Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Διανομή, Αυθαίρετη οικοδομή.Διανομή 799, 800 ΑΚ, 480, 480Α, 481 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Πως γίνεται.ΑΠ 1022 / 2013


Ερμηνευτική εγκύκλιος για τις αλλαγές στο «νόμο Κατσέλη» για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα

Απόφαση 1022 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Θέμα
Διανομή, Αυθαίρετη οικοδομή.
Περίληψη:
55 παρ. 1 και 19
Διανομή 799, 800 ΑΚ, 480, 480Α, 481 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Πως γίνεται. Η κρίση περί αυτούσιας διανομής ανέλεγκτη. Το..
δικαστήριο εξετάζει όλες τις πιθανές περιπτώσεις αυτούσιας διανομής. Αν τα μέρη είναι ίσα γίνεται κλήρωση. Μετά από αίτηση γίνεται επιδίκαση κοινής μερίδας. Αν τα μέρη άνισα καταβάλλεται αποζημ. για εξίσωση μερίδων. 17 παρ. 10 Ν. 1337/83 απαγορεύεται η μεταβίβαση αυθαιρέτου κτίσματος και του οικοπέδου στο οποίο έχει ανεγερθεί. Διαπίστωση του αυθαιρέτου κατά άρθρο 1 ΠΔ 5/83 με διαπιστωτική ατομική πράξη. Εξαιρούνται της κατεδαφίσεως όσα κρίθηκαν διατηρητέα και επιβλήθηκε πρόστιμο διατήρησης. 8 εδ. β 559 Κ.Πολ.Δ. Τα αποδεικτικά μέσα, όπως οι εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων δεν είναι πράγματα. Η αιτίαση αφορά στο ότι δεν έγινε δεκτό το πόρισμα και όχι στο ότι δεν λήφθηκε υπόψη αρ. 9 αδίκαστη αίτηση. Ως αιτήσεις θεωρούνται και οι διαδικαστικές αν είναι υποχρεωτικές. Ανέλεγκτη η κρίση περί αποδοχής πραγ/νης 11 περ. γ αφορά στο ότι δεν έγινε δεκτό το αποδεικτικό μέσο και όχι στο ότι δεν λήφθηκαν υπόψη. Κοινή πείρα αρθ. 559 αρ. 1 εδ.β δεν ιδρύεται ο λόγος όταν τα διδάγμ. χρησιμοποιούνται για έμμεση απόδειξη και για την διαπίστωση απλών πραγματικών γεγονότων. 



Αριθμός 1022/2013 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Ευγενία Προγάκη, Αρεοπαγίτες. 
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Ε. Φ. του Σ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ηλία Κόκκαλη.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Π. Φ. του Σ., κατοίκου ..., 2) Ν. Φ. του Σ., κατοίκου ..., και 3) Α. Φ. του Σ., κατοίκου ..\. . Οι 1ος και 2ος εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Καλονόμο και ο 3ος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Αποστολόπουλο.

Κατά την εκφώνηση των ονομάτων των διαδίκων, που παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω, ο πληρεξούσιος του αναιρεσειόντος ζήτησε την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης για τους λόγους που ανέπτυξε. 
Το Δικαστήριο διασκέφθηκε επί της έδρας και δια του Προεδεύοντός του απέρριψε το αίτημα.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10/12/1982 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων και της αρχικής διαδίκου Λ. Φ., που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 38/1984 μη οριστική, 765/1988 οριστική του ιδίου Δικαστηρίου και 121/2004, 684/2005, 512/2007 μη οριστικές και 42/2011 οριστική του Εφετείου Κρήτης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 6/5/2011 αίτησή του. 
Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευγενία Προγάκη ανέγνωσε την από 25/1/2013 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την αποδοχή του πρώτου λόγου της αναίρεσης και την απόρριψη των λοιπών. 
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, οι πληρεξούσιοι των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 799 και 800 ΑΚ, καθώς και εκείνων των 480 παρ.1, 3 και 480 Α ΚΠολΔ προκύπτει ότι επί αγωγής διανομής κοινού ακινήτου, το δικαστήριο αποφασίζει την αυτούσια διανομή, αν είναι δυνατή η διαίρεση του διανεμητέου σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών, δίχως να μειώνεται η αξία του (ΑΠ 913/2011, ΑΠ 115/2011). Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 481 αρ.1 ΚΠολΔ, κατά την οποία το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να διατάξει απόδειξη, αν κρίνει ότι η αυτούσια διανομή είναι προδήλως δυνατή, αδύνατη ή ασύμφορη, συνάγεται ότι η κρίση περί του αδυνάτου ή ασυμφόρου της αυτούσιας διανομής ή αντιθέτως περί του δυνατού αυτής, είναι κρίση περί πραγματικών γεγονότων και γι' αυτό είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη (ΑΠ 928/2012). Εξάλλου, στο άρθρο 481 περ.2 ορίζεται ότι στις περιπτώσεις των άρθρων 480 και 480Α το δικαστήριο "μπορεί για την εξίσωση άνισων μερίδων να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό ή να συστήσει δουλεία σε ορισμένα μέρη υπέρ άλλων κοινωνών". Ακόμη με το άρθρο 486 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του, με το άρθρο 14 του Ν.1562/1985, ορίζεται ότι "αν τα μέρη είναι ίσα, η αυτούσια διανομή τους μεταξύ των κοινωνών γίνεται με κλήρωση" - παρ.1 - και ότι "αν τα μέρη που σχηματίστηκαν κατά τα άρθρα 480 ή 480 Α είναι άνισα, η αυτούσια διανομή γίνεται με επιδίκαση στους συγκυρίους ή στις ομάδες εκείνων που ζήτησαν κοινή μερίδα, κατά τον λόγο των μερίδων τους" - παρ.2 -. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η αυτούσια (ΙΝ ΝΑΤURA) διανομή, που αποτελεί τον φυσικότερο, δικαιότερο και επωφελέστερο τρόπο διανομής, μπορεί να γίνει με τρεις τρόπους και συγκεκριμένα είτε με το σχηματισμό ίσων μερών, κατ'αξία και ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών, έτσι ώστε οποιαδήποτε μερίδα να μπορεί να περιέλθει σε οποιονδήποτε κοινωνό με κλήρωση, είτε με το σχηματισμό άνισων μερίδων και επιδίκαση στον κάθε κοινωνό, με απονέμηση, χωρίς κλήρωση των αντίστοιχων μερών. Στην "απονέμηση" το δικαστήριο αποφασίζει τη διαίρεση του διανεμητέου σε άνισα μέρη, που αντιστοιχούν στις άνισες μερίδες των κοινωνών και διατάσσει την αυτούσια διανομή, με επιδίκαση των αντίστοιχων μερών, χωρίς κλήρωση, εφαρμόζοντας τα οριζόμενα στο άρθρο 481Α για την εξίσωση των μερίδων (ΑΠ 115/2011). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των ίδιων διατάξεων, σαφώς προκύπτει ότι για να οδηγηθεί το δικαστήριο της ουσίας στην κρίση ότι η απαιτούμενη αυτούσια διανομή συγκεκριμένου κοινού ακινήτου, την οποία διώκει, κατά κύριο λόγο και ευνοεί το δίκαιο, είναι εφικτή ή ανέφικτη, πρέπει να διαλάβει στην απόφασή του ότι ερεύνησε όλες τις προταθείσες και τις πιθανές περιπτώσεις αυτούσιας διανομής και ότι από την έρευνα αυτή κατέληξε στην κρίση ότι αυτή είναι ή δεν είναι εφικτή, σύμφωνα με το νόμο και το συμφέρον των κοινωνών (ΑΠ 1735/2011). Εξάλλου, κατά το άρθρο 17 παρ.1 και 10 του Ν. 1337/1983 "επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων κ.λπ" "τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές εν γένει, που ανεγείρονται μετά την 31 Ιανουαρίου 1983 εντός ή εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλων ή οικισμών, που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, καθώς και όσα δεν εξαιρούνται, σύμφωνα με το άρθρο 15 του νόμου αυτού, κατεδαφίζονται υποχρεωτικά από τους κυρίους ή συγκυρίους τους, έστω και αν έχει αποπερατωθεί η κατασκευή ή αν το κτίσμα κατοικείται ή χρησιμοποιείται με οποιονδήποτε τρόπο (παρ.1). Πριν από την κατεδάφιση των κατεδαφιστέων αυθαιρέτων του άρθρου αυτού δεν επιτρέπεται α)η μεταβίβασή τους ή η σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σ' αυτά ή στο οικόπεδο, πάνω στο οποίο κατασκευάστηκαν. Κάθε μεταβίβαση που γίνεται κατά παράβαση των ανωτέρω θεωρείται αυτοδίκαια και εξαρχής άκυρη ... . Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του π.δ/τος 5/1983 "περί χαρακτηρισμού και κατεδάφισης νέων αυθαίρετων κατασκευών κ.λπ. που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 17 παρ.7 του Ν. 1337/1983 "Η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου, όταν δεν πρόκειται για τις περιπτώσεις του άρθρου 3 του παρόντος (κτίσματα που εντοπίζονται κατά την ώρα που κατασκευάζονται - επ' αυτοφώρω-) γίνεται ύστερα από αυτοψία υπαλλήλου της κατά τόπο αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας που συντάσσει επί τούτου σχετική έκθεση, η οποία αφορά το αυθαίρετο και μόνο και όχι τον εκάστοτε ιδιοκτήτη, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή του ... . Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης σημείωση ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δέκα ημερών από την ημερομηνία τοιχοκόλλησης της έκθεσης να υποβάλει ένσταση...Αναφέρεται επίσης η ημερομηνία της αυτοψίας και η ειδοποίηση ότι αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτό το αυθαίρετο θα κατεδαφιστεί ...". Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει ότι η κατασκευή κτίσματος χωρίς την απαιτούμενη άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής, εμπίπτει στην έννοια του αυθαίρετου, εφόσον προηγηθεί η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυτού ως αυθαιρέτου, κατόπιν αυτοψίας υπαλλήλου της κατά τόπου αρμοδίας πολεοδομικής υπηρεσίας, ο οποίος συντάσσει επί τόπου σχετική έκθεση, και η οποία υπόκειται σε ένσταση εκ μέρους του θιγομένου, εντός της οριζόμενης από τις προαναφερόμενες διατάξεις προθεσμίας. Κατά συνέπεια οι έννομες συνέπειες του αυθαίρετου χαρακτήρα ενός κτίσματος, μεταξύ των οποίων και οι οριζόμενες από τη διάταξη του άρθρου 17 παρ.10 του Ν. 1337/1983 απαγορεύσεις μεταβιβάσεως, δεν επέρχονται αν δεν προηγηθεί η παραπάνω έκθεση αυτοψίας, η οποία συνιστά διαπιστωτική ατομική διοικητική πράξη. Περαιτέρω, από το άρθρο 15 παρ.1 του ίδιου νόμου, όπως το δεύτερο εδάφιό της αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ.6 του Ν. 1512/1985 "αναστέλλεται η κατεδάφιση των αυθαίρετων κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί μέχρι 31.1.1983 και βρίσκονται σε περιοχές εντός ή εκτός σχεδίου πόλης ... αν οι ιδιοκτήτες τους υποβάλλουν εμπρόθεσμα δηλώσεις ... . Για τα εκτός σχεδίου αυθαίρετα η αναστολή από την κατεδάφιση ισχύει μέχρι να ρυθμισθεί η χρήση γης της περιοχής όπου βρίσκεται και κριθεί η οριστική διατήρηση ή όχι κάθε συγκεκριμένου αυθαίρετου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ.3" Από τις διατάξεις αυτές σαφώς προκύπτει, ότι η κατά την παρ.10 απαγόρευση της μεταβιβάσεως πριν από την κατεδάφισή τους, των αυθαίρετων κτισμάτων ή κατασκευών εν γένει ή συστάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ' αυτών ή επί του οικοπέδου επί του οποίου έχουν κατασκευασθεί, όπως και η, ως κύρωση, για την παράβαση της απαγορεύσεως αυτής οριζόμενη από την ίδια διάταξη, αυτοδίκαιη και εξαρχής ακυρότητα της οικείας δικαιοπραξίας, αναφέρεται όχι μόνο στα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές εν γένει που ανεγείρονται μετά την 31 Ιανουαρίου 1983, αλλά και σε εκείνα που έχουν ανεγερθεί πριν από τη χρονολογία αυτή για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 15 του αυτού Ν. 1337/1983 και κατά τις διατάξεις αυτού δεν εξαιρούνται της κατεδαφίσεως. Κατά λογική ακολουθία, δεν ισχύει η απαγόρευση μεταβιβάσεως και δεν είναι άκυρη η οικεία δικαιοπραξία όταν πρόκειται για αυθαίρετα κτίσματα, τα οποία έχουν μεν ανεγερθεί εκτός σχεδίου μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 1983, αλλά έχει ανασταλεί η κατεδάφισή τους ή έχει κριθεί η οριστική διατήρησή τους και έχει επιβληθεί πρόστιμο διατήρησης, ή αν πρόκειται για κτίσματα που έχουν ανεγερθεί μετά την ημερομηνία αυτή, αλλά έχουν νομιμοποιηθεί με μεταγενέστερα εκδοθείσες διατάξεις (ΑΠ 533/2007). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι λόγος αναιρέσεως για ευθεία παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου ιδρύεται, αν αυτός δεν εφαρμόσθηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμόσθηκε ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου έννοια διαφορετική από την αληθινή. Προς εξεύρεση της παραβιάσεως ελέγχεται ο δικανικός συλλογισμός που διατυπώνεται έστω και ατελώς και συγκροτείται από τη μείζονα πρόταση (νομική διάταξη), την ελάσσονα πρόταση ("πραγματικές παραδοχές") και το συμπέρασμα. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως, αν οι πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν φανερή την παραβίαση και τούτο συμβαίνει όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των περιστατικών στη διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (Ολ.ΑΠ 7/2006, ΑΠ 486/2013, ΑΠ 568/2013). Εξ ετέρου κατά την έννοια της διατάξεως του αριθμού 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νομίμου βάσεως της αποφάσεως ιδρύεται, όταν από τις αιτιολογίες της αποφάσεως, δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είναι αναγκαία για να κριθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν οι νόμιμοι όροι της ουσιαστικής διατάξεως που εφαρμόσθηκε ή δεν συντρέχουν, ώστε να αποκλείεται η εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες ελλιπείς ή αντιφατικές, ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, τα οποία έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (Ολ.ΑΠ 12-13/1995, ΑΠ 834/2013). Ο αναιρετικός αυτός λόγος δεν ιδρύεται, όταν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας περιέχει ελλείψεις στην αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού και μάλιστα στην ανάλυση, ή στάθμιση ή αιτιολόγηση του πορίσματος που προκύπτει από αυτές, εφόσον το αποδεικτικό πόρισμα εκτίθεται με σαφήνεια, αλλά όταν οι ελλείψεις αναφέρονται στα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά και είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση της συνδρομής των όρων του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής και ερμηνείας του (ΑΠ 834/2013, ΑΠ 486/2013, ΑΠ 481/2013). 
Στην προκειμένη περίπτωση από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως (αρθρ.561 παρ.2 ΚΠολΔ - ΑΠ 846/2013-) προκύπτει ότι το Εφετείο, μετά από συνεκτίμηση των νομίμως επικληθέντων και προσκομισθέντων σ' αυτό, από τους διαδίκους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε μεταξύ άλλων, κατ' ανέλεγκτη κρίση ως προς την ουσία της υπόθεσης, τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: "Οι διάδικοι, όπως συνομολογούν, είναι συγκύριοι των επιδίκων ακινήτων σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου ο καθένας. Την συγκυριότητα απέκτησαν με κληρονομική εξ αδιαθέτου διαδοχή των γονέων τους Σ. και Λ. Φ., την κληρονομιά των οποίων αποδέχθηκαν και νόμιμα μετέγραψαν. Ακολουθεί η περιγραφή των ακινήτων ... . Για καθένα από αυτά, με βάση την υφισταμένη κατάσταση προκύπτουν τα παρακάτω αναφερόμενα πραγματικά δεδομένα: 1) το κληροτεμάχιο 5067β παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 3680 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση από τον πραγματογνώμονα έχει έκταση 3674,47 τμ (περιγράφεται στο διάγραμμα Τ.2, ως τεμάχιο Ε5). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμηση του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Σε τμήμα του τεμαχίου αυτού και σε τμήμα του ομόρου 5067 γ ιδιοκτησίας, επίσης των διαδίκων, είχε ανεγερθεί στο παρελθόν αποθήκη, εμβαδού 294,74 τμ, η οροφή της οποίας έχει καταστραφεί. Η αξία της σήμερα είναι μηδενική, αφού το κόστος καθαίρεσης είναι περίπου ίδιο με την αξία των υλικών , που μπορούν να ληφθούν από αυτήν. Από την έκταση της αποθήκης τα 183,33 τμ είναι δομημένα εντός του προαναφερόμενου κληροτεμαχίου και τα υπόλοιπα 111,41 τμ εντός του 5067 γ κληροτεμαχίου. Μικρά κτίσματα έχουν καταρρεύσει και η αξία τους είναι μηδενική. Η αξία των επικειμένων δένδρων είναι μικρή και συνυπολογίζεται στην αξία του εδάφους. Το κληροτεμάχιο μπορεί να υπεισέλθει αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού η κατάτμισή του απαγορεύεται, σύμφωνα με το ν. 431/1968. Η αξία του, που διαμορφώνεται από την προσδοκία ένταξης στο σχέδιο πόλεως, εκτιμάται σε 65 ευρώ/τμ, δηλαδή συνολικά σε 238.841 ευρώ. 2) το κληροτεμάχιο 5067γ παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 1060 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση του, έχει έκταση 802,93 τμ (περιγράφεται στο διάγραμμα Τ.2, ως τεμάχιο Ε4). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968. όσον αφορά την κατάτμισή του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Σε τμήμα του τεμαχίου αυτού και σε τμήμα του ομόρου 5067 β είχε ανεγερθεί στο παρελθόν ισόγειος πλακοσκεπής οικοδομή, εμβαδού 294,74 τμ, η οποία είναι αυθαίρετη. Από αυτά τα 111,41 τμ είναι δομημένα εντός αυτού και τα υπόλοιπα 183,33 εντός του ομόρου 5067β , όμως είναι μηδενικής αξίας, όπως παραπάνω αναφέρεται. Το τεμάχιο έχει γεώτρηση εντός αυτού βάθους 40 μέτρων, μικρής παροχής. Αξιολογείται το σημερινό κόστος κατασκευής, υπολογιζόμενης της παλαιότητας σε 100 ευρώ ανά μέτρο, με μείωση παλαιότητας 30%, οπότε η συνολική της αξία είναι 2.800 ευρώ. Η αξία των επικειμένων δένδρων είναι μικρή και συνυπολογίζεται στην αξία του εδάφους. Το ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού η κατάτμισή του απαγορεύεται, σύμφωνα με το ν. 431/1968. Η αξία του, που διαμορφώνεται από την προσδοκία ένταξης στο σχέδιο πόλεως, εκτιμάται σε 60 ευρώ/τμ και όλου του οικοπέδου με τη γεώτρηση σε 50.976 ευρώ (48.176 ευρώ + 2.800) . 3) το τεμάχιο 5067α παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 2600 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση έχει έκταση 2589,13 τμ (περιγράφεται στο διάγραμμα Τ.2, ως τεμάχιο Ε6). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμισή του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Το διανεμητέο ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού η κατάτμισή του απαγορεύεται, σύμφωνα με το ν. 431/1968. Η αξία του διαμορφώνεται από την προσδοκία ένταξης στο σχέδιο πόλεως. Το ακίνητο έχει καλλιέργειες ελαιοδένδρων και δεν φέρει κατασκευές που να του προσδίδουν για το λόγο αυτό αξία. Η αξία των επικειμένων δένδρων συνυπολογίζεται στην αξία του εδάφους εκτιμάται σε 65 ευρώ/τμ . Η αξία όλου του οικοπέδου ανέρχεται σε 168.293 ευρώ. 4) το τεμάχιο 5098α παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 460 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση του, έχει έκταση 461,97 τμ (περιγράφεται στο διάγραμμα Τ.1, ως τεμάχιο Ε1). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμισή του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Το εν λόγω ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού η κατάτμισή του απαγορεύεται, σύμφωνα με το ν. 431/1968. Η αξία του διαμορφώνεται από την προσδοκία ένταξης στο σχέδιο πόλεως. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 60 ευρώ/τμ και η εμπορική αξία του οικοπέδου ανέρχεται σε 27. 718 ευρώ. 5) το τεμάχιο 5120 παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 520 τμ και υφίσταται, όπως στο διάγραμμα της διανομής. Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμηση του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Εντός του τεμαχίου έχει ανεγερθεί διώροφος οικοδομή-οικία κεραμοσκεπής, η οποία από τις ορθοφωτογραφίες διαπιστώθηκε από τον πραγματογνώμονα ότι έχει κάλυψη 100 τμ περίπου, δηλαδή η δομημένη επιφάνεια είναι 200 τμ. Μετά από αυτοψία που διενεργήθηκε από αρμόδιους υπαλλήλους της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Δήμου Ηρακλείου στις 6-8-1988 και στις 31-7-1997, διαπιστώθηκε ότι η προαναφερόμενη οικοδομή είναι αυθαίρετη και έχει επιβληθεί στον φερόμενο ιδιοκτήτη - εναγόμενο Ε. Φ. πρόστιμο διατήρησης.
Συνεπώς σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, απαγορεύεται η μεταβίβαση ή σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων κατά το άρθρο 17 παρ. 10 του ίδιου νόμου και συνακόλουθα δεν μπορεί να αποτελέσει η αυθαίρετη οικοδομή αντικείμενο διανομής και να υπολογισθεί η αξία της στη διανεμητέα περιουσία, η οποία εκτιμήθηκε από τον πραγματογνώμονα σε 240.000 ευρώ. Στην περιοχή αυτή το έδαφος είναι επικλινές, γεγονός που προσδίδει στο κληροτεμάχιο μεγαλύτερη αξία σε σχέση με τα προηγούμενα. Το εν λόγω ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 80 ευρώ/τμ και η εμπορική αξία του οικοπέδου σε 44.800 ευρώ.6) το τεμάχιο 5226 παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος, αλλά ήδη περιλαμβάνεται εντός σχεδίου στην ενότητα Α, Άγιος Ιωάννης -Φορτσέτα- Μεσαμπελιές και στο οικοδομικό τετράγωνο 288. Το οικόπεδο αποτυπώνεται στο τοπογραφικό διάγραμμα Τ4 που συνοδεύει την πραγματογνωμοσύνη. Οι όροι δόμησης είναι: αρτιότητα κατά κανόνα πρόσωπο 10 μέτρα, εμβαδό 200 τμ, συντελεστής δόμησης 0,8, κάλυψη 70%, ύψος 9 μέτρα, αρτιότητα δίδεται και στα προκύπτοντα από την πράξη εφαρμογής, άρθρο 35 του Ν.1337/1983. Με βάση τον πίνακα εφαρμογής η έκταση του νέου οικοπέδου είναι 237 τμ, είναι άρτιο και οικοδομήσιμο, δεν μπορεί όμως να κατατμηθεί περαιτέρω σε τέσσερα ίσα μερίδια, διότι έτσι θα δημιουργηθούν τέσσερα μη άρτια και μη οικοδομήσιμα οικόπεδα εμβαδού 59,24 μέτρων το καθένα, γεγονός που δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Επομένως το επίκοινο αυτό οικόπεδο θα υπεισέλθει αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες. Η αξία του, με βάση τα συγκριτικά στοιχεία των οικοπέδων που βρίσκονται στην περιοχή κυμαίνεται στο ποσό των 650 ευρώ/τμ περίπου. Η εμπορική αξία του οικοπέδου ανέρχεται σε 154.050 ευρώ. 7) το τεμάχιο 5098γ παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 2200 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση έχει έκταση 2217,41 τμ (περιγράφεται στο διάγραμμα Τ.1, ως τεμάχιο Ε3). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμισή του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Το εν λόγω ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού απαγορεύεται η κατάτμισή του σύμφωνα με το Ν. 431/1968. Η αξία του διαμορφώνεται από την προσδοκία ένταξης στο σχέδιο πόλεως. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 65 ευρώ/τμ και η εμπορική του αξία οικοπέδου σε 144.132 ευρώ. 8) το τεμάχιο 5098β παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 820 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση του έχει έκταση 830,68 τμ (διάγραμμα Τ.1, τεμάχιο Ε2). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμισή του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Το εν λόγω ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού απαγορεύεται η κατάτμισή του σύμφωνα με το Ν. 431/1968. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 65 ευρώ/τμ και η εμπορική αξία του οικοπέδου ανέρχεται σε 53.994 ευρώ.9)το κληροτεμάχιο 4662 παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 130,00 τμ, όπως φαίνεται στο διάγραμμα διανομής. Το κληροτεμάχιο έχει απαλλοτριωθεί εν μέρει από την εθνική οδό και από την παράλληλη οδό ..., έχει καταληφθεί εν μέρει από την ανώνυμη κάθετη προς τη ... οδό και κατά το υπόλοιπο μέρος από την ιδιοκτησία Χ. Β. . Με βάση τα στοιχεία του κτηματολογίου, το σύνολο της εκτάσεως, όπως εμβαδομετρήθηκε από το ψηφιακό αρχείο είναι 143,35 τμ και οι καταλήψεις που έλαβαν χώρα, συνολικού εμβαδού 143,25 τμ , είναι οι εξής : α) εθνική οδός Ηρακλείου-Χανίων ΚΑΕΚ ... κατά 45,86 τμ, β) οδός κάθετος στην οδό ..., ΚΑΕΚ ..., κατά 21,60 τμ, γ) ιδιοκτησία Χ. Β. του Α., ΚΑΕΚ ..., κατά 75,79 τμ. Λόγω του μικρού μεγέθους του επικοίνου ακινήτου και του γεγονότος ότι κατέχεται εν μέρει από το Ελληνικό Δημόσιο, το Δήμο Ηρακλείου και από τον προαναφερόμενο ιδιώτη, θα πρέπει να ενταχθεί αυτούσιο σε μία μερίδα, καθόσον θα είναι ευκολότερη η διαχείριση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την ιδιοκτησία. Κατά το τμήμα της απαλλοτρίωσης του Δημοσίου υπέρ της εθνικής οδού που έχει απαλλοτριωθεί από τη δεκαετία του 1960 και επομένως για την έκταση αυτή από την οποία θα προσδοκώνται δικαιώματα για όποιον συγκύριο το λάβει στη μερίδα του, θα αφαιρεθεί η έκταση των 45,86 τμ και ως έκταση που θα υπεισέλθει στη μερίδα θα πρέπει να υπολογιστεί η κατάληψη της καθέτου προς τη ... ανωνύμου οδού των 21,60 τμ και η κατάληψη από τον ιδιώτη Χ. Β. 75,79 τμ. Η έκταση επομένως του ακινήτου ανέρχεται σε 97,39 τμ (143,25-45,86) και υπεισέρχεται αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 100 ευρώ/τμ και η εμπορική αξία του οικοπέδου ανέρχεται σε 9.739 ευρώ. 10)το τεμάχιο 2186 παραχωρήθηκε ως αγροτικός κλήρος με έκταση 380 τμ και κατά την εμβαδομέτρηση του έχει έκταση 114,92 τμ λόγω απαλλοτριώσεως (φαίνεται στο διάγραμμα Τ.5, ως τεμάχιο Ε9). Δεν περιλαμβάνεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή οικισμού, δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις του ν. 431/1968, όσον αφορά την κατάτμισή του και δεν είναι άρτιο, ούτε οικοδομήσιμο κατά τους ισχύοντες όρους δόμησης. Το εν λόγω ακίνητο μπορεί να υπεισέλθει μόνο αυτούσιο σε μία από τις τέσσερις μερίδες, αφού απαγορεύεται η κατάτμηση του σύμφωνα με το Ν. 431/1968. Η αξία του διαμορφώνεται λόγω της μικρής έκτασης και του πλεονεκτήματος που προσδίδει στον όμορο ιδιοκτήτη η εξαγορά του. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 100 ευρώ/τμ και η εμπορική αξία του οικοπέδου σε 11.492 ευρώ. 11) οικόπεδο στην οδό ..., αριθ.4, προερχόμενο από κληροτεμάχια 1509 και 1507 στο Ατσαλένιο. Το οικόπεδο αυτό βρίσκεται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως στον τομέα 1 του παλαιού σχεδίου, εκτός τειχών πόλεως, όπου ισχύουν οι παρακάτω όροι δόμησης: αρτιότητα πρόσωπο 10 μέτρα, εμβαδό 200 τμ, συντελεστής δόμησης 1,2, κάλυψη 70%, ύψος κατά ΓΟΚ '85. Η αποτύπωση του τεμαχίου αυτού φαίνεται στο διάγραμμα Τ.3. Η συνολική του έκταση είναι 315,61 τμ και το πρόσωπο 12,53 μέτρα. Κατά συνέπεια το τεμάχιο δεν μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερα ίσα μερίδια, καθόσον προκύπτουν μη άρτια οικόπεδα με εμβαδό 50 τμ, και πρόσωπο 2,5 μέτρα το καθένα, γεγονός που αντιβαίνει στις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Εντός του οικοπέδου υπάρχει ερειπωμένο κτίσμα και δεν προσδίδει αξία στο ακίνητο, αφού τα έξοδα κατεδάφισης και απομάκρυνσης των υλικών είναι μεγαλύτερα από την αξία χρήσης ενός τέτοιου κτίσματος. Από τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι η ιδιοκτησία αυτή μπορεί να υπεισέλθει αυτούσια σε μία από τις τέσσερις μερίδες. Η αξία του εδάφους εκτιμάται σε 1000 ευρώ/τμ και η εμπορική αξία του οικοπέδου εκτιμάται σε 315.600,00 ευρώ. Για την εκτίμηση των προαναφερόμενων αξιών του εδάφους και των κτισμάτων ο πραγματογνώμονας Β. Δ. έλαβε υπόψη τον αντικειμενικό προσδιορισμό, τα συγκριτικά στοιχεία της εφορίας, καθώς και αυτά που συγκεντρώνονται από την ελεύθερη αγορά, δηλαδή τα μεσιτικά γραφεία και την γνώση των συνθηκών της οικονομίας. Έτσι η συνολική αξία των επιδίκων ακινήτων ανέρχεται σε 1.459.645 ευρώ και η μέση αξία του μεριδίου κάθε κοινωνού-διαδίκου ανέρχεται σε 364.911 ευρώ (1.459.645 : 4). Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά των επιδίκων ακινήτων, τους περιορισμούς της πολεοδομικής και εποικιστικής νομοθεσίας, ο πραγματογνώμονας αποφαίνεται με σαφήνεια και επιστημονική τεκμηρίωση, ότι είναι δυνατή και συμφέρουσα η αυτούσια διανομή τους, με τη δημιουργία τεσσάρων άνισων μερίδων για την εξίσωση των οποίων ο κάθε συγκύριος που θα λάβει τεμάχια μεγαλύτερης αξίας από αυτή που αναλογεί στη μερίδα του (1/4 εξ αδιαιρέτου), η οποία (αξία) ανέρχεται σε 364.911 ευρώ, θα καταβάλει στους άλλους συγκυρίους ορισμένο χρηματικό ποσό. Για τη δημιουργία των μερίδων έχει ληφθεί υπόψη η πραγματική κατάσταση που επικρατεί στα ακίνητα, καθώς και ότι ορισμένα από αυτά έχουν άμεση δυνατότητα οικοδομικής αξιοποίησης ή είναι ήδη αξιοποιημένα. Τα προνομιούχα αυτά ακίνητα είναι το οικόπεδο στην οδό ... -Ατσαλένιο, το οικόπεδο στην οδό ..., το υπ' αριθμό 5120 επί του οποίου υπάρχει διώροφη κατοικία που έχει ανεγείρει και ήδη κατοικεί ο συγκύριος Ε. Φ. και το ακίνητο που απαρτίζεται από τα υπ' αριθμό 5067 β και 5067 α τεμάχια. Τα εν λόγω ακίνητα τοποθετούνται από ένα στις μερίδες 1, 2, 3 και 4, ώστε να δίνεται η δυνατότητα κάλυψης των στεγαστικών αναγκών και των τεσσάρων συγκυρίων που αποτελεί θέμα βασικό και κύριο για τον αστικό και περαστικό χώρο. Εξασφαλίζεται επίσης με τη διανομή σε κάθε μερίδα γη σε συνεχόμενο ή ανεξάρτητο ακίνητο για την άσκηση αγροτικών δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα, η μερίδα 1 θα περιλαμβάνει αυτούσια τα τεμάχια 5067γ, το οικόπεδο στην οδό ... προερχόμενο απ τα κληροτεμάχια 1507 και 1509, συνολικής αξίας 366.586 ευρώ και ο συγκύριος στον οποίο θα περιέλθει η μερίδα αυτή με επιδίκαση θα καταβάλει το εξισωτικό ποσό των 1675 ευρώ, η μερίδα 2 περιλαμβάνει αυτούσια τα τεμάχια 5098β, 5226 (οικόπεδο στην οδό ...) και 5098γ, συνολικής αξίας 352.176 ευρώ και ο συγκύριος, στον οποίο θα περιέλθει η μερίδα αυτή με επιδίκαση, θα λάβει το ποσό των 12.735 ευρώ, η μερίδα 3 περιλαμβάνει αυτούσια τα τεμάχια 5120 επι του οποίου υπάρχει διώροφη κατοικία, 4662, 5098α και 2186, συνολικής αξίας 333.749 ευρώ και ο συγκύριος στον οποίο θα περιέλθει η μερίδα αυτή με επιδίκαση, θα λάβει το εξισωτικό ποσό των 31.162 ευρώ και τέλος η μερίδα 4 περιλαμβάνει αυτούσια τα τεμάχια 5067β, 5067α από τα οποία απαρτίζεται ένα ενιαίο ακίνητο, αξίας 407.134 ευρώ και ο συγκύριος στον οποίο θα επιδικασθούν, θα καταβάλει το εξισωτικό ποσό των 42.233 ευρώ. Με τη λύση αυτή που προτείνει ο πραγματογνώμονας είναι πρόδηλο ότι είναι τεχνικά δυνατή και οικονομικά, συμφέρουσα η αυτούσια διανομή των επίκοινων ακινήτων, αφού δεν επέρχεται κατάτμηση του καθενός από αυτά, ώστε να μειώνεται η αξία του, αλλά κατανέμονται αυτούσια σε τέσσερα άνισα μέρη για την εξίσωση των οποίων θα καταβληθούν τα προαναφερόμενα χρηματικά ποσά (άρθρα 480 παρ.2 και 481 περ.2 Κ.Πολ.Δ). Η υπ' αριθμό 13/2010 έκθεση πραγματογνωμοσύνης που συνέταξε ο πραγματογνώμονας Β. Δ. κρίνεται επαρκώς αιτιολογημένη και απαντά στο κρίσιμο ζήτημα που έταξε η 121/2004 προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου αυτού για τη δυνατότητα ή όχι της αυτούσιας διανομής των επίκοινων ακινήτων. Πρέπει να σημειωθεί ότι η τεχνική έκθεση του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού Κ. Μ., που συντάχθηκε κατ' εντολή του εναγομένου ήδη εκκαλούντος -εφεσίβλητου και εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πραγματογνωμοσύνη του διορισμένου από το Δικαστήριο πραγματογνώμονα Β. Δ. περιέχει σφάλματα ως προς την αξία κυρίως των ακινήτων, τα οποία ενδεικτικά αναφέρει, χωρίς να προσδιορίζει την πραγματική τους αξία και να προτείνει λύσεις, ώστε να κριθεί με ποιον συμφέροντα για τους συγκυρίους τρόπο είναι δυνατή η αυτούσια διανομή, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι εκκαλών -εναγόμενος με την έφεσή του παραπονείται για τον τρόπο διανομής, ότι δηλαδή πρέπει να επιτευχθεί με αυτούσια διανομή και όχι με πλειστηριασμό ... . 
Με βάση τα παραπάνω αναφερόμενα πρέπει να διαταχθεί η αυτούσια διανομή των επίκοινων ακινήτων με την κατανομή τους τέσσερα άνισα μέρη για την εξίσωση των οποίων θα καταβληθούν τα προαναφερόμενα χρηματικά ποσά. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 486 παρ.2 Κ.Πολ.Δ, εφόσον τα μέρη που σχηματίστηκαν είναι άνισα ή αυτούσια διανομή θα γίνει με επιδίκαση στους διαδίκους ως εξής: 1) ο ενάγων Ν. Φ. θα λάβει τη μερίδα 1 που αποτελείται από τα κληροτεμάχια με αριθμούς 5067γ, 1507 και 1509 και θα καταβάλει το εξισωτικό ποσό των 1675,00 ευρώ Α, 2) ο ενάγων Α. Φ. θα λάβει τη μερίδα 2 που αποτελείται από τα κληροτεμάχια με αριθμούς 5098β, 5226 και 5098 γ, καθώς και το εξισωτικό ποσό των 12.735,00 ευρώ, 3) ο εναγόμενος Ε. Φ. θα λάβει τη μερίδα 3 που αποτελείται από τα κληροτεμάχια 5120 στο οποίο υφίσταται διώροφος οικία στην οποία κατοικεί, 4662, 5098α και 2186, καθώς και το εξισωτικό ποσό των 31.162,ευρώ και 4 ) ο ενάγων Π. Φ. θα λάβει τη μερίδα 4 που αποτελείται από τα κληροτεμάχια με αριθμούς 5067β, 5067α και θα καταβάλλει το ποσό των 42.223.00 ευρώ". 
Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο δέχθηκε τις εφέσεις των διαδίκων ως βάσιμες κατ' ουσίαν, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, που είχε απορρίψει την αγωγή κατά την κύρια, περί αυτούσιας διανομής, βάση της και είχε κάνει δεκτή την επικουρική, περί πωλήσεως με πλειστηριασμό των διανεμητέων και διανομής του εκπλειστηριάσματος και αφού αναδίκασε την υπόθεση, έκανε δεκτή την αγωγή, κατά την κύρια, περί αυτουσίας διανομής βάση της και αφού προσδιόρισε την αξία των διανεμητέων σε 1.459,645 ευρώ, υπολογίζοντας σ'αυτήν και το υπό στοιχείο 5 ακίνητο με την επ' αυτού αυθαίρετη και εξαιρεθείσα της κατεδαφίσεως οικοδομή, για την οποία έχει επιβληθεί πρόστιμο διατήρησης, στη συνέχεια αφού προσδιόρισε την αξία της κάθε απονεμητέας μερίδας στο 1/4 του ποσού αυτού, ήτοι σε 364.911 ευρώ (1.459.645: 4) προσδιόρισε τα ακίνητα που αντιστοιχούν στην κάθε μερίδα και όρισε τα απαιτούμενα για την εξίσωση των εν λόγω προκυψασών ανίσων μερίδων ποσά. Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε ευθέως, ούτε και εκ πλαγίου την προδιαληφθείσα ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 17 παρ.10 του Ν. 1337/1983, αφού υπό τα ως άνω, ανελέγκτως, γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ως προς το υπό στοιχείο 5 εκτός σχεδίου πόλεως ακίνητο, στο οποίο, κατά τα ανελέγκτως γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά η ανεγερθείσα και αρμοδίως με τις από 6-8-1988 και 31-7-1997 εκθέσεις αυτοψίας των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Δήμου Ηρακλείου, χαρακτηρισθείσα αυθαίρετη οικοδομή, είχε εξαιρεθεί της κατεδαφίσεως, κριθείσα οριστικά διατηρητέα και είχε επιβληθεί στον φερόμενο ως ιδιοκτήτη της - αναιρεσείοντα, πρόστιμο διατήρησης και επομένως δεν ίσχυαν ως προς την οικοδομή αυτή και το οικόπεδο στο οποίο είχε ανεγερθεί οι απαγορεύσεις της παραπάνω διατάξεως και ορθά έγινε δεκτό ότι το όλο ακίνητο (οικόπεδο και οικοδομή) μπορούσε αυτούσιο "να υπεισέλθει σε μία από τις τέσσερις μερίδες". Η όντως ατελής στο σημείο αυτό (φύλλο 4β) επίκληση από την προσβαλλομένη απόφαση της παραπάνω νομικής διατάξεως του άρθρου 17 παρ.10 του Ν. 1337/1983 δεν ιδρύει, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη την επικαλούμενη παραβίαση (ΑΠ 1199/2012), ενώ περαιτέρω η εν λόγω ατελής επίκληση των συνεπειών της διατάξεως αυτής δεν ενέχει αντίφαση με τις προαναφερθείσες παραδοχές της αποφάσεως, αφού οι συνέπειες αυτές δεν αφορούν το ένδικο υπό στοιχ.5 ακίνητο, για το οποίο έχει επιβληθεί πρόστιμο διατήρησης (και συνακόλουθα έχει κριθεί μη κατεδαφιστέο και οριστικά διατηρητέο ως κτίσμα προγενέστερο του 1983). Επομένως ο υποστηρίζων τα αντίθετα πρώτος λόγος της αναιρέσεως κατά το πρώτο και τρίτο σκέλος του και από τις διατάξεις των αριθμών 1 και 19 αντίστοιχα του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν στέρησε την απόφαση του από νόμιμη βάση και δεν παραβίασε εκ πλαγίου τις οικείες και παραλλήλως ισχύουσες ουσιαστικού δικαίου περί διανομής διατάξεις του ΑΚ και του ΚΠολΔ (799, 800 ΑΚ και 486 παρ.2 ΚΠολΔ), αφού εξέθεσε σ' αυτήν (απόφαση) χωρίς αντιφάσεις και με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αποδειχθέντα και που ήταν αναγκαία για την ουσιαστική βασιμότητα της κυρίας βάσεως της αγωγής για αυτούσια διανομή των επικοίνων ακινήτων με επιδίκαση στους συνιδιοκτήτες - κοινωνούς - διαδίκους των ανίσων μερίδων και τον καθορισμό της οφειλομένης ή δικαιουμένης για την εξίσωση των ανίσων αυτών μερών αποζημίωσης. Η αιτίαση περί ανεπαρκούς αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως ως προς τον τρόπο καταρτίσεως των μερίδων και αναφορικά με την κρίση της ως προς το ότι κάποια ακίνητα είναι προνομιούχα είναι απαράδεκτη, καθόσον υπό την επίφαση της ανεπαρκούς αιτιολογίας πλήττει την περί τα πράγματα και ως προς την αξιολόγηση των αποδείξεων ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου (ΑΠ 834/2013). Εξάλλου η από το άρθρο 486 παρ.1 ΚΠολΔ αιτίαση περί λήψεως υπόψη μη νόμιμα προταθέντος ισχυρισμού ανεξάρτητα από το ότι δεν ιδρύει τον ερευνώμενο από τη διάταξη του αριθμού 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγο, στηρίζεται επί της εσφαλμένης προϋποθέσεως ότι εφαρμόσθηκε η διάταξη αυτή, πράγμα το οποίο όμως δεν συνέβη, αφού δεν προέκυψε περίπτωση κληρώσεως ίσων μερίδων ή επιδικάσεως κοινής μερίδας χωρίς κλήρωση. Ενόψει τούτων ο πρώτος λόγος της αναιρέσεως και κατά το δεύτερο σκέλος του πρέπει να απορριφθεί.
Επειδή, κατά το άρθρο 559 αρ.8 εδ.β ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά το νόμο, δεν έλαβε υπόψη του πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. "Πράγματα" κατά την έννοια της διατάξεως αυτής είναι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που υπό την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασής τους συγκροτούν την ιστορική βάση και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό, είτε ως αμυντικό (Ολ.ΑΠ 25/2003, ΑΠ 609/2013). Ακόμη "πράγμα" είναι κάθε περιστατικό, που αφηρημένως λαμβανόμενο οδηγεί, κατά νόμο, στη γέννηση ή κατάλυση του ασκουμένου με την αγωγή ή ένσταση δικαιώματος, ανεξάρτητα από τη βασιμότητά τους, η οποία είναι ζητούμενο της αποδεικτικής διαδικασίας και όχι προϋπόθεση αυτοτέλειας του ισχυρισμού (ΑΠ 197/2013). Ενόψει τούτων δεν αποτελούν "πράγματα" με την παραπάνω έννοια οι αιτιολογημένες αρνήσεις, οι νομικές αναλύσεις, καθώς και τα επιχειρήματα των διαδίκων, νομικά ή πραγματικά που αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων. Επίσης δεν αποτελούν "πράγματα", τα κατά τα άρθρα 270 παρ.2, 671 παρ.1 και 339 ΚΠολΔ αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων είναι και οι ως έγγραφα ρυθμιζόμενα ειδικά από το νόμο και εκτιμώμενες ελευθέρως εκθέσεις των διοριζομένων από τους διαδίκους, σε περίπτωση διεξαγωγής, κατά δικαστική επιταγή πραγ/νης, τεχνικών συμβούλων (άρθρ.391, 390 ΚΠολΔ ΑΠ 481/2013) η μη λήψη υπόψη των οποίων δεν ιδρύει τον ερευνώμενο εκ της διατάξεως του αριθμού 8 περ.β του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγο (ΑΠ 87/2013). 
Στην προκειμένη περίπτωση με τον δεύτερο λόγο της αναιρέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια ότι μολονότι κάνει αναφορά στο περιεχόμενο της από 13.8.2010 τεχνικής έκθεσης, του διορισθέντα από τον αναιρεσείοντα τεχνικού συμβούλου τοπογράφου - μηχανικού Κ. Μ., η οποία ανέκρουε τα συμπεράσματα της γνωμοδότησης του διορισθέντα από το δικαστήριο ως πραγ/να Β. Δ., εν τούτοις δεν λαμβάνει υπόψη τα συμπεράσματά της, που θα οδηγούσαν το δικαστήριο στην κρίση περί διεξαγωγής νέας πραγ/νης. Ο λόγος αυτός ως αιτίαση από την ερευνώμενη διάταξη του αριθμού 8 περ.β του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι απαράδεκτος αφού, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, η επικαλούμενη έκθεση του τεχνικού συμβούλου δεν είναι πράγμα κατά την προεκτεθείσα στη νομική σκέψη έννοια, ούτε και τα εξ αυτής συμπεράσματα, τα οποία αφορούν στην αξιολόγηση και εκτίμηση των αποδείξεων. Ενόψει τούτων ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, ενώ προσέτι είναι απορριπτέος και γιατί η επικαλουμένη αιτίαση δεν αφορά στο ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα συμπεράσματα και οι εκτιμήσεις της τεχνικής αυτής εκθέσεως, αλλά στο ότι δεν έγιναν δεκτά.
Επειδή, κατά το άρθρο 559 αριθμ. 9 περ.γ'ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο άφησε αδίκαστη αίτηση. Ως "αίτηση" νοείται και κάθε μη αυτοτελής αίτηση των διαδίκων στη διαδρομή του δικαστικού αγώνα, εφόσον προκαλεί την ενέργεια του δικαστηρίου και συντελεί έτσι στην εξέλιξη της διαδικασίας, για το σκοπό έκδοσης οριστικής απόφασης, εφόσον αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο δίκης. Τέτοιες "αιτήσεις" είναι και οι διαδικαστικές, εφόσον όμως είναι υποχρεωτικές για το δικαστήριο της ουσίας και όχι όταν αυτές υπόκεινται στην κυριαρχική του εξουσία. Δεν ιδρύεται συνεπώς ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο απέρριψε ρητώς ή σιωπηρώς το αίτημα για διεξαγωγή νέας πραγ/νης ή συμπλήρωσης της παλαιάς, καθόσον τούτο, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 368, 387 και 388 ΚΠολΔ ανήκει στην διακριτική του ευχέρεια, η οποία δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 87/2013). Μάλιστα το δικαστήριο της ουσίας δεν υποχρεούται να δικαιολογήσει την οικεία απορριπτική του κρίση, καθόσον το σχετικό αίτημα δεν αποτελεί "ζήτημα" κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 559 αρ.19. Τα ίδια ισχύουν και επί αιτήματος διεξαγωγής πραγ/νης, με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 368 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά την οποία αν κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει την διεξαγωγή πραγ/νης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται "ιδιάζουσες" γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, τότε αυτό υποχρεούται να διορίσει πραγ/να, υποπίπτονας διαφορετικά στην ερευνώμενη πλημμέλεια της διατάξεως του αριθμού 9 του άρθρου 559, αλλά και σε εκείνη του αριθμού 10 (ΑΠ 754/2011, ΑΠ 1103/2011). Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο της αναιρέσεως και με την επίκληση της προλαβούσας διάταξης του αριθμού 9 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια ότι άφησε αδίκαστη την αίτηση του αναιρεσείοντος - εκκαλούντος περί διεξαγωγής νέας πραγ/νης ή συμπληρώσεως της ήδη διεξαχθείσας και έτσι υπέπεσε στην πλημμέλεια του να δεχθεί την ήδη διεξαχθείσα πραγ/νη του διορισθέντος από το δικαστήριο πραγ/νος, χωρίς να διατάξει συμπληρωματική απόδειξη. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση (αρθρ. 561 παρ.1 ΚΠολΔ) της προσβαλλομένης αποφάσεως, το οικείο αίτημα έχει ρητά απορριφθεί και μάλιστα αιτιολογημένα, χωρίς τούτο, δηλ. η αιτιολόγηση, να είναι απαραίτητο, καθόσον, όπως αναφέρεται και στη νομική σκέψη το εν λόγω αίτημα δεν αποτελεί "ζήτημα" κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 559 αρ.19 (σελ.12-13 της προσβαλλομένης - δύο τελευταίο, και δύο πρώτοι αντίστοιχα στίχοι των σελίδων αυτών). Ενόψει τούτων δεν έμεινε αδίκαστη αίτηση, η επί της οποίας απόφανση ρητή ή σιωπηρή, σε κάθε περίπτωση, δεν δημιουργούσε λόγο αναίρεσης, ως αναγομένη στην ανελέγκτη αναιρετικά διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, στην οποία γενικά ανήκει η απόφανση περί συμπληρώσεως των αποδείξεων, ενώ η αιτίαση περί εσφαλμένης αποδοχής του πορίσματος της δικαστικής πραγ/νης είναι απαράδεκτη, ως αναγομένη στην κατά το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την εκτίμηση, στάθμιση και αξιολόγηση αποδεικτικού μέσου (ΑΠ 197/2013, ΑΠ 834/2013). Ενόψει τούτων ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί.
Επειδή, κατά το άρθρο 559 αριθμ. 11 περ.γ' του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από τη διάταξη αυτή συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 335, 338 έως 340 και 346 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει δικανική πεποίθηση για τη βασιμότητα των πραγματικών ισχυρισμών των διαδίκων, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, οφείλει να λάβει υπόψη του τα νομίμως προσκομισθέντα, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικτικά μέσα εφόσον γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση αυτών από τον διάδικο (Ολ.ΑΠ 23/2008, ΑΠ 481/2013). Καμιά ωστόσο διάταξη δεν επιβάλλει την ειδική μνεία και τη χωριστή αξιολόγηση καθενός από τα αποδεικτικά μέσα, που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, αλλά αρκεί η γενική μνεία των κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, ενώ η έκθεση των κατά το άρθρο 391 ΚΠολΔ τεχνικών συμβούλων, δεν είναι, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω στον δεύτερο λόγο, ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, αλλά έγγραφο που ρυθμίζεται "ειδικά" και η μνεία της απόφασης ότι "λήφθηκαν υπόψη όλα τα έγγραφα" καλύπτει και αυτές (Ολ.ΑΠ 8, 12/2005, ΑΠ 483/2013, ΑΠ 495/2013). Μόνο αν από τη γενική ή και ρητή ακόμη αναφορά, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της απόφασης, δεν προκύπτει κατά τρόπο αναμφίβολο (Ολ.ΑΠ 2/2008) ή κατ'άλλη έκφραση αδιστάκτως βέβαιο (Ολ.ΑΠ 13-14-15/2005) ότι λήφθηκε υπόψη κάποιο συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο στοιχειοθετείται ο αναιρετικός αυτός λόγος (ΑΠ 87, 481, 483, 495/2013). 
Στην προκειμένη περίπτωση με τον τέταρτο λόγο της αναιρέσεως και με την επίκληση της προλαβούσας διατάξεως του αριθμού 11 περ.γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια ότι δεν έλαβε υπόψη το επί μέρους πόρισμα και τις οικείες αιτιολογίες της από 13-8-2010 τεχνικής έκθεσης του τεχνικού συμβούλου Κ. Μ., κατά το οποίο πόρισμα "τμήμα του 5120 κληροτεμαχίου, όπως το αποτυπώνει η πραγ/νη αποτελεί τμήμα του Ελληνικού Δημοσίου", με αποτέλεσμα το εδαφικό αυτό τμήμα να περιληφθεί στο 5120 τεμάχιο της μερίδας του αναιρεσείοντα, το οποίο ως εκ τούτου, υπολείπεται κατά πολύ της αξίας που του προσέδωσε ο πραγ/νας και ότι η προσβαλλομένη απόφαση είναι άδικη κατά τη μερίδα που του επιδικάζει, καθόσον αν έκρινε ορθά θα έπρεπε για την εξίσωση των μερίδων να του επιδικάσει επιπλέον το ποσό των 240.000 ευρώ. Οι πλημμέλειες αυτές δεν αφορούν στο ότι δεν λήφθηκε υπόψη η τεχνική έκθεση, αλλά στο ότι δεν έγινε δεκτό το πόρισμα της και ως εκ τούτου στα πλαίσια της ερευνώμενης διάταξης του άρθρου 559 αρ.11 περ.γ ΚΠολΔ είναι αλυσιτελείς και δεν ιδρύουν τον επικαλούμενο λόγο, ενώ προσέτι πλήττουν την ανέλεγκτη, σύμφωνα με το άρθρο 561 ΚΠολΔ, κρίση του δικαστηρίου ως προς την εκτίμηση, στάθμιση και αξιολόγηση των αποδείξεων και δη της πραγ/νης και της τεχνικής έκθεσης, των οποίων η αποδεικτική αξία είναι ισοδύναμη (άρθρ.387, 390 και 340 ΚΠολΔ ΑΠ 179/2013), ενώ η συνεκτίμηση τους με άλλα αποδεικτικά μέσα αναιρετικά ανέλεγκτη (ΑΠ 87/2013).
Επειδή, η παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, τα οποία πρέπει να καθορίζονται (ΑΠ 567/2013) ιδρύει τον από τη διάταξη του αριθμού 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς. Ο λόγος πάντως αυτός δεν ιδρύεται όταν τα διδάγματα της κοινής πείρας χρησίμευσαν προς έμμεση απόδειξη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και όταν χρησιμοποιούνται για την υπό του δικαστηρίου εξακρίβωση της ύπαρξης πραγματικών περιστατικών ή την αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων και τη συναγωγή πραγματικών επιχειρημάτων, γιατί στις περιπτώσεις αυτές πρόκειται για εκτίμηση πραγμάτων, εκφεύγουσα, κατά το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, του ακυρωτικού ελέγχου (Ολ.ΑΠ 9-13/2005, ΑΠ 567/2013, ΑΠ 92/2013, ΑΠ 87/2013). 
Στην προκειμένη περίπτωση με τον πέμπτο λόγο της αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια ότι κατά παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας δέχθηκε ότι το απονεμηθέν (επιδικασθέν) στον αναιρεσείοντα υπ' αριθμ. 5120 ακίνητο είναι προνομιούχο γιατί βρίσκεται σ' αυτό οικοδομή, ενώ τόσο το εν λόγω ακίνητο, όσο και τα λοιπά απονεμηθέντα σ' αυτό (αναιρεσείοντα) δεν είναι προνομιούχα, αφού βρίσκονται σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως και είναι μη άρτια, και μη οικοδομήσιμα. Ο λόγος αυτός αιτώμενος την μη χρησιμοποίηση των, κατά τη γνώμη του αναιρεσείοντος, διδαγμάτων της κοινής πείρας για την εκτίμηση των ιδιοτήτων των απονεμηθέντων ακινήτων ως προνομιούχων και όχι για την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή για την υπαγωγή σ' αυτούς (στους κανόνες δικαίου) πραγματικών περιστατικών είναι απαράδεκτος (Ολ.ΑΠ 9-13/2005). Τούτο ανεξάρτητα από το ότι δεν είναι δίδαγμα της κοινής πείρας, αλλά απλή διαπίστωση πραγματικών περιστατικών, το ότι ένα οικόπεδο εκτός σχεδίου πόλεως, μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, υπολείπεται κατ' αξίαν ομοίου οικοπέδου με τις αντίθετες ιδιότητες. Ενόψει τούτων και ο λόγος αυτός, καθώς και η αναίρεση στο σύνολό της, πρέπει να απορριφθούν. Ο αναιρεσείων, ως ηττώμενος διάδικος, πρέπει να καταδικασθεί στην ξεχωριστή δικαστική δαπάνη των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων και του τρίτου, αφού αυτοί είχαν διαφορετική νομική εκπροσώπηση (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ - ΑΠ 609/2013), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 
Απορρίπτει την από 6-5-2011 αίτηση αναιρέσεως του Ε. Φ. του Σ., περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 42/2011 αποφάσεως του Εφετείου Κρήτης.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ για τους δύο πρώτους αναιρεσίβλητους και σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ για τον τρίτο από αυτούς.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Μαΐου 2013. 
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 28 Μαΐου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

Δεν υπάρχουν σχόλια: