Α.Π. 389/2019 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
ΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΛΟΓΩ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ – ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΟΥΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΥΣ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ ΠΑΡΑ ΤΙΣ ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΕΣ
Αριθμός 389/2019
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α1' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Λέκκα Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Καγκάνη, Αλτάνα Κοκκοβού - Εισηγήτρια, Θωμά Γκατζογιάννη και Γεώργιο Χριστοδούλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Φεβρουαρίου 2019, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Μ. Π. του Κ., 2) Π. συζύγου Μ. Π., κατοίκων ..., οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους ... και δεν κατέθεσαν προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Ε. Κ. του Κ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Πάτση και κατέθεσε προτάσεις. Στο σημείο αυτό, ο πληρεξούσιος του ως άνω αναιρεσιβλήτου, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, δήλωσε ότι ο αναιρεσίβλητος είναι κάτοικος ... και όχι …. όπως εσφαλμένα αναγράφεται στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10/5/2011 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου και την από 21/3/2012 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων επί της οποίας ο ήδη αναιρεσίβλητος άσκησε την από 13/11/2013 ανταγωγή, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2881/2014 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 651/2017 του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 15/12/2017 αίτησή τους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ' αριθ. 651/2017 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων. Με την απόφαση αυτή, απορρίφθηκε η από 25-7-2014 έφεση των αναιρεσειόντων κατά της υπ' αριθ. 2881/2014 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, α) κατά το μέρος που με αυτή είχε γίνει εν μέρει δεκτή η από 10-5-2011 αγωγή του αναιρεσίβλητου σε βάρος τους, με την οποία, επικαλούμενος προσβολή της προσωπικότητάς του εκ μέρους τους με συκοφαντικούς ισχυρισμούς, είχε ζητήσει χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης και είχαν υποχρεωθεί αυτοί να του καταβάλουν το ποσό των 15.000€ και 5.000€ αντιστοίχως έκαστος και β) κατά το μέρος που με αυτή είχε απορριφθεί η από 21-12-2012 αγωγή τους κατά του αναιρεσίβλητου, με την οποία, επικαλούμενοι προσβολή της προσωπικότητάς τους εκ μέρους του με συκοφαντικούς ισχυρισμούς, είχαν ζητήσει χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, ενώ έγινε δεκτή η έφεσή τους, κατά το μέρος που είχε κάνει εν μέρει δεκτή την ασκηθείσα με τις προτάσεις του αναιρεσίβλητου ανταγωγή σε βάρους τους, εξαφανίστηκε η πρωτόδικη απόφαση και απορρίφθηκε η ανταγωγή ως απαραδέκτως ασκηθείσα. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ), είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ.1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς τους λόγους της (άρθρ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). Παραδεκτά ασκήθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 569 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς το άρθρο 28 παρ. 3 του 4194/2013(ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ), και οι από 26-12-2018 πρόσθετοι λόγοι αυτής και πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω.
Κατά το άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που κυρώθηκε με το Ν. 53/1974, "παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του". Ταυτόσημη διατύπωση με την παρ. 2 του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ έχει και η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, το οποίο κυρώθηκε με το Ν. 2642/1997 και ορίζει ότι "Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα τεκμαίρεται ότι είναι αθώο εωσότου η ενοχή του αποδειχθεί σύμφωνα με το νόμο". Ο Άρειος Πάγος με σειρά αποφάσεών του έχει δεχθεί, ότι με τις ανωτέρω αυξημένης τυπικής ισχύος διατάξεις της ΕΣΔΑ δεν καθιερώνεται δεδικασμένο στην πολιτική δίκη από απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αλλά κατοχυρώνεται και προστατεύεται το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου. Το τελευταίο δεν περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ο διάδικος έχει την ιδιότητα του κατηγορουμένου στα πλαίσια μιας ποινικής δίκης, αλλά έχει εφαρμογή και ενώπιον οποιουδήποτε άλλου δικαστηρίου το οποίο επιλαμβάνεται μεταγενεστέρως είτε επί των αστικών αξιώσεων του παθόντος είτε επί θεμάτων διοικητικής ή πειθαρχικής φύσεως, όταν αυτό, για τις ανάγκες της δίκης, ερμηνεύει την ποινική αθωωτική απόφαση, η οποία στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά με εκείνα τα οποία εισάγονται ενώπιόν του, κατά τρόπο ο οποίος δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την προηγουμένη απαλλαγή του διαδίκου (ΑΠ 322/2018, ΑΠ 715/2017, ΑΠ 1652/2013 ). Αντίθετα με άλλες αποφάσεις του έχει δεχτεί ότι ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι το πολιτικό δικαστήριο δεν έχει το δικαίωμα να καταλήξει, μετά από αποδείξεις και με πλήρως αιτιολογημένη δικανική κρίση, συνεκτιμώντας φυσικά και την αθωωτική ποινική απόφαση, σε διαφορετικό αποδεικτικό πόρισμα, υποχρεούμενο να αποδεχθεί οπωσδήποτε την ποινική αθώωση και να τη θέσει ως βάση στην απόφασή του. Κατά την άποψη αυτή επιβάλλεται το πολιτικό δικαστήριο να λάβει σοβαρά υπόψη του ως ισχυρό τεκμήριο την ποινική κρίση και μπορεί να αφίσταται από αυτή με απόλυτα αιτιολογημένη απόφασή του (ΑΠ 1422/2017, ΑΠ 344/2016, ΑΠ 1398/2015, 215/2013).
Ήδη με την υπ' αριθ. 889/2018 απόφαση του Α2 Πολιτικού Τμήματος παραπέμφθηκε το άνω ζήτημα στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ. 2 περ. β εδαφ. 3 ΚΠολΔ, διότι η απόφαση λήφθηκε με διαφορά μιας ψήφου υπέρ της πρώτης άποψης. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 249 εδαφ. α ΚΠολΔ, αν η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται ολικά ή εν μέρει από την ύπαρξη ή ανυπαρξία μιας έννομης σχέσης ή την ακυρότητα ή τη διάρρηξη μιας δικαιοπραξίας, που συνιστά αντικείμενο άλλης δίκης εκκρεμούς σε πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο ή από ζήτημα που πρόκειται να κριθεί ή κρίνεται από διοικητική αρχή, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζήτησης εωσότου περατωθεί τελεσίδικα ή αμετάκλητα η άλλη δίκη ή εωσότου εκδοθεί από διοικητική αρχή απόφαση, που δεν μπορεί να προσβληθεί.
Από τη διατύπωση και το σκοπό της διάταξης αυτής, η οποία έχει θεσπισθεί προς εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης και προς αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, μπορεί δε να εφαρμοσθεί και στην αναιρετική δίκη, παρά τη μη ρητή αναφορά της στο άρθρο 573 παρ. 1 του ΚΠολΔ, μεταξύ των εφαρμοζομένων στην αναιρετική διαδικασία διατάξεων του γενικού μέρους του ΚΠολΔ, αφού η απαρίθμηση αυτή δεν είναι αποκλειστική, (ΑΠ 1519/2018) προκύπτει, ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να διατάξει την αναβολή της δίκης, όταν η διάγνωση της εκκρεμούς ενώπιόν του διαφοράς εξαρτάται από την επίλυση του νομικού ζητήματος, που αποτελεί αντικείμενο άλλης δίκης ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου, καθόσον παράλληλα η διάγνωση στην άλλη δίκη του νομικού αυτού ζητήματος θα συντελέσει στην επιτάχυνση της πορείας της δίκης και στην ασφαλέστερη διάγνωση του ζητήματος αυτού. Αυτό συμβαίνει, προεχόντως, όταν κάποιο σοβαρό νομικό ζήτημα, το οποίο πρέπει να επιλυθεί από το οικείο αναιρετικό τμήμα, έχει παραπεμφθεί ήδη στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, όπου και εκκρεμεί.
Στην προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσείοντες με το δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης και με το δεύτερο λόγο των προσθέτων λόγων αυτής από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (και όχι από το αρθ. 560 αριθ. 1), μέμφονται το εφετείο για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ και 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά Πολιτικά Δικαιώματα, διότι δέχτηκε την κατάφαση της αστικής ευθύνης αυτών έναντι του αναιρεσίβλητου για παράνομη και υπαίτια από μέρους τους προσβολή της προσωπικότητας του, με συκοφαντικούς ισχυρισμούς, ενώ έπρεπε να οδηγηθεί σε αποτέλεσμα συμβατό με τις επικαλούμενες αμετάκλητες ποινικές αποφάσεις, με τις οποίες αθωώθηκαν για τις αναφερόμενες σ' αυτές αξιόποινες πράξεις, που στηρίζονται στα ίδια πραγματικά περιστατικά με τα αναφερόμενα στην προσβαλλόμενη απόφαση, παραβιάζοντας έτσι το τεκμήριο αθωότητάς τους, που απορρέει από τις ποινικές αυτές αποφάσεις. Ερευνητέο στο πλαίσιο των άνω λόγων αναίρεσης είναι εάν με την αναγνώριση της αστικής ευθύνης των αναιρεσειόντων έναντι του αναιρεσίβλητου παραβιάστηκε ή όχι το τεκμήριο αθωότητάς τους, που απορρέει από τις επικαλούμενες αθωωτικές ποινικές αποφάσεις. Το ίδιο ζήτημα, κατά τα προαναφερόμενα, έχει ήδη παραπεμφθεί στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, όπου και εκκρεμεί. Συνεπώς, για την ενότητα της νομολογίας και την αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων συντρέχει νόμιμη περίπτωση αναβολής, κατ' άρθρο 249 ΚΠολΔ, έκδοσης απόφασης επί των παραπάνω λόγων της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης και των προσθέτων αυτής λόγων, αλλά και των λοιπών λόγων τους, εωσότου εκδοθεί οριστική απόφαση για το άνω ζήτημα από την Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναβάλλει τη συζήτηση της κρινόμενης από 18-12-2018 αίτησης για αναίρεση της υπ' αριθ. 651/2017 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, καθώς και των από 26-12-2018 προσθέτων λόγων αυτής, κατά τα αναφερόμενα στο αιτιολογικό, εωσότου εκδοθεί οριστική απόφαση της Τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, για το ζήτημα που έχει παραπεμφθεί σ' αυτή με την υπ' αριθ. 889/2018 απόφαση του Α2 Πολιτικού Τμήματος αυτού.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 4 Μαρτίου 2019.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 5 Απριλίου 2019.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΜΕ ΕΠΙΚΛΗΣΗ
Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών όπως τροποποιήθηκε με τα Πρωτόκολλα Νο. 11 και Νο. 14.
6.- Δικαίωμα στην χρήση και απονομή Δικαιοσύνης.
1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή δικαίως, δημοσία και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου, νομίμως λει- τουργούντος, το οποίον θα αποφασίση, είτε επί των αμφισβητήσεων επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως, είτε επί του βασίμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως. Η απόφασις δέον να εκδοθή δημοσία, η είσοδος όμως εις την αίθουσαν των συνεδριάσεων δύναται να απαγορευθή εις τον τύπον και τον κοινόν καθ' όλην ή μέρος της διαρκείας της δίκης προς το συμφέρον της ηθικής, της δημοσίας τάξεως ή της εθνικής ασφαλείας εν δημοκρατική κοινωνία, όταν τούτο ενδείκνυται υπό των συμφερόντων των ανηλίκων ή της ιδιωτικής ζωής των διαδίκων, ή εν τω κρινομένω υπό του Δικαστηρίου ως απολύτως αναγκαίου μέτρω, όταν υπό ειδικάς συνθήκας η δημοσιότης θα ηδύνατο να παραβλάψη τα συμφέροντα της δικαιοσύνης.
2. Παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του.
3. Ειδικώτερον, πας κατηγορούμενος έχει δικαίωμα :
α) όπως πληροφορηθή, εν τη βραχυτέρα προθεσμία εις γλώσσαν την οποίαν εννοεί και εν λεπτομερεία την φύσιν και τον λόγον της εναντίον του κατηγορίας.
β) όπως διαθέτη τον χρόνο και τας αναγκαίας ευκολίας προς προετοιμασίαν της υπερασπίσεώς του.
γ) όπως υπερασπίση ο ίδιος εαυτόν ή αναθέση την υπεράσπισίν του εις συνήγορον της εκλογής του, εν ή δε περιπτώσει δεν διαθέτει τα μέσα να πληρώση συνήγορον να τω παρασχεθή τοιούτος δωρεάν, όταν τούτο ενδείκνυται υπό του συμφέροντος της δικαιοσύνης.
δ) να εξετάση ή ζητήση όπως εξετασθώσιν οι μάρτυρες κατηγορίας και επιτύχη την πρόσκλησιν και εξέτασιν των μαρτύρων υπερασπίσεως υπό τους αυτούς όρους ως των μαρτύρων κατηγορίας.
ε) να τύχη δωρεάν παραστάσεως διερμηνέως, εάν δεν εννοεί ή δεν ομιλεί την χρησιμοποιουμένην εις το δικαστήριον γλώσσαν.
https://www.tetravivlos.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου