 336 παρ. 3 και 339 ΚΠολΔ προκύπτει ότι δικαστικά τεκμήρια μπορούν να συναχθούν από οποιοδήποτε έγγραφο, επομένως και από δηλώσεις και βεβαιώσεις τρίτων, εκτός αν το δικαστήριο της ουσίας, κρίνοντας γι' αυτό ανελέγκτως, δεχθεί κατά πρόταση διαδίκου ή αυτεπεγγέλτως, ότι αυτές έχουν ληφθεί προς το σκοπό να χρησιμεύσουν ως μαρτυρίες στη δίκη για τα αποδεικτέα θέματα.



Διατάξεις: 
ΑΚ: 178, 179, 
ΚΠολΔ: 336, 339, 559 αριθ. 8, 

Αριθμός 1187/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ελισάβετ Μουγάκου-Μπρίλλη, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη (κωλυομέ-νου του Αντιπροέδρου), Μίμη Γραμματικούδη, Λεωνίδα Ζερβομπεάκο, Χαράλαμπο Παπαηλιού και Μιχαήλ Θεοχαρίδη, Αρεοπαγίτες. 

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 16 Απριλίου 2008, με την παρουσία και της γραμματέως Φωτεινής Σαμέλη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσα: χ1 και ήδη διαμενούσης στο Λονδίνο, η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

Των αναιρεσίβλητων: 1. ΧΧΧ, 2. ΧΧΧ και 3. ΧΧΧ, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Λαγγουρέτο.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10-10-1991 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 423/2004 του ίδιου Δικαστηρίου και 496/2005 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 6-6-2005 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνο οι αναιρεσίβλητοι όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Λεωνίδας Ζερβομπεάκος ανέγνωσε την από 30-4-2007 έκθεσή του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση του Δικαστηρίου τούτου, Αρεοπαγίτη Γεωργίου Καπερώνη, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από τις συνδυαζόμενες διατάξεις των άρθρων 226 παρ. 4 εδ. β' και γ', 575 εδ. β' και 576 παρ. παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι αν η συζήτηση της υποθέσεως αναβληθεί με σημείωση στο πινάκιο, δεν απαιτείται κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη νέα (μετ' αναβολή) δικάσιμο και η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο της δικασίμου αυτής ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, όταν ο διάδικος είχε κληθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα κατά τη δικάσιμο που είχε ορισθεί αρχικά για τη συζήτηση της υποθέσεως, κατά την οποία και έγινε η αναβολή της.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την ΧΧΧ έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιά ΧΧΧ, ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης από 6-6-2005 αίτησης αναίρεσης κατά της 496/2005 απόφασης του Εφετείου Αθηνών μετά της επ' αυτής υπάρχουσας πράξης του Προέδρου του Γ' τμήματος του Αρείου Πάγου περί ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτής για την δικάσιμο της 2 Μαΐου 2007, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας συνεδρίαση, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, κατόπιν παραγγελίας του πληρεξουσίου δικηγόρου των αναιρεσιβλήτων, στην αναιρεσείουσα, με την παραλαβή του ως άνω δικογράφου από τον δικηγόρο, που το έχει υπογράψει ως πληρεξούσιος αυτής (άρθρο 143 παρ. 3 ΚΠολΔ).
Συνεπώς, εφόσον η αναιρεσείουισα δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από το πινάκιο, ούτε υπέβαλε την κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ δήλωση, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως παρά την απουσία αυτής (άρθρο 576 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Κατά το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης ιδρύεται και όταν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Πράγματα υπό την έννοια της άνω διάταξης είναι οι ασκούντες ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, του υπό την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασής τους, θεμελιώνουν ιστορικώς το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως. Πράγμα επομένως, υπό την έννοια αυτή, είναι και ο λόγος έφεσης που περιέχει παράπονο κατά της πρωτοβάθμιας κρίσης (ΟλΑΠ 11/1996 και 25/2003). Όμως ο από το άνω άρθρο λόγος αναιρέσεως δεν στοιχειοθετείται, αν το δικαστήριο που δίκασε έλαβε υπόψη του προταθέντα ισχυρισμό και τον απέρριψε για οποιονδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό (ΟλΑΠ 12/1991 και 25/2003). 
Στην προκειμένη περίπτωση, η ήδη αναιρεσείουσα με την ασκηθείσα παραδεκτώς κατά της πρωτόδικης απόφασης έφεσή της και συγκεκριμένα με τον τρίτο λόγο αυτής επρόβαλε ως παράπονα κατά της πρωτόδικης απόφασης α) ότι εστερείτο της απαιτούμενης για τη στήριξη του διατακτικού της αιτιολογίας και β) ότι έλαβε υπόψη και νόμιμα αποδεικτικά μέσα και ειδικότερα τη δήλωση του πρακτορείου ταξιδίων ΧΧΧ. Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το Εφετείο απέρριψε όλους τους λόγους εφέσεως, άρα και τον παραπάνω, ως αβάσιμους, συνακολούθως δε απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση.
Συνεπώς, ο πρώτος λόγος της αναιρέσεως από τον αριθ. 8 περ. β' του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο διατυπώνεται η αιτίαση ότι το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη του τον άνω λόγο εφέσεως της αναιρεσείουσας, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος.
ΙΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 336 παρ. 3 και 339 ΚΠολΔ προκύπτει ότι δικαστικά τεκμήρια μπορούν να συναχθούν από οποιοδήποτε έγγραφο, επομένως και από δηλώσεις και βεβαιώσεις τρίτων, εκτός αν το δικαστήριο της ουσίας, κρίνοντας γι' αυτό ανελέγκτως, δεχθεί κατά πρόταση διαδίκου ή αυτεπεγγέλτως, ότι αυτές έχουν ληφθεί προς το σκοπό να χρησιμεύσουν ως μαρτυρίες στη δίκη για τα αποδεικτέα θέματα.
Εν προκειμένω, με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 11 περ. α' του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια της λήψης υπόψη αποδεικτικών μέσων που ο νόμος δεν επιτρέπει και ειδικότερα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, προκειμένου να καταλήξει στην απορριπτική κρίση της ως προς την ένδικη αγωγή της αναιρεσείουσας περί αναγνωρίσεως της ακυρότητας της αναφερομένης σ' αυτήν συμβάσεως, ως αντίθετης προς τα χρηστά ήθη, έλαβε υπόψη, πλην άλλων, α) την από ΧΧΧ βεβαίωση του πρακτορείου ταξιδίων "ΧΧΧ" και βΖ) την από ΧΧΧ κοινή επιστολή του συμβολαιογράφου ΧΧΧ και της δικηγόρου Γεωργίας Κύτρου, μολονότι τα έγγραφα αυτά περιείχαν δηλώσεις και βεβαιώσεις τρίτων προσώπων, σχετικές με το αντικείμενο της ένδικης αγωγής. Από το περιεχόμενο, όμως, της αποφάσεως δεν προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε ότι τα ως άνω έγγραφα, που συνεκτιμήθηκαν με τις μαρτυρικές καταθέσεις, δόθηκαν για να χρησιμοποιηθούν στη προκειμένη δίκη και ως εκ τούτου επιτρεπτώς ελήφθησαν υπόψη προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, γι' αυτό πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο ως άνω λόγος αναίρεσης.
IV. Κατά την έννοια της ΚΠολΔ 559 αριθ. 19, η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως όταν δεν προκύπτουν σαφώς από το αιτιολογικό της τα περιστατικά που είναι αναγκαία για την κρίση του δικαστηρίου στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί της συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων της ουσιαστικού δικαίου διατάξεως που εφαρμόσθηκε, η περί της μη συνδρομής τούτων, που αποκλείει την εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση έχει ανεπαρκείς αιτιολογίες ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης.
Εν προκειμένω, το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του, τα ακόλουθα : "Δυνάμει της 3448/1986 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η ενάγουσα κηρύχθηκε θετό τέκνο της ΧΧΧ. Η τελευταία γεννήθηκε το 1913, απεβίωσε την 21-1-1990 στη Γλυφάδα Αττικής και άφησε μοναδική εκ διαθήκης κληρονόμο της την ενάγουσα, που αποδέχθηκε την κληρονομιά. Δυνάμει του ΧΧΧ συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αττικής Κοσμά Αλιβιζάτου η αποβιώσασα μεταβίβασε στον πρώτο και δεύτερη από τους εναγόμενους την επικαρπία κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου και στην τρίτη εναγόμενη την ψιλή κυριότητα του ακινήτου (οικοπέδου) που βρίσκεται στη θέση "ΧΧΧ" ..... του Δήμου Λαυρεωτικής, μέσα στα όρια του προϋφισταμένου του έτους 1923 οικισμού ΧΧΧ, εκτάσεως 1.138 τ.μ. με την επ' αυτού παλαιά ισόγεια οικία, επιφάνειας 64,71 τ.μ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας 500/000 επί του ενιαίου οικοπέδου εκτάσεως 2.276 τ.μ. Στο συμβόλαιο αυτό αναγράφηκε ως συμφωνημένο τίμημα το ποσό του 1.000.000 δραχμών, το οποίο καταβλήθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι τη 7-11-1989 η πωλήτρια υπέστη αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Συγκεκριμένα προσήλθε στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου " ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟ ΒΟΥΛΑΣ" για αδυναμία αριστερού άνω και κάτω άκρου και ταχυαρρυθμία, χωρίς να παρουσιάζει δυσαρθρία. Νοσηλεύτηκε μέχρι την 23-11-1989 και εξήλθε σε βελτίωση, αφού εξετάσθηκε από νευρολόγο και διαπιστώθηκε αριστερά υπολειμματική ημιπληγία συνεπεία ισχαιμικού εμφράκτου. Η νοσηλεία της συνεχίστηκε από 23-11-1989 στο Θεραπευτήριο " ΥΓΕΙΑ" με διάγνωση θρομβοεμβολικό αγγειακό επεισόδιο, πυραμιδική συνδρομή δεξιά, υπέρταση, κολπική μαρμαρυγή, ουρολοίμωξη και εξήλθε την 5-12-1989. Νοσηλεύτηκε εκ νέου στο ίδιο θεραπευτήριο από 6-1-1990 μέχρι 18-1-1990 και διαγνώσθηκε ότι πάσχει από αποφρακτική αρτηριοπάθεια κάτω άκρων, εμβολή αριστερής κνήμης- ακρωτηριασμό, πλήρη αρρυθμία (κολπική μαρμαρυγή) σακχαρώδη διαβήτη, αρτηριοσκληρυντική εγκεφαλοπάθεια. Μεταφέρθηκε σε θεραπευτήριο στη Γλυφάδα, όπου απεβίωσε την 21-1-1990. Για το προηγούμενο της νοσηλείας της χρονικό διάστημα και ειδικά κατά το χρόνο της κατάρτισης της σύμβασης μεταβίβασης της κυριότητας του ως άνω ακινήτου στους εναγόμενους δεν αποδείχθηκε ότι η πωλήτρια ήταν φιλάσθενη και με μειωμένες σωματικές και πνευματικές δυνάμεις. Συγκεκριμένα κατά την εισαγωγή της στο νοσοκομείο "ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟ ΒΟΥΛΑΣ" αναφέρθηκε ότι έπασχε από υπέρταση και αρρυθμία υπό αγωγή. Έτερο ιατρικό πιστοποιητικό ή ιατρική βεβαίωση για την κατάσταση της υγείας της πριν να υποστεί το εγκεφαλικό επεισόδιο δεν προσκομίζεται, ενώ δεν είχε νοσηλευτεί σε νοσοκομείο κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Ήταν ηλικιωμένη και για την εξυπηρέτησή της απασχολούσε τη μισθώτρια γ1 για να τη συνδράμει στις δουλειές, μαγείρεμα, πλύσιμο και άλλες οικιακές ασχολίες. Αντίθετα είχε συμμετάσχει σε εκδρομή στο εξωτερικό το Πάσχα του έτους 1989, το καλοκαίρι του ίδιου έτους επισκέφθηκε και παρέμεινε στην τροχοβίλα στο παραπάνω ακίνητο στα ΧΧΧ και ψήφισε στις εκλογές της 5-11-1989. Μάλιστα από τη προηγούμενη ημέρα προνόησε για να την εξυπηρετήσει ο σύζυγος της πρώτης μάρτυρα της ενάγουσας. Ο τελευταίος την πήγε στο εκλογικό τμήμα δύο φορές, επειδή αρχικά ξέχασε την ταυτότητα της και κατόπιν το εκλογικό της βιβλιάριο. Για τρίτη φορά πήγε το απόγευμα στο εκλογικό κέντρο με τη συνοδεία ετέρου προσώπου, οπότε και ψήφισε. Έτσι συνάγεται σαφώς ότι η κληρονομούμενη δεν ήταν κατάκοιτη, ούτε είχε μειωμένες σωματικές δυνάμεις- πέραν του απολύτως φυσικού λόγω της ηλικίας της- αφού δύο ημέρες πριν υποστεί το εγκεφαλικό επεισόδιο είχε τη σωματική δύναμη να επισκεφτεί τρεις φορές το εκλογικό κέντρο για να ψηφίσει. Περαιτέρω δεν προέκυψε ότι είχε μειωμένες πνευματικές δυνάμεις. Η κληρονομούμενη ήταν άτομο με πολλά ενδιαφέροντα. Νεότερη είχε ασχοληθεί με τον προσκοπισμό, το κυνήγι, ήταν ιππέας και κολυμβήτρια. Με το σύζυγό της, που είχε διατελέσει πρόεδρος της τότε κοινότητας ΧΧΧ, έκαναν συχνά ταξίδια στο εξωτερικό. Μετά το θάνατο του έτος 1973, ασχολήθηκε με τη διαχείριση της περιουσία της. Από το έτος 1974 μέχρι και το 1988 στη μερίδα της στο Υποθηκοφυλακείο Ηλιούπολης φέρονται μεταγραμμένες 27 πράξεις, κυρίως πωλήσεις διαμερισμάτων. Επίσης η ίδια ασχολιόταν με την εκμίσθωση των διαμερισμάτων της. Συγκεκριμένα ήταν κυρία έξι διαμερισμάτων (Α-1, Α-2, Α-3, Α-4 και Α-5 του πρώτου ορόφου και Β-1 του δευτέρου ορόφου) της πολυκατοικίας, που κείται στην ΧΧΧ Αττικής, οδός ΧΧΧ, δύο διαμερισμάτων (Α-1 και Β-1 ) της πολυκατοικίας που βρίσκεται στην ΧΧΧ Αττικής, οδός ΧΧΧ και μιας ανώγειας οικίας στην ΧΧΧ Αττικής, οδός ΧΧΧ, αποτελούμενης από δύο διαμερίσματα στο ισόγειο, ένα στον ανώγειο όροφο και έτερο υπέρ αυτού. Μέχρι να υποστεί το εγκεφαλικό επεισόδιο (7-11-1989) η ίδια είχε την επιμέλεια για την εκμίσθωση των παραπάνω διαμερισμάτων, εκτός αυτού, που διέμενε, καθώς και την είσπραξη των μισθωμάτων. Επίσης την 30-10-1989 η αποβιώσασα ανέλαβε η ίδια από τον κοινό τραπεζικό λογαριασμό, που διατηρούσε με την ενάγουσα, το ποσό των 500.000 δραχμών. Επίσης, δεν είχε απειρία ως προς τις συναλλαγές. Η ίδια είχε συμβληθεί σε 27 δικαιοπραξίες, που είναι μεταγραμμένες στο Υποθηκοφυλακείο Ηλιούπολης, κυρίως πωλήσεις διαμερισμάτων. Ήδη την 20-3-1988 μεταβίβασε το διαμέρισμα πέντε του πρώτου ορόφου της πολυκατοικίας που βρίσκεται στην -ΧΧΧ Αττικής- οδός ΧΧΧ στην γ1, που απασχολούσε για να την συνδράμει στις οικιακές ασχολίες. Ενώ το έτος 1985 είχε υποβάλλει σχετική ένσταση κατά του ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής ΧΧΧ, που ζημίωνε το ως άνω ακίνητο. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι από το έτος 1970 η ενάγουσα είχε εκμισθώσει την οικία, που βρίσκεται στο επίδικο ακίνητο, στους δύο πρώτους εναγόμενους. Η ίδια και μέχρι το έτος 1973 με το σύζυγο της, διέμεναν σε άλλη οικία εντός του ενιαίου οικοπέδου κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Το έτος 1977 εκμίσθωσε την ετέρα οικία στην οικογένεια Ε και η ίδια διέμενε σε ένα μικρό διαμέρισμα πάνω από αυτή. Τούτο εκμίσθωσε επίσης και από το έτος 1980 εγκατέστησε στο οικόπεδο τροχοβίλα, όπου και διέμενε κάθε καλοκαίρι. Με τους εναγόμενους και την οικογένεια Ε διατηρούσε φιλικές σχέσεις. Συνέτρωγαν και η αποβιώσασα είχε καλές σχέσεις και με τα μέλη της οικογένειας των και γνώριζε τους φίλους τους. Οι εναγόμενοι πολλές φορές την μετέφεραν στα ΧΧΧ και είναι αυτοί, που ειδοποίησαν την ενάγουσα, η οποία διέμενε μόνιμα στο Λονδίνο, για την ασθένεια της μητέρας της. Από το έτος 1987 συμφώνησαν για την αγορά του ακινήτου και κατέβαλαν στην αποβιώσασα το ποσό των 500.000 δραχμών και το καλοκαίρι του 1988 το ποσό των 500.000 δραχμών. Τέλος κατά την υπογραφή του συμβολαίου και ενώπιον του συμβολαιογράφου καταβλήθηκε το ποσό του 1.000.000 δραχμών. Την ίδια ημέρα και μετά την υπογραφή του συμβολαίου καταβλήθηκε στην πωλήτρια το ποσό των 3.500.000 δραχμών και η τελευταία παρέδωσε στους εναγόμενους παλαιά έγγραφα κλπ, που αφορούσαν το ακίνητο. Η αξία του ακινήτου εκτιμήθηκε από την εφορία στο ποσό των 7.200.000 δραχμών, που δεν αποδείχθηκε ότι απέχει από την τότε αγοραία αξία του ακινήτου. Επομένως ο σχετικός ισχυρισμός των εναγομένων για το επί πλέον τίμημα, που συμφωνήθηκε και καταβλήθηκε από 4.500.000 δραχμές πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η πωλήτρια, κατά το χρόνο της κατάρτισης της σύμβασης μεταβίβασης της κυριότητας στους εναγόμενους, δεν είχε μειωμένες τις σωματικές και πνευματικές της δυνάμεις, ούτε ήταν φιλάσθενη, δεν επέδειξε έλλειψη φροντίδας και εκτίμησης των πράξεών της, ούτε είχε απειρία για τις συναλλαγές. Επίσης δεν υπήρξε προφανής δυσαναλογία μεταξύ του τιμήματος που συμφωνήθηκε και καταβλήθηκε (5.500.000 δραχμές) και της αγοραίας αξίας του ακινήτου, που μεταβιβάστηκε στους εναγόμενους". Στη συνέχεια το ανωτέρω Δικαστήριο απέρριψε κατ' ουσία την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 423/2004 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία είχε απορρίψει, ως αβάσιμη κατ' ουσία, την ένδικη από 10-10-1991 αγωγή της αναιρεσείουσας περί κηρύξεως ως άκυρης, ως αντίθετης προς τα χρηστά ήθη κατ' άρθρ. 178 και 179 ΑΚ, της ως άνω συμβάσεως μεταβίβασης του επίδικου ακινήτου. Με αυτά, που δέχθηκε και έτσι, που έκρινε το Εφετείο διέλαβε, στην προσβαλλόμενη απόφασή του πλήρεις και σαφείς αιτιολογίες και κατέληξε σε σαφές και πλήρες, επίσης, αποδεικτικό πόρισμα, όσον αφορά την κατάσταση της ψυχικής και σωματικής υγείας της δικαιοπαρόχου των εναγομένων, κατά τον χρόνο καταρτίσεως της ένδικης αγοροπωλησίας και την εν γένει εγκυρότητα της σχετικής δικαιοπραξίας και επομένως είναι απορριπτέος, και ως κατ' ουσία αβάσιμος ο περί του αντιθέτου από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ τρίτος λόγος αναιρέσεως. Τέλος η προσβαλλόμενη με τον ίδιο λόγο αναιρέσεως αιτίαση από τον αριθ. 1 εδ. β του άρθρου 559 ΚΠολΔ για παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, που συνίσταται στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση "παρέλειψε να λάβει υπόψη στο γνωστό γεγονός, το προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και τα ιατρικά δεδομένα συνάδον ότι: "Οι κατά τον ανωτέρω χρόνο διαπιστωθείσες ασθένειες και παθήσεις της μητέρας μου, δεν δημιουργήθηκαν κατά το χρόνο της διαπίστωσής τους, κατά τον οποίο η εξ αυτών κατάσταση επέφερε ολοκληρωτική βλάβη της υγείας της, αλλά υφιστάμενες προηγουμένως επιβάρυναν την κατάστασή της, όπως η διαπιστωθείσα αποφρακτική αρτηριοπάθεια κάτω άκρων, ο σακχαρώδης διαβήτης και η αρτηριοσκληρυντική εγκαφαλοπάθεια, παθήσεις μη δημιουργούμενες όταν εμφανίζονται στην τελική και μη αναστρέψιμη κατάσταση, αλλά υφιστάμενες κατά το προηγούμενο διάστημα και παράγουσες τα επιβλαβή αποτελέσματα και έχουσες άμεση σχέση με τη λειτουργία του εγκεφάλου", πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι τα προαναφερόμενα δεν αποτελούν διδάγματα της κοινής πείρας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 6-6-2005 αίτηση αναιρέσεως της 496/2005 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει σε χίλια οκτακόσια (1.800) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 20 Μαΐου 2008. Και 

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 4 Ιουνίου 2008.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: