ΚΠολΔ 949.- Αγωγή για την καταδίκη του εναγομένου να μεταβιβάσει στον ενάγοντα την κυριότητα ακινήτου και να του το παραδώσει..
Η κατα το άρθρο 949 ΠολΔ αγωγή για την καταδίκη του εναγομένου σε επιχείρηση της οφειλόμενης συμβαστικής μεταβίβασης στον ενάγοντα της κυριότητας ορισμένου ακινήτου και να του το παραδώσει έχει ενοχικό χαρακτήρα και, ως ενοχική, δεν εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, κατα το άρθρο 220 ΚΠολΔ, η δε ιστορική βάση της είναι δεκτική απόδειξης και με μάρτυρες.
Ειρηνοδικείο Σπερχειάδας 5/2009 [Α. Φλώρου]
(Δικαστικοί παραστάτες: Α. Παπαβασιλείου, Μ. Αστρακάς)
Από τη διάταξη του άρθρου 949 ΚΠολΔ συνάγεται (…) ότι η αγωγή, που έχει ως αίτημα την καταδίκη του εναγομένου σε δήλωση βουλήσεως, πρέπει να βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, δηλαδή να στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, που δημιουργούν νόμιμη υποχρέωση του εναγομένου να προβεί στην αξιούμενη δικαιοπραξία. Η νόμιμη αυτή υποχρέωση μπορεί να απορρέει είτε απευθείας από το νόμο (π.χ. άρθρα 424, 758, 896 και 1945 ΑΚ), είτε από τη σύμβαση, την οποία ο νόμος (π.χ. τα άρθρα 166, 361 ΑΚ) εξοπλίζει με δεσμευτικότητα. Συνήθως έχει ως γενεσιουργό λόγο τη δικαιοπραξία (προσύμφωνο κλπ) και κατευθύνεται προς επιχείρηση άλλης δικαιοπραξίας. Αν το ουσιαστικό δίκαιο δεν παρέχει αγωγή, δεν χωρεί εξαναγκασμός κατά τη διάταξη του άρθρου 949 ΚΠολΔ (ΑΠ 1396/2005 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ7120/2000, ΕλΔ 2002,1460). Ειδικώς οι δικαιοπρακτικοί παραγωγικοί λόγοι μπορεί να απορρέουν (εκτός της περιπτώσεως του προσυμφώνου) και από ορισμένες οριστικές δικαιοπραξίες περιουσιακού χαρακτήρα, όπως είναι λ.χ. η πώληση, η ανταλλαγή, η δωρεά, ή από άλλες υποσχετικές συμβάσεις, όπως λ.χ. η εντολή, η εργολαβία δίκης, αλλά και από μονομερείς δικαιοπραξίες, όπως είναι η διαθήκη κλπ. (βλ. ΠΠρ Θεσσαλ 17457/2008 ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 158, 713, 719, 369, 1033 ΑΚ και 949 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η εντολή για αγορά ακινήτου δεν είναι μεν υποχρεωτικό να περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο (oλΑΠ 104/1975), ο εντολοδόχος όμως που αγόρασε σε εκτέλεση της εντολής ακίνητο κατά τους κανόνες της έμμεσης αντιπροσώπευσης (δηλαδή στο όνομά του, αλλά για λογαριασμό του εντολέα), υποχρεούται ενοχικά απλώς να μεταβιβάσει στον εντολέα του το ακίνητο με ιδιαίτερη δικαιοπραξία κατά τους κανόνες του εμπράγματου δικαίου.
Αν ο εντολοδόχος αρνείται να εκπληρώσει την υποχρέωσή του αυτή, ο εντολέας δικαιούται να ασκήσει την περί καταδίκης σε δήλωση βούλησης αγωγή (ΑΠ 240/1996 Δνη 37,1570. ΑΠ 454/1994 Δνη 1995,315. ΠρωτΛασιθ.11/1999 ΝοΒ 1999,1446).
Τέλος, η αγωγή εκ του άρθρου 949 ΚΠολΔ, διακρίνεται με κριτήριο τη ζητούμενη προστασία σε αναγνωριστική, όταν με αυτή ζητείται απλώς η αναγνώριση της ύπαρξης αξίωσης προς δήλωση βούλησης, και σε καταψηφιστική, όταν με αυτή ζητείται κα\ η καταψήφιση του εναγομένου σε επιχείρηση της δήλωσης βούλησης, ή ενδεχομένως και σε παράδοση του πράγματος, που οφείλεται βάσει της δήλωσης αυτής.
Η ίδια αυτή αγωγή, όταν αφορά μόνο την αναγνώριση της αξίωσης προς δήλωση βούλησης ή και την καταδίκη του εναγομένου σε επιχείρηση της οφειλόμενης δήλωσης, δεν εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, κατ' άρθρο 220 ΚΠολΔ, ως ενοχική (βλ. Βαθρακοκοίλης, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, άρθρ. 220 αρ. 20, 68 και 949 σελ. 1174,1184 και 624). Η ίδια ρύθμιση ισχύει και όταν στο δικόγραφο της αγωγής σωρεύεται αξίωση προς δήλωση βούλησης και ενοχική (συμβατική) αξίωση προς παράδοση του ακινήτου στο οποίο αφορά η δήλωση βούλησης (βλ. ΕφΑθ 3478/1985 ΝοΒ 33,1568), γιατί δεν καθίσταται στην περίπτωση αυτή επίδικο το ακίνητο, του οποίου η παράδοση ζητείται, αλλά μόνο το σχετικό ενοχικό δικαίωμα του ενάγοντος να απαιτήσει από τον εναγόμενο την παράδοση του (βλ. ΕφΑθ 3919/2003 Δνη 2005,197).
Στην υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι κατά τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2007, πληροφορηθείς ότι η Ε.Γ. πωλούσε τους λεπτομερώς κατά θέση, έκταση και όρια περιγραφόμενους αγρούς της, των οποίων αυτή ήταν κυρία, αλλά και του αντί αυτών παρεχομένου σ' αυτήν κατά κυριότητα από τον αναδασμό αγρό της, που επίσης περιγράφεται στο δικόγραφο, συμφώνησε με τον εναγόμενο να προβεί ο τελευταίος στην αγορά των εν λόγω ακινήτων στο όνομα του (εναγομένου), αλλά για λογαριασμό και κατ' εντολή του ενάγοντος και με χρήματα αυτού (ενάγοντος). Ότι σε εκτέλεση της συμφωνίας τους αυτής ο εναγόμενος προέβη στο όνομα του αλλά για λογαριασμό του ενάγοντος με την προαναφερόμενη πωλήτρια στη σύνταξη του αναφερόμενου προσύμφωνου αγοραπωλησίας, με τίμημα που καταβλήθηκε εξ ολοκλήρου από τον ενάγοντα στην πωλήτρια και ότι ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει τα ακίνητα δια συμβολαίου είτε στον εναγόμενο (που έπραττε για λογαριασμό του ενάγοντος), είτε σε πρόσωπο που θα υποδείκνυε ο εναγόμενος. Ότι αυτός από τον μήνα Μάϊο του 2008 άρχισε να οχλεί τον εναγόμενο να προβεί με δαπάνες του στη σύνταξη του οριστικού συμβολαίου με την πωλήτρια είτε στο όνομα του και στη συνέχεια να αναμεταβιβάσει τα ακίνητα σ' αυτόν, είτε απευθείας στον ενάγοντα σε εκτέλεση των όρων του προσυμφώνου, πλην όμως ο εναγόμενος τον Ιούνιο του 2008, με το αναφερόμενο συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή αυτού, προέβη σε μεταβίβαση των εν λόγω ακινήτων στο όνομα του και αρνείται υπαίτια, παράνομα και αντισυμβατικά την αναμεταβίβασή τους σ' αυτόν.
Με βάση τα παραπάνω ζητεί ο ενάγων να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, καταδικαζόμενος σε δήλωση βούλησης, να του μεταβιβάσει τα αναφερόμενα και περιγραφόμενα ακίνητα, κατά κυριότητα, νομή και κατοχή, άλλως σε περίπτωση άρνησης αυτού, να λογισθεί η δήλωση βούλησης ως γενόμενη άμα τη τελεσιδικία της επί της παρούσης εκδοθησομένης απόφασης και κατά συνέπεια ως καταρτισθείσα αυτοδικαίως η σύμβαση μεταβίβασης κατά την έννοια του άρθρου 949 ΚΠολΔ, να αναγνωριστεί ότι είναι υπόχρεως ο εναγόμενος στην παράδοση της κυριότητας, νομής και κατοχής και να υποχρεωθεί στην απόδοση της κυριότητας, νομής και κατοχής ο εναγόμενος, διατασσομένης της εξ αυτών αποβολής του τελευταίου και της εγκατάστασης του ενάγοντος σ' αυτά και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9 εδ. α, 14 § 1 και 22 ΚΠολΔ) κατά τις διατάξεις της τακτικής διαδικασίας και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που προαναφέρθηκαν στην εκτεθείσα νομική σκέψη. Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ' ουσία, δεδομένου ότι, ως εκ περισσού, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη, για το παραδεκτό της συζήτησης της, περίληψή της ενεγράφη στα βιβλία διεκδικήσεων του υποθηκοφυλακείου Σπερχειάδας και για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου, με τις υπέρ τρίτων επιβαρύνσεις (…).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης (ενός από κάθε πλευρά - συζύγων των διαδίκων αντίστοιχα), που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του δικαστηρίου και περιέχονται αυτές στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης και από τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του υπ' αρ. 159/25.10.2007 προσυμφώνου αγοραπωλησίας αγροτικού ακινήτου ενώπιον της συμβολαιογράφου Σπερχειάδος, Μ.Ε., η Ε.Γ. (…) υποσχέθηκε και προσυμφώνησε on θα πωλήσει, μεταβιβάσει και παραδώσει κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στον εναγόμενο Ι.Κ., ή σε πρόσωπο που θα υποδείξει αυτός (εναγόμενος) με οριστικό πωλητήριο και μεταβιβαστικό συμβόλαιο, τα παρακάτω αγροτικά ακίνητα, των οποίων αυτή ήταν αποκλειστική κυρία, με τίμημα το ποσό των 12.000 ευρώ και ειδικότερα τα παρακάτω αγροτεμάχια, τα οποία βρίσκονται εντός του αναδασμού έτους 2006 του αγροκτήματος Μ. Φθιώτιδας, στην ειδικότερη θέση Τ. της κτηματικής περιφέρειας και εκτός ορίων του Δ.Δ. Μεσοποταμίας του δήμου Σπερχειάδος, και συγκεκριμένα: 1) ενός αγροτεμαχίου, ποτιστικού, με αριθμό τεμαχίου στον κτηματολογικό πίνακα του αναδασμού της ανωτέρω κτηματικής περιφέρειας 42, το οποίο έχει έκταση 3.938 τ.μ. και συνορεύει κατά δήλωση των συμβαλλομένων (…) και 2) ενός αγροτεμαχίου, ποτιστικού, με αριθμό τεμαχίου στον κτηματολογικό πίνακα του αναδασμού της ανωτέρω κτηματικής περιφέρειας 680, το οποίο έχει έκταση 7.750 τ.μ. και συνορεύει κατά δήλωση των συμβαλλομένων (…) Όπως προκύπτει από το εν λόγω προσύμφωνο, η (…) πωλήτρια Ε.Γ., φέρεται γραμμένη στον πίνακα ιδιοκτητών -ιδιοκτησιών αναδασμού έτους 2006 του αγροκτήματος Μ., με τα παραπάνω τεμάχια (…) όπως αυτά προπεριγράφηκαν, συνολικής έκτασης 11.188τ.μ. και ότι αντί αυτών στον οριστικό πίνακα διανομής αναδασμού, του νέου κτηματικού καθεστώτος που δεν ελέγχθηκε και δεν κυρώθηκε, πήρε το υπ' αριθμό 193 τεμάχιο, με έκταση 9.985τ.μ., το οποίο περιγράφεται και αποτυπώνεται στο από 19.5.2008 ακριβές αντίγραφο με τον ίδιο αριθμό πρωτοκόλλου 889 αποσπάσματος-υπομνήματος του αναδασμού, έτους 2006 του αγροκτήματος Μ. (…) και συνεπώς με το εν λόγω προσύμφωνο υποσχέθηκε και την μεταβίβαση αυτού του τεμαχίου, του παρεχόμενου με τον αναδασμό, αντί των προαναφερομένων τεμαχίων.
Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι σε εκτέλεση του ως άνω προσυμφώνου, με το οποίο σημειωτέον η πωλήτρια έδιδε το δικαίωμα στον εναγόμενο αγοραστή να προβεί στη σύνταξη του οριστικού συμβολαίου, αυτοσυμβαλλόμενος, ο τελευταίος προέβη στην σύνταξη του υπ' αρ. 254/18.6.2008 οριστικού συμβολαίου, της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, το οποίο μεταγράφηκε στον τόμο 98 και με αριθμό 599 των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σ., σύμφωνα με το οποίο η πωλήτρια πωλεί, παραχωρεί, μεταβιβάζει και παραδίδει κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή προς αυτόν τον ίδιο (εναγόμενο), τα πιο πάνω περιγραφόμενα ακίνητα.
Το δικαστήριο κρίνει ότι η εν λόγω δικαιοπραξία μεταξύ της πωλήτριας Ε.Γ. και του εναγομένου, τελέσθηκε μεν εν ονόματι του εναγομένου, ο οποίος ενεργούσε ιδίω ονόματι, πλην όμως αυτός ενεργούσε για λογαριασμό και κατ' εντολή του όπισθεν αυτού κρυπτομένου προσώπου, ενάγοντος, Ν.Τ., ο οποίος δεν διατηρούσε καλές σχέσεις με την πωλήτρια και δεν ήθελε αυτός να εμφανιστεί, όπως κατέθεσε η μάρτυρας απόδειξης, καταθέτοντας: «η συμφωνία μας ήταν να πάρει ο εναγόμενος το χωράφι στη θέση Τ. στο όνομα του και μετά να μεταβιβάσει το χωράφι αυτό στον σύζυγο μου, γιατί το χωράφι αυτό ανήκε στην Ε.Γ., η οποία έπασχε από αμνησία και την πώληση του επιδίκου την είχε αναλάβει ο αδελφός της Α. (...) Επειδή όμως ο σύζυγος μου δεν είχε καλές σχέσεις με αυτόν δεν θα το μεταβίβαζε σε μας. Ο σύζυγος μου συμφώνησε με τον Κ. να το αγοράσει εκείνος με δικά μας χρήματα και στην συνέχεια να το μεταβιβάσει σε μας. Δώσαμε 12.000 ευρώ απευθείας στο όνομα της πωλήτριας Ε.Γ. δια μέσω της Α. Τράπεζας, τα οποία χρήματα πήρε».
Η ως άνω κρίση του δικαστηρίου ενισχύεται και από το γεγονός ότι η καταβολή του συμφωνηθέντος τιμήματος των 12.000 ευρώ έγινε εξ ολοκλήρου από τον ενάγοντα στις 15.10.2007, ήτοι προ της συντάξεως του παραπάνω προσυμφώνου πωλήσεως, και μάλιστα, απευθείας, με κατάθεση αυτού από τον ίδιο, σε τραπεζικό λογαριασμό της πωλήτριας, που τηρούσε στην ATE-bank, όπως τούτο προκύπτει, πλην της προαναφερόμενης μαρτυρικής κατάθεσης και από τις υπ' αρ. 168573/15.10.07 και 169379/15.10.07 εντολές είσπραξης της προαναφερόμενης Τράπεζας, κατάστημα πλατείας Π. Λαμίας, ποσών 10.000 ευρώ και 2.000 ευρώ αντίστοιχα, στις οποίες σημειωτέον, παραπλεύρως του ονόματος του καταθέτη ενάγοντος, αναφέρεται ο αριθμός 193, που αφορά τον αριθμό του παρεχόμενου με τον αναδασμό ως άνω αγροτεμαχίου στην Μεσοποταμία.
Συνεπώς, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι το ως άνω ποσό των 12.000 ευρώ δόθηκε από τον ενάγοντα σ' αυτόν με σύμβαση δανείου που καταρτίστηκε μεταξύ τους αφού, στην περίπτωση αυτή, η καταβολή του εν λόγω ποσού, θα γινόταν σε λογαριασμό του εναγομένου και όχι της πωλήτριας Ε.Γ., έναντι της οποίας ο ενάγων δεν είχε καμία συμβατική υποχρέωση.
Περαιτέρω, με βάση τα παραπάνω αποδεδειγμένα γεγονότα, το δικαστήριο, οδηγείται στο συμπέρασμα, ότι εάν ο εναγόμενος ήθελε να αγοράσει τα επίδικα ακίνητα για λογαριασμό του, δεν υπήρχε λόγος να προηγηθεί η σύνταξη του προαναφερομένου προσυμφώνου μεταξύ αυτού και της πωλήτριας, αλλά θα προέβαινε από την αρχή στη σύνταξη του οριστικού συμβολαίου. Όμως αυτό δεν έγινε, γιατί έτσι εξυπηρετούνταν τα συμφωνηθέντα μεταξύ αυτού και του ενάγοντος, που δεν ήθελε να εμφανιστεί, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε και προκύπτει από το περιεχόμενο του εν λόγω προσυμφώνου, με όρο αυτού, δίνονταν η δυνατότητα της αυτοσύμβασης στον εναγόμενο και της μεταβίβασης των επίδικων ακινήτων απευθείας και σε τρίτους και εν προκειμένου στον ενάγοντα. Εξάλλου, εάν ο ενάγων είχε απλώς δανείσει το ποσό των 12.000 ευρώ στον εναγόμενο, όπως ισχυρίζεται ο τελευταίος, δεν θα τον ενδιέφερε να απελευθερωθεί το επίδικο ακίνητο από την βαρύνουσα αυτό μίσθωση, από τον τρίτο Β.Τ. και δεν θα του απέστελνε την με ημερομηνία 25.10.2007 εξώδικη επιστολή, όπως προκύπτει από την σχετική απόδειξη συστημένου των ΕΛΤΑ Λαμίας.
Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, ο εναγόμενος Ι.Κ. υποχρεούται ενοχικά να αναμεταβιβάσει το κτηθέν με το προαναφερόμενο συμβολαιογραφικό έγγραφο δικαίωμα κυριότητας επί των προπεριγραφέντων ακινήτων, στον μη εμφανισθέντα για λογαριασμό του οποίου ενήργησε ενάγοντα Ν.Τ.
Κατόπιν αυτών, και σε συνδυασμό με όσα στην προηγηθείσα νομική σκέψη εκτέθηκαν, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ' ουσία και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να αναμεταβιβάσει συμβολαιογραφικώς την κυριότητα των ως άνω περιγραφόμενων ακινήτων στον ενάγοντα και να του τα παραδώσει, σε περίπτωση δε άρνησής του, να καταδικαστεί σε δήλωση βούλησης προς τούτο, αρνούμενος δε να προβεί στην εν λόγω δήλωση, να θεωρηθεί ότι η εν λόγω δήλωση βούλησης προς αναμεταβίβαση του ακινήτου, ολοκληρώθηκε με την τελεσιδικία της παρούσας.
Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του εναγόμενου, που ηττήθηκε στην παρούσα δίκη (άρθρο 176 του ΚΠολΔ).
Παρατηρήσεις
Σαράντα εννέα χρόνια με φέρνει πίσω η σχολιαζόμενη απόφαση! Μόλις είχα τότε προσληφθεί έμμισθος βοηθός στο Νομικό Σπουδαστήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών και είχα ξεκινήσει να σχολιάζω δικαστικές αποφάσεις στο Νομικό Βήμα. Μια απο αυτές είχε το ίδιο ακριβώς νομικό αντικείμενο δίκης που ήδη έχει και η εδώ σχολιαζόμενη απόφαση, δηλαδή την καταδίκη του εναγομένου να μεταβιβάσει στον ενάγοντα την κυριότητα ακινήτου, την οποία είχε αποκτήσει με χρήματα του ήδη ενάγοντα, για λογαριασμό του οποίου είχε λάβει απο εκείνον το σχετικό χρηματικό ποσό. Την εποχή εκείνη υπήρχε πλήθος απο τέτοιες αγωγές, κυρίως απο ομογενείς της Αμερικής και της Αυστραλίας. Έστελνε ο ξενιτεμένος χρήματα συνήθως στην αδερφή του, εδώ στην Ελλάδα, να αγοράσει στο όνομά του ενα ακίνητο, για να έχει στέγη, όταν κάποτε θα εγκατέλειπε την ξενιτιά και θα επέστρεφε στην πατρίδα. Όμως, πολύ συχνά, η αδερφή αγόραζε το ζητούμενο ακίνητο με τα χρήματα του ξενιτεμένου αδερφού στο δικό της όνομα ή στο όνομα των παιδιών της. Όταν αργότερα ερχόταν ο ξενιτεμένος, αδυνατούσε να πάρει το ακίνητο. Και τούτο, γιατι τα ελληνικά δικαστήρια, ακολουθώντας τον Μπαλή, δέν αναγνώριζαν ως έγκυρη την εντολή για αγορά ακινήτου, καθώς εκείνη δέν είχε περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, αυτή δε η εντολη, ως παρεπόμενη σύμβαση της κύριας σύμβασης για την αγορά ακινήτου, έπρεπε να περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου. Αυτά υποστήριζε τότε ο Γ. Μπαλής, τον οποίο ακολουθούσε η νομολογία, ενώ την αντίθετη λύση υποστήριζε ο Κ. Τριανταφυλλόπουλος. Είχα λοιπόν τότε ζητήσει τη γνώμη του δικού μου δασκάλου Αλ. Λιτζερόπουλου, τον οποίο καθημερινώς συναντούσα στο Νομικό Σπουδαστήριο, εκείνος δε, με το χαρακτηριστικό ιδίωμα της φωνής του με είχε επιπλήξει, πώς θα ήταν δυνατόν να υποστηριχθεί μια ερμηνευτική εκδοχή, κατα την οποία τα μισά συμβόλαια αγορών ακινήτων με χρήματα που αποδεδειγμένα είχε στείλει ο ξενιτεμένος συγγενής απο την Αμερική ή την Αυστραλία, είχαν καταρτιστεί δίχως ν’ αποδεικνύεται η εντολή της αγοράς με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Με είχε πείσει. Και δέν άργησε να πειστεί και η νομολογία μας, η οποία, όπως και η σχολιαζόμενη εδώ απόφαση, αντιπαρέρχεται ως αυτονόητη την παραδοχή οτι η εντολή για την αγορά ακινήτου, άν και παρεπόμενη σύμβαση τυπικής δικαιοπραξίας, για την οποία απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο, είναι έγκυρη και η κατάρτισή της μπορεί άνετα και πειστικά να αποδειχθεί με μάρτυρες και δικαστικά τεκμήρια. Και, όντως, η επιχειρηματολογία της σχολιαζόμενης εδώ απόφασης, αναφορικά με την απόδειξη της άτυπης εντολής για την αγορά ακινήτου με χρήματα του εντολέα, είναι άψογη και απόλυτα πειστική.
Κώστας Ε. Μπέης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου