
Ανίκανοι να συντάσσουν διαθήκη
Έτος: 2016
Νούμερο: 553
Είναι όσοι κατά το χρόνο της σύνταξης της διαθήκης δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία...
της βούλησής τους. Δεν αποκλείεται κατά νόμο ή συνύπαρξη στο πρόσωπο του διαθέτη και των δύο περιπτώσεων ανικανότητας.Έτος: 2016
Νούμερο: 553
Είναι όσοι κατά το χρόνο της σύνταξης της διαθήκης δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία...
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη, Νικήτα Χριστόπουλο, Πέτρο Σαλίχο, Ιωάννη Φιοράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Σεπτεμβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειουσών: 1) Δ. χήρας Γ. Β., και 2) Κ. Β. του Γ., κατοίκων ..., που παραστάθηκαν αμφότερες μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Χαράλαμπου Ασβέστη.
Των αναιρεσίβλητων: 1) Γ. Ρ. του Λ., κατοίκου ..., 2) Γ. συζ. Κ. Γ., και 3) Α. Θ. Κ. Γ., κατοίκων ..., που παραστάθηκαν ο 1ος διά , οι 2η και 3η μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου Κωνσταντίνου Τσουκαλά.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 14-3-2012 αγωγή των ήδη αναιρεσειουσών, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2219/2013 του ιδίου Δικαστηρίου, και 1217/2015 του Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείουσες, με την από 24-12-2015 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Πέτρος Σαλίχος, ανέγνωσε την από 24-8-2016 έκθεση του, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειουσών ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 1718 Α.Κ., διαθήκη, για την οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 1719 έως 1757, είναι άκυρη, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 1719 αριθ. 3 του ίδιου Κώδικα, όπως ήδη ισχύει μετά την τροποποίησή της με τη διάταξη του άρθρου 30 του ν. 2447/1996, ανίκανοι να συντάσσουν διαθήκη είναι όσοι κατά το χρόνο της σύνταξης της διαθήκης δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους. Στην αμέσως πιο πάνω διάταξη προβλέπονται δύο περιπτώσεις ανικανότητας προς σύνταξη διαθήκης, δηλαδή α) η έλλειψη συνείδησης των πράξεων, η οποία υπάρχει όταν το πρόσωπο από αίτιο νοσηρό ή μη (όπως λ.χ. μέθη, ύπνωση κλπ.) δεν έχει τη δύναμη να διαγνώσει την ουσία και το περιεχόμενο της διαθήκης που συντάσσει, καθώς και την ικανότητα να συλλάβει τη σημασία των επί μέρους διατάξεων της διαθήκης, χωρίς να απαιτείται γενική και πλήρης έλλειψη συνείδησης του εξωτερικού κόσμου ή πλήρης έλλειψη λειτουργίας του νου και β) η ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη. Σε αντίθετη, δηλαδή, με την αρχική διάταξη του άρθρου 1719 αριθ. 4 Α.Κ., όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με τη διάταξη του άρθρου 30 του ν. 2447/1996, που προπαρατέθηκε, η οποία, ως ανικανότητα προς σύνταξη διαθήκης, απαιτούσε, επίσης, τη στέρηση της χρήσης του λογικού από πνευματική ασθένεια, δηλαδή, διανοητική ή ψυχική διαταραχή οφειλόμενη σε ασθένεια, επιφέρουσα, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αδυναμία λογικής στάθμισης και ελεύθερου προσδιορισμού της βούλησης του διαθέτη, ο οποίος μπορούσε μεν να έχει επαρκή αντίληψη για το τι έπραττε, συντάσσοντας τη διαθήκη του, αλλά, εξαιτίας ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής, δεν ήταν η βούλησή του ελεύθερη στο βαθμό που είναι του ομαλά ψυχικά ανθρώπου, δηλαδή δεν μπορούσε αυτός να προσδιορίσει με λογικούς υπολογισμούς ελεύθερα τη βούλησή του και να αντισταθεί, έτσι, σε υποβολή προερχόμενη από άλλους, η ήδη ισχύουσα διάταξη απαιτεί απλά ψυχική ή διανοητική διαταραχή περιορίζουσα αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη, εξαιτίας προφανώς του ότι η στέρηση της χρήσης του λογικού λόγω πνευματικής ασθένειας αποτελεί νομικό όρο που δεν χρησιμοποιείται στην ιατρική, δηλαδή, όρο, ο οποίος με δυσχέρεια μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, αφού ως πνευματική ασθένεια δεν νοείται μόνο η πάθηση της νόησης του πνεύματος, αλλά γενικά κάθε ψυχική διαταραχή. Ως ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη νοείται, ειδικότερα, κάθε διαταραχή που μειώνει σημαντικά την ικανότητα για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας, όταν, δηλαδή, εξαιτίας της διαταραχής αυτής αποκλείεται, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησης του διαθέτη με λογικούς υπολογισμούς, καθόσον ο τελευταίος κυριαρχείται από παραστάσεις, αισθήματα, ορμές ή επιρροές τρίτων. Οι ασθένειες που μπορούν να οδηγήσουν στην πιο πάνω διαταραχή είναι οι ίδιες, οι οποίες, σύμφωνα με τη ρύθμιση της προϊσχύσασας διάταξης του άρθρου 1719 αριθ. 4 Α.Κ., προκαλούσαν έλλειψη της χρήσης του λογικού λόγω πνευματικής ασθένειας, δηλαδή, οι γνήσιες ψυχώσεις, όπως λ.χ. η μανιοκατάθλιψη, η σχιζοφρένεια, οι παράνοιες, αλλά και οργανικοψυχικές παθήσεις, όπως λ.χ. η γεροντική άνοια, όταν απ’ αυτή προκαλείται μόνιμη διαταραχή της λειτουργίας του νου, σε βαθμό που αποκλείει την ύπαρξη λογικής κρίσης η ολιγοφρένεια κ.α. Η διακρίβωση πότε σε συγκεκριμένη περίπτωση αποκλείεται ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησης του διαθέτη με λογικούς υπολογισμούς, είναι έργο ιδιαίτερα λεπτό και δυσχερές, ενόψει και του ότι μια εξελικτική οργανική ασθένεια του εγκεφάλου καθιστά, κατά την εξέλιξή της, ανίκανο τον πάσχοντα για σύνταξη διαθήκης. Παρέπεται, ότι δεν αποκλείεται κατά νόμο ή συνύπαρξη στο πρόσωπο του διαθέτη και των δύο περιπτώσεων ανικανότητας, που προβλέπονται στη διάταξη του άρθρου 1719 αριθ. 3 Α.Κ., δηλαδή, τόσο της έλλειψης συνείδησης των πράξεών του, όσο και της ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής του, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του.
Τέλος, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 1719 αριθ. 3 Α.Κ., προς σύνταξη έγκυρης διαθήκης, ο διαθέτης πρέπει να έχει ικανότητα προς τούτο, υπάρχουσα κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης και καθόλη τη διάρκειά της. Αν όμως πρόκειται για πάθηση μη ιάσιμη ή για βαριά ψυχική ή διανοητική διαταραχή του διαθέτη, τότε δεν είναι αναγκαίο η απόδειξή της κατά το χρόνο της σύνταξης της διαθήκης, αφού τεκμαίρεται αυτή λόγω της διάρκειάς της (ΑΠ 821/2013). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ., αναίρεση επιτρέπεται μόνο αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοσθεί ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Εξάλλου, ο ίδιος λόγος αναιρέσεως είναι δυνατόν να φέρεται ότι πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση επειδή παραβίασε κανόνα δικαίου, αλλά στην πραγματικότητα να πλήττει την απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων υπό το πρόσχημα ότι κατά την εκτίμηση αυτή παραβιάσθηκε κανόνας δικαίου, οπότε ο λόγος αναιρέσεως θα απορριφθεί ως απαράδεκτος διότι πλήττει την ανέλεγκτη από τον Άρειο Πάγο εκτίμηση των αποδείξεων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ.).
Τέλος, κατά το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναίρεσης και, αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα, που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη νόμιμης βάσης, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία σύμφωνα με το νόμο είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόσθηκε ή, ότι δε συντρέχουν οι όροι της εφαρμογής της. Ιδρύεται, δηλαδή, ο λόγος αυτός, όταν από τις παραδοχές της απόφασης, δημιουργούνται αμφιβολίες, για το αν παραβιάστηκε ή όχι ορισμένη ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται ο λόγος αυτός σε πλημμέλειες αναγόμενες στη διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται, όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και, ειδικότερα, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται σαφώς, πλήρως και χωρίς αντιφάσεις. Ως ζητήματα, τέλος, των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό, στερεί από την απόφαση τη νόμιμη βάση, νοούνται μόνο οι ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, που τείνουν δηλαδή στη θεμελίωση ή κατάλυση του δικαιώματος που ασκήθηκε, είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, όχι όμως και τα πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα που συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για τα οποία η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει λόγο αναίρεσης (Ολ.Α.Π.24/1992, Α.Π.1413/2014).
Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει ότι μ’ αυτήν το Εφετείο δέχθηκε, μετά από εκτίμηση των αποδείξεων, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 23 Ιουνίου 2009 απεβίωσε στην οικία της στο ... η Μ. χήρα Α. Κ., το γένος Γ. και Ε. Ρ., κάτοικος όσο ζούσε ... [σχετ. η .../2009 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιάρχου ...]. Αιτία του θανάτου της, κατά τη ληξιαρχική πράξη, ήταν "στεφανιαία νόσος, πνευμονικό οίδημα". Η αποβιώσασα, η οποία ήταν άτεκνη, άφησε κατά το χρόνο του θανάτου της πλησιέστερους συγγενείς της τους ακόλουθους : (α) 1]τον Γ. Ρ. του Λ. [πρώτο ενάγοντα], 2]τη Γ. σύζυγο Κ. Γ., το γένος Λ. Ρ. [δεύτερη ενάγουσα], 3]την Ε. σύζυγο Σ. Δ., το γένος Λ. Ρ. και 4]την Ε. σύζυγο Μ. Κ., το γένος Λ. Ρ., τέκνα του προαποβιώσαντος αδερφού της Λ. Ρ. του Γ., (β) 1] τη Μ. σύζυγο Π. Φ., 2] τη Φ. σύζυγο Ε. Π., 3] την Κ. σύζυγο Λ. Χ., 4] τη Γ. σύζυγο Δ. Β., 5] την Ε. σύζυγο Α. Λ. και 6] την Ε. σύζυγο Φ. Γ., τέκνα του προαποβιώσαντος αδερφού της Ν. Ρ. του Γ., (γ) 1] το Γ. Ρ. του Ε. και 2] την Ε. σύζυγο Σ. Β., τέκνα του προαποβιώσαντος αδερφού της Ε. Ρ. του Γ. και (δ) 1] το Γ. Ν. του Ι., 2] τον Π. Ν. του Ι., 3] το Σ. Ν. του Ι., 4] την Κ. σύζυγο Ι. Χ., 5] την Ε. σύζυγο Π. Κ. και 6] τη Δ. σύζυγο Γ. Β. [πρώτη εναγομένη], τέκνα της προαποβιωσάσης αδερφής της Μ. χήρας Ι. Ν., το γένος Γ. Ρ. [σχετ. το με αρ. πρωτ. .../29-4-2010 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δημάρχου ...]. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η θανούσα άφησε τρεις δημόσιες και μια ιδιόγραφη διαθήκη, με τις οποίες διακανόνισε ως εξής τα της περιουσίας της, μετά το θάνατό της : (1) Με την .../17.12.1995 δημόσια διαθήκη της ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Χρυσούλας Γρέκα - Μαυρακάκη, η οποία δημοσιεύθηκε νόμιμα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με τα 392/2010 πρακτικά συνεδρίασής του και καταχωρίστηκε στα βιβλία διαθηκών του Πρωτοδικείου Αθηνών στον τόμο ..., η διαθέτης εγκατέστησε κληρονόμο της στην επικαρπία όλων των ακινήτων της το σύζυγό της Α. Κ. του Ν.. Στα ακίνητά της στην οδό ..., στο ... και στην οδό ..., επίσης στο ..., συνέστησε οριζόντιες ιδιοκτησίες και υπήγαγε αυτά στις διατάξεις των ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Α.Κ. και κατέλιπε: Α]Από το ευρισκόμενο στην οδό ... ακίνητό της : α]στην ανιψιά της Ε. σύζυγο Σ. Δ., το γένος Γ. Ρ., την ψιλή κυριότητα του ισόγειου ορόφου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 50/100, ο οποίος [ισόγειος όροφος], μετά το θάνατο του συζύγου της θα περιερχόταν στην ανωτέρω κατά πλήρη κυριότητα και β]στην ανιψιά της Ε. σύζυγο Μ. Κ., το γένος Γ. Ρ., την ψιλή κυριότητα του πρώτου, πάνω από το ισόγειο, ορόφου και το δώμα, με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 50/100, ο οποίος [πρώτος όροφος], μετά .το θάνατο του συζύγου της, θα περιερχόταν στην ανωτέρω κατά πλήρη κυριότητα, Β]από το ευρισκόμενο στην οδό ..., ακίνητό της, κατέλιπε: 1] την ψιλή κυριότητα του ισόγειου ορόφου στην πρόσοψη της οικοδομής, με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 30/100, στην ανιψιά της Γ. σύζυγο Κ. Γ., το γένος Λ. Ρ. [δεύτερη ενάγουσα], το οποίο διαμέρισμα) μετά το θάνατο του συζύγου της, θα περιερχόταν στην ανωτέρω κατά πλήρη κυριότητα, 2] την ψιλή κυριότητα του διαμερίσματος του πρώτου ορόφου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 30/100, στην ανιψιά της Γ. σύζυγο Κ. Γ., το γένος Λ. Ρ. [δεύτερη ενάγουσα], με επικαρπωτή το σύζυγό της και, μετά το θάνατο αυτού, την αδερφή της Π. σύζυγο Ι. Μ., το γένος Γ. Ρ., μετά το θάνατο της οποίας το εν λόγω διαμέρισμα θα περιερχόταν στη Γ. Γ. κατά πλήρη κυριότητα, 3]το διαμέρισμα που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο, καθώς και το δικαίωμα υψούν ορόφους στο δώμα του πρώτου πάνω, από το ισόγειο, ορόφου, με ποσοστό ιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο, για το διαμέρισμα του ισόγειου ορόφου 10/100 και το δικαίωμα υψούν ορόφους με ποσοστό 30/100, κατά ψιλή κυριότητα στον ανιψιό της Γ. Λ. Ρ. [πρώτο ενάγοντα] και την επικαρπία, μετά το θάνατο του επικαρπωτή συζύγου της, στον αδερφό της Λ. Γ. Ρ.. Τέλος, το αγροτεμάχιο, που βρίσκεται στη θέση ..." στην Κύθνο, κατέλιπε κατά ψιλή κυριότητα στον Γ. Λ. Ρ., [πρώτο ενάγοντα]. 2]Με την .../18.12.1996 δημόσια διαθήκη της ενώπιον της ίδιας συμβολαιογράφου Αθηνών Χρυσούλας Γκρέκα - Μαυρακάκη, που δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα 393/2010 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρίστηκε στα οικεία βιβλία διαθηκών του, ως άνω, δικαστηρίου στον τόμο ..., όρισε, για το ακίνητό της, που βρίσκεται στην οδό ... (και το οποίο είχε ήδη με την προγενέστερη δημόσια διαθήκη της υπαγάγει στις διατάξεις του ν.3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Α.Κ.), τα εξής: Το διαμέρισμα, το οποίο βρίσκεται στην πρόσοψη της οικοδομής του ισόγειου ορόφου με ποσοστό 30/100 εξ αδιαιρέτου και το διαμέρισμα του ισόγειου ορόφου, που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου, με ποσοστό 10/100 εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο κατέλιπε κατά πλήρη κυριότητα στην ανιψιά της Γ. Κ. Γ., το γένος Λ. Ρ. [δεύτερη ενάγουσα], το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της παραπάνω οικοδομής με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 30/100, κατέλιπε κατά πλήρη κυριότητα στον ανιψιό της Γ. Λ. Ρ. [πρώτο ενάγοντα], ενώ, επίσης, κατά πλήρη κυριότητα το 1/3 εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος υψούν ορόφους [μεσυνολικό ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο του δικαιώματος υψούν 30/100] κατέλιπε στην ανιψιά της Γ. Γ. [δεύτερη ενάγουσα] και τα 2/3 εξ αδιαιρέτου αυτού κατέλιπε στον ανιψιό της Γ. Λ. Ρ. [πρώτο ενάγοντα]. Κατά τα λοιπά όρισε ότι θα ισχύουν οι διατάξεις της προαναφερόμενης πρώτη χρονολογικά συνταχθείσας δημόσιας διαθήκης της. Σύμφωνα λοιπόν με το περιεχόμενο των δύο παραπάνω δημόσιων διαθηκών, η διαθέτης, αναφορικά με το ακίνητο που βρίσκεται επί της οδού ... στο ..., κατέλιπε στους δύο πρώτους ενάγοντες, κατά πλήρη κυριότητα, τις παρακάτω ιδιοκτησίες : α]στον πρώτο ενάγοντα, ένα διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 64,90 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 30/100 εξ αδιαιρέτου και από το δικαίωμα υψούν πάνω από τον υπάρχοντα πρώτο όροφο, με συνολικό ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 30/100 εξ αδιαιρέτου, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου αυτού, που αντιστοιχούν σε 20/100 εξ αδιαιρέτου στο όλο οικόπεδο και στη δεύτερη ενάγουσα ένα διαμέρισμα του ισόγειου ορόφου στην πρόσοψη της οικοδομής με επιφάνεια 59,50 τ,μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 30/100 εξ αδιαιρέτου και ένα διαμέρισμα του ισόγειου ορόφου στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου με επιφάνεια 27,60 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας 10/100 εξ αδιαιρέτου, ενώ από το δικαίωμα υψούν πάνω από τον υπάρχοντα πρώτο όροφο με συνολικό ποσοστό συνιδιοκτησίας 30/100, το 1/3 εξ αδιαιρέτου αυτού που αντιστοιχεί σε 10/100 εξ αδιαιρέτου στο όλο οικόπεδο. 3] Με την από 14-1-2007 ιδιόγραφη διαθήκη της, που δημοσιεύθηκε με τα 4140/25-6-2010 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κηρύχθηκε κύρια με την 1649/25-06-2010 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου και καταχωρίστηκε στα βιβλία διαθηκών του Πρωτοδικείου Αθηνών στον τόμο ..., εγκατέστησε την Α. Γ. του Κ. [τρίτη ενάγουσα], "βαφτιστήρα" της, κληρονόμο της οικίας της στην Κύθνο και στην περιοχή του ... και 4) Με την ένδικη .../14.4.2008 δημόσια διαθήκη της ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Γ., η οποία δημοσιεύθηκε με τα 5864/3.12.2010 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρίστηκε νόμιμα στα βιβλία διαθηκών του Πρωτοδικείου Αθηνών στον τόμο ..., η διαθέτης εγκατέστησε κληρονόμους της: α]την Κ. Β. [δεύτερη εναγομένη], στο δικαίωμα υψούν του δεύτερου [Β’ ], πάνω από το ισόγειο, ορόφου της οικοδομής, που βρίσκεται στο ... και επί της οδού ... [εσφαλμένα έχει αναγραφεί ως αριθμός ... αντί του ορθού που είναι...], β]στην Α. Γ. [τρίτη ενάγουσα], το δικαίωμα υψούν του τρίτου [Γ’ ], πάνω από το ισόγειο, ορόφου της ίδιας οικοδομής και γ] στη Δ. Β. [πρώτη εναγομένη], την οικία στην Κύθνο και ειδικότερα, στη χώρα Κύθνου στη θέση "...", εκτάσεως 50 τετραγωνικών μέτρων. Οι ενάγοντες, με την ένδικη αγωγή τους, ισχυρίζονται ότι η τελευταία αυτή δημόσια διαθήκη είναι άκυρη, για το λόγο ότι η διαθέτης, κατά το χρόνο της σύνταξής της, βρισκόταν σε διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής της, ενόψει του ότι έπασχε από ανοϊκή διαταραχή [γεροντική άνοια]. Οι ενάγοντες έχουν έννομο συμφέρον να ζητήσουν να αναγνωριστεί η ακυρότητα της εν λόγω δημόσιας διαθήκης για την προαναφερόμενη αιτία, διότι με αυτή : 1) ανακαλείται πλήρως η προγενέστερη, από 14-1-2007, ιδιόγραφη διαθήκη της κληρονομούμενης, με την οποία εγκαθίστατο κληρονόμος στην οικία της Κύθνου η τρίτη ενάγουσα και 2) ανακαλείται, εν μέρει, η προγενέστερη με αριθμ. ...18.12.1996 δημόσια διαθήκη ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Χρυσούλας Γκρέκα - Μαυρακάκη, αναφορικά με το δικαίωμα υψούν ορόφους στο προπεριγραφόμενο ακίνητο, το οποίο, ενώ με την προγενέστερη διαθήκη, περιερχόταν στον μεν πρώτο ενάγοντα κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου, στη δε δεύτερη ενάγουσα κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου, με την ένδικη τελευταία χρονολογικά συνταχθείσα δημόσια διαθήκη περιέρχεται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στην Κ. Β. [δεύτερη εναγομένη] το δικαίωμα υψούν του δεύτερου, πάνω από το ισόγειο, ορόφου (στη δε Α. Γ. - Τρίτη ενάγουσα - το δικαίωμα υψούν του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου).
Περαιτέρω, από το σύνολο του προαναφερόμενου αποδεικτικού υλικού αποδείχθηκε ότι η διαθέτης, κατά το χρόνο σύνταξης διένυε το ενενηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας της [είχε γεννηθεί το έτος 1911] και αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Συγκεκριμένα, αυτή έπασχε από βαριά ανοϊκή διαταραχή και χρόνια κατάθλιψη, όπως αυτό, μεταξύ άλλων, πιστοποιείται στην από 18-12-2012 ιατρική βεβαίωση των εξωτερικών ιατρείων του ... Νοσοκομείου Αττικής, την οποία υπογράφει ο συντονιστής διευθυντής της παθολογικής κλινικής Δ. Π.. Ειδικότερα, στην εν λόγω ιατρική βεβαίωση, κατά λέξη, αναγράφονται τα ακόλουθα : Ο υπογράφων ιατρός Δ. Π. βεβαιώνω ότι η υπό τα ανωτέρω στοιχεία [Κ. Μ. του Γ.] εξετάσθηκε στα εξωτερικά ιατρεία την 6-3-2008.
Βεβαιώνεται ότι η ανωτέρω ασθενής προσεκομίσθη εκτάκτως στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου μας, όπου εξετάστηκε με αύξοντα αριθμό ...6-03-2008, εμφανίζοντας σύγχυση, παραλήρημα και αποπροσανατολισμό. Η ασθενής έπασχε από χρόνια καταθλιπτική συνδρομή, εγκεφαλική ατροφία και βαριά ανοϊκή διαταραχή. Συνεπεία των ανωτέρω σοβαρών ιατρικών προβλημάτων, η ασθενής δεν είχε νου υγιή και σώας τας φρένας και ικανότητα για δικαιοπραξία. Η βεβαίωση χορηγείται για κάθε νόμιμη χρήση. Περαιτέρω, όπως αποδεικνύεται από το με επίκληση προσκομιζόμενο από τις εκκαλούσες με αριθ. πρωτ. .../28-11-2014 έγγραφο του ... Νοσοκομείου Αττικής, η διαθέτης εξετάστηκε στις 6-3-2008 στο παραπάνω νοσοκομείο, πλην, Όμως, όχι από ψυχίατρο αλλά από παθολόγο. Επίσης, σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, η εν λόγω ασθενής εξετάστηκε, όπως εξετάζονται όλοι οι ασθενείς που προσέρχονται για το σκοπό αυτό στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου, ανεξάρτητα από το εάν αυτό εφημερεύει ή όχι, ενώ, σύμφωνα με το μητρώο εξετασθέντων ασθενών, η διαθέτης ήταν η τελευταία που εξετάστηκε στο εξωτερικό παθολογικό ιατρείο. Το γεγονός ότι η διαθέτης εξετάσθηκε από γιατρό με ειδικότητα παθολόγου και όχι ψυχιάτρου και ότι παθολόγος γιατρός [τα στοιχεία του οποίου δεν προέκυψαν, αφού ο υπογράφων γιατρός Δ. Π. δεν υπογράφει τη βεβαίωση ως πραγματοποιήσας την εξέταση της ασθενούς] εξέδωσε την πιο πάνω ιατρική βεβαίωση, που αφορά σε ψυχικές και διανοητικές παθήσεις, όπως ήδη σημειώθηκε στην αρχή της παρούσας, ως προς την εκφερόμενη με τη διάγνωση γιατρού αυτή καθεαυτήν την επιστημονική εκτίμηση και γνώμη του, η, ως άνω, ιατρική γνωμάτευση εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο, σύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 340 ΚΠολΔ. Εξάλλου, το περιεχόμενο της προαναφερόμενης ιατρικής βεβαίωσης επαληθεύεται και από το με επίκληση προσκομιζόμενο από τους ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητους ατομικό ασφαλιστικό βιβλιάριο της ασθενούς διαθέτιδος [με αριθμό μητρώου ...], του "Ταμείου Ασφαλίσεως Ασθένειας Προσωπικού Τραπεζών ..., Ν.Π.Δ.Δ", το οποίο φέρει αύξοντα αριθμό ... και το οποίο είχαν στην κατοχή τους οι εναγόμενες. Οι ενάγοντες έλαβαν γνώση του βιβλιαρίου αυτού (και του σχετικού συνταγολογίου), στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης που διενεργήθηκε από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, κατόπιν της από 20-09-2013 έγκλησης των αντιδίκων τους εναντίον τους, όπως θα γίνει μνεία παρακάτω, οπότε και έλαβαν αντίγραφα του. Από τις σελίδες αυτού του βιβλιαρίου, που περιέχει το ατομικό συνταγολόγιο της ασθενούς, αποδεικνύεται ότι, κατά το χρονικό διάστημα από 30.8.2007 έως 4.3.2009, η διαθέτης εξετάστηκε πολλές φορές από γιατρούς του ανωτέρω ταμείου και διαγνώσθηκε να πάσχει, μεταξύ άλλων, από οργανικό ψυχοσύνδρομο και κατάθλιψη. Συγκεκριμένα, από το εν λόγω ασφαλιστικό βιβλιάριο αποδεικνύεται ότι η διαθέτης εξετάσθηκε τις ακόλουθες ημερομηνίες : 1]στις 30.8.2007 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση κατάθλιψη-καταβολή, ενώ για την κατάθλιψη της συνταγογραφήθηκαν τα αντικαταθλιπτικά Zoloft και Entact, 2]στις 30.11.2007 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση οργανικό ψυχοσύνδρομο, ενώ της συνταγογραφήθηκαν τα αντικαταθλιπτικά Zoloft και Seroxat και το αντιψυχωσικό Risperdal, 3]στις 28.12.2007 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση υπέρταση και οργανικό ψυχοσύνδρομο και, πέραν των φαρμάκων για την υπέρταση, της συνταγογραφήθηκε το αντικαταθλιπτικό Zoloft, 4]στις 27.2.2008 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση κατάθλιψη, ενώ της συνταγογραφήθηκε το αντικαταθλιπτικό Zoloft, το αντιόξινο Losec και το αγχωλυτικό Bespar, 5]στις 29.4.2008 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση οργανικό ψυχοσύνδρομο, ενώ της χορηγήθηκαν το αντικαταθλιπτικό Zoloft, το υπναγωγό Circadin και το αντιψυχωσικό Risperdal, 6] στις 8.5.2008 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση οστεοαρθρίτιδα και καταβολή, δηλαδή ασθένειες που δεν έχουν σχέση με ψυχική ή διανοητική νόσο, 7]στις 26.5.2008 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση οργανικό ψυχοσύνδρομο, ενώ της χορηγήθηκαν τα αντικαταθλιπτικά Zoloft και Ladose και το αντιψυχωσικό Risperdal, 8]στις 25.6.2008 και εκδόθηκε η συνταγή με αριθμό ..., με διάγνωση οργανικό ψυχοσύνδρομο και της χορηγήθηκαν τα αντικαταθλιπτικά Zoloft και Wellbutrin και το αντιψυχωσικό Risperdal, 9] στις 21.7.2008 και εκδόθηκε η συνταγή ..., με διάγνωση οργανικό ψυχοσύδρομο και της χορηγήθηκαν τα αντικαταθλιτικά Zoloft και Cipralex και το αντιόξινο Zantac, 10] στις 24.10.2008 και εκδόθηκε η με αριθμό ... συνταγή, με διάγνωση οργανικό ψυχοσύνδρομο και κατάθλιψη, ενώ της χορηγήθηκαν το αντιψυχωσικό Nozinan και το αντικαταθλιπτικό Zoloft, 11] στις 5.11.2008 και εκδόθηκε η με αριθμό ... συνταγή, με διάγνωση οργανικό ψυχοσύνδρομο και της χορηγήθηκαν το αντιψυχωσικό Risperdal, το αντικαταθλιπτικό Zoloft και το αγχολυτικό Bespar, 12] στις 14.1.2009 και εκδόθηκε η με αριθμό ... συνταγή με διάγνωση υπέρταση και κατάθλιψη και της χορηγήθηκε για την κατάθλιψη το αντικαταθλιπτικό Zoloft και 13] στις 4.3.2009 εκδόθηκε η με αριθμό ... συνταγή, με διάγνωση υπέρταση και κατάθλιψη και της χορηγήθηκε για την κατάθλιψη το αντικαταθλιπτικό Zoloft. Επισημαίνεται ότι όλες αυτές οι διαγνώσεις και συνταγογραφήσεις δεν έγιναν από τον ίδιο γιατρό του ασφαλιστικού ταμείου της ασθενούς αλλά από πέντε διαφορετικούς γιατρούς, όπως αποδεικνύεται από τον διαφορετικό κωδικό γιατρού που αναγράφεται σε κάθε συνταγή. Ειδικότερα, οι τρεις πρώτες συνταγές και η δωδέκατη συνταγή έχουν εκδοθεί από το γιατρό με κωδικό ..., η τέταρτη και η έκτη συνταγή από το γιατρό με κωδικό ..., η πέμπτη συνταγή από γιατρό του οποίου δεν έχει σημειωθεί ο κωδικός στο οικείο πεδίο αλλά φέρει υπογραφή χωρίς σφραγίδα και, έτσι, δεν αποδεικνύονται τα στοιχεία ταυτότητάς του, οι έβδομη, όγδοη, ένατη και ενδέκατη συνταγή από το γιατρό με κωδικό ..., η δέκατη συνταγή από το νευρολόγο γιατρό Α. Π., όπως προκύπτει από την τεθείσα επί της συνταγής αυτής σφραγίδα του με κωδικό γιατρού ... και η δέκατη τρίτη συνταγή από το γιατρό με κωδικό ....
Επομένως, η διάγνωση για οργανικό ψυχοσύνδρομο που, σε συνδυασμό με την προαναφερόμενη, από 18-12-2012, ιατρική βεβαίωση των εξωτερικών ιατρείων του ... Νοσοκομείου Αττικής, την οποία υπογράφει ο συντονιστής διευθυντής της παθολογικής κλινικής Δ. Π., αποδεικνύεται ότι αφορά τη βαριά ανοϊκή διαταραχή της διαθέτιδος, σύμφωνα με το προπαρατιθέμενο περιεχόμενο των δεκατριών συνταγών του ασφαλιστικού βιβλιαρίου της διαθέτιδος, έχει γίνει από τρεις διαφορετικούς γιατρούς και, συγκεκριμένα, τους γιατρούς με κωδικούς ..., ... και ..., από τους οποίους ο τελευταίος [κωδικός] αντιστοιχεί, όπως ήδη εκτέθηκε, στο νευρολόγο γιατρό Α. Π., αρμόδιο, λόγω της ειδικότητάς του να πιστοποιεί την ύπαρξη της συγκεκριμένης νόσου. Εξάλλου, όλες οι παραπάνω ιατρικές διαγνώσεις είναι πλησιόχρονες του χρόνου σύνταξης της ένδικης δημόσιας διαθήκης [14.4.2008] και, μάλιστα, πιστοποιούν την ύπαρξη ανοϊκής διαταραχής στο πρόσωπο της διαθέτιδος, ήδη από το θέρος του έτους 2007. Από την άλλη πλευρά οι εναγόμενες, επιλεκτικά προσκόμισαν από το ατομικό συνταγολόγιο της διαθέτιδος εις διπλούν τη με αριθμό ... συνταγή, που έχει εκδώσει ο γιατρός με κωδικό ... και στην οποία, ως διάγνωση, αναφέρεται "αλλεργική βρογχίτιδα" και συνταγογραφούνται αντιβιοτικά και αποχρεμπτικό. Τούτο έπραξαν παρά το γεγονός ότι έχουν στη κατοχή τους το πιο πάνω ασφαλιστικό βιβλιάριο της διαθέτιδος με τις σελίδες που περιέχουν τις προπαρατιθέμενες δεκατρείς συνταγές, στις περισσότερες από τις οποίες και, συγκεκριμένα, στις δώδεκα από αυτές εμφαίνεται, σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα ότι η διαθέτης έπασχε από οργανικό ψυχοσύνδρομο και κατάθλιψη, νόσους για τις οποίες δεν έκαναν καμία αναφορά, αν και τις γνώριζαν, δεδομένου ότι η πρώτη από αυτές (η δεύτερη ενάγουσα είναι κόρη της), είχε αναλάβει τα θέματα υγείας της διαθέτιδος τα τελευταία χρόνια της ζωής της και κατείχε το προαναφερόμενο βιβλιάριο υγείας της. Περαιτέρω, η κρίση του δικαστηρίου ότι η διαθέτης έπασχε από ανοϊκή διαταραχή επιβεβαιώθηκε και από το μάρτυρα απόδειξης Κ. Γ. του Ι., που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Ο μάρτυρας αυτός, ο οποίος είναι σύζυγος της δεύτερης ενάγουσας και πατέρας της τρίτης ενάγουσας, με σαφήνεια και πειστικότητα κατέθεσε ότι, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, η κατάσταση της υγείας της ενάγουσας ήταν ιδιαίτερα επιβαρυμένη, αφού αυτή, πέραν της μείωσης της όρασης της, της βαρηκοΐας της και της ύπαρξης σημαντικών κινητικών προβλημάτων, που περιόριζαν την κίνησή της μόνο εντός της οικίας της, επιπρόσθετα έπασχε από γεροντική άνοια. Τα παραπάνω ήταν σε θέση να διαπιστώσει, αφού καθημερινά σχεδόν είχε επαφή μαζί της, όπως και η σύζυγός του [δεύτερη ενάγουσα] αλλά και η αδερφή της τελευταίας Ε. Κ., η οποία έμενε στο ισόγειο της οικίας της διαθέτιδος. Ο ίδιος μάρτυρας, μεταξύ άλλων, κατά λέξη, κατέθεσε ότι η διαθέτης περί τα τέλη του έτους 2007 και στις αρχές του έτους 2008 δεν είχε επαφή με την πραγματικότητα καθώς επίσης και ότι "δεν θυμόταν εμάς τους ίδιους. Τον τελευταίο χρόνο δεν αναγνώριζε πρόσωπα. Δεν θυμόταν τι είχε φάει πριν λίγο. Ζητούσε πάλι να φάει". Η παραπάνω κρίση ότι η διαθέτης έπασχε, κατά το χρόνο σύνταξης της ένδικης διαθήκης, από ανοϊκή διαταραχή δεν αναιρείται από την κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης, ο οποίος είχε μεν επαφή με την διαθέτιδα, όχι όμως σε συχνή βάση, όπως ο μάρτυρας απόδειξης, και όλα όσα κατέθεσε, για πλήρη πνευματική διαύγεια της διαθέτιδος κατά το χρόνο σύνταξης της υπόψη διαθήκης, δεν κρίνονται πειστικά και αναιρούνται πλήρως τόσο από την προαναφερόμενη, από 18-12-2012, ιατρική βεβαίωση των εξωτερικών ιατρείων του ... Νοσοκομείου Αττικής, όσο και από τα παρατιθέμενα φύλλα του ασφαλιστικού βιβλιαρίου της διαθέτιδος με το ατομικό της συνταγολόγιο, τις διαγνώσεις και τις συνταγογραφήσεις των πιο πάνω γιατρών αλλά και την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης.
Εξάλλου, ενδεικτική της κατάστασης της υγείας της διαθέτιδος, κατά το χρόνο σύνταξης της ένδικης διαθήκης, είναι η εσφαλμένη αναφορά της διεύθυνσης της οικίας της επί της οδού ..., αφού αυτή ανέφερε ότι το εν λόγω ακίνητο βρίσκεται στο ... επί της οδού ... ..., αντί του ορθού, που είναι "επί της οδού ... ...". Πρέπει, εξάλλου, να επισημανθεί ότι η κρίση της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Θ. Γ. στην προσβαλλόμενη .../14.4.2008 δημόσια διαθήκη ότι " πεισθείσα περί της σοβαρότητας της διαθέσεως της αυτής [εννοεί της διαθέτιδος], εκ γενομένης συνομιλίας μετ’ αυτής και ότι αυτή δεν υπάγεται εις περίπτωσιν τινά των εν άρθρω 1719 του Αστικού Κώδικος αναφερομένων, εκάλεσε τους ανωτέρω μάρτυρες να δώσουν το νενομισμένον όρκον...." αποτελεί αντικειμενική κρίση και αντίληψη αυτής, που δεν εμποδίζει την απόδειξη της ανικανότητας της διαθέτιδος, χωρίς να απαιτείται να προσβληθεί η διαθήκη για πλαστότητα, όπως ήδη έχει αναπτυχθεί στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Τέλος, σημειώνεται ότι, στο πλαίσιο της παρούσας αστικής διαφοράς, οι εναγόμενες υπέβαλαν ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών την από 20.09.2013 έγκλησή τους σε βάρος των τωρινών εναγόντων για τα αδικήματα της πλαστογραφίας με χρήση και της απάτης στο δικαστήριο, σε βαθμό κακουργήματος, αναφορικά με την προσκομισθείσα ενώπιον του πρωτοβάθμιου [και ήδη και του δευτεροβάθμιου] δικαστηρίου από 18.12.2012 ιατρική βεβαίωση του ... Νοσοκομείου Αττικής, πλην όμως ο παραπάνω Εισαγγελέας έκρινε μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά των ανωτέρω εγκαλουμένων και απέρριψε σύμφωνα με το άρθρο 47 του ΚΠΔ, την, ως άνω, έγκληση με την ...14 απορριπτική του διάταξη. Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατά το χρόνο σύνταξης της ένδικης δημόσιας διαθήκης, η διαθέτης, πάσχοντας από ανοϊκή διαταραχή, τελούσε σε ψυχική και διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής της και μείωνε σημαντικά την ικανότητά της για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας και, επομένως, η προσβαλλόμενη .../14.4.2008 δημόσια διαθήκη της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Θ. Γ. συντάχθηκε από πρόσωπο ανίκανο προς τούτο και, ως εκ τούτου, είναι άκυρη. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο έκρινε ότι η διαθέτις κατά το χρόνο σύνταξης (14-4-2008) της επίμαχης δημόσιας διαθήκης ήταν ανίκανη προς σύνταξη αυτής, εξαιτίας ψυχικής και διανοητικής διαταραχής, λόγω της ανοϊκής διαταραχής από την οποία έπασχε, που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής της και ακολούθως δέχθηκε κατ’ ουσία την αγωγή και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, που είχε εκφέρει όμοια κρίση. Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε με εσφαλμένη εφαρμογή τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 128, 131 και 1719 περ. 3 Α.Κ., τις οποίες ορθώς εφάρμοσε, ενόψει του ότι στην απόφασή του υπάρχει νομική ακολουθία μεταξύ των πραγματικών γεγονότων που έγιναν δεκτά από αυτήν και υπήχθησαν στις παραπάνω διατάξεις, όπως η έννοιά τους αναλύθηκε στις νομικές σκέψεις που προαναφέρθηκαν και του συμπεράσματος του δικανικού συλλογισμού. Περαιτέρω, το Εφετείο δε στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης, αφού διέλαβε σ’ αυτήν επαρκείς και μη αντιφατικές αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς το ουσιώδες ζήτημα περί ανικανότητας της διαθέτιδος προς σύνταξη διαθήκης, κατά το χρόνο καταρτίσεώς της, εκθέτοντας με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν. Ειδικότερα, σαφείς είναι οι παραδοχές του Εφετείου ότι η ως άνω διαθέτις, κατά το χρόνο σύνταξης της επίμαχης διαθήκης της, διένυε το ενενηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας της και αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, πάσχοντας από βαριά ανοϊκή διαταραχή και χρόνια κατάθλιψη, όπως αυτό, μεταξύ άλλων, πιστοποιείται στην από 18-12-2012 ιατρική βεβαίωση των εξωτερικών ιατρείων του ... Νοσοκομείου Αττικής, το περιεχόμενο της οποίας επαληθεύεται και από το ατομικό ασφαλιστικό βιβλιάριο της ασθενούς διαθέτιδος, από το οποίο αποδεικνύεται ότι κατά το χρονικό διάστημα από 30-8-2007 έως 4-3-2009 η διαθέτις εξετάστηκε πολλές φορές από γιατρούς και διαγνώσθηκε να πάσχει, μεταξύ άλλων, από οργανικό ψυχοσύνδρομο και κατάθλιψη. Ότι όλες οι παραπάνω ιατρικές διαγνώσεις είναι πλησιόχρονες του χρόνου σύνταξης της επίμαχης διαθήκης και, μάλιστα, πιστοποιούν την ύπαρξη ανοϊκής διαταραχής στο πρόσωπο της διαθέτιδος, ήδη από το Θέρος του έτους 2007. Ότι η ασθενής έπασχε από χρόνια καταθλιπτική συνδρομή, εγκεφαλική ατροφία και βαριά ανοϊκή διαταραχή, συνεπεία των οποίων δεν είχε νου υγιή και σώας τας φρένας και ικανότητα για δικαιοπραξία. Ότι, έτσι, η διαθέτις, κατά το χρόνο σύνταξης της ως άνω διαθήκης της, τελούσε σε ψυχική και διανοητική διαταραχή, που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής της και μείωσε σημαντικά την ικανότητά της για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας και ότι ενισχυτικό της παραδοχής αυτής είναι και το ίδιο το περιεχόμενο της διαθήκης, στο οποίο γίνεται εσφαλμένη αναφορά της διεύθυνσης της οικίας της επί της οδού ..., αφού αυτή ανέφερε ότι το εν λόγω ακίνητο βρίσκεται στο ... επί της οδού ... ..., αντί του ορθού, που είναι "επί της οδού ... ...".
Συνεπώς, όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι αναιρεσείουσες με τον πρώτο, κατά το πρώτο μέρος, λόγο της αίτησης αναίρεσης, αποδίδοντας στην προσβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια της ευθείας παραβίασης των παραπάνω ουσιαστικών διατάξεων από τον αριθμό 1 εδ. α’ του άρθρου 559 ΚΠολΔ. με εσφαλμένη εφαρμογή καθώς και την από τον αριθμό 19 του ίδιου άρθρου πλημμέλεια της έλλειψης νόμιμης βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω ανεπαρκών και αντιφατικών αιτιολογιών, με τον τρίτο λόγο, ως προς το ουσιώδες ζήτημα της ανικανότητας της διαθέτιδος προς σύνταξη της επίμαχης διαθήκης, είναι αβάσιμοι. Οι περαιτέρω διαλαμβανόμενες στους ίδιους αναιρετικούς λόγους αιτιάσεις είναι απαράδεκτες, καθόσον με αυτές πλήττεται τόσο η αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, αλλά και επειδή αφορούν ελλείψεις στην εκτίμηση των αποδείξεων από το ίδιο δικαστήριο, στην αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος καθώς και σε απλά επιχειρήματα των αναιρεσειουσών, που δεν υπόκεινται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (άρθρο 561 παρ.1ΚΠολΔ).- Ως διδάγματα της κοινής πείρας θεωρούνται γενικές αρχές που συνάγονται επαγωγικά από την καθημερινή παρατήρηση της εμπειρικής πραγματικότητας, τη συμμετοχή στις συναλλαγές και τις γενικές τεχνικές ή επιστημονικές γνώσεις, οι οποίες έχουν γίνει κοινό κτήμα και χρησιμοποιούνται από το δικαστήριο για την εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών και για την έμμεση απόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίστηκαν. Κατά τη σαφή έννοια του αριθμού 1 εδ. β’ του άρθρου 559 ΚΠολΔ, η παραβίαση των διδαγμάτων αυτών ιδρύει λόγο αναιρέσεως μόνο εάν αυτά χρησιμοποιήθηκαν εσφαλμένα από το δικαστήριο κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ’ αυτούς των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών. Έτσι, αποκλείεται η αναίρεση για εσφαλμένη χρησιμοποίησή τους προς έμμεση απόδειξη ή προς εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν (Α.Π. 1273/2011).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο, μέρος δεύτερο, λόγο της αίτησης αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1 εδ.β’ του άρθρου 559 ΚΠολΔ., ήτοι της παραβιάσεως των διδαγμάτων της κοινής πείρας και ειδικότερα ότι το Εφετείο παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας θεωρώντας ότι η κρίση της ως άνω συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Γ. στην υπ’ αριθμ. .../14-4-2008 δημόσια διαθήκη ότι η διαθέτις δεν υπάγεται σε κάποια περίπτωση ανικανότητας του άρθρου 1719 Α.Κ. "αποτελεί αντικειμενική κρίση και αντίληψη αυτής που δεν εμποδίζει την απόδειξη της ανικανότητας της διαθέτιδος", διότι σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 2830/2000 (Κώδικας Συμβολαιογράφων) ο συμβολαιογράφος οφείλει σε κάθε περίπτωση που διατηρεί έστω και την ελάχιστη αμφιβολία για την έλλειψη της δικαιοπρακτικής ικανότητας του διαθέτη λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής να απέχει από τη σύνταξη διαθήκης. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού τα ως άνω αναφερόμενα δεν έχουν χαρακτήρα διδάγματος κοινής πείρας και σε κάθε περίπτωση δεν χρησιμοποιήθηκαν από το δικαστήριο της ουσίας κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ’ αυτούς των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών.- Οι λόγοι αναιρέσεως που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ. αναφέρονται στην παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου και στην έλλειψη νόμιμης βάσεως της αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας σχετικώς με την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Άρα, οι λόγοι αυτοί αναιρέσεως, δεν στοιχειοθετούνται όταν αφορούν παραβιάσεις δικονομικών διατάξεων ή ελλείψεις σχετιζόμενες με την εφαρμογή τέτοιων διατάξεων (Α.Π. 179/2013).
Συνεπώς, οι πρώτος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως, κατά το μέρος που πλήττουν την προσβαλλόμενη απόφαση για παραβίαση των άρθρων 438 και 440 ΚΠολΔ., πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι, γιατί οι διατάξεις αυτές, όπως συνάγεται από το περιεχόμενό τους, διαλαμβάνουν κανόνες δικονομικού δικαίου.- Κατά το άρθρο 559 αρ. 11 περ. γ’ του ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναίρεσης της απόφασης και όταν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Για την ίδρυση του λόγου αυτού αναίρεσης αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών για το αν πράγματι λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας όλα τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, τα οποία το δικαστήριο έχει υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 335, 338, 339, 340 και 346 ΚΠολΔ. Καμιά, ωστόσο, διάταξη δεν επιβάλλει την ειδική μνεία και την ειδική αξιολόγηση καθενός από τα αποδεικτικά μέσα, αλλά αρκεί η γενική βεβαίωση του δικαστηρίου της ουσίας ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα κατ’ είδος μόνο αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα. Μόνο αν από τη γενική αυτή αναφορά σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της απόφασης, δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι λήφθηκε υπόψη κάποιο συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο, στοιχειοθετείται ο λόγος αυτός αναίρεσης (Α.Π.24/2015).
Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθρο 559 αρ. 11 περ. γ’ ΚΠολΔ. πλημμέλεια, ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικό μέσο που οι αναιρεσείουσες επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν προς απόδειξη της ψυχοδιανοητικής κατάστασης της διαθέτιδος κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης και ειδικότερα δεν έλαβε υπόψη το υπ’ αριθμ. πρωτ. ...17-12-2014 έγγραφο του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, το οποίο αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 5 ν. 3418/2005 (Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας), σύμφωνα με την οποία τα ιατρικά πιστοποιητικά και οι εκδιδόμενες γνωματεύσεις αφορούν αποκλειστικά στο γνωστικό αντικείμενο της ειδικότητας κάθε ιατρού. Από την προσβαλλόμενη όμως απόφαση και ειδικότερα από την περιεχόμενη σ’ αυτήν βεβαίωση ότι λήφθηκαν υπόψη, μεταξύ άλλων, και όλα ανεξαιρέτως τα με επίκληση επαναπροσαγόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της απόφασης, που εκτέθηκε, και από την παραδοχή της αποφάσεως ότι " το γεγονός ότι η διαθέτις εξετάσθηκε από γιατρό με ειδικότητα παθολόγου και όχι ψυχιάτρου και ότι παθολόγος γιατρός...εξέδωσε την πιο πάνω ιατρική βεβαίωση που αφορά σε ψυχικές και διανοητικές παθήσεις...η, ως άνω, ιατρική γνωμάτευση εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο, σύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 340 ΚΠολΔ.", καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο, ότι το Εφετείο, προς σχηματισμό του αποδεικτικού του πορίσματος, ότι η διαθέτις Μ. χήρα Α. Κ., κατά το χρόνο σύνταξης της ένδικης δημόσιας διαθήκης, τελούσε σε ψυχική και διανοητική διαταραχή, που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής της και μείωνε σημαντικά την ικανότητά της για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας και ήταν πρόσωπο ανίκανο προς τούτο, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε με τις υπόλοιπες αποδείξεις και το παραπάνω αναφερόμενο αποδεικτικό μέσο. Επομένως, ο ανωτέρω λόγος της αίτησης αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, πρέπει η ένδικη αίτηση αναίρεσης να απορριφθεί στο σύνολό της, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ., που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012, παραβόλου και να καταδικαστούν οι αναιρεσείουσες, ως ηττηθείσες διάδικοι, στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσίβλητων (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ.),όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 24-12-2015 αίτηση των: 1) Δ. χήρας Γ. Β., το γένος Ι. Ν. και 2) Κ. Β. του Γ. για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 1217/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει τις αναιρεσείουσες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσίβλητων, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700)ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου 2016.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 24 Οκτωβρίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Α.Π. 553/2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου