(ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2012/696) 342/2012 ΕΦ ΛΑΡ ( 593970) Για το παραδεκτό αγωγής εμπραγμάτου δικαιώματος (πλήν νομής) κατά του ..
Δημοσίου, αναγκαία προγενέστερη..
κοινοποίηση αίτησης με τις αξιώσεις, μόνο εφόσον το ακίνητο κατέχεται από το Δημόσιο. Η μη κατοχή του Δημοσίου αρκεί να προκύπτει από τα αναφερόμενα στην αγωγή. Αν όμως το Δημόσιο αμφισβητεί την κατοχή του ενάγοντος, τούτο καθίσταται αντικείμενο απόδειξης, γιατί από αυτό εξαρτάται το παραδεκτό της αγωγής επί μη τήρησης της άνω προδικασίας. Κατοχή του Δημοσίου επί των επιδίκων χορτολιβαδικών εκτάσεων, που εποπτεύονταν διά των δασικών οργάνων του, που προέβαιναν σε μηνύσεις και εξέδιδαν απαγορευτικές δ/ξεις βοσκής, που γινόταν μόνον εφόσον και όπου το επέτρεπαν. Η περίληψη αυτή ελήφθη απο το περιοδικό "ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ" 2012 .
Εφ. Λαρ. 342/2012
Πρόεδρος: Ναπολέων Ζούκας Εισηγητής: Λεων. Χατζησταύρου Δικηγόροι: Νικ. Πρίτσινας
{...} Με την υπ` αριθμ. καταθ. 74/1997 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας η ενάγουσα Κοινότητα Ν., καθολικός διάδοχος της οποίας υπήρξε ο Δήμος Ν. και ήδη καθολικός διάδοχος αυτού είναι ο Δήμος Τ., ήδη εφεσίβλητος, ισχυριζόταν ότι κατέστη κυρία με βάση το ν. ΔΝΖ/1912, άλλως με έκτακτη χρησικτησία των περιγραφομένων σ` αυτήν βοσκοτόπων, που βρίσκονται εντός των ορίων της, οι οποίοι είχαν αφεθεί ανέκαθεν επί τουρκοκρατίας προς κοινή χρήση (βόσκηση) των κατοίκων των οικισμών, που εν τέλει συγκρότησαν την αρχικώς ενάγουσα. Ζητούσε δε να αναγνωρισθεί η κυριότητα της επ` αυτών, διότι το εναγόμενο δια των οργάνων του την αμφισβητούσε. Με την προσβαλλόμενη απόφαση το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας δέχθηκε την αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται τώρα το εκκαλούν για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, προκειμένου στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή.
Από το άρθρο 8 παρ. 1 α.ν. 1539/1938, όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση του με το άρθρο 24 ν. 2732/1999, κατά το οποίο «πας αξιών δικαίωμα κυριότητος ή άλλο πλην της νομής εμπράγματον δικαίωμα επί ακινήτου κατεχομένου υπό του Δημοσίου, οφείλει να τηρήσει την εν αυτή και ταις επομέναις παρ. 2 και 3 του αυτού άρθρου διαγραφομένην προδικασίαν», συνάγεται ότι η προδικασία αυτή απαιτείται μόνο εφόσον το επίδικο ακίνητο κατέχεται από το Δημόσιο. Η μη κατοχή του Δημοσίου αρκεί να προκύπτει από όσα αναφέρονται στην αγωγή, εφόσον αυτά δεν αμφισβητούνται από το Δημόσιο. Αν όμως αυτό αμφισβητεί την κατοχή του ενάγοντος επί του επιδίκου, πρέπει να καθίσταται αντικείμενο αποδείξεως το περιστατικό αυτό, γιατί από αυτό εξαρτάται το παραδεκτό της αγωγής στην περίπτωση που δεν έχει τηρηθεί η ανωτέρω προδικασία (βλ. ΑΠ 547/91 Δνη 32.1238).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που περιέχονται στην υπ` αριθμ. 33/2007 εισηγητική έκθεση και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, αποδεικνύεται ότι τα επίδικα 18 ακίνητα, συνολικής εκτάσεως 2.905 στρεμμάτων, που βρίσκονται εντός των διοικητικών ορίων του εφεσίβλητου, και έχουν κατά το πλείστον χορτολιβαδική μορφή, κατέχονταν συνεχώς μέχρι την άσκηση της αγωγής από το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, εποπτεύονταν δε και φυλάσσονταν δια των οργάνων του και συγκεκριμένα από το δασαρχείο της περιοχής. Ειδικότερα, τα όργανα του Δημοσίου προέβαιναν σε υποβολή μηνύσεων σε περιπτώσεις καταλήψεων τμημάτων των επιδίκων και παράνομων εξορύξεων υλικών από αυτά, εξέδιδαν απαγορευτικές διατάξεις βοσκής κλπ. Μάλιστα, η αρχικώς ενάγουσα είχε υποβάλει αίτηση προς το εκκαλούν για την εκμετάλλευση μέρους των επιδίκων ως λατομείου, με ίδρυση κοινοτικής επιχείρησης, πλην όμως το αίτημα της δεν έγινε δεκτό. Διάφοροι κτηνοτρόφοι της περιοχής βόσκουν στα επίδικα τα ποίμνια τους, πλην όμως αυτό γίνεται μόνον εφόσον και στα τμήματα όπου επιτρέπει δια των οργάνων του το εκκαλούν. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ότι ο εφεσίβλητος ασκούσε οποιεσδήποτε πράξεις φυσικής εξουσίασης επί των επιδίκων. Ενόψει των ανωτέρω, εφόσον το εκκαλούν είχε την κατοχή των επίδικων ακινήτων, έπρεπε για το παραδεκτό της αγωγής να προηγηθεί η προδικασία του α.ν. 1539/1938, πράγμα που δε συνέβη. Έσφαλε επομένως η εκκαλουμένη, που απέρριψε ως αβάσιμο το σχετικό ισχυρισμό του εκκαλούντος. Γι` αυτό πρέπει, κατά το βάσιμο περί τούτου πρώτο λόγο της έφεσης, να εξαφανισθεί. Ακολούθως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση ως βάσιμη κατ` ουσίαν και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ` ουσίαν, πρέπει να απορριφθεί η αγωγή ως απαράδεκτη...
Α.Σ.
Δημοσίου, αναγκαία προγενέστερη..
κοινοποίηση αίτησης με τις αξιώσεις, μόνο εφόσον το ακίνητο κατέχεται από το Δημόσιο. Η μη κατοχή του Δημοσίου αρκεί να προκύπτει από τα αναφερόμενα στην αγωγή. Αν όμως το Δημόσιο αμφισβητεί την κατοχή του ενάγοντος, τούτο καθίσταται αντικείμενο απόδειξης, γιατί από αυτό εξαρτάται το παραδεκτό της αγωγής επί μη τήρησης της άνω προδικασίας. Κατοχή του Δημοσίου επί των επιδίκων χορτολιβαδικών εκτάσεων, που εποπτεύονταν διά των δασικών οργάνων του, που προέβαιναν σε μηνύσεις και εξέδιδαν απαγορευτικές δ/ξεις βοσκής, που γινόταν μόνον εφόσον και όπου το επέτρεπαν. Η περίληψη αυτή ελήφθη απο το περιοδικό "ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ" 2012 .
Εφ. Λαρ. 342/2012
Πρόεδρος: Ναπολέων Ζούκας Εισηγητής: Λεων. Χατζησταύρου Δικηγόροι: Νικ. Πρίτσινας
{...} Με την υπ` αριθμ. καταθ. 74/1997 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας η ενάγουσα Κοινότητα Ν., καθολικός διάδοχος της οποίας υπήρξε ο Δήμος Ν. και ήδη καθολικός διάδοχος αυτού είναι ο Δήμος Τ., ήδη εφεσίβλητος, ισχυριζόταν ότι κατέστη κυρία με βάση το ν. ΔΝΖ/1912, άλλως με έκτακτη χρησικτησία των περιγραφομένων σ` αυτήν βοσκοτόπων, που βρίσκονται εντός των ορίων της, οι οποίοι είχαν αφεθεί ανέκαθεν επί τουρκοκρατίας προς κοινή χρήση (βόσκηση) των κατοίκων των οικισμών, που εν τέλει συγκρότησαν την αρχικώς ενάγουσα. Ζητούσε δε να αναγνωρισθεί η κυριότητα της επ` αυτών, διότι το εναγόμενο δια των οργάνων του την αμφισβητούσε. Με την προσβαλλόμενη απόφαση το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας δέχθηκε την αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται τώρα το εκκαλούν για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, προκειμένου στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή.
Από το άρθρο 8 παρ. 1 α.ν. 1539/1938, όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση του με το άρθρο 24 ν. 2732/1999, κατά το οποίο «πας αξιών δικαίωμα κυριότητος ή άλλο πλην της νομής εμπράγματον δικαίωμα επί ακινήτου κατεχομένου υπό του Δημοσίου, οφείλει να τηρήσει την εν αυτή και ταις επομέναις παρ. 2 και 3 του αυτού άρθρου διαγραφομένην προδικασίαν», συνάγεται ότι η προδικασία αυτή απαιτείται μόνο εφόσον το επίδικο ακίνητο κατέχεται από το Δημόσιο. Η μη κατοχή του Δημοσίου αρκεί να προκύπτει από όσα αναφέρονται στην αγωγή, εφόσον αυτά δεν αμφισβητούνται από το Δημόσιο. Αν όμως αυτό αμφισβητεί την κατοχή του ενάγοντος επί του επιδίκου, πρέπει να καθίσταται αντικείμενο αποδείξεως το περιστατικό αυτό, γιατί από αυτό εξαρτάται το παραδεκτό της αγωγής στην περίπτωση που δεν έχει τηρηθεί η ανωτέρω προδικασία (βλ. ΑΠ 547/91 Δνη 32.1238).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που περιέχονται στην υπ` αριθμ. 33/2007 εισηγητική έκθεση και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, αποδεικνύεται ότι τα επίδικα 18 ακίνητα, συνολικής εκτάσεως 2.905 στρεμμάτων, που βρίσκονται εντός των διοικητικών ορίων του εφεσίβλητου, και έχουν κατά το πλείστον χορτολιβαδική μορφή, κατέχονταν συνεχώς μέχρι την άσκηση της αγωγής από το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, εποπτεύονταν δε και φυλάσσονταν δια των οργάνων του και συγκεκριμένα από το δασαρχείο της περιοχής. Ειδικότερα, τα όργανα του Δημοσίου προέβαιναν σε υποβολή μηνύσεων σε περιπτώσεις καταλήψεων τμημάτων των επιδίκων και παράνομων εξορύξεων υλικών από αυτά, εξέδιδαν απαγορευτικές διατάξεις βοσκής κλπ. Μάλιστα, η αρχικώς ενάγουσα είχε υποβάλει αίτηση προς το εκκαλούν για την εκμετάλλευση μέρους των επιδίκων ως λατομείου, με ίδρυση κοινοτικής επιχείρησης, πλην όμως το αίτημα της δεν έγινε δεκτό. Διάφοροι κτηνοτρόφοι της περιοχής βόσκουν στα επίδικα τα ποίμνια τους, πλην όμως αυτό γίνεται μόνον εφόσον και στα τμήματα όπου επιτρέπει δια των οργάνων του το εκκαλούν. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ότι ο εφεσίβλητος ασκούσε οποιεσδήποτε πράξεις φυσικής εξουσίασης επί των επιδίκων. Ενόψει των ανωτέρω, εφόσον το εκκαλούν είχε την κατοχή των επίδικων ακινήτων, έπρεπε για το παραδεκτό της αγωγής να προηγηθεί η προδικασία του α.ν. 1539/1938, πράγμα που δε συνέβη. Έσφαλε επομένως η εκκαλουμένη, που απέρριψε ως αβάσιμο το σχετικό ισχυρισμό του εκκαλούντος. Γι` αυτό πρέπει, κατά το βάσιμο περί τούτου πρώτο λόγο της έφεσης, να εξαφανισθεί. Ακολούθως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση ως βάσιμη κατ` ουσίαν και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ` ουσίαν, πρέπει να απορριφθεί η αγωγή ως απαράδεκτη...
Α.Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου