Απόφαση 104/2012 του Αρείου Πάγου.
Περίληψη : Επιμέλεια ανήλικου τέκνου - Διορισμός πραγματογνώμονα.Η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται κατ' αρχήν..
στην κυριαρχική εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία δεν ελέγχεται αναιρετικώς (AΠ 194/98, 1548/1995), εκτός αν ζητήθηκε από το διάδικο και το δικαστήριο δέχθηκε ότι απαιτούνται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε είναι υποχρεωμένο να διατάξει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (Α.Π. 827/1995, 1474/1990). Τέλος ανέλεγκτη αναιρετικώς είναι η εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως για συμπλήρωση των αποδείξεων ή παροχή επεξηγήσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254 του Κ.Πολ.Δικ. (Α.Π. 1612/2006, 714/1986). Στοιχεία για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του τέκνου, σχετικά με την ανάθεση της επιμέλειας αυτού (ΑΚ 1510, 1512-1514) και αναιρετικός έλεγχος (ΚΠολΔ 559 αρ. 1 και 19, 561). Δεν λαμβάνεται υπόψη η υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας-επιμέλειας (ΑΠ 1736/07, 1316/09). Η μικρή ηλικία του τέκνου και το φύλο του δεν αποτελούν κυρίαρχο στοιχείο για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του τέκνου μετά τη νηπιακή ηλικία του, οπότε παύει η σαφής βιοκοινωνική υπεροχή της μητέρας (ΑΠ 952/07). Το «συμφέρον του τέκνου» αποτελεί αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, το οποίο εξειδικεύεται από το δικαστήριο της ουσίας. Για την εξειδίκευση της έννοιας αυτής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εκτιμώνται από το δικαστήριο τα περιστατικά που αποδείχθηκαν, με βάση αξιολογικά κριτήρια, τα οποία αντλεί το δικαστήριο από τους κανόνες της λογικής και κοινής πείρας. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου ελέγχεται αναιρετικά, κατά την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στη νομική έννοια του συμφέροντος του τέκνου (ΑΠ 231/07). Κρίθηκε ότι το συμφέρον της νηπιακής ηλικίας ανήλικης κόρης των διαδίκων επιβάλλει να ανατεθεί η επιμέλειά της στην μητέρα της, η οποία είναι κατάλληλη για την ηθικοκοινωνική της διαπαιδαγώγηση και την παροχή σ αυτήν της αναγκαίας στοργής και φροντίδας, λαμβανομένου υπόψη και του ότι αναγνωρίζεται σαφής βιοκοινωνική υπεροχή στη μητέρα προς τούτο, μόνο εφόσον πρόκειται περί ανηλίκων τέκνων ευρισκομένων στη νηπιακή ηλικία.Περίληψη : Επιμέλεια ανήλικου τέκνου - Διορισμός πραγματογνώμονα.Η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται κατ' αρχήν..
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Εμμανουήλ Καλούδη και του αρχαιοτέρου της συνθέσεως Αρεοπαγίτη Γεωργίου Γιαννούλη), Νικόλαο Λεοντή, Γεώργιο Γεωργέλλη, Δημήτριο Τίγγα και Δημήτριο Κράνη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Νοεμβρίου 2011, με την παρουσία και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Κ. Κ. του Σ., δικηγόρου, κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξουσία δικηγόρο του Κωνσταντίνα Χόρτη.
Της αναιρεσίβλητης: Μ. Κ. του Α., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Σοφία Χερουβείμ, η οποία ανακάλεσε την από 4.10.2011 δήλωσή της για παράσταση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 9.3.2007 και 26.8.2008 αγωγές της ήδη αναιρεσίβλητης ως και την από 12.12.2007 του ήδη αναιρεσείοντος που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Νάξου και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 10/2009 οριστική του ιδίου δικαστηρίου και 237/2010 του Εφετείου Αιγαίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 6.7.2010 αίτησή του και των από 19.7.2010 προσθέτων λόγων.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Δημήτριος Τίγγας ανέγνωσε την από 9 Νοεμβρίου 2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του δεύτερου από το αναιρετήριο εκ του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔικ λόγου αναιρέσεως και την απόρριψη των λοιπών λόγων από το κύριο και πρόσθετο δικόγραφο αναιρέσεως.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και των προσθέτων αυτής λόγων, ως και την καταδίκη της αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή ο εκ του άρθρου 559 αρ. 11 περίπτωση α' του Κ.Πολ.Δ. λόγος αναιρέσεως, της λήψης υπόψη αποδεικτικών μέσων που ο νόμος δεν επιτρέπει, ιδρύεται, όταν λαμβάνεται υπόψη αποδεικτικό μέσο άλλο από εκείνα που καθορίζονται στα άρθρα 339 και 270 παρ. 2 εδ. β' και γ' του Κ.Πολ.Δικ. είτε για άμεση, είτε για έμμεση απόδειξη, καθώς και όταν η χρήση του νόμιμου αποδεικτικού μέσου δεν είναι επιτρεπτή στη συγκεκριμένη περίπτωση λόγω της φύσεως της υποθέσεως ή
προβλέπεται απόδειξη μόνον με συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο (Ολ.Α.Π. 8/1987). Κατά τον αριθ. 14 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δικ. αναίρεση επιτρέπεται, αν το δικαστήριο παρά το νόμο κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο. Εξάλλου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 666 παρ. 1, 681B παρ. 1β και 681Γ παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ., στις διαφορές για την άσκηση της γονικής μέριμνας του τέκνου κατά τη διάρκεια του γάμου επιτρέπεται η λήψη υπόψη και μη πληρούντων τους όρους του νόμου αποδεικτικών μέσων, ενώ καθιερώνεται στάδιο υποχρεωτικής προδικασίας, που περιλαμβάνει την έρευνα, από όργανα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, των συνθηκών διαβίωσης του ανηλίκου και την υποβολή στο δικαστήριο, έως την ημέρα της συζήτησης, σχετικής αναλυτικής έκθεσης η οποία, στις περιπτώσεις όπου φέρεται στο δικόγραφο της αγωγής ότι ο ένας από τους γονείς ή το ανήλικο τέκνο παρουσιάζει ψυχικά προβλήματα, θα πρέπει να συνοδεύεται και από ψυχιατρική έκθεση. Από δε τις διατάξεις του άρθρου 368 του Κ.Πολ.Δικ. συνάγεται, ότι η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται κατ' αρχήν στην κυριαρχική εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία δεν ελέγχεται αναιρετικώς (Α.Π. 194/998, 1548/1995), εκτός αν ζητήθηκε από το διάδικο και το δικαστήριο δέχθηκε ότι απαιτούνται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε είναι υποχρεωμένο να διατάξει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (Α.Π. 827/1995, 1474/1990). Τέλος ανέλεγκτη αναιρετικώς είναι η εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως για συμπλήρωση των αποδείξεων ή παροχή επεξηγήσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254 του Κ.Πολ.Δικ. (Α.Π. 1612/2006, 714/1986).
Στην υπόψη περίπτωση με τους εκ του άρθρου 559 αρ. 11 και 14 του Κ.Πολ.Δικ. πρόσθετους λόγους αναιρέσεως αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αιτίαση ότι ανεπιτρέπτως κατά νόμο έλαβε υπόψη την 2284/22-1-2010 ιατρική γνωμάτευση της Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας Ν.Α. Κυκλάδων για την ψυχική υγεία της αναιρεσίβλητης, ενώ η διάταξη του άρθρου 681Γ του Κ.Πολ.Δικ. προβλέπει ψυχιατρική έκθεση και ότι παρά το νόμο απέρριψε το αίτημα διενέργειας ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, κατόπιν εκδόσεως παρεμπίπτουσας αποφάσεως για επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο. Επομένως, εφόσον κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681Γ του Κ.Πολ.Δικ., κατά την οποία εκδικάσθηκε η ένδικη αγωγή, ήταν επιτρεπτή η λήψη υπόψη και μη πληρούντων τους όρους του νόμου αποδεικτικών μέσων, η δε κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, για τη μη συνδρομή λόγου επαναλήψεως της συζητήσεως στο ακροατήριο και των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου 368 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ. προς διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη, οι ως άνω από το άρθρο 559 αρ. 11 και 14 του Κ.Πολ.Δικ. πρόσθετοι λόγοι αναιρέσεως είναι απαράδεκτοι.
Επειδή, ο εκ του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως, για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδρύεται αν το δικαστήριο δεν εφήρμοσε τέτοιο κανόνα, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του ή αν εφήρμοσε αυτόν, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθή, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολομ.ΑΠ 7/2006, 4/2005, 36/1988). Στην περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών, τα οποία ανελέγκτως δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως, αν οι πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν προφανή την παραβίαση (ΑΠ 1522/2011, ΑΠ 633/2011). Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 1511 σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1512-1514 ΑΚ προκύπτει ότι, όταν το δικαστήριο καλείται να αποφασίσει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας ανηλίκου τέκνου σε έναν από τους εν διαστάσει ευρισκόμενους γονείς του, πρέπει να έχει ως αποκλειστικό οδηγό της δικαιοδοτικής του κρίσης το γενικό συμφέρον και μόνον του ανήλικου τέκνου, σωματικό, υλικό πνευματικό, ψυχικό και ηθικό, χωρίς να επιδρά αυτοτελώς στη λήψη της απόφασής του κανένας από τους διαφορετικούς παράγοντες, που συνοδεύουν το πρόσωπο κάθε γονέα, όπως είναι το φύλο, η φυλή, η γλώσσα, η θρησκεία, η κοινωνική προέλευση, η περιουσιακή κατάσταση κλπ. Για τη λήψη της απόφαση το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και τους με ανεπηρέαστη επιλογή αναπτυχθέντες μέχρι τότε δεσμούς του διαθέτοντος ικανότητα διακρίσεως τέκνου με τους γονείς του (και τους αδελφούς του), τις τυχόν συμφωνίες των γονέων σχετικά με την επιμέλεια και την περιουσία του, καθώς και τη γνώμη του, εφόσον αυτό, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, εν όψει της ηλικίας του και της πνευματικής του ανάπτυξης, είναι ικανό να αντιληφθεί το πραγματικό του συμφέρον. Οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό δε ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας-επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητάς του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς (ΑΠ 1736/2007, 1316/2009). Η μικρή ηλικία του τέκνου και το φύλο του δεν αποτελούν κυρίαρχο, κατά νόμο, στοιχείο για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του τέκνου προς ανάθεση της γονικής μέριμνάς του σε έναν από τους γονείς του μετά τη νηπιακή ηλικία του, οπότε παύει η σαφής βιοκοινωνική υπεροχή της μητέρας από άποψη καταλληλότητας για τη γονική μέριμνα του τέκνου (ΑΠ 952/2007), ενώ συνεκτιμάται αυτή κατά τη νηπιακή ηλικία του τέκνου με τους υπόλοιπους παράγοντες που εξασφαλίζουν την ομαλή σωματική και ψυχοπνευματική του ανάπτυξη. Δηλαδή το συμφέρον του τέκνου λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια και προς διαπίστωσή του αξιολογούνται όλα τα επωφελή για το ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις, χωρίς η εκφρασθείσα γνώμη του τέκνου να αποτελεί, χωρίς άλλο, αποφασιστικό παράγοντα με ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι πολλές φορές η θέληση του ανηλίκου είναι αποτέλεσμα επηρεασμού και πρόσκαιρη και δεν σημαίνει ότι εξυπηρετεί πράγματι το συμφέρον του. Το συμφέρον του τέκνου αποτελεί αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, το οποίο εξειδικεύεται από το δικαστήριο της ουσίας. Για την εξειδίκευση της έννοιας αυτής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εκτιμώνται από το δικαστήριο τα περιστατικά που αποδείχθηκαν, με βάση αξιολογικά κριτήρια, τα οποία αντλεί το δικαστήριο από τους κανόνες της λογικής και κοινής πείρας, λαμβάνοντας υπόψη, σχετικά με το πρόσωπο του ανηλίκου και τα πορίσματα της ψυχολογίας, πρέπει δε να αιτιολογείται ειδικώς και εμπεριστατωμένως. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου ελέγχεται αναιρετικά, κατά την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στη νομική έννοια του συμφέροντος του τέκνου, αν αυτή είναι εσφαλμένη, με το λόγο από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, αν δε δεν έχει ή έχει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες, από τον αριθμό 19 του ίδιου άρθρου για εκ πλαγίου παράβαση της ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 1511 ΑΚ, ως προς το κρίσιμο για την έκβαση της δίκης ζήτημα του συμφέροντος του τέκνου (ΑΠ 231/2007). Περαιτέρω, ο εκ του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ, λόγος αναιρέσεως, για έλλειψη νόμιμης βάσης της αποφάσεως, ιδρύεται, όταν δεν προκύπτουν σαφώς από το αιτιολογικό της τα περιστατικά που είναι αναγκαία για την κρίση του δικαστηρίου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων της διατάξεως που εφαρμόσθηκε ή περί της μη συνδρομής τούτων, που αποκλείει την εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση έχει ανεπαρκείς ή αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (Ολομ. ΑΠ 30/1997, Ολομ. ΑΠ 28/1997). Αντίθετα, δεν υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσεως, όταν πρόκειται για ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και μάλιστα στην ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση του εξαγόμενου από αυτές πορίσματος, γιατί στην κρίση αυτή το δικαστήριο προβαίνει ανελέγκτως, κατ' άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, εκτός αν δεν είναι σαφές το αποδεικτικό πόρισμα και για το λόγο αυτό καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος (ΑΠ 1206/2008, ΑΠ 358/200, 361/2008, ΑΠ 610/2007, ΑΠ 1490/2006).
Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, με την προσβαλλομένη απόφασή του, με την οποία, μετά από εξαφάνιση της εκδοθείσης αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, απορρίφθηκε η αγωγή του αναιρεσείοντος και έγιναν δεκτές αντίθετες αγωγές της εν διαστάσει συζύγου του, όπως από αυτή προκύπτει, μετά από συνεκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που αναφέρει, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη κρίση του, ως αποδειχθέντα τα ακόλουθα: "Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο τις 26.4.2006, από τον οποίο απέκτησαν στις 15.8.2006 την ανήλικη κόρη τους, που ακολούθως, βαπτίσθηκε την 26.8.2007 με το όνομα Μ.. Ο γάμος αυτός ήταν ο δεύτερος για τη γεννηθείσα το έτος 1972 ενάγουσα-εναγομένη Μ. Κ., η οποία από τον πρώτο γάμο της είχε αποκτήσει ένα ανήλικο τέκνο ηλικίας ήδη περίπου 10 ετών, του οποίου έχει την επιμέλεια, η ίδια δε εργαζόταν ως πωλήτρια κοσμημάτων σε κατάστημα στη Σαντορίνη, ενώ ήταν ο πρώτος για το γεννηθέντα το έτος 1957 εναγόμενο-ενάγοντα Κ. Κ., ο οποίος ήταν απόστρατος αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας και ασκούσε εκεί δικηγορία, όντας δικηγόρος διορισμένος τότε στο Πρωτοδικείο Νάξου. Οι διάδικοι περί τον Ιανουάριο 2006, πριν την τέλεση του γάμου τους συζούσαν έχοντας μαζί και την προαναφερθείσα ανήλικη κόρη της ενάγουσας-εναγομένης από τον α' γάμο της, Μ. Β., σε διαμέρισμα του εναγομένου-ενάγοντος στην περιοχή Β. της Σ.. Μετά το γάμο τους οι διάδικοι εξακολούθησαν να κατοικούν μαζί με την προαναφερθείσα ανήλικη κόρη της ενάγουσας-εναγομένης στο ως άνω διαμέρισμα της περιοχής Β. Σ., όπου κατοικούσε σε άλλο διαμέρισμα της ίδιας πολυκατοικίας και η ηλικίας ήδη περίπου 77 ετών μητέρα του εναγομένου-ενάγοντος. Κατά την έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δημιουργήθηκαν προβλήματα στις μεταξύ τους σχέσεις, προερχόμενα κυρίως από τη συμβίωση τους με την ανωτέρω ανήλικη κόρη της ενάγουσας-εναγομένης, Μ., τη συμπεριφορά της οποίας θεωρούσε ο εναγόμενος-ενάγων εν γένει προβληματική εκδηλώνοντας προς αυτήν επιθετικότητα και αντιπάθεια. Πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως προκύπτει από την από 27.3.2007 ιατρική γνωμάτευση του παιδοψυχίατρου Γ. Ζ., η πιο πάνω ανήλικη Μ. "... παρουσιάζει Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή υψηλής λειτουργικότητας, που χαρακτηρίζεται από μικρού βαθμού αποφυγή της βλεμματικής επαφής, ιδιάζουσα επικοινωνία με τα άλλα πρόσωπα (απρόσμενη για την ηλικία της ευκολία προσέγγισης τρίτων προσώπων) υστέρηση στη λεπτή κινητικότητα, ήπιες επαναλαμβανόμενες κινήσεις και κυρίως δυσκολίες στις σχολικές δεξιότητες ανάγνωσης και των μαθηματικών ... Δεν έχει νοητική καθυστέρηση ... Διαθέτει ικανότητα για συμβολικό παιχνίδι και παιχνίδι ρόλων και, αξιοσημείωτη ικανότητα να συζητά με ενήλικες ... στη συμπεριφορά της απουσιάζει κάθε είδους επιθετικότητα ... Σε συνθήκες αμηχανίας ή ανίας εκδηλώνει μόνον άσκοπη κινητικότητα μέσα στο χώρο και φλυαρία ... Είναι ... χαρακτηριστική η καλοσύνη που εκπέμπουν συνήθως τα παιδιά με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή. Επιθετικά γίνονται μόνον εάν τα ίδια έχουν υποστεί βίαιη συμπεριφορά και μάλιστα, κατ' επανάληψη ...".
Συνεπώς, ναι μεν είναι σαφές ότι η πιο πάνω ανήλικη κόρη της ενάγουσας-εναγομένης, Μ., παρουσίαζε διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή, πλην όμως αυτό κατά διδάγματα της κοινής πείρας μπορούσε να αντιμετωπισθεί από τον εναγόμενο-ενάγοντα με υπομονή και κατανόηση και όχι με εκδηλώσεις αντιπάθειας προς το πρόσωπό της, δεδομένου μάλιστα ότι ευθύς εξ αρχής από τη σύναψη του ερωτικού δεσμού με τη ενάγουσα -εναγομένη και την απόφαση για συμβίωσή τους γνώριζε ο ίδιος ότι θα συμβιώσει και με την ως άνω ανήλικη κόρη της από τον α' γάμο της, εφόσον εκείνη είχε την επιμέλειά της. Εξάλλου, άλλο σημείο που δημιουργούσε προστριβές στις σχέσεις των διαδίκων ήταν η ανάμιξη της μητέρας του εναγομένου-ενάγοντος με απαξιωτικό τρόπο προς την ενάγουσα-εναγομένη και την παραπάνω ανήλικη κόρη της Μ.. Ειδικότερα, την 11.10.2006 δημιουργήθηκε επεισόδιο μεταξύ των διαδίκων, όταν κατόπιν διένεξής τους ο εναγόμενος-ενάγων ζήτησε επιτακτικά και χειρονομώντας, από την ενάγουσα-εναγομένη να φύγει από τη συζυγική οικία με την πιο πάνω ανήλικη κόρη της Μ. και απευθυνόμενος προς την τελευταία (ανήλικη) της είπε "εσύ μπάσταρδο, δρόμο στον πατέρα σου", ακολούθως δε ο πρώην σύζυγος της ενάγουσας-εναγομένης Δ. Β. παρέλαβε, κατόπιν τηλεφωνήματος εκείνης, την ανωτέρω ανήλικη κόρη τους Μ. από το σπίτι του εναγομένου-ενάγοντος. Στη συνέχεια, την 28.10.2006, αφού είχε προηγηθεί ταξίδι της ενάγουσας-εναγομένης στην Αθήνα για επίσκεψη σε νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν με καρκίνο η μητέρα της, επακολούθησε η διάσπαση της έγγαμης σχέσης των διαδίκων και εκείνη μεν με την ανωτέρω ανήλικη κόρη της Μ. μετοίκησε στο πατρικό της σπίτι στο Φ. Σ., ενώ ο εναγόμενος-ενάγων κράτησε αρχικά κατόπιν προφορικής συμφωνίας τους την ως άνω ανήλικη κόρη τους (μετέπειτα βαπτισθείσα Μ.). Περαιτέρω, με την υπ' αρ. 87 ΑΜ/31.1.2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) έγινε δεκτή η από 15.11.2006 αίτηση της ήδη ενάγουσας-εναγομένης και α)της ανατέθηκε προσωρινά η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας της ως άνω γεννηθείσας την 15.8.2006 ανήλικης κόρης των διαδίκων (τότε αβάπτιστης) και β) υποχρεώθηκε ο ήδη εναγόμενος-ενάγων στην καταβολή 600 ευρώ μηνιαίως για προσωρινή διατροφή της ως άνω ανήλικης, ενώ απορρίφθηκε (ως αβάσιμη) η από 28.11.2006 αίτηση εκείνου για προσωρινή ανάθεση της επιμέλειας της. Ακολούθως, με την υπ' αρ. 182/28.2.2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) μετά από την από 31.1.2007 αίτηση του εναγομένου-ενάγοντος ρυθμίστηκε προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του με την ανωτέρω ανήλικη κόρη τους κατά τις ορισθείσες ημέρες και ώρες, η οποία θα γινόταν με παραλαβή από το σπίτι της ενάγουσας-εναγομένης στο Φ. Σ. (Θ.) και παράδοσή της εκεί. Στη συνέχεια, ο εναγόμενος-ενάγων υπέβαλε την από 15.3.2007 αίτησή του στο Μονομελές Πρωτοδικείο Νάξου για ανάκληση της παραπάνω υπ' αρ. 87 ΑΜ/2007 απόφασής του, που απορρίφθηκε με την υπ' αρ. 369 ΑΜ/30.4.2007 απόφαση ως κατ' ουσίαν αβάσιμη. Επακολούθησε κατόπιν της από 16.4.2007 αγωγής του ήδη εναγομένου-ενάγοντος η υπ' αρ. 43/12.9.2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου (ειδική διαδικασία), που ρύθμισε το δικαίωμα επικοινωνίας του με την ανωτέρω ανήλικη κόρη των διαδίκων κατά τις οριζόμενες ημέρες και ώρες με τόπο παραλαβής και παράδοσης της τελευταίας την οικία, όπου αυτή διέμενε με την ενάγουσα-εναγομένη, με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης εκείνης. Ακολούθως, οι διάδικοι υπέγραψαν το από 8.7.2007 ιδιωτικό συμφωνητικό δυνάμει του οποίου, μεταξύ άλλων, συμφώνησαν α)να ασκείται η επιμέλεια της ως άνω ανήλικης κόρης τους από την ενάγουσα-εναγομένη και να παραμένει εκείνη (ανήλικη) μαζί της στην οικία της με έγκαιρη και πλήρη ενημέρωση του εναγομένου-ενάγοντος σε θέματα υγείας και κοινή απόφαση των διαδίκων για αντιμετώπιση σοβαρών περιπτώσεων (ιατρικών επεμβάσεων κλπ), β)ρύθμισαν το θέμα της επικοινωνίας της ως άνω ανήλικης κόρης τους με εκείνον ορίζοντας τις σχετικές ημέρες-ώρες και περιόδους διακοπών Χριστουγέννων-Πάσχα-θέρους με παραλαβή της παραπάνω ανήλικης από την κατοικία της ενάγουσας-εναγομένης και παράδοσή της εκεί και γ)ρύθμισαν τα της καταβολής εκ μέρους του εναγομένου-ενάγοντος της μηνιαίας διατροφής της πιο πάνω ανήλικης. Όμως, το Σεπτέμβριο του έτους 2007 λόγω της ονοματοδοσίας της ανωτέρω ανήλικης κόρης τους, που βαπτίσθηκε Μ. την 26.8.2007 στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως Κηπούπολης Ν. Καλλικράτειας της Ιεράς Μητροπόλεως Κασσανδρείας, χωρίς την ενημέρωση και σύμφωνη γνώμη της ενάγουσας-εναγομένης διαταράχθηκαν εκ νέου οι σχέσεις των διαδίκων. Επακολούθησαν άλλες διενέξεις των διαδίκων κατά τις οποίες ο εναγόμενος-ενάγων ζήτησε από τον ιατρό Ο. Π., με την ιδιότητά του ως Ιατροδικαστή-Κοινωνιολόγου, που ενεργούσε ως Τεχνικός Σύμβουλός του και εξέτασε την ανωτέρω ανήλικη κόρη τους Μ. την 29.9.2007: α)να αποφανθεί για τις σωματικές βλάβες που υπέστη η τελευταία από την ενάγουσα-εναγομένη εντός της οικίας της, εκείνος δε αποφάνθηκε με την από 1.10.2007 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του ότι είχε "... μικρό κυκλικό έγκαυμα διαμέτρου 1 εκ. περίπου άμφω επιφανείας 1ης φάλλαγγος μεγάλου δακτύλου δεξιού ποδός και ομοίως συστοίχως στην αριστερή επιφάνεια καμάρας άκρου ποδός ποδοκνημικής αρθρώσεως χροιάς βαθυκύανης-κυανέρυθρης από κάψιμο από τσιγάρο ...", ενώ β)την 21.12.2007 να αποφανθεί για τη βαρύτητα σωματικής βλάβης που υπέστη η ως άνω ανήλικη (χωρίς όμως άλλο ειδικότερο προσδιορισμό -από ποιόν, πού και πότε), εκείνος δε αποφάνθηκε με την από 21.12.2007 ιατροδικαστική γνωμοδότησή του ότι η ως άνω ανήλικη φέρει "... μικρό τριγωνικό έγκαυμα με όχθες από σαφή όρια διαμέτρου 4 εκ. περίπου αριστεράς κατώτερης μεσότητας επιφανείας κνήμης και συστοίχως στη δεξιά επιφάνεια διαμέτρου 3 εκ. περίπου, χροιάς (δίκην ουλής) στο δέρμα με ρίκνωση και αποξήρανση του δέρματος ..." και ότι πρόκειται για "... έγκαυμα από λίαν θερμά και πυρακτωμένα στερεά σώματα κάψιμο από σίδηρο σιδερώματος ...". Πρέπει να σημειωθεί ότι η ενάγουσα-εναγομένη υπέβαλε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών τις από 20.11.2007 και 4.7.2008 αντίστοιχες μηνύσεις κατά α)του ανωτέρω Ιατροδικαστή για έκδοση ψευδούς ιατρικής πιστοποίησης προοριζόμενης για δικαστική χρήση και β)κατά του εναγομένου-ενάγοντος για ηθική αυτουργία σ' αυτήν, που ναι μεν, όπως συνάγεται από το υπ' αρ. 157911/17.3.2010 έγγραφο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών έχει εκδοθεί γι' αυτές την 9.3.2010 η υπ' αρ. ΕΓ 37-2010/4/13Δ/2010 απορριπτική εισαγγελική διάταξη, πλην όμως από κανένα στοιχείο δεν επιβεβαιώνεται ότι δράστις των ως άνω σωματικών βλαβών ήταν η ενάγουσα-εναγομένη, ενώ πρέπει να παρατηρηθεί ότι ήδη ούτε ο ίδιος ο εναγόμενος-ενάγων υποστηρίζει ευθέως και σαφώς στις προτάσεις του κάτι τέτοιο. Τέλος, την 20.10.2007 και ώρα 10.00, ο εναγόμενος-ενάγων, αφού παρέλαβε από το σπίτι της ενάγουσας-εναγομένης την πιο πάνω ανήλικη κόρη τους στα πλαίσια της συμφωνηθείσας κατά τα ανωτέρω ρύθμισης της επικοινωνίας του μ' αυτήν, μετέβη παρά τις αντιρρήσεις εκείνης στη Αθήνα προς προγραμματισμένο ιατρικό εμβολιασμό από τον ιατρό Μ. Γ., χωρίς όμως να παραδώσει έκτοτε αυτήν (ανήλικη) κατά τα ορισθέντα στην οικία εκείνης. Επακολούθησε η υπ' αρ. 1010/4.12.2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείο Νάξου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η από 29.10.2007 αίτηση της ήδη ενάγουσας-εναγομένης και διατάχθηκε η απόδοση της ως άνω ανήλικης κόρης των διαδίκων Μ. σ' αυτήν ως ασκούσας προσωρινά την επιμέλειά της απαγγέλλοντας κατά του καθ' ου και ήδη εναγομένου-ενάγοντος χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση, ενώ απορρίφθηκε (ως κατ' ουσίαν αβάσιμη) ανταίτησή του για ανάκληση της προαναφερθείσας υπ' αρ. 369 ΑΜ/30.4.2007 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου λόγω μεσολαβήσασας μεταβολής των πραγμάτων.
Στη συνέχεια εκδόθηκε η υπ' αρ. 12/4.2.2008 απόφαση του Ειρηνοδικείου Θ., που έκανε δεκτή ερήμην του καθ' ου και ήδη εναγομένου-ενάγοντος την από 18.12.2007 αίτηση της ενάγουσας-εναγομένης για παροχή βεβαιωτικού όρκου απ' εκείνον ως προς τον τόπο διαμονής της ανωτέρω ανήλικης κόρης τους και απαγγελία προσωπικής κρατήσεώς του στην περίπτωση μη εμφάνισής του προς δόση του όρκου, η οποία όμως ακολούθως μετά από έφεση εκείνου εξαφανίστηκε με την υπ' αρ. 1/2009 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Νάξου και απορρίφθηκε η ανωτέρω από 18.12.2007 αίτησή της λόγω της άρσης της ισχύος (ένεκα της παρόδου 30 ημερών) της ανωτέρω υπ' αρ. 1010/4.12.2007 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείο Νάξου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων). Ακολούθως με την υπ' αρ. 19/13.10.2008 απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Νάξου (ειδική διαδικασία) α)αναγνώρισε ότι ο ήδη εναγόμενος-ενάγων από πρόθεση δεν συμμορφώθηκε στο διατακτικό της υπ' αρ. 1010/2007 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου και β)υποχρέωσε εκείνον να καταβάλει στην ενάγουσα 5.900 ευρώ, ενώ διέταξε την προσωπική του κράτηση διαρκείας 3 μηνών, όπως η απαγγελθείσα χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση με την ως άνω απόφαση ασφαλιστικών μέτρων.
Η ανωτέρω υπ' αρ. 19/13.10.2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου (ειδική διαδικασία) έγινε τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ'. αρ. 174/10.8.2009 απόφαση του Εφετείου Αιγαίου, που δέχτηκε τυπικά και απέρριψε κατ' ουσίαν την ασκηθείσα κατ' αυτής από 13.11.2008 έφεση, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι με την υπ' αρ. 269/2009 απόφαση του Αρείου Πάγου (σε Συμβούλιο) ανεστάλη η εκτέλεση της ως άνω υπ' αρ. 19/2008 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου, που επικυρώθηκε από την πιο πάνω υπ' αρ. 174/2009 απόφαση του Εφετείου Αιγαίου μόνον ως προς τη διάταξη, με την οποία διατάσσεται προσωπική κράτηση του αιτούντος (εναγομένου-ενάγοντος), αφού πιθανολογήθηκε κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης γι' αυτόν. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι ήδη το παραπάνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων Μ. διαμένει με τον εναγόμενο-ενάγοντα και τη γιαγιά της (μητέρα του) σε διαμέρισμα εκείνου στην ... (...), όπου εκείνος έχοντας μετατεθεί στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ασκεί τα δικηγορικά του καθήκοντα ασχολούμενος παράλληλα με τη διαπαιδαγώγησή της, η ίδια δε (ανήλικη) παρακολουθεί από 19.1.2010 το πρόγραμμα του ιδιωτικού Παιδικού Σταθμού "ΚΟΠΕΡΤΙ", όπως προκύπτει από την από 15.3.2010 κοινωνική έκθεση του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης-Κέντρο Κοινωνικής Ανάπτυξης Φοίνικα. Εξάλλου, όπως προκύπτει: α)από την από 12.1.2010 έκθεση κοινωνικής έρευνας του Επαρχείου Θ.-Τμήμα Πρόνοιας, που υπογράφεται από τον Κοινωνικό Λειτουργό Τ. Φ., αναφορικά με την οικογένεια της ενάγουσας-εναγομένης στο Φ. Θ. σε συνδυασμό με την από 4.1.2008 έκθεση του τοξικολογικού εργαστηρίου του Νοσοκομείου των Αθηνών "ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ" και β)την υπ' αρ. πρωτ. 2284/ 22.1.2010 ιατρική γνωμάτευση της Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας Νοτιανατολικών Κυκλάδων, που υπογράφεται από τον Ψυχίατρο Κ. Κ., η ενάγουσα-εναγομένη 1)διαμένει με την οικογένειά της (την ως άνω ανήλικη κόρη της από τον α' γάμο της Μ.), 2) έχει εισόδημα περί τα 1000 ευρώ μηνιαίως προερχόμενο από εποχιακή τουριστική εργασία σε κοσμηματοπωλείο και ενισχυόμενη περιστασιακά οικονομικά από τον πατέρα της, 3)διαμένει σε ιδιόκτητο διαμέρισμα 90 τ.μ. στον 1ο όροφο της πατρικής της οικίας στο Φ. Σ. ευρισκόμενο σε πολύ καλή κατάσταση με κεντρική θέρμανση και αποτελούμενο από κουζίνα, καθιστικό, μπάνιο, παιδικό δωμάτιο και κρεβατοκάμαρα, 4)είναι απόλυτα υγιής, με δυναμική προσωπικότητα, χωρίς ψυχοπαθολογικά συμπτώματα και μπορεί να συνάπτει δομημένες και υγιείς συναισθηματικές σχέσεις, ενώ 5)δεν λαμβάνει οποιεσδήποτε τοξικές ουσίες. Με βάση όλα τα παραπάνω το Δικαστήριο αυτό κρίνει ότι το συμφέρον της ανήλικης κόρης των διαδίκων Μ., η οποία βρίσκεται σε νηπιακή ηλικία, επιβάλλει να ανατεθεί η επιμέλειά της στην ενάγουσα-εναγομένη, η οποία είναι κατάλληλη για την ηθικοκοινωνική της διαπαιδαγώγηση και την παροχή σ' αυτήν της αναγκαίας στοργής και φροντίδας, λαμβανομένου υπ' όψη και του ότι, όπως προεκτέθηκε, κατά τις νεότερες ιατρικές παιδαγωγικές και ψυχολογικές έρευνες αναγνωρίζεται σαφής βιοκοινωνική υπεροχή στη μητέρα προς τούτο, μόνον όμως εφόσον πρόκειται περί ανηλίκων τέκνων ευρισκόμενων στην νηπιακή ηλικία. Συνακόλουθα πρέπει να υποχρεωθεί ο εναγόμενος-ενάγων στην παράδοση στην ενάγουσα-εναγομένη της ως άνω ανήλικης κόρης των διαδίκων Μ., που κρατά ο ίδιος μακριά από εκείνη επί διάστημα ήδη άνω των δύο ετών. Εξάλλου, πρέπει να παρατηρηθεί ότι ναι μεν είναι προφανές ότι ο εναγόμενος-ενάγων αγαπά και φροντίζει την ανωτέρω ανήλικη κόρη των διαδίκων Μ., πλην όμως το γεγονός ότι από την όλη προαναφερθείσα διαδικαστική πορεία της υπόθεσης διαφαίνεται η επιλογή του να αγνοεί τις δικαστικές αποφάσεις και να προσπαθεί αυταρχικά ο ίδιος να επιβάλλει τη θέλησή του, ακόμη και αντίθετα προς τα συμφωνηθέντα, προδήλως αδιαφορώντας γι' αυτήν την αντικοινωνική συμπεριφορά του, δεν του παρέχει ασφαλή εχέγγυα ότι μπορεί να είναι κατάλληλος για την ορθή και συνετή διαπαιδαγώγηση εκείνης, δεδομένου μάλιστα ότι η τελευταία ως ευρισκόμενη στην ευαίσθητη νηπιακή ηλικία και ως έχουσα εντελώς αδιαμόρφωτη ψυχοπνευματική ανάπτυξη έχει ιδιαίτερη ανάγκη ορθών προτύπων συμπεριφοράς και διαπαιδαγώγησης, ώστε να αναπτυχθεί σωστά και να ενταχθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο". Στη συνέχεια το Εφετείο, αφού έκρινε αλυσιτελή τα αιτήματα του αναιρεσείοντος για επίδειξη από την αναιρεσίβλητη ιατρικής γνωμάτευσης σχετικά με το μειωμένο βαθμό παροχής από αυτή φροντίδων προς την από τον πρώτο γάμο θυγατέρας της, για αυτοπρόσωπο εμφάνιση της αναιρεσίβλητης στο Δικαστήριο και ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη τόσο της ίδιας προς εξακρίβωση της χρήσης ή μη ναρκωτικών ή άλλων τοξικών ουσιών από αυτή, όσο και του κοινού τέκνου τους για τη διαπίστωση της ύπαρξης και της αιτίας προέλευσης των ιχνών παλαιών τραυμάτων, των κάτω άκρων του, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή του αναιρεσείοντος για ανάθεση σ' αυτόν της επιμέλειας του ανηλίκου κοινού με την αναιρεσίβλητη τέκνου και έκανε δεκτές τις αντίθετες αγωγές της αναιρεσίβλητης για ανάθεση σ' αυτή της επιμέλειας του τέκνου και για την υποχρέωση του αναιρεσείοντος να παραδώσει σ' αυτή το τέκνο. Με την κρίση του αυτή και τις ως άνω παραδοχές το Εφετείο ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 4 του Συντάγματος, 1511, 1510, 1512-1514 και 1518 ΑΚ, τις οποίες δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου αφού ορθώς υπήγαγε σε αυτές τα δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα περιστατικά και δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμη βάσεως, αφού από το αιτιολογικό της αποφάσεώς του προκύπτουν σαφώς όλα τα περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία για την κρίση του Δικαστηρίου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν, ενώ έχει τις παρατιθέμενες παραπάνω πλήρεις, σαφείς και μη αντιφάσκουσες αιτιολογίες ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και δη ως προς την κρίση του ότι το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων επιβάλλει να έχει την επιμέλεια αυτού η αναιρεσίβλητη μητέρα του. Προς τούτο συνεκτίμησε και δεν έλαβε υπόψη ως μόνα στοιχεία τη βιοκοινωνική υπεροχή της αναιρεσίβλητης και την άρνηση του αναιρεσείοντος να συμμορφωθεί με διατάξεις δικαστικών αποφάσεων για την παραίτηση του τέκνου σε αυτή. Περαιτέρω δεν δέχεται ότι τα εγκαύματα προκάλεσε στο ανήλικο η μητέρα του, ενώ η καταλληλότητα του αναιρεσείοντος να έχει την επιμέλεια του τέκνου δεν αποκλείει να είναι πλέον κατάλληλη γι' αυτό η αναιρεσίβλητη, ενώ έλαβε υπόψη και εκτίμησε την αναγκαία μεταβολή των συνθηκών διαβιώσεως του ανηλίκου και έκρινε ότι το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ανατεθεί η επιμέλεια αυτού στην αναιρεσίβλητη μητέρα του. Επομένως οι σχετικοί, εκ του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ, λόγοι αναιρέσεως, είναι αβάσιμοι. Κατ' ακολουθίαν τούτων, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και το δικόγραφο προσθέτων λόγων αναιρέσεως. Ο αναιρεσείων, ως ηττώμενος διάδικος, πρέπει να καταδικασθεί στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης (άρθρα 176, 183, 189§9 και 199§2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.-
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 6-7-2010 αίτηση και το από 19-7-2010 δικόγραφο πρόσθετων λόγων αναιρέσεως της υπ' αριθμό 237/2010 αποφάσεως του Εφετείου Αιγαίου.-
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700).-
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου 2011.-
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 23 Ιανουαρίου 2012.-
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου