Απόφαση 2076 / 2014 (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική, Αποδεικτικά μέσα, Διανομή, Κληρονομία .
Περίληψη:
Διανομή κληρονομιαίων ακινήτων, αναγνωριστική κληρονομικού δικαιώματος και υποχρέωσης συνεισφοράς. Επαναφορά..
στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο των επικληθέντων και προσκομισθέντων στο πρωτοβάθμιο αποδεικτικών μέσων. Δεν καλύπτονται οι προϋποθέσεις του άρθρου 240 ΚΠολΔ, με γενική αναφορά ή προσάρτηση πρωτοδίκων προτάσεων, χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επανυποβαλλομένων προτάσεων. Αναιρείται η απόφαση διότι η αναφορά των προτάσεων στα υπ’ αριθμ. 1 έως και 20 έγγραφα των πρωτοδίκων προτάσεων καλύπτει τις προϋποθέσεις του νόμου.
Αριθμός 2076/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ευγενία Προγάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 17 Σεπτεμβρίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Χ. Σ. του Α. και 2) Δ. Σ. του Α., κατοίκων Μεθάνων, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Μιχαήλ Μιχαλόπουλο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Β. συζ. Η. Α. και 2) Μ. συζ. Γ. Π., κατοίκων ..., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Πρασινάκη, ο οποίος ανακάλεσε την από 12/8/2014 δήλωσή του κατ' άρθρο 242 Κ.Πολ.Δ. και παραστάθηκε αυτοπροσώπως.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17/7/2002 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 374/2005 μη οριστική, 4632/2011 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 100/2013 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 10/9/2013 αίτησή τους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευγενία Προγάκη ανέγνωσε την από 5/9/2014 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη των αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή κατά τη διάταξη του αριθμού 11 περ β του άρθρου 559 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την αληθινή έννοια της διατάξεως αυτής, που προκύπτει και από το συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ.1 στοιχ. β, 346 και 453 §1 ΚΠολΔικ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στη διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενέργειας του δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίστηκαν, νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση, με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση του αποδεικτικού μέσου, όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά, δια των προτάσεων αυτών, σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγούμενης συζήτησης, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του αποδεικτικού μέσου, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 ΚΠολΔικ. Η τελευταία αυτή διάταξη, αναφέρεται βέβαια στον τρόπο επαναφοράς "ισχυρισμών", έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων, λόγω της ταυτότητας του νομικού λόγου. Δεν είναι συνεπώς νόμιμη στην κατ'έφεση δίκη, η επίκληση του αποδεικτικού μέσου προς άμεση ή έμμεση απόδειξη ισχυρισμού, που κατά το άρθρο 335 ΚΠολΔικ έχει ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, όταν στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου περιέχεται γενική μόνο αναφορά σε όλα τα αποδεικτικά μέσα που ο διάδικος είχε επικαλεσθεί και προσκομίσει πρωτοδίκως, χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επανυποβαλλομένων πρωτόδικων προτάσεων, που περιέχεται σαφής και ορισμένη επίκληση του αποδεικτικού μέσου ή με ενσωμάτωση των προτάσεων προηγούμενων συζητήσεως (στις οποίες γίνεται επίκληση των αποδεικτικών μέσων) στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης (Ολ ΑΠ 23/2008, 14/2005, 9/2000, ΑΠ 504/2014). Στην προκειμένη περίπτωση με τον δεύτερο λόγο της αναιρέσεως και κατά το δεύτερο σκέλος του, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η, από την παραπάνω διάταξη του αριθμού 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, πλημμέλεια, κατά την οποία το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τις νόμιμα ληφθείσες ενώπιον της συμβολαιογράφου Καλαυρίας Φ. Μανιάτη - Κυπριωτάκη ένορκες βεβαιώσεις, με αριθμούς ..., ..., ..., ... και ... στις οποίες οι εξετασθέντες μάρτυρες περιγράφουν την κατάσταση και τη δυνατότητα διανομής των υπ'αριθμ. 1, 3, 4 και 7 ενδίκων διανεμητέων ακινήτων, με την αιτιολογία ότι τα αποδεικτικά αυτά μέσα που ειδικά αναφέρονται στην προσβαλλομένη απόφαση (φύλλο 4β) δεν είχαν επαναφερθεί νόμιμα στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με τις ενώπιόν του κατατεθείσες από 17.1.2013 προτάσεις των εκκαλουσών - αναιρεσειουσών και δη με παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επανυποβληθεισών, πρωτοδίκων προτάσεων. Πλην όμως όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των επίμαχων προτάσεων, σ'αυτές αναφέρεται ότι οι αναιρεσείουσες - εκκαλούσες προσκομίζουν και επικαλούνται όλα τα αποδεικτικά μέσα, που στις πρωτόδικες προτάσεις, φέρουν τον αριθμό 1 έως και 20. Η παραπομπή αυτή ως προς τα εν λόγω αποδεικτικά μέσα, που στις επανυποβαλλόμενες προτάσεις φέρουν τους αριθμούς 1 έως και 20 και στα οποία περιλαμβάνονται και οι παραπάνω ένορκες βεβαιώσεις καλύπτουν τις, κατά το άρθρο 240 ΚΠολΔ, προϋποθέσεις της νόμιμης, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, επαναφοράς. Ενόψει τούτων ως προς τις εν λόγω ένορκες βεβαιώσεις και ειδικότερα τις τρείς πρότερον χρονολογικά ληφθείσες (άρθρο 270 § 2 εδ. γ) στοιχειοθετείται ο ερευνώμενος, από τη διάταξη του άρθρου 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔικ λόγος αναιρέσεως, ο οποίος και πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ενώ ως προς τον αριθμητικό περιορισμό των ενόρκων βεβαιώσεων που θα ληφθούν υπόψη, πρέπει να λεχθεί ότι οι αναφερόμενες στο πρώτο μέρος του ίδιου λόγου υπ'αριθμ. 2801/2010 και 1211/2011 ένορκες βεβαιώσεις, που λήφθηκαν στον Ειρηνοδίκη Αθηνών και Πειραιά αντίστοιχα, είναι ως αποδεικτικά μέσα, έγγραφα και όχι ένορκες βεβαιώσεις, καθόσον δεν είχαν ληφθεί για την ένδικη υπόθεση, αλλά για άλλες, μεταξύ των διαδίκων αγωγές (ΑΠ 504/2014). Κατ'ακολουθίαν τούτων, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, πλην των πρότερων δικασάντων (άρθρο 580 § 3 ΚΠολΔικ), ενώ πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στις αναιρεσείουσες του κατατεθέντος από αυτές παραβόλου (άρθρ. 495 § 4 ΚΠολΔικ). Οι αναιρεσίβλητοι, ως ηττώμενοι διάδικοι, πρέπει να καταδικασθούν στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσειουσών (άρθρ. 176, 180 § 1 και 183 ΚΠολΔικ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 100/2013 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο Εφετείο Πειραιώς, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, πλην αυτών που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση.
Διατάσσει την επιστροφή στους αναιρεσείοντες του κατατεθέντος από αυτές, παραβόλου.
Καταδικάζει τις αναιρεσίβλητες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) Ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 14 Οκτωβρίου 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 19 Νοεμβρίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου