Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

Σύγκρουση σε σχετική διασταύρωση «Τ» - Ισχύει η εκ δεξιών προτεραιότητα - Απόφ. ΑΠ 514/2013

 

Από τις διατάξεις του άρθρου 26 § § 4 και 5 του Ν. 2696/1999 (ΚΟΚ) προκύπτει, ότι στους ισόπεδους κατά το άρθρ. 2 παρ.1 του ιδίου Κώδικα κόμβους, όταν δεν υπάρχει σήμανση,
η προτεραιότητα ανήκει σε εκείνον που έρχεται από δεξιά. Εξαίρεση από....
αυτόν τον κανόνα αναγνωρίζεται μόνο στις περιοριστικώς αναφερόμενες στην εν λόγω διάταξη περιπτώσεις α) εκείνων που κινούνται σε αυτοκινητόδρομους, εθνικές οδούς ή οδούς ταχείας κυκλοφορίας, β) των σιδηροδρομικών και τροχιοδρομικών οχημάτων, τα οποία έχουν, σε κάθε περίπτωση, προτεραιότητα, γ) αυτών που εισέρχονται σε οδό από χωματόδρομο, μονοπάτια, παρόδια ιδιοκτησία, χώρους στάθμευσης και σταθμούς ανεφοδιασμού και δ) εκείνων που εκκινούν ή κινούνται προς τα πίσω, όπου αυτό επιτρέπεται, οι οποίοι οφείλουν, σε κάθε περίπτωση, να παραχωρούν προτεραιότητα στους εξ αριστερών τους κινουμένους οδηγούς.
  Στην πιο πάνω εξαίρεση δεν περιλαμβάνεται η περίπτωση, κατά την οποία σε ισόπεδο κόμβο μια οδός τέμνει καθέτως άλλη σε σχήμα "T", ήτοι καταλήγει σ' αυτήν χωρίς να συνεχίζεται, διότι  ούτε ρητά στο νόμο αναφέρεται  αυτή η περίπτωση, ούτε και κατ' αναλογία μπορεί να ενταχθεί  στην εξαίρεση. 
 Αναιρείται  απόφαση του πολυμελούς πρωτοδικείου που δίκασε ως εφετείο, κατ΄άρθρ. 559 αρ.1 ΚΠολΔ, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων  του άρθρου 26 § § 4, 5 του ΚΟΚ.  Είναι δε διαφορετικό το γεγονός της τυχόν παράβασης εκ μέρους της οδηγού του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου των διατάξεων των άρθρων 19 § § 1, 2, 3 και 21 § § 1, 2 του ΚΟΚ.



Απόφ. ΑΠ 514/2013
Πρόεδρος : Γεώργιος Γιαννούλης
Εισηγητής  : Παναγιώτης Χατζηπαναγιώτης
Μέλη : Γρηγόριος Κουτσόπουλος - Παναγιώτης Ρουμπής -  Δημητρούλα Υφαντή
Δικηγόροι  Αθανάσιος Ζηργάνος


Σχόλια – Παρατηρήσεις

  1. 1)Σύγκρουση σε σχετική διασταύρωση «Τ»
Ισχύει ι εκ δεξιών προτεραιότητα
Βλ. Σχετικώς και ΑΠ 635/2007 ΣΕΣυγκΔ 2007/596, ΑΠ 184/2009 ΕΣυγκΔ 2009/154, ως επίσης και Άρθρο Μιχαήλ Ον. Ονουφριάδη, «Σύγκρουση σε σχετική διασταύρωση "Τ"  (οδών τεμνομένων και μη συνεχιζομένων) - Ζητήματα Υπαιτιότητας - Συνοπτική παρουσίαση Nομολογίας» ΣΕΣυγκΔ 2007/594.


Κείμενο Απόφ. ΑΠ 514/2013

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
   Από τις προσκομιζόμενες υπ' αριθμ. 2181 και 2182/5.10.2012 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αγρινίου ..., προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, με επιμέλεια των αναιρεσειουσών στους αναιρεσίβλητους. Επομένως, εφόσον αυτοί δεν εμφανίσθηκαν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση παρά την απουσία τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 576 παρ.2 ΚΠολΔ.
  Από τις διατάξεις των άρθρων 10 του Ν. ΓΠΝ/1911, 297 έως 300, 330 εδ. β' και 914 του ΑΚ προκύπτει, ότι σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ δύο οχημάτων η ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση ζημίας και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του οδηγού και της ζημίας. Μορφή υπαιτιότητας είναι και η αμέλεια, η οποία υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή, που, αν είχε καταβληθεί, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς οδηγού αυτοκινήτου, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή της σύγκρουσης. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν η παράνομη συμπεριφορά του οδηγού ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η ύπαρξη της υπαιτιότητας δεν αποκλείεται κατ' αρχήν από το γεγονός, ότι στο αποτέλεσμα του ατυχήματος συνετέλεσε και συντρέχον πταίσμα του ζημιωθέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος, αλλά η ύπαρξη αυτού, προβαλλόμενη από τον υπαίτιο κατ' ένσταση, συνεπάγεται τη μη επιδίκαση από το δικαστήριο αποζημίωσης ή τη μείωση του ποσού της (άρθρ. 300 ΑΚ). Εξάλλου, η παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ) δεν θεμελιώνει αυτή καθ' εαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης παράβασης και του επελθόντος αποτελέσματος.
  Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 26 § § 4 και 5 του Ν. 2696/1999, περί του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ), προκύπτει, ότι στους κόμβους, που, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 § 1 του ίδιου Κώδικα, αποτελούν: οι ισόπεδες συμβολές, διακλαδώσεις ή διασταυρώσεις οδών, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων χώρων που σχηματίζονται από αυτές, όταν δεν υπάρχει σήμανση, η προτεραιότητα ανήκει σε εκείνον που έρχεται από δεξιά. Εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα αναγνωρίζεται μόνο στις περιοριστικώς αναφερόμενες στην εν λόγω διάταξη περιπτώσεις α) εκείνων που κινούνται σε αυτοκινητόδρομους, εθνικές οδούς ή οδούς ταχείας κυκλοφορίας, β) των σιδηροδρομικών και τροχιοδρομικών οχημάτων, τα οποία έχουν, σε κάθε περίπτωση, προτεραιότητα, γ) αυτών που εισέρχονται σε οδό από χωματόδρομο, μονοπάτια, παρόδια ιδιοκτησία, χώρους στάθμευσης και σταθμούς ανεφοδιασμού και δ) εκείνων που εκκινούν ή κινούνται προς τα πίσω, όπου αυτό επιτρέπεται, οι οποίοι οφείλουν, σε κάθε περίπτωση, να παραχωρούν προτεραιότητα στους εξ αριστερών τους κινουμένους οδηγούς. Στην πιο πάνω εξαίρεση δεν περιλαμβάνεται η περίπτωση, κατά την οποία σε ισόπεδο κόμβο μια οδός τέμνει καθέτως άλλη σε σχήμα "T", ήτοι καταλήγει σ' αυτήν χωρίς να συνεχίζεται, διότι ούτε ρητώς στο νόμο αναφέρεται αυτή η περίπτωση, ούτε και κατ' αναλογίαν μπορεί να ενταχθεί στην εξαίρεση, είναι δε διαφορετικό το γεγονός, ότι ο κινούμενος στην τέμνουσα οδό οδηγός είναι υποχρεωμένος στα πλαίσια των διατάξεων των άρθρων 19 § § 1, 2, 3 και 21 § § 1, 2 του ΚΟΚ, να έχει τον έλεγχο του οχήματός του, να ρυθμίζει την ταχύτητά του αναλόγως με τις κρατούσες συνθήκες, να την μειώνει πλησίον των ισόπεδων οδικών κόμβων, να βεβαιώνεται, αν πρόκειται να εισέλθει αριστερά ή δεξιά σε άλλη οδό, ότι μπορεί να το πράξει χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση των λοιπών χρηστών της οδού και να χρησιμοποιήσει τους δείκτες κατεύθυνσης, για να καταστήσει εγκαίρως γνωστή την πρόθεσή του να αλλάξει διεύθυνση προς τα αριστερά ή δεξιά κατά περίπτωση. Επομένως, επί ισόπεδου κόμβου σε σχήμα "Τ", όπου δεν υπάρχει σχετική σήμανση, η προτεραιότητα ανήκει στον κινούμενο επί της τεμνούσης οδού, έναντι των εξ αριστερών υποχρέων (ΑΠ 635/2007, 2039/2006, 1044/2005), δηλαδή ισχύει ο κανόνας ότι η προτεραιότητα ανήκει σε εκείνον που έρχεται από δεξιά. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 1 εδάφιο α' του ΚΠολΔ ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου, εσωτερικού ή διεθνούς. Ο κανόνας παραβιάζεται είτε με ψευδή ερμηνεία, η οποία υπάρχει όταν αποδίδεται στον κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε με μη ορθή εφαρμογή, η οποία εκδηλώνεται όταν εφαρμόζεται κανόνας, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή όταν δεν εφαρμόζεται, ενώ έπρεπε, ή όταν εφαρμόζεται εσφαλμένως.

  Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το ως εφετείο δικάζον πολυμελές πρωτοδικείο δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά περί πραγμάτων κρίση του, τα ακόλουθα : Στις 2.6.2006 και περί ώρα 12.20' η πρώτη των εναγομένων (ήδη δεύτερη των αναιρεσειόντων) Μ. Σ. του Γ., οδηγώντας το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο της ιδιοκτησίας της, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την κατά την κυκλοφορία του γένεση αστική ευθύνης της έναντι των τρίτων στη δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία (ήδη πρώτη των αναιρεσειόντων), εκινείτο σε ανώνυμη δημοτική οδό της πόλης του Αγρινίου, η οποία τέμνει κάθετα άλλη ανώνυμη δημοτική οδό που συνδέει το κέντρο του Αγρινίου με την περιοχή του Αγίου Ιωάννη Ρηγανά, χωρίς να συνεχίζει πέρα από αυτή, με σκοπό στο σημείο συμβολής τους (όπου η πρώτη τέμνει κάθετα τη δεύτερη σχηματίζοντας "Τ" και δεν συνεχίζεται), να στρίψει αριστερά στη δεύτερη οδό με κατεύθυνση προς το κέντρο του Αγρινίου. Την ίδια ώρα, στην παραπάνω δεύτερη ανώνυμη δημοτική οδό και με κατεύθυνση από το κέντρο της πόλης του Αγρινίου προς την περιοχή Αγίου Ιωάννη Ρηγανά, έβαινε ο τότε ανήλικος πρώτος ενάγων Σ. Π. του Μ. (ήδη πρώτος των αναιρεσιβλήτων), οδηγώντας την υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ... δίκυκλη μοτοσυκλέτα, ιδιοκτησίας του δεύτερου ενάγοντα Μ. Π. του Γ. (ήδη δεύτερος των αναιρεσιβλήτων). Οι παραπάνω δύο οδοί είναι διπλής κατεύθυνσης - χωρίς διαγράμμιση - και ασφαλτοστρωμένοι. Η οδός στην οποία εκινείτο η δίκυκλη μοτοσυκλέτα έχει πλάτος 4,50 μέτρα, ενώ η οδός στην οποία εκινείτο αρχικά το Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο έχει πλάτος 8,20 μέτρα. Όταν το Ι.Χ. αυτοκίνητο πλησίασε στη συμβολή των οδών, όπου δεν υπάρχει ρύθμιση της κυκλοφορίας με σήμανση, εισήλθε στην άνω πρώτη ανώνυμη δημοτική οδό (δηλαδή εκείνη που συνδέει το κέντρο του Αγρινίου με την περιοχή Αγίου Ιωάννη Ρηγανά), πραγματοποιώντας στροφή αριστερά σε σχέση με την πορεία του προκειμένου να κινηθεί προς το κέντρο της πόλης, χωρίς όμως να ελέγξει με επιμέλεια, αν μπορούσε να κινηθεί με ασφάλεια πραγματοποιώντας την προαναφερόμενη αλλαγή πορείας, αν και όφειλε ιδιαίτερη προσοχή, αφού η ορατότητα στο σημείο συμβολής των οδών περιορίζεται λόγω στροφής της ανώνυμης οδού στην οποία εκινείτο η δίκυκλη μοτοσυκλέτα, που μπορούσε να επιδείξει από τις περιστάσεις. Αποτέλεσμα της παραπάνω παράλειψής της ήταν να αποκόψει την κανονική πορεία της μοτοσυκλέτας και τα δύο οχήματα να συγκρουστούν στο κέντρο περίπου της οδού και να υποστούν υλικές ζημίες και συγκεκριμένα η μοτοσυκλέτα στο εμπρόσθιο αριστερό μέρος της και το Ι.Χ. αυτοκίνητο στην αριστερή πλευρά του - στην πόρτα του οδηγού - και να τραυματισθεί ο τότε ανήλικος οδηγός της μοτοσυκλέτας.
  Περαιτέρω, το δικαστήριο εκείνο, με βάση τα ως άνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά και με τις παραδοχές α) ότι στον προαναφερόμενο οδικό κόμβο, στον οποίο δεν υπάρχει ρύθμιση της κυκλοφορίας με σήμανση, δεν ισχύει η προτεραιότητα του εκ δεξιών κινουμένου, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν το οδηγούμενο από την δεύτερη αναιρεσείουσα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, έναντι του εξ αριστερών κινουμένου, που ήταν η οδηγούμενη από τον πρώτο αναιρεσίβλητο δίκυκλη μοτοσυκλέτα, και β) ότι όταν το αυτοκίνητο έφθασε στη συμβολή των οδών αυτών όφειλε η οδηγός του να ελέγξει την κίνηση στην ανώνυμη δημοτική οδό, στην οποία είχε σκοπό να εισέλθει με αριστερή στροφή σε σχέση με την πορεία της και στην οποία εκινείτο η μοτοσυκλέτα και αφού παραχωρήσει προτεραιότητα στη μοτοσυκλέτα να κινηθεί στη συνέχεια προς τα αριστερά, έκρινε ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος ήταν η οδηγός του προαναφερόμενου Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου και ότι ουδεμία υπαιτιότητα ή συνυπαιτιότητα βάρυνε τον οδηγό της δίκυκλης μοτοσυκλέτας στην επέλευση αυτού, ο οποίος, κατά τις παραδοχές της πληττόμενης απόφασης, εκινείτο στο δικό του ρεύμα πορείας, με την κανονική για τις συνθήκες ταχύτητα των 40 - 50 χλμ/ώρα και ο οποίος, μολονότι πραγματοποίησε αποφευκτικό ελιγμό προς τα αριστερά της πορείας του και τροχοπέδησε, εντούτοις δεν κατόρθωσε να αποφύγει το αυτοκίνητο της δεύτερης αναιρεσείουσας, επί του οποίου και προσέκρουσε. Κατόπιν δε τούτων απέρριψε τόσο τον αρνητικό της υπαιτιότητας της οδηγού του αυτοκινήτου ισχυρισμό όσο και την περί συνυπαιτιότητας του οδηγού της δίκυκλης μοτοσυκλέτας στην επέλευση του ενδίκου ατυχήματος ένσταση, που προβλήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα πρωτοδίκως και επαναφέρθηκαν στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την μορφή του πρώτου λόγου της έφεσης. Συνίστανται δε οι ισχυρισμοί αυτοί στο ότι ο οδηγός της δίκυκλης μοτοσυκλέτας δεν ανέκοψε την πορεία του προ του ισόπεδου οδικού κόμβου και δεν παραχώρησε προτεραιότητα στο εκ δεξιών κινούμενο Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο. Έτσι που έκρινε όμως το ως εφετείο δικάσαν πολυμελές πρωτοδικείο, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προπαρατεθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 26 § § 4, 5 του ΚΟΚ (Ν. 2696/1999) περί του ότι στους κόμβους που η προτεραιότητα δεν ορίζεται με κατάλληλη σήμανση, αυτή (προτεραιότητα) ανήκει σε αυτόν που έρχεται από τα δεξιά και οδηγήθηκε σε εσφαλμένο πόρισμα και διατακτικό. Είναι δε διαφορετικό το γεγονός της τυχόν παράβασης εκ μέρους της οδηγού του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου των διατάξεων των άρθρων 19 § § 1, 2, 3 και 21 § § 1, 2 του ΚΟΚ.

  Συνεπώς, το δικαστήριο εκείνο υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθμ. 1 εδ. α' του Κ.Πολ.Δ. και ο ταύτα υποστηρίζων μοναδικός λόγος της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος κατ' ουσία. Κατόπιν πάντων των προαναφερομένων, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, η σύνθεση του οποίου είναι δυνατή από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρ. 580 § 3 Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστούν οι αναιρεσίβλητοι στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσειόντων οι οποίοι κατέθεσαν και προτάσεις (άρθρ. 176, 183 Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.-

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
 Αναιρεί την υπ' αριθμ. 90/2012 απόφαση του ως εφετείου δικάσαντος Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αγρινίου.
 Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.- Και
 Καταδικάζει τους αναιρεσίβλητους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
Κρίθηκε

Δεν υπάρχουν σχόλια: