Εγινε δεκτή με την υπ αριθ 878/2014 απόφαση του Εφετείου Θεσαλονίκης η έφεση εναγομένων σε αγωγή αναγνωριστικής κυριότητας, με την επίκληση ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ .
Διαβάστε παρακάτω, τις προτάσεις, την έφεση και την απόφαση...
Σημείωση:την υπόθεση αυτή χειρίστηκε το γραφείο μας (Δημητρίου Καλαιτζή), σε συνεργασία με τον συνάδελφο Αθανάσιο Μαργαρίτη.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ..
ΣΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
1. του Π.
2. .
ΚΑΤΑ***********************************************
Συζητείται στο Δικαστήριο Σας η από .....αγωγή του αντιδίκου μας αναγνωριστικής κυριότητας ακινήτου εναντίον μας, καθώς και κατά Αφροδίτης συζ. Κων/νου Κουλιανόπουλου, το γένος Βασιλείου και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, Παναγιώτας συζ. Γρηγορίου Παπαδοπούλου, το γένος Βασιλείου και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, Μεταξίας Τρικαλοπούλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, η οποία ως μη νόμιμη, αβάσιμη, αναληθής και αναπόδεικτη πρέπει ν’ απορριφθεί στο σύνολό της.
ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ
Δυνάμει του υπ’ αριθμ. 2201/1973 Τίτλο Κυριότητας της Διεύθυνσης Γεωργίας Πιερίας, νόμιμα μεταγεγραμμένο στον τόμο ... και αριθμό ... των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, τον οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 1), κατά την οριστική διανομή του έτους 1969 - 1970 του αγροκτήματος ..... Πιερίας, η οποία κυρώθηκε με το υπ’ αριθμ. 1189/72 ΝΔ, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ με αριθμό 99/28-6-1972, παραχωρήθηκε στον πατέρα μας ........βλ. σχετικό πιστοποιητικό του Δήμου Δίου - Ολύμπου ταυτοπροσωπίας, ότι δηλ....... Σχ. αρ. 1α), ένα οικόπεδο, το υπ’ αριθμ....εμβαδού .. τ.μ., στο Ο.Τ. ..., ευρισκόμενο αυτό στην .... Πιερίας. Εντός αυτού υπήρχε μία διόροφη οικία εμβαδού του ισογείου 120 τ.μ., και του α’ ορόφου αρχικά 80 τ.μ. περίπου, και μία αποθήκη - στάβλο 50 τ.μ., κτισμένα όλα τα κτίσματα αυτά από τον άνω πατέρα μας από την εγκατάσταση του σ' αυτό το οικόπεδο, ήτοι επρόκειτο για κτίσματα ανηγηρθέντα προ του 1955. Αυτό εξάλλου αναφέρεται και στην κατωτέρω αναφερόμενη Οικοδομική Άδεια της Πολεοδομίας Πιερίας. Με δικές του δαπάνες πάλι, αλλά στο όνομα του ενάγοντα ο πατέρας μας εξέδωσε την υπ’ αριθμ. ......... άδεια προσθήκης α’ ορόφου του αρμόδιου Γραφείου της Πολεοδομίας Πιερίας εμβαδού 40 τ.μ. (και έτσι ο α’ όροφος έγινε συνολικά 120 τ.μ. περίπου), όπου σ’ αυτόν εγκαταστάθηκε αργότερα ο ενάγων, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 2), μαζί με το συνοδεύον αυτή τοπογραφικό του ....... (Σχ. αρ. 2α).
Ο ανωτέρω αρχικός κληρούχος και πατέρας μας, κατείχε και νεμόταν όλο τον ανωτέρω οικόπεδο μέχρι και τον θάνατό του την 14-10-1983 (βλ. προσκομιζόμενη Ληξιαρχιακή πράξη θανάτου του, Σχ. αρ. 3). Για το λόγο αυτό όταν στις 2-12-1980 συνέταξε την υπ’ αριθμ. 17171/1980 Δημόσια Διαθήκη του Ενώπιον του τέως Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου, μεταξύ των άλλων ακινήτων που άφησε, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 57/22-3-1984 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4), εγκατέστησε κληρονόμους του εξ αυτού του οικοπέδου σ’ ένα τμήμα εμβαδού 300 τ.μ. τον ενάγοντα, και σ’ ένα τμήμα εμβαδού 1697 τ.μ., ήτοι το επίδικο την μητέρα μας, και σύζυγό του ........(Εκ παραδρομής όμως το αναφέρει σ' αυτή του τη διαθήκη με αριθμό αυτού 519, ενώ ο ορθός αριθμός οικοπέδου είναι το 536). Μάλιστα αυτός στην άνω διαθήκη του περιγράφει λεπτομερώς τις πλευρές και τα όρια στα άνω δύο τμήματα του οικοπέδου, και κυρίως επισυνάπτεται και το από 30-10-1980 τοπογραφικό του μηχανικού Κων/νου Δημάση, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4α), το οποίο και υπογράφει και αυτός και η συμβολαιογράφος, και οι μάρτυρες (όπου πάλι και σ' αυτό το τοπογραφικό αναγράφεται λανθασμένα ως αριθμός οικοπέδου το 519). Σύμφωνα με την άνω διαθήκη του κατέτμησε το όλο οικόπεδο σε δύο τμήματα, το ένα τμήμα με αριθμό 2 αυτού, και με μπλε χρώματος διάγραμμα, ως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην άνω διαθήκη, με στοιχειά αυτού Α-Β-Η-Ζ-Ε-Δ-Α εμβαδού 1.697 τ.μ, με την εντός αυτού διόροφη οικία και αποθήκη, και σταύλο την άφησε στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, και το με αυξ. αριθμ. 1, με κόκκινο χρώμα διάγραμμα, με στοιχεία αυτού Γ-Ε-Ζ-Η-Γ εμβαδού 300 τ.μ, στην νοτιοανατολική γωνία του όλου οικοπέδου, με πλήρη περιγραφή των πλευρών του άφησε στον ενάγοντα.
Μετά το θάνατό του πατέρα μας, στις 14-10-1983, στην νομή και κατοχή περιήλθε το άνω διαιρετό τμήμα οικοπέδου εμβαδού 1.697 τ.μ., στην μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, η οποία ασκούσε επ’ αυτού με διάνοια κυρίου όλες τις διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής επ’ αυτού, καθώς η ίδια διέμενε σ’ αυτό (στην ισόγεια οικία). Αυτή ήταν η μόνη και αδιαφιλονίκητη ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου, και για το λόγο αυτό αυτή αποδέχθηκε την κληρονομιά που της κατέλειπε ο συζυγός της, και μάλιστα πλήρωσε και μεγάλο ποσό σε φόρο και πρόστιμα. Συγκεκριμένα, κατέθεσε την υπ’ αριθμ. 218/1983 πράξη προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 5), με την οποία αποδέχθηκε το τμήμα αυτό εμβαδού 1.697 τ.μ., όπου σ' αυτήν και πάλι λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου ο αριθμός 519. Κατόπιν στις 19-8-1987 προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, όπου μεταξύ άλλων ακινήτων αποδέχθηκε και το επίδικο οικόπεδο (όπου πάλι ΌΜΩς λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός αυτού ο αριθμός 519). Αυτή μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο 217 και αρ. 486 στις 19-8-1987 (βλ. άνω αποδοχή στο τέλος αυτής Σχ. αρ. 5α). Στην συνέχεια έγινε έλεγχος από την αρμόδια Εφορία, στις 17-11-1987 και επιβλήθηκε πρόστιμο εκ 80.000 δρχ. (βλ. την υπ’ αριθμ. 88/17-11-1987 πράξη επιβολής προστίμου, και την από 17-11- 1987 έκθεση ελέγχου του αρμοδίου υπαλλήλου του Δημόσιου Ταμείου, σχ. αριθμ. 6 και 7), Τελικά προέκυψε επιπλέον φόρος 1.567.102 δρχ. (βλ. υπ’ αριθμ. 3/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 8), και πρόστιμο 80.000 δρχ. (βλ. 4/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 9), στις 12-1-1988. Τελικά αυτή κατέβαλε στις 29-12-88 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 900.000 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό σχ. αριθμ. 10), και εισπράχθηκε αυτό το ποσό από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 6511659/88 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 11), στις 21-12-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 160.500 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 3774993/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 12) στις 28-6-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, κατέβαλε ποσό 301.013 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 1639266/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 13), στις 10-9-1987 κατέβαλε ποσό 61.182 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 0526701/87 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 14), στις 29-6-1988 κατέβαλε ποσό 137.084 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 5198793/1988 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 15), στις 8-6-1990 κατέβαλε ποσό 176.735 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 7133754/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 16), στις 29-12-1990 κατέβαλε ποσό 191.347 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 307822/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 17). Όλα τα ανωτέρω έγγραφα – παραστατικά τα προσκομίζουμε και επικαλούμαστε. Ήτοι η μητέρα μας μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1990 πλήρωνε φόρους για την αποδοχή κληρονομιάς του άνω οικοπέδου, διότι αυτό ήταν και αυτό που είχε και μεγαλύτερη αξία, και ανέβασε την αξία όλης της κληρονομιαίας περιουσίας. Σε καμία περίπτωση αυτή δεν θα πλήρωνε τόσους πολλούς φόρους, και μέχρι το 1990 αν η ίδια δεν κατείχε και δεν νεμόταν για αυτήν το άνω ακίνητο, και αν η ίδια δεν πίστευε ότι της ανήκει ή αν είχε έστω την υποψία ότι ανήκει στον ενάγοντα. Το ακίνητο αυτό της το άφησε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και αυτή συνέχισε να διαμένει σ’αυτό μέχρι και το θάνατό της στις 3-10-2005 (βλ. Ληξιαρχιακή πράξη θανάτου της Σχ. αρ. 18), ασκώντας επ αυτού όλες τις πράξεις κατοχής, ως αποκλειστική κυρία αυτού, ήτοι φροντίζοντας το, σπέρνοντας λαχανικά, περιποιώντας τα δένδρα σ' αυτό. Επιπρόσθετα, ίσως ξεχνώντας ότι είχε προβεί σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς το 1987 (Σχ. 5α), προέβην εκ νέου σε αποδοχή του επίδικου οικοπέδου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 460 και αριθμό 263, των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 19, (Σ' αυτήν δε, αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου πλέον το 536) όπου και εκ νέου αποδέχθηκε το άνω τμήμα οικοπέδου, και έτσι σύμφωνα τα άρθρα 1846,1193 και 1199, η κυριότητά της θεωρείται με τις άνω δύο αποδοχές κληρονομίας αρχικά το 1987 και έπειτα το 2003, ότι περιήλθε σ’ αυτήν από το θάνατο του κληρονομούμενου, ήτοι από 14-10-1983. Στην άνω δε έκθεση αποδοχής κληρονομίας, επισυνάπτεται και το υπ’ αριθμ. 16418/31-7-2003 πιστοποιητικό ιδιοκατοίκησης της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε σχ. αριθμ. 20, που αποδεικνύει και αυτό ότι η οικία και το οικόπεδο της Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου ήταν δικά της.
Στην συνέχεια η άνω μητέρας μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, όντας ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου, συνέταξε την υπ’ αριθμ. 12461/26-9-2001 Δημόσια Διαθήκη της, Ενώπιον του Συμβολαιουγράφου Κατερίνης Ιωάννη Βακαλίκου, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζομε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 21, (όπου κα πάλι λανθασμένα το αναφέρει με νούμερο 519), με την οποία εγκατέστησε ως κληρονόμους της, στο άνω επίδικο τμήμα, στην Αφροδίτη, , ποσοστό 5/20 εξ αδιαιρέτου, και στους Πλούταρχο, Γεώργιο, Θεοχάρη (ενάγοντα), Μεταξία και Παναγιώτα, τα 3/20 εξ αδιαιρέτου ο καθένας στα 1.697 τ.μ., και στο κτίσμα. Ήτοι άφησε 254,55 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στον καθένα από τους ανωτέρω πέντε και 424,25 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στην Αφροδίτη Κουλιανοπούλου. Ως τίτλο κτήσης αναφέρεται η υπ’ αριθμ. 17171/1980 άνω Δημόσια Διαθήκη του συζύγου της, Βασιλείου Τρικαλόπουλου του Αναγνώστη ή Θεοχάρη. Ο λόγος δε που προχώρησε σ' αυτήν την παραχώρηση του ακινήτου κατ’ αυτόν τον τρόπο και κατά τα ανωτέρω ποσοστά και εκτάσεις εξ αδιαιρέτου, είναι αρχικά ότι η Αφροδίτη, γηροκόμησε την μητέρα μας μέχρι τον θάνατό της, κάτι που αναφέρει και η ίδια στην άνω διαθήκη της, και κατά δεύτερον λόγο, ως και η ίδια μας είχε ενημερώσει όλους (και τον αντίδικο), προκειμένου όλοι να έχουν ένα ποσοστό στην πατρική μας κατοικία, και προκειμένου ο ενάγων σε περίπτωση μελλοντικής σύστασης οριζόντιων και κάθετων ιδιοκτησιών στο άνω διαιρετό τμήμα, να λάβει το άνω διαμέρισμα του α’ ορόφου των 120 τ.μ. περίπου, στο οποίο διέμενε και διαμένει με ανάλογο ποσοστό επί του οικοπέδου των 1.697 τ.μ., ήτοι 254,55 τ.μ., ως αυτοτελή και διαιρετή ιδιοκτησία, και εμείς να είμαστε συνιδιοκτήτες στο υπόλοιπο τμητά του οικοπέδου των 1.697 τ.μ. - 254,55 τ.μ. = 1.442,45 τ.μ.
Μετά τον θάνατό της στις 3-10-2005, δημοσιεύθηκε η άνω διαθήκη της (12.461/26-9-2001) με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης (βλ. Σχ. αριθμ. 21), και την άνω κληρονομιά της αποδεχθήκαμε η Αφροδίτη, η Μεταξία και η Παναγιώτα, με την υπ’ αριθμ. 150/2006 έκθεση αποδοχής κληρονομιάς του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία αναφέρεται στο από 30-10-1980 τοπογραφικό διάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού Κωνσταντίνου Δημάση, (Σχ. αριθμ. 22, και 4α), η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 509 και αριθμό 368, των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης (Σχ. αρ. 23), αφού πρώτα είχαμε υποβάλλει την υπ’ αριθμ. 117/2006 δήλωση φόρου κληρονομίας της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης. Με την μεταγραφή δε αυτής αποκτήσαμε την κυριότητα επί του άνω ακινήτου από 3-10-2005, ημέρα θανάτου της μητέρας μας, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ.
Ο δε Πλούταρχος και Γεώργιος Τρικαλόπουλος αποδεχθήκαμε την ως άνω κληρονομιά με την με αριθ 1577/2010 πράξη αποδοχής του Συμβολαιογράφου Κατερίνης Δημητρίου Κουτσοχίνα, νομίμως μεταγραφέντος. (σχετικό Νο 23α) τ.593 αριθ 448
Έκτοτε, νεμόμαστε και κατέχουμε με διάνοια κυρίου όλο το άνω διαιρετό τμήμα οικοπέδου, ασκώντας διακατοχικές πράξεις, όπως το επισκεπτόμαστε, το φροντίζουμε, το δηλώνουμε στην φορολογική μας δήλωση και στο Ε9 (βλ. ενδεικτικά Ε9 της α' από εμάς του 2007, Σχ. αρ. 24).
ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΑΡΝΗΣΗ ΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΩ ΙΔΙΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ
Το επίδικο τμήμα που αιτείται να αναγνωρισθεί ο ενάγων κύριος, ανήκει στην συγκυριότητα όλων μας, κατά ποσοστά 5/20 εξ αδιαιρέτου της α’ από εμάς, και κατά ποσοστά 3/20 εξ αδιαιρέτου των λοιπών. Αυτά περιήλθαν σε εμάς από την αποδοχή κληρονομιάς της μητέρας μας, (το 1987 αρχικά και έπειτα το 2005) η οποία ανατρέχει στο χρόνο θανάτου της, ήτοι την 3-10-2005, η οποία ήταν κυρία του όλου ακινήτου από τον θάνατο του πατέρα μας, ήτοι από την 14-10-1983, ο οποίος την είχε εγκαταστήσει σ’ αυτό σύμφωνα με την άνω διαθήκη του, και αυτή την αποδέχθηκε, αρχικά με την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς, το 1987 με την άνω αποδοχή του επιδίκου οικοπέδου, με την πληρωμή των προστίμων και των επιπλέον φόρων μέχρι και το έτος 1990, και αργότερα και με την δεύτερη μεταγραφή της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας, η μεταβίβαση της κυριότητας της οποίας και σ’ αυτήν την περίπτωση ανατρέχει στον χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου ήτοι την 14-10-1983, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ. Εξάλλου, ποτέ ο πατέρας μας δεν είχε μεταβιβάσει με άτυπη δωρεά το έτος 1977, ούτε αργότερα το επίδικο τμήμα οικοπέδου, διότι αλλιώς αυτός δεν θα το συμπεριελάμβανε στην διαθήκη του, και σε κάθε περίπτωση και αυτό να ίσχυε, δεν είχε συντελεστεί καμία μεταβίβαση αφού δεν είχε μεταγραφεί καμία πράξη (αφού η μεταβίβαση ακινήτου επέρχεται από και διά της μεταγραφής), ούτε είχε συμπληρωθεί ο χρόνος έκτακτης χρησικτησίας (20ετία) μέχρι την σύνταξη της άνω διαθήκης, ήτοι το 1980. Αλλά και αργότερα, όμως η μητέρας μας συνέχισε να νέμεται και να κατέχει με διάνοια κυρίου το άνω επίδικο ακίνητο, αφού διέμενε σ’ αυτό, το καλλιεργούσε βάζοντας κάθε χρόνο λαχανικά, μπαξέ, τα φρόντιζε, προέβην σε αποδοχή κληρονομιάς, με την κατάθεση δήλωση φόρου κληρονομιάς στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., με την αποδοχή κληρονομιάς το 1987 από τη μητέρα μας, η οποία πλήρωσε τους φόρους μέχρι και το 1990, διέμενε σ’ αυτό μέχρι τον θάνατό της (2005), και το 2001, συνέταξε την άνω διαθήκη της, και την βούληση της αποδεχθήκαμε εμείς με την άνω αποδοχή κληρονομιάς. Ως εκ των ανωτέρω, λοιπόν αρχικά κύριος του ακινήτου ήταν ο πατέρας μας, Βασίλειο Τρικαλόπουλος μέχρι τον θάνατό του 14-10-1983, έπειτα η μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, μέχρι το 3-10-2005 (βλ. και προσκομιζόμενες φωτογραφίες, όπου εμφαίνεται ο πατέρας μας μέσα στο άνω ακίνητο, μαζί μ' εμάς τα τέκνα του και τα εγγόνια του, όπως επίσης και πρόσφατες φωτογραφίες του επίδικου), και στην συνέχεια μέχρι σήμερα εμείς οι εναγόμενοι και ο ενάγων, κατά τα άνω ποσοστά μας συγκυριότητας. Ως εκ τούτου δεν έχει αποκτήσει την κυριότητα στο επίδικο οικόπεδο, αλλά αυτή ανήκει σε όλους εμάς, όπου είμαστε συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σ’ αυτό μαζί με τον ενάγοντα.
Μάλιστα ο ίδιος ο ενάγων προέβη κι αυτός σε αποδοχή κληρονομιάς των 300 τ.μ. οικοπέδου που του κατέλιπε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και συγκεκριμένα προέβη στην υπ' αριθ. 204/30-6-2003 αποδοχή κληρονομιάς ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης (την οποία εντέχνως σήμερα αποκρύπτει), όπου στην περιγραφή του οικοπέδου αυτού αναγνωρίζει ότι το επίδικο οικόπεδο ο πατέρας μας το κατέλειπε στην μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου βάσει της ως άνω διαθήκης του (δες Σχ. αρ. 25)
Επειδή προσκομίζουμε και επικαλούμαστε όλα τα ανωτέρω αναφερθέντα έγγραφα, καθώς και πιστοποιητικό Πλησιεστέρων συγγενών του Βασιλείου Τρικαλόπουλου και της Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, Σχ. αρ. 26 και 27.
Επειδή όλα τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από τις ένορκες βεβαιώσεις των: α) Ειρήνης Κουλιανοπούλου του Αστερίου, β) Κερασίνας Κοκκινοπλίτου του Κωνσταντίνου, κατοίκων και των δύο Κονταριώτισσας Πιερίς ενώπιον του Συμβολαιογράφου Κατερίνης Δημητρίου Κουτσοχήνα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. Ένορκη Βεβαίωση αυτών (Σχ. αρ. 28), η οποία ελήφθη νόμιμα μετά από νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου σύμφωνα με την υπ' αριθ. έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Κατερίνης Σχ. αρ. 29)
Επειδή από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται η βασιμότητα των ισχυρισμών μας και η αναλήθεια των ισχυρισμών του αντιδίκου μας.
Επειδή τα παραπάνω αναφερθέντα και επικαλούμενα σχετικά έγγραφα τα οποία είναι κοινά για όλους τους εναγομένους, κατατίθενται με τις προτάσεις των α, δ και ε των εναγομένων
Επειδή αρνούμαστε αγωγή, προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου μας.
ΓΙ’ ΑΥΤΟ - ΖΗΤΟΥΜΕ
Και όσα θα αναφέρουμε κατά την συζήτηση.
Να γίνουν δεκτές οι παρούσες προτάσεις μας. Ν’ απορριφθούν προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμοί του αντιδίκου μας. Και να καταδικασθεί αυτός στην δικαστική μας δαπάνη.
Κατερίνη, 14-3-2013
Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι
Καλαιτζής Δημήτριος
Μαργαρίτης Αθανάσιος
==================================
ΕΦΕΣΗ (ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ)
ΣΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΕΦΕΣΗ
1.
ΣΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΕΦΕΣΗ
1.
ΚΑΤΑ
.... και
ΚΑΤΑ της υπ' αριθμ. 387/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης (τακτική διαδικασία).
**********************************
Ο εφεσίβλητος άσκησε εναντίον μας, την από 19-2-2010 αγωγή (αναγνωριστική κυριότητας) για το περιγραφέν σ' αυτήν οικόπεδο έκτασης 1.697 τ.μ., με αριθμό αυτού 536 στο 97 Ο.Τ., ευρισκόμενο στην Κονταριώτισσα Πιερίας, με τα εντός αυτού κτίσματα, ήτοι μία διώροφη οικοδομή αποτελούμενη από ισόγεια οικία, εμβαδού 120 τ.μ., και μία αποθήκη-στάβλο εμβαδού 50 τ.μ., και τον α' όροφο εμβαδού αρχικά 80 τ.μ., και μετά άλλα 40 τ.μ. και συνολικά 120 τ.μ., επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου, η οποία και έκανε δεκτή την άνω αγωγή του και τον αναγνώρισε κύριο αυτού του διαιρετού τμήματος με τα άνω κτίσματα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας.
ΕΚΚΑΛΟΥΜΕ την ως άνω υπ' αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, τακτική διαδικασία, για τους παρακάτω νόμιμους, βάσιμους και αληθινούς λόγους και για όσους θα προσθέσουμε νόμιμα και εμπρόθεσμα στο μέλλον.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και δέχθηκε ότι μετά τον θάνατο του διαθέτη πατέρα μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε στη σύζυγό του και μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον ούτε ο πατέρας μας είχε τη νομή στο επίδικο κατά το χρόνο του θανάτου του, αλλά την είχε μεταβιβάσει στον ενάγοντα δυνάμει της μεταξύ τους καταρτιθείσης ατύπως από 7-10-1977 δωρεάς εν ζωή, ως χαρακτήρισε ολότελα λανθασμένα την προσκομισθείσα από τον αντίδικο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση του πατρός μας, η οποία επακριβώς αναφέρει «παραχωρώ εις τον υιόν μου Θεοχάρη Τρικαλόπουλο του Βασιλείου 2.000 έκτασης οικοπέδου μου για να ανεγείρει αποθήκη», θεωρώντας ότι έτσι του δώρισε όλο το επίδικο οικόπεδο. Παρατηρώντας όμως αυτό το έγγραφο προκύπτει ότι η αναγραφή της έκτασης 2.000 τ.μ., είναι κατασκευασμένη, αφού ξεκάθαρα προκύπτει από την βούληση του πατέρα μας πως πρόκειται για 200 τ.μ. έκταση, και όχι 2.000 τ.μ., αφού το έγγραφο αυτό αναφέρει πως η παραχώρηση της έκτασης έγινε μόνο για ανέγερση μίας αποθήκης, η οποία όμως προϋπήρχε, ως αποδέχθηκε και ο μάρτυρας του, αλλά λόγω παλαιότητας έχριζε επιδιόρθωσης, και όχι για ανέγερση οικίας, ως ισχυρίζεται ο εφεσίβλητος. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να προσκομισθεί το πρωτότυπο έγγραφο, κι όχι φωτοτυπία, ή επικυρωμένο αντίγραφο. Κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη έσφαλλε και πρέπει να εξαφανιστεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας λανθασμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και τις μαρτυρικές καταθέσεις και αγνόησε όλα τα έγγραφα που εμείς προσκομίσαμε και επικαλεστήκαμε πρωτοδίκως, και αναλυτικά αναφέραμε στις προτάσεις μας, και δη, δημόσια έγγραφα, ένορκες βεβαιώσεις, φωτογραφίες, αλλά και έγγραφα του ιδίου του αντιδίκου μας, που ακύρωναν εν τέλει το άνω έγγραφο εν τοις πράγμασι , και το καθιστούσαν αυτό άνευ νομικής σημασίας και αξιολόγησης. Κυρίως όμως αγνόησε η εκκαλουμένη ότι ο πατέρας μας δύο χρόνια μετά συνέταξε δημόσια διαθήκη (την υπ' αριθ. 17171/80 Δημόσια Διαθήκη του συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου) για το ίδιο το επίδικο οικόπεδο, και στον αντίδικο κατέλειπε τώρα μόνο 300 τ.μ., και κατέλειπε στην μητέρα μας ολόκληρο το υπόλοιπο επίδικο οικόπεδο, ακυρώνοντας έτσι εν τοις πράγμασι την άνω, ακόμα κι αν υποτεθεί δωρεά-μεταβίβαση, ενώ αυτός νέμονταν μέχρι τότε και συνέχισε μέχρι τον θάνατό του (το 1983) το επίδικο με διάνοια κυρίου, χωρίς να το απωλέσει ποτέ από την νομή και κατοχή του. Κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της και αυτές ακόμα τις πρωτόδικες μαρτυρικές καταθέσεις, και αποδέχθηκε ότι μετά το θάνατο της ανωτέρω διαθέτιδος - μητέρας μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε σ' εμάς τους εναγόμενους κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον η μητέρα μας δεν είχε την νομή του κατά το χρόνο του θανάτου της, αφού ο εφεσίβλητος την είχε από το έτος 1977, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο από την επιγενόμενη κοινωνία δικαιώματος με τη μητέρα μας, που έλαβε χώρα με την μεταγραφή της πράξης αποδοχής κληρονομίας από αυτήν και ανατρέχει στο χρόνο θανάτου του συζύγου της το έτος 1983. Συνεπώς, κατά την εκκαλουμένη, ο εφεσίβλητος δεν είχε την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στην μητέρα μας ότι εξακολουθεί και μετά το θάνατο του δικαιοπαρόχου πατέρα του να ασκεί πράξεις νομής στο επίδικο, διότι δεν ήταν κοινωνοί - συννομείς τότε που ο εφεσίβλητος άρχισε να το νέμεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω σκέψη της εκκαλουμένης, οπότε έναντι αυτής ο αντίδικος δεν άλλαξε την αιτία της νομής του επιδίκου.
Αγνόησε όμως η εκκαλουμένη ολότελα λανθασμένα, μη λαμβάνοντας καν υπ' όψιν της ακόμα και αυτές τις μαρτυρικές καταθέσεις που διεξήχθησαν Ενώπιον της, ότι η μητέρα μας βρισκόταν η ίδια στο επίδικο ασκούσε πράξεις νομής και κατοχής σ’ αυτό συνεχώς από τον θάνατο του συζύγου της, ως το δικό της θάνατο με διάνοια κυρίου, το είχε υπό την φυσική της εξουσία, το καλλιεργούσε, φύτευε λαχανικά και δένδρα σ' αυτό, η δε κατοικία της, ως τον θάνατό της, το 2005, ήταν η ισόγεια οικία. Τις ίδιες δε πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου έκανε πριν σ' ολόκληρο το επίδικο ακίνητο ο πατέρας μας και αυτό γινόταν μέχρι τον θάνατό του το 1983. 'Όλα δε αυτά τα αποδέχθηκε ακόμα και ο μάρτυρας του αντιδίκου, Βασίλειος Παπακώστας, ο οποίος, ως προκύπτει από τα πρακτικά της εκκαλουμένης απόφασης, που όμως αγνόησε η προσβαλλόμενη απόφαση, χαρακτηριστικά ανέφερε : "Γνώριζα τον παππού, τον Βασίλη Τρικαλόπουλο. Το επίδικο ήταν αμπέλι κάποτε, είναι στο κέντρο της Κονταριώτισσας, έχει εμβαδό περίπου καναδυό στρέμματα και ο παππούς όσο ζούσε το είχε αμπέλι. Ήταν μέσα στο ακίνητο το σπίτι, έμενε ο παππούς και η γυναίκα του Ευαγγελία, μέχρι που πέθανε το 1983." Πιο κάτω ανέφερε σε σχέση με την υποτιθέμενη δωρεά ολόκληρου του οικοπέδου για να ανεγείρει ο αντίδικος μία αποθήκη: "Η αποθήκη υπάρχει την έκανε ανακαίνιση, έβαζε καπνά γιατί τη χρειαζόταν." πιο κάτω πάλι αναφέρει "Ο παππούς ήταν έξυπνος............ Του τα επέτρεπε του Θεοχάρη αυτά που έκανε.". Επίσης ανέφερε "Επάνω έμενε ο Θεοχάρης, κάτω ο παππούς και η γιαγιά, μετά το 1983 που πέθανε ο παππούς έμενε η γιαγιά μέχρι που πέθανε. Το 1983 δεν θα ήταν η γιαγιά 73 -80 χρονών, δεν ξέρω αν η γιαγιά έβαζε μπαχτσέδες. Αν ήταν καλά θα φρόντιζε τα δεντράκια που ήταν εκεί.". Πιο κάτω ανέφερε "Η γιαγιά ήταν στο κάτω σπίτι συνεχώς.". Η μάρτυρας μας δε, Αικατερίνη Κουλιανοπούλου, ανέφερε "Ως το 1983 το επίδικο ήταν του παππού, μετά έμενε η γιαγιά μόνη της, ως τον θάνατό της. Πριν γυρίσει ο Θεοχάρης από τη Γερμανία ο παππούς είχε επιθυμία να του δώσει τον πάνω όροφο, είπε να κάνει μία επέκταση, με δικά του χρήματα, ήθελε να κάνει κάτι για το γιο του. Για το πάνω, το κάτω όμως η επιθυμία του ήταν να μείνει η γιαγιά. Το ακίνητο είναι περίπου 2 στρέμματα. Είχε αμπέλι, στο υπόλοιπο βάζανε καπνά, πολλές φορές και οι γείτονες βάζανε κρεμανταλάδες γιατί ήταν μεγάλο το οικόπεδο. Ο παππούς έδωσε στον Θεοχάρη 300 μέτρα, έβαζε καπνά, τα φυτά του, αυτό χρησιμοποιούσε. Το υπόλοιπο η γιαγιά το διαχειριζόταν, πολλές φορές το νοίκιαζε, έβαζε μέχρι τελευταία στιγμή ζαρζαβατικά της άρεζε.". Στην συνέχεια ανέφερε "Το φρεζάριζε, το περιποιούνταν η γιαγιά. Το μίσθωνε για να βάζουν κρεμανταλάδες. Πριν το 2000, το 1998, 1999, το μίσθωνε το καλοκαίρι 2 μήνες για τα καπνά.". Στην συνέχεια "Εντολές για το οικόπεδο έδινε πάντα η γιαγιά, για φρεζάρισμα και τα λοιπά. Το μπαχτσεδάκι το έβαζε ακριβώς πίσω από το σπίτι.", πιο κάτω επίσης ανέφερε "Η γιαγιά είχε τα πάντα, εκείνη τα έκανε όλα στο μπαχτσέ.". Στην συνέχεια "Η προσθήκη έγινε πριν το 1980, απ' ό,τι ξέρω με τα λεφτά του παππού, τόσα χρόνια ήταν αγρότης, έπαιρνε σύνταξη, είχε και χωράφια που νοίκιαζε, είχε εισοδήματα, από κει και η γιαγιά βρήκε το 1.700.000 δρχ. και πλήρωσε την κληρονομιά, και με τη βοήθεια των παιδιών της φυσικά.". Πιο κάτω ανέφερε "Ο παππούς στα 75 του έβαζε άνθρωπο να περιποιείται τα δέντρα, το οικόπεδο, δεν θυμάμαι ποιον, κάθε φορά έβαζε άλλον εργάτη. Ο Βίκας που έχει τα τρακτέρ στο χωριό, αυτός ερχόταν, φρεζάριζε. Ο Θεοχάρης έβαζε καπνά όταν γύρισε από τη Γερμανία, έβαζε κρεμανταλάδες, η γιαγιά όμως δεν τον άφηνε να βάζει στο δικό της το χωράφι. Δεν ήταν μαλωμένοι, δεν ήταν τέλειες οι σχέσεις τους. Από τη στιγμή που έρχεται από πάνω ένα παιδί σου και περιμένεις να σε φροντίσει και αδιαφορεί, και ως την τελευταία ώρα ήθελε να είναι δίκαιη και γι' αυτό δεν τον έβγαλε από τη διαθήκη. Η γιαγιά πέθανε 98 χρονών.". Η εκκαλουμένη όμως ολότελα λανθασμένα αγνόησε τις άνω μαρτυρικές καταθέσεις αλλά και έγγραφα, όπως αγνόησε και ότι γι' αυτό το επίδικο, η μητέρα μας πλήρωσε φόρους περίπου 1.700.000 δρχ. τότε. Κρίνοντας όμως διαφορετικά, μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της η εκκαλουμένη όλα τα ανωτέρω, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας εσφαλμένα τον Νόμο και τα προσκομισθέντα έγγραφα και αγνόησε παντελώς ότι ο ίδιος ο αντίδικος μας, όταν προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομίας για τα 300 τ.μ. που κατέλειπε σ' αυτόν ο πατέρας μας με τη διαθήκη του, το 1980, ήτοι στην αποδοχή κληρονομίας του με αριθμό 2004/2003, στην περιγραφή του ακινήτου του, αναφέρει ο ίδιος ότι δίπλα του συνορεύει "με υπόλοιπο τμήμα του ιδίου οικοπέδου, που κατέλειπε ο κληρονομούμενος στην σύζυγό του, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου , ήτοι στην μητέρα μας. Ήτοι και αυτός αποδέχεται αυτήν την διαθήκη, και αναγνωρίζει πως το επίδικο ακίνητο ανήκει στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου. Αποδέχθηκε επίσης η εκκαλουμένη ότι εμείς το πρώτο αμφισβητήσαμε την αποκλειστική νομή του αντίδικου στο επίδικο με την κατά τα έτη 2006 και 2010 αποδοχή κληρονομίας της μητέρας μας και τη μεταγραφή των σχετικών πράξεων. Συνεπώς, κατά την εκκαλουμένη σύμφωνα με τα ανωτέρω από την έναρξη της συνεχούς αποκλειστικής νομής του αντιδίκου μας επί του επιδίκου το έτος 1977 παρήλθε μέχρι την ως άνω αμφισβήτηση από εμάς της κυριότητας επί του επιδίκου του αντιδίκου μας χρόνος πλέον της εικοσαετίας και έτσι απέκτησε αυτός την κυριότητα του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία. Κρίνοντας όμως έτσι η εκκαλουμένη έσφαλλε, αφού ο αντίδικος μας ουδέποτε απέκτησε τη νομή στο επίδικο σύμφωνα με τα ανωτέρω και όσα κατωτέρω λεπτομερώς θα αναφερθούν, από το έτος 1977 ως τα ως άνω έτη, και γι' αυτό πρέπει να εξαφανισθεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και μαρτυρικές καταθέσεις, και τελικά έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του αντιδίκου μας, και δεν έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς μας και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας δικαιώματος, καθώς και τους λοιπούς μας ισχυρισμούς, και αναγνώρισε ως μοναδικό κύριο τον αντίδικο στο επίδικο ακίνητο.
Επ’ αυτής όμως της λανθασμένης κρίσης της εκκαλουμένης ειδικότερα, αναφέρουμε και τα εξής :
Δυνάμει του υπ’ αριθμ. 2201/1973 Τίτλο Κυριότητας της Διεύθυνσης Γεωργίας Πιερίας, νόμιμα μεταγεγραμμένος στον τόμο 90 και αριθμό 89 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, τον οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 1), κατά την οριστική διανομή του έτους 1969 - 1970 του αγροκτήματος Κονταριώτισσας Πιερίας, η οποία κυρώθηκε με το υπ’ αριθμ. 1189/72 ΝΔ, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ με αριθμό 99/28-6-1972, παραχωρήθηκε στον πατέρα μας Βασίλειο Τρικαλόπουλο του Θεοχάρη ή Αναγνώστη και της Τριανταφυλλιάς (βλ. σχετικό πιστοποιητικό του Δήμου Δίου - Ολύμπου ταυτοπροσωπίας, ότι δηλ. ο Τρικαλόπουλος Βασίλειος του Αναγνώστη είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Τρικαλόπουλο Βασίλειο του Θεοχάρη Σχ. αρ. 1α), ένα οικόπεδο, το υπ’ αριθμ. 536 εμβαδού 1.998 τ.μ., στο Ο.Τ. 97, ευρισκόμενο αυτό στην Κονταριώτισσα Πιερίας. Εντός αυτού υπήρχε μία διώροφη οικία εμβαδού του ισογείου 120 τ.μ., και του α’ ορόφου αρχικά 80 τ.μ. περίπου, και μία αποθήκη - στάβλο 50 τ.μ., κτισμένα όλα τα κτίσματα αυτά από τον άνω πατέρα μας από την εγκατάσταση του σ' αυτό το οικόπεδο, ήτοι επρόκειτο για κτίσματα ανεγερθέντα προ του 1955. Αυτό εξάλλου αναφέρεται και στην κατωτέρω αναφερόμενη Οικοδομική Άδεια της Πολεοδομίας Πιερίας. Με δικές του δαπάνες πάλι, αφού, ως κατέθεσε και πρωτοδίκως η μάρτυράς μας (βλ. κατάθεση της), ο πατέρας μας είχε χρήματα, τα οποία ήταν αποταμιεύσεις δικές του από γεωργικές ασχολίες και από ζώα που διατηρούσε, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 109/1978 άδεια προσθήκης α’ ορόφου του αρμόδιου Γραφείου της Πολεοδομίας Πιερίας εμβαδού 40 τ.μ. στο όνομα όμως του εφεσίβλητου και έχτισε αυτήν προκειμένου να έρθει από την Γερμανία και να του παραχωρήσει την χρήση του πάνω αυτού ορόφου, (και έτσι ο α’ όροφος έγινε συνολικά 120 τ.μ. περίπου), (όπου σ’ αυτόν εγκαταστάθηκε αργότερα ο ενάγων όταν γύρισε), την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 2), μαζί με το συνοδεύον αυτή τοπογραφικό του Νίκου Βούλγαρη (Σχ. αρ. 2α).
Ο ανωτέρω αρχικός κληρούχος και πατέρας μας, όμως κατείχε και νεμόταν όλο τον ανωτέρω οικόπεδο μέχρι και τον θάνατό του την 14-10-1983 (βλ. προσκομιζόμενη Ληξιαρχική πράξη θανάτου του, Σχ. αρ. 3). Για το λόγο αυτό όταν στις 2-12-1980 συνέταξε την υπ’ αριθμ. 17171/1980 Δημόσια Διαθήκη του Ενώπιον του τέως Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου, μεταξύ των άλλων ακινήτων που άφησε, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 57/22-3-1984 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4), εγκατέστησε κληρονόμους του εξ αυτού του οικοπέδου σ’ ένα τμήμα εμβαδού 300 τ.μ. τον εφεσίβλητο, και στο υπόλοιπο τμήμα εμβαδού 1697 τ.μ., ήτοι το επίδικο την μητέρα μας, και σύζυγό του Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (Εκ παραδρομής όμως το αναφέρει σ' αυτή του τη διαθήκη με αριθμό αυτού 519, ενώ ο ορθός αριθμός οικοπέδου είναι το 536). Μάλιστα αυτός στην άνω διαθήκη του περιγράφει λεπτομερώς τις πλευρές και τα όρια στα άνω δύο τμήματα του οικοπέδου, και κυρίως επισυνάπτεται και το από 30-10-1980 τοπογραφικό του μηχανικού Κων/νου Δημάση, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4α), το οποίο και υπογράφει και αυτός και η συμβολαιογράφος, και οι μάρτυρες (όπου πάλι και σ' αυτό το τοπογραφικό αναγράφεται λανθασμένα ως αριθμός οικοπέδου το 519). Σύμφωνα με την άνω διαθήκη του κατέτμησε το όλο οικόπεδο σε δύο τμήματα, το ένα τμήμα με αριθμό 2 αυτού, και με μπλε χρώματος διάγραμμα, ως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην άνω διαθήκη, με στοιχειά αυτού Α-Β-Η-Ζ-Ε-Δ-Α εμβαδού 1.697 τ.μ, με την εντός αυτού διόροφη οικία και αποθήκη, και σταύλο το άφησε στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, και το με αυξ. αριθμ. 1, με κόκκινο χρώμα διάγραμμα, με στοιχεία αυτού Γ-Ε-Ζ-Η-Γ εμβαδού 300 τ.μ, στην νοτιοανατολική γωνία του όλου οικοπέδου, με πλήρη περιγραφή των πλευρών του άφησε στον ενάγοντα.
Η άνω διαθήκη του πατρός μας, η οποία αποτελεί δημόσιο έγγραφο, και συντάχθηκε μετά την προσκομιζόμενη από τον εφεσίβλητο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση - συμφωνητικό δωρεάς, αποτυπώνει την πραγματική του βούληση για να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μόνο μία αποθήκη, και αυτό μπορούσε να γίνει σε τμήμα 200 τ.μ. και όχι σε 2.000 τ.μ., που θέλει σήμερα να παρουσιάσει ο αντίδικός μας. (Το τελευταίο δε μηδενικό σ’ αυτήν και στο σημείο που υπάρχει αυτό αφήνει πλείστα ερωτηματικά). Πάντως σε κάθε περίπτωση ο πατέρας μας με την δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά το άνω έγγραφο- υπεύθυνη δήλωση, στον αντίδικό μας άφησε 300 τ.μ. και μόνο, και ουσιαστικά ακυρώνει αυτό. Πλην όμως η εκκαλουμένη και αυτές ακόμη τις απλές σκέψεις αγνόησε ολότελα αβασάνιστα και εξέδωσε αυτήν. Όπως επίσης αγνόησε ακόμα κι αυτήν την κατάθεση του μάρτυρα του αντιδίκου, που ανέφερε ότι ο πατέρας μας ήταν αυτός που καλλιεργούσε όλο το οικόπεδο, αυτός το όργωνε, το εξουσιάζε, έδινε εντολές ως τον θάνατό του, ήτοι ασκούσε διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου μέχρι τον θάνατό του (βλ. πρακτικά σελ. 1, όπως και προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις μας).
Μετά το θάνατό του πατέρα μας, στις 14-10-1983, στην νομή και κατοχή το άνω διαιρετού τμήματος οικοπέδου εμβαδού 1.697 τ.μ., περιήλθε η μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (ως ήθελε ο διαθέτης), η οποία ασκούσε επ’ αυτού με διάνοια κυρίου όλες τις διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής επ’ αυτού, καθώς η ίδια διέμενε σ’ αυτό (στην ισόγεια οικία), όπως διέμενε και πριν με τον πατέρα μας. Αυτή ήταν η μόνη και αδιαφιλονίκητη νομέας, κάτοχος και ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου. Αυτή το φρόντιζε, το περιποιόταν, μέχρι που ήταν σε θέση, και μέχρι λίγο πριν τον θάνατο της, έβαζε μπαξέ και το καλλιεργούσε με λαχανικά. Αυτόν τον κήπο έκανε πίσω από το οικόπεδο, όπως ανέφερε πρωτοδίκως η μάρτυρας μας, και περιποιόνταν τα δέντρα που υπήρχαν, στο υπόλοιπο οικόπεδο (μηλιές, αχλαδιές, κυδωνιές, ελιές είπε η μάρτυράς μας). Όμως και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου παραδέχθηκε ότι αυτή φρόντιζε όλα τα άνω δέντρα (τα πότιζε είπε ο μάρτυράς του με λάστιχο). Όταν δεν μπορούσε, λόγω ηλικίας, έδινε εντολές σε τρίτους και ειδικά σε έναν γείτονα που ανέφερε η μαρτυράς μου πρωτοδίκως με το παρατσούκλι του (Βίκος), και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου ευρισκόμενος στο ακροατήριο φώναξε "Ο Παπαγιανούλης", ο οποίος το όργωνε, το φρεζάριζε και έκανε εργασίες σ' αυτό, αλλά πάντα με εντολή της μητέρας μας. Αυτές δε όλες οι εργασίες γίνονταν σε όλο το τμήμα των 1.697 τ.μ., κι αυτό γινόταν μέχρι και τον θάνατο της μητέρας μας το 2005, όπου όπως ανάφερε η μάρτυρας μας, αυτή πέθανε από εγκεφαλικό μέσα στην οικία της. Ο εφεσίβλητος συνέχιζε να έχει στην νομή και κατοχή του μόνο το τμήμα των 300 τ.μ. Για τον λόγο αυτό η μητέρα μας αποδέχθηκε την κληρονομιά που της κατέλειπε ο συζυγός της, και μάλιστα πλήρωσε και μεγάλο ποσό σε φόρο και πρόστιμα: Συγκεκριμένα, κατέθεσε την υπ’ αριθμ. 218/1983 πράξη προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 5), με την οποία αποδέχθηκε το τμήμα αυτό εμβαδού 1.697 τ.μ., όπου σ' αυτήν και πάλι λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου ο αριθμός 519. Κατόπιν στις 19-8-1987 προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, όπου μεταξύ άλλων ακινήτων αποδέχθηκε και το επίδικο οικόπεδο (όπου πάλι όμως λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός αυτού ο αριθμός 519). Αυτή μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο 217 και αρ. 486 στις 19-8-1987 (βλ. άνω αποδοχή στο τέλος αυτής Σχ. αρ. 5α). Στην συνέχεια έγινε έλεγχος από την αρμόδια Εφορία, στις 17-11-1987 και επιβλήθηκε πρόστιμο εκ 80.000 δρχ. (βλ. την υπ’ αριθμ. 88/17-11-1987 πράξη επιβολής προστίμου, και την από 17-11- 1987 έκθεση ελέγχου του αρμοδίου υπαλλήλου του Δημόσιου Ταμείου, σχ. αριθμ. 6 και 7), Τελικά προέκυψε επιπλέον φόρος 1.567.102 δρχ. (βλ. υπ’ αριθμ. 3/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 8), και πρόστιμο 80.000 δρχ. (βλ. 4/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 9), στις 12-1-1988. Τελικά αυτή κατέβαλε στις 29-12-88 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 900.000 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό σχ. αριθμ. 10), και εισπράχθηκε αυτό το ποσό από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 6511659/88 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 11), στις 21-12-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 160.500 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 3774993/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 12) στις 28-6-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, κατέβαλε ποσό 301.013 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 1639266/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 13), στις 10-9-1987 κατέβαλε ποσό 61.182 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 0526701/87 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 14), στις 29-6-1988 κατέβαλε ποσό 137.084 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 5198793/1988 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 15), στις 8-6-1990 κατέβαλε ποσό 176.735 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 7133754/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 16), στις 29-12-1990 κατέβαλε ποσό 191.347 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 307822/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 17). Όλα τα ανωτέρω έγγραφα – παραστατικά τα προσκομίζουμε και επικαλούμαστε. Ήτοι η μητέρα μας μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1990 πλήρωνε φόρους για την αποδοχή κληρονομιάς του άνω οικοπέδου, διότι αυτό ήταν που είχε και μεγαλύτερη αξία, και ανέβασε την αξία όλης της κληρονομιαίας περιουσίας. Σε καμία περίπτωση αυτή δεν θα πλήρωνε τόσους πολλούς φόρους η μητέρα μας, και μέχρι το 1990 αν η ίδια δεν κατείχε και δεν νεμόταν για αυτήν το άνω ακίνητο, και αν η ίδια πίστευε ότι δεν της ανήκει ή αν είχε έστω την υποψία ότι ανήκει στον εφεσίβλητο. Ούτε θα έκανε αυτήν την αποδοχή κληρονομίας. Δεν θα υπήρχε λόγος, αν η μητέρα μας δεν το θεωρούσε αυτό δικό της, όταν σ' αυτό διέμενε, το εξουσίαζε, έβαζε μπαξέ, λαχανικά ως τον θάνατό της, κάτι που αγνόησε επιδεικτικά η εκκαλουμένη. Το επίδικο ακίνητο λοιπόν της το άφησε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και αυτή συνέχισε να διαμένει σ’αυτό μέχρι και το θάνατό της στις 3-10-2005 (βλ. Ληξιαρχιακή πράξη θανάτου της Σχ. αρ. 18) και όχι γιατί της το επέτρεπε ο εφεσίβλητος, ασκώντας επ αυτού ως προαναφέραμε όλες τις πράξεις νομής και κατοχής, ως αποκλειστική κυρία αυτού, ήτοι φροντίζοντας το, σπέρνοντας λαχανικά, περιποιώντας τα υπάρχοντα δένδρα που αναφέρθηκαν σ' αυτό. Επιπρόσθετα, ίσως ξεχνώντας ότι είχε προβεί σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς το 1987 (Σχ. 5α), προέβην εκ νέου σε αποδοχή του επίδικου οικοπέδου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 460 και αριθμό 263, των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 19, (Σ' αυτήν δε, αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου πλέον το 536) όπου και εκ νέου αποδέχθηκε το άνω τμήμα οικοπέδου. Έτσι σύμφωνα τα άρθρα 1846,1193 και 1199, η κυριότητά της θεωρείται με τις άνω δύο αποδοχές κληρονομίας αρχικά το 1987 και έπειτα το 2003, ότι περιήλθε σ’ αυτήν από το θάνατο του κληρονομούμενου, ήτοι από 14-10-1983. Στην άνω δε έκθεση αποδοχής κληρονομίας, επισυνάπτεται και το υπ’ αριθμ. 16418/31-7-2003 πιστοποιητικό ιδιοκατοίκησης της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε σχ. αριθμ. 20, που αποδεικνύει και αυτό ότι αυτή διέμενε σ' αυτό και ότι η οικία και το οικόπεδο της Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου ήταν δικά της.
Στην συνέχεια η άνω μητέρας μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, όντας ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου, ενεργώντας με δικαιοσύνη προς όλα εμάς τα παιδιά της, παρά τα όσα βίωνε από τον εφεσίβλητο, αφού έφθασαν κάποιο διάστημα να ανταλλάσουν ακόμα και εξώδικα μεταξύ τους (βλ. Σχ. αρ. 20α και 20β), αφού αυτός ήταν επιθετικός και βίαιος εναντίον της, και στόχο είχε και τότε να καρπωθεί όλο το ακίνητο, συνέταξε την υπ’ αριθμ. 12461/26-9-2001 Δημόσια Διαθήκη της, Ενώπιον του Συμβολαιουγράφου Κατερίνης Ιωάννη Βακαλίκου, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζομε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 21, (όπου κα πάλι λανθασμένα το αναφέρει με νούμερο 519), με την οποία εγκατέστησε ως κληρονόμους της, στο άνω επίδικο τμήμα, στην α’ από εμάς, σε ποσοστό 5/20 εξ αδιαιρέτου, και στους Πλούταρχο, Γεώργιο, Θεοχάρη (εφεσίβλητο), Μεταξία και Παναγιώτα, σε ποσοστό 3/20 εξ αδιαιρέτου στο καθένα από τα 1.697 τ.μ., και στο κτίσμα. Ήτοι άφησε 254,55 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στον καθένα από τους ανωτέρω πέντε και 424,25 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στην α' από εμάς, Αφροδίτη Κουλιανοπούλου. Ως τίτλο κτήσης αναφέρεται η υπ’ αριθμ. 17171/1980 άνω Δημόσια Διαθήκη του συζύγου της, Βασιλείου Τρικαλόπουλου του Αναγνώστη ή Θεοχάρη. Ο λόγος δε που προχώρησε σ' αυτήν την παραχώρηση του ακινήτου κατ’ αυτόν τον τρόπο και κατά τα ανωτέρω ποσοστά και εκτάσεις εξ αδιαιρέτου, είναι αρχικά ότι η α’ από εμάς, γηροκόμησα την μητέρα μου μέχρι τον θάνατό της, κάτι που αναφέρει και η ίδια στην άνω διαθήκη της, και κατά δεύτερον λόγο, ως και η ίδια μας είχε ενημερώσει όλους (και τον αντίδικο), αυτό το έπραξε προκειμένου όλοι μας να έχουμε ένα ποσοστό στην πατρική μας κατοικία, και προκειμένου ο εφεσίβλητος σε περίπτωση μελλοντικής σύστασης οριζόντιων και κάθετων ιδιοκτησιών στο άνω διαιρετό τμήμα που του κατέλιπε αυτή, να λάβει το άνω διαμέρισμα του α’ ορόφου των 120 τ.μ. περίπου, στο οποίο διέμενε και διαμένει με ανάλογο ποσοστό επί του οικοπέδου των 1.697 τ.μ., ήτοι 254,55 τ.μ., ως αυτοτελή και διαιρετή ιδιοκτησία, και εμείς να είμαστε συνιδιοκτήτες στο υπόλοιπο τμητά του οικοπέδου των 1.697 τ.μ. - 254,55 τ.μ. = ήτοι σε 1.442,45 τ.μ. εξ αδιαιρέτου. Ήτοι προκύπτει πως η μητέρα μας έφτιαξε μία δίκαιη διαθήκη, την οποία ουδέποτε αμφισβήτησε κανένας μας, αλλά ούτε και ο εφεσίβλητος.
Μετά τον θάνατό της στις 3-10-2005, δημοσιεύθηκε η άνω διαθήκη της (12.461/26-9-2001) με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης (βλ. Σχ. αριθμ. 21), και την άνω κληρονομιά της αποδεχθήκαμε η Αφροδίτη, η Μεταξία και η Παναγιώτα, με την υπ’ αριθμ. 150/2006 έκθεση αποδοχής κληρονομιάς του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία αναφέρεται στο από 30-10-1980 τοπογραφικό διάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού Κωνσταντίνου Δημάση, (Σχ. αριθμ. 22, και 4α), η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 509 και αριθμό 368, των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης (Σχ. αρ. 23), αφού πρώτα είχαμε υποβάλλει την υπ’ αριθμ. 117/2006 δήλωση φόρου κληρονομίας της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης. Με την μεταγραφή δε αυτής αποκτήσαμε την κυριότητα επί του άνω ακινήτου από 3-10-2005, ημέρα θανάτου της μητέρας μας, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ.
Έκτοτε, νεμόμαστε και κατέχουμε με διάνοια κυρίου όλο το άνω διαιρετό τμήμα οικοπέδου, ασκώντας διακατοχικές πράξεις, όπως το επισκεπτόμαστε, το φροντίζουμε, το δηλώνουμε στην φορολογική μας δήλωση και στο Ε9 (βλ. ενδεικτικά Ε9 της α' από εμάς του 2007, Σχ. αρ. 24), παρά τις συνεχείς διώξεις μας από τον εφεσίβλητο, αφού αυτός αποσκοπούσε να το καρπωθεί ολόκληρο, ως και έκανε με την επίδικη αγωγή. Μάλιστα το 1999 έφθασε σε σημείο να βιαιοπραγήσει εναντίον της α’ και γ' από εμάς και αναγκαστήκαμε να καταφύγουμε στην Αστυνομία και στον κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κατερίνης (Σχ. αρ. 24α).
Το επίδικο τμήμα που αιτείται να αναγνωρισθεί ο εφεσίβλητος κύριος, ανήκει στην συγκυριότητα όλων μας, κατά ποσοστά 5/20 εξ αδιαιρέτου της α’ από εμάς, και κατά ποσοστά 3/20 εξ αδιαιρέτου των λοιπών. Αυτά τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου περιήλθαν σε εμάς από την αποδοχή κληρονομιάς της μητέρας μας, (το 1987 αρχικά και έπειτα το 2003) η οποία ανατρέχει στο χρόνο θανάτου της, ήτοι την 3-10-2005, η οποία ήταν κυρία του όλου ακινήτου από τον θάνατο του πατέρα μας, ήτοι από την 14-10-1983, ο οποίος την είχε εγκαταστήσει σ’ αυτό σύμφωνα με την άνω διαθήκη του, και αυτή την αποδέχθηκε, αρχικά με την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς, το 1987 με την άνω αποδοχή του επιδίκου οικοπέδου, με την πληρωμή των προστίμων και των επιπλέον φόρων μέχρι και το έτος 1990, και αργότερα και με την δεύτερη μεταγραφή της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας, η μεταβίβαση της κυριότητας της οποίας και σ’ αυτήν την περίπτωση ανατρέχει στον χρόνο θανάτου του αρχικού κληρονομούμενου - πατέρα μας, ήτοι την 14-10-1983, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ. Εξάλλου, ποτέ ο πατέρας μας δεν είχε μεταβιβάσει το επίδικο με άτυπη δωρεά το έτος 1977, όπως παρουσίασε με υπεύθυνη δήλωσή του ο εφεσίβλητος με ημερομηνία 7-10-1977. Αυτό έγινε για να μπορέσει να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μία αποθήκη, η οποία μάλιστα προϋπήρχε, αλλά ήταν σε άσχημη κατάσταση και έχριζε επιδιόρθωσης, και προκειμένου να εκδώσει άδεια γι' αυτόν το σκοπό. (Αυτήν την αποθήκη, την παλαιότητά της και ότι έχριζε επιδιόρθωσης παραδέχθηκε και ο μάρτυράς του, βλ. πρακτικά) Δεν του παρεχώρησε όμως το 1997 όλο το επίδικο, ούτε για να χτίσει οικία τότε, αφού ακόμα και αυτή η άδεια που εκδόθηκε επ' ονόματι του, αφορούσε 40 τ.μ. προσθήκη στον ήδη υπάρχοντα α' όροφο. Αν το έπραττε αυτό ο πατέρας μας, ως ισχυρίζεται ο αντίδικος δεν θα το συμπεριελάμβανε στην δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά, και σε κάθε περίπτωση και αυτό να ίσχυε, δεν είχε συντελεστεί καμία μεταβίβαση αφού δεν είχε μεταγραφεί καμία πράξη (αφού η μεταβίβαση ακινήτου επέρχεται από και διά της μεταγραφής). Ούτε είχε συμπληρωθεί ο χρόνος έκτακτης χρησικτησίας (20ετία) μέχρι την σύνταξη της άνω διαθήκης, ήτοι το 1980, ούτε και μέχρι τον θάνατο του πατέρα μας το 1983. Αλλά και αργότερα, όμως η μητέρας μας συνέχισε να νέμεται και να κατέχει με διάνοια κυρίου το άνω επίδικο ακίνητο, αφού διέμενε σ’ αυτό, το εξουσίαζε πλήρως, έδινε η ίδια εντολές για να το οργώσουν, να το φρεζάρουν, το καλλιεργούσε η ίδια βάζοντας κάθε χρόνο λαχανικά, και μπαξέ, φρόντιζε τα δένδρα. Προέβην σε αποδοχή κληρονομιάς, με την κατάθεση δήλωση φόρου κληρονομιάς στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., συνέταξε την αποδοχή κληρονομιάς το 1987, και πλήρωσε τόσους φόρους μέχρι και το 1990. Διέμενε δε σ’ αυτό μέχρι τον θάνατό της (2005). Το 2001, συνέταξε την άνω διαθήκη της, και την βούληση της αποδεχθήκαμε εμείς με την άνω αποδοχή κληρονομιάς. Ως εκ των ανωτέρω, λοιπόν αρχικά νομέας και κάτοχος με διάνοια κυρίου του επίδικου ακινήτου ήταν ο πατέρας μας, Βασίλειος Τρικαλόπουλος και μέχρι τον θάνατό του 14-10-1983, ο οποίος ασκούσε επ' αυτού όλες τις άνω αναφερόμενες διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής, έπειτα η μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, μέχρι τον θάνατό της την 3-10-2005. Αυτό προκύπτει από όλα τα ανωτέρω έγγραφα και μάλιστα Δημόσια έγγραφα, ήτοι την άνω Δημόσια Διαθήκη του πατέρα μας, δηλώσεις στην εφορία, πληρωμές φόρων και μάλιστα σε μεγάλο ποσό, συμβόλαια μεταγεγραμμένα, ένορκες βεβαιώσεις, μαρτυρικές καταθέσεις, που ολότελα προκλητικά αγνόησε η εκκαλουμένη, όπως και φωτογραφίες που δείχνουν τον πατέρα μας και την μητέρα μας να μένουν στο ακίνητο ως το θανατό τους, κάτι που αναγνώρισε και βεβαίωσε πρωτοδίκως η μάρτυράς μας, αλλά και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου μας. Ως εκ τούτου δεν απέκτησε μόνος ο εφεσίβλητος την κυριότητα στο επίδικο οικόπεδο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, όπως δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλουμένη, αλλά αυτή ανήκει σε όλους εμάς, όπου είμαστε συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σ’ αυτό μαζί με τον εφεσίβλητο, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς αναφέρθησαν.
Μάλιστα ο ίδιος ο εφεσίβλητος προέβη κι αυτός σε αποδοχή κληρονομιάς των 300 τ.μ. οικοπέδου που του κατέλειπε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και συγκεκριμένα προέβη στην υπ' αριθ. 204/30-6-2003 αποδοχή κληρονομιάς ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης (την οποία εντέχνως πρωτοδίκως απέκρυψε ο εφεσίβλητος). Στην περιγραφή δε που γίνεται σ’ αυτήν του οικοπέδου αυτού ο ίδιος αναγνωρίζει ότι το επίδικο οικόπεδο δίπλα από το δικό του, ο πατέρας μας το κατέλειπε στην μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου βάσει της ως άνω διαθήκης του (δες Σχ. αρ. 25). Ακόμη όμως και αυτή την ομολογία του η εκκαλουμένη όμως την αγνόησε, και ως εκ τούτου έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
Έτσι κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη απορρίπτοντας όλους τους ανωτέρω ισχυρισμούς μας, και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ κατόπιν όλων αυτών πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, απορρίπτοντας την ένδικη αγωγή του αντιδίκου μας.
ΕΠΕΙΔΗ η έφεσή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή, εμπροθέσμως δε και νομίμως ασκείται αυτή.
Γ Ι’ Α Υ Τ Ο
και όσα θα προσθέσουμε στη συζήτηση.
Ζ Η Τ Ο Υ Μ Ε : Να γίνει δεκτή η έφεσή μας. Να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, τακτική διαδικασία. Να απορριφθεί η ένδικος αγωγή του αντιδίκου μας και Να καταδικασθεί ο εφεσίβλητος στην δικαστική μας δαπάνη αμφοτέρων βαθμών.
Κατερίνη, 25-10-2013
Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι
Καλαιτζής Δημήτριος
Μαργαρίτης Αθανάσιος
.... και
ΚΑΤΑ της υπ' αριθμ. 387/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης (τακτική διαδικασία).
**********************************
Ο εφεσίβλητος άσκησε εναντίον μας, την από 19-2-2010 αγωγή (αναγνωριστική κυριότητας) για το περιγραφέν σ' αυτήν οικόπεδο έκτασης 1.697 τ.μ., με αριθμό αυτού 536 στο 97 Ο.Τ., ευρισκόμενο στην Κονταριώτισσα Πιερίας, με τα εντός αυτού κτίσματα, ήτοι μία διώροφη οικοδομή αποτελούμενη από ισόγεια οικία, εμβαδού 120 τ.μ., και μία αποθήκη-στάβλο εμβαδού 50 τ.μ., και τον α' όροφο εμβαδού αρχικά 80 τ.μ., και μετά άλλα 40 τ.μ. και συνολικά 120 τ.μ., επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου, η οποία και έκανε δεκτή την άνω αγωγή του και τον αναγνώρισε κύριο αυτού του διαιρετού τμήματος με τα άνω κτίσματα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας.
ΕΚΚΑΛΟΥΜΕ την ως άνω υπ' αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, τακτική διαδικασία, για τους παρακάτω νόμιμους, βάσιμους και αληθινούς λόγους και για όσους θα προσθέσουμε νόμιμα και εμπρόθεσμα στο μέλλον.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και δέχθηκε ότι μετά τον θάνατο του διαθέτη πατέρα μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε στη σύζυγό του και μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον ούτε ο πατέρας μας είχε τη νομή στο επίδικο κατά το χρόνο του θανάτου του, αλλά την είχε μεταβιβάσει στον ενάγοντα δυνάμει της μεταξύ τους καταρτιθείσης ατύπως από 7-10-1977 δωρεάς εν ζωή, ως χαρακτήρισε ολότελα λανθασμένα την προσκομισθείσα από τον αντίδικο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση του πατρός μας, η οποία επακριβώς αναφέρει «παραχωρώ εις τον υιόν μου Θεοχάρη Τρικαλόπουλο του Βασιλείου 2.000 έκτασης οικοπέδου μου για να ανεγείρει αποθήκη», θεωρώντας ότι έτσι του δώρισε όλο το επίδικο οικόπεδο. Παρατηρώντας όμως αυτό το έγγραφο προκύπτει ότι η αναγραφή της έκτασης 2.000 τ.μ., είναι κατασκευασμένη, αφού ξεκάθαρα προκύπτει από την βούληση του πατέρα μας πως πρόκειται για 200 τ.μ. έκταση, και όχι 2.000 τ.μ., αφού το έγγραφο αυτό αναφέρει πως η παραχώρηση της έκτασης έγινε μόνο για ανέγερση μίας αποθήκης, η οποία όμως προϋπήρχε, ως αποδέχθηκε και ο μάρτυρας του, αλλά λόγω παλαιότητας έχριζε επιδιόρθωσης, και όχι για ανέγερση οικίας, ως ισχυρίζεται ο εφεσίβλητος. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να προσκομισθεί το πρωτότυπο έγγραφο, κι όχι φωτοτυπία, ή επικυρωμένο αντίγραφο. Κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη έσφαλλε και πρέπει να εξαφανιστεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας λανθασμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και τις μαρτυρικές καταθέσεις και αγνόησε όλα τα έγγραφα που εμείς προσκομίσαμε και επικαλεστήκαμε πρωτοδίκως, και αναλυτικά αναφέραμε στις προτάσεις μας, και δη, δημόσια έγγραφα, ένορκες βεβαιώσεις, φωτογραφίες, αλλά και έγγραφα του ιδίου του αντιδίκου μας, που ακύρωναν εν τέλει το άνω έγγραφο εν τοις πράγμασι , και το καθιστούσαν αυτό άνευ νομικής σημασίας και αξιολόγησης. Κυρίως όμως αγνόησε η εκκαλουμένη ότι ο πατέρας μας δύο χρόνια μετά συνέταξε δημόσια διαθήκη (την υπ' αριθ. 17171/80 Δημόσια Διαθήκη του συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου) για το ίδιο το επίδικο οικόπεδο, και στον αντίδικο κατέλειπε τώρα μόνο 300 τ.μ., και κατέλειπε στην μητέρα μας ολόκληρο το υπόλοιπο επίδικο οικόπεδο, ακυρώνοντας έτσι εν τοις πράγμασι την άνω, ακόμα κι αν υποτεθεί δωρεά-μεταβίβαση, ενώ αυτός νέμονταν μέχρι τότε και συνέχισε μέχρι τον θάνατό του (το 1983) το επίδικο με διάνοια κυρίου, χωρίς να το απωλέσει ποτέ από την νομή και κατοχή του. Κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της και αυτές ακόμα τις πρωτόδικες μαρτυρικές καταθέσεις, και αποδέχθηκε ότι μετά το θάνατο της ανωτέρω διαθέτιδος - μητέρας μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε σ' εμάς τους εναγόμενους κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον η μητέρα μας δεν είχε την νομή του κατά το χρόνο του θανάτου της, αφού ο εφεσίβλητος την είχε από το έτος 1977, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο από την επιγενόμενη κοινωνία δικαιώματος με τη μητέρα μας, που έλαβε χώρα με την μεταγραφή της πράξης αποδοχής κληρονομίας από αυτήν και ανατρέχει στο χρόνο θανάτου του συζύγου της το έτος 1983. Συνεπώς, κατά την εκκαλουμένη, ο εφεσίβλητος δεν είχε την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στην μητέρα μας ότι εξακολουθεί και μετά το θάνατο του δικαιοπαρόχου πατέρα του να ασκεί πράξεις νομής στο επίδικο, διότι δεν ήταν κοινωνοί - συννομείς τότε που ο εφεσίβλητος άρχισε να το νέμεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω σκέψη της εκκαλουμένης, οπότε έναντι αυτής ο αντίδικος δεν άλλαξε την αιτία της νομής του επιδίκου.
Αγνόησε όμως η εκκαλουμένη ολότελα λανθασμένα, μη λαμβάνοντας καν υπ' όψιν της ακόμα και αυτές τις μαρτυρικές καταθέσεις που διεξήχθησαν Ενώπιον της, ότι η μητέρα μας βρισκόταν η ίδια στο επίδικο ασκούσε πράξεις νομής και κατοχής σ’ αυτό συνεχώς από τον θάνατο του συζύγου της, ως το δικό της θάνατο με διάνοια κυρίου, το είχε υπό την φυσική της εξουσία, το καλλιεργούσε, φύτευε λαχανικά και δένδρα σ' αυτό, η δε κατοικία της, ως τον θάνατό της, το 2005, ήταν η ισόγεια οικία. Τις ίδιες δε πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου έκανε πριν σ' ολόκληρο το επίδικο ακίνητο ο πατέρας μας και αυτό γινόταν μέχρι τον θάνατό του το 1983. 'Όλα δε αυτά τα αποδέχθηκε ακόμα και ο μάρτυρας του αντιδίκου, Βασίλειος Παπακώστας, ο οποίος, ως προκύπτει από τα πρακτικά της εκκαλουμένης απόφασης, που όμως αγνόησε η προσβαλλόμενη απόφαση, χαρακτηριστικά ανέφερε : "Γνώριζα τον παππού, τον Βασίλη Τρικαλόπουλο. Το επίδικο ήταν αμπέλι κάποτε, είναι στο κέντρο της Κονταριώτισσας, έχει εμβαδό περίπου καναδυό στρέμματα και ο παππούς όσο ζούσε το είχε αμπέλι. Ήταν μέσα στο ακίνητο το σπίτι, έμενε ο παππούς και η γυναίκα του Ευαγγελία, μέχρι που πέθανε το 1983." Πιο κάτω ανέφερε σε σχέση με την υποτιθέμενη δωρεά ολόκληρου του οικοπέδου για να ανεγείρει ο αντίδικος μία αποθήκη: "Η αποθήκη υπάρχει την έκανε ανακαίνιση, έβαζε καπνά γιατί τη χρειαζόταν." πιο κάτω πάλι αναφέρει "Ο παππούς ήταν έξυπνος............ Του τα επέτρεπε του Θεοχάρη αυτά που έκανε.". Επίσης ανέφερε "Επάνω έμενε ο Θεοχάρης, κάτω ο παππούς και η γιαγιά, μετά το 1983 που πέθανε ο παππούς έμενε η γιαγιά μέχρι που πέθανε. Το 1983 δεν θα ήταν η γιαγιά 73 -80 χρονών, δεν ξέρω αν η γιαγιά έβαζε μπαχτσέδες. Αν ήταν καλά θα φρόντιζε τα δεντράκια που ήταν εκεί.". Πιο κάτω ανέφερε "Η γιαγιά ήταν στο κάτω σπίτι συνεχώς.". Η μάρτυρας μας δε, Αικατερίνη Κουλιανοπούλου, ανέφερε "Ως το 1983 το επίδικο ήταν του παππού, μετά έμενε η γιαγιά μόνη της, ως τον θάνατό της. Πριν γυρίσει ο Θεοχάρης από τη Γερμανία ο παππούς είχε επιθυμία να του δώσει τον πάνω όροφο, είπε να κάνει μία επέκταση, με δικά του χρήματα, ήθελε να κάνει κάτι για το γιο του. Για το πάνω, το κάτω όμως η επιθυμία του ήταν να μείνει η γιαγιά. Το ακίνητο είναι περίπου 2 στρέμματα. Είχε αμπέλι, στο υπόλοιπο βάζανε καπνά, πολλές φορές και οι γείτονες βάζανε κρεμανταλάδες γιατί ήταν μεγάλο το οικόπεδο. Ο παππούς έδωσε στον Θεοχάρη 300 μέτρα, έβαζε καπνά, τα φυτά του, αυτό χρησιμοποιούσε. Το υπόλοιπο η γιαγιά το διαχειριζόταν, πολλές φορές το νοίκιαζε, έβαζε μέχρι τελευταία στιγμή ζαρζαβατικά της άρεζε.". Στην συνέχεια ανέφερε "Το φρεζάριζε, το περιποιούνταν η γιαγιά. Το μίσθωνε για να βάζουν κρεμανταλάδες. Πριν το 2000, το 1998, 1999, το μίσθωνε το καλοκαίρι 2 μήνες για τα καπνά.". Στην συνέχεια "Εντολές για το οικόπεδο έδινε πάντα η γιαγιά, για φρεζάρισμα και τα λοιπά. Το μπαχτσεδάκι το έβαζε ακριβώς πίσω από το σπίτι.", πιο κάτω επίσης ανέφερε "Η γιαγιά είχε τα πάντα, εκείνη τα έκανε όλα στο μπαχτσέ.". Στην συνέχεια "Η προσθήκη έγινε πριν το 1980, απ' ό,τι ξέρω με τα λεφτά του παππού, τόσα χρόνια ήταν αγρότης, έπαιρνε σύνταξη, είχε και χωράφια που νοίκιαζε, είχε εισοδήματα, από κει και η γιαγιά βρήκε το 1.700.000 δρχ. και πλήρωσε την κληρονομιά, και με τη βοήθεια των παιδιών της φυσικά.". Πιο κάτω ανέφερε "Ο παππούς στα 75 του έβαζε άνθρωπο να περιποιείται τα δέντρα, το οικόπεδο, δεν θυμάμαι ποιον, κάθε φορά έβαζε άλλον εργάτη. Ο Βίκας που έχει τα τρακτέρ στο χωριό, αυτός ερχόταν, φρεζάριζε. Ο Θεοχάρης έβαζε καπνά όταν γύρισε από τη Γερμανία, έβαζε κρεμανταλάδες, η γιαγιά όμως δεν τον άφηνε να βάζει στο δικό της το χωράφι. Δεν ήταν μαλωμένοι, δεν ήταν τέλειες οι σχέσεις τους. Από τη στιγμή που έρχεται από πάνω ένα παιδί σου και περιμένεις να σε φροντίσει και αδιαφορεί, και ως την τελευταία ώρα ήθελε να είναι δίκαιη και γι' αυτό δεν τον έβγαλε από τη διαθήκη. Η γιαγιά πέθανε 98 χρονών.". Η εκκαλουμένη όμως ολότελα λανθασμένα αγνόησε τις άνω μαρτυρικές καταθέσεις αλλά και έγγραφα, όπως αγνόησε και ότι γι' αυτό το επίδικο, η μητέρα μας πλήρωσε φόρους περίπου 1.700.000 δρχ. τότε. Κρίνοντας όμως διαφορετικά, μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της η εκκαλουμένη όλα τα ανωτέρω, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας εσφαλμένα τον Νόμο και τα προσκομισθέντα έγγραφα και αγνόησε παντελώς ότι ο ίδιος ο αντίδικος μας, όταν προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομίας για τα 300 τ.μ. που κατέλειπε σ' αυτόν ο πατέρας μας με τη διαθήκη του, το 1980, ήτοι στην αποδοχή κληρονομίας του με αριθμό 2004/2003, στην περιγραφή του ακινήτου του, αναφέρει ο ίδιος ότι δίπλα του συνορεύει "με υπόλοιπο τμήμα του ιδίου οικοπέδου, που κατέλειπε ο κληρονομούμενος στην σύζυγό του, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου , ήτοι στην μητέρα μας. Ήτοι και αυτός αποδέχεται αυτήν την διαθήκη, και αναγνωρίζει πως το επίδικο ακίνητο ανήκει στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου. Αποδέχθηκε επίσης η εκκαλουμένη ότι εμείς το πρώτο αμφισβητήσαμε την αποκλειστική νομή του αντίδικου στο επίδικο με την κατά τα έτη 2006 και 2010 αποδοχή κληρονομίας της μητέρας μας και τη μεταγραφή των σχετικών πράξεων. Συνεπώς, κατά την εκκαλουμένη σύμφωνα με τα ανωτέρω από την έναρξη της συνεχούς αποκλειστικής νομής του αντιδίκου μας επί του επιδίκου το έτος 1977 παρήλθε μέχρι την ως άνω αμφισβήτηση από εμάς της κυριότητας επί του επιδίκου του αντιδίκου μας χρόνος πλέον της εικοσαετίας και έτσι απέκτησε αυτός την κυριότητα του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία. Κρίνοντας όμως έτσι η εκκαλουμένη έσφαλλε, αφού ο αντίδικος μας ουδέποτε απέκτησε τη νομή στο επίδικο σύμφωνα με τα ανωτέρω και όσα κατωτέρω λεπτομερώς θα αναφερθούν, από το έτος 1977 ως τα ως άνω έτη, και γι' αυτό πρέπει να εξαφανισθεί.
ΔΙΟΤΙ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και μαρτυρικές καταθέσεις, και τελικά έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του αντιδίκου μας, και δεν έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς μας και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας δικαιώματος, καθώς και τους λοιπούς μας ισχυρισμούς, και αναγνώρισε ως μοναδικό κύριο τον αντίδικο στο επίδικο ακίνητο.
Επ’ αυτής όμως της λανθασμένης κρίσης της εκκαλουμένης ειδικότερα, αναφέρουμε και τα εξής :
Δυνάμει του υπ’ αριθμ. 2201/1973 Τίτλο Κυριότητας της Διεύθυνσης Γεωργίας Πιερίας, νόμιμα μεταγεγραμμένος στον τόμο 90 και αριθμό 89 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, τον οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 1), κατά την οριστική διανομή του έτους 1969 - 1970 του αγροκτήματος Κονταριώτισσας Πιερίας, η οποία κυρώθηκε με το υπ’ αριθμ. 1189/72 ΝΔ, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ με αριθμό 99/28-6-1972, παραχωρήθηκε στον πατέρα μας Βασίλειο Τρικαλόπουλο του Θεοχάρη ή Αναγνώστη και της Τριανταφυλλιάς (βλ. σχετικό πιστοποιητικό του Δήμου Δίου - Ολύμπου ταυτοπροσωπίας, ότι δηλ. ο Τρικαλόπουλος Βασίλειος του Αναγνώστη είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Τρικαλόπουλο Βασίλειο του Θεοχάρη Σχ. αρ. 1α), ένα οικόπεδο, το υπ’ αριθμ. 536 εμβαδού 1.998 τ.μ., στο Ο.Τ. 97, ευρισκόμενο αυτό στην Κονταριώτισσα Πιερίας. Εντός αυτού υπήρχε μία διώροφη οικία εμβαδού του ισογείου 120 τ.μ., και του α’ ορόφου αρχικά 80 τ.μ. περίπου, και μία αποθήκη - στάβλο 50 τ.μ., κτισμένα όλα τα κτίσματα αυτά από τον άνω πατέρα μας από την εγκατάσταση του σ' αυτό το οικόπεδο, ήτοι επρόκειτο για κτίσματα ανεγερθέντα προ του 1955. Αυτό εξάλλου αναφέρεται και στην κατωτέρω αναφερόμενη Οικοδομική Άδεια της Πολεοδομίας Πιερίας. Με δικές του δαπάνες πάλι, αφού, ως κατέθεσε και πρωτοδίκως η μάρτυράς μας (βλ. κατάθεση της), ο πατέρας μας είχε χρήματα, τα οποία ήταν αποταμιεύσεις δικές του από γεωργικές ασχολίες και από ζώα που διατηρούσε, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 109/1978 άδεια προσθήκης α’ ορόφου του αρμόδιου Γραφείου της Πολεοδομίας Πιερίας εμβαδού 40 τ.μ. στο όνομα όμως του εφεσίβλητου και έχτισε αυτήν προκειμένου να έρθει από την Γερμανία και να του παραχωρήσει την χρήση του πάνω αυτού ορόφου, (και έτσι ο α’ όροφος έγινε συνολικά 120 τ.μ. περίπου), (όπου σ’ αυτόν εγκαταστάθηκε αργότερα ο ενάγων όταν γύρισε), την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 2), μαζί με το συνοδεύον αυτή τοπογραφικό του Νίκου Βούλγαρη (Σχ. αρ. 2α).
Ο ανωτέρω αρχικός κληρούχος και πατέρας μας, όμως κατείχε και νεμόταν όλο τον ανωτέρω οικόπεδο μέχρι και τον θάνατό του την 14-10-1983 (βλ. προσκομιζόμενη Ληξιαρχική πράξη θανάτου του, Σχ. αρ. 3). Για το λόγο αυτό όταν στις 2-12-1980 συνέταξε την υπ’ αριθμ. 17171/1980 Δημόσια Διαθήκη του Ενώπιον του τέως Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου, μεταξύ των άλλων ακινήτων που άφησε, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 57/22-3-1984 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4), εγκατέστησε κληρονόμους του εξ αυτού του οικοπέδου σ’ ένα τμήμα εμβαδού 300 τ.μ. τον εφεσίβλητο, και στο υπόλοιπο τμήμα εμβαδού 1697 τ.μ., ήτοι το επίδικο την μητέρα μας, και σύζυγό του Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (Εκ παραδρομής όμως το αναφέρει σ' αυτή του τη διαθήκη με αριθμό αυτού 519, ενώ ο ορθός αριθμός οικοπέδου είναι το 536). Μάλιστα αυτός στην άνω διαθήκη του περιγράφει λεπτομερώς τις πλευρές και τα όρια στα άνω δύο τμήματα του οικοπέδου, και κυρίως επισυνάπτεται και το από 30-10-1980 τοπογραφικό του μηχανικού Κων/νου Δημάση, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4α), το οποίο και υπογράφει και αυτός και η συμβολαιογράφος, και οι μάρτυρες (όπου πάλι και σ' αυτό το τοπογραφικό αναγράφεται λανθασμένα ως αριθμός οικοπέδου το 519). Σύμφωνα με την άνω διαθήκη του κατέτμησε το όλο οικόπεδο σε δύο τμήματα, το ένα τμήμα με αριθμό 2 αυτού, και με μπλε χρώματος διάγραμμα, ως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην άνω διαθήκη, με στοιχειά αυτού Α-Β-Η-Ζ-Ε-Δ-Α εμβαδού 1.697 τ.μ, με την εντός αυτού διόροφη οικία και αποθήκη, και σταύλο το άφησε στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, και το με αυξ. αριθμ. 1, με κόκκινο χρώμα διάγραμμα, με στοιχεία αυτού Γ-Ε-Ζ-Η-Γ εμβαδού 300 τ.μ, στην νοτιοανατολική γωνία του όλου οικοπέδου, με πλήρη περιγραφή των πλευρών του άφησε στον ενάγοντα.
Η άνω διαθήκη του πατρός μας, η οποία αποτελεί δημόσιο έγγραφο, και συντάχθηκε μετά την προσκομιζόμενη από τον εφεσίβλητο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση - συμφωνητικό δωρεάς, αποτυπώνει την πραγματική του βούληση για να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μόνο μία αποθήκη, και αυτό μπορούσε να γίνει σε τμήμα 200 τ.μ. και όχι σε 2.000 τ.μ., που θέλει σήμερα να παρουσιάσει ο αντίδικός μας. (Το τελευταίο δε μηδενικό σ’ αυτήν και στο σημείο που υπάρχει αυτό αφήνει πλείστα ερωτηματικά). Πάντως σε κάθε περίπτωση ο πατέρας μας με την δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά το άνω έγγραφο- υπεύθυνη δήλωση, στον αντίδικό μας άφησε 300 τ.μ. και μόνο, και ουσιαστικά ακυρώνει αυτό. Πλην όμως η εκκαλουμένη και αυτές ακόμη τις απλές σκέψεις αγνόησε ολότελα αβασάνιστα και εξέδωσε αυτήν. Όπως επίσης αγνόησε ακόμα κι αυτήν την κατάθεση του μάρτυρα του αντιδίκου, που ανέφερε ότι ο πατέρας μας ήταν αυτός που καλλιεργούσε όλο το οικόπεδο, αυτός το όργωνε, το εξουσιάζε, έδινε εντολές ως τον θάνατό του, ήτοι ασκούσε διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου μέχρι τον θάνατό του (βλ. πρακτικά σελ. 1, όπως και προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις μας).
Μετά το θάνατό του πατέρα μας, στις 14-10-1983, στην νομή και κατοχή το άνω διαιρετού τμήματος οικοπέδου εμβαδού 1.697 τ.μ., περιήλθε η μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (ως ήθελε ο διαθέτης), η οποία ασκούσε επ’ αυτού με διάνοια κυρίου όλες τις διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής επ’ αυτού, καθώς η ίδια διέμενε σ’ αυτό (στην ισόγεια οικία), όπως διέμενε και πριν με τον πατέρα μας. Αυτή ήταν η μόνη και αδιαφιλονίκητη νομέας, κάτοχος και ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου. Αυτή το φρόντιζε, το περιποιόταν, μέχρι που ήταν σε θέση, και μέχρι λίγο πριν τον θάνατο της, έβαζε μπαξέ και το καλλιεργούσε με λαχανικά. Αυτόν τον κήπο έκανε πίσω από το οικόπεδο, όπως ανέφερε πρωτοδίκως η μάρτυρας μας, και περιποιόνταν τα δέντρα που υπήρχαν, στο υπόλοιπο οικόπεδο (μηλιές, αχλαδιές, κυδωνιές, ελιές είπε η μάρτυράς μας). Όμως και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου παραδέχθηκε ότι αυτή φρόντιζε όλα τα άνω δέντρα (τα πότιζε είπε ο μάρτυράς του με λάστιχο). Όταν δεν μπορούσε, λόγω ηλικίας, έδινε εντολές σε τρίτους και ειδικά σε έναν γείτονα που ανέφερε η μαρτυράς μου πρωτοδίκως με το παρατσούκλι του (Βίκος), και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου ευρισκόμενος στο ακροατήριο φώναξε "Ο Παπαγιανούλης", ο οποίος το όργωνε, το φρεζάριζε και έκανε εργασίες σ' αυτό, αλλά πάντα με εντολή της μητέρας μας. Αυτές δε όλες οι εργασίες γίνονταν σε όλο το τμήμα των 1.697 τ.μ., κι αυτό γινόταν μέχρι και τον θάνατο της μητέρας μας το 2005, όπου όπως ανάφερε η μάρτυρας μας, αυτή πέθανε από εγκεφαλικό μέσα στην οικία της. Ο εφεσίβλητος συνέχιζε να έχει στην νομή και κατοχή του μόνο το τμήμα των 300 τ.μ. Για τον λόγο αυτό η μητέρα μας αποδέχθηκε την κληρονομιά που της κατέλειπε ο συζυγός της, και μάλιστα πλήρωσε και μεγάλο ποσό σε φόρο και πρόστιμα: Συγκεκριμένα, κατέθεσε την υπ’ αριθμ. 218/1983 πράξη προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 5), με την οποία αποδέχθηκε το τμήμα αυτό εμβαδού 1.697 τ.μ., όπου σ' αυτήν και πάλι λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου ο αριθμός 519. Κατόπιν στις 19-8-1987 προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, όπου μεταξύ άλλων ακινήτων αποδέχθηκε και το επίδικο οικόπεδο (όπου πάλι όμως λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός αυτού ο αριθμός 519). Αυτή μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο 217 και αρ. 486 στις 19-8-1987 (βλ. άνω αποδοχή στο τέλος αυτής Σχ. αρ. 5α). Στην συνέχεια έγινε έλεγχος από την αρμόδια Εφορία, στις 17-11-1987 και επιβλήθηκε πρόστιμο εκ 80.000 δρχ. (βλ. την υπ’ αριθμ. 88/17-11-1987 πράξη επιβολής προστίμου, και την από 17-11- 1987 έκθεση ελέγχου του αρμοδίου υπαλλήλου του Δημόσιου Ταμείου, σχ. αριθμ. 6 και 7), Τελικά προέκυψε επιπλέον φόρος 1.567.102 δρχ. (βλ. υπ’ αριθμ. 3/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 8), και πρόστιμο 80.000 δρχ. (βλ. 4/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 9), στις 12-1-1988. Τελικά αυτή κατέβαλε στις 29-12-88 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 900.000 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό σχ. αριθμ. 10), και εισπράχθηκε αυτό το ποσό από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 6511659/88 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 11), στις 21-12-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 160.500 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 3774993/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 12) στις 28-6-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, κατέβαλε ποσό 301.013 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 1639266/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 13), στις 10-9-1987 κατέβαλε ποσό 61.182 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 0526701/87 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 14), στις 29-6-1988 κατέβαλε ποσό 137.084 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 5198793/1988 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 15), στις 8-6-1990 κατέβαλε ποσό 176.735 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 7133754/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 16), στις 29-12-1990 κατέβαλε ποσό 191.347 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 307822/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 17). Όλα τα ανωτέρω έγγραφα – παραστατικά τα προσκομίζουμε και επικαλούμαστε. Ήτοι η μητέρα μας μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1990 πλήρωνε φόρους για την αποδοχή κληρονομιάς του άνω οικοπέδου, διότι αυτό ήταν που είχε και μεγαλύτερη αξία, και ανέβασε την αξία όλης της κληρονομιαίας περιουσίας. Σε καμία περίπτωση αυτή δεν θα πλήρωνε τόσους πολλούς φόρους η μητέρα μας, και μέχρι το 1990 αν η ίδια δεν κατείχε και δεν νεμόταν για αυτήν το άνω ακίνητο, και αν η ίδια πίστευε ότι δεν της ανήκει ή αν είχε έστω την υποψία ότι ανήκει στον εφεσίβλητο. Ούτε θα έκανε αυτήν την αποδοχή κληρονομίας. Δεν θα υπήρχε λόγος, αν η μητέρα μας δεν το θεωρούσε αυτό δικό της, όταν σ' αυτό διέμενε, το εξουσίαζε, έβαζε μπαξέ, λαχανικά ως τον θάνατό της, κάτι που αγνόησε επιδεικτικά η εκκαλουμένη. Το επίδικο ακίνητο λοιπόν της το άφησε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και αυτή συνέχισε να διαμένει σ’αυτό μέχρι και το θάνατό της στις 3-10-2005 (βλ. Ληξιαρχιακή πράξη θανάτου της Σχ. αρ. 18) και όχι γιατί της το επέτρεπε ο εφεσίβλητος, ασκώντας επ αυτού ως προαναφέραμε όλες τις πράξεις νομής και κατοχής, ως αποκλειστική κυρία αυτού, ήτοι φροντίζοντας το, σπέρνοντας λαχανικά, περιποιώντας τα υπάρχοντα δένδρα που αναφέρθηκαν σ' αυτό. Επιπρόσθετα, ίσως ξεχνώντας ότι είχε προβεί σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς το 1987 (Σχ. 5α), προέβην εκ νέου σε αποδοχή του επίδικου οικοπέδου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 460 και αριθμό 263, των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 19, (Σ' αυτήν δε, αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου πλέον το 536) όπου και εκ νέου αποδέχθηκε το άνω τμήμα οικοπέδου. Έτσι σύμφωνα τα άρθρα 1846,1193 και 1199, η κυριότητά της θεωρείται με τις άνω δύο αποδοχές κληρονομίας αρχικά το 1987 και έπειτα το 2003, ότι περιήλθε σ’ αυτήν από το θάνατο του κληρονομούμενου, ήτοι από 14-10-1983. Στην άνω δε έκθεση αποδοχής κληρονομίας, επισυνάπτεται και το υπ’ αριθμ. 16418/31-7-2003 πιστοποιητικό ιδιοκατοίκησης της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε σχ. αριθμ. 20, που αποδεικνύει και αυτό ότι αυτή διέμενε σ' αυτό και ότι η οικία και το οικόπεδο της Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου ήταν δικά της.
Στην συνέχεια η άνω μητέρας μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, όντας ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου, ενεργώντας με δικαιοσύνη προς όλα εμάς τα παιδιά της, παρά τα όσα βίωνε από τον εφεσίβλητο, αφού έφθασαν κάποιο διάστημα να ανταλλάσουν ακόμα και εξώδικα μεταξύ τους (βλ. Σχ. αρ. 20α και 20β), αφού αυτός ήταν επιθετικός και βίαιος εναντίον της, και στόχο είχε και τότε να καρπωθεί όλο το ακίνητο, συνέταξε την υπ’ αριθμ. 12461/26-9-2001 Δημόσια Διαθήκη της, Ενώπιον του Συμβολαιουγράφου Κατερίνης Ιωάννη Βακαλίκου, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζομε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 21, (όπου κα πάλι λανθασμένα το αναφέρει με νούμερο 519), με την οποία εγκατέστησε ως κληρονόμους της, στο άνω επίδικο τμήμα, στην α’ από εμάς, σε ποσοστό 5/20 εξ αδιαιρέτου, και στους Πλούταρχο, Γεώργιο, Θεοχάρη (εφεσίβλητο), Μεταξία και Παναγιώτα, σε ποσοστό 3/20 εξ αδιαιρέτου στο καθένα από τα 1.697 τ.μ., και στο κτίσμα. Ήτοι άφησε 254,55 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στον καθένα από τους ανωτέρω πέντε και 424,25 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στην α' από εμάς, Αφροδίτη Κουλιανοπούλου. Ως τίτλο κτήσης αναφέρεται η υπ’ αριθμ. 17171/1980 άνω Δημόσια Διαθήκη του συζύγου της, Βασιλείου Τρικαλόπουλου του Αναγνώστη ή Θεοχάρη. Ο λόγος δε που προχώρησε σ' αυτήν την παραχώρηση του ακινήτου κατ’ αυτόν τον τρόπο και κατά τα ανωτέρω ποσοστά και εκτάσεις εξ αδιαιρέτου, είναι αρχικά ότι η α’ από εμάς, γηροκόμησα την μητέρα μου μέχρι τον θάνατό της, κάτι που αναφέρει και η ίδια στην άνω διαθήκη της, και κατά δεύτερον λόγο, ως και η ίδια μας είχε ενημερώσει όλους (και τον αντίδικο), αυτό το έπραξε προκειμένου όλοι μας να έχουμε ένα ποσοστό στην πατρική μας κατοικία, και προκειμένου ο εφεσίβλητος σε περίπτωση μελλοντικής σύστασης οριζόντιων και κάθετων ιδιοκτησιών στο άνω διαιρετό τμήμα που του κατέλιπε αυτή, να λάβει το άνω διαμέρισμα του α’ ορόφου των 120 τ.μ. περίπου, στο οποίο διέμενε και διαμένει με ανάλογο ποσοστό επί του οικοπέδου των 1.697 τ.μ., ήτοι 254,55 τ.μ., ως αυτοτελή και διαιρετή ιδιοκτησία, και εμείς να είμαστε συνιδιοκτήτες στο υπόλοιπο τμητά του οικοπέδου των 1.697 τ.μ. - 254,55 τ.μ. = ήτοι σε 1.442,45 τ.μ. εξ αδιαιρέτου. Ήτοι προκύπτει πως η μητέρα μας έφτιαξε μία δίκαιη διαθήκη, την οποία ουδέποτε αμφισβήτησε κανένας μας, αλλά ούτε και ο εφεσίβλητος.
Μετά τον θάνατό της στις 3-10-2005, δημοσιεύθηκε η άνω διαθήκη της (12.461/26-9-2001) με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης (βλ. Σχ. αριθμ. 21), και την άνω κληρονομιά της αποδεχθήκαμε η Αφροδίτη, η Μεταξία και η Παναγιώτα, με την υπ’ αριθμ. 150/2006 έκθεση αποδοχής κληρονομιάς του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία αναφέρεται στο από 30-10-1980 τοπογραφικό διάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού Κωνσταντίνου Δημάση, (Σχ. αριθμ. 22, και 4α), η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 509 και αριθμό 368, των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης (Σχ. αρ. 23), αφού πρώτα είχαμε υποβάλλει την υπ’ αριθμ. 117/2006 δήλωση φόρου κληρονομίας της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης. Με την μεταγραφή δε αυτής αποκτήσαμε την κυριότητα επί του άνω ακινήτου από 3-10-2005, ημέρα θανάτου της μητέρας μας, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ.
Έκτοτε, νεμόμαστε και κατέχουμε με διάνοια κυρίου όλο το άνω διαιρετό τμήμα οικοπέδου, ασκώντας διακατοχικές πράξεις, όπως το επισκεπτόμαστε, το φροντίζουμε, το δηλώνουμε στην φορολογική μας δήλωση και στο Ε9 (βλ. ενδεικτικά Ε9 της α' από εμάς του 2007, Σχ. αρ. 24), παρά τις συνεχείς διώξεις μας από τον εφεσίβλητο, αφού αυτός αποσκοπούσε να το καρπωθεί ολόκληρο, ως και έκανε με την επίδικη αγωγή. Μάλιστα το 1999 έφθασε σε σημείο να βιαιοπραγήσει εναντίον της α’ και γ' από εμάς και αναγκαστήκαμε να καταφύγουμε στην Αστυνομία και στον κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κατερίνης (Σχ. αρ. 24α).
Το επίδικο τμήμα που αιτείται να αναγνωρισθεί ο εφεσίβλητος κύριος, ανήκει στην συγκυριότητα όλων μας, κατά ποσοστά 5/20 εξ αδιαιρέτου της α’ από εμάς, και κατά ποσοστά 3/20 εξ αδιαιρέτου των λοιπών. Αυτά τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου περιήλθαν σε εμάς από την αποδοχή κληρονομιάς της μητέρας μας, (το 1987 αρχικά και έπειτα το 2003) η οποία ανατρέχει στο χρόνο θανάτου της, ήτοι την 3-10-2005, η οποία ήταν κυρία του όλου ακινήτου από τον θάνατο του πατέρα μας, ήτοι από την 14-10-1983, ο οποίος την είχε εγκαταστήσει σ’ αυτό σύμφωνα με την άνω διαθήκη του, και αυτή την αποδέχθηκε, αρχικά με την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς, το 1987 με την άνω αποδοχή του επιδίκου οικοπέδου, με την πληρωμή των προστίμων και των επιπλέον φόρων μέχρι και το έτος 1990, και αργότερα και με την δεύτερη μεταγραφή της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας, η μεταβίβαση της κυριότητας της οποίας και σ’ αυτήν την περίπτωση ανατρέχει στον χρόνο θανάτου του αρχικού κληρονομούμενου - πατέρα μας, ήτοι την 14-10-1983, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ. Εξάλλου, ποτέ ο πατέρας μας δεν είχε μεταβιβάσει το επίδικο με άτυπη δωρεά το έτος 1977, όπως παρουσίασε με υπεύθυνη δήλωσή του ο εφεσίβλητος με ημερομηνία 7-10-1977. Αυτό έγινε για να μπορέσει να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μία αποθήκη, η οποία μάλιστα προϋπήρχε, αλλά ήταν σε άσχημη κατάσταση και έχριζε επιδιόρθωσης, και προκειμένου να εκδώσει άδεια γι' αυτόν το σκοπό. (Αυτήν την αποθήκη, την παλαιότητά της και ότι έχριζε επιδιόρθωσης παραδέχθηκε και ο μάρτυράς του, βλ. πρακτικά) Δεν του παρεχώρησε όμως το 1997 όλο το επίδικο, ούτε για να χτίσει οικία τότε, αφού ακόμα και αυτή η άδεια που εκδόθηκε επ' ονόματι του, αφορούσε 40 τ.μ. προσθήκη στον ήδη υπάρχοντα α' όροφο. Αν το έπραττε αυτό ο πατέρας μας, ως ισχυρίζεται ο αντίδικος δεν θα το συμπεριελάμβανε στην δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά, και σε κάθε περίπτωση και αυτό να ίσχυε, δεν είχε συντελεστεί καμία μεταβίβαση αφού δεν είχε μεταγραφεί καμία πράξη (αφού η μεταβίβαση ακινήτου επέρχεται από και διά της μεταγραφής). Ούτε είχε συμπληρωθεί ο χρόνος έκτακτης χρησικτησίας (20ετία) μέχρι την σύνταξη της άνω διαθήκης, ήτοι το 1980, ούτε και μέχρι τον θάνατο του πατέρα μας το 1983. Αλλά και αργότερα, όμως η μητέρας μας συνέχισε να νέμεται και να κατέχει με διάνοια κυρίου το άνω επίδικο ακίνητο, αφού διέμενε σ’ αυτό, το εξουσίαζε πλήρως, έδινε η ίδια εντολές για να το οργώσουν, να το φρεζάρουν, το καλλιεργούσε η ίδια βάζοντας κάθε χρόνο λαχανικά, και μπαξέ, φρόντιζε τα δένδρα. Προέβην σε αποδοχή κληρονομιάς, με την κατάθεση δήλωση φόρου κληρονομιάς στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., συνέταξε την αποδοχή κληρονομιάς το 1987, και πλήρωσε τόσους φόρους μέχρι και το 1990. Διέμενε δε σ’ αυτό μέχρι τον θάνατό της (2005). Το 2001, συνέταξε την άνω διαθήκη της, και την βούληση της αποδεχθήκαμε εμείς με την άνω αποδοχή κληρονομιάς. Ως εκ των ανωτέρω, λοιπόν αρχικά νομέας και κάτοχος με διάνοια κυρίου του επίδικου ακινήτου ήταν ο πατέρας μας, Βασίλειος Τρικαλόπουλος και μέχρι τον θάνατό του 14-10-1983, ο οποίος ασκούσε επ' αυτού όλες τις άνω αναφερόμενες διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής, έπειτα η μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, μέχρι τον θάνατό της την 3-10-2005. Αυτό προκύπτει από όλα τα ανωτέρω έγγραφα και μάλιστα Δημόσια έγγραφα, ήτοι την άνω Δημόσια Διαθήκη του πατέρα μας, δηλώσεις στην εφορία, πληρωμές φόρων και μάλιστα σε μεγάλο ποσό, συμβόλαια μεταγεγραμμένα, ένορκες βεβαιώσεις, μαρτυρικές καταθέσεις, που ολότελα προκλητικά αγνόησε η εκκαλουμένη, όπως και φωτογραφίες που δείχνουν τον πατέρα μας και την μητέρα μας να μένουν στο ακίνητο ως το θανατό τους, κάτι που αναγνώρισε και βεβαίωσε πρωτοδίκως η μάρτυράς μας, αλλά και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου μας. Ως εκ τούτου δεν απέκτησε μόνος ο εφεσίβλητος την κυριότητα στο επίδικο οικόπεδο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, όπως δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλουμένη, αλλά αυτή ανήκει σε όλους εμάς, όπου είμαστε συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σ’ αυτό μαζί με τον εφεσίβλητο, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς αναφέρθησαν.
Μάλιστα ο ίδιος ο εφεσίβλητος προέβη κι αυτός σε αποδοχή κληρονομιάς των 300 τ.μ. οικοπέδου που του κατέλειπε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και συγκεκριμένα προέβη στην υπ' αριθ. 204/30-6-2003 αποδοχή κληρονομιάς ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης (την οποία εντέχνως πρωτοδίκως απέκρυψε ο εφεσίβλητος). Στην περιγραφή δε που γίνεται σ’ αυτήν του οικοπέδου αυτού ο ίδιος αναγνωρίζει ότι το επίδικο οικόπεδο δίπλα από το δικό του, ο πατέρας μας το κατέλειπε στην μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου βάσει της ως άνω διαθήκης του (δες Σχ. αρ. 25). Ακόμη όμως και αυτή την ομολογία του η εκκαλουμένη όμως την αγνόησε, και ως εκ τούτου έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
Έτσι κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη απορρίπτοντας όλους τους ανωτέρω ισχυρισμούς μας, και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ κατόπιν όλων αυτών πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, απορρίπτοντας την ένδικη αγωγή του αντιδίκου μας.
ΕΠΕΙΔΗ η έφεσή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή, εμπροθέσμως δε και νομίμως ασκείται αυτή.
Γ Ι’ Α Υ Τ Ο
και όσα θα προσθέσουμε στη συζήτηση.
Ζ Η Τ Ο Υ Μ Ε : Να γίνει δεκτή η έφεσή μας. Να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, τακτική διαδικασία. Να απορριφθεί η ένδικος αγωγή του αντιδίκου μας και Να καταδικασθεί ο εφεσίβλητος στην δικαστική μας δαπάνη αμφοτέρων βαθμών.
Κατερίνη, 25-10-2013
Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι
Καλαιτζής Δημήτριος
Μαργαρίτης Αθανάσιος
==============================
ΣΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
1. Αφροδίτης συζ. Κων/νου Κουλιανόπουλου, το γένος Βασιλείου και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, κατοίκου Βεροίας.
2. Πλούταρχου Τρικαλόπουλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κατερίνης (Γ. Δημητρίου 1).
3. Γεωργίου Τρικαλόπουλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κατερίνης (Γεωργούλη Ν. 23).
4. Παναγιώτας συζ. Γρηγορίου Παπαδοπούλου, το γένος Βασιλείου και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, κατοίκου Πολυκάστρου Κιλκίς.
5. Μεταξίας Τρικαλοπούλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κονταριώτισσας Πιερίας.
Κ Α Τ Α
Θεοχάρη Τρικαλόπουλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κονταριώτισσας Πιερίας και
ΚΑΤΑ της υπ' αριθμ. 387/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης (τακτική διαδικασία).
**********************************
Συζητείται στο Δικαστήριο Σας η από 25-10-2013 έφεσή μας κατά του αντιδίκου, νομίμως κοινοποιηθείσα αυτή σ' αυτόν, ως εμφαίνεται από την προσαγόμενη με αριθμό 9310 Δ'/8-11-2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Κατερίνης Ελευθερίου Μπουζούκη, η οποία ως νόμιμη, βάσιμη και αληθινή τυγχάνουσα πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της. Η εκκαλουμένη απόφαση εκδόθηκε μετά από την άσκηση της από 19-2-2010 αγωγής (αναγνωριστική κυριότητας) από τον εφεσίβλητο για το περιγραφέν σ' αυτήν οικόπεδο έκτασης 1.697 τ.μ., με αριθμό αυτού 536 στο 97 Ο.Τ., ευρισκόμενο στην Κονταριώτισσα Πιερίας, με τα εντός αυτού κτίσματα, ήτοι μία διόροφη οικοδομή αποτελούμενη από ισόγεια οικία, εμβαδού 120 τ.μ., τον α' όροφο εμβαδού αρχικά 80 τ.μ., και μετά άλλα 40 τ.μ. και συνολικά 120 τ.μ., και μία αποθήκη-στάβλο εμβαδού 50 τ.μ., εναντίον μας. Αυτή έκανε δεκτή την άνω αγωγή του, και τον αναγνώρισε κύριο αυτού του διαιρετού τμήματος με τα άνω κτίσματα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και δέχθηκε ότι μετά τον θάνατο του διαθέτη πατέρα μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε στη σύζυγό του και μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον ούτε ο πατέρας μας είχε τη νομή στο επίδικο κατά το χρόνο του θανάτου του, αλλά την είχε μεταβιβάσει στον ενάγοντα δυνάμει της μεταξύ τους καταρτιθείσης ατύπως από 7-10-1977 δωρεάς εν ζωή, ως χαρακτήρισε ολότελα λανθασμένα την προσκομισθείσα από τον αντίδικο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση του πατρός μας, η οποία επακριβώς αναφέρει «παραχωρώ εις τον υιόν μου Θεοχάρη Τρικαλόπουλο του Βασιλείου 2.000 έκτασης οικοπέδου μου για να ανεγείρει αποθήκη», θεωρώντας ολότελα λανθασμένα η εκκαλουμένη ότι έτσι ο πατέρας μας του δώρισε όλο το επίδικο οικόπεδο! Παρατηρώντας όμως το Σεβαστό Σας Δικαστήριο αυτό το έγγραφο θα ανακαλύψει ότι η αναγραφή της έκτασης 2.000 τ.μ., είναι κατασκευασμένη, και μία μεθόδευση του αντιδίκου μας, αφού ξεκάθαρα προκύπτει από τα αναφερόμενα κατωτέρω πως η βούληση του πατέρα μας εστιαζόταν τότε σε 200 τ.μ. έκταση, και όχι σε 2.000 τ.μ., αφού το έγγραφο αυτό αναφέρει πως η παραχώρηση της έκτασης έγινε μόνο για ανέγερση μίας αποθήκης, η οποία όμως προϋπήρχε, ως αποδέχθηκε και ο μάρτυρας του αντιδίκου, αλλά λόγω παλαιότητας έχριζε επιδιόρθωσης, και όχι για ανέγερση οικίας, ως ισχυρίζεται ο εφεσίβλητος. Σε κάθε περίπτωση αιτούμαστε και πρέπει να προσκομισθεί στο Σεβαστό Σας Δικαστήριο το πρωτότυπο έγγραφο, κι όχι φωτοτυπία, ή επικυρωμένο αντίγραφο. Έτσι όμως κρίνοντας η εκκαλουμένη έσφαλλε και πρέπει να εξαφανιστεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας λανθασμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και τις μαρτυρικές καταθέσεις και αγνόησε όλα τα έγγραφα που εμείς προσκομίσαμε και επικαλεστήκαμε πρωτοδίκως, και αναλυτικά αναφέραμε στις προτάσεις μας, και δη, δημόσια έγγραφα, ένορκες βεβαιώσεις, φωτογραφίες, αλλά και έγγραφα του ιδίου του αντιδίκου μας, που ακύρωναν εν τέλει το άνω έγγραφο εν τοις πράγμασι, και το καθιστούσαν αυτό άνευ νομικής σημασίας και αξιολόγησης. Κυρίως όμως αγνόησε η εκκαλουμένη ότι ο πατέρας μας δύο χρόνια μετά το άνω εμφανισθέν για πρώτη φορά από τον αντίδικό μας έγγραφο (το οποίο προσκόμισε το πρώτο κατά την συζήτηση της κρινομένης αγωγής, και δεν το ανέφερε καν σ' αυτήν) συνέταξε δημόσια διαθήκη (την υπ' αριθ. 17171/80 Δημόσια Διαθήκη του συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου) για το ίδιο το επίδικο οικόπεδο, και στον αντίδικο κατέλιπε τώρα μόνο 300 τ.μ., και κατέλιπε στην μητέρα μας ολόκληρο το υπόλοιπο επίδικο οικόπεδο, ακυρώνοντας έτσι εν τοις πράγμασι την άνω, ακόμα κι αν υποτεθεί δωρεά-μεταβίβαση, ενώ ο ίδιος ο πατέρας μας νέμονταν μέχρι τότε και συνέχισε μέχρι τον θάνατό του (το 1983) το επίδικο με διάνοια κυρίου, χωρίς να το απωλέσει ποτέ από την νομή και κατοχή του. Κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της και αυτές ακόμα τις πρωτόδικες μαρτυρικές καταθέσεις, και αποδέχθηκε ότι μετά το θάνατο της ανωτέρω διαθέτιδος - μητέρας μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε σ' εμάς τους εκκαλούντες κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον η μητέρα μας δεν είχε την νομή του κατά το χρόνο του θανάτου της, δεχόμενη ότι την είχε ο εφεσίβλητος από το έτος 1977, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο από την επιγενόμενη κοινωνία δικαιώματος με τη μητέρα μας, που έλαβε χώρα με την μεταγραφή της πράξης αποδοχής κληρονομίας από αυτήν και ανατρέχει στο χρόνο θανάτου του συζύγου της το έτος 1983. Έτσι σύμφωνα πάντα (κατά την λανθασμένη άποψη όμως της εκκαλουμένης), ο εφεσίβλητος δεν είχε την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στην μητέρα μας ότι εξακολουθεί και μετά το θάνατο του δικαιοπαρόχου πατέρα του να ασκεί πράξεις νομής στο επίδικο, διότι δεν ήμασταν όλοι εμείς κοινωνοί - συννομείς, από τότε που ο εφεσίβλητος άρχισε να το νέμεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω σκέψη της εκκαλουμένης, οπότε έναντι αυτής ο αντίδικος δεν άλλαξε την αιτία της νομής του επιδίκου.
Όμως έτσι δεχόμενη η εκκαλουμένη αγνόησε ολότελα λανθασμένα, έγγραφα (μη λαμβάνοντάς τα καν υπ' όψιν της), αλλά και αυτές τις μαρτυρικές καταθέσεις που διεξήχθησαν Ενώπιον της, ότι η μητέρα μας βρισκόταν και ζούσε η ίδια στο επίδικο, ασκούσε πράξεις νομής και κατοχής σ’ αυτό συνεχώς από τον θάνατο του συζύγου της, ως το δικό της θάνατο με διάνοια κυρίου, το είχε υπό την φυσική της εξουσία, το καλλιεργούσε, φύτευε λαχανικά και δένδρα σ' αυτό, η δε κατοικία της, ως τον θάνατό της, το 2005, ήταν η ισόγεια οικία. Τις ίδιες δε πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου έκανε πριν σ' ολόκληρο το επίδικο ακίνητο ο πατέρας μας, και αυτό γινόταν μέχρι τον θάνατό του το 1983.
'Όλα δε αυτά τα αποδέχθηκε ακόμα και ο μάρτυρας του αντιδίκου, Βασίλειος Παπακώστας, ο οποίος, ως προκύπτει από τα πρακτικά της εκκαλουμένης απόφασης, που όμως αγνόησε η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού χαρακτηριστικά ανέφερε : "Γνώριζα τον παππού, τον Βασίλη Τρικαλόπουλο. Το επίδικο ήταν αμπέλι κάποτε, είναι στο κέντρο της Κονταριώτισσας, έχει εμβαδό περίπου καναδυό στρέμματα και ο παππούς όσο ζούσε το είχε αμπέλι. Ήταν μέσα στο ακίνητο το σπίτι, έμενε ο παππούς και η γυναίκα του Ευαγγελία, μέχρι που πέθανε το 1983." Πιο κάτω ανέφερε σε σχέση με την υποτιθέμενη δωρεά ολόκληρου του οικοπέδου για να ανεγείρει ο αντίδικος μία αποθήκη: "Η αποθήκη υπάρχει την έκανε ανακαίνιση, έβαζε καπνά γιατί τη χρειαζόταν." πιο κάτω πάλι αναφέρει "Ο παππούς ήταν έξυπνος............ Του τα επέτρεπε του Θεοχάρη αυτά που έκανε.". Επίσης ανέφερε "Επάνω έμενε ο Θεοχάρης, κάτω ο παππούς και η γιαγιά, μετά το 1983 που πέθανε ο παππούς έμενε η γιαγιά μέχρι που πέθανε. Το 1983 δεν θα ήταν η γιαγιά 73 -80 χρονών, δεν ξέρω αν η γιαγιά έβαζε μπαχτσέδες. Αν ήταν καλά θα φρόντιζε τα δεντράκια που ήταν εκεί.". Πιο κάτω ανέφερε "Η γιαγιά ήταν στο κάτω σπίτι συνεχώς.".
Η μάρτυρας μας δε, Αικατερίνη Κουλιανοπούλου, ανέφερε "Ως το 1983 το επίδικο ήταν του παππού, μετά έμενε η γιαγιά μόνη της, ως τον θάνατό της. Πριν γυρίσει ο Θεοχάρης από τη Γερμανία ο παππούς είχε επιθυμία να του δώσει τον πάνω όροφο, είπε να κάνει μία επέκταση, με δικά του χρήματα, ήθελε να κάνει κάτι για το γιο του. Για το πάνω, το κάτω όμως η επιθύμια του ήταν να μείνει η γιαγιά. Το ακίνητο είναι περίπου 2 στρέμματα. Είχε αμπέλι, στο υπόλοιπο βάζανε καπνά, πολλές φορές και οι γείτονες βάζανε κρεμανταλάδες γιατί ήταν μεγάλο το οικόπεδο. Ο παππούς έδωσε στον Θεοχάρη 300 μέτρα, έβαζε καπνά, τα φυτά του, αυτό χρησιμοποιούσε. Το υπόλοιπο η γιαγιά το διαχειριζόταν, πολλές φορές το νοίκιαζε, έβαζε μέχρι τελευταία στιγμή ζαρζαβατικά της άρεζε.". Στην συνέχεια ανέφερε "Το φρεζάριζε, το περιποιούνταν η γιαγιά. Το μίσθωνε για να βάζουν κρεμανταλάδες. Πριν το 2000, το 1998, 1999, το μίσθωνε το καλοκαίρι 2 μήνες για τα καπνά.". Στην συνέχεια "Εντολές για το οικόπεδο έδινε πάντα η γιαγιά, για φρεζάρισμα και τα λοιπά. Το μπαχτσεδάκι το έβαζε ακριβώς πίσω από το σπίτι.", πιο κάτω επίσης ανέφερε "Η γιαγιά είχε τα πάντα, εκείνη τα έκανε όλα στο μπαχτσέ.". Στην συνέχεια "Η προσθήκη έγινε πριν το 1980, απ' ό,τι ξέρω με τα λεφτά του παππού, τόσα χρόνια ήταν αγρότης, έπαιρνε σύνταξη, είχε και χωράφια που νοίκιαζε, είχε εισοδήματα, από ΄κει και η γιαγιά βρήκε το 1.700.000 δρχ. και πλήρωσε την κληρονομιά, και με τη βοήθεια των παιδιών της φυσικά.". Πιο κάτω ανέφερε "Ο παππούς στα 75 του έβαζε άνθρωπο να περιποιείται τα δέντρα, το οικόπεδο, δεν θυμάμαι ποιον, κάθε φορά έβαζε άλλον εργάτη. Ο Βίκας που έχει τα τρακτέρ στο χωριό, αυτός ερχόταν, φρεζάριζε. Ο Θεοχάρης έβαζε καπνά όταν γύρισε από τη Γερμανία, έβαζε κρεμανταλάδες, η γιαγιά όμως δεν τον άφηνε να βάζει στο δικό της το χωράφι. Δεν ήταν μαλωμένοι, δεν ήταν τέλειες οι σχέσεις τους. Από τη στιγμή που έρχεται από πάνω ένα παιδί σου και περιμένεις να σε φροντίσει και αδιαφορεί, και ως την τελευταία ώρα ήθελε να είναι δίκαιη και γι' αυτό δεν τον έβγαλε από τη διαθήκη. Η γιαγιά πέθανε 98 χρονών.". Η εκκαλουμένη όμως ολότελα λανθασμένα αγνόησε τις άνω μαρτυρικές καταθέσεις αλλά και έγγραφα, όπως αγνόησε και ότι γι' αυτό το επίδικο, η μητέρα μας πλήρωσε φόρους περίπου 1.700.000 δρχ. τότε. Κρίνοντας όμως διαφορετικά, μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της η εκκαλουμένη όλα τα ανωτέρω, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας εσφαλμένα τον Νόμο και τα προσκομισθέντα έγγραφα και αγνόησε παντελώς ότι ο ίδιος ο αντίδικος μας, όταν προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομίας για τα 300 τ.μ. που κατέλιπε σ' αυτόν ο πατέρας μας με τη διαθήκη του, το 1980, ήτοι όταν προέβην στην σύνταξη της αποδοχής κληρονομίας του με αριθμό 2004/2003, στην περιγραφή του ακινήτου του, αναφέρει ο ίδιος ότι δίπλα του συνορεύει "με υπόλοιπο τμήμα του ιδίου οικοπέδου, που κατέλιπε ο κληρονομούμενος στην σύζυγό του, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, ήτοι στην μητέρα μας. Ήτοι και αυτός αποδέχεται αυτήν την διαθήκη, και αναγνωρίζει πως το επίδικο ακίνητο ανήκει στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου. Αποδέχθηκε επίσης η εκκαλουμένη ότι εμείς το πρώτο αμφισβητήσαμε την αποκλειστική νομή του αντίδικου στο επίδικο με την κατά τα έτη 2006 και 2010 αποδοχή κληρονομίας της μητέρας μας και τη μεταγραφή των σχετικών πράξεων. Συνεπώς, κατά την εκκαλουμένη σύμφωνα με τα ανωτέρω από την έναρξη της συνεχούς αποκλειστικής νομής του αντιδίκου μας επί του επιδίκου το έτος 1977 παρήλθε μέχρι την ως άνω αμφισβήτηση από εμάς της κυριότητας επί του επιδίκου του αντιδίκου μας χρόνος πλέον της εικοσαετίας και έτσι απέκτησε αυτός την κυριότητα του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία. Κρίνοντας όμως έτσι η εκκαλουμένη έσφαλλε, αφού ο αντίδικος μας ουδέποτε απέκτησε τη νομή στο επίδικο σύμφωνα με τα ανωτέρω και όσα κατωτέρω λεπτομερώς θα αναφερθούν, από το έτος 1977 ως τα ως άνω έτη, και γι' αυτό πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και μαρτυρικές καταθέσεις, και τελικά έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του αντιδίκου μας, και δεν έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς μας και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας δικαιώματος, καθώς και τους λοιπούς μας ισχυρισμούς, και αναγνώρισε ως μοναδικό κύριο τον αντίδικο στο επίδικο ακίνητο.
Επ’ αυτής όμως της λανθασμένης κρίσης της εκκαλουμένης ειδικότερα, αναφέρουμε και τα εξής :
Δυνάμει του υπ’ αριθμ. 2201/1973 Τίτλο Κυριότητας της Διεύθυνσης Γεωργίας Πιερίας, νόμιμα μεταγεγραμμένος στον τόμο 90 και αριθμό 89 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, τον οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 1), κατά την οριστική διανομή του έτους 1969 - 1970 του αγροκτήματος Κονταριώτισσας Πιερίας, η οποία κυρώθηκε με το υπ’ αριθμ. 1189/72 ΝΔ, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ με αριθμό 99/28-6-1972, παραχωρήθηκε στον πατέρα μας Βασίλειο Τρικαλόπουλο του Θεοχάρη ή Αναγνώστη και της Τριανταφυλλιάς (βλ. σχετικό πιστοποιητικό του Δήμου Δίου - Ολύμπου ταυτοπροσωπίας, ότι δηλ. ο Τρικαλόπουλος Βασίλειος του Αναγνώστη είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Τρικαλόπουλο Βασίλειο του Θεοχάρη Σχ. αρ. 1α), ένα οικόπεδο, το υπ’ αριθμ. 536 εμβαδού 1.998 τ.μ., στο Ο.Τ. 97, ευρισκόμενο αυτό στην Κονταριώτισσα Πιερίας. Εντός αυτού υπήρχε μία διώροφη οικία εμβαδού του ισογείου 120 τ.μ., και του α’ ορόφου αρχικά 80 τ.μ. περίπου, και μία αποθήκη - στάβλο 50 τ.μ., κτισμένα όλα τα κτίσματα αυτά από τον άνω πατέρα μας από την εγκατάσταση του σ' αυτό το οικόπεδο, ήτοι επρόκειτο για κτίσματα ανεγερθέντα προ του 1955. Αυτό εξάλλου αναφέρεται και στην κατωτέρω αναφερόμενη Οικοδομική Άδεια της Πολεοδομίας Πιερίας. Με δικές του δαπάνες πάλι, αφού, ως κατέθεσε και πρωτοδίκως η μάρτυράς μας (βλ. κατάθεση της), ο πατέρας μας είχε χρήματα, τα οποία ήταν αποταμιεύσεις δικές του από γεωργικές ασχολίες και από ζώα που διατηρούσε, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 109/1978 άδεια προσθήκης α’ ορόφου του αρμόδιου Γραφείου της Πολεοδομίας Πιερίας εμβαδού 40 τ.μ. στο όνομα όμως του εφεσίβλητου και έχτισε αυτήν προκειμένου να έρθει από την Γερμανία και να του παραχωρήσει την χρήση του πάνω αυτού ορόφου, (και έτσι ο α’ όροφος έγινε συνολικά 120 τ.μ. περίπου), (όπου σ’ αυτόν εγκαταστάθηκε αργότερα ο εφεσίβλητος όταν γύρισε), την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 2), μαζί με το συνοδεύον αυτή τοπογραφικό του Νίκου Βούλγαρη (Σχ. αρ. 2α).
Ο ανωτέρω αρχικός κληρούχος και πατέρας μας, όμως κατείχε και νεμόταν όλο τον ανωτέρω οικόπεδο μέχρι και τον θάνατό του την 14-10-1983 (βλ. προσκομιζόμενη Ληξιαρχική πράξη θανάτου του, Σχ. αρ. 3). Για το λόγο αυτό όταν στις 2-12-1980 συνέταξε την υπ’ αριθμ. 17171/1980 Δημόσια Διαθήκη του Ενώπιον του τέως Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου, μεταξύ των άλλων ακινήτων που άφησε, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 57/22-3-1984 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4), εγκατέστησε κληρονόμους του, εξ αυτού του οικοπέδου σ’ ένα τμήμα εμβαδού 300 τ.μ. τον εφεσίβλητο, και στο υπόλοιπο τμήμα εμβαδού 1697 τ.μ., ήτοι το επίδικο την μητέρα μας, και σύζυγό του Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (Εκ παραδρομής όμως το αναφέρει σ' αυτή του τη διαθήκη με αριθμό αυτού 519, ενώ ο ορθός αριθμός οικοπέδου είναι το 536). Μάλιστα αυτός στην άνω διαθήκη του περιγράφει λεπτομερώς τις πλευρές και τα όρια στα άνω δύο τμήματα του οικοπέδου, και κυρίως επισυνάπτεται και το από 30-10-1980 τοπογραφικό του μηχανικού Κων/νου Δημάση, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4α), το οποίο και υπογράφει και αυτός και η συμβολαιογράφος, και οι μάρτυρες (όπου πάλι και σ' αυτό το τοπογραφικό αναγράφεται λανθασμένα ως αριθμός οικοπέδου το 519). Σύμφωνα με την άνω διαθήκη του κατέτμησε το όλο οικόπεδο σε δύο τμήματα, το ένα τμήμα με αριθμό 2 αυτού, και με μπλε χρώματος διάγραμμα, ως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην άνω διαθήκη, με στοιχειά αυτού Α-Β-Η-Ζ-Ε-Δ-Α εμβαδού 1.697 τ.μ, με την εντός αυτού διόροφη οικία και αποθήκη, και σταύλο το άφησε στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, και το με αυξ. αριθμ. 1, με κόκκινο χρώμα διάγραμμα, με στοιχεία αυτού Γ-Ε-Ζ-Η-Γ εμβαδού 300 τ.μ, στην νοτιοανατολική γωνία του όλου οικοπέδου, με πλήρη περιγραφή των πλευρών του άφησε στον ενάγοντα.
Η άνω διαθήκη του πατρός μας, η οποία αποτελεί δημόσιο έγγραφο, και συντάχθηκε 2 χρόνια περίπου μετά την προσκομιζόμενη από τον εφεσίβλητο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση - συμφωνητικό δωρεάς, αποτυπώνει την πραγματική του βούληση για να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μόνο μία αποθήκη, και αυτό μπορούσε να γίνει σε τμήμα 200 τ.μ., και όχι σε 2.000 τ.μ., που θέλει σήμερα να παρουσιάσει ο αντίδικός μας. (Το τελευταίο δε μηδενικό σ’ αυτήν και στο σημείο που υπάρχει αυτό αφήνει πλείστα ερωτηματικά). Πάντως σε κάθε περίπτωση ο πατέρας μας με την δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά το άνω έγγραφο- υπεύθυνη δήλωση, στον αντίδικό μας άφησε 300 τ.μ. και μόνο, και ουσιαστικά ακυρώνει αυτό. Πλην όμως η εκκαλουμένη και αυτές ακόμη τις απλές σκέψεις αγνόησε ολότελα αβασάνιστα και εξέδωσε αυτήν. Όπως επίσης αγνόησε ακόμα κι αυτήν την κατάθεση του μάρτυρα του αντιδίκου, που ανέφερε ότι ο πατέρας μας ήταν αυτός που καλλιεργούσε όλο το οικόπεδο, αυτός το όργωνε, το εξουσίαζε, έδινε εντολές ως τον θάνατό του, ήτοι πως ήταν αυτός που ασκούσε διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου μέχρι τον θάνατό του (βλ. πρακτικά σελ. 1, όπως και προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις μας).
Μετά το θάνατό του πατέρα μας, στις 14-10-1983, στην νομή και κατοχή το άνω διαιρετού τμήματος οικοπέδου εμβαδού 1.697 τ.μ., περιήλθε η μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (ως επιθυμούσε ο διαθέτης πατέρας μας), η οποία ασκούσε επ’ αυτού με διάνοια κυρίου όλες τις διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής επ’ αυτού, καθώς η ίδια διέμενε σ’ αυτό (στην ισόγεια οικία), όπως διέμενε και πριν με τον πατέρα μας. Αυτή ήταν η μόνη και αδιαφιλονίκητη νομέας, κάτοχος και ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου. Αυτή το φρόντιζε, το περιποιόταν, μέχρι που ήταν σε θέση, και μέχρι λίγο πριν τον θάνατο της, έβαζε μπαξέ και το καλλιεργούσε με λαχανικά. Αυτόν τον κήπο έκανε πίσω από το οικόπεδο, όπως ανέφερε πρωτοδίκως η μάρτυρας μας, και περιποιόνταν τα δέντρα που υπήρχαν, στο υπόλοιπο οικόπεδο (μηλιές, αχλαδιές, κυδωνιές, ελιές είπε η μάρτυράς μας). Όμως και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου παραδέχθηκε ότι αυτή φρόντιζε όλα τα άνω δέντρα (τα πότιζε είπε ο μάρτυράς του με λάστιχο). Όταν δεν μπορούσε, λόγω ηλικίας, έδινε εντολές σε τρίτους και ειδικά σε έναν γείτονα που ανέφερε η μαρτυράς μου πρωτοδίκως με το παρατσούκλι του (Βίκος), και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου ευρισκόμενος στο ακροατήριο φώναξε "Ο Παπαγιανούλης", ο οποίος το όργωνε, το φρεζάριζε και έκανε εργασίες σ' αυτό, αλλά πάντα με εντολή της μητέρας μας. Αυτές δε όλες οι εργασίες γίνονταν σε όλο το τμήμα των 1.697 τ.μ., κι αυτό γινόταν μέχρι και τον θάνατο της μητέρας μας το 2005, όπου όπως ανάφερε η μάρτυρας μας, αυτή πέθανε από εγκεφαλικό μέσα στην οικία της. Ο εφεσίβλητος συνέχιζε να έχει στην νομή και κατοχή του μόνο το τμήμα των 300 τ.μ. Για τον λόγο αυτό η μητέρα μας αποδέχθηκε την κληρονομιά που της κατέλειπε ο σύζυγός της, και μάλιστα πλήρωσε και μεγάλο ποσό σε φόρο και πρόστιμα: Συγκεκριμένα, κατέθεσε την υπ’ αριθμ. 218/1983 πράξη προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 5), με την οποία αποδέχθηκε το τμήμα αυτό εμβαδού 1.697 τ.μ., όπου σ' αυτήν και πάλι λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου ο αριθμός 519. Κατόπιν στις 19-8-1987 προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, όπου μεταξύ άλλων ακινήτων αποδέχθηκε και το επίδικο οικόπεδο (όπου πάλι όμως λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός αυτού ο αριθμός 519). Αυτή μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο 217 και αρ. 486 στις 19-8-1987 (βλ. άνω αποδοχή στο τέλος αυτής Σχ. αρ. 5α). Στην συνέχεια έγινε έλεγχος από την αρμόδια Εφορία, στις 17-11-1987 και επιβλήθηκε πρόστιμο εκ 80.000 δρχ. (βλ. την υπ’ αριθμ. 88/17-11-1987 πράξη επιβολής προστίμου, και την από 17-11- 1987 έκθεση ελέγχου του αρμοδίου υπαλλήλου του Δημόσιου Ταμείου, σχ. αριθμ. 6 και 7), Τελικά προέκυψε επιπλέον φόρος 1.567.102 δρχ. (βλ. υπ’ αριθμ. 3/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 8), και πρόστιμο 80.000 δρχ. (βλ. 4/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 9), στις 12-1-1988. Τελικά αυτή κατέβαλε στις 29-12-88 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 900.000 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό σχ. αριθμ. 10), και εισπράχθηκε αυτό το ποσό από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 6511659/88 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 11), στις 21-12-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 160.500 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 3774993/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 12) στις 28-6-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, κατέβαλε ποσό 301.013 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 1639266/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 13), στις 10-9-1987 κατέβαλε ποσό 61.182 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 0526701/87 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 14), στις 29-6-1988 κατέβαλε ποσό 137.084 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 5198793/1988 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 15), στις 8-6-1990 κατέβαλε ποσό 176.735 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 7133754/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 16), στις 29-12-1990 κατέβαλε ποσό 191.347 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 307822/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 17). Όλα τα ανωτέρω έγγραφα – παραστατικά τα προσκομίζουμε και επικαλούμαστε. Ήτοι η μητέρα μας μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1990, πλήρωνε φόρους για την αποδοχή κληρονομιάς του επίδικου οικοπέδου, διότι αυτό ήταν που είχε και μεγαλύτερη αξία, και ανέβασε την αξία όλης της κληρονομιαίας περιουσίας. Σε καμία περίπτωση αυτή δεν θα πλήρωνε τόσους πολλούς φόρους η μητέρα μας, και μέχρι το 1990 αν η ίδια δεν κατείχε και δεν νεμόταν για αυτήν το άνω ακίνητο, και αν η ίδια πίστευε ότι αυτό δεν της ανήκει ή αν είχε έστω την υποψία ότι ανήκει στον εφεσίβλητο. Ούτε θα έκανε αυτήν την αποδοχή κληρονομίας. Δεν θα υπήρχε λόγος, αν η μητέρα μας δεν το θεωρούσε αυτό δικό της, όταν σ' αυτό διέμενε, το εξουσίαζε, έβαζε μπαξέ, λαχανικά ως τον θάνατό της, κάτι που αγνόησε επιδεικτικά η εκκαλουμένη. Το επίδικο ακίνητο λοιπόν της το άφησε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και αυτή συνέχισε να διαμένει σ’ αυτό μέχρι και το θάνατό της στις 3-10-2005 (βλ. Ληξιαρχική πράξη θανάτου της Σχ. αρ. 18) και όχι γιατί της το επέτρεπε ο εφεσίβλητος, ασκώντας επ αυτού ως προαναφέραμε όλες τις πράξεις νομής και κατοχής, ως αποκλειστική κυρία αυτού, ήτοι φροντίζοντας το, σπέρνοντας λαχανικά, περιποιώντας τα υπάρχοντα δένδρα που αναφέρθηκαν σ' αυτό. Επιπρόσθετα, ίσως ξεχνώντας ότι είχε προβεί σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς το 1987 (Σχ. 5α), προέβην εκ νέου σε αποδοχή του επίδικου οικοπέδου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 460 και αριθμό 263, των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 19, (Σ' αυτήν δε, αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου πλέον το 536) όπου και εκ νέου αποδέχθηκε το άνω τμήμα οικοπέδου. Έτσι σύμφωνα τα άρθρα 1846,1193 και 1199, η κυριότητά της θεωρείται με τις άνω δύο αποδοχές κληρονομίας αρχικά το 1987 και έπειτα το 2003, ότι περιήλθε σ’ αυτήν από το θάνατο του κληρονομούμενου, ήτοι από 14-10-1983. Στην άνω δε έκθεση αποδοχής κληρονομίας, επισυνάπτεται και το υπ’ αριθμ. 16418/31-7-2003 πιστοποιητικό ιδιοκατοίκησης της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 20, που αποδεικνύει και αυτό ότι αυτή διέμενε σ' αυτό και ότι η οικία και το οικόπεδο της Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου ήταν δικά της.
Στην συνέχεια η άνω μητέρας μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, όντας ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου, ενεργώντας με δικαιοσύνη προς όλα εμάς τα παιδιά της, παρά τα όσα βίωνε από τον εφεσίβλητο, αφού έφθασαν κάποιο διάστημα να ανταλλάσουν ακόμα και εξώδικα μεταξύ τους (βλ. Σχ. αρ. 20α και 20β), αφού αυτός ήταν επιθετικός και βίαιος εναντίον της, και στόχο είχε και τότε να καρπωθεί όλο το ακίνητο, συνέταξε την υπ’ αριθμ. 12461/26-9-2001 Δημόσια Διαθήκη της, Ενώπιον του Συμβολαιουγράφου Κατερίνης Ιωάννη Βακαλίκου, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζομε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 21, (όπου κα πάλι λανθασμένα το αναφέρει με νούμερο 519), με την οποία εγκατέστησε ως κληρονόμους της, στο άνω επίδικο τμήμα, την α’ από εμάς, σε ποσοστό 5/20 εξ αδιαιρέτου, και τους Πλούταρχο, Γεώργιο, Θεοχάρη (εφεσίβλητο), Μεταξία και Παναγιώτα, σε ποσοστό 3/20 εξ αδιαιρέτου στο καθένα από τα 1.697 τ.μ., και στο κτίσμα. Ήτοι άφησε 254,55 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στον καθένα από τους ανωτέρω πέντε και 424,25 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στην α' από εμάς, Αφροδίτη Κουλιανοπούλου. Ως τίτλο κτήσης αναφέρεται η υπ’ αριθμ. 17171/1980 άνω Δημόσια Διαθήκη του συζύγου της, Βασιλείου Τρικαλόπουλου του Αναγνώστη ή Θεοχάρη. Ο λόγος δε που προχώρησε σ' αυτήν την παραχώρηση του ακινήτου κατ’ αυτόν τον τρόπο και κατά τα ανωτέρω ποσοστά και εκτάσεις εξ αδιαιρέτου, είναι αρχικά ότι η α’ από εμάς, γηροκόμησα την μητέρα μου μέχρι τον θάνατό της, κάτι που αναφέρει και η ίδια στην άνω διαθήκη της, και κατά δεύτερον λόγο, ως και η ίδια μας είχε ενημερώσει όλους (και τον αντίδικο), αυτό το έπραξε προκειμένου όλοι μας να έχουμε ένα ποσοστό στην πατρική μας κατοικία, και προκειμένου ο εφεσίβλητος σε περίπτωση μελλοντικής σύστασης οριζόντιων και κάθετων ιδιοκτησιών στο άνω διαιρετό τμήμα που του κατέλειπε αυτή, να λάβει το άνω διαμέρισμα του α’ ορόφου των 120 τ.μ. περίπου, στο οποίο διέμενε και διαμένει με ανάλογο ποσοστό επί του οικοπέδου των 1.697 τ.μ., ήτοι 254,55 τ.μ., ως αυτοτελή και διαιρετή ιδιοκτησία, και εμείς να είμαστε συνιδιοκτήτες στο υπόλοιπο τμητά του οικοπέδου των 1.697 τ.μ. - 254,55 τ.μ. = ήτοι σε 1.442,45 τ.μ. εξ αδιαιρέτου. Ήτοι προκύπτει πως η μητέρα μας έφτιαξε μία δίκαιη διαθήκη, την οποία ουδέποτε αμφισβήτησε κανένας μας, αλλά ούτε και ο εφεσίβλητος.
Μετά τον θάνατό της στις 3-10-2005, δημοσιεύθηκε η άνω διαθήκη της (12.461/26-9-2001) με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης (βλ. Σχ. αριθμ. 21), και την άνω κληρονομιά της αποδεχθήκαμε η Αφροδίτη, η Μεταξία και η Παναγιώτα, με την υπ’ αριθμ. 150/2006 έκθεση αποδοχής κληρονομιάς του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία αναφέρεται στο από 30-10-1980 τοπογραφικό διάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού Κωνσταντίνου Δημάση, (Σχ. αριθμ. 22, και 4α), η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 509 και αριθμό 368, των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης (Σχ. αρ. 23), αφού πρώτα είχαμε υποβάλλει την υπ’ αριθμ. 117/2006 δήλωση φόρου κληρονομίας της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης.Με την μεταγραφή δε αυτής αποκτήσαμε την κυριότητα επί του άνω ακινήτου από 3-10-2005, ημέρα θανάτου της μητέρας μας, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ.
Έκτοτε, νεμόμαστε και κατέχουμε με διάνοια κυρίου όλο το άνω διαιρετό τμήμα οικοπέδου, ασκώντας διακατοχικές πράξεις, όπως το επισκεπτόμαστε, το φροντίζουμε, το δηλώνουμε στην φορολογική μας δήλωση και στο Ε9 (βλ. ενδεικτικά Ε9 της α' από εμάς του 2007, Σχ. αρ. 24), παρά τις συνεχείς διώξεις μας από τον εφεσίβλητο, αφού αυτός αποσκοπούσε να το καρπωθεί ολόκληρο, ως και έκανε με την επίδικη αγωγή. Μάλιστα το 1999 έφθασε σε σημείο να βιαιοπραγήσει εναντίον της α’ και ε' από εμάς και αναγκαστήκαμε να καταφύγουμε στην Αστυνομία και στον κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κατερίνης (Σχ. αρ. 24α και 24β) για να επιληφθούν της επιθετικής του συμπεριφοράς απέναντί μας.
Το επίδικο τμήμα που αιτείται να αναγνωρισθεί ο εφεσίβλητος κύριος, ανήκει στην συγκυριότητα όλων μας, κατά ποσοστά 5/20 εξ αδιαιρέτου της α’ από εμάς, και κατά ποσοστά 3/20 εξ αδιαιρέτου των λοιπών. Αυτά τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου περιήλθαν σε εμάς από την αποδοχή κληρονομιάς της μητέρας μας, (το 1987 αρχικά και έπειτα το 2003) η οποία ανατρέχει στο χρόνο θανάτου της, ήτοι την 3-10-2005, η οποία ήταν κυρία του όλου ακινήτου από τον θάνατο του πατέρα μας, ήτοι από την 14-10-1983, ο οποίος την είχε εγκαταστήσει σ’ αυτό σύμφωνα με την άνω διαθήκη του, και αυτή την αποδέχθηκε, αρχικά με την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς, το 1987 με την άνω αποδοχή του επιδίκου οικοπέδου, με την πληρωμή των προστίμων και των επιπλέον φόρων μέχρι και το έτος 1990, και αργότερα και με την δεύτερη μεταγραφή της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας, η μεταβίβαση της κυριότητας της οποίας και σ’ αυτήν την περίπτωση ανατρέχει στον χρόνο θανάτου του αρχικού κληρονομούμενου - πατέρα μας, ήτοι την 14-10-1983, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ. Εξάλλου, ποτέ ο πατέρας μας δεν είχε μεταβιβάσει το επίδικο με άτυπη δωρεά το έτος 1977, όπως παρουσίασε με υπεύθυνη δήλωσή του ο εφεσίβλητος με ημερομηνία 7-10-1977. Αυτό έγινε για να μπορέσει να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μία αποθήκη, η οποία μάλιστα προϋπήρχε, αλλά ήταν σε άσχημη κατάσταση και έχριζε επιδιόρθωσης, και προκειμένου να εκδώσει άδεια γι' αυτόν το σκοπό. (Αυτήν την αποθήκη, την παλαιότητά της και ότι έχριζε επιδιόρθωσης παραδέχθηκε και ο μάρτυράς του, βλ. πρακτικά) Δεν του παρεχώρησε όμως το 1997 όλο το επίδικο, ούτε για να χτίσει οικία τότε, αφού ακόμα και αυτή η άδεια που εκδόθηκε επ' ονόματι του, αφορούσε 40 τ.μ. προσθήκη στον ήδη υπάρχοντα α' όροφο. Αν το έπραττε αυτό ο πατέρας μας, ως ισχυρίζεται ο αντίδικος δεν θα το συμπεριελάμβανε στην δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά, και σε κάθε περίπτωση και αυτό να ίσχυε, δεν είχε συντελεστεί καμία μεταβίβαση αφού δεν είχε μεταγραφεί καμία πράξη (αφού η μεταβίβαση ακινήτου επέρχεται από και διά της μεταγραφής). Ούτε είχε συμπληρωθεί ο χρόνος έκτακτης χρησικτησίας (20ετία) μέχρι την σύνταξη της άνω διαθήκης, ήτοι το 1980, ούτε και μέχρι τον θάνατο του πατέρα μας το 1983. Αλλά και αργότερα, όμως η μητέρας μας συνέχισε να νέμεται και να κατέχει με διάνοια κυρίου το άνω επίδικο ακίνητο, αφού διέμενε σ’ αυτό, το εξουσίαζε πλήρως, έδινε η ίδια εντολές για να το οργώσουν, να το φρεζάρουν, το καλλιεργούσε η ίδια βάζοντας κάθε χρόνο λαχανικά, και μπαξέ, φρόντιζε τα δένδρα. Προέβην σε αποδοχή κληρονομιάς, με την κατάθεση δήλωση φόρου κληρονομιάς στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., συνέταξε την αποδοχή κληρονομιάς το 1987, και πλήρωσε τόσους φόρους μέχρι και το 1990. Διέμενε δε σ’ αυτό μέχρι τον θάνατό της (2005). Το 2001, συνέταξε την άνω διαθήκη της, και την βούληση της αποδεχθήκαμε εμείς με την άνω αποδοχή κληρονομιάς.
Ως εκ των ανωτέρω, λοιπόν αρχικά νομέας και κάτοχος με διάνοια κυρίου του επίδικου ακινήτου ήταν ο πατέρας μας, Βασίλειος Τρικαλόπουλος και μέχρι τον θάνατό του 14-10-1983, ο οποίος ασκούσε επ' αυτού όλες τις άνω αναφερόμενες διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής, έπειτα η μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, μέχρι τον θάνατό της την 3-10-2005. Αυτό προκύπτει από όλα τα ανωτέρω έγγραφα και μάλιστα Δημόσια έγγραφα, ήτοι την άνω Δημόσια Διαθήκη του πατέρα μας, δηλώσεις στην εφορία, πληρωμές φόρων και μάλιστα σε μεγάλο ποσό, συμβόλαια μεταγεγραμμένα, ένορκες βεβαιώσεις, μαρτυρικές καταθέσεις, που ολότελα προκλητικά αγνόησε η εκκαλουμένη, όπως και φωτογραφίες που δείχνουν τον πατέρα μας και την μητέρα μας να μένουν στο ακίνητο ως το θάνατό τους, κάτι που αναγνώρισε και βεβαίωσε πρωτοδίκως η μάρτυράς μας, αλλά και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου μας. Ως εκ τούτου δεν απέκτησε μόνος ο εφεσίβλητος την κυριότητα στο επίδικο οικόπεδο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, όπως δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλουμένη, αλλά αυτή ανήκει σε όλους εμάς, όπου είμαστε συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σ’ αυτό μαζί με τον εφεσίβλητο, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς αναφέρθησαν.
Μάλιστα ο ίδιος ο εφεσίβλητος προέβη κι αυτός σε αποδοχή κληρονομιάς των 300 τ.μ. οικοπέδου που του κατέλειπε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και συγκεκριμένα προέβη στην υπ' αριθ. 204/30-6-2003 αποδοχή κληρονομιάς (Σχ. αρ. 25) ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης (την οποία εντέχνως πρωτοδίκως απέκρυψε ο εφεσίβλητος). Στην περιγραφή δε που γίνεται σ’ αυτήν του οικοπέδου αυτού ο ίδιος αναγνωρίζει ότι το επίδικο οικόπεδο δίπλα από το δικό του, ο πατέρας μας το κατέλειπε στην μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου βάσει της ως άνω διαθήκης του (δες Σχ. αρ. 25). Ακόμη όμως και αυτή την ομολογία του η εκκαλουμένη όμως την αγνόησε, και ως εκ τούτου έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ όλα τα ανωτέρω βεβαίωσαν και στις προσκομιζόμενες πρωτοδίκως ένορκες βεβαιώσεις τους οι : α) Ειρήνη Κουλιανοπούλου του Αστερίου και β) Κερασίνα Κοκκινοπλίτου του Κωνσταντίνου, κάτοικοι και οι δύο Κονταριώτισσας Πιερίας, συγγενείς όλων των διαδίκων (και ημών και του αντιδίκου μας), ενώπιον του Συμβολαιογράφου Κατερίνης Δημητρίου Κουτσοχήνα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 2756/13-3-2013 Ένορκη Βεβαίωση αυτών (Σχ. αρ. 28), η οποία ελήφθη νόμιμα μετά από νόμιμη κλήτευση του εφεσιβλήτου, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 7268 Δ'/8-3-2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Κατερίνης Νικολάου Κοτσή (Σχ. αρ. 29), πλην όμως η εκκαλουμένη ουδόλως τις έλαβε υπ' όψιν της ολότελα αβασάνιστα.
ΕΠΕΙΔΗ προσκομίζουμε και επικαλούμαστε και τα11
1 πιστοποιητικά πλησιεστέρων συγγενών του Βασιλείου Τρικαλόπουλου (πατέρα μας) και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου (μητέρας μας), Σχ. αρ. 26 και 27.
ΕΠΕΙΔΗ κρίνοντας διαφορετικά η εκκαλουμένη απορρίπτοντας όλους τους ανωτέρω ισχυρισμούς μας, και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ κατόπιν όλων αυτών πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, απορρίπτοντας την ένδικη αγωγή του αντιδίκου μας.
ΕΠΕΙΔΗ προσάγουμε και επικαλούμαστε επικυρωμένα αντίγραφα των πρακτικών της πρωτόδικης δίκης και της εκκαλουμένης απόφασης.
ΕΠΕΙΔΗ προσάγουμε και επικαλούμαστε τις πρωτόδικες προτάσεις μας, καθώς του αντιδίκου μας.
ΕΠΕΙΔΗ η έφεσή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή.
ΕΠΕΙΔΗ αρνούμαστε προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου μας.
Γ Ι’ Α Υ Τ Ο - Ζ Η Τ Ο Υ Μ Ε
Να γίνουν δεκτές οι προτάσεις μας και η έφεσή μας. Να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, τακτική διαδικασία. Ν' απορριφθούν η αγωγή, οι προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμοί του αντιδίκου. Να γίνει δεκτή η έφεσή μας και Να καταδικασθεί ο αντίδικός μας στην δικαστική μας δαπάνη αμφοτέρων βαθμών.
Κατερίνη, 22-1-2014Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι
Καλαιτζής Δημήτριος
Μαργαρίτης Αθανάσιος
ΣΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
1. Αφροδίτης συζ. Κων/νου Κουλιανόπουλου, το γένος Βασιλείου και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, κατοίκου Βεροίας.
2. Πλούταρχου Τρικαλόπουλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κατερίνης (Γ. Δημητρίου 1).
3. Γεωργίου Τρικαλόπουλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κατερίνης (Γεωργούλη Ν. 23).
4. Παναγιώτας συζ. Γρηγορίου Παπαδοπούλου, το γένος Βασιλείου και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου, κατοίκου Πολυκάστρου Κιλκίς.
5. Μεταξίας Τρικαλοπούλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κονταριώτισσας Πιερίας.
Κ Α Τ Α
Θεοχάρη Τρικαλόπουλου του Βασιλείου και της Ευαγγελίας, κατοίκου Κονταριώτισσας Πιερίας και
ΚΑΤΑ της υπ' αριθμ. 387/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης (τακτική διαδικασία).
**********************************
Συζητείται στο Δικαστήριο Σας η από 25-10-2013 έφεσή μας κατά του αντιδίκου, νομίμως κοινοποιηθείσα αυτή σ' αυτόν, ως εμφαίνεται από την προσαγόμενη με αριθμό 9310 Δ'/8-11-2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Κατερίνης Ελευθερίου Μπουζούκη, η οποία ως νόμιμη, βάσιμη και αληθινή τυγχάνουσα πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της. Η εκκαλουμένη απόφαση εκδόθηκε μετά από την άσκηση της από 19-2-2010 αγωγής (αναγνωριστική κυριότητας) από τον εφεσίβλητο για το περιγραφέν σ' αυτήν οικόπεδο έκτασης 1.697 τ.μ., με αριθμό αυτού 536 στο 97 Ο.Τ., ευρισκόμενο στην Κονταριώτισσα Πιερίας, με τα εντός αυτού κτίσματα, ήτοι μία διόροφη οικοδομή αποτελούμενη από ισόγεια οικία, εμβαδού 120 τ.μ., τον α' όροφο εμβαδού αρχικά 80 τ.μ., και μετά άλλα 40 τ.μ. και συνολικά 120 τ.μ., και μία αποθήκη-στάβλο εμβαδού 50 τ.μ., εναντίον μας. Αυτή έκανε δεκτή την άνω αγωγή του, και τον αναγνώρισε κύριο αυτού του διαιρετού τμήματος με τα άνω κτίσματα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και δέχθηκε ότι μετά τον θάνατο του διαθέτη πατέρα μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε στη σύζυγό του και μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον ούτε ο πατέρας μας είχε τη νομή στο επίδικο κατά το χρόνο του θανάτου του, αλλά την είχε μεταβιβάσει στον ενάγοντα δυνάμει της μεταξύ τους καταρτιθείσης ατύπως από 7-10-1977 δωρεάς εν ζωή, ως χαρακτήρισε ολότελα λανθασμένα την προσκομισθείσα από τον αντίδικο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση του πατρός μας, η οποία επακριβώς αναφέρει «παραχωρώ εις τον υιόν μου Θεοχάρη Τρικαλόπουλο του Βασιλείου 2.000 έκτασης οικοπέδου μου για να ανεγείρει αποθήκη», θεωρώντας ολότελα λανθασμένα η εκκαλουμένη ότι έτσι ο πατέρας μας του δώρισε όλο το επίδικο οικόπεδο! Παρατηρώντας όμως το Σεβαστό Σας Δικαστήριο αυτό το έγγραφο θα ανακαλύψει ότι η αναγραφή της έκτασης 2.000 τ.μ., είναι κατασκευασμένη, και μία μεθόδευση του αντιδίκου μας, αφού ξεκάθαρα προκύπτει από τα αναφερόμενα κατωτέρω πως η βούληση του πατέρα μας εστιαζόταν τότε σε 200 τ.μ. έκταση, και όχι σε 2.000 τ.μ., αφού το έγγραφο αυτό αναφέρει πως η παραχώρηση της έκτασης έγινε μόνο για ανέγερση μίας αποθήκης, η οποία όμως προϋπήρχε, ως αποδέχθηκε και ο μάρτυρας του αντιδίκου, αλλά λόγω παλαιότητας έχριζε επιδιόρθωσης, και όχι για ανέγερση οικίας, ως ισχυρίζεται ο εφεσίβλητος. Σε κάθε περίπτωση αιτούμαστε και πρέπει να προσκομισθεί στο Σεβαστό Σας Δικαστήριο το πρωτότυπο έγγραφο, κι όχι φωτοτυπία, ή επικυρωμένο αντίγραφο. Έτσι όμως κρίνοντας η εκκαλουμένη έσφαλλε και πρέπει να εξαφανιστεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας λανθασμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και τις μαρτυρικές καταθέσεις και αγνόησε όλα τα έγγραφα που εμείς προσκομίσαμε και επικαλεστήκαμε πρωτοδίκως, και αναλυτικά αναφέραμε στις προτάσεις μας, και δη, δημόσια έγγραφα, ένορκες βεβαιώσεις, φωτογραφίες, αλλά και έγγραφα του ιδίου του αντιδίκου μας, που ακύρωναν εν τέλει το άνω έγγραφο εν τοις πράγμασι, και το καθιστούσαν αυτό άνευ νομικής σημασίας και αξιολόγησης. Κυρίως όμως αγνόησε η εκκαλουμένη ότι ο πατέρας μας δύο χρόνια μετά το άνω εμφανισθέν για πρώτη φορά από τον αντίδικό μας έγγραφο (το οποίο προσκόμισε το πρώτο κατά την συζήτηση της κρινομένης αγωγής, και δεν το ανέφερε καν σ' αυτήν) συνέταξε δημόσια διαθήκη (την υπ' αριθ. 17171/80 Δημόσια Διαθήκη του συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου) για το ίδιο το επίδικο οικόπεδο, και στον αντίδικο κατέλιπε τώρα μόνο 300 τ.μ., και κατέλιπε στην μητέρα μας ολόκληρο το υπόλοιπο επίδικο οικόπεδο, ακυρώνοντας έτσι εν τοις πράγμασι την άνω, ακόμα κι αν υποτεθεί δωρεά-μεταβίβαση, ενώ ο ίδιος ο πατέρας μας νέμονταν μέχρι τότε και συνέχισε μέχρι τον θάνατό του (το 1983) το επίδικο με διάνοια κυρίου, χωρίς να το απωλέσει ποτέ από την νομή και κατοχή του. Κρίνοντας όμως διαφορετικά η εκκαλουμένη, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της και αυτές ακόμα τις πρωτόδικες μαρτυρικές καταθέσεις, και αποδέχθηκε ότι μετά το θάνατο της ανωτέρω διαθέτιδος - μητέρας μας η νομή του επίδικου ακινήτου δεν περιήλθε σ' εμάς τους εκκαλούντες κατ' άρθρο 983 ΑΚ, καθόσον η μητέρα μας δεν είχε την νομή του κατά το χρόνο του θανάτου της, δεχόμενη ότι την είχε ο εφεσίβλητος από το έτος 1977, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο από την επιγενόμενη κοινωνία δικαιώματος με τη μητέρα μας, που έλαβε χώρα με την μεταγραφή της πράξης αποδοχής κληρονομίας από αυτήν και ανατρέχει στο χρόνο θανάτου του συζύγου της το έτος 1983. Έτσι σύμφωνα πάντα (κατά την λανθασμένη άποψη όμως της εκκαλουμένης), ο εφεσίβλητος δεν είχε την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στην μητέρα μας ότι εξακολουθεί και μετά το θάνατο του δικαιοπαρόχου πατέρα του να ασκεί πράξεις νομής στο επίδικο, διότι δεν ήμασταν όλοι εμείς κοινωνοί - συννομείς, από τότε που ο εφεσίβλητος άρχισε να το νέμεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω σκέψη της εκκαλουμένης, οπότε έναντι αυτής ο αντίδικος δεν άλλαξε την αιτία της νομής του επιδίκου.
Όμως έτσι δεχόμενη η εκκαλουμένη αγνόησε ολότελα λανθασμένα, έγγραφα (μη λαμβάνοντάς τα καν υπ' όψιν της), αλλά και αυτές τις μαρτυρικές καταθέσεις που διεξήχθησαν Ενώπιον της, ότι η μητέρα μας βρισκόταν και ζούσε η ίδια στο επίδικο, ασκούσε πράξεις νομής και κατοχής σ’ αυτό συνεχώς από τον θάνατο του συζύγου της, ως το δικό της θάνατο με διάνοια κυρίου, το είχε υπό την φυσική της εξουσία, το καλλιεργούσε, φύτευε λαχανικά και δένδρα σ' αυτό, η δε κατοικία της, ως τον θάνατό της, το 2005, ήταν η ισόγεια οικία. Τις ίδιες δε πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου έκανε πριν σ' ολόκληρο το επίδικο ακίνητο ο πατέρας μας, και αυτό γινόταν μέχρι τον θάνατό του το 1983.
'Όλα δε αυτά τα αποδέχθηκε ακόμα και ο μάρτυρας του αντιδίκου, Βασίλειος Παπακώστας, ο οποίος, ως προκύπτει από τα πρακτικά της εκκαλουμένης απόφασης, που όμως αγνόησε η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού χαρακτηριστικά ανέφερε : "Γνώριζα τον παππού, τον Βασίλη Τρικαλόπουλο. Το επίδικο ήταν αμπέλι κάποτε, είναι στο κέντρο της Κονταριώτισσας, έχει εμβαδό περίπου καναδυό στρέμματα και ο παππούς όσο ζούσε το είχε αμπέλι. Ήταν μέσα στο ακίνητο το σπίτι, έμενε ο παππούς και η γυναίκα του Ευαγγελία, μέχρι που πέθανε το 1983." Πιο κάτω ανέφερε σε σχέση με την υποτιθέμενη δωρεά ολόκληρου του οικοπέδου για να ανεγείρει ο αντίδικος μία αποθήκη: "Η αποθήκη υπάρχει την έκανε ανακαίνιση, έβαζε καπνά γιατί τη χρειαζόταν." πιο κάτω πάλι αναφέρει "Ο παππούς ήταν έξυπνος............ Του τα επέτρεπε του Θεοχάρη αυτά που έκανε.". Επίσης ανέφερε "Επάνω έμενε ο Θεοχάρης, κάτω ο παππούς και η γιαγιά, μετά το 1983 που πέθανε ο παππούς έμενε η γιαγιά μέχρι που πέθανε. Το 1983 δεν θα ήταν η γιαγιά 73 -80 χρονών, δεν ξέρω αν η γιαγιά έβαζε μπαχτσέδες. Αν ήταν καλά θα φρόντιζε τα δεντράκια που ήταν εκεί.". Πιο κάτω ανέφερε "Η γιαγιά ήταν στο κάτω σπίτι συνεχώς.".
Η μάρτυρας μας δε, Αικατερίνη Κουλιανοπούλου, ανέφερε "Ως το 1983 το επίδικο ήταν του παππού, μετά έμενε η γιαγιά μόνη της, ως τον θάνατό της. Πριν γυρίσει ο Θεοχάρης από τη Γερμανία ο παππούς είχε επιθυμία να του δώσει τον πάνω όροφο, είπε να κάνει μία επέκταση, με δικά του χρήματα, ήθελε να κάνει κάτι για το γιο του. Για το πάνω, το κάτω όμως η επιθύμια του ήταν να μείνει η γιαγιά. Το ακίνητο είναι περίπου 2 στρέμματα. Είχε αμπέλι, στο υπόλοιπο βάζανε καπνά, πολλές φορές και οι γείτονες βάζανε κρεμανταλάδες γιατί ήταν μεγάλο το οικόπεδο. Ο παππούς έδωσε στον Θεοχάρη 300 μέτρα, έβαζε καπνά, τα φυτά του, αυτό χρησιμοποιούσε. Το υπόλοιπο η γιαγιά το διαχειριζόταν, πολλές φορές το νοίκιαζε, έβαζε μέχρι τελευταία στιγμή ζαρζαβατικά της άρεζε.". Στην συνέχεια ανέφερε "Το φρεζάριζε, το περιποιούνταν η γιαγιά. Το μίσθωνε για να βάζουν κρεμανταλάδες. Πριν το 2000, το 1998, 1999, το μίσθωνε το καλοκαίρι 2 μήνες για τα καπνά.". Στην συνέχεια "Εντολές για το οικόπεδο έδινε πάντα η γιαγιά, για φρεζάρισμα και τα λοιπά. Το μπαχτσεδάκι το έβαζε ακριβώς πίσω από το σπίτι.", πιο κάτω επίσης ανέφερε "Η γιαγιά είχε τα πάντα, εκείνη τα έκανε όλα στο μπαχτσέ.". Στην συνέχεια "Η προσθήκη έγινε πριν το 1980, απ' ό,τι ξέρω με τα λεφτά του παππού, τόσα χρόνια ήταν αγρότης, έπαιρνε σύνταξη, είχε και χωράφια που νοίκιαζε, είχε εισοδήματα, από ΄κει και η γιαγιά βρήκε το 1.700.000 δρχ. και πλήρωσε την κληρονομιά, και με τη βοήθεια των παιδιών της φυσικά.". Πιο κάτω ανέφερε "Ο παππούς στα 75 του έβαζε άνθρωπο να περιποιείται τα δέντρα, το οικόπεδο, δεν θυμάμαι ποιον, κάθε φορά έβαζε άλλον εργάτη. Ο Βίκας που έχει τα τρακτέρ στο χωριό, αυτός ερχόταν, φρεζάριζε. Ο Θεοχάρης έβαζε καπνά όταν γύρισε από τη Γερμανία, έβαζε κρεμανταλάδες, η γιαγιά όμως δεν τον άφηνε να βάζει στο δικό της το χωράφι. Δεν ήταν μαλωμένοι, δεν ήταν τέλειες οι σχέσεις τους. Από τη στιγμή που έρχεται από πάνω ένα παιδί σου και περιμένεις να σε φροντίσει και αδιαφορεί, και ως την τελευταία ώρα ήθελε να είναι δίκαιη και γι' αυτό δεν τον έβγαλε από τη διαθήκη. Η γιαγιά πέθανε 98 χρονών.". Η εκκαλουμένη όμως ολότελα λανθασμένα αγνόησε τις άνω μαρτυρικές καταθέσεις αλλά και έγγραφα, όπως αγνόησε και ότι γι' αυτό το επίδικο, η μητέρα μας πλήρωσε φόρους περίπου 1.700.000 δρχ. τότε. Κρίνοντας όμως διαφορετικά, μη λαμβάνοντας υπ' όψιν της η εκκαλουμένη όλα τα ανωτέρω, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη, ερμηνεύοντας εσφαλμένα τον Νόμο και τα προσκομισθέντα έγγραφα και αγνόησε παντελώς ότι ο ίδιος ο αντίδικος μας, όταν προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομίας για τα 300 τ.μ. που κατέλιπε σ' αυτόν ο πατέρας μας με τη διαθήκη του, το 1980, ήτοι όταν προέβην στην σύνταξη της αποδοχής κληρονομίας του με αριθμό 2004/2003, στην περιγραφή του ακινήτου του, αναφέρει ο ίδιος ότι δίπλα του συνορεύει "με υπόλοιπο τμήμα του ιδίου οικοπέδου, που κατέλιπε ο κληρονομούμενος στην σύζυγό του, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, ήτοι στην μητέρα μας. Ήτοι και αυτός αποδέχεται αυτήν την διαθήκη, και αναγνωρίζει πως το επίδικο ακίνητο ανήκει στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου. Αποδέχθηκε επίσης η εκκαλουμένη ότι εμείς το πρώτο αμφισβητήσαμε την αποκλειστική νομή του αντίδικου στο επίδικο με την κατά τα έτη 2006 και 2010 αποδοχή κληρονομίας της μητέρας μας και τη μεταγραφή των σχετικών πράξεων. Συνεπώς, κατά την εκκαλουμένη σύμφωνα με τα ανωτέρω από την έναρξη της συνεχούς αποκλειστικής νομής του αντιδίκου μας επί του επιδίκου το έτος 1977 παρήλθε μέχρι την ως άνω αμφισβήτηση από εμάς της κυριότητας επί του επιδίκου του αντιδίκου μας χρόνος πλέον της εικοσαετίας και έτσι απέκτησε αυτός την κυριότητα του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία. Κρίνοντας όμως έτσι η εκκαλουμένη έσφαλλε, αφού ο αντίδικος μας ουδέποτε απέκτησε τη νομή στο επίδικο σύμφωνα με τα ανωτέρω και όσα κατωτέρω λεπτομερώς θα αναφερθούν, από το έτος 1977 ως τα ως άνω έτη, και γι' αυτό πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ έσφαλλε η εκκαλουμένη ερμηνεύοντας εσφαλμένα το Νόμο και εκτιμώντας λανθασμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα και μαρτυρικές καταθέσεις, και τελικά έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του αντιδίκου μας, και δεν έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς μας και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας δικαιώματος, καθώς και τους λοιπούς μας ισχυρισμούς, και αναγνώρισε ως μοναδικό κύριο τον αντίδικο στο επίδικο ακίνητο.
Επ’ αυτής όμως της λανθασμένης κρίσης της εκκαλουμένης ειδικότερα, αναφέρουμε και τα εξής :
Δυνάμει του υπ’ αριθμ. 2201/1973 Τίτλο Κυριότητας της Διεύθυνσης Γεωργίας Πιερίας, νόμιμα μεταγεγραμμένος στον τόμο 90 και αριθμό 89 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, τον οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 1), κατά την οριστική διανομή του έτους 1969 - 1970 του αγροκτήματος Κονταριώτισσας Πιερίας, η οποία κυρώθηκε με το υπ’ αριθμ. 1189/72 ΝΔ, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ με αριθμό 99/28-6-1972, παραχωρήθηκε στον πατέρα μας Βασίλειο Τρικαλόπουλο του Θεοχάρη ή Αναγνώστη και της Τριανταφυλλιάς (βλ. σχετικό πιστοποιητικό του Δήμου Δίου - Ολύμπου ταυτοπροσωπίας, ότι δηλ. ο Τρικαλόπουλος Βασίλειος του Αναγνώστη είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Τρικαλόπουλο Βασίλειο του Θεοχάρη Σχ. αρ. 1α), ένα οικόπεδο, το υπ’ αριθμ. 536 εμβαδού 1.998 τ.μ., στο Ο.Τ. 97, ευρισκόμενο αυτό στην Κονταριώτισσα Πιερίας. Εντός αυτού υπήρχε μία διώροφη οικία εμβαδού του ισογείου 120 τ.μ., και του α’ ορόφου αρχικά 80 τ.μ. περίπου, και μία αποθήκη - στάβλο 50 τ.μ., κτισμένα όλα τα κτίσματα αυτά από τον άνω πατέρα μας από την εγκατάσταση του σ' αυτό το οικόπεδο, ήτοι επρόκειτο για κτίσματα ανεγερθέντα προ του 1955. Αυτό εξάλλου αναφέρεται και στην κατωτέρω αναφερόμενη Οικοδομική Άδεια της Πολεοδομίας Πιερίας. Με δικές του δαπάνες πάλι, αφού, ως κατέθεσε και πρωτοδίκως η μάρτυράς μας (βλ. κατάθεση της), ο πατέρας μας είχε χρήματα, τα οποία ήταν αποταμιεύσεις δικές του από γεωργικές ασχολίες και από ζώα που διατηρούσε, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 109/1978 άδεια προσθήκης α’ ορόφου του αρμόδιου Γραφείου της Πολεοδομίας Πιερίας εμβαδού 40 τ.μ. στο όνομα όμως του εφεσίβλητου και έχτισε αυτήν προκειμένου να έρθει από την Γερμανία και να του παραχωρήσει την χρήση του πάνω αυτού ορόφου, (και έτσι ο α’ όροφος έγινε συνολικά 120 τ.μ. περίπου), (όπου σ’ αυτόν εγκαταστάθηκε αργότερα ο εφεσίβλητος όταν γύρισε), την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 2), μαζί με το συνοδεύον αυτή τοπογραφικό του Νίκου Βούλγαρη (Σχ. αρ. 2α).
Ο ανωτέρω αρχικός κληρούχος και πατέρας μας, όμως κατείχε και νεμόταν όλο τον ανωτέρω οικόπεδο μέχρι και τον θάνατό του την 14-10-1983 (βλ. προσκομιζόμενη Ληξιαρχική πράξη θανάτου του, Σχ. αρ. 3). Για το λόγο αυτό όταν στις 2-12-1980 συνέταξε την υπ’ αριθμ. 17171/1980 Δημόσια Διαθήκη του Ενώπιον του τέως Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζήση Κωστίκου, μεταξύ των άλλων ακινήτων που άφησε, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 57/22-3-1984 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4), εγκατέστησε κληρονόμους του, εξ αυτού του οικοπέδου σ’ ένα τμήμα εμβαδού 300 τ.μ. τον εφεσίβλητο, και στο υπόλοιπο τμήμα εμβαδού 1697 τ.μ., ήτοι το επίδικο την μητέρα μας, και σύζυγό του Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (Εκ παραδρομής όμως το αναφέρει σ' αυτή του τη διαθήκη με αριθμό αυτού 519, ενώ ο ορθός αριθμός οικοπέδου είναι το 536). Μάλιστα αυτός στην άνω διαθήκη του περιγράφει λεπτομερώς τις πλευρές και τα όρια στα άνω δύο τμήματα του οικοπέδου, και κυρίως επισυνάπτεται και το από 30-10-1980 τοπογραφικό του μηχανικού Κων/νου Δημάση, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 4α), το οποίο και υπογράφει και αυτός και η συμβολαιογράφος, και οι μάρτυρες (όπου πάλι και σ' αυτό το τοπογραφικό αναγράφεται λανθασμένα ως αριθμός οικοπέδου το 519). Σύμφωνα με την άνω διαθήκη του κατέτμησε το όλο οικόπεδο σε δύο τμήματα, το ένα τμήμα με αριθμό 2 αυτού, και με μπλε χρώματος διάγραμμα, ως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην άνω διαθήκη, με στοιχειά αυτού Α-Β-Η-Ζ-Ε-Δ-Α εμβαδού 1.697 τ.μ, με την εντός αυτού διόροφη οικία και αποθήκη, και σταύλο το άφησε στην μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, και το με αυξ. αριθμ. 1, με κόκκινο χρώμα διάγραμμα, με στοιχεία αυτού Γ-Ε-Ζ-Η-Γ εμβαδού 300 τ.μ, στην νοτιοανατολική γωνία του όλου οικοπέδου, με πλήρη περιγραφή των πλευρών του άφησε στον ενάγοντα.
Η άνω διαθήκη του πατρός μας, η οποία αποτελεί δημόσιο έγγραφο, και συντάχθηκε 2 χρόνια περίπου μετά την προσκομιζόμενη από τον εφεσίβλητο από 7-10-1977 υπεύθυνη δήλωση - συμφωνητικό δωρεάς, αποτυπώνει την πραγματική του βούληση για να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μόνο μία αποθήκη, και αυτό μπορούσε να γίνει σε τμήμα 200 τ.μ., και όχι σε 2.000 τ.μ., που θέλει σήμερα να παρουσιάσει ο αντίδικός μας. (Το τελευταίο δε μηδενικό σ’ αυτήν και στο σημείο που υπάρχει αυτό αφήνει πλείστα ερωτηματικά). Πάντως σε κάθε περίπτωση ο πατέρας μας με την δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά το άνω έγγραφο- υπεύθυνη δήλωση, στον αντίδικό μας άφησε 300 τ.μ. και μόνο, και ουσιαστικά ακυρώνει αυτό. Πλην όμως η εκκαλουμένη και αυτές ακόμη τις απλές σκέψεις αγνόησε ολότελα αβασάνιστα και εξέδωσε αυτήν. Όπως επίσης αγνόησε ακόμα κι αυτήν την κατάθεση του μάρτυρα του αντιδίκου, που ανέφερε ότι ο πατέρας μας ήταν αυτός που καλλιεργούσε όλο το οικόπεδο, αυτός το όργωνε, το εξουσίαζε, έδινε εντολές ως τον θάνατό του, ήτοι πως ήταν αυτός που ασκούσε διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου μέχρι τον θάνατό του (βλ. πρακτικά σελ. 1, όπως και προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις μας).
Μετά το θάνατό του πατέρα μας, στις 14-10-1983, στην νομή και κατοχή το άνω διαιρετού τμήματος οικοπέδου εμβαδού 1.697 τ.μ., περιήλθε η μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου (ως επιθυμούσε ο διαθέτης πατέρας μας), η οποία ασκούσε επ’ αυτού με διάνοια κυρίου όλες τις διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής επ’ αυτού, καθώς η ίδια διέμενε σ’ αυτό (στην ισόγεια οικία), όπως διέμενε και πριν με τον πατέρα μας. Αυτή ήταν η μόνη και αδιαφιλονίκητη νομέας, κάτοχος και ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου. Αυτή το φρόντιζε, το περιποιόταν, μέχρι που ήταν σε θέση, και μέχρι λίγο πριν τον θάνατο της, έβαζε μπαξέ και το καλλιεργούσε με λαχανικά. Αυτόν τον κήπο έκανε πίσω από το οικόπεδο, όπως ανέφερε πρωτοδίκως η μάρτυρας μας, και περιποιόνταν τα δέντρα που υπήρχαν, στο υπόλοιπο οικόπεδο (μηλιές, αχλαδιές, κυδωνιές, ελιές είπε η μάρτυράς μας). Όμως και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου παραδέχθηκε ότι αυτή φρόντιζε όλα τα άνω δέντρα (τα πότιζε είπε ο μάρτυράς του με λάστιχο). Όταν δεν μπορούσε, λόγω ηλικίας, έδινε εντολές σε τρίτους και ειδικά σε έναν γείτονα που ανέφερε η μαρτυράς μου πρωτοδίκως με το παρατσούκλι του (Βίκος), και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου ευρισκόμενος στο ακροατήριο φώναξε "Ο Παπαγιανούλης", ο οποίος το όργωνε, το φρεζάριζε και έκανε εργασίες σ' αυτό, αλλά πάντα με εντολή της μητέρας μας. Αυτές δε όλες οι εργασίες γίνονταν σε όλο το τμήμα των 1.697 τ.μ., κι αυτό γινόταν μέχρι και τον θάνατο της μητέρας μας το 2005, όπου όπως ανάφερε η μάρτυρας μας, αυτή πέθανε από εγκεφαλικό μέσα στην οικία της. Ο εφεσίβλητος συνέχιζε να έχει στην νομή και κατοχή του μόνο το τμήμα των 300 τ.μ. Για τον λόγο αυτό η μητέρα μας αποδέχθηκε την κληρονομιά που της κατέλειπε ο σύζυγός της, και μάλιστα πλήρωσε και μεγάλο ποσό σε φόρο και πρόστιμα: Συγκεκριμένα, κατέθεσε την υπ’ αριθμ. 218/1983 πράξη προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε (σχ. αριθμ. 5), με την οποία αποδέχθηκε το τμήμα αυτό εμβαδού 1.697 τ.μ., όπου σ' αυτήν και πάλι λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου ο αριθμός 519. Κατόπιν στις 19-8-1987 προέβην σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, όπου μεταξύ άλλων ακινήτων αποδέχθηκε και το επίδικο οικόπεδο (όπου πάλι όμως λανθασμένα αναφέρεται ως αριθμός αυτού ο αριθμός 519). Αυτή μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο 217 και αρ. 486 στις 19-8-1987 (βλ. άνω αποδοχή στο τέλος αυτής Σχ. αρ. 5α). Στην συνέχεια έγινε έλεγχος από την αρμόδια Εφορία, στις 17-11-1987 και επιβλήθηκε πρόστιμο εκ 80.000 δρχ. (βλ. την υπ’ αριθμ. 88/17-11-1987 πράξη επιβολής προστίμου, και την από 17-11- 1987 έκθεση ελέγχου του αρμοδίου υπαλλήλου του Δημόσιου Ταμείου, σχ. αριθμ. 6 και 7), Τελικά προέκυψε επιπλέον φόρος 1.567.102 δρχ. (βλ. υπ’ αριθμ. 3/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 8), και πρόστιμο 80.000 δρχ. (βλ. 4/88 ατομικό φύλλο σχ. αριθμ. 9), στις 12-1-1988. Τελικά αυτή κατέβαλε στις 29-12-88 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 900.000 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό σχ. αριθμ. 10), και εισπράχθηκε αυτό το ποσό από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 6511659/88 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 11), στις 21-12-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 160.500 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 3774993/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 12) στις 28-6-1989 μέσω τραπεζικής επιταγής της τότε Ιονικής και Λαικής Τράπεζας της Ελλάδος, κατέβαλε ποσό 301.013 δρχ. (βλ. αντίστοιχο παραστατικό), και εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 1639266/89 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 13), στις 10-9-1987 κατέβαλε ποσό 61.182 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 0526701/87 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 14), στις 29-6-1988 κατέβαλε ποσό 137.084 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 5198793/1988 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 15), στις 8-6-1990 κατέβαλε ποσό 176.735 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 7133754/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 16), στις 29-12-1990 κατέβαλε ποσό 191.347 δρχ. που εισπράχθηκε από την Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αυθημερόν (βλ. το υπ’ αριθμ. 307822/1990 διπλότυπο είσπραξης σχ. αριθμ. 17). Όλα τα ανωτέρω έγγραφα – παραστατικά τα προσκομίζουμε και επικαλούμαστε. Ήτοι η μητέρα μας μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1990, πλήρωνε φόρους για την αποδοχή κληρονομιάς του επίδικου οικοπέδου, διότι αυτό ήταν που είχε και μεγαλύτερη αξία, και ανέβασε την αξία όλης της κληρονομιαίας περιουσίας. Σε καμία περίπτωση αυτή δεν θα πλήρωνε τόσους πολλούς φόρους η μητέρα μας, και μέχρι το 1990 αν η ίδια δεν κατείχε και δεν νεμόταν για αυτήν το άνω ακίνητο, και αν η ίδια πίστευε ότι αυτό δεν της ανήκει ή αν είχε έστω την υποψία ότι ανήκει στον εφεσίβλητο. Ούτε θα έκανε αυτήν την αποδοχή κληρονομίας. Δεν θα υπήρχε λόγος, αν η μητέρα μας δεν το θεωρούσε αυτό δικό της, όταν σ' αυτό διέμενε, το εξουσίαζε, έβαζε μπαξέ, λαχανικά ως τον θάνατό της, κάτι που αγνόησε επιδεικτικά η εκκαλουμένη. Το επίδικο ακίνητο λοιπόν της το άφησε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και αυτή συνέχισε να διαμένει σ’ αυτό μέχρι και το θάνατό της στις 3-10-2005 (βλ. Ληξιαρχική πράξη θανάτου της Σχ. αρ. 18) και όχι γιατί της το επέτρεπε ο εφεσίβλητος, ασκώντας επ αυτού ως προαναφέραμε όλες τις πράξεις νομής και κατοχής, ως αποκλειστική κυρία αυτού, ήτοι φροντίζοντας το, σπέρνοντας λαχανικά, περιποιώντας τα υπάρχοντα δένδρα που αναφέρθηκαν σ' αυτό. Επιπρόσθετα, ίσως ξεχνώντας ότι είχε προβεί σε δήλωση αποδοχής κληρονομιάς το 1987 (Σχ. 5α), προέβην εκ νέου σε αποδοχή του επίδικου οικοπέδου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 460 και αριθμό 263, των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 19, (Σ' αυτήν δε, αναφέρεται ως αριθμός οικοπέδου πλέον το 536) όπου και εκ νέου αποδέχθηκε το άνω τμήμα οικοπέδου. Έτσι σύμφωνα τα άρθρα 1846,1193 και 1199, η κυριότητά της θεωρείται με τις άνω δύο αποδοχές κληρονομίας αρχικά το 1987 και έπειτα το 2003, ότι περιήλθε σ’ αυτήν από το θάνατο του κληρονομούμενου, ήτοι από 14-10-1983. Στην άνω δε έκθεση αποδοχής κληρονομίας, επισυνάπτεται και το υπ’ αριθμ. 16418/31-7-2003 πιστοποιητικό ιδιοκατοίκησης της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης, το οποίο προσκομίζουμε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 20, που αποδεικνύει και αυτό ότι αυτή διέμενε σ' αυτό και ότι η οικία και το οικόπεδο της Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου ήταν δικά της.
Στην συνέχεια η άνω μητέρας μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, όντας ιδιοκτήτρια του άνω τμήματος οικοπέδου, ενεργώντας με δικαιοσύνη προς όλα εμάς τα παιδιά της, παρά τα όσα βίωνε από τον εφεσίβλητο, αφού έφθασαν κάποιο διάστημα να ανταλλάσουν ακόμα και εξώδικα μεταξύ τους (βλ. Σχ. αρ. 20α και 20β), αφού αυτός ήταν επιθετικός και βίαιος εναντίον της, και στόχο είχε και τότε να καρπωθεί όλο το ακίνητο, συνέταξε την υπ’ αριθμ. 12461/26-9-2001 Δημόσια Διαθήκη της, Ενώπιον του Συμβολαιουγράφου Κατερίνης Ιωάννη Βακαλίκου, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης, την οποία προσκομίζομε και επικαλούμαστε, σχ. αριθμ. 21, (όπου κα πάλι λανθασμένα το αναφέρει με νούμερο 519), με την οποία εγκατέστησε ως κληρονόμους της, στο άνω επίδικο τμήμα, την α’ από εμάς, σε ποσοστό 5/20 εξ αδιαιρέτου, και τους Πλούταρχο, Γεώργιο, Θεοχάρη (εφεσίβλητο), Μεταξία και Παναγιώτα, σε ποσοστό 3/20 εξ αδιαιρέτου στο καθένα από τα 1.697 τ.μ., και στο κτίσμα. Ήτοι άφησε 254,55 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στον καθένα από τους ανωτέρω πέντε και 424,25 τ.μ. εξ αδιαιρέτου στην α' από εμάς, Αφροδίτη Κουλιανοπούλου. Ως τίτλο κτήσης αναφέρεται η υπ’ αριθμ. 17171/1980 άνω Δημόσια Διαθήκη του συζύγου της, Βασιλείου Τρικαλόπουλου του Αναγνώστη ή Θεοχάρη. Ο λόγος δε που προχώρησε σ' αυτήν την παραχώρηση του ακινήτου κατ’ αυτόν τον τρόπο και κατά τα ανωτέρω ποσοστά και εκτάσεις εξ αδιαιρέτου, είναι αρχικά ότι η α’ από εμάς, γηροκόμησα την μητέρα μου μέχρι τον θάνατό της, κάτι που αναφέρει και η ίδια στην άνω διαθήκη της, και κατά δεύτερον λόγο, ως και η ίδια μας είχε ενημερώσει όλους (και τον αντίδικο), αυτό το έπραξε προκειμένου όλοι μας να έχουμε ένα ποσοστό στην πατρική μας κατοικία, και προκειμένου ο εφεσίβλητος σε περίπτωση μελλοντικής σύστασης οριζόντιων και κάθετων ιδιοκτησιών στο άνω διαιρετό τμήμα που του κατέλειπε αυτή, να λάβει το άνω διαμέρισμα του α’ ορόφου των 120 τ.μ. περίπου, στο οποίο διέμενε και διαμένει με ανάλογο ποσοστό επί του οικοπέδου των 1.697 τ.μ., ήτοι 254,55 τ.μ., ως αυτοτελή και διαιρετή ιδιοκτησία, και εμείς να είμαστε συνιδιοκτήτες στο υπόλοιπο τμητά του οικοπέδου των 1.697 τ.μ. - 254,55 τ.μ. = ήτοι σε 1.442,45 τ.μ. εξ αδιαιρέτου. Ήτοι προκύπτει πως η μητέρα μας έφτιαξε μία δίκαιη διαθήκη, την οποία ουδέποτε αμφισβήτησε κανένας μας, αλλά ούτε και ο εφεσίβλητος.
Μετά τον θάνατό της στις 3-10-2005, δημοσιεύθηκε η άνω διαθήκη της (12.461/26-9-2001) με το υπ’ αριθμ. 10/2006 πρακτικό του Πρωτοδικείου Κατερίνης (βλ. Σχ. αριθμ. 21), και την άνω κληρονομιά της αποδεχθήκαμε η Αφροδίτη, η Μεταξία και η Παναγιώτα, με την υπ’ αριθμ. 150/2006 έκθεση αποδοχής κληρονομιάς του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης, η οποία αναφέρεται στο από 30-10-1980 τοπογραφικό διάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού Κωνσταντίνου Δημάση, (Σχ. αριθμ. 22, και 4α), η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο 509 και αριθμό 368, των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης (Σχ. αρ. 23), αφού πρώτα είχαμε υποβάλλει την υπ’ αριθμ. 117/2006 δήλωση φόρου κληρονομίας της Β’ Δ.Ο.Υ. Κατερίνης.Με την μεταγραφή δε αυτής αποκτήσαμε την κυριότητα επί του άνω ακινήτου από 3-10-2005, ημέρα θανάτου της μητέρας μας, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ.
Έκτοτε, νεμόμαστε και κατέχουμε με διάνοια κυρίου όλο το άνω διαιρετό τμήμα οικοπέδου, ασκώντας διακατοχικές πράξεις, όπως το επισκεπτόμαστε, το φροντίζουμε, το δηλώνουμε στην φορολογική μας δήλωση και στο Ε9 (βλ. ενδεικτικά Ε9 της α' από εμάς του 2007, Σχ. αρ. 24), παρά τις συνεχείς διώξεις μας από τον εφεσίβλητο, αφού αυτός αποσκοπούσε να το καρπωθεί ολόκληρο, ως και έκανε με την επίδικη αγωγή. Μάλιστα το 1999 έφθασε σε σημείο να βιαιοπραγήσει εναντίον της α’ και ε' από εμάς και αναγκαστήκαμε να καταφύγουμε στην Αστυνομία και στον κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κατερίνης (Σχ. αρ. 24α και 24β) για να επιληφθούν της επιθετικής του συμπεριφοράς απέναντί μας.
Το επίδικο τμήμα που αιτείται να αναγνωρισθεί ο εφεσίβλητος κύριος, ανήκει στην συγκυριότητα όλων μας, κατά ποσοστά 5/20 εξ αδιαιρέτου της α’ από εμάς, και κατά ποσοστά 3/20 εξ αδιαιρέτου των λοιπών. Αυτά τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου περιήλθαν σε εμάς από την αποδοχή κληρονομιάς της μητέρας μας, (το 1987 αρχικά και έπειτα το 2003) η οποία ανατρέχει στο χρόνο θανάτου της, ήτοι την 3-10-2005, η οποία ήταν κυρία του όλου ακινήτου από τον θάνατο του πατέρα μας, ήτοι από την 14-10-1983, ο οποίος την είχε εγκαταστήσει σ’ αυτό σύμφωνα με την άνω διαθήκη του, και αυτή την αποδέχθηκε, αρχικά με την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς, το 1987 με την άνω αποδοχή του επιδίκου οικοπέδου, με την πληρωμή των προστίμων και των επιπλέον φόρων μέχρι και το έτος 1990, και αργότερα και με την δεύτερη μεταγραφή της υπ’ αριθμ. 255/2003 έκθεση αποδοχής κληρονομίας, η μεταβίβαση της κυριότητας της οποίας και σ’ αυτήν την περίπτωση ανατρέχει στον χρόνο θανάτου του αρχικού κληρονομούμενου - πατέρα μας, ήτοι την 14-10-1983, σύμφωνα με το άρθρο 1199 του ΑΚ. Εξάλλου, ποτέ ο πατέρας μας δεν είχε μεταβιβάσει το επίδικο με άτυπη δωρεά το έτος 1977, όπως παρουσίασε με υπεύθυνη δήλωσή του ο εφεσίβλητος με ημερομηνία 7-10-1977. Αυτό έγινε για να μπορέσει να ανεγείρει ο εφεσίβλητος μία αποθήκη, η οποία μάλιστα προϋπήρχε, αλλά ήταν σε άσχημη κατάσταση και έχριζε επιδιόρθωσης, και προκειμένου να εκδώσει άδεια γι' αυτόν το σκοπό. (Αυτήν την αποθήκη, την παλαιότητά της και ότι έχριζε επιδιόρθωσης παραδέχθηκε και ο μάρτυράς του, βλ. πρακτικά) Δεν του παρεχώρησε όμως το 1997 όλο το επίδικο, ούτε για να χτίσει οικία τότε, αφού ακόμα και αυτή η άδεια που εκδόθηκε επ' ονόματι του, αφορούσε 40 τ.μ. προσθήκη στον ήδη υπάρχοντα α' όροφο. Αν το έπραττε αυτό ο πατέρας μας, ως ισχυρίζεται ο αντίδικος δεν θα το συμπεριελάμβανε στην δημόσια διαθήκη του 2 χρόνια μετά, και σε κάθε περίπτωση και αυτό να ίσχυε, δεν είχε συντελεστεί καμία μεταβίβαση αφού δεν είχε μεταγραφεί καμία πράξη (αφού η μεταβίβαση ακινήτου επέρχεται από και διά της μεταγραφής). Ούτε είχε συμπληρωθεί ο χρόνος έκτακτης χρησικτησίας (20ετία) μέχρι την σύνταξη της άνω διαθήκης, ήτοι το 1980, ούτε και μέχρι τον θάνατο του πατέρα μας το 1983. Αλλά και αργότερα, όμως η μητέρας μας συνέχισε να νέμεται και να κατέχει με διάνοια κυρίου το άνω επίδικο ακίνητο, αφού διέμενε σ’ αυτό, το εξουσίαζε πλήρως, έδινε η ίδια εντολές για να το οργώσουν, να το φρεζάρουν, το καλλιεργούσε η ίδια βάζοντας κάθε χρόνο λαχανικά, και μπαξέ, φρόντιζε τα δένδρα. Προέβην σε αποδοχή κληρονομιάς, με την κατάθεση δήλωση φόρου κληρονομιάς στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., συνέταξε την αποδοχή κληρονομιάς το 1987, και πλήρωσε τόσους φόρους μέχρι και το 1990. Διέμενε δε σ’ αυτό μέχρι τον θάνατό της (2005). Το 2001, συνέταξε την άνω διαθήκη της, και την βούληση της αποδεχθήκαμε εμείς με την άνω αποδοχή κληρονομιάς.
Ως εκ των ανωτέρω, λοιπόν αρχικά νομέας και κάτοχος με διάνοια κυρίου του επίδικου ακινήτου ήταν ο πατέρας μας, Βασίλειος Τρικαλόπουλος και μέχρι τον θάνατό του 14-10-1983, ο οποίος ασκούσε επ' αυτού όλες τις άνω αναφερόμενες διακατοχικές πράξεις νομής και κατοχής, έπειτα η μητέρα μας, Ευαγγελία Τρικαλοπούλου, μέχρι τον θάνατό της την 3-10-2005. Αυτό προκύπτει από όλα τα ανωτέρω έγγραφα και μάλιστα Δημόσια έγγραφα, ήτοι την άνω Δημόσια Διαθήκη του πατέρα μας, δηλώσεις στην εφορία, πληρωμές φόρων και μάλιστα σε μεγάλο ποσό, συμβόλαια μεταγεγραμμένα, ένορκες βεβαιώσεις, μαρτυρικές καταθέσεις, που ολότελα προκλητικά αγνόησε η εκκαλουμένη, όπως και φωτογραφίες που δείχνουν τον πατέρα μας και την μητέρα μας να μένουν στο ακίνητο ως το θάνατό τους, κάτι που αναγνώρισε και βεβαίωσε πρωτοδίκως η μάρτυράς μας, αλλά και ο ίδιος ο μάρτυρας του αντιδίκου μας. Ως εκ τούτου δεν απέκτησε μόνος ο εφεσίβλητος την κυριότητα στο επίδικο οικόπεδο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, όπως δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλουμένη, αλλά αυτή ανήκει σε όλους εμάς, όπου είμαστε συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σ’ αυτό μαζί με τον εφεσίβλητο, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς αναφέρθησαν.
Μάλιστα ο ίδιος ο εφεσίβλητος προέβη κι αυτός σε αποδοχή κληρονομιάς των 300 τ.μ. οικοπέδου που του κατέλειπε ο πατέρας μας με την άνω διαθήκη του, και συγκεκριμένα προέβη στην υπ' αριθ. 204/30-6-2003 αποδοχή κληρονομιάς (Σχ. αρ. 25) ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Κατερίνης (την οποία εντέχνως πρωτοδίκως απέκρυψε ο εφεσίβλητος). Στην περιγραφή δε που γίνεται σ’ αυτήν του οικοπέδου αυτού ο ίδιος αναγνωρίζει ότι το επίδικο οικόπεδο δίπλα από το δικό του, ο πατέρας μας το κατέλειπε στην μητέρα μας Ευαγγελία Τρικαλοπούλου βάσει της ως άνω διαθήκης του (δες Σχ. αρ. 25). Ακόμη όμως και αυτή την ομολογία του η εκκαλουμένη όμως την αγνόησε, και ως εκ τούτου έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ όλα τα ανωτέρω βεβαίωσαν και στις προσκομιζόμενες πρωτοδίκως ένορκες βεβαιώσεις τους οι : α) Ειρήνη Κουλιανοπούλου του Αστερίου και β) Κερασίνα Κοκκινοπλίτου του Κωνσταντίνου, κάτοικοι και οι δύο Κονταριώτισσας Πιερίας, συγγενείς όλων των διαδίκων (και ημών και του αντιδίκου μας), ενώπιον του Συμβολαιογράφου Κατερίνης Δημητρίου Κουτσοχήνα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 2756/13-3-2013 Ένορκη Βεβαίωση αυτών (Σχ. αρ. 28), η οποία ελήφθη νόμιμα μετά από νόμιμη κλήτευση του εφεσιβλήτου, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 7268 Δ'/8-3-2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Κατερίνης Νικολάου Κοτσή (Σχ. αρ. 29), πλην όμως η εκκαλουμένη ουδόλως τις έλαβε υπ' όψιν της ολότελα αβασάνιστα.
ΕΠΕΙΔΗ προσκομίζουμε και επικαλούμαστε και τα11
1 πιστοποιητικά πλησιεστέρων συγγενών του Βασιλείου Τρικαλόπουλου (πατέρα μας) και Ευαγγελίας Τρικαλοπούλου (μητέρας μας), Σχ. αρ. 26 και 27.
ΕΠΕΙΔΗ κρίνοντας διαφορετικά η εκκαλουμένη απορρίπτοντας όλους τους ανωτέρω ισχυρισμούς μας, και την ένστασή μας ιδίας κυριότητας, έσφαλλε και πρέπει να εξαφανισθεί.
ΕΠΕΙΔΗ κατόπιν όλων αυτών πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, απορρίπτοντας την ένδικη αγωγή του αντιδίκου μας.
ΕΠΕΙΔΗ προσάγουμε και επικαλούμαστε επικυρωμένα αντίγραφα των πρακτικών της πρωτόδικης δίκης και της εκκαλουμένης απόφασης.
ΕΠΕΙΔΗ προσάγουμε και επικαλούμαστε τις πρωτόδικες προτάσεις μας, καθώς του αντιδίκου μας.
ΕΠΕΙΔΗ η έφεσή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή.
ΕΠΕΙΔΗ αρνούμαστε προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου μας.
Γ Ι’ Α Υ Τ Ο - Ζ Η Τ Ο Υ Μ Ε
Να γίνουν δεκτές οι προτάσεις μας και η έφεσή μας. Να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 387/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, τακτική διαδικασία. Ν' απορριφθούν η αγωγή, οι προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμοί του αντιδίκου. Να γίνει δεκτή η έφεσή μας και Να καταδικασθεί ο αντίδικός μας στην δικαστική μας δαπάνη αμφοτέρων βαθμών.
Κατερίνη, 22-1-2014Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι
Καλαιτζής Δημήτριος
Μαργαρίτης Αθανάσιος
=========================
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου