
Φορολογία Εισοδήματος. Προσφυγή κατά εκκαθαριστικού σημειώματος φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Παρακρατηθείς φόρος επί τόκων ασφαλιστικής αποζημίωσης αποτελεί εισόδημα από κινητές αξίες.
Απόφαση 4072/2015
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Ι΄ ΤΜΗΜΑ
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2014, με Δικαστή την Όλγα Μιμηκοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Άννα Χριστιανού, δικαστικό υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή με α/α και ημερομηνία κατάθεσης 176/21.12.2007 ( αριθμός και ημερομηνία καταχώρισης Πρωτ. 1118/04.09.2008 ),
τ ο υ …, κατοίκου Θεσσαλονίκης ( …), ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Αριστοτέλη Πριόβολου,
κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται εν προκειμένω από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ( Δ.Ο.Υ. ) Νεάπολης Θεσσαλονίκης και ήδη Ε΄ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης και δεν παραστάθηκε.
Μ ε λ έ τ η σ ε τ η δ ι κ ο γ ρ α φ ί α
Σ κ έ φ θ η κ ε σ ύ μ φ ω ν α μ ε τ ο Ν ό μ ο
Η κ ρ ί σ η τ ο υ ε ί ν α ι η ε ξ ή ς :
1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο ( βλ. σχ. τα υπ’ αριθ. 40339441, 2840956, 3726752, 5724275 και 2840959 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄ ) επιδιώκεται: α) η ακύρωση και επικουρικώς η μεταρρύθμιση του από 31.08.2007 ( αρ. δήλωσης 142271, αρ. ειδοπ. 40500 ) εκκαθαριστικού σημειώματος φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων του Προϊσταμένου της ( πρώην ) Δ.Ο.Υ. Νεάπολης Θεσσαλονίκης οικονομικού έτους 2007, κατά το μέρος που δεν λήφθηκε υπόψη προς συμφηψισμό ή επιστροφή ποσό ύψους 120.276,29 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε παρακρατηθέντα φόρο ποσοστού 20% επί τόκων ασφαλιστικής αποζημίωσης που εισέπραξε ο προσφεύγων, β) η διενέργεια νέας εκκαθάρισης φόρου για το ως άνω οικονομικό έτος καθώς και γ) η έντοκη επιστροφή στον προσφεύγοντα του ως άνω ποσού των 120.276,29 ευρώ.
2. Επειδή, νομίμως εχώρησε η συζήτηση της υπόθεσης παρά την απουσία του καθού Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα ( βλ. σχ. το από 20.08.2013 αποδεικτικό κλήσης της επιμελήτριας δικαστηρίων, Αναστασίας Σοφιάδου ). Επομένως, η προσφυγή αυτή, η οποία κατά τα λοιπά ασκήθηκε εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα κατ’ ουσίαν.
3. Επειδή, στο άρθρο 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ( Κ.Φ.Ε., ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2238/1994, ΦΕΚ Α΄ 151 ) ορίζεται ότι: «Επιβάλλεται φόρος στο συνολικό καθαρό εισόδημα που προκύπτει είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή και αποκτάται από κάθε φυσικό πρόσωπο για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2», στο άρθρο 2 ότι: «Σε φόρο υπόκειται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο αποκτά εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την ιθαγένεια και τον τόπο κατοικίας ή διαμονής του», στο άρθρο 24 ότι: «1. Εισόδημα από κινητές αξίες είναι αυτό που αποκτάται κάθε οικονομικό έτος από κάθε δικαιούχο κινητών αξιών, το οποίο προκύπτει: α)…., β)…. γ) Από τόκους κάθε τίτλου έντοκης κατάθεσης τοις μετρητοίς ή εγγύησης, καθώς και κάθε τίτλου χρεωστικού με υποθήκη, ενέχυρο ή όχι, από εκείνους που δεν περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄. Ομοίως, το εισόδημα από τόκους που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση, εξαιρουμένων αυτών που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 25 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του παρόντος ( όπως το τελευταίο εδάφιο της περ. γ΄ αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2873/2000, ΦΕΚ Α΄ 285/28.12.2000 και άρχισε να ισχύει για τα εισοδήματα που αποκτούνται από 01.01.2001 κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 50 του ίδιου νόμου ), δ)…». Περαιτέρω, στο άρθρο 25 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1..2…3…4. Οι τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές, οι τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων και οι προκύπτοντες τόκοι υπερημερίας, λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος δεν λογίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες, αλλά ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, με την προϋπόθεση ότι αυτός που αποκτά το εισόδημα αυτό ασκεί εμπορική γενικά επιχείρηση στην Ελλάδα, ή προκειμένου για αλλοδαπό, ότι αυτός έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και οι τόκοι προέρχονται από εργασίες της μόνιμης αυτής εγκατάστασης. Ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λογίζονται και οι τόκοι της παραγράφου αυτής που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση», στο δε άρθρο 48 ορίζεται ότι: «1…2….3….4. Ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα λογίζονται και οι πάσης φύσεως τόκοι που καταβάλλονται σε αρχιτέκτονες, μηχανικούς και τοπογράφους λόγω καθυστέρησης είσπραξης των αμοιβών τους για προσφερθείσες από αυτούς υπηρεσίες, που εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού», στο άρθρο 54 ότι: «1…2…3…4. Στα λοιπά εισοδήματα των άρθρων 24 και 25 ενεργείται παρακράτηση, έναντι του φόρου που αναλογεί, με συντελεστή είκοσι τοις εκατό ( 20% ), επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 12 του παρόντος ( όπως η παρ. αυτή αναριθμήθηκε σε 4 με την παρ. 3 του άρθρου 16α του ν. 2459/1997, ΦΕΚ Α΄ 17». Τέλος, στο άρθρο 66 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Ο προϊστάμενος της ελεγκτικής υπηρεσίας ελέγχει την ακρίβεια των επιδιδόμενων δηλώσεων και προβαίνει σε έρευνα για την εξακρίβωση των υπόχρεων που δεν έχουν υποβάλει δήλωση. Για το σκοπό αυτό δικαιούται: α. Να καλεί εγγράφως τον υπόχρεο, ανεξάρτητα αν έχει υποβάλει ή όχι φορολογική δήλωση, να δώσει μέσα σε τακτή και σύντομη προθεσμία, είτε αυτοπροσώπως είτε με εντολοδόχο που ορίζεται με δήλωσή του προς την ελεγκτική υπηρεσία, τις αναγκαίες διευκρινήσεις και να προσκομίσει κάθε λογαριασμό και κάθε στοιχείο που είναι χρήσιμο για τον καθορισμό του εισοδήματος. β..γ..δ..ε.. 2. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά τον υπολογισμό και την εκκαθάριση του φόρου δεν λαμβάνει υπόψη λέξεις, ποσά και αριθμούς που έχουν αναγραφεί στις ενδείξεις της ετήσιας δήλωσης του υποχρέου και συνεπάγονται τη διενέργεια μειώσεων ή εκπτώσεων του εισοδήματος ή του φόρου ή διαμορφώνουν το αφορολόγητο ποσό ή την ετήσια «αντικειμενική δαπάνη», εφόσον δεν συνυποβάλλονται από τον υπόχρεο τα νόμιμα στοιχεία που αποδεικνύουν άμεσα τη συνδρομή των προϋποθέσεων, με βάση όσα ορίζονται στις κείμενες διατάξεις. Αριθμητικά λάθη στις αθροίσεις και στις μεταφορές, καθώς και αναριθμητισμοί, που αφορούν στην ορθή συμπλήρωση της ετήσιας δήλωσης του υποχρέου, διορθώνονται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του».
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο προσφεύγων κατέθεσε από κοινού με τη σύζυγό του στην ( πρώην ) Δ.Ο.Υ. Νεάπολης Θεσσαλονίκης την υπ’ αριθ. 24529/23.04.2007 δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2007, στην οποία δήλωσε, μεταξύ άλλων, ζημία από ατομική επιχείρηση ύψους 289.414,34 ευρώ, ζημίες προηγούμενων οικονομικών ετών από ατομική επιχείρηση ύψους 1.220.132,94 ευρώ και ακαθάριστα έσοδα από ατομική επιχείρηση ύψους 1.801.948,26 ευρώ. Εξάλλου, στον Πίνακα 8 της ίδιας δήλωσης, ο οποίος τιτλοφορείται «προκαταβληθέντες – παρακρατηθέντες φόροι» δήλωσε το ποσό 120.276,34 ευρώ στον κωδικό 603 ( φόροι που παρακρατήθηκαν κατά το άρθρο 55 του Κ.Φ.Ε., ήτοι στο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις ), το οποίο αντιστοιχεί σε παρακρατηθέντα φόρο ( ποσοστό 20% ) επί ασφαλιστικής αποζημίωσης που έλαβε κατά τη χρήση 2006. Με τη δήλωσή του αυτή ο προσφεύγων συνυπέβαλε απλό φωτοαντίγραφο γραμματίου είσπραξης της Εθνικής Ασφαλιστικής ύψους 141.926,02 ευρώ ( 120.276,29 ευρώ ως φόρος τόκων από αποζημίωση πυρός και 21.6349,73 ευρώ για χαρτόσημα ), ενώ στις 26.04.2007 υπέβαλε απλό φωτοαντίγραφο της υπ’ αριθ. 65169/24.04.2007 βεβαίωσης της Εθνικής Ασφαλιστικής περί καταβολής σε αυτόν της ως άνω αποζημίωσης. Ακολούθως, ο Προϊστάμενος της ως άνω Δ.Ο.Υ. εξέδωσε το από 05.11.2007 εκκαθαριστικό σημείωμα, με το οποίο δεν προέκυψε χρεωστικό ή πιστωτικό υπόλοιπο φόρου για τον προσφεύγοντα, ενώ δεν ελήφθη υπόψιν η ως άνω εγγραφή στον κωδικό 603 ποσού 120.276,34 ευρώ. Ακολούθως, ο προσφεύγων κατέθεσε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του την υπ’ αριθ. 29023/02.11.2007 αίτησή του με την οποία ζητούσε: α) να του χορηγηθεί επίσημο αντίγραφο της πρωτότυπης δήλωσης, β) να του γίνει εγγράφως γνωστό i) γιατί διαγράφηκε το εν λόγω ποσό την υποβληθείσα δήλωση, ii) γιατί δεν προσκλήθηκε για την παροχή διευκρινήσεων και τυχόν συναίνεσή του στη διαγραφή του εν λόγω ποσού και iii) γιατί δεν έγινε έγγραφη απόρριψη με σχετικό φύλλο ελέγχου του δικαιώματός του δήλωσης του παρακρατηθέντος φόρου. Εξάλλου, με την ίδια αίτηση ζήτησε να αναγνωρισθεί το δικαίωμα δηλώσεως του εν λόγω παρακρατηθέντος φόρου και να γίνει νέα εκκαθάριση του φόρου. Σε απάντηση της αίτησης αυτής, η διάδικος Δ.Ο.Υ. προσκάλεσε τον προσφεύγοντα με το υπ’ αριθ. 31480/29.11.2007 έγγραφο να διορθώσει τη δήλωση αυτή, καθώς και προσκομίσει στοιχεία και εγγραφές στα οικεία βιβλία, πρόσκληση στην οποία ο προσφεύγων ανταποκρίθηκε με το με αρ. πρωτ. 33294/11.12.2007 έγγραφο, με το οποίο γνωστοποίησε περαιτέρω στη Δ.Ο.Υ. ότι δεν τίθεται θέμα διορθώσεως της φορολογικής του δήλωσης, αφού σε αυτή συμπεριελήφθη ο παρακρατηθείς φόρος. Τέλος, η διάδικος Δ.Ο.Υ. ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ( σχ. το υπ’ αριθ. 29023/18.12.2007 έγγραφο που τιτλοφορείται «Γνωστοποίηση» ) ότι εκδόθηκε από το τμήμα ελέγχου η υπ’ αριθ. 518/2007 εντολή ελέγχου της φορολογικής δήλωσής του για το οικονομικό έτος 2007.
5. Επειδή, ήδη με την κρινόμενη προσφυγή και το νομίμως κατατεθέν προς ανάπτυξη των λόγων αυτής υπόμνημα ο προσφεύγων επιδιώκει την ακύρωση και επικουρικώς τη μεταρρύθμιση του με αριθμό δήλωσης 142271 και αριθμό ειδοποίησης 40500 εκκαθαριστικού σημειώματος φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2007 προβάλλοντας ότι μη νομίμως δεν διενεργήθηκε επιστροφή ή συμφηψισμός του ως ποσού των 120.276,34 ευρώ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, στις 09.09.1996 εκδηλώθηκε πυρκαγιά στις εγκαταστάσεις της ατομικής επιχείρησής του ( εργοστάσιο παραγωγής μονωτικών υλικών ), με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αξίωση ασφαλιστικής αποζημίωσης από την «…» στην οποία ήταν αυτό ασφαλισμένο, λόγω δε, μη συμφωνίας του με την ασφαλιστική εταιρεία ως προς το ύψος της αποζημιώσεως, ακολούθησε μακροχρόνιος δικαστικός αγώνας που είχε ως αποτέλεσμα την επιδίκαση αποζημιώσεως υπέρ αυτού και την καταβολή από τη ασφαλιστική εταιρεία στις 10.01.2006 αποζημιώσεως ύψους 513.860,93 ευρώ ως κεφαλαίου και ποσού 601.381,43 ευρώ ως τόκων. Επί των τόκων αυτών, κατά τα προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, η ασφαλιστική εταιρεία παρακράτησε φόρο ύψους 120.276,34 ( 20% επί του ποσού των 601.381,43 ευρώ ), τον οποίο και απέδωσε στην αρμόδια για τη φορολογία της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών και ο οποίος νομίμως και ορθώς δηλώθηκε από τον ίδιο στον κωδικό 603, ήτοι ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις. Περαιτέρω, ο προσφεύγων διατείνεται ότι σε επίσκεψη του πληρεξουσίου δικηγόρου του στην υπηρεσία της αντίδικης Δ.Ο.Υ. διαπίστωσε πως το εν λόγω ποσό είχε διαγραφεί από το πρωτότυπο της δήλωσης, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές τη χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, καθώς η φορολογική αρχή «εξάντλησε την αυστηρότητα και τα όρια της διακριτικής ευχέρειας αλλοιώνοντας και νοθεύοντας τη φορολογική του δήλωση», πράξη που είχε ως αποτέλεσμα τη μη αναγνώριση της επιστροφής του παρακρατηθέντος φόρου. Εξάλλου, κατά τα προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, παρά την προσκόμιση από μέρους του των ζητηθέντων από τη Δ.Ο.Υ. εγγραφών στα οικεία βιβλία, αντί της ικανοποίησης του αιτήματός του για επιστροφή ή συμψηφισμό του ένδικου ποσού του παρακρατηθέντος φόρου, η διάδικος αρχή ζήτησε προφορικά από αυτόν περαιτέρω στοιχεία, όπως α) την απόφαση του Δικαστηρίου που επιδίκασε την αποζημίωση, β) το ασφαλιστήριο και γ) τα ισοζύγια της επιχείρησής του και αντίγραφα των σχετικών λογαριασμών, ενώ δεν λήφθηκαν υπόψη οι συνυποβληθείσες αποδείξεις πληρωμής ( γραμμάτιο είσπραξης ) της ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά ούτε και η βεβαίωση της εταιρείας αυτής περί εξόφλησης κεφαλαίου ασφαλιστικής αποζημίωσης ύψους 513.860,93 ευρώ και τόκων ύψους 601.381,43 ευρώ, την οποία υπέβαλε ο ίδιος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. στις 26.04.2007, ήτοι λίγες ημέρες πριν την εκπνοή της προθεσμίας για υποβολή φορολογικής δήλωσης. Τέλος, ο προσφεύγων προβάλλει ότι η διάδικος αρχή παραβίασε και τις αρχές της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθώς – εν αντιθέσει με τη συνήθη πρακτική – δεν τον κάλεσε εγγράφως για διευκρινήσεις πριν την έκδοση του οικείου εκκαθαριστικού σημειώματος, ενώ η αξίωση της διάδικης αρχής να προσκομισθούν στοιχεία και έγγραφα ( δικαστική απόφαση κ.λ.π. ) χωρίς να προβλέπεται από καμία διάταξη η υποχρέωση προς τούτο, αποτελεί σαφή μεταβολή της ακολουθούμενης πρακτικής και προσβάλλει βάναυσα την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Η φορολογική αρχή με τη νομίμως κατατεθειμένη έκθεση απόψεων προβάλλει ότι σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, οι τόκοι ( συμβατικοί, νόμιμοι και υπερημερίας ) που αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες, ανεξαρτήτως εάν προέρχονται από χρεωστικούς τίτλους ή δικαστική απόφαση, φορολογούνται με παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20%, ανεξάρτητα εάν ο δικαιούχος αυτών είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Ειδικότερα, κατά τα προβαλλόμενα από τη διάδικο αρχή, στους τόκους ασφαλιστικής αποζημίωσης που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση παρακρατείται φόρος 20% κατά την καταβολή τους, ακόμη και εάν καταβάλλονται απευθείας στον ασφαλισμένο, διότι καταβάλλονται για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας. Ενόψει τούτων, ορθώς κρίθηκε από την υπηρεσία και το φορολογικό έλεγχο ότι οι τόκοι που έλαβε ο προσφεύγων δεν προέρχονται από εργασίες της μόνιμης εγκατάστασης της εμπορικής επιχείρησής του ( άρθρο 25 του Κ.Φ.Ε. ), αλλά αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες. Τέλος, η διάδικος Δ.Ο.Υ. προβάλλει ότι οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος περί παραβίασης των αρχών της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμοι, καθώς ο προσφεύγων συνυπέβαλε με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος απλή φωτοτυπία του γραμματίου είσπραξης της ασφαλιστικής εταιρείας που αφορούσε παρακρατηθέντα φόρο τόκων ασφαλιστικής αποζημίωσης πυρός, για τον οποίο εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση με την παρακράτηση και, επομένως, νομίμως ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. δεν έλαβε υπόψη το ποσό αυτό κατά την έκδοση του οικείου εκκαθαριστικού σημειώματος.
6. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και βάσει των διατάξεων που παρατέθηκαν ανωτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψιν ότι - σύμφωνα με όσα δέχεται η φορολογική αρχή και συνομολογεί ο προσφεύγων - το ποσό των 601.381,43 ευρώ που έλαβε ο τελευταίος κατά το οικονομικό έτος 2007 αποτελεί εισόδημα που επιδικάσθηκε σε αυτόν με δικαστική απόφαση ως τόκοι επί κεφαλαίου ασφαλιστικής αποζημίωσης ύψους 513.860,93 ευρώ και όχι βάσει της προβλεπόμενης εξαίρεσης του άρθρου 25 παρ. 4 ( ήτοι ως τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές ή ως τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων ή ως τόκοι υπερημερίας λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος ) ή του άρθρου 48 παρ. 4 του Κ.Φ.Ε. ( εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα ), κρίνει ότι το ποσό αυτό αποτελεί εισόδημα από κινητές αξίες και, επομένως, φορολογείται βάσει του άρθρου 24 παρ. 1 περ. γ΄ του Κ.Φ.Ε., ήτοι με παρακράτηση φόρου σε ποσοστό 20% και εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, απορριπτομένων ως αβάσιμων των αντίθετων ισχυρισμών του προσφεύγοντος. Για τον ίδιο λόγο απορριπτέος τυγχάνει προεχόντως ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης εκδοχής και ο ειδικότερος ισχυρισμός του προσφεύγοντος περί παραβίασης της αρχής της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας από τη φορολογική αρχή, καθώς, η τυχόν διαγραφή από τη διάδικο Δ.Ο.Υ. του ένδικου ποσού από τη φορολογική δήλωση του προσφεύγοντος – η οποία διαγραφή σε κάθε περίπτωση δεν αποδεικνύεται – δεν αποτέλεσε το λόγο απόρριψης του κονδυλίου αυτού ως εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες, ενώ ελήφθησαν υπόψιν τα έγγραφα που προσκόμισε ο προσφεύγων, πλην όμως κρίθηκε ότι δεν αποδείχθηκε νόμιμος λόγος φορολόγησης του ποσού των 601.381,43 ευρώ ως εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις. Ομοίως, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος περί παραβίασης από τη φορολογική αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου λόγω μη πρόσκλησης αυτού προς παροχή διευκρινήσεων πριν την έκδοση του οικείου εκκαθαριστικού σημειώματος, προεχόντως διότι κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. έχει διακριτική ευχέρεια και όχι υποχρέωση να καλέσει το φορολογούμενο προς παροχή διευκρινήσεων. Επομένως, νομίμως και ορθώς η φορολογική αρχή δεν έλαβε υπόψιν κατά την εκκαθάριση της φορολογίας εισοδήματος του προσφεύγοντος για το οικονομικό έτος 2007 το ποσό των 120.276,29 ευρώ, το οποίο νομίμως παρακρατήθηκε ως φόρος με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης του προσφεύγοντος.
7. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί και το κατατεθέν παράβολο να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 277 παρ. 9 εδάφιο α΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ( Κ.Δ.Δ., ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α΄ 97 ). Τέλος, το Δικαστήριο, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, απαλλάσσει τον προσφεύγοντα από τα δικαστικά έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 275 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Κ.Δ.Δ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την προσφυγή.
Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Απαλλάσσει τον προσφεύγοντα από τα δικαστικά έξοδα του καθού.
Στην ιδια κατηγορια
Ανακοινώσεις
Αποφάσεις
ΑρχικήΔιοικητικά ΔικαστήριαΌροι ΧρήσηςΕπικοινωνία
espaespaespa
espa
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Ι΄ ΤΜΗΜΑ
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2014, με Δικαστή την Όλγα Μιμηκοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Άννα Χριστιανού, δικαστικό υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή με α/α και ημερομηνία κατάθεσης 176/21.12.2007 ( αριθμός και ημερομηνία καταχώρισης Πρωτ. 1118/04.09.2008 ),
τ ο υ …, κατοίκου Θεσσαλονίκης ( …), ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Αριστοτέλη Πριόβολου,
κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται εν προκειμένω από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ( Δ.Ο.Υ. ) Νεάπολης Θεσσαλονίκης και ήδη Ε΄ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης και δεν παραστάθηκε.
Μ ε λ έ τ η σ ε τ η δ ι κ ο γ ρ α φ ί α
Σ κ έ φ θ η κ ε σ ύ μ φ ω ν α μ ε τ ο Ν ό μ ο
Η κ ρ ί σ η τ ο υ ε ί ν α ι η ε ξ ή ς :
1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο ( βλ. σχ. τα υπ’ αριθ. 40339441, 2840956, 3726752, 5724275 και 2840959 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄ ) επιδιώκεται: α) η ακύρωση και επικουρικώς η μεταρρύθμιση του από 31.08.2007 ( αρ. δήλωσης 142271, αρ. ειδοπ. 40500 ) εκκαθαριστικού σημειώματος φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων του Προϊσταμένου της ( πρώην ) Δ.Ο.Υ. Νεάπολης Θεσσαλονίκης οικονομικού έτους 2007, κατά το μέρος που δεν λήφθηκε υπόψη προς συμφηψισμό ή επιστροφή ποσό ύψους 120.276,29 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε παρακρατηθέντα φόρο ποσοστού 20% επί τόκων ασφαλιστικής αποζημίωσης που εισέπραξε ο προσφεύγων, β) η διενέργεια νέας εκκαθάρισης φόρου για το ως άνω οικονομικό έτος καθώς και γ) η έντοκη επιστροφή στον προσφεύγοντα του ως άνω ποσού των 120.276,29 ευρώ.
2. Επειδή, νομίμως εχώρησε η συζήτηση της υπόθεσης παρά την απουσία του καθού Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα ( βλ. σχ. το από 20.08.2013 αποδεικτικό κλήσης της επιμελήτριας δικαστηρίων, Αναστασίας Σοφιάδου ). Επομένως, η προσφυγή αυτή, η οποία κατά τα λοιπά ασκήθηκε εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα κατ’ ουσίαν.
3. Επειδή, στο άρθρο 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ( Κ.Φ.Ε., ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2238/1994, ΦΕΚ Α΄ 151 ) ορίζεται ότι: «Επιβάλλεται φόρος στο συνολικό καθαρό εισόδημα που προκύπτει είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή και αποκτάται από κάθε φυσικό πρόσωπο για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2», στο άρθρο 2 ότι: «Σε φόρο υπόκειται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο αποκτά εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την ιθαγένεια και τον τόπο κατοικίας ή διαμονής του», στο άρθρο 24 ότι: «1. Εισόδημα από κινητές αξίες είναι αυτό που αποκτάται κάθε οικονομικό έτος από κάθε δικαιούχο κινητών αξιών, το οποίο προκύπτει: α)…., β)…. γ) Από τόκους κάθε τίτλου έντοκης κατάθεσης τοις μετρητοίς ή εγγύησης, καθώς και κάθε τίτλου χρεωστικού με υποθήκη, ενέχυρο ή όχι, από εκείνους που δεν περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄. Ομοίως, το εισόδημα από τόκους που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση, εξαιρουμένων αυτών που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 25 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του παρόντος ( όπως το τελευταίο εδάφιο της περ. γ΄ αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2873/2000, ΦΕΚ Α΄ 285/28.12.2000 και άρχισε να ισχύει για τα εισοδήματα που αποκτούνται από 01.01.2001 κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 50 του ίδιου νόμου ), δ)…». Περαιτέρω, στο άρθρο 25 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1..2…3…4. Οι τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές, οι τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων και οι προκύπτοντες τόκοι υπερημερίας, λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος δεν λογίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες, αλλά ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, με την προϋπόθεση ότι αυτός που αποκτά το εισόδημα αυτό ασκεί εμπορική γενικά επιχείρηση στην Ελλάδα, ή προκειμένου για αλλοδαπό, ότι αυτός έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και οι τόκοι προέρχονται από εργασίες της μόνιμης αυτής εγκατάστασης. Ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λογίζονται και οι τόκοι της παραγράφου αυτής που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση», στο δε άρθρο 48 ορίζεται ότι: «1…2….3….4. Ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα λογίζονται και οι πάσης φύσεως τόκοι που καταβάλλονται σε αρχιτέκτονες, μηχανικούς και τοπογράφους λόγω καθυστέρησης είσπραξης των αμοιβών τους για προσφερθείσες από αυτούς υπηρεσίες, που εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού», στο άρθρο 54 ότι: «1…2…3…4. Στα λοιπά εισοδήματα των άρθρων 24 και 25 ενεργείται παρακράτηση, έναντι του φόρου που αναλογεί, με συντελεστή είκοσι τοις εκατό ( 20% ), επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 12 του παρόντος ( όπως η παρ. αυτή αναριθμήθηκε σε 4 με την παρ. 3 του άρθρου 16α του ν. 2459/1997, ΦΕΚ Α΄ 17». Τέλος, στο άρθρο 66 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Ο προϊστάμενος της ελεγκτικής υπηρεσίας ελέγχει την ακρίβεια των επιδιδόμενων δηλώσεων και προβαίνει σε έρευνα για την εξακρίβωση των υπόχρεων που δεν έχουν υποβάλει δήλωση. Για το σκοπό αυτό δικαιούται: α. Να καλεί εγγράφως τον υπόχρεο, ανεξάρτητα αν έχει υποβάλει ή όχι φορολογική δήλωση, να δώσει μέσα σε τακτή και σύντομη προθεσμία, είτε αυτοπροσώπως είτε με εντολοδόχο που ορίζεται με δήλωσή του προς την ελεγκτική υπηρεσία, τις αναγκαίες διευκρινήσεις και να προσκομίσει κάθε λογαριασμό και κάθε στοιχείο που είναι χρήσιμο για τον καθορισμό του εισοδήματος. β..γ..δ..ε.. 2. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά τον υπολογισμό και την εκκαθάριση του φόρου δεν λαμβάνει υπόψη λέξεις, ποσά και αριθμούς που έχουν αναγραφεί στις ενδείξεις της ετήσιας δήλωσης του υποχρέου και συνεπάγονται τη διενέργεια μειώσεων ή εκπτώσεων του εισοδήματος ή του φόρου ή διαμορφώνουν το αφορολόγητο ποσό ή την ετήσια «αντικειμενική δαπάνη», εφόσον δεν συνυποβάλλονται από τον υπόχρεο τα νόμιμα στοιχεία που αποδεικνύουν άμεσα τη συνδρομή των προϋποθέσεων, με βάση όσα ορίζονται στις κείμενες διατάξεις. Αριθμητικά λάθη στις αθροίσεις και στις μεταφορές, καθώς και αναριθμητισμοί, που αφορούν στην ορθή συμπλήρωση της ετήσιας δήλωσης του υποχρέου, διορθώνονται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του».
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο προσφεύγων κατέθεσε από κοινού με τη σύζυγό του στην ( πρώην ) Δ.Ο.Υ. Νεάπολης Θεσσαλονίκης την υπ’ αριθ. 24529/23.04.2007 δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2007, στην οποία δήλωσε, μεταξύ άλλων, ζημία από ατομική επιχείρηση ύψους 289.414,34 ευρώ, ζημίες προηγούμενων οικονομικών ετών από ατομική επιχείρηση ύψους 1.220.132,94 ευρώ και ακαθάριστα έσοδα από ατομική επιχείρηση ύψους 1.801.948,26 ευρώ. Εξάλλου, στον Πίνακα 8 της ίδιας δήλωσης, ο οποίος τιτλοφορείται «προκαταβληθέντες – παρακρατηθέντες φόροι» δήλωσε το ποσό 120.276,34 ευρώ στον κωδικό 603 ( φόροι που παρακρατήθηκαν κατά το άρθρο 55 του Κ.Φ.Ε., ήτοι στο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις ), το οποίο αντιστοιχεί σε παρακρατηθέντα φόρο ( ποσοστό 20% ) επί ασφαλιστικής αποζημίωσης που έλαβε κατά τη χρήση 2006. Με τη δήλωσή του αυτή ο προσφεύγων συνυπέβαλε απλό φωτοαντίγραφο γραμματίου είσπραξης της Εθνικής Ασφαλιστικής ύψους 141.926,02 ευρώ ( 120.276,29 ευρώ ως φόρος τόκων από αποζημίωση πυρός και 21.6349,73 ευρώ για χαρτόσημα ), ενώ στις 26.04.2007 υπέβαλε απλό φωτοαντίγραφο της υπ’ αριθ. 65169/24.04.2007 βεβαίωσης της Εθνικής Ασφαλιστικής περί καταβολής σε αυτόν της ως άνω αποζημίωσης. Ακολούθως, ο Προϊστάμενος της ως άνω Δ.Ο.Υ. εξέδωσε το από 05.11.2007 εκκαθαριστικό σημείωμα, με το οποίο δεν προέκυψε χρεωστικό ή πιστωτικό υπόλοιπο φόρου για τον προσφεύγοντα, ενώ δεν ελήφθη υπόψιν η ως άνω εγγραφή στον κωδικό 603 ποσού 120.276,34 ευρώ. Ακολούθως, ο προσφεύγων κατέθεσε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του την υπ’ αριθ. 29023/02.11.2007 αίτησή του με την οποία ζητούσε: α) να του χορηγηθεί επίσημο αντίγραφο της πρωτότυπης δήλωσης, β) να του γίνει εγγράφως γνωστό i) γιατί διαγράφηκε το εν λόγω ποσό την υποβληθείσα δήλωση, ii) γιατί δεν προσκλήθηκε για την παροχή διευκρινήσεων και τυχόν συναίνεσή του στη διαγραφή του εν λόγω ποσού και iii) γιατί δεν έγινε έγγραφη απόρριψη με σχετικό φύλλο ελέγχου του δικαιώματός του δήλωσης του παρακρατηθέντος φόρου. Εξάλλου, με την ίδια αίτηση ζήτησε να αναγνωρισθεί το δικαίωμα δηλώσεως του εν λόγω παρακρατηθέντος φόρου και να γίνει νέα εκκαθάριση του φόρου. Σε απάντηση της αίτησης αυτής, η διάδικος Δ.Ο.Υ. προσκάλεσε τον προσφεύγοντα με το υπ’ αριθ. 31480/29.11.2007 έγγραφο να διορθώσει τη δήλωση αυτή, καθώς και προσκομίσει στοιχεία και εγγραφές στα οικεία βιβλία, πρόσκληση στην οποία ο προσφεύγων ανταποκρίθηκε με το με αρ. πρωτ. 33294/11.12.2007 έγγραφο, με το οποίο γνωστοποίησε περαιτέρω στη Δ.Ο.Υ. ότι δεν τίθεται θέμα διορθώσεως της φορολογικής του δήλωσης, αφού σε αυτή συμπεριελήφθη ο παρακρατηθείς φόρος. Τέλος, η διάδικος Δ.Ο.Υ. ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ( σχ. το υπ’ αριθ. 29023/18.12.2007 έγγραφο που τιτλοφορείται «Γνωστοποίηση» ) ότι εκδόθηκε από το τμήμα ελέγχου η υπ’ αριθ. 518/2007 εντολή ελέγχου της φορολογικής δήλωσής του για το οικονομικό έτος 2007.
5. Επειδή, ήδη με την κρινόμενη προσφυγή και το νομίμως κατατεθέν προς ανάπτυξη των λόγων αυτής υπόμνημα ο προσφεύγων επιδιώκει την ακύρωση και επικουρικώς τη μεταρρύθμιση του με αριθμό δήλωσης 142271 και αριθμό ειδοποίησης 40500 εκκαθαριστικού σημειώματος φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2007 προβάλλοντας ότι μη νομίμως δεν διενεργήθηκε επιστροφή ή συμφηψισμός του ως ποσού των 120.276,34 ευρώ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, στις 09.09.1996 εκδηλώθηκε πυρκαγιά στις εγκαταστάσεις της ατομικής επιχείρησής του ( εργοστάσιο παραγωγής μονωτικών υλικών ), με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αξίωση ασφαλιστικής αποζημίωσης από την «…» στην οποία ήταν αυτό ασφαλισμένο, λόγω δε, μη συμφωνίας του με την ασφαλιστική εταιρεία ως προς το ύψος της αποζημιώσεως, ακολούθησε μακροχρόνιος δικαστικός αγώνας που είχε ως αποτέλεσμα την επιδίκαση αποζημιώσεως υπέρ αυτού και την καταβολή από τη ασφαλιστική εταιρεία στις 10.01.2006 αποζημιώσεως ύψους 513.860,93 ευρώ ως κεφαλαίου και ποσού 601.381,43 ευρώ ως τόκων. Επί των τόκων αυτών, κατά τα προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, η ασφαλιστική εταιρεία παρακράτησε φόρο ύψους 120.276,34 ( 20% επί του ποσού των 601.381,43 ευρώ ), τον οποίο και απέδωσε στην αρμόδια για τη φορολογία της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών και ο οποίος νομίμως και ορθώς δηλώθηκε από τον ίδιο στον κωδικό 603, ήτοι ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις. Περαιτέρω, ο προσφεύγων διατείνεται ότι σε επίσκεψη του πληρεξουσίου δικηγόρου του στην υπηρεσία της αντίδικης Δ.Ο.Υ. διαπίστωσε πως το εν λόγω ποσό είχε διαγραφεί από το πρωτότυπο της δήλωσης, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές τη χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, καθώς η φορολογική αρχή «εξάντλησε την αυστηρότητα και τα όρια της διακριτικής ευχέρειας αλλοιώνοντας και νοθεύοντας τη φορολογική του δήλωση», πράξη που είχε ως αποτέλεσμα τη μη αναγνώριση της επιστροφής του παρακρατηθέντος φόρου. Εξάλλου, κατά τα προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, παρά την προσκόμιση από μέρους του των ζητηθέντων από τη Δ.Ο.Υ. εγγραφών στα οικεία βιβλία, αντί της ικανοποίησης του αιτήματός του για επιστροφή ή συμψηφισμό του ένδικου ποσού του παρακρατηθέντος φόρου, η διάδικος αρχή ζήτησε προφορικά από αυτόν περαιτέρω στοιχεία, όπως α) την απόφαση του Δικαστηρίου που επιδίκασε την αποζημίωση, β) το ασφαλιστήριο και γ) τα ισοζύγια της επιχείρησής του και αντίγραφα των σχετικών λογαριασμών, ενώ δεν λήφθηκαν υπόψη οι συνυποβληθείσες αποδείξεις πληρωμής ( γραμμάτιο είσπραξης ) της ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά ούτε και η βεβαίωση της εταιρείας αυτής περί εξόφλησης κεφαλαίου ασφαλιστικής αποζημίωσης ύψους 513.860,93 ευρώ και τόκων ύψους 601.381,43 ευρώ, την οποία υπέβαλε ο ίδιος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. στις 26.04.2007, ήτοι λίγες ημέρες πριν την εκπνοή της προθεσμίας για υποβολή φορολογικής δήλωσης. Τέλος, ο προσφεύγων προβάλλει ότι η διάδικος αρχή παραβίασε και τις αρχές της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθώς – εν αντιθέσει με τη συνήθη πρακτική – δεν τον κάλεσε εγγράφως για διευκρινήσεις πριν την έκδοση του οικείου εκκαθαριστικού σημειώματος, ενώ η αξίωση της διάδικης αρχής να προσκομισθούν στοιχεία και έγγραφα ( δικαστική απόφαση κ.λ.π. ) χωρίς να προβλέπεται από καμία διάταξη η υποχρέωση προς τούτο, αποτελεί σαφή μεταβολή της ακολουθούμενης πρακτικής και προσβάλλει βάναυσα την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Η φορολογική αρχή με τη νομίμως κατατεθειμένη έκθεση απόψεων προβάλλει ότι σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, οι τόκοι ( συμβατικοί, νόμιμοι και υπερημερίας ) που αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες, ανεξαρτήτως εάν προέρχονται από χρεωστικούς τίτλους ή δικαστική απόφαση, φορολογούνται με παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20%, ανεξάρτητα εάν ο δικαιούχος αυτών είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Ειδικότερα, κατά τα προβαλλόμενα από τη διάδικο αρχή, στους τόκους ασφαλιστικής αποζημίωσης που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση παρακρατείται φόρος 20% κατά την καταβολή τους, ακόμη και εάν καταβάλλονται απευθείας στον ασφαλισμένο, διότι καταβάλλονται για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας. Ενόψει τούτων, ορθώς κρίθηκε από την υπηρεσία και το φορολογικό έλεγχο ότι οι τόκοι που έλαβε ο προσφεύγων δεν προέρχονται από εργασίες της μόνιμης εγκατάστασης της εμπορικής επιχείρησής του ( άρθρο 25 του Κ.Φ.Ε. ), αλλά αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες. Τέλος, η διάδικος Δ.Ο.Υ. προβάλλει ότι οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος περί παραβίασης των αρχών της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμοι, καθώς ο προσφεύγων συνυπέβαλε με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος απλή φωτοτυπία του γραμματίου είσπραξης της ασφαλιστικής εταιρείας που αφορούσε παρακρατηθέντα φόρο τόκων ασφαλιστικής αποζημίωσης πυρός, για τον οποίο εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση με την παρακράτηση και, επομένως, νομίμως ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. δεν έλαβε υπόψη το ποσό αυτό κατά την έκδοση του οικείου εκκαθαριστικού σημειώματος.
6. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και βάσει των διατάξεων που παρατέθηκαν ανωτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψιν ότι - σύμφωνα με όσα δέχεται η φορολογική αρχή και συνομολογεί ο προσφεύγων - το ποσό των 601.381,43 ευρώ που έλαβε ο τελευταίος κατά το οικονομικό έτος 2007 αποτελεί εισόδημα που επιδικάσθηκε σε αυτόν με δικαστική απόφαση ως τόκοι επί κεφαλαίου ασφαλιστικής αποζημίωσης ύψους 513.860,93 ευρώ και όχι βάσει της προβλεπόμενης εξαίρεσης του άρθρου 25 παρ. 4 ( ήτοι ως τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές ή ως τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων ή ως τόκοι υπερημερίας λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος ) ή του άρθρου 48 παρ. 4 του Κ.Φ.Ε. ( εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα ), κρίνει ότι το ποσό αυτό αποτελεί εισόδημα από κινητές αξίες και, επομένως, φορολογείται βάσει του άρθρου 24 παρ. 1 περ. γ΄ του Κ.Φ.Ε., ήτοι με παρακράτηση φόρου σε ποσοστό 20% και εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, απορριπτομένων ως αβάσιμων των αντίθετων ισχυρισμών του προσφεύγοντος. Για τον ίδιο λόγο απορριπτέος τυγχάνει προεχόντως ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης εκδοχής και ο ειδικότερος ισχυρισμός του προσφεύγοντος περί παραβίασης της αρχής της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας από τη φορολογική αρχή, καθώς, η τυχόν διαγραφή από τη διάδικο Δ.Ο.Υ. του ένδικου ποσού από τη φορολογική δήλωση του προσφεύγοντος – η οποία διαγραφή σε κάθε περίπτωση δεν αποδεικνύεται – δεν αποτέλεσε το λόγο απόρριψης του κονδυλίου αυτού ως εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες, ενώ ελήφθησαν υπόψιν τα έγγραφα που προσκόμισε ο προσφεύγων, πλην όμως κρίθηκε ότι δεν αποδείχθηκε νόμιμος λόγος φορολόγησης του ποσού των 601.381,43 ευρώ ως εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις. Ομοίως, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος περί παραβίασης από τη φορολογική αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου λόγω μη πρόσκλησης αυτού προς παροχή διευκρινήσεων πριν την έκδοση του οικείου εκκαθαριστικού σημειώματος, προεχόντως διότι κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. έχει διακριτική ευχέρεια και όχι υποχρέωση να καλέσει το φορολογούμενο προς παροχή διευκρινήσεων. Επομένως, νομίμως και ορθώς η φορολογική αρχή δεν έλαβε υπόψιν κατά την εκκαθάριση της φορολογίας εισοδήματος του προσφεύγοντος για το οικονομικό έτος 2007 το ποσό των 120.276,29 ευρώ, το οποίο νομίμως παρακρατήθηκε ως φόρος με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης του προσφεύγοντος.
7. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί και το κατατεθέν παράβολο να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 277 παρ. 9 εδάφιο α΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ( Κ.Δ.Δ., ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α΄ 97 ). Τέλος, το Δικαστήριο, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, απαλλάσσει τον προσφεύγοντα από τα δικαστικά έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 275 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Κ.Δ.Δ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την προσφυγή.
Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Απαλλάσσει τον προσφεύγοντα από τα δικαστικά έξοδα του καθού.
Στην ιδια κατηγορια
Ανακοινώσεις
Αποφάσεις
ΑρχικήΔιοικητικά ΔικαστήριαΌροι ΧρήσηςΕπικοινωνία
espaespaespa
espa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου