Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

ΑΠ.432/2019 - Γ Πολιτικό τμήμα - Δικαιώματα και υποχρεώσεις κυρίου πράγματος Υποχρεώσεις κυρίου οικοδομής Κατασκευή κεραμοσκεπής κατά τρόπο που αποκλείει τα βρόχινα ύδατα να πέφτουν σε γειτονικό κτήμα

 
Δικαιώματα και υποχρεώσεις κυρίου πράγματος
Υποχρεώσεις κυρίου οικοδομής Κατασκευή κεραμοσκεπής κατά τρόπο που αποκλείει τα βρόχινα ύδατα να πέφτουν σε γειτονικό κτήμα...



Ο κύριος πράγματος μπορεί, εφόσον δεν προσκρούει στον νόμο ή σε δικαιώματα τρίτων, να διαθέτει το πράγμα κατ΄αρέσκειαν και να αποκλείει κάθε ενέργεια τρίτου προσώπου σε αυτό. Ο κύριος της οικοδομής υποχρεούται να κατασκευάσει την στέγη με τέτοιον τρόπο, ώστε το βρόχινο νερό να μην φέρεται προς το κτήμα του γείτονα.

Διαδικασία μεταβίβασης κυριότητας ακινήτου 

Για να ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταβίβασης κυριότητας ακινήτου, πρέπει πρώτα να υπάρχει συμφωνία μεταξύ του κυρίου του ακινητου και εκείνου που αποκτά το ακίνητο. Η συμφωνία αυτή γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβάλλεται σε μεταγραφή.

Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρ.559 αρ.1 και 19 ΚΠολΔ
Το εφετείο έκρινε, ότι ο ενάγων είναι κύριος του επίδικου ακινήτου και υποχρέωσε τους αναιρεσείοντες – εναγομένους να άρουν την γρηπίδα που κατασκευάστηκε στην κεραμοσκεπή των σπιτιών τους και να αφαιρέσουν δυο αποχετευτικούς αγωγούς λυμάτων από πλαστικό σωλήνα
και τους δυο σωλήνες ύδρευσης που διέρχονται από την ιδιοκτησία του ενάγοντος. 

Μη παραβίαση από το εφετείο των διατάξεων των άρθρων ΑΚ 1000, 1026, 1033,1092 και 1108. 

Οι αιτιολογίες της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης είναι σαφείς και χωρίς αντιφάσεις. Απαράδεκτοι οι λόγοι που προβάλλουν αιτιάσεις για την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών .
Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρ. 559 αρ.1 ΚΠολΔ
Αβάσιμα προβάλλεται ο λόγος αναιρέσεως από τον αρ. 1 του άρθρου 559 του κ.Πολ.Δ., διότι δεν είναι αναγκαίος για το ορισμένο της αγωγής , ο καθορισμός του τρόπου κτήσης της κυριότητας του επίδικου από τον άμεσο δικαιοπάροχό του.
Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρ. 559 αρ.14 ΚΠολΔ
Αβάσιμα προβάλλεται ο λόγος αναιρέσεως από τον αρ. 14 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. Ο ενάγων εξέθεσε, ότι είναι κύριος του επαρκώς περιγραφόμενου ακινήτου και ζητούσε να αναγνωριστεί η κυριότητά του επί όλου του ακινήτου και όχι μόνο επί της εδαφικής λωρίδας 12 χ 12 τμ που καταλαμβάνει ο διανοιγείς χάνδακας. Η αγωγή είναι ορισμένη και δεν υπήρχε
ανάγκη αναλυτικότερης περιγραφής της εδαφικής λωρίδας.
Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρ. 559 αρ.9 ΚΠολΔ
Αβάσιμα προβάλλεται ο λόγος αναιρέσεως από τον αρ. 9 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. Ο αναιρεσείων ανέφερε ότι, οι εναγόμενοι κατά την κατασκευή της κεραμοσκεπής στα σπίτια τους, κατασκεύασαν κατά παράβαση του ΓΟΚ, γρηπίδα, εξέχουσα εντός της ιδιοκτησίας του, 0,50 εκ. , με αποτέλεσμα τα όμβρια ύδατα, να ρέουν εντός αυτής, ζητούσε δε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αφαιρέσουν τα διαταρακτικά της ιδιοκτησίας τους, κατασκευάσματα, που περιγράφονται στο ιστορικό της αγωγής , περιλαμβάνοντας προφανώς και την γρηπίδα.
Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρ. 559 αρ.17 ΚΠολΔ
Απαράδεκτος ο λόγος αναιρέσεως , διότι στο αναιρετήριο δεν
προσδιορίζεται ποια είναι η προκαλούμενη από το διατακτικό, αοριστία και διότι, το Εφετείο αφού έκρινε τυπικώς παραδεκτή την έφεση των ερήμην δικασθέντων στον πρώτο βαθμό, εφαρμόζοντας το άρθρο 528 Κ.Πολ.Δ., εξαφάνισε την εκκαλούμενη και δέχτηκε εν μέρει την αγωγή ως κατ΄ουσία
βάσιμη.

Απόφ. ΑΠ.432/2019 - Γ Πολιτικό τμήμα
Πρόεδρος : Ασπασία Μαγιάκου
Εισηγητής : Ιωάννης Φιοράκης
Μέλη : Πέτρος Σαλίχος - Παρασκευή Καλαιτζή - Γεώργιος Παπανδρέου
Δικηγόροι : Μαρία Κατριβάνου - Πέτρος Μαρκέτο
ς

Κείμενο Απόφασης 432/19 (Γ Πολιτικό τμήμα)
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1000, 1026, 1033, 1108 και
1192 ΑΚ προκύπτει ότι: α) ο κύριος του πράγματος μπορεί, εφόσον δεν
προσκρούει στο νόμο ή σε δικαιώματα τρίτων, να το διαθέτει κατ' αρέσκειαν
και να αποκλείει κάθε ενέργεια άλλου πάνω σ' αυτό, β) ο κύριος της
οικοδομής έχει υποχρέωση να κατασκευάσει τη στέγη έτσι, ώστε τα νερά της
βροχής να μη φέρονται προς το κτήμα του γείτονα, γ) για τη μεταβίβαση της
κυριότητας ακινήτου απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και εκείνου που
την αποκτά, που γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβάλλεται σε
μεταγραφή, ότι μετατίθεται σ' αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία και δ)
αν η κυριότητα προσβάλλεται με άλλον τρόπο εκτός από αφαίρεση ή
κατακράτηση του πράγματος, ο κύριος δικαιούται να απαιτήσει από εκείνον
που προσβάλλει την κυριότητα, να άρει την προσβολή και να την παραλείπει
στο μέλλον. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος
αναίρεσης, αν παραβιάσθηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Τούτο συμβαίνει
αν, για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε
περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που
απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο
κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το
δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού
δικαίου κρίνεται εν όψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως
δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών
στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο,
παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήσαν
αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά
περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν
προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη,
στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Τέλος, κατά το άρθρο 559
αριθ. 19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη
βάση και ιδίως δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή
ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στη έκβαση της δίκης.

Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, έλλειψη νόμιμης βάσης, λόγω
ανεπαρκών ή αντιφατικών αιτιολογιών, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της
απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού,
δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα
πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για
την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης
που εφαρμόσθηκε ή ότι δεν συντρέχουν οι όροι της εφαρμογής της. Ιδρύεται,
δηλαδή, ο λόγος αυτός αναίρεσης, όταν από τις παραδοχές της απόφασης
δημιουργούνται αμφιβολίες για το αν εφαρμόσθηκε ορθώς ή όχι ορισμένη
ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται σε πλημμέλειες αναγόμενες στη
διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται όταν υπάρχουν
ελλείψεις που ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην
ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση αυτών και στην αιτιολόγηση του
πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται πλήρως,
σαφώς και χωρίς αντιφάσεις (ΟλΑΠ 24/1992). Οι παραπάνω από τις διατάξεις
των αριθμών 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγοι είναι δυνατόν να
φέρονται ότι πλήττουν την προσβαλλομένη απόφαση γιατί παραβίασε ευθέως
ή εκ πλαγίου κανόνα δικαίου, αλλά στην πραγματικότητα, υπό το πρόσχημα
ότι κατά την εκτίμηση των αποδείξεων παραβιάστηκε κανόνας δικαίου, να
πλήττουν την απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, οπότε οι λόγοι
αναίρεσης θα απορριφθούν ως απαράδεκτοι, σύμφωνα με το άρθρο 561
παρ.1 ΚΠολΔ διότι πλήττουν την ανέλεγκτη, περί την εκτίμηση πραγματικών
γεγονότων, ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση,
το Εφετείο, δέχθηκε, μετ' ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων, τα ακόλουθα
πραγματικά περιστατικά: "Ο ενάγων δυνάμει του …97/27-2-1978 πωλητηρίου
συμβολαίου του συμβολαιογράφου Α. Κ., που μεταγράφηκε νόμιμα..., κατέστη
κύριος, νομέας και κάτοχος ενός οικοπέδου εμβαδού 354 τ.μ., εντός του
οποίου υπάρχει ένα κατάστημα (πρώην καφενείο) εμβαδού 58,71 τ.μ., μία
συνεχόμενη προς τα νότια αυτού βεράντα, εμβαδού 58 τ.μ. και ένας
συνεχόμενος αυτής προς τα νότια αύλειος χώρος, που βρίσκεται στο τοπικό
διαμέρισμα ... της Δημοτικής Ενότητας ..., στη συνοικία "..." και συνορεύει
ανατολικά και σε πλευρά 25,90 μ. εν μέρει με ιδιοκτησία Δ. Χ. και εν μέρει με
ιδιοκτησία Δ. Ψ., δυτικά σε πλευρά 5,70 μ. με ιδιοκτησία Β. Μ. και σε πλευρά
19,50 μ. με ιδιοκτησία πρώτου εναγόμενου, βόρεια και σε πλευρά 10,30 μ. με
δημοτικό δρόμο και νότια και σε πλευρά 15 μ. με ιδιοκτησία πρώτου
εναγόμενου. Εξάλλου, ο τελευταίος κατέστη ψιλός κύριος ενός όμορου
ακινήτου που βρίσκεται στην ίδια παραπάνω συνοικία, εμβαδού 1.014 τ.μ.
στο οποίο περιλαμβάνεται: α) μία διώροφη κεραμοσκεπής οικία εμβαδού
182,22 τ.μ., β) άλλη διώροφη κεραμοσκεπής οικία εμβαδού 47,18 τ.μ. και γ)
ισόγειο κτίσμα με ξύλινο στέγαστρο εμβαδού 23,07 τ.μ., δυνάμει της ….24/18-
2-2014 πράξης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Ι. Κ., που
μεταγράφηκε νόμιμα...., με την οποία αποδέχθηκε την κληρονομία που
κατέλειπε σε αυτόν ο πατέρας του Ν. Π. του Ι., που απεβίωσε στη …. στις 21-
6-1997 με την από 17-4-1992 ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύτηκε
νόμιμα με τα με αριθ. 243/1997 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Μυτιλήνης. Το ακίνητο συνορεύει, όπως κατά λέξη
αναφέρεται στον ανωτέρω τίτλο κτήσης του "γύρω σε πλευρά 1-...-4 μέτρων
γραμμικών συνολικά .....13,94 με δημοτική οδό, σε τεθλασμένη πλευρά 4-....-
19 μέτρων γραμμικών συνολικά 41,46 με ιδιοκτησία Η. Χ., σε τεθλασμένη
πλευρά 19-....-23 μέτρων γραμμικών συνολικά 13,69 με ιδιοκτησία Δ. Ψ., σε
τεθλασμένη πλευρά 23-...-26 μέτρων γραμμικών συνολικά 15,30 με ιδιοκτησία
Α. Α., σε τεθλασμένη πλευρά 26-....-29 μέτρων γραμμικών συνολικά 19,37 με
ιδιοκτησία Η. Χ. και ήδη κληρονόμων Α. Β. και σε τεθλασμένη πλευρά 29-...-
40 μέτρων γραμμικών 53,21 με ιδιοκτησία Ν. Π.", δηλ. χωρίς να αναφέρεται ο
γεωγραφικός προσανατολισμός των ανωτέρω ορίων του. Περαιτέρω,
αποδείχθηκε ότι, το έτος 2010 οι εναγόμενοι εισήλθαν στην όμορη ιδιοκτησία
του ενάγοντα και διαμόρφωσαν ένα χαντάκι σε επαφή με τον ανατολικό
εξωτερικό τοίχο των οικιών τους, μήκους 12 μέτρων, πλάτους 1 μέτρου και
βάθους 0,30 εκ., τοποθετώντας σε αυτό πέτρες κατά μήκος όλης της
ανατολικής πλευράς του, αμφισβητώντας με τον τρόπο αυτό την κυριότητα
του ενάγοντα στο αναπόσπαστο εδαφικό τμήμα της ιδιοκτησίας του, εμβαδού
120 τ.μ., το οποίο συνορεύει ανατολικά και σε πλευρά 12 μ. με την υπόλοιπη
ιδιοκτησία του, δυτικά και σε πλευρά 12 μ. με την ιδιοκτησία του πρώτου
εναγόμενου, βόρεια και σε πλευρά 1 μ. με την υπόλοιπη ιδιοκτησία του και
νότια και σε πλευρά 1 μ. με ιδιοκτησία του πρώτου εναγόμενου. Οι εναγόμενοι
ισχυρίζονται ότι η προαναφερόμενη εδαφική λωρίδα (χαντάκι), το οποίο στην
"ντοπιολαλιά" αναφέρεται ως "ταμλαλίκι ή σαντζάκι", αφέθηκε από τον
δικαιοπάροχο και πατέρα του πρώτου εναγόμενου Ν. Π. κατά την ανέγερση
της οικίας του τα έτη 1952-1959 εκτός της ιδιοκτησίας του προκειμένου : 1) να
πέφτουν τα όμβρια ύδατα από τη γριπήδα της στέγης της διώροφης οικίας
τους στο τμήμα αυτό, 2) να τοποθετηθούν παράθυρα για τον φωτισμό και
αερισμό της οικίας τους με υπόγειο, 3) να τοποθετηθούν οι απαραίτητοι
αγωγοί ύδρευσης και αποχέτευσης της οικίας τους, 4) να γίνεται η συντήρηση
των πλευρικών τοίχων της οικίας, ως επίσης η συντήρηση και η
αντικατάσταση των σωλήνων ύδρευσης και αποχέτευσης, 5) να γίνει
τοποθέτηση καμινάδων και 6) να χρησιμεύει αυτό (επίδικο εδαφικό τμήμα) ως
διάδρομος για την διέλευσή του προκειμένου να μεταβαίνει στο περιβόλι του,
που βρίσκεται νότια του ακινήτου του πρώτου εναγόμενου και του ακινήτου
του ενάγοντος και ως εκ τούτου η ανωτέρω εδαφική λωρίδα δεν ανήκει στην
κυριότητα του ενάγοντος. Ο ισχυρισμός αυτός των εναγόμενων δεν
αποδείχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμος. Ειδικότερα οι όμορες ιδιοκτησίες των
διαδίκων, κατά την πλευρά που εφάπτονται διαχωρίζονταν ανέκαθεν από
σταθερά ορόσημα, δηλ. με τον ανατολικό εξωτερικό τοίχο των οικιών των
εναγομένων και τον συνεχόμενο προς βορρά τοίχο της αυλής τους, ενώ η
ανωτέρω επίδικη εδαφική λωρίδα (χαντάκι) ποτέ δεν διαχωρίζονταν με
οποιοδήποτε όριο προς την πλευρά του ακινήτου του ενάγοντος, εκτός από
τις πέτρες που τοποθέτησαν κατά μήκος της, το έτος 2010 οι εναγόμενοι,
χωρίς μέχρι τότε να υπάρχει οποιοσδήποτε εμφανής διαχωρισμός της από
την υπόλοιπη ιδιοκτησία του ενάγοντος, ο τελευταίος δε, όταν το έτος 1982
ήλθε από την ... και εγκαταστάθηκε στο ..., προέβη στην ανακαίνιση και
επισκευή των κτισμάτων που υπάρχουν στο ακίνητό του, καθώς και στην
επισκευή της περίφραξης της αυλής αυτού, ενώ λειτούργησε και το υπάρχον
σε αυτό καφενείο αρχικά ο ίδιος και αργότερα τρίτοι, στους οποίους το
εκμίσθωσε. Εξάλλου, από το έτος 2001 ο ενάγων χρησιμοποιεί το κτίσμα αυτό
ως αποθήκη, επιμελείται δε για τον καθαρισμό αφενός της αυλής του, όπου
καλλιεργεί κηπευτικά, λουλούδια και δένδρα και αφετέρου της επίδικης
εδαφικής λωρίδας, στην οποία υπήρχε μία αμυγδαλιά, που ξεράθηκε και μία
συκιά. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου περί του ότι ουδέποτε έχει αφεθεί το
επίδικο χαντάκι από τον δικαιοπάροχο και πατέρα των εναγομένων για τις
προαναφερόμενες χρήσεις ενισχύεται, εκτός των άλλων, και από το γεγονός
ότι δεν γίνεται, όπως θα απαιτούσαν οι κανόνες της κοινής πείρας και λογικής,
καμία μνεία αυτού (χαντακιού) στην ανωτέρω πράξη αποδοχής κληρονομίας,
δηλ. στον τίτλο του πρώτου εναγόμενου, αλλ' αντίθετα αναφέρεται μεταξύ των
άλλων ορίων της, ως όριο της ιδιοκτησίας του και η ιδιοκτησία του ενάγοντα.

Περαιτέρω, από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι οι
εναγόμενοι το έτος 2003 κατά την κατασκευή νέας κεραμοσκεπής στις οικίες
τους, δεν τοποθέτησαν εγκατάσταση απορροής όμβριων υδάτων που
δέχονται οι στέγες των δύο οικιών τους, ώστε να μη φέρονται αυτά στην
όμορη ιδιοκτησία του ενάγοντα (άρθρο 1026 ΑΚ), αλλά κατασκεύασαν
γριπήδα που εξέχει κατά 0,50 εκ. προς την ιδιοκτησία του τελευταίου με
αποτέλεσμα τα όμβρια ύδατα να ρέουν μέσα σε αυτή, ενώ το έτος 2010 από
δύο ανοίγματα στον εξωτερικό ανατολικό τοίχο της οικίας τους, που βρίσκεται
σε επαφή με το ακίνητο του ενάγοντος συνέδεσαν δύο αποχετευτικούς
αγωγούς λυμάτων από πλαστικό σωλήνα Φ100, οι οποίοι μέσα απ' το
προαναφερόμενο εδαφικό τμήμα (χαντάκι) και οδηγούν τα λύματα των οικιών
τους σε παρακείμενο ακίνητό τους, ενώ το ίδιο έτος άνοιξαν δύο μικρά
ανοίγματα στον ίδιο ανωτέρω ανατολικό τοίχο, τα οποία συνέδεσαν με δύο
αντίστοιχους σωλήνες ύδρευσης μήκους 14 μ., τους οποίους τοποθέτησαν
μέσα στην προαναφερόμενη εδαφική λωρίδα του ενάγοντος. Οι ανωτέρω
εγκαταστάσεις βλάπτουν ουσιωδώς την χρήση του ακινήτου του ενάγοντα,
αφού με βεβαιότητα από την χρήση τους προβλέπονται παράνομες
επενέργειες σε αυτό, είτε με τις ενδεχόμενες βλάβες των ανωτέρω
σωληνώσεων της αποχέτευσης, οι οποίοι είναι εξωτερικοί και την εξαιτίας
αυτών διοχέτευση ποσότητας των λυμάτων στο ακίνητο του ενάγοντα, είτε με
την διάβρωση των ανωτέρω σωλήνων ύδρευσης και την εξαιτίας αυτής
διαρροή μεγάλων ποσοτήτων νερού στο όμορο ακίνητό του. Επιπλέον, το
έτος 2010 οι εναγόμενοι άνοιξαν δύο άλλα ανοίγματα στον ανατολικό
εξωτερικό τοίχο της οικίας τους και συνέδεσαν σε αυτά δύο καπνοδόχους
(καμινάδες) από λευκοσίδηρο μήκους 3 μ. περίπου η μία και 1,5 μ. η άλλη, οι
οποίες εξέχουν κατά 0,50 μ. στην ιδιοκτησία του ενάγοντος. Οι εγκαταστάσεις
όμως αυτές, κατά την κρίση του δικαστηρίου δεν παραβλάπτουν ουσιωδώς τη
χρήση του ακινήτου του ενάγοντα, ούτε επηρεάζουν τη λειτουργικότητά του,
ενόψει του ότι, όπως εμφαίνεται και στις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, στο
κοινό όριο των δύο ακινήτων υπάρχει ανοιχτός χώρος από την πλευρά της
ιδιοκτησίας του ενάγοντα δηλ. ο κήπος αυτής και η κατασκευή και το ύψος
των δύο καμινάδων, των οποίων η έξοδός τους υπερβαίνει το ένα περίπου
μέτρο πάνω από τη στέγη της οικίας των εναγομένων, απάγει στην
ατμόσφαιρα την αιθάλη με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην προβλέπονται σε κάθε
περίπτωση παράνομες επενέργειες στο ακίνητο του ενάγοντα από τις
ανωτέρω εγκαταστάσεις των δύο καπνοδόχων. Υπό τα ανωτέρω λοιπόν
αποδειχθέντα η ένσταση παραγραφής των εναγομένων πρέπει να απορριφθεί
κατ' ουσίαν αβάσιμη, διότι από τους ανωτέρω χρόνους των αποδειχθέντων
διαταρακτικών πράξεων των εναγομένων, δηλ. από τα έτη 2003 και 2010,
από τα οποία αρχίζει η εικοσαετής παραγραφή μέχρι και το χρόνο άσκησης
της αγωγής (2013) παρήλθε χρονικό διάστημα μικρότερο της εικοσαετίας.

Εξάλλου και η ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος πρέπει να
απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμη, καθόσον η άσκηση του δικαιώματος από
τον ενάγοντα δεν υπερβαίνει και μάλιστα προφανώς τα όρια που επιβάλλουν
η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του
δικαιώματος, και τούτο διότι αφενός, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα η επίδικη
εδαφική λωρίδα (χαντάκι) δεν υφίστατο από τα έτη 1952-1959, όπως αβάσιμα
ισχυρίζονται οι εναγόμενοι και σε κάθε περίπτωση δεν αποδείχθηκαν τέτοια
πραγματικά περιστατικά, που έχουν προηγηθεί της άσκησης της αγωγής,
σχετικά με τη συμπεριφορά του ενάγοντος, που να δημιουργήσουν στους
εναγόμενους την εύλογη πεποίθηση ότι αυτός (ενάγων) δεν θα ασκήσει τα
καταγόμενα με την ένδικη αγωγή δικαιώματά του, και αφετέρου, η
επικαλούμενη αδράνεια του ενάγοντος δεν αρκεί για να καταστήσει
καταχρηστική την μεταγενέστερη άσκηση των δικαιωμάτων του". Στη συνέχεια
το Εφετείο, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή του αναιρεσίβλητου ως κατ' ουσίαν
βάσιμη, αναγνώρισε τον ενάγοντα κύριο του επιδίκου ακινήτου, υποχρέωσε
τους αναιρεσείοντες-εναγομένους: α) να άρουν την κατασκευασθείσα στην
κεραμοσκεπή των οικιών τους γρηπίδα που εξέχει εντός της ιδιοκτησίας του
ενάγοντος κατά 0,50 εκ., κατασκευάζοντας ταυτόχρονα υδρορροή απορροής
των ομβρίων υδάτων στον εξωτερικό ανατολικό τοίχο των δύο οικιών του
πρώτου εναγόμενου, οδηγώντας με κατάλληλο σωλήνα τα ύδατα αυτά είτε
στην ιδιοκτησία του πρώτου εναγόμενου, είτε στο δημοτικό δίκτυο και β) να
αφαιρέσουν τους δύο αποχετευτικούς αγωγούς λυμάτων από πλαστικό
σωλήνα Φ100 και τους δύο σωλήνες ύδρευσης μήκους 14μ. που διέρχονται
από την ιδιοκτησία του ενάγοντος και έχουν τοποθετηθεί στην αναφερόμενη
στο σκεπτικό εδαφική λωρίδα αυτής, άλλως και σε περίπτωση που δεν
εκπληρώσουν τις ανωτέρω υποχρεώσεις τους, επέτρεψε στον ενάγοντα να το
πράξει με δαπάνες των εναγομένων και απαγόρευσε στους εναγόμενους να
προβούν σε οποιαδήποτε μελλοντική προσβολή της κυριότητας του
ενάγοντος στο ανωτέρω ακίνητό του, με την απειλή χρηματικής ποινής και
προσωπικής κράτησης σε βάρος καθενός για κάθε μελλοντική παράβαση της
διάταξης αυτής. Κρίνοντας έτσι το Εφετείο, σύμφωνα με όσα αναπτύσσονται
στη μείζονα σκέψη, αφενός δεν παραβίασε ευθέως τις προαναφερόμενες
διατάξεις των άρθρων 1000, 1026, 1033, 1108 και 1192 ΑΚ, και αφετέρου
διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του πλήρεις, σαφείς και χωρίς
αντιφάσεις αιτιολογίες που στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα και
καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς τα ουσιώδη ζητήματα τόσο
του παράγωγου τρόπου κτήσης κυριότητας επί του επιδίκου ακινήτου από τον
αναιρεσίβλητο, χωρίς να απαιτείται και η παράθεση του πρωτοτύπου τρόπου
κτήσης της κυριότητας επ' αυτού από τον δικαιοπάροχό του, εφόσον τούτο
δεν αμφισβητήθηκε, κατ' ορθήν εκτίμηση του δικογράφου της έφεσης, όσο και
του ότι η εδαφική λωρίδα, επί της οποίας λαμβάνει χώρα η προσβολή,
αποτελεί τμήμα του ακινήτου του ενάγοντος-αναιρεσίβλητου, οι δε τ' αντίθετα
υποστηρίζοντες από τους αριθμούς 1 (πέμπτος) 19 (έκτος και έβδομος) του
άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγοι αναίρεσης είναι αβάσιμοι. Οι ίδιοι λόγοι, κατά το
μέρος που με αυτούς οι αναιρεσείοντες προβάλλουν αιτιάσεις για την
εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, για τον συσχετισμό και την
ανάλυση των αποδείξεων, καθώς και για την επάρκεια και πειστικότητα των
επιχειρημάτων, με βάση τα οποία το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατέληξε στο
αποδεικτικό του πόρισμα, είναι απαράδεκτοι, διότι πλήττουν την αναιρετικά
ανέλεγκτη, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και περί την αποδοχή
πραγματικών περιστατικών, κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1094 ΑΚ και 70 ΚΠολΔ,
προκύπτει ότι τόσο η αναγνωριστική περί κυριότητας ακινήτου, όσο και η
διεκδικητική αγωγή αρκεί, για να είναι ορισμένη, να αναφέρει τη
συμβολαιογραφική μεταβιβαστική πράξη μεταξύ ενάγοντος και του αμέσου
δικαιοπαρόχου του και τη νόμιμη μεταγραφή αυτής. Αν όμως ο εναγόμενος,
με τις προτάσεις του της πρώτης πρωτοβάθμιας συζήτησης αμφισβητήσει
ειδικώς την κυριότητα του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος επί του επιδίκου, ο
ενάγων είναι υποχρεωμένος, με τις προτάσεις της ίδιας συζήτησης, να
καθορίσει με σαφή έκθεση γεγονότων τον τρόπο κτήσης κυριότητας από τον
άμεσο δικαιοπάροχό του και, αν είναι ανάγκη και των απωτέρων
δικαιοπαρόχων του, κατ' επιτρεπτή συμπλήρωση της αγωγής, σύμφωνα με το
άρθρο 224 ΚΠολΔ, φθάνοντας μέχρι πρωτότυπο τρόπο κτήσης της
κυριότητας, που μπορεί να αντιταχθεί κατά των τρίτων, όπως είναι η έκτακτη
χρησικτησία. Διαφορετικά η παράλειψη συμπλήρωση της αγωγής επιφέρει
την απόρριψή της λόγω αοριστίας. Στην περίπτωση όμως που στο αγωγικό
δικόγραφο ο ενάγων ιστορεί ότι κατέστη κύριος του επιδίκου και πρωτοτύπως
, με τακτική και έκτακτη χρησικτησία, με την παράθεση εκ μέρους του
διακατοχικών επ' αυτού (επιδίκου) πράξεων επιδηλωτικών της νομής του, επί
διάστημα μείζον του απαιτούμενου κατά νόμο χρόνου της δεκαετίας και
εικοσαετίας αντίστοιχα (άρθρα 1041 και 1045 ΑΚ), παρέλκει η ανωτέρω
συμπλήρωση. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσίβλητος εξέθετε στην
αγωγή του ότι είναι κύριος του επιδίκου ακινήτου, την αναγνώριση της
κυριότητας του οποίου, εκτός των άλλων, ζητούσε, τόσο παραγώγως με
αγορά παρ' αληθούς κυρίου που έλαβε χώρα δυνάμει νομίμως μεταγραφέντος
πωλητηρίου συμβολαίου το έτος 1978, όσο και πρωτοτύπως με την έκτοτε και
μέχρι την άσκηση της αγωγής (2013) καλόπιστη νομή του, με βάση τον
προαναφερόμενο νόμιμο τίτλο και την εντεύθεν συμπλήρωση του
απαιτούμενου χρόνου τακτικής και έκτακτης χρησικτησίας στο πρόσωπό του
(1978-2013), χωρίς ν' απαιτείται προσμέτρηση του χρόνου νομής του
δικαιοπαρόχου του.

Συνεπώς, δεν ήταν αναγκαίος για το ορισμένο της αγωγής ο καθορισμός του
τρόπου κτήσης της κυριότητας του επιδίκου από τον άμεσο δικαιοπάροχό του,
ο δε τ' αντίθετα υποστηρίζων από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ τρίτος
αναιρετικός λόγος είναι αβάσιμος. Η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της
αγωγής, η οποία υπάρχει όταν δεν εκτίθενται στην αγωγή όλα τα στοιχεία που
απαιτούνται κατά νόμο για τη στήριξη του αιτήματός της, τα πραγματικά,
δηλαδή, περιστατικά που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και
προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, δημιουργεί λόγους αναίρεσης από το
άρθρο 559 αριθ. 8 και 14 του ΚΠολΔ. Ειδικότερα, ο από το άρθρο 559 αριθ. 8
ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται, αν το δικαστήριο έκρινε ορισμένη και
νόμιμη την αγωγή ή την καταλυτική της αγωγής ένσταση, λαμβάνοντας
υπόψη αναγκαία για τη θεμελίωσή της και την περιγραφή του αντικειμένου της
δίκης γεγονότα που δεν εκτίθενται στο δικόγραφό της ή εάν απέρριψε ως
αόριστη ή μη νόμιμη την αγωγή ή την προαναφερόμενη ένσταση,
παραγνωρίζοντας εκτιθέμενα για τη θεμελίωσή της και την περιγραφή του
αντικειμένου της δίκης γεγονότα, που με επάρκεια εκτίθενται σ' εκείνη, ενώ ο
από το άρθρο 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται, αν το
δικαστήριο, παρά τη μη επαρκή έκθεση σ' αυτήν των στοιχείων που είναι
αναγκαία για τη στήριξη του αιτήματος της αγωγής ή της, ως άνω, ένστασης,
την έκρινε ορισμένη, θεωρώντας ότι αυτά εκτίθενται με επάρκεια ή αν παρά
την επαρκή έκθεση των στοιχείων αυτών, την απέρριψε ως αόριστη. Για να
θεμελιωθεί ο πιο πάνω λόγος αναίρεσης από τους αριθμούς 8 και 14 του
άρθρου 559 ΚΠολΔ θα πρέπει η αοριστία της αγωγής να προταθεί
νομοτύπως στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, να επαναφερθεί νομίμως στο
δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το γεγονός δε τούτο να αναφέρεται με σαφήνεια
στο αναιρετήριο (ΟλΑΠ 16/2000, ΑΠ 1104/2018). Στην προκειμένη
περίπτωση, με την αγωγή του, την οποία ο Άρειος Πάγος εκτιμά ως
διαδικαστικό έγγραφο κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, ο ενάγων-
αναιρεσίβλητος εξέθετε ότι είναι κύριος του επαρκώς περιγραφομένου κατά
όρια και έκταση (354 τ.μ.) ακινήτου, στη νοτιοδυτική πλευρά του οποίου οι
εναγόμενοι-αναιρεσείοντες διάνοιξαν χάνδακα μήκους 12 μέτρων και πλάτους
1 μέτρου, ενώ προέβησαν και σε άλλα, διαταρακτικά της ιδιοκτησίας του
κατασκευάσματα, ζητούσε δε, όπως ορθά εκτιμήθηκε από το Εφετείο, λόγω
αμφισβήτησης της κυριότητάς του, να αναγνωρισθεί αυτή επί ολοκλήρου του
ακινήτου, και όχι μόνο επί της εδαφικής λωρίδας των (12 επί) 12 τ.μ. (και όχι
120 τ.μ., όπως από προφανή παραδρομή αναφέρεται στο αγωγικό
δικόγραφο) που καταλαμβάνει ο προαναφερόμενος διανοιγείς χάνδακας.

Συνεπώς η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη και δεν υπήρχε ανάγκη
αναλυτικότερης περιγραφής της ανωτέρω εδαφικής λωρίδας, ο δε τ' αντίθετα
υποστηρίζων από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ τέταρτος λόγος της
αναίρεσης είναι αβάσιμος.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 9 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται, πλην
άλλων, και αν το δικαστήριο επιδίκασε περισσότερα από όσα ζητήθηκαν. Με
 
 
τον δεύτερο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο υποχρέωσε
με το διατακτικό του τους αναιρεσείοντες να άρουν την κατασκευασθείσα στην
κεραμοσκεπή των οικιών τους γρηπίδα, ενώ στο αιτητικό της αγωγής του
αναιρεσίβλητου δεν περιέχεται τέτοιο αίτημα. Όπως, όμως, προκύπτει από
την επιτρεπτή επισκόπηση του δικογράφου της 14-6-2013 σχετικής αγωγής, ο
αναιρεσείων ανέφερε ότι οι αναιρεσείοντες - εναγόμενοι, κατά την κατασκευή
νέας κεραμοσκεπής στις οικίες των, κατασκεύασαν κατά παράβαση του ΓΟΚ
γρηπίδα εξέχουσα εντός της ιδιοκτησίας του κατά 0,50 εκ., με αποτέλεσμα τα
όμβρια ύδατα να ρέουν εντός αυτής, ζητούσε δε να υποχρεωθούν οι
εναγόμενοι να αφαιρέσουν τα διαταρακτικά της ιδιοκτησίας του
κατασκευάσματα που περιγράφονται στο ιστορικό της αγωγής του, που
εξέχουν και βρίσκονται εντός αυτής, περιλαμβάνοντας προδήλως και την
γρηπίδα, ανεξαρτήτως του ότι αυτή δεν αναφέρεται ειδικά στο αιτητικό.

Συνεπώς, ο υποστηρίζων τ' αντίθετα αναιρετικός λόγος είναι αβάσιμος.

Σύμφωνα με το άρθρο 528 ΚΠολΔ, αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που
δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που
καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη
διαδικασία που τηρήθηκε, ο δε εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους
ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Από τη διάταξη αυτή
προκύπτει ότι, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, εφόσον αυτή
εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος διαδίκου, δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει
προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης, αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή
της. Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του αριθμού 17 του άρθρου 559 ΚΠολΔ
αναίρεση επιτρέπεται αν η ίδια η απόφαση περιέχει αντιφατικές διατάξεις. Η
αντίφαση μεταξύ των διατάξεων πρέπει να εντοπίζεται στο διατακτικό της
ίδιας απόφασης και δεν αρκεί η ύπαρξη αντίφασης στο αιτιολογικό της
απόφασης ή μεταξύ του αιτιολογικού και του διατακτικού της. Ειδικότερα η
αντίφαση στο διατακτικό δημιουργεί τον προαναφερόμενο λόγο αναίρεσης
όταν προκαλείται τέτοια αοριστία, ώστε να εμποδίζεται η δημιουργία
εκτελεστότητας της απόφασης ή η πρόκληση της σκοπούμενης διάπλασης ή
η ύπαρξη βεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων με το δεδικασμένο (Ολ.ΑΠ
13/1995, ΑΠ 47/2013). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της
αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η αιτίαση ότι έχει
αντιφατικές διατάξεις, καθόσον το Εφετείο, ενώ δέχθηκε κατ' ουσίαν την έφεση
των ερημοδικασθέντων στον πρώτο βαθμό εναγομένων-αναιρεσειόντων και
εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία είχε γίνει δεκτή εν μέρει η
αγωγή του εφεσίβλητου-αναιρεσίβλητου, εν τούτοις δέχθηκε και πάλι εν μέρει
ως κατ' ουσίαν βάσιμη την αγωγή του τελευταίου. Ο αναιρετικός αυτός λόγος
από τον αριθμό 17 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρέπει να απορριφθεί ως
απαράδεκτος αφενός διότι στο αναιρετήριο δεν προσδιορίζεται ποια είναι η
προκαλούμενη από το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης αοριστία,
κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, ώστε να εμποδίζεται η δημιουργία
εκτελεστότητας της απόφασης ή η πρόκληση της σκοπούμενης διάπλασης ή
η ύπαρξη βεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων με το δεδικασμένο και
αφετέρου διότι το Εφετείο, αφού έκρινε τυπικώς παραδεκτή την έφεση των
ερήμην δικασθέντων στον πρώτο βαθμό εναγομένων-αναιρεσειόντων,
εφαρμόζοντας τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, εξαφάνισε την
εκκαλουμένη απόφαση και αφού ερεύνησε το ορισμένο και το νόμω και ουσία
βάσιμο της αγωγής την έκανε δεκτή εν μέρει ως κατ' ουσία βάσιμη.

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει ν' απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να
διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο
(άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στην
αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη του αναιρεσίβλητου, κατά το
νόμιμο αίτημά του (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 12-1-2018 αίτηση του Ο. Π. του Ν. και της Δ. συζύγου Χ.

Κ. για αναίρεση της υπ' αριθ. 44/2017 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου
Βορείου Αιγαίου.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσίβλητου,
την οποία ορίζει στο ποσό των δυο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

Κρίθηκε,
------------------------------------------
 
 

https://solonnomologia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: