Παρασκευή 24 Ιουνίου 2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Αριθμός απόφασης 2975/ 2019 - ΧΡΕΟΥΣ - ΕΝΣΤΑΣΗ ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΥ

 


Αριθμός απόφασης

2975/ 2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 7417/3248/3-7-2018 Αγωγή)

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Γκοτόβου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου .

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 8 Ιανουαρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: ΄

Της ενάγουσας : Της  ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «…», η οποία εδρεύει στην Π. Αττικής (…) με Α.Φ.Μ. : …, νομίμως εκπροσωπουμένης, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της  (Α.Μ. ΔΣΑ : …) και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο δια πληρεξουσίου δικηγόρου.

Της εναγομένης : Της εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει στον Π………(…), με Α.Φ.Μ. … Δ.Ο.Υ. :),  νομίμως εκπροσωπουμένης, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Ιωάννα Τζανερρίκου (Α.Μ.ΔΣΑ : …) και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο δια πληρεξουσίου δικηγόρου.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 2-7-2018 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 7417/3248/3-7-2018, προσδιορίστηκε κατά τα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ, ως ισχύουν να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφθηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν ως προαναφέρεται και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους προκατέθεσαν προτάσεις, με τις οποίες ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

          Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 440, 441 και 442 ΑΚ προκύπτει ότι, ο συμψηφισμός, ο οποίος επιφέρει την δια συνυπολογισμού απόσβεση των μεταξύ δυο προσώπων υφισταμένων αμοιβαίων, ομοειδών κατ’ αντικείμενο, και ληξιπρoθέσμων απαιτήσεων συντελείται με δήλωση μονομερή απευθυντέα προς τον άλλον, η οποία δεν υποβάλλεται σε συστατικό τύπο και δεν υπόκειται σε ανάκληση. Το αποσβεστικό αποτέλεσμα του συμψηφισμού επέρχεται είτε η σχετική δήλωση προβληθεί στο δικαστήριο είτε εξωδίκως, είναι δε δυνατό να προβληθεί και κατά την εκτέλεση, αν η σχετική ανταπαίτηση αποδεικνύεται παραχρήμα, δηλαδή με έγγραφο ή δικαστική ομολογία.Κατά το χρόνο επικλήσεως του συμψηφισμού πρέπει να υφίσταται κατά νόμο η απαίτηση, ήτοι να είναι έγκυρη και να μην υπόκειται σε κάποια ουσιαστική ένσταση, αναβλητική ή ανατρεπτική, χωρίς να εξετάζεται ο μετέπειτα διαρρέων χρόνος από την άποψη του αποτελέσματος που ήδη επήλθε (ΑΠ 1617/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως , αν μία από τις απαιτήσεις δεν υπάρχει ή η σχετική σύμβαση από την οποία πηγάζει είναι άκυρη, ο συμψηφισμός δεν επιφέρει απόσβεση της άλλης απαίτησης. Περαιτέρω, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 440 και 441 ΑΚ, το διαπλαστικό δικαίωμα της προτάσεως συμψηφισμού δημιουργείται από τότε που δύο αντίθετες απαιτήσεις, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού, θα συνυπάρξουν. Από το χρονικό αυτό σημείο, παρέχεται κατά νόμο η δυνατότητα αφενός στο δικαιούχο της ανταπαιτήσεως να αποσβέσει μονομερώς την απαίτηση του δανειστή του, προτείνοντας την ανταπαίτησή του σε συμψηφισμό, αφετέρου στους δανειστές και οφειλέτες να προβούν σε συμβατικό συμψηφισμό (συμβιβασμό). Η πρόταση του συμψηφισμού επιφέρει απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων αναδρομικά, δηλαδή από τότε που συνυπήρξαν ανεξάρτητα από το αν θα γίνει ή όχι αποδεκτή από εκείνον στον οποίο απευθύνεται. Όπως δε ήδη προαναφέρθηκε, οι απαιτήσεις που συμψηφίζονται πρέπει να είναι ληξιπρόθεσμες, γίνεται όμως δεκτό ότι ληξιπρόθεσμη πρέπει να είναι η ανταπαίτηση, όχι και η απαίτηση. Επίσης από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι ο (μονομερής) συμψηφισμός αποτελεί όχι μόνο γνησία ένσταση, αλλά και άσκηση διαπλαστικού δικαιώματος. Όταν ο εναγόμενος επικαλείται, κατά τη διάρκεια της δίκης, συμψηφισμό που έχει λάβει χώρα εξώδικα, πριν από την έναρξη της δίκης, δεν υπάρχει ουσιαστικά ένσταση συμψηφισμού, αλλά απλή ένσταση “εξοφλήσεως” διά του συμψηφισμού, η οποία υπάγεται στη ρύθμιση των κοινών ενστάσεων κατά το δικονομικό δίκαιο (ΑΠ 450/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από τις παραπάνω διατάξεις επίσης, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 262 παρ.1 και 222 παρ.2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι για να είναι ορισμένος ο ισχυρισμός περί μονομερούς συμψηφισμού, πρέπει να γίνεται αναφορά, με τρόπο σαφή και ορισμένο, των περιστατικών που θεμελιώνουν κατά νόμο την προβλεπόμενη σε συμψηφισμό ληξιπρόθεσμη και ομοειδή ανταπαίτησή του κατά του δανειστή (Β. Βαθρακοκοίλης ΕΡΝΟΜΑΚ Τόμος 1ος σελ. 613). Ειδικότερα, για να είναι ορισμένος ο ισχυρισμός περί μονομερούς συμψηφισμού ή η ένσταση συμψηφισμού πρέπει να διαλαμβάνεται σαφής έκθεση των δικαιοπαραγωγικών της ανταπαίτησης γεγονότων, ήτοι πρέπει να αναφέρεται: α) περιγραφή, χρόνος γέννησης και το ποσό των αμοιβαίων απαιτήσεων, που προτείνονται σε συμβιβασμό (ΑΠ 793/2005 Δνη 49. 205), β) ότι οι απαιτήσεις είναι ομοειδείς (ΑΠ 386/1978 ΝοΒ 27. 174), γ) ότι οι απαιτήσεις είναι υποστατές και έγκυρες (ΑΠ 181/1995 Δνη 1996. 1344) και δ) ότι οι αξιώσεις είναι ληξιπρόθεσμες και αγώγιμες (Κατράς Αγωγές και ενστάσεις ΑΚ 2008 παρ.159 σελ. 1170). Ειδάλλως, ήτοι εφόσον δεν εξειδικεύονται τα παραγωγικά της ανταπαιτήσεως πραγματικά περιστατικά ή δεν καθορίζονται επακριβώς τα επιμέρους χρηματικά κονδύλια που απαρτίζουν την ανταπαίτηση κατά του δανειστή, ώστε να καταστεί εφικτό στον ενάγοντα να απαντήσει σ’ αυτή, στο δε Δικαστήριο να τάξει τις δέουσες αποδείξεις, ο σχετικός ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αόριστος (ΑΠ 7/1976 ΝοΒ 24.537, ΑΠ 789/1975 ΝοΒ 24. 755). Άλλωστε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 117 ή 118 του ίδιου Κώδικα, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων, που θεμελιώνουν, σύμφωνα με το νόμο, την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, ώστε ουδεμία αμφιβολία να γεννάται περί της ταυτότητας του και γ) ορισμένο αίτημα, ώστε να μπορεί ο εναγόμενος να αμυνθεί και το δικαστήριο να κρίνει τη νομιμότητα της και να διατάξει τις αναγκαίες αποδείξεις (ΑΠ 1635/2008 ΕλλΔνη 49.1409, ΑΠ 1611/2008 ΕλλΔνη 49.1440, ΑΠ 365/2000 ΕλλΔνη 41.1301, ΑΠ 265/2000 ΕλλΔνη 41.1303, AΠ 48/1987 EEN 1987.868, AΠ 915/1980 ΝοΒ 29.296, ΕφΑθ 5545/2006 ΝοΒ 55.642, ΕφΑθ 5689/2006 ΕλλΔνη 48.1515, ΕφΑθ 7099/2006 ΕλλΔνη 49.1091, ΕφΑθ 6268/2000 ΕπΔΠολ 2000.136, ΕφΠειρ 114/2000 ΠειρΝομ 2000.117, ΕφΑθ 190/2000 ΝοΒ 48.968, ΕφΑθ 5625/1999 ΝοΒ 48.652, ΕφΑθ 6493/1999 ΕλλΔνη 41.187, ΕφAθ 10604/1995 Αρμ 51.769 και τις εκεί παραπομπές στη θεωρία και νομολογία). Διαφορετικά, το δικαστήριο βρίσκεται σε αδυναμία να εκδώσει απόφαση συγκεκριμένη και επιδεκτική εκτέλεσης (ΕφΑθ 8660/2002 ΕλλΔνη 44.797). H έκθεση όλων των θεμελιούντων κατά νόμον την αγωγή πραγματικών περιστατικών, τα οποία δεν μπορούν να οριστούν γενικώς αλλά  προσδιορίζονται ειδικώς και συγκεκριμένως κατά την εφαρμοζόμενη ουσιαστική διάταξη του νόμου, αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της αγωγής (AΠ 496/1990 ΕΕργΔ 50.235, AΠ 40/1989 ΕΕργΔ 48.1083).

           ΙΙ.Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 534 ΑΚ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 1 παρ. 1 του ν 3043/2012: «Ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει το πράγμα με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα», κατά δε το άρθρο 535 ΑΚ, ο πωλητής δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του αυτή, «αν το πράγμα που παραδίδει στον αγοραστή δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση», ενώ ακολούθως απαριθμούνται ενδεικτικά μόνον ορισμένα κριτήρια εννοιολογικού προσδιορισμού της ελαττωματικότητας του πράγματος. Συνιστά δε πραγματικό ελάττωμα, η ατέλεια του πράγματος, που αφορά την ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του πράγματος κατά τον κρίσιμο χρόνο ευθύνης του πωλητή και  η  ατέλεια αυτή έχει αρνητική επίδραση πάνω στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος (ΕφΑθ 9456/2002 ΕλλΔνη 44.857). Η παροχή πράγματος από τον πωλητή στον αγοραστή, χωρίς τις άνω ιδιότητες και με πραγματικά ελαττώματα, είναι θεμελιωτική της ευθύνης λόγω μη εκπληρώσεως, η οποία υπόκειται στην ειδική ρύθμιση του άρθρου 537 ΑΚ, που βασικά ορίζει γνήσια αντικειμενική ευθύνη και παρέχει στον αγοραστή, είτε πρόκειται για πώληση γένους, είτε για πώληση είδους, μεταξύ άλλων και το δικαίωμα, κατά το άρθρο 540 παρ. 1α ΑΚ, «να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο…». Και τούτο διότι μετά τη μετάθεση του κινδύνου στον αγοραστή, δηλαδή μετά την παράδοση σ’ αυτόν του πράγματος και τη διαπίστωση της ελαττωματικότητάς του, εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 540 επ. ΑΚ και όχι οι γενικές διατάξεις του ΑΚ. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 543 ΑΚ: «Αν κατά τον χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή λείπει η συνομολογημένη ιδιότητα του πράγματος, ο αγοραστής δικαιούται, αντί για τα δικαιώματα του άρθρου 540, να απαιτήσει αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης ή σωρευτικά με τα δικαιώματα αυτά ν’ απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση ελαττωματικού πράγματος, η οποία οφείλεται σε πταίσμα του πωλητή». Κατά την υπόψη διάταξη, στην περίπτωση της ελλείψεως συνομολογημένης ιδιότητας του πράγματος κατά το χρόνο μεταστάσεως του κινδύνου στον αγοραστή ή της υπάρξεως πραγματικού ελαττώματος, η οποία οφείλεται σε πταίσμα του πωλητή, πέραν των προβλεπόμενων στο πρώτο εδάφιο, επιτρέπεται ρητά η έγερση αυτοτελούς αξίωσης αποζημίωσης ή η σώρευση της ίδιας αξίωσης με τα άλλα δικαιώματα του αγοραστή, που αναφέρονται στο άρθρο 540 ΑΚ, στο μέτρο που η αξίωση αποζημιώσεως μπορεί να καλύψει συμπληρωματικά ζημίες που είναι απότοκες της ελαττωματικότητας του πράγματος, αλλά δεν καλύφθηκαν με την άσκηση των αξιώσεων του άρθρου 540 ΑΚ. Επομένως, ο αγοραστής μπορεί να ζητήσει αποζημίωση για κάθε ζημία (θετική ή διαφυγόν κέρδος) που συνάπτεται άμεσα και με την ύπαρξη του ελαττώματος ή την έλλειψη της ιδιότητας, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ των δύο αξιών, τις δαπάνες που έγιναν για την προσπάθεια διόρθωσης του πράγματος, το διαφυγόν κέρδος, τη ζημία από τυχόν στέρηση της χρήσης του πράγματος και όλα τα έξοδα για άλλους λόγους (ΕφΠειρ 572/2015 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ). Σημειωτέον δε ότι η κατά τη διάταξη του εδαφίου 2 του άρθρου 543 ΑΚ περίπτωση κατά την οποία υπάρχει (ουσιώδες) ελάττωμα του πράγματος κατά τη σύναψη της πώλησης, το οποίο ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει, διαφέρει από την περίπτωση της έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας , στο ότι στην τελευταία αυτή περίπτωση η ευθύνη του πωλητή είναι ανεξάρτητη από δική του υπαιτιότητα, δηλαδή είναι γνήσια αντικειμενική ευθύνη, ενώ στην πρώτη περίπτωση απαιτείται θεμελίωση της ευθύνης του πωλητή έστω και από ελαφρά αμέλεια, ήτοι η γνώση του πραγματικού ελαττώματος από αυτός ή έστω η από ελαφρά αμέλεια μη γνώση αυτού (υπαίτια άγνοια) χωρίς να απαιτείται και δόλια αποσιώπηση. Επομένως αν ο πωλητής αγνοεί ανυπαίτια την ύπαρξη του ελαττώματος κατά το χρόνο συνάψεως της σύμβασης δε θεμελιώνεται απαίτηση για το διαφέρον του άρθρου 543 ΑΚ και ο αγοραστής δικαιούται μόνο να ασκήσει τα δικαιώματα του άρθρου 540 ΑΚ (αντικατάσταση ή διόρθωση του πράγματος, μείωση τιμήματος, υπαναχώρηση από τη σύμβαση). Σημειωτέον επίσης ότι για την αποζημίωση του άρθρου 543 ΑΚ πρέπει  η ζημία του αγοραστή να συνδέεται άμεσα με την έλλειψη του πράγματος και να οφείλεται σε αυτή.

Με την υπό κρίση αγωγή, κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου της,  η ενάγουσα εκθέτει ότι δυνάμει της από 1-9-2010 σύμβασης προμήθειας ναυτιλιακών καυσίμων που είχε συνάψει με την εναγομένη, η οποία (σύμβαση) αν και είχε αρχικά συμφωνηθεί ετήσια με δυνατότητα μονομερούς παράτασης εκ μέρους της, συνέχισε να εκτελείται από τους αντισυμβαλλόμενους, κατόπιν δύο συμβατικών παρατάσεων και μετά τις 30-9-2014, μετατραπείσης ατύπως σε αορίστου χρόνου, η εναγομένη ανέλαβε την υποχρέωση να  προμηθεύσει με καύσιμα συμπεριλαμβανομένου του μαζούτ (ΜFO) 380 cst πλοία είτε ιδιόκτητα είτε ναυλωμένα από την ίδια, που χρησιμοποιούσε για τη μεταφορά πρώτων υλών και την εμπορία των προϊόντων της. Ότι μεταξύ άλλων στην εν λόγω σύμβαση προβλέφθηκε ότι το πωλούμενο από την εναγομένη στην ίδια καύσιμο-θαλάσσιο μαζούτ τύπου marine fuel oil 380 cst (grade RMG 380 ISO 8217 (2005)380 cst) έπρεπε να παρουσιάζει μέγιστη συνολική πιθανότητα ιζημάτων ίση με 0,10% m/m(όρος Β.4), ότι υποχρεούται η εναγομένη να παραδίδει στο εκάστοτε πλοίο δελτίο χημικής ανάλυσης των παραδιδόμενων προϊόντων ή αντιπροσωπευτικό σφραγισμένο δείγμα,  δυνάμενων να χρησιμοποιηθούν σε περιπτώσεις που ανέκυπταν ερωτηματικά σχετικά με την ποιότητά τους (όρος Θ.3) και ότι δικαιούται η ίδια (ενάγουσα) να στέλνει τα αντιπροσωπευτικά δείγματα για πλήρη ανάλυση σε ανεξάρτητο χημικό εργαστήριο (όρος Θ.4). Ότι περαιτέρω δυνάμει της από 2-1-2007 συμβάσεως χρονοναύλωσης αυτή (η ενάγουσα) ήταν υποναυλώτρια των υπό ελληνική σημαία Φ/Γ  πλοίων … και A.,αντίστοιχα  που περιλαμβάνονται στα πλοία, στα οποία αφορούν οι συναλλαγές ναυτιλιακών καυσίμων με χρονοναυλώτρια και υπεκναυλώτρια των ίδιων πλοίων την εταιρεία με την επωνυμία «…)» (ανήκουσα στον ίδιο όμιλο εταιρειών με την ίδια την ενάγουσα ) και είχε αναλάβει την υποχρέωση να προμηθεύεται για τα ως άνω πλοία καύσιμα που πληρούσαν τις προδιαγραφές που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ της τελευταίας και των πλοιοκτητριών εταιρειών,  μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν  και το ως άνω αναφερόμενο ποσοστό σε ολικό υπόλειμμα. Ότι στο πλαίσιο των ως άνω συμβάσεων κατά το διάστημα από 14-10-2016 έως 14-11-2016 η εναγομένη την προμήθευσε με τις εξής ποσότητες ελαττωματικών καυσίμων, που φορτώθηκαν στα προαναφερόμενα Φ/Γ  πλοία : α) στις 14-10-2016 και στις 29-10-2016 στο πλοίο … 74,953 και 99,012 τόνους θαλάσσιου μαζούτ αντίστοιχα και β) στις 25-10-2016 και στις 13/14-11-2016 στο πλοίο A. 49,009 και 74,015 τόνους θαλάσσιου μαζούτ αντίστοιχα . Πλήν όμως ότι στα ως άνω καύσιμα κατόπιν των αναλυτικώς αναφερόμενων δειγματοληπτικών ελέγχων που διενήργησε η ίδια (ενάγουσα) ανευρέθη η περιεκτικότητα σε ολικό υπόλειμμα να είναι πολύ μεγαλύτερη από τη συμβατική προβλεπόμενη, κι ως εκ τούτου διαπιστώθηκε ότι τα καύσιμα αυτά δεν έφεραν τη συνομολογημένη τιμή του ολικού υπολείμματος. Περαιτέρω, ότι μόλις η ίδια και η εταιρεία …. αντιλήφθηκαν ότι τα καύσιμα που είχαν παραδοθεί στα ανωτέρω πλοία ήταν ελαττωματικά, επικοινώνησαν με τη εναγομένη προκειμένου να ακολουθήσει η διαδικασία αφαίρεσης του καυσίμου και καθαρισμού των μηχανών πλοίων , όπως πράγματι έγινε κατά τα αναλυτικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή και επιπλέον ότι η εναγομένη προέβη σε αντικατάσταση του συνόλου των ελαττωματικών καυσίμων που είχαν φορτωθεί στο πλοίο A. με νέα καύσιμα μη ελαττωματικά, αναγνωρίζοντας έτσι την πώληση εκ μέρους της των ελαττωματικών καυσίμων. Επίσης ότι λόγω της ελαττωματικότητας των καυσίμων προκλήθηκαν ζημίες όχι μόνο στα πλοία στα οποία φορτώθηκαν τα ελαττωματικά καύσιμα αλλά και στις πλοιοκτήτριες εταιρείας, στην ….  και στην ίδια (την ενάγουσα), η οποία κατέβαλε στην ….  το σύνολο των ζημιών κι επιπλέον υπέστη και περαιτέρω περιουσιακή ζημία ως κατωτέρω αναφέρεται και αναλυτικώς εκτίθεται στην αγωγή. Συγκεκριμένα, ότι λόγω της ελαττωματικότητας των ανωτέρω καυσίμων, η ίδια (η ενάγουσα) ζημιώθηκε περιουσιακά : 1) αναφορικά με το πλοίο …, τη συνολική αξία των παρατιθέμενων στην αγωγή τιμολογίων που εξέδωσε για την πώλησή τους η εναγομένη και εξόφλησε η ίδια (η ενάγουσα) παρότι η εναγομένη δεν τα αντικατέστησε (εν αντιθέσει με την αντικατάσταση στην οποία προέβη για το πλοίο A.)  ποσού 53.668,37 ευρώ πλέον συνολικού ποσού 77.863,75 ευρώ ως έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η ίδια και αντιστοιχούν στα ποσά που κατέβαλε η ….  ως ναυλώτρια στις πλοιοκτήτριες και εν συνεχεία κατέβαλε στην τελευταία η ίδια (η ενάγουσα) ως τελική υπόχρεη-υποναυλώτρια για την αποσφράγιση και ανάλυση δειγμάτων, τα έξοδα απεκφόρτωσης, για τις εργασίες καθαρισμού δεξαμενών τροφοδοσίας, για τις λεμβουργικές εργασίες, για τα έξοδα δεξαμενισμού, τις επισκευές και τα ανταλλακτικά στην κύρια μηχανή T/C, στα Τ/C, στους καθαριστές  HFO και  για τις περαιτέρω ζημίες λόγω απώλειας χρόνου οφειλόμενης σε συνεπαγόμενες (εκ των ελαττωματικών καυσίμων) παρεκκλίσεις από το καθορισμένο πρόγραμμα του πλοίου και 2) αναφορικά με το πλοίο A., το συνολικό ποσό των 64.807,98 ευρώ, στο οποίο επιμερίζονται τα εκτιθέμενα έξοδα, που αυτή υποβλήθηκε,ως υποναυλώτρια της …. για την αποσφράγιση και ανάλυση δειγμάτων, για τις εργασίες καθαρισμού δεξαμενών τροφοδοσίας καυσίμων, για πλοηγικά δικαιώματα, για τις λεμβουργικές εργασίες, για τα έξοδα δεξαμενισμού, τις επισκευές και τα ανταλλακτικά στην κύρια μηχανή T/C, στα Τ/C, στους καθαριστές  HFO και για τις περαιτέρω ζημίες λόγω απώλειας χρόνου οφειλόμενης σε συνεπαγόμενες (εκ των ελαττωματικών καυσίμων) παρεκκλίσεις από το καθορισμένο πρόγραμμα του πλοίου. Ότι για το συνολικό αυτό ποσό των 142.671,73 ευρώ η ….  εξέδωσε προς την ίδια (ενάγουσα) τα αναφερόμενα και επισυναπτόμενα ως αντίγραφα στην αγωγή , αποτελούντα ενιαίο τμήμα αυτής, τιμολόγια τα οποία πληρωτέα εντός 30 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής τους. Επομένως ότι το σύνολο της θετικής και αποθετικής ζημίας που υπέστη (η ενάγουσα) αναφορικά με αμφότερα τα ως άνω πλοία λόγω της εκ μέρους της εναγομένης πώλησης των ελαττωματικών καυσίμων ανέρχεται στο ποσό των 196.340,10 ευρώ {=142.671,73 (=77.863,75 + 64.807,98) + 53.668,37}, όπως αναλυτικώς εκτίθεται στο αγωγικό δικόγραφο. Περαιτέρω ότι παρότι με την από 29-5-2017 επιστολή της  η ….  ζήτησε από την εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 154.541,43 ευρώ , ήτοι ποσό 142.671,73 ευρώ πλέον ποσού περαιτέρω εξόδων, η τελευταία στις 6-6-2017 με ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε στην …., αρνήθηκε την καταβολή αυτή ισχυριζόμενη  ότι τα καύσιμα των ως άνω πλοίων δεν ήταν ελαττωματικά και ότι δεν έφερε οποιαδήποτε ευθύνη για αποκατάσταση των ζημιών . Λόγω δε της άρνησης  αυτής της εναγομένης, ότι  η ίδια (ενάγουσα) της δήλωσε με το από 8-9-2017 ηλεκτρονικό μήνυμα που της απέστειλε ότι προβαίνει σε συμψηφισμό της εν λόγω απαίτησης ύψους 154.541,43 ευρώ-η οποία μετά από ορθότερο υπολογισμό ανήλθε στο ποσό των 142.671,73 ευρώ- που είχε καταστεί ληξιπρόθεσμη  με  ληξιπρόθεσμη ανταπαίτηση που διατηρούσε κατά τον χρόνο της δήλωσης συμψηφισμού η εναγομένη κατά της ίδιας συνολικού ύψους 125.908,26 ευρώ εξ ανεξόφλητων τιμολογίων πώλησης. Τέλος ότι κατόπιν συμψηφισμού του ποσού της ανταπαίτησης της εναγόμενης  ύψους 125.908,26 ευρώ με το ποσό αυτό της ανωτέρω εκτιθέμενης και περαιτέρω αναλυόμενης απαίτησης συνολικού ποσού (77.863,75 + 64.807,98) 142.671,73 ευρώ που διατηρεί η ίδια (ενάγουσα) σε βάρος της εναγομένης, η τελευταία οφείλει στην ίδια ( την ενάγουσα) τη διαφορά ποσού (142.671,73 – 125.908,26) 16.763,47 ευρώ πλέον του προαναφερόμενου ποσού του καταβληθέντος τιμήματος των ελαττωματικών καυσίμων που πωλήθηκαν στην εναγόμενη για το πλοίο …, ήτοι των 53.668,37 ευρώ και συνολικά το ποσό των (16.763,47 + 53.668,37) 70.431,84 ευρώ. Επικαλούμενη τέλος ότι η εναγομένη με το από 11-9-2017 ηλεκτρονικό της μήνυμα, ως εκπροσωπήθηκε από τον αναπληρωτή γενικό διευθυντή της,  επανέλαβε την άρνησή της ότι φέρει ευθύνη για την προκληθείσα ζημιά και αμφισβήτησε εμμέσως την εγκυρότητα του συμψηφισμού, στην οποία αυτή (η ενάγουσα) προέβη με την από 8-9-2017 δήλωσή της κι ως εκ τούτου ότι η ίδια έχει έννομο συμφέρον να αναγνωρισθεί η εγκυρότητα του συμψηφισμού αυτού, με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα  ζητεί : Ι. 1) να αναγνωρισθεί ότι με την από 8-9-2017 δήλωσή της νομίμως συμψήφισε εν μέρει απαιτήσεις της ύψους 142.671,73 ευρώ  με ανταπαίτηση  της εναγομένης ύψους 125.908,26 ευρώ  κι ότι ως συνέπεια του συμψηφισμού αυτού η απαίτηση της εναγομένης κατά της ιδίας έχει αποσβεστεί και η ίδια δεν της οφείλει ουδέν σχετικά, 2) να καταδικασθεί η εναγομένη να της καταβάλει το υπολειπόμενο μετά τον ανωτέρω συμψηφισμό ποσό των 70.431,84 ευρώ (16.763,47 + 53.668,37),με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, άλλως επικουρικώς :1)  να αναγνωρισθεί ότι νομίμως συμψήφισε με την αγωγή εν μέρει απαιτήσεις της ύψους 196. 340,10 ευρώ (= 142.671,73 + 53.668,37) με ανταπαίτηση  της εναγομένης ύψους 125.908,26 ευρώ  κι ότι ως συνέπεια του συμψηφισμού αυτού η απαίτηση της εναγομένης κατά της ιδίας έχει αποσβεστεί και η ίδια δεν της οφείλει ουδέν σχετικά, 2) να καταδικασθεί η εναγομένη να της καταβάλει το υπολειπόμενο μετά τον ανωτέρω συμψηφισμό ποσό των70.431,84 ευρώ, (=196.340,10 -125.908,26) με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, άλλως και επικουρικώς σε περίπτωση που κριθεί ότι δεν είναι νόμιμος ο προηγούμενος συμψηφισμός της απαίτησής της να καταδικασθεί η εναγομένη να της καταβάλει ως οφειλόμενη αποζημίωση το ποσό των 196.340,10 ευρώ (=  142.671,73+ 53.668,37) με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση,ΙΙ) να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και ΙΙΙ) να καταδικασθεί η εναγομένη στη δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αυτά τα αιτήματα η κρινομένη αγωγή για το παραδεκτό της συζήτησης, της οποίας οι διάδικοι, προσκόμισαν η μεν ενάγουσα το από 31-10-2018 ειδικό πληρεξούσιο, η δε εναγομένη το υπ’αριθμ. …/1-6-2017 ειδικό πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Πειραιώς Μελίνας Ιωαννίδου προς τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους κατά το άρθρο 96 και 237 παρ.1 ΚΠολΔ, ως ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και τα υπ’αριθμ. …  και … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΠ (άρθρο 61 παρ.4 Ν.4194/2013), παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην λόγω ποσού ( άρθρα 1,7,8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 ,14 παρ.2 ΚΠολΔ ως ίσχυε κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής) και κατά τόπον (άρθρα 22, 25 παρ. 2 , 33 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β περ. β΄ Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Περαιτέρω,η υπό κρίση αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένου του ισχυρισμού της εναγομένης περί αοριστίας ως αβασίμου -καθόσον σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο Ι νομική σκέψη της παρούσας, στο αγωγικό δικόγραφο όπου καταρχάς ζητείται η αναγνώριση  της εγκυρότητας του μονομερούς εκ μέρους της ενάγουσας  συμψηφισμού και ακολούθως ζητείται η καταψήφιση των αιτούμενων κονδυλίων αναφέρονται : α) η περιγραφή, ο χρόνος γέννησης και το ποσό των αμοιβαίων απαιτήσεων, που προτείνονται σε συμβιβασμό, β) ότι οι απαιτήσεις είναι ομοειδείς, γ) ότι οι απαιτήσεις είναι υποστατές και έγκυρες και δ) ότι οι αξιώσεις είναι ληξιπρόθεσμες και αγώγιμες, ως εκ τούτου γίνεται αναφορά, με τρόπο σαφή και ορισμένο, των περιστατικών που θεμελιώνουν κατά νόμο την προβλεπόμενη σε συμψηφισμό ληξιπρόθεσμη και ομοειδή ανταπαίτηση του οφειλέτη κατά του δανειστή . Επίσης απορριπτομένου του ισχυρισμού της εναγομένης περί αοριστίας, η ενάγουσα ορισμένως  σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη της παρούσας εξιστορεί την αναγκαιότητα, την αξία, το είδος ,τις ημερομηνίες και τα επιμέρους ποσά των αιτούμενων κονδυλίων κι ότι υπήρξε ζημία της από την ελαττωματικότητα των πωληθέντων ενώ αποτελούν ζητήματα απόδειξης και επομένως ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής,το αν οι προδιαγραφές που έφεραν τα πωληθέντα παρέκκλιναν από τις συμμφωνηθείσες, αν υπήρξε ελαττωματικότητα αυτών, αν έλαβαν χώρα οι ιστορούμενες δαπάνες για τις αναφερόμενες αιτίες, από ποιον και σε ποιον , αν οι αξιώσεις της ενάγουσας συνδέονται αιτιωδώς με την ενδοσυμβατική συμπεριφορά της εναγομένης και αν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής εναγομένης και της αξιώσεως αποζημίωσης της ενάγουσας. Ακολούθως η υπό κρίσης αγωγή τυγχάνει νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 297, 340, 341, 346,361, 440, 441 επ. 513 επ., 543 ΑΚ, 70, 176, 191 παρ. 2, 907,908  ΚΠολΔ. Όσον δε αφορά το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της εκδοθησομένης απόφασης προσωρινά εκτελεστής, αυτό τυγχάνει νόμιμο μόνο ως προς το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής, ομοίως δε ως προς αυτό (το καταψηφιστικό αίτημα) κατεβλήθη  το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’αριθμ. … ηλεκτρονικό παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ. του Υπ. Οικονομικών σε συνδυασμό με την από 7-11-2018 απόδειξη ηλεκτρονικής συναλλαγής της Τράπεζας Eurobank) .Επομένως, η αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Η εναγομένη , εκτός από τον ισχυρισμό της περί αοριστίας της αγωγής κατά τα επιμέρους κονδύλια, αρνείται την νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής και ως εκ τούτου και του συμψηφισμού στον οποίο προέβη η ενάγουσα και διώκει με την αγωγή της να κριθεί έγκυρος.Ο ανωτέρω ισχυρισμός αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Επίσης με τις προτάσεις της προέβαλε , κατ΄ορθή εκτίμηση του ισχυρισμού της επικουρικώς παρότι δεν το αναφέρει πανηγυρικώς, ένσταση συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας στην πρόκληση της ζημίας της κατά άρθρο 300 ΑΚ σε ποσοστό 90% ως προς το αγωγικό κονδύλιο ύψους 20.977,98 ευρώ λόγω της «απώλειας  χρόνου οφειλομένης στις παρεκκλίσεις του πλοίου … από το καθορισμένο πρόγραμμα του πλοίου προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι εργασίες καθαρισμού και επισκευής του πλοίου και για να γίνει αποφόρτωση των ελαττωματικών καυσίμων».Η ένσταση αυτή, είναι νόμιμη και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ουσίαν.

Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν με τις νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 237 παρ.1,2 ΚΠολΔ, (όπως το άρθρο αυτό είχε τροποποιηθεί με τα άρθρα 23 ν. 3994/2011 και 8 παρ. 1 ν. 4055/2012 και αντικαταστάθηκε εκ νέου από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 ν. 4335/2015), προτάσεις τους και την προσθήκη σ’ αυτές, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων – τα δε ξενόγλωσσα εξ αυτών τα οποία υποβάλλονται σε νόμιμη μεν μετάφραση και έχουν την έγγραφη αποδεικτική ισχύ κατ΄άρθρο 454 ΚΠολΔ και όσα εξ αυτών σε μετάφραση μη επικυρωμένη από αρμόδιο κατά νόμον πρόσωπο  λαμβάνονται υπόψη και εκτιμώνται ελεύθερα ως αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (ΑΠ 1511/2009 ΕΠολΔ 2010.740, ΑΠ 1344/2007 ΝοΒ 2008.905) – καθώς και από τις επίσης επικαλούμενες και προσκομιζόμενες, σύμφωνα με τα άρθρα 421 επ. ΚΠολΔ, (όπως τα άρθρα αυτά προστέθηκαν με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 ν. 4335/2015) υπ’ αριθμ. …/9-11-2018 και …/9-11-2018 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης Η. Κ. και Κ. Γ., ενώπιον  αντιστοίχως του Συμβολαιογράφου Χαλανδρίου Αθανασίου Γκότση και της Συμβολαιογράφου Αχαρνών Ευστρατίας Χατζηδούκα, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της ενάγουσας κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήσης της εναγομένης (βλ. την υπ’αριθμ. …/5-11-2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών Π. Γ.)-μη λαμβανομένης όμως υπόψην ούτε  για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων της υπ’αριθμ. …/27-11-2018 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ανταπόδειξης Ι. Τ. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Μεταμόρφωσης Αττικής Ελευθερίας Ι.Δήμα, που εμπεριέχεται στα έγγραφα του φακέλου της εναγομένης ως σχετικό Χ1 (όπως και η υπ’αριθμ. …/22-11-2018 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών Π. Ν.Γ. που αφορά την κλήση της ενάγουσας εκ μέρους της εναγομένης, ώστε η πρώτη να παραστεί στην εξέταση του εν λόγω μάρτυρα απόδειξης, που εμπεριέχεται στα έγγραφα του φακέλου της εναγομένης ως σχετικό Χ2), πλην όμως η εναγομένη ουδόλως τις επικαλείται με τις προτάσεις της ή την προσθήκη-αντίκρουση αυτών , ως εκ τούτου δεν προκύπτει πότε εισφέρθηκε η εν λόγω ένορκη βεβαίωση στον σχηματισθέντα φάκελο ώστε να εκτιμηθεί το παραδεκτό της προσκόμισής της κατά το άρθρο 237 παρ.1 ΚΠολΔ σε συνδ. με το άρθρο 421 ΚΠολΔ -, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά: Η ενάγουσα εταιρεία «…» (…) είναι ανώνυμη εταιρεία παραγωγής τσιμέντου και η εναγομένη εταιρεία «…» είναι ανώνυμη εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών και ειδικότερα προμήθειας ναυτιλιακών καυσίμων. Στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας οι ως άνω διάδικοι συνήψαν στην Αθήνα την από 1-9-2010 σύμβαση προμήθειας-αγοραπωλησίας καυσίμων σε πλοία, στην οποία η ενάγουσα συμβλήθηκε ως αγοράστρια των καυσίμων σε πλοία των οποίων ήταν ιδιοκτήτρια ή ναυλώτρια/υποναυλώτρια και χρησιμοποιούσε για τη μεταφορά πρώτων υλών και για την εμπορία των προϊόντων της. Ειδικότερα με την ανωτέρω σύμβαση οι νυν αντίδικοι συμφώνησαν μεταξύ άλλων : α) να υποβάλλουν σε έγγραφο τύπο την σχετική συμφωνία τους, β) να ορίσουν τη διάρκειά της σε ένα (1) έτος με ημερομηνία έναρξης της ισχύος της την 1η-9-2010 και ημερομηνία λήξης της την 30η -9-2011 και να παρασχεθεί το δικαίωμα στην ενάγουσα  αγοράστρια  να παρατείνει μονομερώς τη διάρκειά της για ένα (1) ακόμα έτος, ήτοι μέχρι την 30η-9-2012, με τους ίδιους όρους και συμφωνίες, αποστέλλοντας  για το σκοπό αυτό δύο  (2) μήνες πριν από τη λήξη της ανωτέρω διάρκειας  σχετική επιστολή προς την προμηθεύτρια-εναγομένη , γ) να δικαιούνται οι συμβαλλόμενοι να παρατείνουν εκ νέου τη σύμβαση μέχρι την 30η– 9-2014, με έγγραφη συμφωνία τους επί των τιμών πώλησης των καυσίμων σε περίπτωση που η αγοράστρια ενάγουσα ασκούσε το ανωτέρω δικαίωμα μονομερούς παράτασης της διάρκειας της ένδικης σύμβασης δύο (2) τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη της,  δ) να περιλαμβάνεται μεταξύ των συμφωνηθέντων τύπων και προδιαγραφών των πωλούμενων καυσίμων το προϊόν τύπου marine fuel oil (μαζούτ) 380 cst, το οποίο περιγράφεται διεθνώς ως grade RMG 380, σύμφωνα με την ISO 8217 (2005) και στις (συμφωνηθείσες) προδιαγραφές του να περιλαμβάνεται μέγιστη συνολική δυνατότητα ιζημάτων ίση με 0,10%,(όρος Β.4), ε) να υποχρεούται η εναγομένη να παραδίδει στο εκάστοτε πλοίο δελτίο χημικής ανάλυσης των παραδιδόμενων προϊόντων ή αντιπροσωπευτικό σφραγισμένο δείγμα,  δυνάμενων να χρησιμοποιηθούν σε περιπτώσεις που ανέκυπταν ερωτηματικά σχετικά με την ποιότητά τους (όρος Θ.3) και να δικαιούται η ίδια (ενάγουσα) να στέλνει τα αντιπροσωπευτικά δείγματα για πλήρη ανάλυση σε ανεξάρτητο χημικό εργαστήριο (όρος Θ.4) και  στ) να γίνεται παράδοση των καυσίμων με χρήση βυτιοφόρων οχημάτων με ειδικότερα καθοριζόμενες επιπρόσθετες χρεώσεις σημαίας ανά βυτιοφόρο όχημα σύμφωνα με την Υ.Α. Κ/24241/2045 του έτους 2008 και ανάλογα με την περιοχή παράδοσης (περιοχές πόλης των Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Χαλκίδα, Αλιβέρι,  Βόλος). Παρά δε την από 30-9-2014 συμβατική λήξη της ισχύος της σύμβασης προμήθειας καυσίμων και της συναφούς παροχής υπηρεσιών, που συνήψε με την ενάγουσα- κατόπιν των δύο προβλεπόμενων στην ίδια τη σύμβαση παρατάσεων αυτής από το χρόνο της αρχικής λήξης της στις 30-9-2011 – εξακολούθησε να προμηθεύει σε συμφωνία με την ενάγουσα με ναυτιλιακά καύσιμα πλοία, πλοιοκτησίας, διαχείρισης ή εν γένει συμφερόντων της τελευταίας, στα οποία περιλαμβάνονταν και τα κατωτέρω αναφερόμενα δύο (2) Φ/Γ πλοία, προσφέροντας και σχετικές υπηρεσίες μεταφοράς καυσίμων στα πλοία αυτά.

Εκτός από την ανωτέρω σύμβαση με την εναγομένη, κατά τον χρόνο υπογραφής αυτής, η ενάγουσα είχε ήδη συμβληθεί δυνάμει του από 2-1-2007 ιδιωτικού συμφωνητικού αορίστου χρόνου και του προγενέστερου αυτού από 2-1-2004 όμοιου περιεχομένου ιδιωτικού συμφωνητικού, με την ανήκουσα στον ίδιο όμιλο εταιρειών με την ίδια εταιρεία με την επωνυμία «…» (στο εξής «…»), που είχε ως σκοπό η τελευταία να αναλαμβάνει τη ναύλωση και εκμετάλλευση παντός είδους πλοίων για λογαριασμό της ή τρίτων και τη διενέργεια πάσης φύσεως ναυλομεσιτικών εργασιών. Ειδικότερα, η ενάγουσα ανέθετε στην …., στο πλαίσιο επαναδιατύπωσης του ήδη μέχρι τότε ισχύοντος από 2-1-2004 όμοιου συμφωνητικού του, αφενός την για λογαριασμό της ίδιας ( ενάγουσας) εξεύρεση πλοίων που ανήκαν σε τρίτους και ήταν κατάλληλα για την εκτέλεση του μεταφορικού έργου της (ενάγουσας), αφετέρου την εντεύθεν χρονοναύλωση ή ναύλωση πλοίων με τον μεταφερόμενο όγκο (προϊόντων) είτε στο όνομά της (της ….) δικαιούμενης κατά τη σχετική σύμβαση (ναύλωσης) σε υπεκναύλωση, οπότε και θα τα υπεκναύλωνε στην ενάγουσα, είτε με τη μεσολάβησή της στην εξεύρεσή τους, οπότε η χρονοναύλωση θα γινόταν επ΄ονόματι και για λογαριασμό της ενάγουσας. Συμφωνήθηκε δε  ρητώς στον όρο (1.3) του ως άνω συμφωνητικού ότι σε κάθε περίπτωση ναυλώτρια ή υποναυλώτρια των πλοίων που θα εξευρίσκει η …. θα είναι η ενάγουσα και επομένως ότι οι όροι των σχετικών συμβάσεων που θα συνήπτε η ενάγουσα θα τελούν υπό την απόλυτη έγκριση της …., οι δε όροι των υποναυλώσεων, κατά την αυτούσια διατύπωση της 2ης παραγράφου του υπ’αριθμ. 1.3 όρου του ίδιου συμφωνητικού «θα είναι κατά βάση ίδιοι με αυτούς της αρχικής ναύλωσης, με δυνατότητα διαφοροποίησης μόνο ως προς το χρόνο της ναύλωσης, της παράδοσης ή της επαναπαράδοσης του πλοίου, στο ποσό του ναύλου, στις τυχόν ποινικές ρήτρες καθώς και σε άλλους όρους, οι οποίοι ρητά θα αναφέρονται στο σχετικό συμφωνητικό υποναύλωσης». Επίσης προβλέφθηκε ότι στην περίπτωση των ναυλώσεων στο όνομα της ενάγουσας, ο ναύλος θα καταβάλλεται απ΄αυτήν απευθείας στον εκναυλωτή ενώ στις υπεκναυλώσεις,συμφωνήθηκε ότι ο ναύλος θα καταβάλλεται από την ενάγουσα στην …., η οποία θα εκδίδει επ΄ονόματι της πρώτης το σχετικό παραστατικό. Περαιτέρω στον όρο 1.7 του προαναφερόμενου συμφωνητικού προβλέφθηκε ότι η προμήθεια των καυσίμων θα  γίνεται βάσει των αντίστοιχων συμφωνιών της ενάγουσας. Σε εφαρμογή του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού, η …. ναύλωσε δυνάμει: α) της από 15-11-2007 σύμβασης ναύλωσης (Time Charter- έγγραφο NYPE) που συνήψε με την πλοιοκτήτρια εταιρεία «…»(«…») το με αριθμό νηολογίου … και με ΙΜΟ9323132 υπό ελληνική σημαία Φ/Γ πλοίο με το όνομα «…», παρατεινομένης της ισχύος της μέχρι την 15η-11-2019 και β) της από 1-7-2007 σύμβασης ναύλωσης που συνήψε με την πλοιοκτήτρια εταιρεία « …» («…» το με αριθμό νηολογίου … και με ΙΜΟ 9323120 υπό ελληνική σημαία Φ/Γ πλοίο με το όνομα «A.», παρατεινομένης της ισχύος της μέχρι την 31η-1-2019. Η σύσταση υποναύλωσης ως χρονοναύλωσης των ως άνω δύο πλοίων από την ενάγουσα με ναυλώτρια-υπεκναυλώτρια την …., αποδεικνύεται αντίστοιχα από τα προσκομιζόμενα μετ΄επικλήσεως από 15-11-2007 και από 1-7-2007 ναυλοσύμφωνα τύπου NYPE 93 με τα υπ’αριθμ.6 από 1-10-2016 παραρτήματα-προσθήκες επί  αυτών και επιβεβαιώνεται από τα όσα ενόρκως βεβαίωσαν σχετικά οι μάρτυρες της ενάγουσας: 1) Η. Κ. (logistics and exports manager της εναγομένης) στην υπ’αριθμ. …/2018 ένορκη βεβαίωσή του και 2) Κ. Γ. (εργαζόμενος στο λογιστήριο της ενάγουσας) στην υπ’αριθμ. …/2018 ένορκη βεβαίωσή του. Εξάλλου και η εναγομένη δεν αρνείται ότι συνήψε τις επίδικες συμβάσεις προμήθειας και παροχής υπηρεσιών ναυτιλιακών καυσίμων με την ενάγουσα με την ιδιότητά της ως κυρίας ή ναυλώτριας των πλοίων, στα οποία αφορούσαν οι σχετικές προμήθειες και υπηρεσίες μεταφορά καυσίμων, συνομολογώντας ουσιαστικά την τοιαύτη ναυτιλιακή ιδιότητα της τελευταίας ως αντισυμβαλλόμενης της. Περαιτέρω, σε αμφότερες τις προαναφερόμενες συμβάσεις ναύλωσης στο άρθρο 60 (αυτών), ορίστηκε ρητώς ότι καύσιμο κατάλληλης  ποιότητας θα αποτελεί το  προαναφερόμενο μαζούτ με ιξώδες 380 cst/50o C  και με τις προδιαγραφές του  ISO 8217:2005 ή άλλου ισοδύναμου, δηλαδή μαζούτ που έπρεπε να παρουσιάζει, μεταξύ άλλων, μέγιστη συνολική πιθανότητα ιζημάτων/ολικού υπολείμματος  (Maximum Total Sediment Potential) ίση με 0,10% m/m.

Στο πλαίσιο της συνολικής συναλλακτικής σχέσης τους προμηθευτή-αγοραστή κατά το επίδικο  χρονικό διάστημα από τις 14-10-2016 μέχρι τις 14-11-2016 η εναγομένη πώλησε και μεταβίβασε στην υποναυλώτρια των ως άνω δύο πλοίων ενάγουσα τις ακόλουθες ποσότητες ναυτιλιακών καυσίμων και εξέδωσε για πραγματοποιηθείσες προμήθειες ναυτιλιακών καυσίμων και για παροχή σχετικώς υπηρεσιών μεταφοράς τους τα ακόλουθα τιμολόγια: 1) το υπ΄αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 25.141,48 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 22.777,21 ευρώ, το οποίο εκδόθηκε στις 26-10-2016 για πώληση στην ενάγουσα 25.000 kgr, 25.002 kgr και 24.951 kgr  μαζούτ τύπου FUEL OIL No 3, (MFO) 380 CST έναντι τιμήματος 335,43 USD ανά τόνο,που παραδόθηκαν στο πλοίο «…» ναύλωσης της …. και υποναύλωσης της ενάγουσας στις 14-10-2016, στον λιμένα της Δραπετσώνας, το οποίο εξόφλησε η ενάγουσα στις 24-2-2017, όπως δεν αμφισβητεί η εναγομένη, 2) το υπ΄αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 43.621,56 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 40.052,85 ευρώ (αξίας όμως των επίδικων καυσίμων 18.589,60 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 17.068,77 ευρώ), το οποίο εκδόθηκε στις 31-10-2016 για πώληση στην ενάγουσα 24.008 kgr και 24.001 kgr  μαζούτ τύπου FUEL OIL No 3, (MFO) 380 CST έναντι τιμήματος 379,31 USD ανά τόνο,που παραδόθηκαν στο πλοίο «A.» ναύλωσης της …. και υποναύλωσης της ενάγουσας στις 25-10-2016, στον λιμένα του Βόλου, το οποίο δεν επικαλείται ότι εξόφλησε η ενάγουσα, πλην όμως όπως επιβεβαιώνει ο μάρτυρας απόδειξης Κ. Γ. στην υπ’αριθμ. …/2018 ένορκη βεβαίωσή του και δεν αφμισβητεί ειδικώς η εναγομένη, εξοφλήθηκε στις 24-2-2017, 3) το υπ΄αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 42.869,59 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 39.250,68 ευρώ (αξίας όμως των επίδικων καυσίμων 33.739,33 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 30.891 ευρώ), το οποίο εκδόθηκε στις 31-10-2016 για πώληση στην ενάγουσα 25.002 kgr, 25.002 kgr, 25.004 kgr και 24.004 kgr  μαζούτ τύπου FUEL OIL No 3, (MFO) 380 CST έναντι τιμήματος 340,76 USD ανά τόνο, που παραδόθηκαν στο πλοίο «…» ναύλωσης της …. και υποναύλωσης της ενάγουσας στις 29/30-10-2016, στον λιμένα της Δραπετσώνας, το οποίο εξόφλησε η ενάγουσα στις 24-2-2017, όπως δεν αμφισβητεί η εναγομένη, 4) το υπ΄αριθ… τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 43.040,73 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 39472,42 ευρώ (αξίας όμως των επίδικων καυσίμων 23.084,69 δολαρίων ΗΠΑ άλλως 21.170,85 ευρώ), το οποίο εκδόθηκε στις 30-11-2016 για πώληση στην ενάγουσα 25.001 kgr,  25.001 kgr και 24.004 kgr  μαζούτ τύπου FUEL OIL No 3, (MFO) 380 CST έναντι τιμήματος 311,93 USD ανά τόνο,που παραδόθηκαν στο πλοίο «A.» ναύλωσης της …. και υποναύλωσης της ενάγουσας στις 13/14-11-2016, στον λιμένα της Δραπετσώνας, το οποίο δεν επικαλείται ότι εξόφλησε η ενάγουσα, πλην όμως όπως επιβεβαιώνει ο μάρτυρας απόδειξης Κ. Γ. στην υπ’αριθμ. …/2018 ένορκη βεβαίωσή του και δεν αμφισβητεί ειδικώς η εναγομένη, εξοφλήθηκε στις 6-4-2017.

Πλην όμως ενάγουσα διατείνεται ότι ήταν ελαττωματικές οι ως άνω ποσότητες μαζούτ-fuel oil (MFO) 380cst, τις οποίες η εναγομένη της πώλησε και φορτώθηκαν στα πλοία A. και … στις 14-10-2016, και στις 29-10-2016 στο πλοίο …, ήτοι 74,953 και 99,012 τόνοι μαζούτ, αντίστοιχα και στις 25-10-2016 και στις 13/14-11-2016 στο πλοίο A., ήτοι 49,009 και 74,015 τόνοι μαζούτ, αντίστοιχα καθώς εμπεριείχαν ποσοστό ολικού υπολείμματος υπερβαίνον τα 0,10% m/m,ήτοι ποσοστό μεγαλύτερο από το συμβατικώς συμφωνηθέν, επικαλείται δε και προσκομίζει προς τούτο τις χημικές αναλύσεις που επιμελήθηκε επί των σφραγισμένων αντιπροσωπευτικών δειγμάτων των εν λόγω καυσίμων, τις οποίες διενήργησαν τα εργαστήρια των εταιρειών  …. και  …, γεγονός που της προκάλεσε περιουσιακή ζημία ύψους 196.340,10 ευρώ κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο και για το λόγο αυτό –όπως ισχυρίζεται-διατηρεί ληξιπρόθεσμη απαίτηση κατά της εναγομένης προμηθεύτριας πωλήτριας των καυσίμων, την οποία προτείνει προς συμψηφισμό με ανταπαίτηση της εναγομένης, επίσης ληξιπρόθεσμη, ύψους 125.908,26 ευρώ, προς σκοπό εξόφλησης αυτής. Μάλιστα λόγω της επικαλούμενης ελαττωματικότητας των ως άνω ποσοστήτων ναυτιλιακών καυσίμων αρχικώς η …. με την από 29-5-2017 επιστολή της  ζήτησε από την εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 154.541,43 ευρώ , ήτοι ποσό 142.671,73 ευρώ πλέον ποσού περαιτέρω εξόδων, το οποίο στις 6-6-2017 με ηλεκτρονικό μήνυμα που η τελευταία  απέστειλε στην …. αρνήθηκε να καταβάλει, ισχυριζόμενη  ότι τα καύσιμα των ως άνω πλοίων δεν ήταν ελαττωματικά και ότι δεν έφερε οποιαδήποτε ευθύνη για αποκατάσταση των ζημιών . Ακολούθως και η ενάγουσα με το από 8-9-2017 ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε στην εναγομένη της, εγείροντας αξίωση αποζημίωσης από την εναγομένη πωλήτρια λόγω της ελαττωματικότητας  των καυσίμων και λόγω της άρνησης αυτής να καταβάλει στην …. της δήλωσε ότι θα παρακρατήσει το ποσό των 154.541,43 ευρώ -στο οποίο ανερχόταν η απαίτησή της όπως ανέφερε στο μήνυμά της και μετά από ορθότερο υπολογισμό ανήλθε στο ποσό των 142.671,73 ευρώ- που είχε καταστεί ληξιπρόθεσμο  ενώ η εναγομένη με το από 11-9-2017 ηλεκτρονικό μήνυμα που της απέστειλε επανέλαβε τη θέση της, ήτοι ότι δεν έφερε καμία ευθύνη περί της ζημίας της ενάγουσας εξαιτίας ελαττωματικότητας των πωληθέντων από αυτήν καυσίμων, θέση στην οποία εμμένει και επαναδιατύπωσε με τις προκείμενες προτάσεις της.

Επί των ως άνω αιτιάσεων της ενάγουσας λεκτέα τα ακόλουθα: Οι αγωγικοί ισχυρισμοί περί ύπαρξης ελαττωματικότητας των πωληθέντων καυσίμων και ακολούθως περί πρόκλησης ζημίας στα ως άνω πλοία, στην ενάγουσα, στην …. και στις πλοιοκτήτριες αυτών  από τις πλημμελείς πετρελεύσεις με  τις ένδικες ναυτιλιακές ποσότητες καυσίμων, δεν απεδείχθηκαν ως βάσιμοι στην ουσία τους Πλέον συγκεκριμένα, η ενάγουσα επικαλείται και προσκομίζει για τις ποσότητες των  α) 25.000 kgr,  25.002kgr και 24.951 kgr (μαζούτ), που της πώλησε και παρέδωσε η εναγομένη στο πλοίο … στις 14-10-2016  στο λιμάνι της Δραπετσώνας, τις υπ΄αριθμ. 16/7629, 16/7630 και 16/7631 εκθέσεις ανάλυσης της εταιρείας … επί των με αριθμούς 8469196, 8469198 και 8469177 ληφθέντων δειγμάτων (επ΄αυτών) και τη με αριθμό 16-018007-0-UKHO-PDZ αναφορά ανάλυσης δείγματος FOBAS  … επί του με αριθμό 1536302 ληφθέντος δείγματος, σύμφωνα με τις οποίες το ολικό υπόλειμμα που εμφανίζεται σ΄αυτά ανέρχεται σε αντιστοιχία με τα ανωτέρω δείγματα σε  0,17% m/m, 0,19%m/m,  0,19 m/m και 0,16 m/m,  β) 24.008 kgr και 25.001kgr (μαζούτ), που της πώλησε και παρέδωσε η εναγομένη στο ίδιο πλοίο στις 25-10-2016  στο λιμάνι της Δραπετσώνας, την υπ΄αριθμ. 16/8392 έκθεση ανάλυσης της εταιρείας … επί των με αριθμούς 2121251 και 2121256 ληφθέντων δειγμάτων (επ΄αυτών) και τη με αριθμό 16-020587-0-UKHO-PDZ αναφορά ανάλυσης δείγματος FOBAS  … επί του με αριθμό 1582992 ληφθέντος δείγματος, σύμφωνα με τις οποίες το ολικό υπόλειμμα που εμφανίζεται σ΄αυτά ανέρχεται σε αντιστοιχία με τα ανωτέρω δείγματα σε 0,23% m/m, 0,25  m/m και 0,30 m/m, γ) 25.002 kgr, 25.002 kgr, 25.004 kgr και 24.004 kgr (μαζούτ), που της πώλησε και παρέδωσε η εναγομένη στο ίδιο πλοίο στις 29/30-10-2016  στο λιμάνι της Δραπετσώνας, την υπ΄αριθ. 16/7934 έκθεση ανάλυσης της εταιρείας … επί των με αριθμούς 2121061, 2121054, 2121058 και 2121024 ληφθέντων δειγμάτων (επ΄αυτών) και τη με αριθμό 16-019291-0-UKHO-PDZ αναφορά ανάλυσης δείγματος FOBAS  … επί του με αριθμό 1534897 ληφθέντος δείγματος, σύμφωνα με τις οποίες το ολικό υπόλειμμα που εμφανίζεται σ΄αυτά ανέρχεται σε αντιστοιχία με τα ανωτέρω δείγματα σε 0,24% m/m, 0,24%  m/m, 0,24% m/m, 0,23% m/m και 0,24% m/m αντίστοιχα και δ) 25.001 kgr, 25.001 kgr και 24.004 kgr (μαζούτ), που της πώλησε και παρέδωσε η εναγομένη στο έτερο πλοίο A. στις 13/14-11-2016  στο λιμάνι της Δραπετσώνας, τις υπ΄αριθ. 16/8532 και 16/8533 εκθέσεις ανάλυσης της εταιρείας … επί των με αριθμούς 2129012, 2129015, 2129010, 122626 και 122628 ληφθέντων δειγμάτων (επ΄αυτών) και τη με αριθμό 16-020679-0-UKHO-PDZ αναφορά ανάλυσης δείγματος FOBAS  … επί του με αριθμό 1583000 ληφθέντος δείγματος, σύμφωνα με τις οποίες το ολικό υπόλειμμα που εμφανίζεται σ΄αυτά ανέρχεται σε αντιστοιχία με τα ανωτέρω δείγματα σε 0,27% m/m, 0,27%  m/m, 0,28% m/m και 0,28% m/m, 0,25% m/m και 0,25% m/m αντίστοιχα. Για το ποσοστό ολικού υπολείμματος στις αμέσως προαναφερόμενες ποσότητες καυσίμων fuel oil 380 cst, που φορτώθηκαν στα πλοία … και A. χρονοναύλωσης της ενάγουσας – εκ των οποίων αυτή είχε μάλιστα εξοφλήσει τα εκδοθέντα τιμολόγια που αφορούσαν τις ποσότητες που φορτώθηκαν στο πλοίο … στις 14-10-2016 και στις 29/30-10-2016, συνολικού ποσού 53.668,37 ευρώ – η εναγομένη αμφισβητώντας την έλλειψη της επίμαχης προδιαγραφής (ολικού υπολείμματος) στα υπόψη καύσιμα, προέβη επίσης στη χημική ανάλυση των ακόλουθων δειγμάτων από το πλοίο …: α) από το μεν καύσιμο που παραδόθηκε σ΄αυτό στις 29-10-2016, δειγμάτων που έφεραν αριθμούς …, …, …, …, από την ανάλυση των οποίων προέκυψε, σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες μετ΄επικλήσεως από την εναγομένη εκθέσεις ανάλυσης με αριθμούς σφραγίδων …ων εργαστηρίων ποιοτικού ελέγχου με την επωνυμία «S. L. A.E..», ότι η ποσότητα του ολικού υπολείμματος ανερχόταν σε ποσοστά 0,09%, 0,08%, 0,08% και 0,07%, β) από το δε καύσιμο που παραδόθηκε στο ίδιο πλοίο στις 14.10.2016, δειγμάτων που έφεραν αριθμούς σφραγίδων …, από την ανάλυση των οποίων προέκυψε σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες μετ΄επικλήσεως εκθέσεις ανάλυσης με αριθμούς … και … των ίδιων ως άνω εργαστηρίων ότι η ποσότητα του ολικού υπολείμματος ανερχόταν σε ποσοστά 0,09%, 0,08% και 0,08%. Ο ισχυρισμός δε της ενάγουσας ότι η εναγομένη αναγνώρισε την πώληση εκ μέρους της των ελαττωματικών καυσίμων διότι μετά από επικοινωνία με την ίδια προέβη στη διαδικασία αφαίρεσης του καυσίμου και καθαρισμού των μηχανών και δη στην αντικατάσταση του συνόλου των ελαττωματικών καυσίμων που είχαν φορτωθεί στο πλοίο A. με νέα καύσιμα μη ελαττωματικά, αφενός αλυσιτελώς προβάλλεται σχετικά με το αγωγικό κονδύλιο που αφορά το εν λόγω πλοίο διότι για το πλοίο αυτό δεν ζητείται ως  αποζημίωση εκτέλεσης της σύμβασης το ισόποσο της αγοράς των εν λόγω καυσίμων , αφετέρου τυγχάνει αβάσιμος όσον αφορά το έτερο πλοίο (…) καθώς, επιμελούμενη και η ίδια των εκτιθέμενων εργαστηριακών αναλύσεων δειγμάτων από τις επίμαχες ποσότητες ναυτιλιακού καυσίμου στο  εν λόγω πλοίο  …, αμφισβήτησε τόσο την ελαττωματικότητα των πωληθέντος καυσίμου όσο και την ύπαρξη πταίσματος σε βάρος των νομίμων εκπροσώπων και προστηθέντων της σχετικά με την επικαλούμενη έλλειψη της ρηθείσης προδιαγραφής. Λαμβάνοντας δε υπόψην την αντιφατικότητα μεταξύ των προσκομιζόμενων από τις διαδίκους αναλύσεων του ίδιου επίδικου φορτωθέντος ναυτιλιακού καυσίμου (fuel oil 380 cst) που παραδόθηκε στο πλοίο … κατά τους ανωτέρω χρόνους, μέσω διαφορετικών δειγμάτων που εξετάστηκαν σε εργαστήρια διαφορετικών εταιρειών, σε άλλα μεν εκ των οποίων η μέγιστη συνολική πιθανότητα ιζημάτων-ολικού υπολείμματος υπερέβαινε το ποσοστό 0,10% m/m ενώ σε άλλα υπολειπόταν αυτού του ποσοστού σε συνδυασμό με τις έγγραφες επισημάνσεις στις προσκομιζόμενες, μετ΄επικλήσεως από την ίδια την ενάγουσα ήδη προεκτεθείσες αναφορές ανάλυσης δείγματος Fobas από την εταιρεία …, τις αφορώσες αμφότερα τα πλοία … και A.,στις οποίες η εν λόγω εταιρεία παρά τις διαπιστώσεις της περί ολικού υπολείμματος υπερβαίνοντος σε σημαντικό ποσοστό το ανωτέρω ποσοστό στις αντίστοιχες δειγματοληψίες μαζούτ, συνιστά τελικά τη χρήση αυτού του καυσίμου, με την παραμονή εναλλακτικού διαθέσιμου καυσίμου στο πλοίο σε περίπτωση εμφάνισης μη διαχειρίσιμων προβλημάτων από τη χρήση του προμηθευθέντος «ελαττωματικού» καυσίμου (βλ. τις με αριθμούς … αναφορές ανάλυσης δείγματος Fobas από την εταιρεία …) και σ΄ότι αφορά, μάλιστα, συγκεκριμένες δειγματοληψίες, όπου το Δυναμικό Ολικού Υπολείμματος υπερβαίνει ελαφρώς το όριο των 0,10% m/m, το τελευταίο κατατάσσεται στις αναφορές της ίδιας εταιρείας, εντός του πεδίου ανοχής του προκείμενου τεστ ανάλυσης (βλ τη με αριθμό 16-018007-0-UKHO-PDZ αναφορά ανάλυσης δείγματος δείγματος Fobas από την εταιρεία …), δεν αποδεικνύεται μετά πλήρους βεβαιότητας, ως απαιτείται στην προκείμενη (τακτική) διαδικασία ότι η περιεκτικότητα  σε ολικό υπόλειμμα των ως άνω παραδοθέντων ποσοτήτων fuel oil 380 cst στα πλοία … και A. υπήρξε σε ποσοστό ανώτερο από 0,10% m/m,απορριπτομένου του αντιθέτου ισχυρισμού της ενάγουσας ως αβασίμου στην ουσία του. Ακόμη όμως και αληθής υποτιθέμενος ο ισχυρισμός της ενάγουσας περί υπέρβασης του ως άνω ποσοστού σε σχέση με τα συμφωνηθέντα, ελλείψει οποιασδήποτε παράθεσης και απόδειξης συγκεκριμένων περιστατικών καθώς και σχετικών τεχνικών-ναυπηγικών εκτιμήσεων, δυνάμενων να θεμελιώσουν αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του επικαλούμενου ελαττώματος των ναυτιλιακών καυσίμων που φορτώθηκαν στα προαναφερόμενα πλοία και στις ιστορούμενες δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε η … και επιβαρύνθηκε τελικά η εναγόμενη για αποσφράγιση και ανάλυση δειγμάτων, για έξοδα απεκφόρτωσης (μη παρατιθέμενων καυσίμων), για εργασίες καθαρισμού δεξαμενών, τροφοδοσίας και για παράδοση (επίσης μη παρατιθέμενων) καυσίμων και πετρελαιοειδών καταλοίπων, για λεμβουργικές εργασίες, για πλοηγικά, για έξοδα δεξαμενισμού, για επισκευές και ανταλλακτικά καθώς για τις εκτιθέμενες περαιτέρω ζημιές που προκλήθηκαν λόγω απώλειας χρόνου εξαιτίας των παρεκκλίσεων από τα καθορισμένα προγράμματα των ανωτέρω δύο πλοίων προκειμένου να διενεργηθούν οι αποφορτώσεις των ελαττωματικών καυσίμων τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2017, ήτοι τρεις και τέσσερις μήνες μετά την παράδοση των ποσοτήτων των φερόμενων ελαττωματικών καυσίμων στα ίδια πλοία, δεν αποδεικνύεται αν η υπέρβαση αυτή είχε πράγματι ή θα μπορούσε να έχει αρνητική επίδραση στην αξία και τη χρησιμότητα του ναυτιλιακού αυτού καυσίμου , πολλώ δε μάλλον ότι η πετρέλεσυη των ένδικων καυσίμων συνδέεται αιτιωδώς με τη λειτουργία ή ακινητοποίηση των πλοίων, των ναύλων τους  και του καθιαρισμού των δεξαμενών τους, με αποτέλεσμα να παρέλκει η περαιτέρω εξέταση στην ουσία της της ένστασης του 300ΑΚ που προέβαλε η εναγομένη ως προς το επιμέρους κονδύλιο των 20.977,98 ευρώ λόγω της «απώλειας  χρόνου οφειλομένης στις παρεκκλίσεις του πλοίου … από το καθορισμένο πρόγραμμα του πλοίου προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι εργασίες καθαρισμού και επισκευής του πλοίου και για να γίνει αποφόρτωση των ελαττωματικών καυσίμων».Κατ’επάλληλη δε σκέψη του Δικαστηρίου, δεν αποδεικνύεται πταισματική συμπεριφορά της εναγομένης ώστε να θεμελιωθεί δικαίωμα αποζημίωσης της ενάγουσας κατά το άρθρο 543 ΑΚ ως αιτείται για την εξ υπαιτιότητάς της ανώμαλη εξέλιξη της σύμβασης λόγω ύπαρξη ουσιώδους πραγματικού ελαττώματος (κι όχι ελλείπουσας συνομολογημένης ιδιότητας). Πλέον συγκεκριμένα, όπως ήδη αναφέρθηκε η από 1-9-2010 έγγραφη σύμβαση προμήθειας καυσίμων και παροχής υπηρεσιών μεταξύ των νυν αντιδίκων, έληξε κατά τον συμφωνηθέντα χρόνο λήξης της στις 30-9-2011, κι ακολούθως κατά τους σχετικώς, επίσης, εγγράφως συμφωνηθέντες όρους της, παρατάθηκε δύο (2) φορές από τα συμβαλλόμενα μέρη μέχρι τις 30-9-2014  ημεροχρονολογία, δηλαδή, μέχρι την οποία είχε συμφωνηθεί (όρος Γ  της από 1-9-2010 σύμβασης) η απώτερη παράτασή της. Στον όρο δε Β.4  της ένδικης αυτής σύμβασης, είχε πράγματι συμφωνηθεί, μεταξύ άλλων, ως εκ των προδιαγραφών του υπόψη καυσίμου τύπου marine fuel oil 380 cst, που περιγράφεται διεθνώς ως grade RMG 380, σύμφωνα με ISO 8217 (2005), η  μέγιστη συνολική δυνατότητα ιζημάτων-ολικού υπολείμματος  ίση με 0,10%. Επειδή, όμως, η ένδικη έγγραφη σύμβαση προμήθειας καυσίμων (στην οποία περιεχόταν σαφώς ο υπόψη όρος) έληξε στις 30-9-2014 και δεδομένου ότι για τις όμοιες συναλλαγές μεταξύ της ενάγουσας και της εναγομένης για την προμήθεια και μεταφορά του αμέσως προαναφερόμενου τύπου ναυτιλιακού καυσίμου  στα ως άνω πλοία πλοιοκτησίας, διαχείρισης ή (υπο)ναύλωσης της ενάγουσας για τον μετά τις 30-9- 2014 χρόνο, δεν υφίστατο εγγράφως διατυπωμένη (σε έτερη επιμέρους όμοια σύμβαση πώλησης και παροχής υπηρεσιών μεταξύ των διαδίκων) ως συμφωνημένη ιδιότητα η ως άνω επίμαχη προδιαγραφή, ούτε περιελήφθη η τελευταία σε κάποιο εκ των αντιστοίχως εκδοθέντων τιμολογίων για τα ένδικα πωληθέντα ναυτιλιακά καύσιμα, η περίπτωση της διισχυριζόμενης απουσίας του συγκεκριμένου ουσιώδους χαρακτηριστικού από αυτά κατά το χρόνο φόρτωσής τους στα ναυλωμένα από την ενάγουσα πλοία, μόνο ως πραγματικό ελάττωμά τους (και όχι ως έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας) μπορεί να εκτιμηθεί. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες μετ΄επικλήσεως έγγραφες προδιαγραφές  του ΙSO 8217:2005, τις αφορώσες το επίμαχο μαζούτ με ιξώδες 380cst/50o C, προκύπτει ότι σε αυτές περιλαμβάνεται η επικαλούμενη μέγιστη συνολική πιθανότητα ιζημάτων-ολικού υπολείμματος (maximum total sentiment potential) ίση με 0,10% m/m και ως εκ τούτου η επικαλούμενη από την ενάγουσα εμφάνιση μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε ολικό υπόλειμμα στις ως άνω φορτωθείσες ποσότητες fuel oil 380 cst, εφόσον αποδεικνυόταν βάσιμος ο σχετικός αγωγικός ισχυρισμός, συνιστά πραγματικό ελάττωμα, ως ατέλεια του πωληθέντος καυσίμου, που αφορά την ιδιοσυστασία ή την κατάσταση αυτού κατά τον κρίσιμο χρόνο ευθύνης της  πωλήτριας εναγομένης  καθώς η  ατέλεια αυτή έχει αρνητική επίδραση πάνω στην αξία ή τη χρησιμότητα του καυσίμου. Σύμφωνα όμως με όσα αναφέρθηκαν στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη της παρούσας ουσιώδης προϋπόθεση θεμελίωσης σχετικής ευθύνης προς αποζημίωση  για την επέλευση θετικής ζημίας ή διαφυγόντος κέρδους της αγοράστριας ενάγουσας από  την προμήθεια των εν θέματι ελαττωματικών ποσοτήτων θαλάσσιου μαζούτ στα ως άνω υποναυλωμένα (από την ίδια) πλοία, είναι και η ύπαρξη πταίσματος που θα βαρύνει την πωλήτρια εναγομένη. Στην προκειμένη όμως περίπτωση, ουδόλως προέκυψε  από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού πταισματική συμπεριφορά της εναγομένης , ήτοι δόλος ή αμέλεια αυτής , όπως νόμιμα εκπροσωπείται ή των προστηθέντων της, η οποία να προκάλεσε το επίδικο πραγματικό ελάττωμα των προαναφερόμενων ναυτιλιακών καυσίμων, κατά το χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στην ενάγουσα, υπό την έννοια της γνώσης ή της υποχρέωσης γνώσης ή υπαίτιας άγνοιας της ελαττωματικότητας των καυσίμων από την πωλήτρια εναγομένη κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης πώλησης. Επομένως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη της παρούσας,  η αγοράστρια ενάγουσα δεν έχει το δικαίωμα αποζημίωσης κατά το άρθρο 543 εδ.2 του ΑΚ αλλά μόνο τα δικαιώματα του άρθρου 540 ΑΚ (αντικατάσταση του πωληθέντος, μείωση του τιμήματος, υπαναχώρηση εκ της συμβάσεως). Επειδή δε , δεν απεδείχθη ότι η εναγομένη βαρύνεται με πταίσμα ως προς την ύπαρξη πραγματικού και δη ουσιώδους ελαττώματος αναφορικά με τα πωληθέντα στην ενάγουσα καύσιμα , ως εκ τούτου καθίστανται αβάσιμες οι προς συμψηφισμό προβαλλόμενες απαιτήσεις αποζημίωσης της ενάγουσας κατά της εναγομένης, κι ως εκ τούτου και της εξόφλησης της ανταπαίτησης της εναγομένης σε βάρος της.

Συνοψίζοντας όλα τα ανωτέρω, δεν αποδεικνύεται ότι υπήρξε ελαττωματικότητα στα ένδικα καύσιμα, ότι λόγω της ελαττωματικότητας των καυσίμων προκλήθηκαν ζημίες στα πλοία στα οποία φορτώθηκαν τα ελαττωματικά καύσιμα, στις πλοιοκτήτριες εταιρείας, στην ….  και στην ίδια την ενάγουσα καθώς και ότι υπήρξε πταισματική συμπεριφορά της εναγομένης σχετικά με την ανώμαλη εξέλιξη της ένδικης πώλησης που να θεμελιώνει αποζημίωση της ενάγουσας κατά το άρθρο 543 ΑΚ.Ως εκ τούτων, τυγχάνει απορριπτέα ως αβάσιμη στην ουσία της στο σύνολό της η κρινόμενη αγωγή τόσο κατά το κύριο όσο  και τα επικουρικά της αιτήματα(αναγνωριστικά και καταψηφιστικά),αφενός διότι δεν είναι έγκυρος ο συμψηφισμός στον οποίο προέβη η ενάγουσα με το από 8-9-2017 ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε στην εναγομένη της εν λόγω απαίτησης της ύψους 154.541,43 ευρώ-η οποία μετά από ορθότερο υπολογισμό ανήλθε στο ποσό των 142.671,73 ευρώ- που είχε καταστεί ληξιπρόθεσμη  με  ληξιπρόθεσμη ανταπαίτηση που διατηρούσε κατά τον χρόνο της δήλωσης συμψηφισμού η εναγομένη κατά της ίδιας συνολικού ύψους 125.908,26 ευρώ εξ ανεξόφλητων τιμολογίων πώλησης και επομένως δεν επήλθε απόσβεση των οφειλών της λόγω εξόφλησης δυνάμει συμψηφισμού, αφετέρου, διότι δεν απεδείχθη βάσιμη η απαίτηση της ενάγουσας κατά της εναγομένης για αποζημίωση λόγω μη εκτέλεσης της σύμβασης εξ υπαιτιότητάς της , ευθυνομένης  ενδοσυμβατικώς λόγω πώλησης ελαττωματικών καυσίμων. Λόγω δε της απόρριψης της αγωγής στο σύνολό της, η  ενάγουσα πρέπει να καταδικαστεί, λόγω της ήττας της στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, γινομένου δεκτού ως βάσιμου στην ουσία του του σχετικού αιτήματος της τελευταίας [άρθρα 176 παρ. 1, 189παρ.1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με 58 παρ. 3,4α, 63 παρ. 1i, 68 παρ. 1 Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013)],  κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αγωγή.

Καταδικάζει την ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων  ευρώ (1.500 €).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων στις ………..

 

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: