Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ, 1410, 2019 Απόκτηση Κυριότητας με Έκτακτη Χρησικτησία για μια 20ετια (άρθ. 1045 ΑΚ) επί ... συγκληρονόμων αποσβεστική ή κτητική παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία) πριν τους γνωστοποιήσει ότι νέμεται ... κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος με έκτακτη χρησικτησία (άρθρ. 1045 ΑΚ)


ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ, 1410, 2019
 Απόκτηση Κυριότητας με Έκτακτη Χρησικτησία για μια 20ετια (άρθ. 1045 ΑΚ) επί ... συγκληρονόμων αποσβεστική ή κτητική παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία) πριν τους γνωστοποιήσει ότι νέμεται ... κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος με έκτακτη

χρησικτησία (άρθρ. 1045 ΑΚ). Όποιος απέκτησε την φυσική ... ). Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται, ότι για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία ... αντιτάξει κατ' αυτών αποσβεστική ή κτητική παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία), πριν να τους καταστήσει γνωστό... Άλλοι όροι που εντοπίστηκαν: [χρησικτησία]
Σελίδα 1  
Απόκτηση Κυριότητας με Έκτακτη Χρησικτησία για μια 20ετια (άρθ. 1045 ΑΚ) επί
Συγκυριότητας Κληρονομιαίου Ακινήτου
Απαιτείται άσκηση νομής (φυσική εξουσία με διάνοια κυρίου) κατ΄ άρθ. 974 ΑΚ επί μία
συνεχή 20 ετία
Δυνατότητα συνυπολογισμού του χρόνου χρησικτησίας του συγκυρίου στο χρόνο
χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου του
(άρθ.1051 ΑΚ).
Αντιποίηση της νομής από τρίτο (μισθωτή, χρησάμενο) ως αντιπρόσωπο του νομέα
Δεν χάνεται η νομή για το νομέα πριν λάβει γνώση της αντιποίησης από τον τρίτο
(αρθ.982 ΑΚ)
Η γνωστοποίηση αντιποίησης από τον κάτοχο μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε
τρόπο

Ο εξ αδιαιρέτου συγκληρονόμος που κατέχει ολόκληρο το κοινό πράγμα θεωρείται ότι
κατέχει αυτό στο όνομα και των
λοιπών συγκληρονόμων
Δεν μπορεί να αντιτάξει κατά των λοιπών συγκληρονόμων αποσβεστική ή κτητική
παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία) πριν τους γνωστοποιήσει ότι νέμεται μεγαλύτερο
ποσοστό από τη μερίδα του ή ολόκληρο το κοινό αποκλειστικά για δικό του
λογαριασμό (άρθ. 787, 974, 980 - 984, 994, 1113 ΑΚ)

Εκείνος που έχει στη νομή του για μια εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος
με έκτακτη χρησικτησία (άρθρ. 1045 ΑΚ). Όποιος απέκτησε την φυσική εξουσία πάνω
στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας, αν ασκεί αυτήν την εξουσία με διάνοια κυρίου (άρθ. 974
ΑΚ). Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται, ότι για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη
χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με την δυνατότητα εκείνου που
απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή με ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο
χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του (άρθρο 1051 ΑΚ). Κατά
τη διάταξη του άρθρου 980 παρ.1 ΑΚ αυτοπρόσωπη άσκηση νομής υπάρχει όταν ο
νομέας είναι συγχρόνως και κάτοχος, δηλαδή δεν έχει παραχωρήσει την κατοχή σε άλλον με
κάποια έννομη σχέση (μίσθωση ή χρησιδάνειο). Τρίτος που ασκεί τη νομή, ως αντιπρόσωπος
του νομέα, είναι εκείνος, προς τον οποίο ο νομέας έχει παραχωρήσει την κατοχή του
πράγματος, οπότε ασκεί τη νομή διαμέσου του κατόχου (μισθωτή, χρησαμένου κλπ.). Σε
περίπτωση που ο αντιπρόσωπος του νομέα θελήσει να αντιποιηθεί τη νομή, αυτή δεν χάνεται
για το νομέα, πριν λάβει γνώση της αντιποίησης (άρθρο 982 ΑΚ). Ως αντιποίηση της νομής
νοείται η μεταστροφή της βούλησης του αντιπροσώπου στην άσκηση της νομής, ώστε να το
εξουσιάζει ως κύριος. Η γνωστοποίηση της αντιποίησης από τον κάτοχο στο νομέα μπορεί
να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο...... Οι διατάξεις των άρθρων 787, 974, 980-984, 994 και
1113 ΑΚ εφαρμόζονται, για την ταυτότητα του λόγου, και επί κληρονομιαίων
ακινήτων. Συνεπώς ο συγκληρονόμος που κατέχει ολόκληρο το κοινό θεωρείται ότι κατέχει
τούτο στο όνομα και των λοιπών συγκληρονόμων και δεν μπορεί να αντιτάξει κατ' αυτών
αποσβεστική ή κτητική παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία), πριν να τους καταστήσει γνωστό
ότι νέμεται ποσοστό μεγαλύτερο από τη μερίδα του ή ολόκληρο το κοινό αποκλειστικώς για
δικό του λογαριασμό.
 
Σελίδα 2  

Αναιρετική διαδικασία
Δεκτός ο λόγος Αναίρεσης κατ' άρθρ. 560 παρ.1α ΚΠολΔ

Η προσβαλλόμενη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, παραβίασε ευθέως τις
ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 785, 974, 980 παρ. 1, 981, 982, 983, 994,
1113, 1710, 1045 και 1051 ΑΚ, αφού δέχθηκε ότι η αναιρεσίβλητη (αρχικώς
ενάγουσα) κατέστη κυρία με έκτακτη χρησικτησία της επίμαχης οικοπεδικής λωρίδας,
χωρίς όμως να αναφέρει ότι η ενάγουσα συγκάτοχος του επιδίκου με την αδελφή
της, αντιποιήθηκε τη νομή της μητέρας της κυρίας και νομέα
αυτού, γνωστοποιώντας (πότε ακριβώς και με ποιο τρόπο) ότι νέμεται αυτό ως
αποκλειστική κυρία.

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, δέχθηκε ως βάσιμη κατ'
ουσίαν την αγωγή της αναιρεσίβλητης κατά των ήδη αναιρεσειόντων, με την οποία
είχε ζητήσει να αναγνωρισθεί κυρία με πρωτότυπο τρόπο(έκτακτη
χρησικτησία) εδαφικής - οικοπεδικής λωρίδας, εμβαδού 65,34 τ.μ. Δέχθηκε την έφεση
και εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση του Ειρηνοδικείου που
είχε απορρίψει την αγωγή ως ουσία αβάσιμη. Παραβίασε ευθέως τις ουσιαστικού δικαίου
διατάξεις των άρθρων 785, 974, 980 παρ.1, 981, 982, 983, 994, 1113, 1710, 1045, 1051
ΑΚ. Αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, αφού δέχθηκε ότι
στην ενάγουσα και ήδη αναιρεσίβλητη και στην άμεση δικαιοπάροχο των εναγομένων και
ήδη αναιρεσειόντων, αδελφή της τους είχε, κατά χρήση, παραχωρηθεί η εδαφική-
οικοπεδική λωρίδα από την έχουσα επί αυτής κυριότητα και νομή μητέρα τους και
ότι αυτή απέκτησε την κυριότητα του επιδίκου χρησιδεσπόζοντας επί αυτού,
ήτοι νεμόμενη τούτο συνεχώς και αδιατάρακτα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της
20ετίας, χωρίς να αναφέρει ότι η ενάγουσα, συγκάτοχος του επιδίκου μετά της αδελφής
της, αντιποιήθηκε τη νομή της μητέρας της κυρίας και νομέως αυτού
, γνωστοποιώντας (πότε ακριβώς και με ποιο τρόπο) στην τελευταία τη μεταστροφή της
βουλήσεώς της ότι, δηλαδή, νέμεται αυτό ως αποκλειστική κυρία , μετά δε τον επελθόντα
θάνατο αυτής, εφόσον κατ'εκείνο το χρόνο δεν είχε στο πρόσωπό της συμπληρωθεί ο χρόνος
της έκτακτης χρησικτησίας (20ετία),πλέον ως συγκληρονόμος-
συννομέας ότι αντιποιήθηκε την, αυτοδικαίως, περιελθούσα στις συγκληρονόμους της
αποβιώσασας, αδελφές της νομή του επιδίκου, καθιστώντας γνωστό σ' αυτές
ότι νέμεται το κοινό κληρονομιαίο ακίνητο για δικό της αποκλειστικά λογαριασμό, ως
αποκλειστική κυρία. Βάσιμος είναι ο λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η από
το άρθρο 560 παρ. 1 ΚΠολΔ. πλημμέλεια.

Αναιρετική Διαδικασία μετά από Δεύτερη Αναίρεση άρθρ. 580 παρ.3 τελ. εδ.

ΚΠολΔ που προστέθηκε με το άρθ. 12 παρ. 4 Ν. 4045/2012

Γενομένης Δεκτής της Αναίρεσης
Κρατείται η υπόθεση και εκδικάζεται στην ουσία από τον Άρειο Πάγο σε νέα
δικάσιμο μετά από κλήση του επιμελέστερου διαδίκου
Για την εκπλήρωση της επιβαλλόμενης στον Άρειο Πάγο (άρθρο 580 παρ. 3 τελ. εδ
.ΚΠολΔ.),υποχρέωσης για εκδίκαση, μετά από δεύτερη αναίρεση, της υπόθεσης κατ'
 
Σελίδα 3  
ουσία, θα πρέπει να λάβει χώρα νέα συζήτηση της υπόθεσης μετά την έκδοση
της αναιρετικής απόφασης, ενώπιον του αναιρετικού τμήματος, το οποίο δικάζει πλέον
ως δικαστήριο ουσίας, ύστερα από κλήση του επιμελέστερου από τους διαδίκους,(άρθρο
581 παρ.1 ΚΠολΔ). Αναιρείται η προσβαλλομένη και ενόψει του ότι πρόκειται για δεύτερη
αναίρεση κρατείται η υπόθεση προς ουσιαστική εκδίκαση στο τμήμα τούτο σε νέα συζήτηση, η
οποία θα λάβει χώρα ύστερα από κλήση του επιμελέστερου από τους διαδίκους.

Απόφαση ΑΠ.1410/2019 (Γ΄ Πολιτικό Τμήμα)
Πρόεδρος : Ασπασία Μαγιάκου
Εισηγήτρια : Μαρία Μουλιανιτάκη
Μέλη : Αναστασία Περιστεράκη - Λάμπρος Καρέλος - Ανθή Γκάμαρη



Κείμενο ΑΠ 1410/2019 (Γ' Πολιτικό Τμήμα )
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασπασία Μαγιάκου, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη,
Αναστασία Περιστεράκη, Λάμπρο Καρέλο, Ανθή Γκάμαρη και Μαρία Μουλιανιτάκη-
Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 16η Οκτωβρίου 2019 με την παρουσία και της
γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων : 1.Α. Α. του Η., 2. Α. συζύγου Α. Α., το γένος Α. Θ. κατοίκων ..., που
εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Κωνσταντίνο Ευθυμίου, με δήλωση του
άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.

Της αναιρεσίβλητης: Β. συζ. Ν. Α.,το γένος Δ. Θ., κατοίκου ...,που εκπροσωπήθηκε από τον
πληρεξούσιο δικηγόρο Ευριπίδη Κωνσταντίνου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του
Κ.Πολ.Δ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 6-10-2004 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που
κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Φαρσάλων. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 11/2005 οριστική του
ίδιου Δικαστηρίου, 318/2006 Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας. Την αναίρεση της
τελευταίας απόφασης και την περαιτέρω εκδίκασή της από το Εφετείο διέταξε η 2062/2009
απόφαση του Αρείου Πάγου.

Εκδόθηκε η 389/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας. Την αναίρεση της
τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 3-1-2010 αίτησή τους.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι
παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης, Μαρία
Μουλιανιτάκη, ανέγνωσε την από 7-10-2019 έκθεσή της με την οποία εισηγήθηκε την
παραδοχή του πρώτου λόγου αναίρεσης και την απόρριψη των λοιπών λόγων.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής: Η
αναιρεσίβλητη Β. Α., με την από 06/10/2004 αγωγή της, ενώπιον του Ειρηνοδικείου
 
Σελίδα 4  
Φαρσάλων, ζήτησε να αναγνωρισθεί κυρία με πρωτότυπο τρόπο (έκτακτη χρησικτησία) της
επίδικης εδαφικής έκτασης (οικοπεδικής λωρίδας) εμβαδού 65,34 τ.μ., επικαλούμενη ότι οι
εναγόμενοι ήδη αναιρεσίβλητοι της αμφισβητούν την κυριότητα. Η αγωγή απορρίφθηκε ως
αβάσιμη κατ'ουσίαν με την11/2005 απόφαση του Ειρηνοδικείου Φαρσάλων. Κατ' αυτής
ασκήθηκε από την ενάγουσα η από18/07/2005 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η 318/2006
απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, που δίκασε ως Εφετείο, το οποίο δέχθηκε
τυπικά και κατ'ουσίαν την έφεση, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση και δικάζοντας επί της
αγωγής την έκρινε βάσιμη κατ'ουσίαν, αναγνωρίζοντας ότι η ενάγουσα κατέστη κυρία του
επίδικου ακινήτου με παράγωγο τρόπο. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε η από
09/01/2007 αναίρεση από τους εναγομένους, η οποία έγινε δεκτή με την 2062/2009 απόφαση
του παρόντος Δικαστηρίου για την πλημμέλεια του άρθρου 560 αριθμ. 1 ΚΠολΔ και,
συγκεκριμένα, διότι, αν και η ένδικη αγωγή δεν διελάμβανε βάση περί παραγώγου τρόπου
κτήσεως κυριότητας στο επίδικο, το Εφετείο εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 1033, 1192
ΑΚ, χωρίς τα συγκροτούντα αυτές πραγματικά περιστατικά να εκτίθενται στο αγωγικό
δικόγραφο και παρέπεμψε την υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο για περαιτέρω εκδίκαση. Το
τελευταίο με την 389/2010 απόφασή του δέχθηκε τυπικά την έφεση, εξαφάνισε την πρωτόδικη
απόφαση κράτησε και δίκασε την υπόθεση και δέχθηκε ως βάσιμη κατ'ουσίαν την αγωγή
.αναγνωρίζοντας την ενάγουσα κυρία του επιδίκου με πρωτότυπο τρόπο (έκτακτη
χρησικτησία). Κατά της τελευταίας απόφασης η εναγομένη άσκησε την υπό κρίση αναίρεση.

Η αίτηση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρα 552, 553,
556, 558, 564, 566§1, 577§1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το
παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577§3 ΚΠολΔ).

Κατά το άρθρο 1045 ΑΚ εκείνος που έχει στη νομή του για μια εικοσαετία πράγμα κινητό ή
ακίνητο γίνεται κύριος με έκτακτη χρησικτησία, κατά δε το άρθρο 974 ΑΚ, όποιος απέκτησε
την φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας, αν ασκεί αυτήν την εξουσία με
διάνοια κυρίου. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη
χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με την δυνατότητα εκείνου που
απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή με ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο
χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του (άρθρο 1051 ΑΚ).

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 980 παρ.1 ΑΚ, η νομή ασκείται αυτοπροσώπως ή μέσω άλλου.

Κατά τη διάταξη αυτή αυτοπρόσωπη άσκηση της νομής υπάρχει όταν ο νομέας είναι
συγχρόνως και κάτοχος, δεν έχει δηλαδή παραχωρήσει την κατοχή σε άλλον με βάση κάποια
έννομη σχέση (μίσθωση, χρησιδάνειο κλπ). Ο τρίτος που ασκεί τη νομή, ως αντιπρόσωπος
του νομέα, είναι εκείνος, προς τον οποίο ο νομέας έχει παραχωρήσει την κατοχή του
πράγματος, οπότε ασκεί τη νομή διαμέσου του κατόχου (μισθωτή, χρησαμένου κλπ.). Αν ο
αντιπρόσωπος του νομέα θελήσει να αντιποιηθεί τη νομή, αυτή δεν χάνεται για το νομέα,
προτού λάβει γνώση της αντιποίησης (άρθρο 982 ΑΚ). Ως αντιποίηση της νομής νοείται η
μεταστροφή της βούλησης του αντιπροσώπου στην άσκηση της νομής, ώστε να το εξουσιάζει
ως κύριος. Η γνωστοποίηση δε της αντιποίησης από τον κάτοχο στο νομέα μπορεί να γίνει με
οποιονδήποτε τρόπο.(ΑΠ923/2018, 695/2017, 647/2016). Επίσης, κατά το άρθρο 983 ΑΚ η
νομή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του νομέα, κατά δε το άρθρο 1051 ΑΚ εκείνος που
απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή ειδική διαδοχή, μπορεί να συνυπολογίσει το
δικό του χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου. Από τις διατάξεις
αυτές προκύπτει, ότι με το θάνατο του κληρονομουμένου η νομή ακινήτου που είχε αυτός
μεταβιβάζεται στον κληρονόμο και χωρίς την αποδοχή της κληρονομιάς και μεταγραφή της
σχετικής δήλωσης ή του κληρονομητηρίου (ΑΠ 1127/2008) , από δε τις διατάξεις των άρθρων
787, 974, 980-984, 994 και 1113 ΑΚ συνάγεται ότι ο κοινωνός, όπως και ο εξ αδιαιρέτου
συγκύριος ακινήτου, αν έχει στη νομή του ολόκληρο το κοινό λογίζεται ότι κατέχει το κοινό
πράγμα στο όνομα και των λοιπών κοινωνών- συγκυρίων και, επομένως δεν μπορεί να
αντιτάξει κατ' αυτών αποσβεστική ή κτητική παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία), πριν
καταστήσει σ' αυτούς γνωστό, ότι νέμεται ποσοστό μεγαλύτερο της μερίδας του ή ολόκληρο
το κοινό πράγμα αποκλειστικά στο όνομά του, ως κύριος, για δικό του αποκλειστικά
λογαριασμό. Με την ανωτέρω προϋπόθεση, δύναται ο κατέχων ολόκληρο το κοινό πράγμα να
αντιτάξει κατά των λοιπών συγκυρίων την κτήση με έκτακτη χρησικτησία, της οποίας αρχίζει
τρέχουσα η προθεσμία από της ως άνω γνωστοποίησης. Τέτοια γνωστοποίηση προς τους
συγκυρίους μπορεί να γίνει είτε ρητώς, είτε σιωπηρώς, με πράξεις που φανερώνουν την ως
άνω απόφαση του κατέχοντος το πράγμα συγκυρίου, ενώ η για αντιποίηση της νομής γνώση
των λοιπών συγκυρίων μπορεί να προέλθει είτε από δήλωση του αντιποιουμένου τη νομή του
 
Σελίδα 5  
κοινού, είτε από οποιονδήποτε άλλον (αντιπρόσωπο τους) και αρκεί η γνώση του συγκυρίου
για την αντιποίηση του κατέχοντος το κοινό από οποιονδήποτε και αν προέρχεται.

Οι ως άνω διατάξεις εφαρμόζονται, για την ταυτότητα του λόγου, και επί κληρονομιαίων
ακινήτων και, συνεπώς, ο συγκληρονόμος που κατέχει ολόκληρο το κοινό θεωρείται ότι
κατέχει τούτο στο όνομα και των λοιπών συγκληρονόμων και δεν μπορεί να αντιτάξει κατ'
αυτών αποσβεστική ή κτητική παραγραφή, προτού τους καταστήσει γνωστό ότι νέμεται
ποσοστό μεγαλύτερο από τη μερίδα του ή ολόκληρο το κοινό αποκλειστικώς για δικό του
λογαριασμό (ΑΠ 6/2019 , 1597/ 2018, 1378/2014). Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 560
ΚΠολΔ, όπως ίσχυε, κατά το χρόνο άσκησης του κρινόμενου ένδικου μέσου στις 04.01.2011,
πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015, το οποίο εφαρμόζεται για
τα κατατιθέμενα από την 1/1/2016 και εφεξής ένδικα μέσα, προκύπτει ότι κατά των
αποφάσεων των ειρηνοδικείων; καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που
εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση μόνο|1)
αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι
ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή
ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας
αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την εφαρμογή των κανόνων
του δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς, ο λόγος αυτός δεν μπορεί
να προβληθεί σε μικροδιαφορές. 2) αν το δικαστήριο δεν συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόμος
ή δίκασε ειρηνοδίκης του οποίου είχε γίνει δεκτή η εξαίρεση, 3) αν το δικαστήριο έχει υπερβεί
τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ή δεν είχε καθ' ύλην αρμοδιότητα και 4) αν
παράνομα αποκλείστηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας, οι δε αναφερόμενοι στη διάταξη
αυτή λόγοι είναι, όπως συνάγεται από τη χρήση της λέξης "μόνο", περιοριστικοί.

Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 560 αριθμ. 1α' Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι λόγος
αναίρεσης για ευθεία παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου ιδρύεται αν αυτός δεν
εφαρμόσθηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμόσθηκε, ενώ δεν
έπρεπε, απαίτησε, δηλαδή, το Δικαστήριο περισσότερα στοιχεία ή αρκέστηκε σε λιγότερα
στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το Δικαστήριο προσέδωσε στον
εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το Δικαστήριο
έκρινε κατ' ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των
πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της
ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως, αν οι
πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν φανερή την παραβίαση, για την
πληρότητα δε του λόγου αναίρεσης με τον οποίο αποδίδεται στο δικαστήριο της ουσίας
παραβίαση των κανόνων ουσιαστικού δικαίου (άρθρο 560 αριθ. 1α ΚΠολΔ), πρέπει να
διαλαμβάνονται στο αναιρετήριο, πλην των άλλων, οι διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου που
φέρονται ότι παραβιάστηκαν, το αποδιδόμενο στο δικαστήριο νομικό σφάλμα περί την
ερμηνεία και εφαρμογή του ουσιαστικού νόμου, καθώς επίσης, εφόσον το δικαστήριο εξέτασε
την ουσία της υπόθεσης, η ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού, ήτοι τα πραγματικά
περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο, υπό τα οποία συντελέσθηκε η προβαλλόμενη
παραβίαση των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου. (ΑΠ OA. 7/2006, ΑΠ ΟΛ.4/2005). Στην
προκειμένη περίπτωση το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας, που ως Εφετείο, δίκασε την
έφεση κατά της 11/2005 απόφασης του Ειρηνοδικείου Φαρσάλων, με την προσβαλλόμενη
απόφαση του, αναφορικά με την ένδικη αναγνωριστική της κυριότητας ακινήτου αγωγή της
ενάγουσας και ήδη αναιρεσίβλητης κατά των εναγομένων και ήδη αναιρεσειόντων, δέχθηκε,
μετ'ανέλεγκτη αναιρετικώς εκτίμηση των αποδείξεων, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
"Η ενάγουσα- εκκαλούσα είναι αποκλειστική κυρία, νομέας και κάτοχος δύο ακινήτων, που
βρίσκονται στα ..., στην περιοχή "...", επί της δημοτικής οδού ..., στο οικοδομικό τετράγωνο
Θ.Τ…..6. Ειδικότερα είναι κυρία: α) δυνάμει του υπ'αριθμ....9/1973 συμβολαίου
προικοσυμφώνου του συμβολαιογράφου Π. Κ., νομίμως μεταγραφέντος, ενός οικοπέδου,
εμβαδού 542 τμ το οποίο συνορεύει γύρω, νότια εν μέρει με την οδό ... σε πλευρά μήκους
(3,30) μέτρων, εν μέρει με ιδιοκτησία Γ. Τ. - ήδη ιδιοκτησίας εναγομένων- και εν μέρει με
υπόλοιπη περιουσία της τότε προικοδότριας μητέρας της και ήδη ιδιοκτησίας της ενάγουσας-
εκκαλούσας, βόρεια με ιδιοκτησία Γ. Δ. και Α. Π. σε πλευρά (22,60) μέτρων, δυτικά με
ιδιοκτησία Α. Λ. και Γ. Τ. σε πλευρά (24) μέτρων και ανατολικά με ιδιοκτησία Κ. Κ. σε πλευρά
(240 μέτρων), με ευρισκόμενη σ'αυτό τριώροφη ημιτελή οικοδομή, και β) δυνάμει του
υπ'αριθμ. ...3/1978 συμβολαίου πώλησης του συμβολαιογράφου Β. Α. νομίμως
 
Σελίδα 6  
μεταγραφέντος, ενός οικοπέδου, όμορου του προαναφερομένου, εμβαδού 203 τμ, το οποίο
συνορεύει κατά τον τίτλο κτήσης του, ανατολικά σε πλευρά (19,80) μέτρων με κοινόχρηστο
δρόμο, πλάτους 3,30 μέτρων, δυτικά σε πλευρά (19,80) μέτρων με εκκλησία
Παλαιοημερολογιτών και ιδιοκτησία Γ. Δ., βόρεια σε πλευρά (9,00) μέτρων με το
προαναφερόμενο οικόπεδο και νότια σε πλευρά (11,50) μέτρων με την οδό .... Ακολούθως, οι
εναγόμενοι- εφεσίβλητοι είναι κύριοι γειτνιάζοντος οικοπέδου, εμβαδού 200 τμ, μετά δε τη
ρυμοτόμηση αυτού 192 τμ, το οποίο συνορεύει γύρω ανατολικά με πλευρά (Δ-Δ') ογδόντα
εκατοστών του μέτρου (0,80) και (Δ'- Γ) μέτρων δεκαεννέα και είκοσι εκατοστών (19,20) με
ιδιωτική οδό, πλάτους 3,30 μέτρων, βόρεια με πλευρά (Β-Γ) μέτρων δέκα (10) με ιδιοκτησία
Β. Α.ιά και νότια με πρόσοψη (Α'-Δ') μέτρων δέκα (10) με ρυμοτομούμενο τμήμα του
οικοπέδου και πέραν αυτού με την οδό .... Το ανωτέρω οικόπεδο περιήλθε στους
εναγόμενους- εφεσιβλήτους από την Γ. Τ., αδερφή της ενάγουσας-εκκαλούσας, δυνάμει του
υπ'αριθμ. ...69/2003 συμβολαίου πώλησης της συμβολαιογράφου Β. Π., νόμιμα
μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ... στον τόμο …12 και με
αριθμό ….5. Τα ανωτέρω τρία οικόπεδα αποτελούσαν τμήματα ενός ενιαίου οικοπέδου,
εμβαδού 1.000 τμ περίπου, που ανήκε στην μητέρα της ενάγουσας- εκκαλούσας και της
δικαιοπαρόχου των εναγομένων- εφεσιβλήτων, Κ. Δ. Θ., το γένος Δ. και Φ. Ζ.. Η τελευταία,
στα πλαίσια μέριμνας για την αποκατάσταση των θυγατέρων της ενόψει των γάμων τους,
προέβη αρχικά με το υπ'αριθμ.5360/1971 προικοσύμφωνο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου
... Π. Κ., νομίμως μεταγραφέντος, στην μεταβίβαση χάριν προικός προς την θυγατέρα της Γ.

Τ. του οικοπέδου το οποίο μεταβίβασε αυτή κατά τα προαναφερόμενα στους εναγόμενους-
εφεσιβλήτους. Το ίδιο έπραξε και με την θυγατέρα της Β. Α., εκκαλούσα, στην οποία ομοίως
μεταβίβασε συμβολαιογραφικώς ως προαναφέρθηκε χάριν προικός το υπό στοιχείο α'
οικόπεδο, ενώ το υπό στοιχείο β' οικόπεδο το πώλησε στην τελευταία δυνάμει του
προαναφερόμενου συμβολαίου. Από την επισκόπηση των ανωτέρω συμβολαίων προκύπτει
η ύπαρξη εδαφικής λωρίδας μεταξύ των τριών ανωτέρω οικοπέδων, διαστάσεων μήκους
19,80 μέτρων και πλάτους 3,30 μέτρων, εμβαδού 65,34 τμ, η οποία συνορεύει ανατολικά επί
πλευράς 19,80 μέτρων με το ως άνω οικόπεδο των εναγομένων- εφεσιβλήτων, δυτικά επί
πλευράς 19,80 μέτρων με το ως άνω υπό στοιχείο β' οικόπεδο της ενάγουσας-εκκαλούσας,
βόρεια επί πλευράς 3,30μέτρων με το υπό στοιχείο α' οικόπεδο της ενάγουσας- εκκαλούσης,
νότια επί πλευράς 3,30 μέτρων με την δημοτική οδό .... Η λωρίδα αυτή χαρακτηρίζεται στα
ανωτέρω υπ'αριθμ. ...60/1971 και ...69/2003 συμβόλαια ως ιδιωτική δίοδος, με ειδικότερη
αναφορά στο δεύτερο εξ αυτών ότι ανήκει αυτή τόσο στην πωλήτρια Γ. Τ. όσο και στην
ιδιοκτήτρια του όμορου Β. Α., ενώ στο υπ'αριθμ. ...3/1978 συμβόλαιο αναφέρεται ως
κοινόχρηστος δρόμος. Στο υπ'αριθμ. ...79/1973 προικοσύμφωνο συμβόλαιο αναφέρεται ότι το
με αυτό μεταβιβαζόμενο οικόπεδο (υπό στοιχείο α') συνορεύει γύρωθεν νοτίως με την οδό ...,
πλάτους (3,30) μέτρων, κοινής χρήσης των "προικοληπτών", της Γ. Τ. και της Ε. Γ. και με
ιδιοκτησία Γ. Τ. και υπόλοιπη ιδιοκτησία της προικοδότριας, δηλαδή τα νότια όρια του
οικοπέδου φθάνουν μέχρι την οδό ... επί πλευράς 3,30 μέτρων, ήτοι σ'αυτό περιλαμβάνεται
και η επίδικη λωρίδα. Η δικαιοπάροχος της ενάγουσας-εκκαλούσας, απώτερη δικαιοπάροχος
και των εναγομένων-εφεσιβλήτων κατά την κατάτμηση του οικοπέδου που είχε στην
κυριότητα της προκειμένου να προικοδοτήσει τις θυγατέρες της, θέλησε το υπό στοιχείο α'
οικόπεδο που ήταν τυφλό να αποκτήσει πρόσβαση στην δημοτική οδό ..., χωρίς παράλληλα
να αποκλείεται και η χρήση των λοιπών ιδιοκτητών των ομόρων ιδιοκτησιών που ήταν επίσης
θυγατέρες της από την χρήση αυτού.

Από την προσεκτική ανάγνωση των συμβολαίων προκύπτει ότι η αναφορά στο εν λόγω
συμβόλαιο και των άλλων δυο αδερφών έγινε χάριν της αγαστής συνύπαρξης των αδερφών
στα γειτνιάζοντα οικόπεδα αλλά και για το λόγο ότι η μητέρα είχε σκοπό το υπό στοιχείο β'
οικόπεδο να το μεταβιβάσει στην Ε. Γ., πράγμα όμως που δεν έγινε καθώς αυτό
μεταβιβάστηκε τελικώς το έτος 1978 στην ενάγουσα-εκκαλούσα. Κατά το χρονικό διάστημα
από 23-8-1971 έως και 7-8-1973, που συντάχθηκαν τα δύο πρώτα συμβόλαια, ήτοι της
ενάγουσας-εκκαλούσας και της αδελφής και δικαιοπαρόχου των εναγομένων - εφεσιβλήτων,
η μητέρα αυτών και δικαιοπάροχος τους προέβη στην κατάτμηση και διανομή στις θυγατέρες
της του οικοπέδου που είχε στην εν λόγω περιοχή, ενώ η ίδια διέμενε σε οικία που βρισκόταν
στο οικόπεδο της ενάγουσας- εκκαλούσας, στην θέση μάλιστα που σήμερα υπάρχει η
τριώροφη οικοδομή. Η χρησιδεσπόζουσα ενάγουσα-εκκαλούσα άρχισε να νέμεται τον
ιδιωτικό δρόμο που παρείχε πρόσβαση στην οδό ... ως αποκλειστική νομέας αυτού, χωρίς
δηλαδή να αναγνωρίζει άλλον ως συγκύριο ή συνδικαιούχο αυτού (του ακινήτου), και
συγκεκριμένα φρόντιζε για την συντήρηση του, μετέφερε τα υλικά απαραίτητα για την
 
Σελίδα 7  
κατασκευή της ημιτελούς οικοδομής που έχει στον εν λόγω οικόπεδο, ενώ έδωσε και την
άδεια στο Θ. Β. μισθωτή της οικίας που ευρίσκετο στο γειτνιάζων οικόπεδο της αδερφής της,
να σταθμεύει το αυτοκίνητο του σε υπόστεγο που κατασκεύασε επί της ιδιωτικής οδού.

Αντίθετα η δικαιοπάροχος των εναγομένων - εφεσιβλήτων Γ. Τ. δεν αποδείχθηκε ότι άσκησε
ουδεμία πράξη νομής επί του ιδιωτικού δρόμου, ούτε προέκυψε να έχει κάνει χρήση αυτού
καθώς το δικό της οικόπεδο είχε πρόσοψη προς την οδό ..., ενώ το οικόπεδο της προς την
πλευρά του δρόμου οριοθετούνταν από φράχτη με σιδεροπασσάλους και συρματόπλεγμα.

Από τις προσκομιζόμενες από την ενάγουσα εκκαλούσα φωτογραφίες που ελήφθησαν σε
ανύποπτο χρόνο και πριν προκύψει η εν λόγω διαφορά, διακρίνεται καθαρά ο φράχτης που
χώριζε το οικόπεδο της δικαιοπαρόχου των εναγομένων- εφεσιβλήτων, επί του οποίου
διακρίνεται ένα άνοιγμα προς την ιδιωτική οδό. Όμως το εν λόγω άνοιγμα ουδόλως δύναται
να θεωρηθεί ως η κύρια είσοδος προς το οικόπεδο των εναγομένων- εφεσιβλήτων, όπως οι
ίδιοι διατείνονται, αφού ούτε πόρτα έχει ούτε φέρει άλλα χαρακτηριστικά όπως διακρίνουν
άλλες εισόδους (για παράδειγμα ύπαρξη τσιμεντόστρωσης), αλλά προφανώς έχει ανοιχθεί
προκειμένου να εξυπηρετήσει τον προαναφερόμενο μισθωτή της προϋπάρχουσας στο
οικόπεδο οικίας για να έχει άμεση πρόσβαση στο σημείο που στάθμευε στο αυτοκίνητο του.

Με τα δεδομένα αυτά η ενάγουσα- εκκαλούσα απέκτησε την κυριότητα της
διαφιλονικούμενης εδαφικής λωρίδας με έκτακτη χρησικτησία, εφόσον από τότε (το έτος
1973) που επιλήφθηκε της νομής της και μέχρι και τον Απρίλιο του 2004 που για πρώτη φορά
εμφανίστηκαν οι εναγόμενοι- εφεσίβλητοι ως διεκδικητές και αμφισβητήθηκε η κυριότητάς της
επ'αυτού, συμπληρώθηκε στο πρόσωπο της (Αύγουστος του 1973 έως και Απρίλιος του
2004), η απαιτούμενη προς κτήση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία εικοσαετία (άρθρο
1045 ΑΚ). Τόσο η δικαιοπάροχος των εναγομένων - εφεσιβλήτων όσο και οι ίδιοι δεν
απέκτησαν την κυριότητα του επιδίκου, αφού δεν αποδείχθηκε, ότι άσκησαν με διάνοια κυρίου
πράξεις νομής και διακατοχής δηλωτικές εξουσιάσεως επί της διεκδικούμενης εδαφικής
λωρίδας απορριπτομένων των περί αντιθέτων ισχυρισμών των αντιδίκων.

Τα ως άνω πραγματικά περιστατικά ενισχύονται και από κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως
θείου μεν της ενάγουσας-εκκαλούσας πλην όμως ανθρώπου που γνώριζε το ιδιοκτησιακό
καθεστώς μεταξύ των ιδιοκτησιών, που καταθέτει με σαφήνεια ότι πράξεις νομής στο επίδικο
ασκούσε μόνο η ενάγουσα και πριν από αυτήν ο πατέρας της, ενώ τόσο την δικαιοπάροχο
των εναγομένων όσο και τους ενοικιαστές στους οποίους εκμίσθωνε την οικία της ουδέποτε
τους είδε να επισκέπτονται το επίδικο. Η δε κατάθεση του αυτή δεν δύναται να αναιρεθεί από
την κατάθεση του μαρτύρα των εναγόμενων, ο οποίος αναφέρεται μόνο στο γεγονός χρήσης
της επίδικης εδαφικής λωρίδας από τον προαναφερόμενο μισθωτή, χωρίς να είναι σε θέση να
καταθέσει εάν ο εν λόγω μισθωτής ενεργούσε στο όνομα και για λογαριασμό της
δικαιοπαρόχου των εναγομένων-εφεσιβλήτων ως οιονεί νομέας, ή είχε λάβει άδεια από την
ενάγουσα -εκκαλούσα".

Με βάση τις πραγματικές αυτές παραδοχές το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας, που δίκασε
ως Εφετείο, δέχθηκε ως βάσιμη κατ'ουσίαν την ένδικη αγωγή της Β. Α. (ήδη αναιρεσίβλητης)
κατά των εναγομένων, α) Α. Α. και β) Α. Α. (ήδη αναιρεσειόντων), με την οποία είχε ζητήσει
να αναγνωρισθεί κυρία με πρωτότυπο τρόπο (έκτακτη χρησικτησία) της επίδικης εδαφικής -
οικοπεδικής λωρίδας, εμβαδού 65, 34 τ.μ., αφού δέχθηκε την έφεση της ενάγουσας και ήδη
αναιρεσίβλητης και εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση του Ειρηνοδικείου Φαρσάλων, που
είχε ως ουσία αβάσιμη απορρίψει την αγωγή. Έτσι, που έκρινε και με αυτά που δέχθηκε, με
την προσβαλλόμενη απόφασή του, η οποία, κατ'άρθρο 561 παρ.2 Κ.Πολ.Δ. επισκοπήθηκε,
το, ως Εφετείο, δικάσαν, Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας, παραβίασε ευθέως τις
ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 785, 974, 980 παρ.1, 981, 982, 983, 994, 1113,
1710, 1045, 1051 ΑΚ, που εφάρμοσε, κατά τον βάσιμο ,περί τούτου, από το άρθρο 560
παρ.1α Κ. Πολ.Δ., πρώτο λόγο αναιρέσεως, καθόσον αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία από
εκείνα που απαιτεί ο νόμος, αφού δέχθηκε ότι στην ενάγουσα και ήδη αναιρεσίβλητη Β. Α. και
στην άμεση δικαιοπάροχο των εναγομένων και ήδη αναιρεσειόντων, αδελφή της Γ. Τ. τους
είχε, κατά χρήση, παραχωρηθεί η επίδικη εδαφική- οικοπεδική λωρίδα από την έχουσα επί
αυτής κυριότητα και νομή μητέρα τους Κ. Θ. το γένος Δ. Ζ. και ότι αυτή (ενάγουσα) απέκτησε
την κυριότητα του επιδίκου χρησιδεσπόζοντας επί αυτού, ήτοι νεμόμενη τούτο συνεχώς και
αδιατάρακτα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της 20ετίας, χωρίς, ωστόσο, να αναφέρει,
σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις , όπως η έννοια αυτών αναλύθηκε στις προαναφερθείσες
νομικές σκέψεις, ότι η ενάγουσα, συγκάτοχος του επιδίκου μετά της ανωτέρω αναφερθείσας
 
Σελίδα 8  
αδελφής της, Γ. Τ., αντιποιήθηκε τη νομή της μητέρας της κυρίας και νομέως αυτού (επιδίκου)
Κ. Θ., γνωστοποιώντας (πότε ακριβώς και με ποιο τρόπο) στην τελευταία τη μεταστροφή της
βουλήσεώς της ότι, δηλαδή, νέμεται αυτό ως αποκλειστική κυρία , μετά δε τον επελθόντα
θάνατο αυτής, εφόσον κατ'εκείνο το χρόνο δεν είχε στο πρόσωπο της (ενάγουσας)
συμπληρωθεί ο χρόνος της έκτακτης χρησικτησίας (20ετία), πλέον ως συγκληρονόμος -
συννομέας ότι αντιποιήθηκε την, αυτοδικαίως, περιελθούσα στις συγκληρονόμους της
αποβιώσασας, αδελφές της νομή του επιδίκου ,καθιστώντας γνωστό σ'αυτές (πότε ακριβώς
και με ποιο τρόπο) ότι νέμεται το κοινό κληρονομιαίο ακίνητο (επίδικη οικοπεδική λωρίδα) για
δικό της αποκλειστικά λογαριασμό, ως αποκλειστική κυρία. Επομένως, ο σχετικός πρώτος
λόγος της αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η από το άρθρο 560 παρ. 1
Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια είναι βάσιμος.

Αντίθετα είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος ο 2ος λόγος Γ αναιρέσεως, με τον οποίο
προβάλλεται από τους αναιρεσείοντες η πλημμέλεια ότι η προσβαλλομένη δεν περιέχει
αιτιολογίες, άλλως ότι περιέχει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες, καθόσον οι
επικαλούμενες με αυτόν πλημμέλειες, οι οποίες θεμελιώνουν λόγο αναιρέσεως από το άρθρο
559 αριθμ. 19, δεν εμπίπτουν σε κάποιον λόγο αναίρεσης από τους αναφερόμενους
περιοριστικά στο άρθρο 560 Κ. Πολ. Δ. ,όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 1
,άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, το οποίο έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση,
παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων. Από το συνδυασμό των διατάξεων του
τελευταίου εδαφίου της παρ.3 του άρθρου 580 ΚΠολ.Δ., το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 12
παρ. 4 του Ν. 4045/2012 και ορίζει ότι, αν αναιρεθεί η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας,
στο οποίο παραπέμφθηκε η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση μετά από πρώτη αναίρεση,
προκύπτει ότι δεν γίνεται δεύτερη παραπομπή, αλλά ο Άρειος Πάγος δικάζει την υπόθεση
στην ουσία.

Περαιτέρω από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 570 Κ.Πολ.Δ., κατά την οποία
νέοι ισχυρισμοί των διαδίκων και νέα αποδεικτικά μέσα για την ουσιαστική εκδίκαση της
υπόθεσης στον Άρειο Πάγο μετά την αναίρεση υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις που
ισχύουν για τα δικαστήρια της ουσίας και της παραγράφου 2 του άρθρου 581 του ίδιου
Κώδικα, σύμφωνα με την οποία η υπόθεση συζητείται στο δικαστήριο της παραπομπής μέσα
στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση και αφού κατατεθούν προτάσεις κατά
το άρθρο 237 Κ.Πολ.Δ. προκύπτουν τα εξής: Σε περίπτωση δεύτερης αναιρετικής απόφασης
για την ίδια υπόθεση ο Άρειος Πάγος δεν έχει τη δυνατότητα εκ νέου παραπομπής στο
δικαστήριο της ουσίας, αλλά οφείλει να κρατήσει και να δικάσει την υπόθεση κατ' ουσία,
λειτουργώντας ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Δεν προχωρεί, όμως, αμέσως μετά την
αναίρεση της απόφασης στην ουσιαστική εκδίκαση της υπόθεσης, έστω και αν οι διάδικοι,
ενόψει της συζήτησης της αναίρεσης και υπό την προϋπόθεση παραδοχής αυτής, έχουν
καταθέσει προτάσεις και για την ουσία της υπόθεσης, αφού δεν υφίσταται και δε νοείται υπό
την ισχύ των προαναφερόμενων διατάξεων ενοποιημένο στάδιο συζήτησης της αίτησης
αναίρεσης και της ουσίας της υπόθεσης. Το αναιρετικό τμήμα, το οποίο, όταν δικάζει κατ'
ουσία την υπόθεση, οφείλει να τηρεί και τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 581
παρ. 2 και 570 παρ. 2 ΚΠολ.Δ., συζητεί την υπόθεση μέσα στα όρια που διαγράφονται με την
αναιρετική απόφαση, αφού όμως κατατεθούν προτάσεις σύμφωνα με όσα ορίζει το άρθρο
237 Κ.Πολ.Δ. και αφού, μετά την αναίρεση, παρασχεθεί η δυνατότητα στους διαδίκους να
υποβάλουν νέους ισχυρισμούς και νέα αποδεικτικά μέσα για την ουσιαστική εκδίκαση της
υπόθεσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τα δικαστήρια της ουσίας διατάξεις. Μπορεί,
δηλαδή, να προβληθούν από τους διαδίκους στον Άρειο Πάγο, με κρίσιμη χρονική αφετηρία
τη μετά την αναίρεση συζήτηση της υπόθεσης κατ' ουσία, νέοι ισχυρισμοί, υπό τους
περιορισμούς των άρθρων 527 και 269 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. ή και να ασκηθούν από τον
εκκαλούντα πρόσθετοι λόγοι έφεσης υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 520 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

Η ενδεχόμενη ταυτόχρονη εξέταση ύστερα από μια ενιαία συζήτηση, τόσο της αίτησης
αναίρεσης όσο και της ουσίας της υπόθεσης, στην περίπτωση βέβαια που η πρώτη γίνει
δεκτή, συνεπάγεται τη δυσχέρανση ή και τη ματαίωση ουσιαστικά της άσκησης εκ μέρους των
διαδίκων των πιο πάνω ευχερειών και παράλληλα επιβάλλει ο' αυτούς, κατά παραγνώριση
της αρχής της οικονομίας της δίκης, το υπέρμετρο και συχνά περιττό δικονομικό βάρος της
κατάθεσης προτάσεων για την ουσία της υπόθεσης σε όλη τη δυνατή έκταση, αφού αυτοί δεν
είναι σε θέση να γνωρίζουν εκ των προτέρων αν θα αναιρεθεί και σε ποια έκταση η
προσβαλλομένη απόφαση και, συνακόλουθα, ποια είναι τα όρια της εκδίκασης της υπόθεσης
στην ουσία. Έτσι για την εκπλήρωση της επιβαλλόμενης στον Άρειο Πάγο από τη διάταξη του
 
Σελίδα 9  
τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 580 Κ.Πολ.Δ., υποχρέωσης για εκδίκαση, μετά
από δεύτερη αναίρεση, της υπόθεσης κατ' ουσία, θα πρέπει να λάβει, χώρα νέα συζήτηση της
υπόθεσης μετά την έκδοση της αναιρετικής απόφασης, ενώπιον του αναιρετικού τμήματος, το
οποίο δικάζει πλέον ως δικαστήριο ουσίας, ύστερα από κλήση του επιμελέστερου από τους
διαδίκους, σύμφωνα με όσα ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 581 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., η οποία
εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή (ΑΠ 782/2016, 914/2015, 1393/2014, 1906/2014,
1588/2013, 1517/2013).

Συνεπώς πρέπει, κατά παραδοχή του παραπάνω πρώτου αναιρετικού λόγου, να αναιρεθεί η
προσβαλλομένη απόφαση, και ενόψει του ότι πρόκειται για δεύτερη αναίρεση, να κρατηθεί,
σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην νομική σκέψη που προηγήθηκε, η υπόθεση, προς
ουσιαστική εκδίκαση στο τμήμα τούτο σε νέα συζήτηση, η οποία θα λάβει χώρα ύστερα από
κλήση του επιμελέστερου από τους διαδίκους και να καταδικαστεί η αναιρεσίβλητη στα
δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, που δεν κατέθεσαν προτάσεις, ως ηττηθείσα διάδικος,
κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος τους (άρθρα 176, 183,191 παρ.2 Κ.Πολ.Δ), όπως
ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί, την 389/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, που δίκασε ως
Εφετείο.

Κρατεί την υπόθεση προς ουσιαστική εκδίκαση σε νέα συζήτηση, ύστερα από επίσπευση του
επιμελέστερου από τους διαδίκους. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο
ποσόν δύο χιλιάδων (2000) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ,
-----------------------------------
 
 https://solonnomologia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: