Την Πρωτοβάθμια Επιτροπή
Αντιρρήσεις
Του Οικοδομικού Παραθεριστικού Συνεταιρισμού ………………….. ,
που εδρεύει στον ………….., οδός ……………………Κατά
Της υπ’αριθ. Πρωτ. …………………. Πράξης Χαρακτηρισμού του Δασάρχη ………………………
Σύντομο Ιστορικό
Ο Συνεταιρισμός μας συνεστήθη το ………. με την υπ’αριθ. Πρωτ, ……………. απόφαση του Υπουργού Εργασίας, με αποκλειστικό σκοπό -όπως προκύπτει από το Καταστατικό του- την εξασφάλιση παραθεριστικής κατοικίας στα μέλη του.
Ειδικότερα, στο σκοπό του Συνεταιρισμού περιλαμβανόταν η εξασφάλιση παραθεριστικής κατοικίας στα μέλη του με την οικιστική αξιοποίηση έκτασης 279.905 τ.μ. στην θέση ………………….. της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Μαραθώνα Αττικής, η οποία και αγοράστηκε από τον Συνεταιρισμό μας με τα υπ’ αριθ. …………………. συμβόλαια της Συμβολαιογράφου Αθηνών ……………. τα οποία μεταγράφηκαν νόμιμα.
Προκειμένου για την εκπλήρωση του μόνου εκ του Καταστατικού σκοπού του Συνεταιρισμού μας και πριν από την απόκτηση της εν λόγω έκτασης, απευθυνθήκαμε στις αρμόδιες αρχές (Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών, Υπουργείο Δημοσίων Έργων) ερωτώντας περί την οικιστική καταλληλότητα της περιοχής που σκοπεύαμε να αγοράσουμε.
Επ’ αυτού, το μεν Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών με σειρά εγγράφων του επέτρεψε την κτήση της εκτάσεως από τον Συνεταιρισμό, το δε Υπουργείο Δημοσίων Έργων (Υπηρεσία Οικισμού) δια του υπ’ αριθ. …………………………….. εγγράφου του ενέκρινε την οικιστική καταλληλότητα της εν λόγω εκτάσεως κατ΄ επέκταση του ήδη εγκεκριμένου σχεδίου του παρακειμένου Οικοδομικού Συνεταιρισμού …………………….. Μάλιστα, η τελική έγκριση της αγοραπωλησίας εδόθη δια της υπ’ αριθ. ………………………. κοινής Υπουργικής Αποφάσεως του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, η οποία αναφέρεται και προσαρτάται στα ανωτέρω συμβόλαια.
Σημειωτέον ότι η ανωτέρω έκταση μας προέρχεται από την ίδια μείζονα έκταση 3.300 στρεμμάτων από την οποία προέρχεται και η από τον Συνεταιρισμό ……………….. αγορασθείσα έκταση, η οποία έχει -ήδη από το …………. – ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως (ΦΕΚ ………………).
Κατόπιν τούτου, ανατέθηκε η εκπόνηση της Πολεοδομικής Μελέτης στο Πολεοδομικό Γραφείο ………………, το οποίο άλλωστε είχε εκπονήσει αντίστοιχη πολεοδομική μελέτη για το εγκριθέν ρυμοτομικό σχέδιο του παρακειμένου Συνεταιρισμού. Η μελέτη ολοκληρώθηκε και ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την οικιστική αξιοποίηση της περιοχής μας.
Ωστόσο, στις 15.9.2000 πληροφορηθήκαμε με έκπληξη μας δια της υπ’
αριθ. Πρωτ. ………………. -Πράξης Χαρακτηρισμού του Δασάρχη …………………. ότι
έκταση συνολικής επιφάνειας ………………. στρεμμάτων, στην οποία
περιλαμβάνεται και η αγορασθείσα από εμάς, επρόκειτο να χαρακτηρισθεί
δασική έκταση.
Κατά της ανωτέρω πράξης υποβάλλουμε τις παρούσες για τους κάτωθι λόγους:
Ι.
Η ανωτέρω έκταση μας προέρχεται από την ίδια μείζονα έκταση …………….. στρεμμάτων από την οποία προέρχεται και η από τον παρακείμενο Συνεταιρισμό …………………………… αγορασθείσα έκταση, το δε Υπουργείο Δημοσίων Έργων (Υπηρεσία Οικισμού) δια του υπ’ αριθ. ……………………….. εγγράφου του ενέκρινε την οικιστική καταλληλότητα της εκτάσεως μας κατ’ επέκταση του ήδη εγκεκριμένου σχεδίου του παρακειμένου Οικοδομικού Συνεταιρισμού η έκταση του οποίου έχει – ήδη από το ………… – ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως …………………….
Δια της προσβαλλομένης, επιχειρείται ο χαρακτηρισμός της εκτάσεως μας ως δασικής, όταν ως προς αυτήν συντρέχουν οι ίδιες με τον παρακείμενο Συνεταιρισμό προϋποθέσεις, η έκταση του οποίου (ως προανεφέρθη) ουδέποτε χαρακτηρίσθηκε δασική, είναι δε από τριακονταετίας και πλέον, ενταγμένη στο σχέδιο πόλεως. Πρόκειται ουσιαστικά για μία δυσμενή σε βάρος του Συνεταιρισμού μας διάκριση, η οποία έρχεται σε προφανή αντίθεση με την και συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας (αρ. 4 Συν/τος), δοθέντος ότι ερείδεται σε ανυπόστατα κριτήρια και αγνοεί την ουσιώδη ομοιότητα των υπό κρίση περιπτώσεων.
II.
Όπως προαναφέραμε, πριν από την αγορά της εκτάσεως, απευθυνθήκαμε στις αρμόδιες αρχές προκειμένου να διακριβώσουμε κατά πόσον η εν λόγω έκταση ήταν κατάλληλη για οικιστική αξιοποίηση. Το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. δια του υπ’ αριθ…………… εγγράφου του, ενέκρινε την οικιστική καταλληλότητα της εν λόγω εκτάσεως. Παρά ταύτα, τριάντα χρόνια από την αγορά της εκτάσεως, στην οποία τονίζουμε ότι προβήκαμε καλόπιστα και μόνο αφού είχαμε λάβει τις επίσημες διαβεβαιώσεις των αρμοδίων αρχών, επιχειρείται δια της προσβαλλομένης, κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης των διοικούμενων στις ενέργειες των διοικητικών οργάνων, ο χαρακτηρισμός της εκτάσεως μας ως δασικής.
III.
Η υπ’ αριθ. Πρωτ. ……………… Πράξη Χαρακτηρισμού του Δασάρχη ………………….. περιλαμβάνει αντί αιτιολογίας, τμήμα της εισήγησης του Δασολόγου κου ……………, η οποία και διαλαμβάνει ότι «[...] η πιο πάνω έκταση [..,] φέρει μέχρι σήμερα Θαμνώδη αραιή δασική βλάστηση αποτελούμενη από αείφυλλα πλατύφυλλα (άρκευθο, αγριελιά, σχίνο, πουρνάρι, φιλίκι), κοκορεβιθιά και βαλανιδιά και χαλέπιο πεύκη ως πολύ αραιά και μεμονωμένα άτομα [...]» για τούτο και πρέπει να χαρακτηρισθεί δασική.
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι πολύ διαφορετική. Η έκταση που αγοράστηκε προ ετών από τον Συνεταιρισμό μας δεν περιλαμβάνει τίποτα από τα ανωτέρω. Το μόνο που διαθέτει από απόψεως «φυσικού πλούτου» είναι μικρούς θάμνους και (φρύγανα εγκατεσπαρμένα σε διάφορα σημεία αυτής, τα οποία δεν αρκούν, τόσο λόγω της ιδιοσυστασίας τους, όσο και λόγω της ποσόστωσης τους σε σχέση με την σύνολη επιφάνεια, να χαρακτηρίσουν δασική την ανωτέρω έκταση μας. Όπως άλλωστε αναφέρεται χαρακτηριστικά στην υπ’ αριθ, 1894/86 απόφαση του Αρείου Πάγου (ΝοΒ 36.350) «[...] Έκταση άγονη και βραχώδης η οποία [,..] κρύπτεται από ποώδη και φρυγανώδη φυτά ως και από θάμνους ναννώδους μορφής, που δε καθιστούν δυνατή την παραγωγή δασικών προϊόντων κατόπιν δασικής εκμεταλλεύσεως, ούτε με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις ούτε με τις ισχύουσες διατάξεις του Ν. 998/79 αποτελεί δασική έκταση [...]».
Περαιτέρω, κατά την υπ’ αριθ. 159140/1077 Οδηγία/εγκύκλιο του Υπουργείου Γεωργίας, εκτάσεις που καλύπτονται από μικρούς θάμνους και φρυγανώδη φυτά δεν δύναται να χαρακτηρισθούν δασικές. Όπως επί λέξει αναφέρεται κατά την ερμηνεία του άρθρου 3 του νόμου 998/1979. τούτο ισχύει γιατί «[..,] σύμφωνα και με την 43/26.02.1980 γνωμοδότηση τον Τεχνικού Συμβουλίου Δασών δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρίζουν ως δασικές τις εκτάσεις που καλύπτουν, με την παραδοχή ότι ούτε σημαντική προσφορά προϊόντων παρέχουν, ούτε τη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας εξασφαλίζουν σε υπολογίσιμο βαθμό, ούτε τη διαβίωση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον εξυπηρετούν.»
Ι.
Η ανωτέρω έκταση μας προέρχεται από την ίδια μείζονα έκταση …………….. στρεμμάτων από την οποία προέρχεται και η από τον παρακείμενο Συνεταιρισμό …………………………… αγορασθείσα έκταση, το δε Υπουργείο Δημοσίων Έργων (Υπηρεσία Οικισμού) δια του υπ’ αριθ. ……………………….. εγγράφου του ενέκρινε την οικιστική καταλληλότητα της εκτάσεως μας κατ’ επέκταση του ήδη εγκεκριμένου σχεδίου του παρακειμένου Οικοδομικού Συνεταιρισμού η έκταση του οποίου έχει – ήδη από το ………… – ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως …………………….
Δια της προσβαλλομένης, επιχειρείται ο χαρακτηρισμός της εκτάσεως μας ως δασικής, όταν ως προς αυτήν συντρέχουν οι ίδιες με τον παρακείμενο Συνεταιρισμό προϋποθέσεις, η έκταση του οποίου (ως προανεφέρθη) ουδέποτε χαρακτηρίσθηκε δασική, είναι δε από τριακονταετίας και πλέον, ενταγμένη στο σχέδιο πόλεως. Πρόκειται ουσιαστικά για μία δυσμενή σε βάρος του Συνεταιρισμού μας διάκριση, η οποία έρχεται σε προφανή αντίθεση με την και συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας (αρ. 4 Συν/τος), δοθέντος ότι ερείδεται σε ανυπόστατα κριτήρια και αγνοεί την ουσιώδη ομοιότητα των υπό κρίση περιπτώσεων.
II.
Όπως προαναφέραμε, πριν από την αγορά της εκτάσεως, απευθυνθήκαμε στις αρμόδιες αρχές προκειμένου να διακριβώσουμε κατά πόσον η εν λόγω έκταση ήταν κατάλληλη για οικιστική αξιοποίηση. Το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. δια του υπ’ αριθ…………… εγγράφου του, ενέκρινε την οικιστική καταλληλότητα της εν λόγω εκτάσεως. Παρά ταύτα, τριάντα χρόνια από την αγορά της εκτάσεως, στην οποία τονίζουμε ότι προβήκαμε καλόπιστα και μόνο αφού είχαμε λάβει τις επίσημες διαβεβαιώσεις των αρμοδίων αρχών, επιχειρείται δια της προσβαλλομένης, κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης των διοικούμενων στις ενέργειες των διοικητικών οργάνων, ο χαρακτηρισμός της εκτάσεως μας ως δασικής.
III.
Η υπ’ αριθ. Πρωτ. ……………… Πράξη Χαρακτηρισμού του Δασάρχη ………………….. περιλαμβάνει αντί αιτιολογίας, τμήμα της εισήγησης του Δασολόγου κου ……………, η οποία και διαλαμβάνει ότι «[...] η πιο πάνω έκταση [..,] φέρει μέχρι σήμερα Θαμνώδη αραιή δασική βλάστηση αποτελούμενη από αείφυλλα πλατύφυλλα (άρκευθο, αγριελιά, σχίνο, πουρνάρι, φιλίκι), κοκορεβιθιά και βαλανιδιά και χαλέπιο πεύκη ως πολύ αραιά και μεμονωμένα άτομα [...]» για τούτο και πρέπει να χαρακτηρισθεί δασική.
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι πολύ διαφορετική. Η έκταση που αγοράστηκε προ ετών από τον Συνεταιρισμό μας δεν περιλαμβάνει τίποτα από τα ανωτέρω. Το μόνο που διαθέτει από απόψεως «φυσικού πλούτου» είναι μικρούς θάμνους και (φρύγανα εγκατεσπαρμένα σε διάφορα σημεία αυτής, τα οποία δεν αρκούν, τόσο λόγω της ιδιοσυστασίας τους, όσο και λόγω της ποσόστωσης τους σε σχέση με την σύνολη επιφάνεια, να χαρακτηρίσουν δασική την ανωτέρω έκταση μας. Όπως άλλωστε αναφέρεται χαρακτηριστικά στην υπ’ αριθ, 1894/86 απόφαση του Αρείου Πάγου (ΝοΒ 36.350) «[...] Έκταση άγονη και βραχώδης η οποία [,..] κρύπτεται από ποώδη και φρυγανώδη φυτά ως και από θάμνους ναννώδους μορφής, που δε καθιστούν δυνατή την παραγωγή δασικών προϊόντων κατόπιν δασικής εκμεταλλεύσεως, ούτε με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις ούτε με τις ισχύουσες διατάξεις του Ν. 998/79 αποτελεί δασική έκταση [...]».
Περαιτέρω, κατά την υπ’ αριθ. 159140/1077 Οδηγία/εγκύκλιο του Υπουργείου Γεωργίας, εκτάσεις που καλύπτονται από μικρούς θάμνους και φρυγανώδη φυτά δεν δύναται να χαρακτηρισθούν δασικές. Όπως επί λέξει αναφέρεται κατά την ερμηνεία του άρθρου 3 του νόμου 998/1979. τούτο ισχύει γιατί «[..,] σύμφωνα και με την 43/26.02.1980 γνωμοδότηση τον Τεχνικού Συμβουλίου Δασών δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρίζουν ως δασικές τις εκτάσεις που καλύπτουν, με την παραδοχή ότι ούτε σημαντική προσφορά προϊόντων παρέχουν, ούτε τη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας εξασφαλίζουν σε υπολογίσιμο βαθμό, ούτε τη διαβίωση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον εξυπηρετούν.»
Τα ανωτέρω άλλωστε επιβεβαιώνονται και από το προσφάτως εκδοθέν
υπ’ αριθ. ……………….. Προεδρικό Διάταγμα το οποίο, σε σχέση με την έκταση
μας αναφέρει στο άρθρο 2 αυτού: «[...] Είναι λοφώδης περιοχή στην
Χερσόνησο Κυνοσούρας – Λόφο Αρακονέρας με φρύγανα και μεσογειακές
διαπλάσεις μακκίας βλάστησης [...]», και, κατά συνέπεια, δε συνιστά
δασική έκταση κατά τα ανωτέρω.
Σημειωτέον ότι., ακόμα και αν ήθελε υποστηριχθεί ότι η έκταση μας
είναι κάτι, τότε θα μπορούσε να είναι μόνο χορτολιβαδική. Τούτο όμως δεν
αρκεί εκ του νόμου για να την καταστήσει και δασική. Πράγματι, τόσο από
το γράμμα των άρθρων 3 και 74 του Ν. 998/79 και τις σχετικές
εγκυκλίους/οδηγίες υπ’αριθ. 159140/1077 και 87234/7539/3.09.1997
αντίστοιχα, όσο και από την δικαστηριακή πρακτική, προκύπτει ότι οι
χορτολιβαδικές εκτάσεις .^χαρακτηρίζονται δασικές μόνο εφόσον
περιλαμβάνονται εντός δασών ή δασικών εκτάσεων κατά τρόπο τέτοιο ώστε να
αποτελούν ενιαίο οργανικό σύνολο με αυτές. Στην περίπτωση αυτή, και
ακριβώς λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα της, η σχετική απόφαση του
δασάρχη και των οικείων επιτροπών «[..,] πρέπει να είναι ειδικά
αιτιολογημένη με τον προσδιορισμό σε έκταση και όρια του δάσους ή της
δασικής εκτάσεως που περιβάλλει τη χορτολιβαδική και την περιγραφή της
μορφολογίας της όλης εκτάσεως, του είδους, της συνθέσεως, της πυκνότητας
και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της βλαστήσεως που καλύπτει το δάσος
ή τη δασική έκταση [,..]» (ΣτΕ 3140/1992, ΔιΔικ 1994.210).
Επομένως, η έκταση μας, μη πληρούσα τους παραπάνω όρους και δεδομένου ότι ήδη ο παρακείμενος Οικοδομικός Συνεταιρισμός ……………………… έχει προβεί σε ανοικοδόμηση και εν γένει οικιστική αξιοποίηση της περιοχής που κατά κυριότητα του ανήκει, δεν εμπίπτει στην ανωτέρω ρύθμιση και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δασική κατά τα προεκτεθέντα.
Επομένως, η έκταση μας, μη πληρούσα τους παραπάνω όρους και δεδομένου ότι ήδη ο παρακείμενος Οικοδομικός Συνεταιρισμός ……………………… έχει προβεί σε ανοικοδόμηση και εν γένει οικιστική αξιοποίηση της περιοχής που κατά κυριότητα του ανήκει, δεν εμπίπτει στην ανωτέρω ρύθμιση και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δασική κατά τα προεκτεθέντα.
IV.
Η προσβαλλομένη πράξη χαρακτηρισμού αναφέρει ότι η υπό κρίση έκταση φέρει «[...] θαμνώδη αραιή-δασική βλάστηση [..]». Δεν προσδιορίζει ωστόσο, ως όφειλε άλλωστε, την έννοια των όρων αυτών σε συνδυασμό με την εξυπηρέτηση των λειτουργιών που αναφέρονται στο άρθρο 3 του Ν. 998/1979. Κατά την υπ’ αριθ. 159140/1077 εγκύκλιο/οδηγία του Υπουργείου Γεωργίας, η οποία και ερμηνεύει τις σχετικές διατάξεις του ανωτέρω νόμου, ο προσδιορισμός αυτός έχει αποφασιστική σημασία για την διάκριση των οριακών καταστάσεων μεταξύ τω\\; δασικών εκτάσεων αφ’ ενός και των χορτολιβαδικών εκτάσεων αφ’ ετέρου. Όπως επί λέξει τονίζεται «[...] καθορίζουμε το ποσοστό καλύψεως από ξυλώδη βλάστηση σε 15% ως όριο φυτοκαλύψεως κάτω από το οποίο θα χαρακτηρίζει την συγκεκριμένη έκταση σαν έκταση χορτολιβαδική και από το οποίο και πάνω θα τη χαρακτηρίζει σαν δασική [..,]»
Μάλιστα δε, η ανωτέρω εγκύκλιος προβλέπει και την περίπτωση που η ξυλώδης βλάστηση περιορίζεται σε τμήμα ή τμήματα της εδαφικής επιφάνειας της οποίας η μορφή, δασική ή μη, κρίνεται, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα είναι χορτολιβαδικά. Τότε, «[...] ο προσδιορισμός της μορφής θα γίνεται κατά τμήματα, που θα απεικονίζονται με τα όρια τους στο οικείο σχεδιάγραμμα όσο το δυνατό σαφέστερο:, ώστε να ελέγχεται στη συνέχεια η ακρίβεια του προσδιορισμού τόσο της μορφής, όσο και των ορίων της κάθε μορφής στη συγκεκριμένη εδαφική επιφάνεια [...]».
Η προσβαλλομένη πράξη χαρακτηρισμού αναφέρει ότι η υπό κρίση έκταση φέρει «[...] θαμνώδη αραιή-δασική βλάστηση [..]». Δεν προσδιορίζει ωστόσο, ως όφειλε άλλωστε, την έννοια των όρων αυτών σε συνδυασμό με την εξυπηρέτηση των λειτουργιών που αναφέρονται στο άρθρο 3 του Ν. 998/1979. Κατά την υπ’ αριθ. 159140/1077 εγκύκλιο/οδηγία του Υπουργείου Γεωργίας, η οποία και ερμηνεύει τις σχετικές διατάξεις του ανωτέρω νόμου, ο προσδιορισμός αυτός έχει αποφασιστική σημασία για την διάκριση των οριακών καταστάσεων μεταξύ τω\\; δασικών εκτάσεων αφ’ ενός και των χορτολιβαδικών εκτάσεων αφ’ ετέρου. Όπως επί λέξει τονίζεται «[...] καθορίζουμε το ποσοστό καλύψεως από ξυλώδη βλάστηση σε 15% ως όριο φυτοκαλύψεως κάτω από το οποίο θα χαρακτηρίζει την συγκεκριμένη έκταση σαν έκταση χορτολιβαδική και από το οποίο και πάνω θα τη χαρακτηρίζει σαν δασική [..,]»
Μάλιστα δε, η ανωτέρω εγκύκλιος προβλέπει και την περίπτωση που η ξυλώδης βλάστηση περιορίζεται σε τμήμα ή τμήματα της εδαφικής επιφάνειας της οποίας η μορφή, δασική ή μη, κρίνεται, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα είναι χορτολιβαδικά. Τότε, «[...] ο προσδιορισμός της μορφής θα γίνεται κατά τμήματα, που θα απεικονίζονται με τα όρια τους στο οικείο σχεδιάγραμμα όσο το δυνατό σαφέστερο:, ώστε να ελέγχεται στη συνέχεια η ακρίβεια του προσδιορισμού τόσο της μορφής, όσο και των ορίων της κάθε μορφής στη συγκεκριμένη εδαφική επιφάνεια [...]».
Η προσβαλλομένη ουδεμία τέτοια διάκριση κάνει, ούτε προβαίνει
στους συναφείς προς αυτή εννοιολογικούς προσδιορισμούς, όπως
επιβάλλεται, πάσχει δε και εξ αυτού κατά τα ανωτέρω.
Για τους λόγους αυτούς
αντιλέγουμε κατά της υπ’ αριθ. Πρωτ. …………… Πράξης Χαρακτηρισμού του Δασάρχη ……………………..
ζητούμε
την εξαφάνιση, άλλως, μεταρρύθμιση της, ως προς τον αποχαρακτηρισμό της έκτασης μας ως δασικής και τον χαρακτηρισμό αυτής ως μη δασικής ή αγροτικής.
ζητούμε
την εξαφάνιση, άλλως, μεταρρύθμιση της, ως προς τον αποχαρακτηρισμό της έκτασης μας ως δασικής και τον χαρακτηρισμό αυτής ως μη δασικής ή αγροτικής.
Αθήνα…………..
Η/O Πληρεξούσιος Δικηγόρος
Η/O Πληρεξούσιος Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου