(ΑΡΜ 2012/775)
Οι οικονομικές διαφορές των ποδοσφαιριστών με τις ομάδες τους επιλύονται από την επιτροπή
επίλυσης οικονομικών διαφορών της ΕΠΟ.
Τα ιδιωτικά συμφωνητικά που συνομολογούνται ανάμεσαστους ποδοσφαιριστές και τις ομάδες
πρέπει να επικυρώνονται από την ΕΠΟ, διαφορετικά είναι άκυρα και δεν παράγουν έννομες
συνέπειες. Σ` αυτήν την περίπτωση, οι ανεξόφλητες αποδοχές αναζητούνται με βάση τον
αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Με παρατηρήσεις του Δ.Σ. στον Αρμενόπουλο σελ. 776.
Η περίληψη αυτή ελήφθη από το περιοδικό "ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟΣ", εκδόσεως του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.
ΜονΠρΘεσ 205/2012
Δικαστής: Γεώργιος Στιβακτάκης. Δικηγόροι: Κ. Ταχτσίδης. Η εναγομένη είναι ανώνυμη ποδοσφαιρική εταιρία και εδρεύει στη 0. Ο ενάγων είναι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Αυτός είχε συνάψει με την εναγόμενη ΠΑΕ το από 1.72008 νόμιμα επικυρωμένο από την ΕΠΟ συμβόλαιο παροχής υπηρεσιών επαγγελματία ποδοσφαιριστή διάρκειας από 1.72008 έως 30.6.2010, βάσει του οποίου δικαιούνταν να λάβει: α) μηνιαίες τακτικές αποδοχές 760 ευρώ, πλέον δώρου Χριστουγέννων, δώρου Πάσχα και επιδόματος αδείας, και β) το ποσό των 105.000 ευρώ (καθαρά) καταβλητέο σε δέκα δόσεις, οι εννέα εκ των οποίων ύψους 10.000 ευρώ και η τελευταία ύψους 15.000 ευρώ. Περαιτέρω, όμως, στην ίδια ως άνω χρονολογία (1.7.2008) είχε υπογραφεί μεταξύ τους και δεύτερο ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο δεν συνάφθηκε με τους νόμιμους τύπους που καθορίζονται στο άρθρο 9 του Α` παραρτήματος του κανονισμού ιδιότητας και μεταγραφών ποδοσφαιριστών της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ) (δεν αποτυπώθηκε στο ειδικό έντυπο κλπ.), όπως και δεν είχε επικυρωθεί και από την υποχρέωση να καταβάλει στον ενάγοντα μέχρι 30.6.2010 επιπλέον το ποσό των 125.000 ευρώ σε δεκατρείς διμηνιαίες δόσεις, οι δώδεκα εκ των οποίων ύψους 10.000 ευρώ και η τελευταία ύψους 15.000 ευρώ αρχόμενες από 30.9.2008 και λήγουσες στις 30.6.2010, τμήμα των οποίων χρημάτων αιτείται με την κρινομένη αγωγή. Με την από 24.8.2009 καταγγελία - προσφυγή του στην αρμόδια πρωτοβάθμια επιτροπή επίλυσης οικονομικών διαφορών, ο ενάγων αιτήθηκε την επιδίκαση όλων των προαναφερομένων ποσών και τη λύση του σχετικού συμβολαίου του με την εναγομένη. Εκδόθηκε από την πρωτοβάθμια επιτροπή επίλυσης οικονομικών διαφορών της ΕΠΟ η με αριθμό .../2009 απόφαση που έκρινε ότι η εργασιακή του σχέση με την εναγομένη λύθηκε από τις 24.8.2009 και του επιδίκασε συνολικά το ποσό των 159.440 ευρώ που αφορούσε τις δεδουλευμένες αποδοχές του και το τίμημα της μεταγραφής του που ορίστηκε στο πρώτο από τα ως άνω δύο ιδιωτικά συμφωνητικά, δηλαδή αυτό που είχε νόμιμα επικυρωθεί από την ΕΠΟ, απέρριψε όμως το αίτημα του για επιδίκαση και του ποσού που αναφέρεται στο δεύτερο ιδιωτικό συμφωνητικό, που δεν είχε επικυρωθεί, με το αιτιολογικό ότι τα ιδιωτικά συμφωνητικά, τα οποία δεν έχουν περιβληθεί το νόμιμο τύπο που επιβάλλει ο παραπάνω κανονισμός και δεν έχουν επικυρωθεί είναι αναπόσπαστα και άκυρα και δεν παράγουν έννομες συνέπειες. Με δεδομένο λοιπόν ότι το επίδικο ιδιωτικό συμφωνητικό δεν είχε επικυρωθεί παρέπεται, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα πρόταση, ότι η σύμβαση εργασίας του ενάγοντος ήταν άκυρη. Περαιτέρω, όπως αναφέρεται παραπάνω, οι αγωγικές αξιώσεις για οφειλόμενους μισθούς συμφωνηθείσες δόσεις μπορούν να ζητηθούν μόνο κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ο δε ενάγων στηρίζει τις αξιώσεις του αυτές, όπως λέχθηκε ανωτέρω, σε έγκυρη εργασιακή σύμβαση και δεν διαλαμβάνει στην αγωγή και ως προς αυτές ούτε κυρίως ούτε επικουρικώς, ορισμένη και νόμιμη βάση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Κατ` ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η αγωγή ως νομικά αβάσιμη.
Δικαστής: Γεώργιος Στιβακτάκης. Δικηγόροι: Κ. Ταχτσίδης. Η εναγομένη είναι ανώνυμη ποδοσφαιρική εταιρία και εδρεύει στη 0. Ο ενάγων είναι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Αυτός είχε συνάψει με την εναγόμενη ΠΑΕ το από 1.72008 νόμιμα επικυρωμένο από την ΕΠΟ συμβόλαιο παροχής υπηρεσιών επαγγελματία ποδοσφαιριστή διάρκειας από 1.72008 έως 30.6.2010, βάσει του οποίου δικαιούνταν να λάβει: α) μηνιαίες τακτικές αποδοχές 760 ευρώ, πλέον δώρου Χριστουγέννων, δώρου Πάσχα και επιδόματος αδείας, και β) το ποσό των 105.000 ευρώ (καθαρά) καταβλητέο σε δέκα δόσεις, οι εννέα εκ των οποίων ύψους 10.000 ευρώ και η τελευταία ύψους 15.000 ευρώ. Περαιτέρω, όμως, στην ίδια ως άνω χρονολογία (1.7.2008) είχε υπογραφεί μεταξύ τους και δεύτερο ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο δεν συνάφθηκε με τους νόμιμους τύπους που καθορίζονται στο άρθρο 9 του Α` παραρτήματος του κανονισμού ιδιότητας και μεταγραφών ποδοσφαιριστών της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ) (δεν αποτυπώθηκε στο ειδικό έντυπο κλπ.), όπως και δεν είχε επικυρωθεί και από την υποχρέωση να καταβάλει στον ενάγοντα μέχρι 30.6.2010 επιπλέον το ποσό των 125.000 ευρώ σε δεκατρείς διμηνιαίες δόσεις, οι δώδεκα εκ των οποίων ύψους 10.000 ευρώ και η τελευταία ύψους 15.000 ευρώ αρχόμενες από 30.9.2008 και λήγουσες στις 30.6.2010, τμήμα των οποίων χρημάτων αιτείται με την κρινομένη αγωγή. Με την από 24.8.2009 καταγγελία - προσφυγή του στην αρμόδια πρωτοβάθμια επιτροπή επίλυσης οικονομικών διαφορών, ο ενάγων αιτήθηκε την επιδίκαση όλων των προαναφερομένων ποσών και τη λύση του σχετικού συμβολαίου του με την εναγομένη. Εκδόθηκε από την πρωτοβάθμια επιτροπή επίλυσης οικονομικών διαφορών της ΕΠΟ η με αριθμό .../2009 απόφαση που έκρινε ότι η εργασιακή του σχέση με την εναγομένη λύθηκε από τις 24.8.2009 και του επιδίκασε συνολικά το ποσό των 159.440 ευρώ που αφορούσε τις δεδουλευμένες αποδοχές του και το τίμημα της μεταγραφής του που ορίστηκε στο πρώτο από τα ως άνω δύο ιδιωτικά συμφωνητικά, δηλαδή αυτό που είχε νόμιμα επικυρωθεί από την ΕΠΟ, απέρριψε όμως το αίτημα του για επιδίκαση και του ποσού που αναφέρεται στο δεύτερο ιδιωτικό συμφωνητικό, που δεν είχε επικυρωθεί, με το αιτιολογικό ότι τα ιδιωτικά συμφωνητικά, τα οποία δεν έχουν περιβληθεί το νόμιμο τύπο που επιβάλλει ο παραπάνω κανονισμός και δεν έχουν επικυρωθεί είναι αναπόσπαστα και άκυρα και δεν παράγουν έννομες συνέπειες. Με δεδομένο λοιπόν ότι το επίδικο ιδιωτικό συμφωνητικό δεν είχε επικυρωθεί παρέπεται, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα πρόταση, ότι η σύμβαση εργασίας του ενάγοντος ήταν άκυρη. Περαιτέρω, όπως αναφέρεται παραπάνω, οι αγωγικές αξιώσεις για οφειλόμενους μισθούς συμφωνηθείσες δόσεις μπορούν να ζητηθούν μόνο κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ο δε ενάγων στηρίζει τις αξιώσεις του αυτές, όπως λέχθηκε ανωτέρω, σε έγκυρη εργασιακή σύμβαση και δεν διαλαμβάνει στην αγωγή και ως προς αυτές ούτε κυρίως ούτε επικουρικώς, ορισμένη και νόμιμη βάση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Κατ` ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η αγωγή ως νομικά αβάσιμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου