
Α.Π. 815/2019 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΟΣΟΥ ΓΙΑ
ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΠΑΙΚΤΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ – ΥΠΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΟΝΤΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ – ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ
ΥΠΕΞΑΙΡΕΘΕΝΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ ΕΤΑΙΡΙΑ – ΑΔΙΚΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ – ΕΝΣΤΑΣΗ ΣΥΝΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΠΤΑΙΣΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΚΑΙ
ΑΙΤΙΩΔΗ ΣΥΝΑΦΕΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΖΗΜΙΑ ΠΟΥ ΥΠΕΣΤΗ – Εν προκειμένω από τα
αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά προκύπτει αιτιώδης συνάφεια
ανάμεσα στις πράξεις και..
παραλείψεις των οργάνων και προστηθέντων
υπαλλήλων της ενάγουσας και της ζημίας της τελευταίας, η οποία
προκλήθηκε με τη προηγηθείσα πράξη της υπεξαίρεσης εκ μέρους του νομίμου
εκπροσώπου της Γ. Κ., η οποία ζημία ταυτίζεται με εκείνη που προκλήθηκε
από τον ίδιο, αλλά με την ιδιότητα του εκπροσώπου της αναιρεσείουσας
ποδοσφαιρικής εταιρείας, με την αποδοχή των υπεξαιρεθέντων και την
ενσωμάτωση αυτών στην περιουσία της – Η συμπεριφορά του υπό την διττή
αυτού ιδιότητα και ειδικότερα ως εκπροσώπου της
εναγομένης-αναιρεσείουσας, να αποδεχθεί τα υπεξαιρεθέντα τελεί σε
αιτιώδη σύνδεσμο με την ισόποση ζημία της ενάγουσας-αναιρεσίβλητης
Τράπεζας – Δεκτή η ένσταση συνυπαιτιότητας – Ορθώς οφείλεται αποζημίωση (914, 300, 71 ΑΚ, 375, 394 ΠΚ)
Αριθμός 815/2019
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α1' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο
Λέκκα Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Καγκάνη - Εισηγητή, Αλτάνα
Κοκκοβού, Αγγελική Τζαβάρα και Θωμά Γκατζογιάννη, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 19 Νοεμβρίου 2018, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εναγομένης - εκκαλούσας - καλούσας: Ποδοσφαιρικής Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στον …. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ... και κατέθεσε προτάσεις.
Της ενάγουσας - εφεσίβλητης - καθ' ης η κλήση: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στην …. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της ..... και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19/12/1989 αγωγή της ήδη ενάγουσας - εφεσίβλητης - καθ' ης η κλήση, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1769/1990 μη οριστική και 1446/2010 του ίδιου Δικαστηρίου και 567/2011 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η ήδη εναγομένη - εκκαλούσα - καλούσα με την από 28/11/2011 αίτησή της επί της οποίας εκδόθηκε η 1903/2013 απόφαση του Αρείου Πάγου που αναίρεσε την 567/2011 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς και παρέπεμψε την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές.
Εκδόθηκε η 305/2016 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, την αναίρεση της οποίας ζήτησε η εναγομένη - εκκαλούσα - καλούσα με την από 30/9/2016 αίτησή της.
Εκδόθηκε η 758/2018 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την 305/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά και κράτησε την υπόθεση προς περαιτέρω συζήτηση ενώπιόν του. Η υπόθεση επαναφέρεται για νέα συζήτηση με την από 8/8/2018 κλήση της ήδη εναγομένης - εκκαλούσας - καλούσας.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 19 Νοεμβρίου 2018, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εναγομένης - εκκαλούσας - καλούσας: Ποδοσφαιρικής Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στον …. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ... και κατέθεσε προτάσεις.
Της ενάγουσας - εφεσίβλητης - καθ' ης η κλήση: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στην …. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της ..... και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19/12/1989 αγωγή της ήδη ενάγουσας - εφεσίβλητης - καθ' ης η κλήση, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1769/1990 μη οριστική και 1446/2010 του ίδιου Δικαστηρίου και 567/2011 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η ήδη εναγομένη - εκκαλούσα - καλούσα με την από 28/11/2011 αίτησή της επί της οποίας εκδόθηκε η 1903/2013 απόφαση του Αρείου Πάγου που αναίρεσε την 567/2011 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς και παρέπεμψε την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές.
Εκδόθηκε η 305/2016 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, την αναίρεση της οποίας ζήτησε η εναγομένη - εκκαλούσα - καλούσα με την από 30/9/2016 αίτησή της.
Εκδόθηκε η 758/2018 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την 305/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά και κράτησε την υπόθεση προς περαιτέρω συζήτηση ενώπιόν του. Η υπόθεση επαναφέρεται για νέα συζήτηση με την από 8/8/2018 κλήση της ήδη εναγομένης - εκκαλούσας - καλούσας.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την, από 8-8-2018, κλήση της εκκαλούσας
(αναιρεσείουσας) νόμιμα φέρεται προς περαιτέρω, κατ'ουσίαν, συζήτηση, η
από 10-6-10 (αριθμ. καταθ. 805/2010), έφεση μετά των προσθέτων λόγων
αυτής κατά των 1446/2010 οριστικής και της 1769/1990 συνεκκαλουμένης μη
οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκαν,
κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 19-12-1989 αγωγής της
εφεσιβλήτου (αναιρεσιβλήτου) κατά της εκκαλούσας (αναιρεσείουσας), μετά
την έκδοση επ' αυτής (αγωγής) των 1903/2013 και 758/2018 αποφάσεων του
Αρείου Πάγου με τις οποίες αναιρέθηκαν, για τους διαλαμβανομένους
σ'αυτές και παρακάτω αναφερομένους λόγους, οι επί της ενδίκου εφέσεως
εκδοθείσες 567/2011 και 305/2016 αντιστοίχως αποφάσεις του Εφετείου
Πειραιώς. Η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι έχουν ασκηθεί νομοτύπως και
εμπροθέσμως (αρθρ. 495, 499, 511, 518, 520 ΚΠολΔ), παραδεκτώς δε
φερόμενοι προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, εφόσον πρόκειται
περί αναιρέσεως αποφάσεως δικαστηρίου που δίκασε μετά από αναίρεση
προηγουμένης αποφάσεως (άρθ. 580 § 3 εδαφ. τελ. ΚΠολΔ), πρέπει να
ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την νομική και ουσιαστική βασιμότητά τους
κατά τα διαγραφόμενα από τις παραπάνω αναιρετικές αποφάσεις όρια (άρθρα
579 §, 580 §§3, 4, 581§2ΚΠολΔ).
Με την από 19-12-1989, αγωγή η
ενάγουσα-εφεσίβλητη (...ς) ζήτησε την αναγνώριση της υποχρεώσεως της
εναγομένης-εκκαλούσας (...) προς καταβολή σ'αυτή των ποσών των
608.000.000 δρχ., 8.126.000 γερμανικών μάρκων (DEM) και 1.050.000
ελβετκών φράγκων (CHF) ως αποζημίωσή της για την προκληθείσα ισόποση
ζημία από την λεπτομερώς περιγραφομένη σ'αυτή αδικοπρακτική συμπεριφορά
(άρθρα 375, 394 ΠΚ, 914 ΑΚ) της τελευταίας. Επί της αγωγής αυτής
εκδόθηκε η εκκαλουμένη 1446/2010 οριστική απόφαση του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία, μετ'απόρριψη ως ουσιαστικά αβασίμου της
προς απόκρουση της αγωγής προταθείσης από την εναγομένη-εκκαλούσα
ενστάσεως συνυπαιτιότητος (300 ΑΚ) [η οποία είχε κριθεί ορισμένη και
νομικά βάσιμη από την συνεκκαλουμένη 1769/1990 μη οριστική απόφαση του
ίδιου Δικαστηρίου] έκανε δεκτή την αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη για το
ποσό των 4.042.917,25 ευρώ. Κατά των αποφάσεων αυτών παραπονέθηκε η
εναγομένη - εκκαλούσα με την ως άνω έφεση και τους προσθέτους λόγους για
εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των
αποδείξεων.
Επί της ως άνω εφέσεως και των προσθέτων
λόγων εκδόθηκε αρχικά η υπ'αριθμ. 567/2011 απόφαση του Εφετείου
Πειραιώς, η οποία δέχθηκε τα ακόλουθα: "κατά το χρονικό διάστημα από
18-1-1985 έως 19-10-1988 ο Γ. Κ. διετέλεσε Πρόεδρος του ΔΣ, Δ/νων
Σύμβουλος και Διοικητής της ενάγουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας
"..." που τελεί ήδη υπό εκκαθάριση, ενώ από 23-11-1987 έως 21-7-1988
ήταν ταυτόχρονα κύριος μέτοχος, Πρόεδρος του ΔΣ και Δ/νων Σύμβουλος της
εναγομένης ποδοσφαιρικής εταιρείας "...", έχοντας τον πλήρη έλεγχο
αυτής. Ότι ενεργώντας ο Γ. Κ. υπό την ως άνω διττή ιδιότητα του νομίμου
εκπροσώπου και διαχειριστή- ουσιαστικά-αμφοτέρων των διαδίκων, το
Νοέμβριο του 1987 έθεσε σε εφαρμογή και εκτέλεσε έκτοτε σταδιακά ένα
παράνομο σχέδιο οικονομικής ενίσχυσης της εναγομένης με κεφάλαια
προερχόμενα από τα διαθέσιμα της ενάγουσας και τα οποία υπεξήρεσε από
την τελευταία, εκμεταλλευόμενος τη δεσπόζουσα θέση του Διοικητή της.
Πιο συγκεκριμένα, σε εκτέλεση του εν λόγω
σχεδίου ο Γ. Κ. στις 23-11-1987, ενεργώντας υπό την ιδιότητα του
Διοικητή της ενάγουσας, έδωσε προφορική εντολή στους αρμόδιους
υπαλλήλους του Υπ/τος Διοικήσεως της οδού ... και αυτοί εξέδωσαν εις
διαταγή της εναγομένης την υπό στοιχ. 134274 επιταγή της ενάγουσας,
ποσού 150.000.000 δρχ., η οποία, την επόμενη ημέρα, εισπράχθηκε από την
εναγομένη, με πίστωση του υπ'αριθμ. ...247 λογαριασμού της και
αντίστοιχη χρέωση του λογαριασμού "ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΔΙΚΤΥΟΥ", που τηρούσε η
ενάγουσα στο ως άνω υποκατάστημα της οδού .... Οι υπάλληλοι της
ενάγουσας προχώρησαν στην έκδοση αυτής της επιταγής, συμμορφούμενοι στην
εντολή του Γ. Κ. και χωρίς να ελέγξουν εάν το ποσό της επιταγής, με το
οποίο χρέωσαν τον λογαριασμό "ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΔΙΚΤΥΟΥ" της ενάγουσας, είχε
προηγουμένως πιστωθεί στον ίδιο λογαριασμό, με πραγματική χρέωση κάποιου
λογαριασμού είτε του Γ. Κ., είτε της εναγομένης ή κάποιου τρίτου
προσώπου, με αποτέλεσμα η ενάγουσα, η οποία δεν είχε καμμία υποχρέωση
είτε συμβατική είτε εκ του νόμου έναντι της εναγομένης, να επιβαρυνθεί
με αυτό, καθώς ο Γ. Κ. δεν φρόντισε ποτέ να καλύψει αυτό το ποσό, που με
τον προπεριγραφόμενο τρόπο είχε αφαιρέσει από τα διαθέσιμά της. Ότι
ακολούθως, με νέες προφορικές εντολές του Γ. Κ. προς τα υποκαταστήματα
Διοικήσεως και …της ενάγουσας, οι αρμόδιοι υπάλληλοι τους εξέδωσαν από
τις 10-12-1987 έως τις 5-7- 1988,τα παρακάτω λογιστικά δελτία και
εντολές πληρωμής με τα οποία ο υπ'αριθμ. ...247 λογαριασμός όψεως της
εναγομένης πιστώθηκε συνολικά με 458.000.000 δρχ., που εκταμιεύθηκαν από
τον λογαριασμό "ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΔΙΚΤΥΟΥ" της ενάγουσας.
Ειδικότερα, εξέδωσαν στις 10-12-1987 το
υπ'αριθμ. ...04 λογιστικό δελτίο, στις 14-12-1987 το υπ'αριθμ. ...14
λογιστικό δελτίο, στις 10-1-1988 το υπ'αριθμ. ...06 λογιστικό δελτίο,
στις 14-1-1988 το υπ'αριθμ. ...8-5 λογιστικό δελτίο, στις 25-2-1988 το
υπ'αριθμ. ...7-3 λογιστικό δελτίο, στις 3-3-1988 την υπ'αριθμ. 1...30
εντολή με το υπ'αριθμ. ...10-0 λογιστικό δελτίο, στις 18-4-1988 το
υπ'αριθμ. ...19-2 λογιστικό δελτίο, στις 22-4-1988 το υπ'αριθμ. ...2-1
λογιστικό δελτίο, στις 27-4-1988 το υπ'αριθμ. ...006-1 λογιστικό δελτίο,
στις 11-5- 1988 το υπ'αριθμ. ...014-2 λογιστικό δελτίο, στις 16-6-1988
το υπ'αριθμ. ...195-0 λογιστικό δελτίο, στις 5-7-1988 την υπ'αριθμ.
...355 εντολή με το υπ'αριθμ. ...199-4 λογιστικό δελτίο και στις
21-7-19888 το υπ'αριθμ. ...84-0 λογιστικό δελτίο, με τα οποία χρεώθηκε ο
λογαριασμός "ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΔΙΚΤΥΟΥ" της ενάγουσας και πιστώθηκε ο
λογαριασμός όψεως της εναγομένης, με τα χρηματικά ποσά των 8.000.000
δρχ., 20.000.000 δρχ., 20.000.000 δρχ., 5.000.000 δρχ., 15.000.000 δρχ.,
25.000.000 δρχ., 15.000.000 δρχ., 40.000.000 δρχ., 60.000.000 δρχ.,
100.000.000 δρχ., 60.000.000 δρχ., 50.000.000 δρχ. και 40.000.000 δρχ.,
αντίστοιχα, χωρίς να υπάρχει και ανάλογη πίστωση-υπέρ της ενάγουσας, με
χρέωση του λογαριασμού είτε του Γ. Κ. είτε της εναγομένης ή κάποιου
άλλου τρίτου, με αποτέλεσμα και αυτό το συνολικό ποσό των 458.000.000
δρχ. να επιβαρύνει τα διαθέσιμα κεφάλαια της ενάγουσας. Ότι σε ορισμένα
λογιστικά δελτία, όπως στο ...44, στο ...8-5 και στο ...7-3, υπήρχε
χειρόγραφη σημείωση, προφανώς από τον υπάλληλο που τα εξέδωσε, ότι η
καταβολή των χρημάτων θα γινόταν με χρέωση του λογαριασμού του Γ. Κ. και
αντίστοιχη πίστωση του λογαριασμού της ενάγουσας, πλην όμως από κανένα
στοιχείο δεν προέκυψε ότι τηρήθηκε αυτή η διαδικασία και ότι τελικά τα
χρήματα στην εναγομένη καταβλήθηκαν από τον Πρόεδρο της και όχι από την
ενάγουσα.
Ότι η προπεριγραφόμενη συμπεριφορά του
Διοικητή της ενάγουσας Γ. Κ., κατά το χρονικό διάστημα από 23- 1-1987
έως 21-7-1988, πληροί κατ'αρχήν, την ειδική (ποινική) υπόσταση του
αδικήματος της υπεξαιρέσεως σε βάρος της ενάγουσας, καθώς υπό την
προαναφερθείσα ιδιότητά του και με τις εντολές που έδωσε στους
υφισταμένους του, ιδιοποιήθηκε παράνομα από τα διαθέσιμα κεφάλαιά της
συνολικά το ποσό των 608.000.000 δρχ., το οποίο αποτελούσε περιουσία
της, διαχειριζόμενη από τον ίδιο, που το είχε στην κατοχή του ως
Διοικητής της. Ότι, όπως άλλωστε δεν αμφισβητείται, για την πράξη της
υπεξαίρεσης και άλλες συναφείς πράξεις, ο Γ. Κ. κρίθηκε ένοχος και
καταδικάστηκε αμετάκλητα σε ποινή κάθειρξης (βλ. την 664/ 1997 απόφαση
του Πενταμελούς Εφετείου Κακ/των Αθηνών). Ότι κατά το ίδιο χρονικό
διάστημα κατά το οποίο ο Γ. Κ., εκτός από Διοικητής της ενάγουσας, ήταν
και Πρόεδρος του ΔΣ της εναγομένης, και υπό την τελευταία αυτήν ιδιότητα
αποδέχθηκε την κατάθεση στον υπ'αριθμ. ...247 λογαριασμό όψεως, που η
εναγομένη τηρούσε στην ενάγουσα, των υπεξαιρεθέντων από τον ίδιο ποσών,
με αποτέλεσμα αυτή η συμπεριφορά του, ως Προέδρου και νομίμου εκπροσώπου
της εναγομένης, να πληροί και την ειδική υπόσταση του αδικήματος της
αποδοχής προϊόντων εγκλήματος, για την οποία ευθύνεται έναντι της
παθούσας-ενάγουσας και η εναγομένη, σύμφωνα με το άρθρο 71 ΑΚ, αφού,
όπως είναι προφανές, ο Γ. Κ. τέλεσε την αξιόποινη πράξη της αποδοχής
προϊόντων εγκλήματος, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του ως Προέδρου
της εναγομένης.
Ότι ο Γ. Κ. δεν περιορίσθηκε στην
υπεξαίρεση μόνον δραχμικών διαθεσίμων της ενάγουσας αλλά προχώρησε στην
υπεξαίρεση και συναλλαγματικών της διαθεσίμων. -Ειδικότερα, τον
Φεβρουάριο του 1988, ενόψει της μεταγραφής του ποδοσφαιριστή Α. Κ., από
την ελβετική ομάδα ... F.C. στην εναγομένη, ο Γ. Κ., υπό την ιδιότητα
του Διοικητή της ενάγουσας, έδωσε εντολή στον διευθυντή του
υποκαταστήματος ….. Ν. Α., να καταβάλει, με τραπεζικό έμβασμα, στην ...
F.C. το χρηματικό ποσό των 300.000 ελβετικών φράγκων, ως πρώτη δόση του
ανταλλάγματος ύψους 1.050.000 ελβετικών φράγκων, για την μεταγραφή του
ως άνω ποδοσφαιριστή στην εναγομένη. Σε εκτέλεση αυτής της εντολής, στις
18-2-1988, ο Ν. Α. με την υπάλληλο του υποκαταστήματος Α. Τ., συνέταξαν
και απέστειλαν στην ελβετική Τράπεζα ... που ήταν η εκεί ανταποκρίτρια
της ενάγουσας, κλειδαριθμημένο τέλεξ, με το οποίο την κάλεσαν να
καταβάλει, με έμβασμα και χρέωση του λογαριασμού της, το χρηματικό ποσό
των 300.000 ελβετικών φράγκων στην ελβετική ομάδα. Το έμβασμα
εκτελέσθηκε την ίδια ημέρα και η ενάγουσα, όπως ήταν υποχρεωμένη να
πράξει για την λογιστική τακτοποίηση του, εξέδωσε αυθημερόν τα υπ'αριθμ.
...52-5 και ...52-5 λογιστικά δελτία και στις 8-3-1988 πίστωσε με αυτό
το ποσό και ημερομηνία αξίας 18-2-1988 τον λογαριασμό της .... και
χρέωσε αντίστοιχα, και με ημερομηνία αξίας 9-3-1988 τον υπ'αριθμ. ...86
λογαριασμό συναλλάγματος του Γ. Κ.. Ότι η χρέωση ,ωστόσο, αυτή ήταν
μόνον λογιστική και όχι πραγματική, όπως προέκυψε από τον έλεγχο που
πραγματοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος, με αποτέλεσμα το χρηματικό ποσό
των 300.000 ελβετικών φράγκων, που υπεξαίρεσε ο Γ. Κ., στις 18-2-1988,
ως Διοικητής της ενάγουσας και διέθεσε, ως Πρόεδρος της εναγομένης, στην
..., να επιβαρύνει τελικά τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ενάγουσας.
Ότι η ίδια μεθόδευση τηρήθηκε και για την
καταβολή των υπόλοιπων δόσεων, ύψους 300.000 ελβετικών φράγκων και
450.000 ελβετικών φράγκων, που οφείλονταν από την εναγομένη στην ...
F.C. για αυτήν την μεταγραφή. Ειδικότερα, στις 27- 5-1988,που έπρεπε να
καταβληθεί η δεύτερη δόση των 300.000 ελβετικών φράγκων, ο Γ. Κ. έδωσε
προφορική εντολή στην αρμόδια υπάλληλο του υποκαταστήματος Διοικήσεως
και αυτή απέστειλε κλειδαριθμημένο τέλεξ στην Τράπεζα ..., με το οποίο
της ζήτησε να εμβάσει το χρηματικό ποσό των 300.000 ελβετικών φράγκων
στην ... F.C.. Την ίδια ημέρα η ... ως ανταποκρίτρια τράπεζα, εκτέλεσε
αυτό το έμβασμα και η ενάγουσα, για την λογιστική τακτοποίηση του,
χρέωσε τον λογαριασμό καταθέσεων συναλλάγματος του Γ. Κ. με 210.822,21
δολλ.ΗΠΑ, που ήταν το ισόποσο των 300.000 ελβετικών φράγκων και στις
14-6-1988, με ημερομηνία αξίας 27-5-19888 και πίστωσε με το ίδιο ποσό
(300.000 ελβετικά φράγκα) τον λογαριασμό της ..., με αποτέλεσμα να
επιβαρυνθεί η ίδια με αυτό το ποσό, καθώς και σε αυτήν την περίπτωση, η
χρέωση στον λογαριασμό του Γ. Κ. ήταν λογιστική και όχι πραγματική. Ότι
για την εξόφληση της τελευταίας δόσης της ίδιας μεταγραφής, ο Γ. Κ. στις
3-8-1988 έδωσε εντολή στην αρμόδια υπάλληλο του υποκαταστήματος
Διοικήσεως και αυτή απέστειλε κλειδαριθμημένο τέλεξ στην ..., με το
οποίο ζήτησε να εμβάσει το χρηματικό ποσό των 450.000 ελβετικών φράγκων
στον υπ'αριθμ. ...18 JID λογαριασμό, του οποίου ο δικαιούχος παραμένει
μεν άγνωστος, σχετίζεται όμως με την μεταγραφή του Α. Κ. και με αυτήν
την καταβολή, εξοφλήθηκε το συμφωνηθέν αντάλλαγμα. Ότι την ίδια ημέρα, η
... εκτέλεσε το έμβασμα με πίστωση του ως άνω λογαριασμού και χρέωση
του λογαριασμού της ενάγουσας, η οποία για την λογιστική τακτοποίησή
του, χρέωσε τον λογαριασμό του Γ. Κ. με το χρηματικό ποσό των 287.631,83
δολλ. ΗΠΑ, ήτοι το ισόποσο εκείνη την ημέρα των 450.000 ελβετικών
φράγκων και στις 19-8-1988 πίστωσε με το ίδιο ποσό τον λογαριασμό της
... με αποτέλεσμα και αυτή η δόση, όπως οι προηγούμενες, να επιβαρύνουν
τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα, αφού και πάλι, η χρέωση του λογαριασμού
του Γ. Κ. ήταν λογιστική και όχι πραγματική.
Ότι από τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά
προέκυψε ότι για την πραγματοποίηση της μεταγραφής του ποδοσφαιριστή Α.
Κ. από την ελβετική ομάδα ... F.C. στην εναγομένη, ο Γ. Κ., υπό την
ιδιότητα του Διοικητή της ενάγουσας, με τις εντολές για τα τρία
εμβάσματα, που έδωσε στους υφισταμένους του στα υποκαταστήματα
Διοικήσεως και Πειραιώς, ιδιοποιήθηκε παράνομα από τα συναλλαγματικά
διαθέσιμα της ενάγουσας : α) στις 18-2-1988, το χρηματικό ποσό των
300.000 ελβετικών φράγκων, β) στις 27-5-1988 το ποσό των 300.000
ελβετικών φράγκων και γ) στις 3-8-1988 το χρηματικό ποσό των 450.000
ελβετικών φράγκων, τα οποία ακολούθως κατέβαλε στην ως άνω ελβετική
ομάδα για λογαριασμό της εναγομένης υπό την ιδιότητα του Προέδρου και
νομίμου εκπροσώπου της. 'Οτι στις αρχές Ιουλίου του έτους 1988, ενόψει
και της επικείμενης απόκτησης από την εναγομένη του αλλοδαπού
ποδοσφαιριστή Λ. Ν., ο Γ. Κ., υπό την ιδιότητα του Διοικητή της
ενάγουσας, έδωσε εντολή στην υποδιευθύντρια Δ. Κ. να μεριμνήσει για την
δανειοδότηση της ενάγουσας σε γερμανικά μάρκα από Τράπεζα του εξωτερικού
και στις 8-7-1988, η Δ. Κ., συμμορφούμενη σε αυτή την εντολή, κατήρτισε
για λογαριασμό της ενάγουσας, σύμβαση έντοκου (με επιτόκιο 4 και 15/16)
δανείου, διάρκειας ενός μηνός και ύψους 8.000.000 γερμανικών μάρκων με
το αμερικανικό TRUST "IRVING TRUST ΝΥ". Ότι σε εκτέλεση αυτής της
συμβάσεως, τις 12-7-1988, το ανωτέρω ποσό πιστώθηκε από το TRUST στον
λογαριασμό που τηρούσε η ενάγουσα στην τράπεζα "..." στην ... (στην ίδια
πόλη βρίσκεται και η έδρα της ποδοσφαιρικής ομάδας ..., από την οποία η
εναγομένη θα αποκτούσε με μεταγραφή τον Λ. Ν.), ενώ για την εκταμίευση
του ο Γ. Κ., μέσω της γραμματέως του Μ. Μ., έδωσε, την ίδια ημέρα, νέα
εντολή στην Κ. και αυτή συνέταξε και απέστειλε στην ..., το υπό στοιχ.
3629/11-1....988 κλειδαριθμημένο τέλεξ, δυνάμει του οποίου τα 8.000.000
γερμανικά μάρκα πιστώθηκαν, μέσω του Σ. Κ. (αδελφού του Γ. Κ. και
Αντιπροέδρου της εναγομένης), στην εναγομένη, με την έκδοση της
υπ'αριθμ. ...375/ 12-7-1988 ισόποσης επιταγής εις διαταγήν της ...,για
την καταβολή του ανταλλάγματος της μεταγραφής του Λ. Ν. στην εναγομένη.
Ότι η κατάληξη των χρημάτων της ενάγουσας στην εναγομένη προκύπτει από το υπ'αριθμ. 2007/18-11-1988 πόρισμα ελέγχου των ελεγκτών του Τμήματος Ελέγχου για την εφαρμογή των συναλλαγματικών κανόνων στις τράπεζες της ... και την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσας Σ. Π..
Ότι η κατάληξη των χρημάτων της ενάγουσας στην εναγομένη προκύπτει από το υπ'αριθμ. 2007/18-11-1988 πόρισμα ελέγχου των ελεγκτών του Τμήματος Ελέγχου για την εφαρμογή των συναλλαγματικών κανόνων στις τράπεζες της ... και την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσας Σ. Π..
Ότι από τα στοιχεία βέβαια αυτά, δεν
προκύπτει ποιός ήταν ο εκδότης της υπ'αριθμ. ...375/ 12-7-1988 επιταγής
(εάν δηλαδή ήταν ο Σ. Κ. ατομικά ή η εναγομένη), σε κάθε όμως περίπτωση
το Δικαστήριο καταλήγει στην κρίση ότι το χρηματικό ποσό των 8.000.000
γερμανικών μάρκων, ανεξαρτήτως της μεθοδεύσεως που επιλέχθηκε : α)
υπεξαιρέθηκε από τον Γ. Κ., με την σύνταξη του κλειδαριθμημένου τέλεξ,
που το αφαιρούσε από την κατοχή της ενάγουσας, και β) από αυτόν, που
πλέον το είχε ιδιοποιηθεί παρανόμως, κατέληξε, την ίδια ημέρα, στην
εναγομένη, που το χρησιμοποίησε για την εξόφληση της ..., αφού από
κανένα άλλο στοιχείο δεν προκύπτει ότι την καταβολή του τιμήματος αυτής
της μεταγραφής την ανέλαβε κάποιος άλλος, πλην της εναγομένης. Ότι
τελικά και ύστερα από μία τρίμηνη ανανέωση του δανείου, το ποσό των
8.000.000 γερμανικών μάρκων, με τόκους ύψους 126.000 γερμανικών μάρκων,
επιστράφηκε στο TRUST από την ενάγουσα, με αποτέλεσμα η τελευταία να
υποστεί ισόποση περιουσιακή ζημία, αφού χρεώθηκε με αυτό το ποσό, που ο
Γ. Κ. είχε υπεξαιρέσει από την περιουσία της και το είχε καταβάλει στην
εναγομένη, η οποία, μέσω του ιδίου ως νομίμου εκπροσώπου της, το
αποδέχθηκε, γνωρίζοντας ότι είναι προϊόν υπεξαιρέσεως. Ότι από τα
ανωτέρω περιστατικά προκύπτει ότι, όπως και στην περίπτωση των δραχμικών
της διαθεσίμων, η συμπεριφορά του Γ. Κ. σε αμφότερες τις περιπτώσεις
της μεταγραφής των Λ. Ν. και Α. Κ. πληροί, κατ'αρχήν, την ειδική
υπόσταση του αδικήματος της υπεξαιρέσεως σε βάρος της ενάγουσας, καθώς
αυτός υπό την προαναφερθείσα ιδιότητά του και με τις εντολές για
εμβάσματα, που έδωσε στους διευθυντές και τους υπαλλήλους των
υποκαταστημάτων Διοικήσεως και …., ιδιοποιήθηκε παράνομα από τα
συναναλλαγματικά διαθέσιμα της ενάγουσας, που τα διαχειριζόταν ως
Διοικητής της, το χρηματικό ποσό του 1.050.000 ελβετικών φράγκων και των
8.000.000 γερμανικών μάρκων, προκαλώντας, όμως, στην τελευταία
περίπτωση (του Ν.) συνολική ζημία στην ενάγουσα ύψους 8.126.000
γερμανικών μάρκων.
Ότι, ακολούθως, ο Γ. Κ. ενεργώντας πλέον,
ως Πρόεδρος του ΔΣ της εναγομένης, δέχθηκε να περιέλθουν στην κατοχή της
τελευταίας αυτά τα ποσά, και μάλιστα, μέσω μεθοδεύσεων που μετήλθε με
τον αδελφό του και αντιπρόεδρο της εναγομένης Σ. Κ., τα διέθεσε για τις
μεταγραφές ποδοσφαιριστών της, με αποτέλεσμα αυτή η συμπεριφορά του, ως
Προέδρου και νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, να πληροί και την ειδική
υπόσταση του αδικήματος της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος, για την
οποία επίσης ευθύνεται έναντι της παθούσας- ενάγουσας και η εναγομένη ως
νομικό πρόσωπο, σύμφωνα με το άρθρο 71 ΑΚ, αφού, όπως είναι προφανές
και σε αυτήν την περίπτωση ο Γ. Κ. τέλεσε την αξιόποινη πράξη της
αποδοχής προϊόντων εγκλήματος, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του ως
Προέδρου της εναγομένης.
Ότι ενόψει όλων των ανωτέρω η εναγομένη
ευθύνεται έναντι της ενάγουσας, με βάση τις διατάξεις 914 και 71 ΑΚ, για
την αδικοπραξία της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος, που τέλεσε, σε βάρος
της τελευταίας, ο Πρόεδρος του Διοικητικού της Συμβουλίου και νόμιμος
εκπρόσωπος της Γ. Κ., κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του από τις
23-11-1987 έως τις 21-7-1988 και επομένως, έχει υποχρέωση να την
αποζημιώσει για την ζημία που υπέστη και η οποία ανέρχεται στο χρηματικό
ποσό των 608.000.000 δρχ., των 1.050.000 ελβετικών φράγκων και των
8.126.000 γερμανικών μάρκων. Ότι τα ποσά αυτά υποχρεούται να καταβάλει η
εναγομένη στην ενάγουσα με το νόμιμο τόκο, α) το πρώτο από την επίδοση
της αγωγής, β) το σε ευρώ ισάξιο, κατά την 14η-11-1988, που έληξε το
δάνειο από το TRUST "IRVING TRUST ΝΥ", του χρηματικού ποσού των
8.126.000 γερμανικών μάρκων και γ) το ισάξιο σε ευρώ κατά την
18η-2-1988, του χρηματικού ποσού των 300.000 ελβετικών φράγκων, το
ισάξιο σε ευρώ, κατά την 27η-5-1988 του χρηματικού ποσού των 300.000
ελβετικών φράγκων και το ισάξιο σε ευρώ, κατά την 3-8-1988, του
χρηματικού ποσού των 450.000 ελβετικών φράγκων. Ότι ως προς την ισοτιμία
γερμανικού μάρκου, ελβετικού φράγκου και δραχμής, κατά τα
προαναφερόμενα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, αυτές όπως προκύπτουν από τα
αρχεία που τηρούνται στο Τμήμα Γενικών Εργασιών Συναλλάγματος της ...,
και δεν αμφισβητούνται, ανέρχονται σε: I) 1 γερμανικό μάρκο / 82, 852
δρχ., την 14- 11- 1988, II) 1 ελβ.φράγκο / 97,050 δρχ. την 18η-2-1 988,
III) 1 ελβ.φράγκο/ 80,020 δρχ., την 27-5-1983 και IV) 1 ελβ.φράγκο/
96,106 δρχ. την 3-8-1988, με αποτέλεσμα, με βάση τα ως άνω στοιχεία, το
συνολικό ποσό σε ευρώ, που η εναγομένη οφείλει στην ενάγουσα, να
ανέρχεται σε 4.042.917, 25 ευρώ, ήτοι 1.784.299,34 ευρώ + 1.975.804,41
ευρώ (που είναι το ισόποσο των γερμανικών μάρκων) + 85.443,87 ευρώ (που
είναι το ισόποσο των ελβετικών φράγκων την 18-2-1988) + 70.450,48 ευρώ
(που είναι το ισόποσο των ελβετικών φράγκων την 27η-5-1988) + 126.919,
15 ευρώ, (που είναι το ισόποσο των ελβετικών φράγκων την 3η-8-1988).
VI. Στη συνέχεια η ως άνω υπ'αρίθμ.'567/
2011 απόφαση του Εφετείου δέχθηκε τα ακόλουθα: "Η εναγομένη, όπως
προκύπτει από το σύνολο των ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις
της πρωτοδίκως, αρνήθηκε την αγωγή, υποστηρίζοντας ότι βάσει έγκυρης
εντολής του Γ. Κ. και με χρέωση ατομικού λογαριασμού του τελευταίου
εκταμιεύτηκαν από την ενάγουσα και καταβλήθηκαν σ'αυτήν τα επίδικα ποσά
και ότι πάντως τα ποσά αυτά εισέπραξε χωρίς να γνωρίζει την εγκληματική
τους προέλευση. Επίσης η εναγομένη προέβαλε πρωτοδίκως ένσταση ιδίου της
ενάγουσας πταίσματος (άρθρο 300 ΑΚ), διότι, όπως υποστήριξε, η ενάγουσα
από ασύγγνωστη αμέλεια και αβελτηρία των αρμοδίων υπαλλήλων της,
μολονότι μπορούσε και όφειλε, παρέλειψε να διαγνώσει την εγκληματική
δραστηριότητα του Γ. Κ.. Την ένσταση δε αυτή επαναφέρει η εναγομένη και
στον παρόντα βαθμό με τον τρίτο λόγο της έφεσης και τον βελτιώνει και
αναπτύσσει περαιτέρω με τον τέταρτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων
λόγων εφέσεως, υποστηρίζοντας ότι η ζημία της ενάγουσας προκλήθηκε όχι
με την αποδοχή απ'αυτήν (εναγομένη) των επιδίκων ποσών, αλλά με την
υπεξαίρεση τούτων, η οποία προηγήθηκε και οφείλεται στις δόλιες
ενέργειες του Γ. Κ. και σε αμέλεια των λοιπών μελών του ΔΣ της ενάγουσας
και των υπαλλήλων της, οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με τον έλεγχο και
την επιθεώρηση της λειτουργίας της και δεν απέτρεψαν την υπεξαίρεση.
Λαμβανομένων ωστόσο υπόψη των περιστατικών που αποδείχθηκαν και
εκτέθηκαν πιο πάνω, οι προαναφερόμενοι αρνητικοί της αγωγής ισχυρισμοί,
οι οποίοι συγκροτούν τους δυο πρώτους λόγους της έφεσης, είναι εντελώς
αβάσιμοι και απορριπτέοι.
Εξάλλου, η ένσταση συντρέχοντος πταίσματος
είναι απορριπτέα ως αβάσιμη στην ουσία για τους εξής λόγους : 1)
Κατ'αρχήν, η μεταβίβαση από το δράστη της υπεξαίρεσης σε τρίτον των
υπεξαιρεθέντων δεν αποτελεί, όπως υποστηρίζει η εναγομένη, μια
συνηθισμένη και αναμενόμενη συνέχεια της υπεξαίρεσης, αφού εξαρτάται από
διάφορους αστάθμητους παράγοντες (μη καταστροφή, ανάλωση, απώλεια κλπ
των υπεξαιρεθέντων) και βέβαια από τη βούληση τόσο του υπεξαιρέτη να
προβεί στη μεταβίβαση όσο και του αποδέκτη να λάβει στην κατοχή του τα
προϊόντα της υπεξαίρεσης εν γνώσει της παράνομης προέλευσής τους και 2)
Στην προκείμενη υπόθεση, από τα αποδεικτικά στοιχεία που τέθηκαν υπόψη
του Δικαστηρίου δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα
στις επικαλούμενες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων και των
προστηθέντων της ενάγουσας και στην προκληθείσα από την εναγομένη ζημία,
ότι δηλαδή οι πράξεις και παραλείψεις αυτές ήταν, καθεαυτές, ικανές
κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και την κοινή ανθρώπινη πείρα να
προκαλέσουν την ιστορούμενη πιο πάνω αποδοχή από την εναγομένη των
υπεξαιρεθέντων.
Μετά από αυτά, με την ανωτέρω απόφαση του το Εφετείο, διαπιστώνοντας ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά ως προς τους προαναφερόμενους αρνητικούς ισχυρισμούς της εναγομένης και την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος κατέληξε στις ίδιες κρίσεις, απορρίπτοντας την ένσταση αυτή και δεχόμενο την αγωγή, αποφάνθηκε ότι δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και ης αποδείξεις εκτίμησε. Έτσι δέχθηκε μεν κατά το τυπικό μέρος αλλ' απέρριψε κατ'ουσίαν την έφεση και τους πρόσθετους λόγους εφέσεως.
Μετά από αυτά, με την ανωτέρω απόφαση του το Εφετείο, διαπιστώνοντας ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά ως προς τους προαναφερόμενους αρνητικούς ισχυρισμούς της εναγομένης και την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος κατέληξε στις ίδιες κρίσεις, απορρίπτοντας την ένσταση αυτή και δεχόμενο την αγωγή, αποφάνθηκε ότι δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και ης αποδείξεις εκτίμησε. Έτσι δέχθηκε μεν κατά το τυπικό μέρος αλλ' απέρριψε κατ'ουσίαν την έφεση και τους πρόσθετους λόγους εφέσεως.
Κατά της παραπάνω (567/2011) αποφάσεως
ασκήθηκε αναίρεση μετά προσθέτων λόγων εκ μέρους της εκκαλούσας -
εναγομένης, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ'αριθμ. 1903/2013 απόφαση του
Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε εν μέρει η τελευταία [υπ'αριθμ.
567/2011 απόφαση] ως προς τα κεφάλαια που αφορούσαν α) στην αναγνώριση
της προκλήσεως βλάβης ποσού 1.050.000 ελβετικών φράγκων για ανεπάρκεια
αιτιολογίας και β) ως προς την απόρριψη της ενστάσεως συντρέχοντος
πταίσματος της εφεσιβλήτου - ενάγουσας για εσφαλμένη ερμηνεία και
εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 300 ΑΚ. Ειδικότερα δέχθηκε ο 'Αρειος
Πάγος ως προς μεν το υπό στοιχ. α κεφάλαιο ότι "κατά το μέρος που η
απόφαση (567/2011) αφορά το ποσό των 1.050.000 ελβετικών φράγκων
στερείται νόμιμης βάσης διότι δεν διαλαμβάνονται σαφείς και πλήρεις
αιτιολογίες για το ζήτημα της υπεξαίρεσης του ποσού τούτου από το Γ. Κ.,
το οποίο και ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης" ως προς δε
το δεύτερο ότι "Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο δέχθηκε ότι ο Γ. Κ.
διέπραξε με την ιδιότητα μεν του εκπροσώπου της ήδη αναιρεσίβλητης
Τράπεζας την σε βάρος της υπεξαίρεση, ζημιώσας αυτήν κατά τα αναφερόμενα
στην απόφαση χρηματικά ποσά, με την ιδιότητα δε του εκπροσώπου της
αναιρεσείουσας ανώνυμης ποδοσφαιρικής εταιρείας (...) διέπραξε σε βάρος
της Τράπεζας την αδικοπραξία της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος, πράξη
για την οποία, όπως δέχθηκε το Εφετείο, η αναιρεσείουσα ευθύνεται έναντι
αυτής σε αποζημίωση για την ίδια ζημιά που προκλήθηκε με την
υπεξαίρεση.
Επίσης, το Εφετείο δέχθηκε ότι η ένδικη
ζημία της Τράπεζας από την υπεξαίρεση των χρηματικών ποσών από τον Γ. Κ.
και την εν συνεχεία αποδοχή προϊόντων εγκλήματος από την αναιρεσείουσα,
προκλήθηκε, και διότι οι πρόστηθέντες από την Τράπεζα υπάλληλοι της δεν
προέβησαν στους αναγκαίους ελέγχους που αναφέρονται στην απόφαση, αλλά
αντιθέτως αυτοί προέβησαν στις χρεώσεις, πιστώσεις και τα εμβάσματα, που
επίσης εκτίθενται στην ίδια απόφαση δια των οποίων κατέστη δυνατή η
υπεξαίρεση των χρημάτων από τον Γ. Κ.. Ομοίως, το Εφετείο δέχθηκε ότι οι
προαναφερόμενες πράξεις της υπεξαίρεσης και Της αποδοχής προϊόντων
εγκλήματος από τον ίδιο δράστη, δηλαδή τον Γ. Κ., συνιστούν ενιαία
αδικοπρακτική συμπεριφορά αυτού και εντάσσονται στο πλαίσιο του
παράνομου σχεδίου που αυτός έθεσε σε εφαρμογή με την προαναφερόμενη
διττή ιδιότητα, δηλαδή στην υπεξαίρεση των χρημάτων της Τράπεζας,
προκειμένου αυτά να ενσωματωθούν στην περιουσία της αναιρεσείουσας με
την τέλεση από τον ίδιο του αδικήματος της αποδοχής προϊόντων
εγκλήματος.
Το Εφετείο, όμως, αν και δέχθηκε τα πιο
πάνω, απέρριψε την ένσταση συνυπαιτιότητας της ενάγουσας Τράπεζας, που
είχε προβάλει η ήδη αναιρεσείουσα ποδοσφαιρική εταιρεία. Ειδικότερα το
Εφετείο: Α) Ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 300 ΑΚ έκρινε ότι: Η
ευδοκίμηση της ένστασης αυτής προϋποθέτει ότι η επικαλούμενη υπαίτια (ή
κατ'εξαίρεση αναίτια) συμπεριφορά του παθόντος ή των προσώπων για τα
οποία αυτός ευθύνεται τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο τόσο με την ζημία όσο
και με το γεγονός που προκάλεσε τη ζημία, δηλαδή την ενέργεια ή
παράλειψη του ζημιώσαντος. Απαιτείται δηλαδή η συμπεριφορά του παθόντος ή
των προσώπων για τα οποία αυτός ευθύνεται να είναι καθεαυτή ικανή κατά
τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και κατά την κοινή ανθρώπινη πείρα να
συντελέσει στην πρόκληση ή την έκταση της ζημίας αλλά και να προκαλέσει
τη ζημιογόνο πράξη του ζημιώσαντος και Β)Εφαρμόζοντας την εν λόγω
διάταξη δέχθηκε ότι οι πράξεις κ παραλείψεις των οργάνων και των
προστηθέντων της ενάγουσας δεν τελούν σε αιτιώδη, συνάφεια με την
προκληθείσα από την εναγομένη ζημία} καθόσον αυτές δεν ήταν ικανές κατά
τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και την κοινή ανθρώπινη πείρα να
προκαλέσουν την αποδοχή από την εναγομένη των υπεξαιρεθέντων. Όμως,
κατ'ορθή έννοια της διάταξης του άρθρου 300 ΑΚ, για την ύπαρξη
συντρέχοντος πταίσματος του ζημιωθέντος στην πρόκληση ή την έκταση της
ζημίας του αρκεί να υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημιογόνας
συμπεριφοράς του ζημιωθέντος ή των οργάνων και των προστηθέντων του και
της ζημίας που προκλήθηκε, χωρίς να απαιτείται απαραιτήτως να υφίσταται
αιτιώδης συνάφεια και μεταξύ της ζημιογόνας συμπεριφοράς του ζημιωθέντος
και της συμπεριφοράς του ζημιώσαντος. Με βάση δε τα ανελεγκτως κριθέντα
από το Εφετείο ως αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά προκύπτει
αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στις πράξεις και παραλείψεις των οργάνων και
προστηθέντων υπαλλήλων της ενάγουσας και της ζημίας της τελευταίας, η
οποία προκλήθηκε με τη προηγηθείσα πράξη της υπεξαίρεσης εκ μέρους του
νομίμου εκπροσώπου της Γ. Κ., η οποία ζημία ταυτίζεται με εκείνη που
προκλήθηκε από τον ίδιο, αλλά με την ιδιότητα του εκπροσώπου της
αναιρεσείουσας ποδοσφαιρικής εταιρείας, με την αποδοχή των
υπεξαιρεθέντων και την ενσωμάτωση αυτών στην περιουσία της και τη
διάθεσή τους για την κάλυψη δικών της υποχρεώσεων προς τρίτους, πράξη
στην οποία αυτός εξαρχής αποσκοπούσε- με την προηγηθείσα υπεξαίρεση- και
με την οποία ολοκληρώθηκε η αδικοπρακτική αυτού συμπεριφορά.
Ανεξαρτήτως δε αυτών, όπως έχει ήδη γίνει δεκτό πιο πάνω (κατά την
έρευνα της ευθύνης της εναγομένης αναιρεσείουσας από αδικοπραξία), η
συμπεριφορά του Γ. Κ., όπως αυτή προκύπτει από τα κριθέντα ως
αποδειχθέντα από το Εφετείο πραγματικά περιστατικά, υπό την διττή αυτού
ιδιότητα και ειδικότερα ως εκπροσώπου της εναγομένης-αναιρεσείουσας, να
αποδεχθεί τα υπεξαιρεθέντα (από τον ίδιο με άλλη ιδιότητα), τελεί σε
αιτιώδη σύνδεσμο με την ισόποση ζημία της ενάγουσας-αναιρεσίβλητης
Τράπεζας. Τούτο δε αρκεί για να θεμελιώσει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της
ζημίας και της συμπεριφοράς του ζημιωθέντος, αλλά και του ζημιώσαντος,
εκπροσωπουμένων και των δύο από το ίδιο φυσικά πρόσωπο.
Συνεπώς ήταν βάσιμη η προταθείσα, από την
αναιρεσείουσα ... ένσταση συνυπαιτιότητας της αντιδίκου της και το
Εφετείο, το οποίο, αν και δέχθηκε ότι η ένσταση αυτή ασκήθηκε
παραδεκτώς, την έκρινε απρρριπτέα, με την πιο πάνω αιτιολογία, παραβίασε
τη διάταξη του άρθρου 300 ΑΚ, [κεφάλαιο ως προς το οποίο πρέπει να
αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση]. Τούτο δε διότι αξίωσε περισσότερα
στοιχεία από όσα απαιτούνται για την εφαρμογή της και ειδικότερα αξίωσε
ύπαρξη- οπωσδήποτε - αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στις πράξεις και
παραλείψεις των οργάνων και των προστηθέντων υπαλλήλων της ενάγουσας και
της πράξεως της αποδοχής από την εναγομένη των υπεξαιρεθέντων και δεν
αρκέστηκε στην υπάρχουσα, με βάση τα δεκτά γενόμενα από αυτό ως
αποδειχθέντα και πιο πάνω αναφερόμενα πραγματικά περιστατικά, αιτιώδη
συνάφεια ανάμεσα στις πράξεις και παραλείψεις των οργάνων και των
προστηθέντων υπαλλήλων της ενάγουσας και της ζημίας της τελευταίας που
προκλήθηκε με τη προηγηθείσα πράξη της υπεξαίρεσης εκ μέρους του νομίμου
εκπροσώπου της Γ. Κ., ζημία η οποία ταυτίζεται με την προκληθείσα με
την πράξη της αποδοχής των υπεξαιρεθέντων από τον ίδιο, και με την οποία
αυτός ολοκλήρωσε την αδικοπρακτική συμπεριφορά του."
Σε εκτέλεση της παραπάνω αναιρετικής
αποφάσεως (1903/13) η υπόθεση εισήχθη, ύστερα από κλήση της εφεσιβλήτου,
ενώπιον του Δικαστηρίου της παραπομπής, που εξέδωσε την αναιρεθείσα
(576/2011) απόφαση, προκειμένου η υπόθεση να συζητηθεί εντός των
διαγραφομένων από την εν λόγω απόφαση ορίων (κατά το μέρος που
αναιρέθηκε) δηλαδή ως προς τα κεφάλαια της εξ 1.050.000 ελβετικών
φράγκων ζημίας και της ενστάσεως συνυπαιτιότητος. Το Εφετείο Πειραιώς,
ως δικαστήριο της παραπομπής, εξέδωσε την 305/2016 απόφασή του με την
οποία δέχθηκε ως προς τα παραπάνω αναιρεθέντα κεφάλαια τα ακόλουθα: Α)
Ως προς το κεφάλαιο της ενστάσεως συνυπαιτιότητος ότι "... Στην
προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη - εκκαλούσα με τις από 28-2-1990
πρωτόδικες προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προέβαλε
ως προαναφέρθηκε, ένσταση συνυπαιτιότητας της ενάγουσας - εφεσίβλητης,
ισχυριζόμενη αυτολεξεί τα ακόλουθα: "κατηγορούμεν την αντίδικον ότι δια
της ασυγνώστου αμελείας και αβελτηρίας των αρμοδίων υπαλλήλων της
παρέλειψε να διαγνώσει, καίτοι ηδύνατο και όφειλε να πράξει τούτο, την
εγκληματική δραστηριότητα του Προέδρου και Διοικητού της Γ. Κ. και
συνεπώς ζημιωθείσα εκ της τοιαύτης υπαιτίου αδιαφορίας της, εξ ιδίου
δηλονότι αμαρτήματος, ου δοκεί ζημιούσθαι (300 ΑΚ)".
Με το συγκεκριμένο όμως αυτό περιεχόμενο, η
εν λόγω ένσταση, όπως είναι διατυπωμένη, είναι, βάσει των
προαναφερθεισών νομικών σκέψεων, απορριπτέα ως αόριστη και ως εκ τούτου
απαραδέκτως ασκηθείσα, κατά την αυτεπάγγελτη έρευνα του παρόντος
Δικαστηρίου, και τούτο διότι δεν περιέχει σαφή μνεία των περιστατικών
που είναι ικανά για να θεμελιώσουν το πταίσμα της ζημιωθείσας ενάγουσας
και δη των οργάνων που την αντιπροσωπεύουν. Επίσης δεν αναφέρεται ποιοι
είναι οι αρμόδιοι υπάλληλοι της ενάγουσας, καθώς και συγκεκριμένα ποιες
είναι εκείνες οι πράξεις ή οι παραλείψεις των αρμοδίων υπαλλήλων της
ενάγουσας που την αντιπροσωπεύουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ,
που συντέλεσαν στην πρόκληση ή την έκταση της ζημίας της ενάγουσας και
ως εκ τούτου δεν αναφέρεται ούτε η τυχόν υπάρχουσα αιτιώδης συνάφεια
ανάμεσα στις πράξεις και παραλείψεις των οργάνων και των προστηθέντων
υπαλλήλων της ενάγουσας και της ζημίας της τελευταίας που προκλήθηκε
κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή." Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το
οποίο έκρινε την εν λόγω ένσταση ως παραδεκτή και νομικά βάσιμη και στη
συνέχεια την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, ορθώς μεν έκρινε
κατ'αποτέλεσμα, πλην όμως με εσφαλμένη αιτιολογία, η οποία και πρέπει να
αντικατασταθεί με την ορθή αμέσως ως άνω της παρούσας, δοθέντος ότι
αυτή (αντικαθιστώσα αιτιολογία) είναι ευμενέστερη για την εκκαλούσα,
απορριπτομένων μετά τούτο της έφεσης και των πρόσθετων λόγων, κατά το εν
λόγω σκέλος τους ως ουσιαστικά αβάσιμων. Β) Ως προς το κεφάλαιο της
ζημίας των 1.050.000 ελβ. Φράγκων ότι: "Τον Φεβρουάριο του 1988, ενόψει
της μεταγραφής του ποδοσφαιριστή Α. Κ., από την ελβετική ομάδα ... F.C
στην εναγομένη, ο Γ. Κ., υπό την ιδιότητα του Διοικητή της ενάγουσας,
έδωσε εντολή στον διευθυντή του καταστήματος …. Ν. Α., να καταβάλει, με
τραπεζικό έμβασμα, στην ... F.C. το χρηματικό ποσό των 300.000 ελβετικών
φράγκων, ως πρώτη δόση του ανταλλάγματος ύψους 1.050.000 ελβετικών
φράγκων για την μεταγραφή του ως άνω ποδοσφαιριστή στην εναγομένη. Σε
εκτέλεση αυτής της εντολής, στις 18-2-1988, ο Ν. Α.ς με την υπάλληλο του
υποκαταστήματος Α. Τ., συνέταξαν και απέστειλαν στην ελβετική Τράπεζα
... που ήταν η ανταποκρίτρια της ενάγουσας, κλειδαριθμημένο τέλεξ, με το
οποίο την κάλεσαν να καταβάλει, με έμβασμα και χρέωση του λογαριασμού
της, το χρηματικό ποσό των 300.000 ελβετικών φράγκων στην ελβετική
ομάδα. Το έμβασμα εκτελέσθηκε την ίδια ημέρα και η ενάγουσα, όπως ήταν
υποχρεωμένη να πράξει για την λογιστική τακτοποίησή του, εξέδωσε
αυθημερόν τα υπ'αριθμ. ...52-5 κ?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου