Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Κανονισμός σχέσεων επαγγελματιών ποδοσφαιριστών και ΠΑΕ - 1477/2007 ΑΠ ( 451618) (ΧΡΙΔ 2008/423)

https://docs.google.com/file/d/0BwUnM0UiSQf0TUR2NkdneEkxTVk/edit
1477/2007 ΑΠ ( 451618)
(ΧΡΙΔ 2008/423) Επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Κανονισμός σχέσεων επαγγελματιών ποδοσφαιριστών και ΠΑΕ. Νομοθετική ρύθμιση για τα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών που ....
συνήφθησαν πριν την έναρξη ισχύος του κανονισμού. Οικονομικές διαφορές μεταξύ ποδοσφαιριστών και ΠΑΕ. Διαδικασία επίλυσης αυτών. Χρόνος παραγραφής της αξίωσης του ποδοσφαιριστή για οφειλόμενες αποδοχές.

  Αριθμός 1477/2007

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β1΄ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω κωλύματος του Αντιπροέδρου), Χρήστο Αλεξόπουλο, Ειρήνη Αθανασίου, Σπυρίδωνα Ζιάκα και Αλέξανδρο Νικάκη, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 22 Μαϊου 2007, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Χ1, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Μόκκα βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Της αναιρεσίβλητης: Ποδοσφαιρικής Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία "..... .....", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16-7-2002 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 445/2003 του ίδιου Δικαστηρίου και 701/2006 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 15-9-2006 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο ο αναιρεσείων, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ειρήνη Αθανασίου, διάβασε την από 3-5-2007 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την αναίρεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως κατά παραδοχή ως βασίμου του πρώτου λόγου αναιρέσεως κατά το μέρος του κατά το οποίο αυτός κρίθηκε βάσιμος, κατά τα ειδικότερα στο σκεπτικό της παρούσας εισηγήσεως αναφερόμενα, και την απόρριψη όλων των λοιπών λόγων αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1.- Επειδή, κατά το άρθρο 576 παρ. 2 ΚΠολΔ, αν ο αντίδικος εκείνου που επέσπευσε τη συζήτηση δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος σ΄ αυτή με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Αρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και σε καταφατική περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επικαλούμενη και νόμιμα προσκομιζόμενη υπ΄ αριθ....... έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ......., ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως με τις κάτω από αυτήν πράξεις καταθέσεως και ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, νόμιμα και εμπρόθεσμα επιδόθηκε στην αναιρεσίβλητη, με την επιμέλεια του αναιρεσείοντος, ο οποίος επισπεύδει τη συζήτηση. Η αναιρεσίβλητη δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της προκειμένης υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου στην πιο πάνω δικάσιμο. Επομένως πρέπει, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 576 παρ. 2 ΚΠολΔ, να προχωρήσει η συζήτηση παρά την απουσία αυτής.-

2.- Επειδή ο ν. 2725/1999 ("ερασιτεχνικός και επαγγελματικός αθλητισμός και άλλες διατάξεις") ορίζει στο άρθρο του 87 : α) Ότι "με κοινή συμφωνία του Δ.Σ. της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας, της οικείας ολομέλειας των σωματείων που διατηρούν Τ.Α.Α. ή, κατά περίπτωση, του οικείου επαγγελματικού συνδέσμου των Α.Α.Ε. και του Δ.Σ. του οικείου συνδικαλιστικού οργάνου των αθλητών, καταρτίζεται κανονισμός που ρυθμίζει τα θέματα που αφορούν τις σχέσεις των αθλητών με αμοιβή ή επαγγελματία αθλητή με τα αθλητικά σωματεία ή τις Α.Α.Ε......." (παρ. 1), κατά τα περαιτέρω ειδικότερα στην παράγραφο αυτή σχετικώς διαλαμβανόμενα. β) Ότι "ο κανονισμός της προηγούμενης παραγράφου δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με απόφαση του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού. Τυχόν διαφωνίες μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών επιλύονται με την προαναφερόμενη απόφαση του Υπουργού. Η κανονιστική αρμοδιότητα του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού εξαντλείται στην επίλυση των κατά τα ανωτέρω διαφωνιών (παρ. 2). γ) Ότι "ειδικά, κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, η κατάρτιση, η έγκριση και η δημοσίευση του κανονισμού γίνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1999 και η ισχύς του αρχίζει από την αγωνιστική περίοδο 200-2001. Αν παρέλθει η πιο πάνω ημερομηνία, χωρίς οι ενδιαφερόμενοι να καταρτίσουν τον κανονισμό, αυτός καταρτίζεται από τον αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργό" (παρ. 4). Με βάση το άρθρο 87 του ως άνω ν. 2825/1999 εκδόθηκε η υπ΄ αριθ. 18838 της 25/2-8-2001 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού ("Κανονισμός Σχέσεων Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών και Π.Α.Ε. - Κ.Ε.Π. Νο 2"), με το άρθρο πρώτο της οποίας καταρτίστηκε και δημοσιεύθηκε ο Κανονισμός Σχέσεων Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών και ΠΑΕ (ΚΕΠ Νο2), με την παρ. 2 του άρθρου 31 του οποίου ορίστηκε ότι "τα κατά την έκδοση του παρόντος υφιστάμενα συμβόλαια εξακολουθούν να ισχύουν, εφαρμόζονται δε για όλες τις έννομες συνέπειές τους οι διατάξεις που ίσχυαν κατά την υπογραφή τους".

Επομένως, κατ΄ αντιδιαστολή και κατά μείζονα λόγο, για τα συμβόλαια που προϋπήρξαν και τα οποία δεν ήταν σε ισχύ κατά την έναρξη της ισχύος του αμέσως πιο πάνω Κανονισμού (2-8-2001) εφαρμόζονται για όλες τις έννομες συνέπειές τους οι διατάξεις που ίσχυαν κατά την υπογραφή τους και συγκεκριμένα προκειμένου περί συμβάσεων που είχαν καταρτιστεί υπό την ισχύ του ν. 879/1979 ("περί ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών") και της με βάση το άρθρο 25 παρ. 2 του νόμου τούτου εκδοθείσας υπ΄ αριθ. 312 της 26/30-7-1979 αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως ("περί κανονισμού επαγγελματιών ποδοσφαιριστών -Κ.Ε.Π.") οι διατάξεις αυτών. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 21 της τελευταίας υπουργικής αποφάσεως, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε μετά τις επελθούσες σ΄ αυτό τροποποιήσεις και συμπληρώσεις με το άρθρο 8 της υπ΄ αριθ. 857 της 20/23-12-1980 αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως ("περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών της υπ΄ αριθ. 312/1979 αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως "περί Κανονισμού κ.λ.π.") : "1. Αι εκ των σχέσεων των ΠΑΕ και των ποδοσφαιριστών αυτών προκύπτουσαι οικονομικαί διαφοραί επιλύονται υπό της παρά τη ΕΠΑΕ Επιτροπής Επιλύσεως Οικονομικών Διαφορών Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου, κατά τας διεπούσας αυτήν διατάξεις. Επί των διαφορών τούτων τυχόν προσφυγή εις τα Πολιτικά Δικαστήρια δύναται να ασκηθεί μόνον μετά την περαίωσιν της διαδικασίας. 2. Η επίλυσις των κατά την προηγουμένην παράγραφον διαφορών δέον να επιδιώκεται παρά των ενδιαφερομένων το βραδύτερον μέχρι της 10ης Αυγούστου εκάστου έτους, της προθεσμίας ταύτης ούσης αποκλειστικής. 3. Τα κατά την διαδικασίαν του παρόντος άρθρου επιδικαζόμενα αμετακλήτως υπέρ των ποδοσφαιριστών χρηματικά ποσά δέον να καταβάλλωνται υπό της υποχρέου ΠΑΕ εντός δέκα (10) ημερών από της κοινοποιήσεως της σχετικής αποφάσεως. Απράκτου παρερχομένης της προθεσμίας ταύτης, η ΕΠΑΕ υποχρεούται εις την πληρωμήν τούτων εντός δέκα (10) ημερών εκ της κατατεθειμένης εις αυτήν εγγυήσεως της οικείας ΠΑΕ". Εξάλλου, ο ως άνω ν. 2725/1999 όριζε στο άρθρο του 95, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 51 του ν. 3057 της 10-10-2002, από την οποία χρονολογία άρχισε να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο του 84, η εν λόγω τροποποίηση, μεταξύ άλλων : α) Ότι "στις επαγγελματικές ενώσεις ή στις ολομέλειες τμημάτων αμειβομένων αθλητών του οικείου κλάδου άθλησης συγκροτούνται, με διετή θητεία ........... πρωτοβάθμιες επιτροπές επίλυσης οικονομικών διαφορών, που ανακύπτουν μεταξύ των επαγγελματιών αθλητών ή των αθλητών με αμοιβή ή των προπονητών και των Α.Α.Ε. ή των σωματείων που διατηρούν Τ.Α.Α. (παρ. 1). β) Oτι "οι επιτροπές αυτές αποτελούνται από πέντε (5) μέλη, ως ακολούθως ......." (παρ. 2). γ) Ότι "στις ομοσπονδίες του οικείου κλάδου άθλησης συγκροτούνται..... δευτεροβάθμιες επιτροπές επίλυσης οικονομικών διαφορών, που έχουν ως έργο τη σε δεύτερο βαθμό κρίση των αποφάσεων των πρωτοβάθμιων επιτροπών επίλυσης οικονομικών διαφορών του οικείου κλάδου άθλησης, καθώς και την επίλυση άλλων θεμάτων που ανατίθενται σε αυτές με αποφάσεις του Δ.Σ. της οικείς ομοσπονδίας". (παρ. 3). Ότι "οι δευτεροβάθμιες επιτροπές αποτελούνται από πέντε (5) μέλη, ως ακολούθως...." (παρ. 4). ε) Ότι "επιτρέπονται προσφυγές στα πολιτικά δικαστήρια, όσον αφορά οικονομικές διαφορές μεταξύ επαγγελματιών αθλητών ή αθλητών με αμοιβή ή προπονητών και Α.Α.Ε. ή σωματείων που διατηρούν Τ.Α.Α., μόνο μετά την περαίωση των διαδικασιών ενώπιον των παραπάνω επιτροπών. Αγωγή που ασκείται ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων πριν από την εξάντληση της παραπάνω διαδικασίας απορρίπτεται ως απαράδεκτη" (παρ. 9). Από το συνδυασμό όλων των παραπάνω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι η με την ως άνω παρ. 2 του άρθρου 21 της υπ΄ αριθ. 312/1979 υπουργικής αποφάσεως, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε μετά τις τροποποιήσεις και συμπληρώσεις που είχαν γίνει σ΄ αυτό, καθιερωθείσα αποκλειστική προθεσμία αφορούσε αποκλειστικά και μόνο την προσφυγή των ενδιαφερομένων ενώπιον της προαναφερόμενης πρωτοβάθμιας επιτροπής επιλύσεως οικονομικών διαφορών και δεν αφορούσε και την επιτρεπόμενη τότε προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια, η οποία θα έπρεπε να γίνεται μόνο μετά την περαίωση των διαδικασιών ενώπιον των παραπάνω επιτροπών, ενώ στην περίπτωση αυτήν η οικεία αξίωση του επαγγελματία αθλητή κ.λ.π. υπαγόταν στην από το άρθρο 250 αριθ. 17 του ΑΚ καθιερούμενη πενταετή παραγραφή, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 253 του ίδιου Κώδικα, άρχιζε μόλις έληγε το έτος μέσα στο οποίο συνέπιπτε η έναρξή της. Στην προκειμένη περίπτωση το Πολυμελές Πρωτοδικείο, όπως από την προσβαλλόμενη απόφασή του προκύπτει, δέχτηκε τα ακόλουθα, που ενδιαφέρουν εδώ : Ο αναιρεσείων προσλήφθηκε από την αναιρεσίβλητη (ποδοσφαιρική ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "................") δυνάμει της από ...... έγγραφης συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας για να προσφέρει σ΄ αυτήν (αναιρεσίβλητη) τις υπηρεσίες του από τις 11-1-2001 έως τι 31-12-2001 αντί μηνιαίου μισθού δραχ. 390.000 πλέον των επιδομάτων εορτών, άδειας και οικονομικών ενισχύσεων (πριμς) συμφώνως προς τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό της αναιρεσίβλητης και τις διατάξεις του Κ.Ε.Π.. Σε εκτέλεση των καθηκόντων του, ο αναιρεσείων συμμετείχε στην ομάδα της αναιρεσίβλητης έως το τέλος της αγωνιστικής περιόδου και ακολούθως στις 25-7-2001 η μεταξύ αυτών σύμβαση λύθηκε συναινετικώς. Η αναιρεσίβλητη εκπλήρωσε κατά ένα μέρος τα συνομολογηθέντα και δεν κατέβαλε έως τις 25-7-2001 στον αναιρεσείοντα δραχ. 390.000 για μισθό του μήνα Ιουνίου 2001 και δραχ. 195.000 για επίδομα άδειας, με αποτέλεσμα να προκύψει διαφορά αποδοχών του συμποσούμενη σε 585.000 δραχ., της οποίας την επιδίκαση ο τελευταίος και επιδίωξε με την ένδικη αγωγή του. Εν τούτοις, η άσκηση της αγωγής αυτής έγινε με την κατάθεση του δικογράφου της στις 16-7-2002 και με την επίδοση αντιγράφου της στις 18-7-2002, δηλαδή μετά την παρέλευση της από τον ΚΕΠ οριζόμενης αποκλειστικής προθεσμίας και κατά συνέπεια αποσβέστηκε η ένδικη αξίωση αυτού ( αναιρεσείοντος). Δεν αποδείχθηκε δε ότι ο αναιρεσείων παρεμποδίστηκε να ασκήσει εγκαίρως την ένδικη αξίωσή του εξαιτίας της αναιρεσίβλητης, η οποία έδιδε προς αυτόν συνεχείς και ανεκπλήρωτες υποσχέσεις εξοφλήσεώς του. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Πολυμελές Πρωτοδικείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους σχετικούς λόγους της εφέσεως του αναιρεσείοντος κατά της εκκληθείσας υπ΄ αριθ. 445/2003 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την οποία η ένδικη από 16-7-2002 αγωγή του τελευταίου είχε απορριφθεί, στη συνέχει απέρριψε και την ίδια την έφεση αυτήν κατ΄ ουσίαν, επικυρώνοντας έτσι την προαναφερόμενη πρωτόδικη απόφαση. Κρίνοντας όμως έτσι το Πολυμελές Πρωτοδικείο παραβίασε τις ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 250 αριθ. 17 και 279 του ΑΚ, του άρθρου 21 της ως άνω υπ΄ αριθ. 312/1979 υπουργικής αποφάσεως, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε μετά τις τροποποιήσεις και συμπληρώσεις που, κατά τα πιο πάνω, είχαν γίνει σ΄ αυτό, που, ως εκ του χρόνου της υπογραφής του επίδικου συμβολαίου, είχε, όπως προαναφέρθηκε, εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση, καθώς και τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 95 του ν. 2725/1999, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε κατά το στην προκειμένη περίπτωση κρίσιμο χρόνο, πριν δηλαδή από την τροποποίησή του με το άρθρο 51 του ν. 3057/2002.

Και αυτό γιατί δέχτηκε ότι η καθιερούμενη με το άρθρο 21 παρ. 2 της αμέσως πιο πάνω υπουργικής αποφάσεως αποκλειστική προθεσμία αφορούσε την επιτρεπόμενη τότε προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, θα έπρεπε να γίνεται μόνο μετά την περαίωση των διαδικασιών ενώπιον των παραπάνω επιτροπών, παρά το ότι η προθεσμία αυτή αφορούσε αποκλειστικά και μόνο την προσφυγή των ενδιαφερομένων ενώπιον της προαναφερόμενης πρωτοβάθμιας επιτροπής επιλύσεως οικονομικών διαφορών. ΄Ετσι οδηγήθηκε στην περαιτέρω εσφαλμένη παραδοχή ότι, επειδή η ένδικη αγωγή δεν είχε ασκηθεί μέσα στην εν λόγω προθεσμία, αυτή (ένδικη αγωγή) εξαιτίας του λόγου τούτου ήταν απορριπτέα, μολονότι, περαιτέρω, οι ένδικες αξιώσεις του αναιρεσείοντος δεν είχαν υποκύψει στην από το άρθρο 250 αριθ. 17 του Α.Κ. προβλεπόμενη πενταετή παραγραφή. Επομένως ο πρώτος λόγος αναιρέσεως, από το άρθρο 560 αριθ. 1 ΚΠολΔ, κατά το μέρος του με το οποίο προβάλλεται, όπως εκτιμάται, η αιτίαση της παραβίασης των ως άνω ουσιαστικών διατάξεων είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Σύμφωνα δε με το άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί για περαιτέρω εκδίκαση στο δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την εν λόγω απόφαση, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από αυτούς που την εξέδωσαν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ΄ αριθ. 701/2006 απόφασή του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.-

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο), συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από αυτούς που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση.- Και

Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, την οποία ορίζει σε χίλια εκατό (1.100) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 31 Μαΐου 2007. Και

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Ιουνίου 2007.

O ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ρ.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: