Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Εργατικό ατύχημα. Επιδίκαση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης στην οικογένεια θανόντος εργαζομένου από εισπνοή ινών αμιάντου. 169/2008 ΜΠρ.Αθηνών


169/2008 ΜΠρ.Αθηνών - Εργατικό ατύχημα. Επιδίκαση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης στην οικογένεια θανόντος εργαζομένου από εισπνοή ινών αμιάντου.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ....
ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός Απόφασης 169/2009
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Παναγιώτη Λεβενιώτη, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Γεωργία Τσιούνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 25 Νοεμβρίου 2008, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των εναγόντων: 1) ..............του ........ χήρα....................... ........, 2)............................................., 3).......... του ............, κατοίκου .........................οποίοι παραστάθηκαν μετά η πρώτη και δια ο δεύτερος και τρίτη του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ευτύχιου- Δημήτριου Καλαμίδα.
Των εναγομένων: 1) Της τελούσης υπό εκκαθάριση Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία ".................................." που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, από την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "................-............ που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενης, ως εκκαθαριστής (.................) της ως άνω τελούσης υπό εκκαθάριση ................. 2) Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "..................", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Αναστασίου Κουμουτσάρη, 3) Της ................ με την επωνυμία "..................που εδρεύει στον........ .............. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Μαρίας Λυμπέρη.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 1-6-2007 αγωγή τους που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό καταθέσεως 241286/2007 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 4919/2007 προσδιορίστηκε για την παραπάνω δικάσιμο και εκφωνήθηκε από το πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την έννοια των άρθρων 1, 2 και 3 του ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε με το β.δ/γμα της 24 Ιουλ./25 Αυγ. 1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 του Εισ.Ν. Α Κ, ως ατύχημα από βίαιο συμβάν θεωρείται και η ασθένεια του εργαζομένου η οποία επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής και είχε ως συνέπεια την ανικανότητα του (μερική ή ολική) προς εργασία, εφόσον προκλήθηκε από γεγονός αιφνίδιο και απρόβλεπτο και είναι άσχετη με την ιδιοσυστασία του οργανισμού του παθόντος και με την βαθμιαία εξασθένηση και φθορά του, λόγω της φύσεως και του είδους της εργασίας και των συνδεομένων με αυτήν δυσμενών όρων (ΑΠ 184/2005, ΕΕργΔ., 2006. 88, ΑΠ 550/1997, ΕΕργΔ., 1998. 752, ΑΠ 250/1995, ΕΕργΔ., 1996. 24, ΑΠ 1029/1993, ΕΕργΔ., 1995. 325). Εξάλλου, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 299, 914, 922, 926 και 932 ΑΚ ο παθών από εργατικό ατύχημα που οφείλεται σε πταίσμα, επομένως και σε οποιαδήποτε αμέλεια του εργοδότη ή των προσώπων που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του, έχει το δικαίωμα να απαιτήσει να του καταβάλει ο εργοδότης χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που του προκάλεσε το ατύχημα, αφού ως προς την αξίωση αυτή του εργαζομένου ο εργοδότης δεν καλύπτεται από το Ι.Κ.Α. (ΑΠ 106/2003, ΕΕργΔ 2003/421, ΑΠ 1502/2001, ΕΕργΔ 2003/810, ΑΠ 1325/2006, ΕΕργΔ 1998/305).
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 479 ΑΚ, "αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή επιχείρηση, αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή ως την αξία των μεταβιβαζόμενων στοιχείων για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή την επιχείρηση.
Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει". Με την υπόψη διάταξη, η ρύθμιση της οποίας συνιστά ειδική περίπτωση σωρευτικής αναδοχής χρέους, η οποία δεν απορρέει από σύμβαση μεταξύ δανειστή και αναδοχέα, αλλά επέρχεται απευθείας από το νόμο, καθιερώνεται η αρχή της ευθύνης του ειδικού διαδόχου μιας περιουσίας ή επιχείρησης έναντι των δανειστών, υπέρ των οποίων και η σχετική ρύθμιση, για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή την επιχείρηση έως την αξία των στοιχείων που μεταβιβάζονται, με παράλληλη όμως διατήρηση της ευθύνης και του μεταβιβάσαντος (παλαιού οφειλέτη) με τη δημιουργία προς τούτο παθητικής εις ολόκληρο ενοχής μεταξύ αυτού και εκείνου που απέκτησε την περιουσία.
Προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης είναι α) σύμβαση μεταξύ οφειλέτη και τρίτου, η οποία έχει ως αντικείμενο τη μεταβίβαση περιουσίας ή επιχείρησης β) μεταβίβαση περιουσίας ή επιχείρησης, γ) χρέη του μεταβιβάζοντος (οφειλέτη) και γνώση αποκτώντος και δ) ένταξη χρεών στη μεταβιβαζόμενη περιουσία ή επιχείρηση. Η σύμβαση πρέπει, κατ' αρχήν, να είναι έγκυρη, γίνεται όμως δεκτό ότι αυτή ισχύει ακόμα και αν είναι άκυρη για οποιοδήποτε λόγο ή, ακόμη, και αν δεν καταρτίστηκε καμία σύμβαση, αρκεί όμως και στις δύο περιπτώσεις ότι έλαβε χώρα η εμπράγματη μεταβίβαση της περιουσίας ή της επιχείρησης και ειδικότερα των καθ' έκαστον στοιχείων που συνθέτουν την περιουσία, για τα οποία πρέπει να τηρηθεί ο τρόπος που αρμόζει στον καθένα (παράδοση για κινητά, εκχώρηση και αναγγελία για απαιτήσεις κλπ.) Μεταβίβαση περιουσίας ή επιχείρησης υπάρχει, μεταξύ άλλων, και στην περίπτωση διάλυσης νομικού προσώπου. Περίπτωση μεταβίβασης της επιχείρησης υπάρχει και στην περίπτωση μεταβολής του προσώπου του εργοδότη για την πληρωμή των απαιτήσεων μισθωτού που γεννήθηκαν έως τη διαδοχή. Μπορεί να συμβεί περιέλευση περιουσίας ή επιχείρησης, σαν σύνολο, στο νέο φορέα με πράξη εν ζωή, χωρίς ανάγκη ύπαρξης δεσμού μεταξύ παλαιού και νέου κυρίου (Βαθρακοκοίλης, ΕΡΝΟΜΑΚ, 2003, άρθρο 479, σελ. 672-690).
Ακολούθως, μετά τη διάλυση, με το ν.588/1977 περί οργανώσεως των αστικών συγκοινωνιών Πρωτευούσης και άλλων τινών διατάξεων, του (.................. υποκαταστάθηκε αυτοδικαίως ως καθολικός διάδοχος σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τούτων το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία ... που ιδρύθηκε με τον ίδιο νόμο (αρθρ. 12 επ.). Αλλά και το τελευταίο αυτό νομικό πρόσωπο διαλύθηκε με τον επακολουθήσαντα νόμο 2078/1992 Συγκοινωνίες με θερμικά λεωφορεία στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς και Περιχώρων (αρθρ. 19 και 1) και τέθηκε υπό εκκαθάριση.
Ενώ όμως με το άρθρο 1 παρ.1 αυτού ορίζεται ότι το προσωπικό (.......) με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή εντολής απολύεται και αποζημιώνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, με το άρθρο 2 αυτού προβλέφθηκε, μέσα στην αναφερόμενη σ' αυτό αποκλειστική προθεσμία και ύστερα από τήρηση της προβλεπόμενης εκεί διαδικασίας, η δυνατότητα μεταφοράς αποκλειστικά από τους κλάδους διοικητικού προσωπικού και σταθμαρχών-ελεγκτών μισθωτών από την ....στον .........(που είχε ιδρυθεί με το άρθρο 1 του ν.588/1977 και λειτουργούσε παράλληλα με την .........) για την κάλυψη των νέων αναγκών τούτου. Στη συνέχεια με το άρθρο 1 παρ.1 του ν.2175/1993 "Οργάνωση ενιαίου φορέα αστικών συγκοινωνιών στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς και περιχώρων και άλλες διατάξεις" ιδρύθηκε ν.π.ι.δ. με την επωνυμία "....................." (........), που είναι δημόσια επιχείρηση κοινωφελούς χαρακτήρα με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας και με έδρα την Αθήνα. Κατά την παρ.2 του ίδιου άρθρου, σκοπός του .......είναι η διεξαγωγή του συγκοινωνιακού έργου με όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς και Περιχώρων, ενώ κατά την παρ.4 αυτού, η εκτέλεση και εκμετάλλευση του συγκοινωνιακού έργου ανατίθεται από τον ............. σε ανώνυμες εταιρίες που ιδρύει ο ίδιος. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού ο .............αναλαμβάνει αμέσως την εκτέλεση και εκμετάλλευση του συγκοινωνιακού έργου στην περιοχή αρμοδιότητας του με θερμικά λεωφορεία, υπεισέρχεται δε αυτοδικαίως και χωρίς καμιά άλλη διατύπωση με συνέπειες καθολικής διαδοχής στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ....... ο οποίος παύει να υφίσταται (αρθρ. 3 παρ.1 εδ. α' και β'). Με το άρθρο 4 του νόμου τούτου (2175/1993) ρυθμίζονται θέματα προσωπικού. Ειδικότερα, κατά την παρ.1, ..........και οι εταιρίες που ιδρύονται σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ.4 του νόμου αυτού από τον ........συνδέονται με το προσωπικό τους με σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις των οικείων οργανισμών .... Κατά την παρ.2 αυτού, με πράξη του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, μετά από εισήγηση του Δ.Σ. του .........μεταφέρεται αυτοδικαίως στον............. το προσωπικό, το οποίο υπηρετεί κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου στον καταργούμενο ..........με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου. Κατά την παρ.8 του ίδιου άρθρου, με απόφαση του Δ.Σ. του ............ μπορεί να μεταφέρεται προσωπικό από τον ..............στις εταιρίες του άρθρου 1 παρ.4 του παρόντος νόμου και αντιστρόφως ... χωρίς την καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης. Το μεταφερόμενο προσωπικό δικαιούται τις αποδοχές που ελάμβανε στην προηγούμενη θέση του. Στο δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου ορίζεται, ότι το προσωπικό που προσλαμβάνεται στον.........κατά τις παρ.3 και 4 αυτού του άρθρου (δηλ. πρώην προσωπικό της ........,-μέτοχοι των Συγκοινωνιακών Επιχειρήσεων, οδηγοί) μεταφέρεται αυτοδικαίως και χωρίς καμιά άλλη διατύπωση ή καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης στην ή στις εταιρίες εκτέλεσης και εκμετάλλευσης του συγκοινωνιακού έργου με θερμικά λεωφορεία, με την ίδρυση των εταιριών κατά την παρ. 4 του άρθρου 1 του νόμου αυτού.
Τέλος, στις διατάξεις του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού του ....................., (............) και των εταιριών που ιδρύει, ο οποίος (κανονισμός) έχει εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 2 παρ.5 του ν.2175/1993, έχει εγκριθεί με την υπ' αριθμ. 17270/1893/28-6-1994 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών και έχει δημοσιευθεί στην Ε.Τ.Κ (ΦΕΚ Β 510/1-7-1994) και γι'αυτό έχει ισχύ νόμου, ορίζονται εκτός των άλλων γενικών όρων προσλήψεως του προσωπικού του ....... και των εταιριών που ιδρύει (άρθρο 8) και τα ακόλουθα στο άρθρο 23: Μεταφορά. Με απόφαση του Δ.Σ. του .........μπορεί να μεταφέρεται προσωπικό από τον .........στις εταιρίες του άρθρου. 1 παρ.4 του ν.2175/1993 και αντιστρόφως, καθώς και μεταξύ των εταιριών αυτών που ιδρύονται κατά το άρθρο 1 παρ.4 του παραπάνω νόμου χωρίς την καταβολή οποιασδήποτε αποζημιώσεως. Το μεταφερόμενο προσωπικό δικαιούται τις αποδοχές που λάμβανε στην προηγούμενη θέση του (αρθρ. 4 παρ.8 του ν.2175/1993).
Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει, ότι η προβλεπόμενη από τα ως άνω άρθρα 4 παρ.8 του ν.2175/1993 και 23 του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού ..... και των εταιριών που ιδρύει μεταφορά προσωπικού του -......., και συγκεκριμένα του προσωπικού του, που μεταφέρθηκε σ' αυτόν από τον ........- μετά τη διάλυσή του κατ' εναλλαγή εργοδότη και υπηρετεί κατά την έναρξη της ισχύος του άνω νόμου, προς τις ιδρυόμενες εταιρίες συνεπάγεται εναλλαγή εργοδότη, που προβλέπεται από διάταξη νόμου, και δεν αποτελεί επιτρεπόμενο από το νόμο δανεισμό μισθωτού. Η ανωτέρω έννοια του όρου μεταφορά προσωπικού συνάγεται, εκτός άλλων, και εκ του ότι ο νομοθέτης του όρου μεταφορά προσωπικού χρησιμοποιεί για να υποδηλώσει τη διαδοχή του εργοδότη στις περιπτώσεις καταργήσεως του πρώτου και υποκαταστάσεως του από τον δεύτερο, όπως στις περιπτώσεις του ...... και του .......στις οποίες δεν μπορεί να νοηθεί δανεισμός μισθωτών από το καταργούμενο στο συνιστάμενο νομικό πρόσωπο. Η άνω έννοια του σχολιαζόμενου όρου δεν παραλλάσσει όταν η μεταφορά προσωπικού γίνεται από τον .........στις συνιστάμενες από αυτόν ως άνω εταιρίες, τόσο μάλλον καθόσον την ανωτέρω άποψη ενισχύει η αυτοτέλεια των τελευταίων έναντι του ..... Και η κάλυψη με το μεταφερόμενο από εκείνον προσωπικό μόνιμων και διαρκών αναγκών τους, η εξυπηρέτηση των οποίων επιβάλλει όχι προσωρινή, αλλά μονιμότερη στελέχωση τους σε προσωπικό.
Απλώς ο νομοθέτης στην πρώτη περίπτωση, της καταργήσεως του εργοδότη νομικού προσώπου, ομιλεί για αυτοδίκαιη μεταφορά προσωπικού στο συνιστάμενο νέο νομικό πρόσωπο, ενώ στην τελευταία περίπτωση, της μεταφοράς προσωπικού από τον ...........στις ως άνω εταιρίες, τη χαρακτηρίζει δυνητική, χωρίς όμως μετά την πραγματοποίηση της να τη διαφοροποιεί ως προς τις έννομες συνέπειες από την πρώτη περίπτωση (ΑΠ 1743/1998, ΝΟΜΟΣ).
Με την υπό κρίση αγωγή, οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι ο .............., σύζυγος της πρώτης και πατέρας του δεύτερου και της τρίτης από αυτούς, εργάστηκε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου αρχικά στην πρώτη των εναγομένων, νόμιμοι διάδοχοι της οποίας ήταν η δεύτερη και η τρίτη των εναγομένων εταιριών που έχουν αντικείμενο την οργάνωση και εκμετάλλευση των αστικών συγκοινωνιών όπως ειδικότερα αναφέρεται στην αγωγή, από το έτος 1983 έως τις 12-2-2006, χρόνος κατά τον οποίο συνταξιοδοτήθηκε.
Οτι από το Μάρτιο του 2005 ασθένησε σοβαρά λόγω μακροχρόνιας εισπνοής ινών αμιάντου, οι οποίες αιωρούνταν στο αμαξοστάσιο των εναγομένων, με αποτέλεσμα να αποβιώσει στις 20-9-2006. Οτι το ατύχημα οφείλεται σε υπαιτιότητα των εναγομένων, που συνίσταται στην παράλειψη λήψης μέτρων ασφαλείας για τους εργαζομένους, όπως ειδικότερα αναλύεται στο κείμενο της αγωγής.
Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τους καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, το συνολικό ποσό των 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη. Η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αυτού κατά την ειδική διαδικασία που ακολουθείται για την επίλυση των εργατικών διαφορών (άρθρα 14, 16 παρ.3 , 22, 32 και 663-676 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 914, 922, 926, 932 ΑΚ, 2, 4 ΠΔ 70α /1988, 1, 2, 16 του ν.551/1915, 2, και 907, 908δ, 176 ΚΠολΔ.
Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, δεδομένου ότι δικαστικό ένσημο δεν οφείλεται για το αντικείμενο της (αρθρ. 15 παρ. 2 του Ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.7/25.8.1920, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αρ. 8 του ΕισΝΚΠολΔ, βλ. και ΕφΑΘ 11116/1996 ΕΕργΔ 56.1126). Οι εναγόμενοι αρνούνται γενικά την αγωγή και προβάλλουν την ένσταση έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρουν στις προτάσεις τους. Επ' αυτού θα πρέπει να σημειωθεί ότι για την ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση των διαδίκων αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντα ότι αυτός και ο εναγόμενος, είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς να ασκεί επιρροή αν είναι αυτός αληθής. Αν όμως αυτός αποδειχθεί αναληθής, (π.χ. ότι ο εναγόμενος δεν είναι κάτοχος του διεκδικούμενου ακινήτου κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής), τότε αυτή θα απορριφθεί όχι για έλλειψη νομιμοποίησης, αλλά ως αβάσιμη για ανυπαρξία του επίδικου δικαιώματος. Η απόδειξη της νομιμοποίησης δηλαδή συμπίπτει με την απόδειξη των θεμελιωτικών της ιστορικής βάσης της αγωγής πραγματικών περιστατικών.
Εν όψει της φύσης της νομιμοποίησης ως διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης για κάθε αίτηση παροχής έννομης προστασίας, ή από τον εναγόμενο, αμφισβήτηση των επικαλούμενων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης του περιστατικών, συνιστά όχι έλλειψη νομιμοποίησης, αλλά άρνηση της βάσης της αγωγής του ενάγοντος, ο οποίος και φέρει προς τούτο το βάρος της απόδειξης (Βαθρακοκοίλης, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 68, αρ. 3, 16, 18).
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, και οι οποίες εκτιμήθηκαν χωριστά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, κατά το λόγο γνώσεως και αξιοπιστίας καθενός από αυτούς, σε συνδυασμό επίσης και προς όλα τα επικαλούμενα από τους διαδίκους και νομοτύπως προσκομιζόμενα έγγραφα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η υπ'αριθ. 5069/14-5-2008 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα του ενάγοντος .................. που δόθηκε έπειτα από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων τουλάχιστον πριν είκοσι τέσσερις ώρες (βλ. τις υπ' αριθμ. 6276Δ, 6277Δ και 6278 Δ/12-5-2008 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθήνας Δημητρίου Παπαδάκου) και η υπ'αριθ.916/27-11-2008 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα των εναγόντων ...................που δόθηκε έπειτα από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων τουλάχιστον πριν είκοσι τέσσερις ώρες (βλ. την σχετική γνωστοποίηση του πληρεξουσίου δικηγόρου των εναγόντων που καταχωρήθηκε στα πρακτικά), καθώς και από τις ομολογίες τους που συνάγονται από τις προτάσεις τους (άρθρο 261 ΚΠολΔ) αποδείχτηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα εξής: Ο ............. προσλήφθηκε στις 7-7-1983 από την πρώτη εναγομένη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να εργαστεί ως τεχνίτης οχημάτων.
Στις 3-8-1992, με τη διάλυση της πρώτης εναγομένης απολύθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2078/1992, με τις οποίες το έργο των αστικών συγκοινωνιών ανατέθηκε σε ιδιώτες, και στη συνέχεια επαναπροσλήφθηκε αυτοδικαίως από τον δεύτερο εναγόμενο στις 23-12-1993, ως καθολικό διάδοχο της πρώτης, στον οποίο απασχολήθηκε μέχρι τις 1-7-1994, οπότε εντάχθηκε στο προσωπικό της τρίτης εναγομένης εταιρίας. Κατά συνέπεια, καθ' όλη τη διάρκεια της εργασιακής του σχέσης απασχολήθηκε και από τις τρεις εναγόμενες εταιρίες.
Στην τελευταία εργάστηκε μέχρι τις 12-2-2006, χρόνο κατά τον οποίο απεχώρησε από την υπηρεσία του λόγω συνταξιοδότησης. Στην πρώτη εναγομένη κατά το διάστημα από 7-7-1983 έως 8-9-1992 απασχολήθηκε στο Αμαξοστάσιο του Βοτανικού, με κύριο αντικείμενο τον καθαρισμό των φρένων των λεωφορείων, στα οποία υπήρχε αμίαντος, ο οποίος, και ειδικότερα η εισπνοή ινών αμιάντου, είναι επιβλαβής για την υγεία και μπορεί να προκαλέσει στους εργαζόμενους που απασχολούνται σε χώρους που αυτός υπάρχει σοβαρότατες ασθένειες, όπως η αμιάντωση και ενδεχομένως καρκίνος των βρόγχων και των πνευμόνων, (μεσοθηλίωμα που είναι μορφή καρκίνου και καρκίνο του γαστρεντερικού συστήματος), γι'αυτό είναι απαραίτητο να λαμβάνονται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρα 2, 4 ΠΔ 70α/1988, προστατευτικά μέτρα και προφυλάξεις, μεταξύ των οποίων η μέτρηση αμιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας, ο περιορισμός με υγρές μεθόδους της δημιουργίας και διασποράς σκόνης στο περιβάλλον, η γενική ενημέρωση των εργαζομένων και τακτά χρονικά διαστήματα για τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία από την έκθεση στον αμίαντο, οι προφυλάξεις με τη χρήση του κατάλληλου ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού και ενδυμάτων, η επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων από τον αρμόδιο ιατρό εργασίας της επιχείρησης κ.α. Η διοίκηση όμως, της πρώτης εναγομένης καθώς και οι προστηθέντες από αυτές στη διεύθυνση του αμαξοστασίου, αν και γνώριζαν τις επιβλαβείς επιδράσεις του αμιάντου, δεν προέβαιναν στην ενημέρωση των εργαζομένων οι οποίοι ήταν εκτεθειμένοι στις ίνες του αμιάντου που αιωρούντο σε μεγάλες ποσότητες στους χώρους του εργοστασίου και δεν ελάμβαναν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας, όπως μηχανοποίηση, αυτοματισμός και χρησιμοποίηση κλειστών κυκλωμάτων στη παραγωγική διαδικασία με τοπικά συστήματα εξαερισμού για την περισυλλογή και απομάκρυνση της αμιαντούχου σκόνης, τακτικές μετρήσεις για τη διαπίστωση της επιβάρυνσης των χώρων εργασίας από τις αιωρούμενες ίνες, χρήση πλήρους προστατευτικής ενδυμασίας και προσωπίδας και διαρκή απασχόληση στο αμαξοστάσιο ειδικού ιατρού εργασίας και πνευμονολόγου προς παρακολούθηση της υγείας των εργαζομένων.
Στα τέλη του μήνα Μαρτίου του 2005 ο....... σύζυγος της πρώτης και πατέρας του δεύτερου και της τρίτης των εναγομένων, παρουσίασε συμπτώματα βαριάς ασθένειας και έπειτα από σχετικές εξετάσεις που υποβλήθηκε στις 1-4-2005 στο Δημόσιο Περιφερειακό Γενικό Νοσοκομείο " .......", διαπιστώθηκε ότι έπασχε από ανεγχείρητο μεσοθηλίωμα υπεζωκότα, που αποτελεί μορφή καρκίνου του πνεύμονα, ασθένεια που οφείλεται στην εισπνοή ινών αμιάντου, η ύπαρξη των οποίων ανιχνεύθηκε στους πνεύμονες του, προς αποκατάσταση της οποίας υποβλήθηκε σε χημειοθεραπεία μέχρι τις 20-9-2006, οπότε και απεβίωσε (βλ. το από 1-4-2005 ιατρικό σημείωμα του πνευμονολόγου ........., το από 14-2-2006 πιστοποιητικό του πνευμονολόγου ιατρού ............... από το ως άνω Νσοσκομείο "ΣΩΤΗΡΙΑ", το από 2-5-2006 ιατρικό πιστοποιητικό του ΕΙΔΙΚΟΥ ΑΝΤΙΚΑΡΚΙΝΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΜΕΤΑΞΑ, το από 7-2-2006 πιστοποιητικό νοσηλείας του γενικού νοσοκομείου Αθήνας "ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ").
Από όλα τα παραπάνω στοιχεία, αλλά και από τις ένορκες καταθέσεις όλων των προαναφερομένων μαρτύρων προκύπτει σαφώς ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των συνθηκών εργασίας του........... και συγκεκριμένα της πολύωρης καθημερινής εισπνοής αμιάντου στο χώρο εργασίας του (αμαξοστάσιο) και της πρόκλησης της ιδιαίτερα σοβαρής ασθένειας του, που επέφερε τελικά το θάνατο του, αλλά αποδεικνύεται επίσης ότι η πρώτη εναγομένη εταιρία, αν και η διοίκηση της και τα προστηθέντα της αρμόδια όργανα γνώριζαν τον κίνδυνο που εμπεριείχε η ύπαρξη του αμιάντου, παρέλειψαν να λάβουν τα προαναφερόμενα μέτρα προστασίας των εργαζομένων, τα οποία προβλέπονται ρητά από το νόμο,αλλά και κρίνονται αναγκαία κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας.
Εξάλλου, από το υπ' αριθ. πρωτ. 8317/17-4-2008 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της τρίτης εναγομένης εταιρίας, προκύπτει ότι η χρήση του αμιάντου στο σύστημα πέδησης των οχημάτων έχει απαγορευθεί από τη δημοσίευση της υπ' αριθ. 1386/74/1999 υπουργικής απόφασης, με την οποία απαγορεύεται η παραγωγή, πώληση και τοποθέτηση φρένων με αμίαντο από τις 10-2-1999, πράγμα που σαφώς σημαίνει ότι για όλο το επίδικο χρονικό διάστημα, αλλά και μεταγενέστερα, ο .....εξακολουθούσε να εργάζεται υπό τις προαναφερόμενες επικίνδυνες συνθήκες με την καθημερινή εισπνοή αμιάντου. Κατά συνέπεια, η υπαιτιότητα ως προς την πρόκληση της θανατηφόρας βλάβης της υγείας του ..... βαρύνει άμεσα και τις τρεις εναγόμενες εταιρίες, πέραν βέβαια του πασίδηλου γεγονότος της μεταξύ τους καθολικής διαδοχής ως προς τα δικαιώματα και υποχρεώσεις έναντι τρίτων.
Περαιτέρω, οι ενάγοντες εξαιτίας του τραγικού γεγονότος της απώλειας του συγγενικού τους προσώπου δοκίμασαν έντονη στενοχώρια και θλίψη. Ενόψει των συνθηκών του ατυχήματος, του βαθμού του πταίσματος των εναγομένων, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών και του βαθμού συγγένειας των εναγόντων με τον θανατωθέντα, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να επιδικαστεί το ποσό των 200.000 ευρώ στον καθένα από τους ενάγοντες, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν.
Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ' ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλλουν το ποσό των 200.000 ευρώ στον καθένα από τους ενάγοντες, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν κατά ένα μέρος λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρο 178 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων σε βάρος των εναγομένων.
Οσον αφορά το αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το Δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, οι οποίοι επιβάλλουν την προσωρινή εκτελεστότητα και ότι η επιβράδυνση της εκτέλεσης μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στους ενάγοντες.
Γι' αυτό το σχετικό αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό, για το ποσό των 100.000 ευρώ στον καθένα από τους ενάγοντες.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ'αντιμωλίαν των διαδίκων
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγομένους να καταβάλλουν εις ολόκληρον ο καθένας, σε καθένα από τους ενάγοντες το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ, ήτοι το συνολικό ποσό των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής
Κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ για καθένα από τους ενάγοντες .
Επιβάλλει σε βάρος των εναγομένων ένα μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, το ύψος των οποίων ορίζει σε δέκα πέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 21 Ιανουαρίου 2009.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ν.Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: