Αριθμός απόφασης /2013
Αριθμός κατάθεσης αγωγής: ……/……….
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΤΕΚΝΩΝ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή
…….., Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα ………..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος ……………., κατοίκου ……… Αττικής (οδός ….., αριθ. ….), που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου ………., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Των εναγομένων: 1) …………., κατοίκου ….. Αττικής (οδός ……., αριθ. …), 2) ………….., κατοίκου …….. Αττικής (οδός ….., αριθ. …) και 3) …………….., κατοίκου …….. Αττικής (οδός ……., αριθ. …), ως ειδικού επιτρόπου του γεννηθέντος στις …………, στο …………. Αττικής, ανήλικου και αβάπτιστου άρρενος τέκνου της δεύτερης εναγομένης, από τους οποίους ο πρώτος κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ η δεύτερη παραστάθηκε δια και ο τρίτος μετά της πληρεξουσίας τους δικηγόρου …….., η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από ………. αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό κατάθεσης ……./………, προσδιορίστηκε για τη σημερινή δικάσιμο (της ………..) και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη με αριθμό ………… έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………….., που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη σημερινή δικάσιμο επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον πρώτο εναγόμενο. Ο τελευταίος, όμως, δεν εμφανίστηκε στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 614 παρ. 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 603 παρ. 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με το άρθρο 1467 ΑΚ η ιδιότητα του τέκνου, για το οποίο συντρέχει ένα από τα τεκμήρια των άρθρων 1465 και 1466 ΑΚ, ως τέκνου γεννημένου σε γάμο, μπορεί να προσβληθεί δικαστικώς, αν αποδειχθεί ότι η μητέρα δεν συνέλαβε πράγματι από τον σύζυγό της ή ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης, δηλαδή αυτό που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοστή και την εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα πριν τον τοκετό (άρθρο 1468 ΑΚ), ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, ιδίως εξαιτίας ανικανότητας ή αποδημίας του ή επειδή δεν είχαν σχέσεις. Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι το τεκμήριο της καταγωγής του τέκνου από το γάμο, το οποίο είναι μαχητό, μπορεί να ανατραπεί μόνο με αγωγή προσβολής της πατρότητας (βλ. και άρθρο 620 ΚΠολΔ), η οποία εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ (διαφορές που αναφέρονται σε σχέσεις γονέων και τέκνων). Στην άσκηση της αγωγής αυτής νομιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 1469 αριθ. 5 ΑΚ και ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα βρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγό της είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο κατά τα προαναφερόμενα διάστημα της σύλληψης, οπότε η σχετική αγωγή πρέπει να στρέφεται κατά της μητέρας του τέκνου, του συζύγου της και του τέκνου ή του ειδικού επιτρόπου αυτού, μεταξύ των οποίων δημιουργείται σχέση αναγκαίας ομοδικίας. Σε περίπτωση που το τέκνο είναι ανήλικο, δεν μπορεί να εκπροσωπηθεί από τη μητέρα του, αλλά θα πρέπει να διοριστεί για το σκοπό αυτό ειδικός επίτροπος. Ο επίτροπος αυτός διορίζεται κατ’ αρχήν με απόφαση του Ειρηνοδίκη της περιφέρειας, στην οποία έχει τη συνήθη διαμονή ο ανήλικος, ακολουθείται δε η διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Κατ’ εξαίρεση και σε όλως επείγουσες περιπτώσεις είναι δυνατόν να διοριστεί προσωρινός ειδικός επίτροπος σύμφωνα με το άρθρο 1601 εδ. β΄ ΑΚ. Ειδικότερα, ο ορισμός του προσωρινού ειδικού επιτρόπου γίνεται με προσωρινή διαταγή, η οποία στα πλαίσια της εκούσιας δικαιοδοσίας χορηγείται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 781 ΚΠολΔ.
Στην προκειμένη περίπτωση ο ενάγων ισχυρίζεται ότι το άρρεν, ανήλικο και αβάπτιστο ακόμα τέκνο της δεύτερης εναγομένης, το οποίο γεννήθηκε στο ………. Αττικής, την ……. και νομίμως εκπροσωπείται από τον τρίτο εναγόμενο ειδικό επίτροπό του, δεν είναι γνήσιο τέκνο του πρώτου εναγόμενου, συζύγου της πρώτης, καθώς κατά τον κρίσιμο χρόνο της σύλληψής του ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, λόγω διακοπής της έγγαμης συμβίωσής τους ήδη από τις αρχές του έτους 2010 και ανυπαρξίας σχέσεων μεταξύ τους. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητεί να αναγνωριστεί ότι το προαναφερόμενο ανήλικο τέκνο της δεύτερης εναγομένης δεν είναι τέκνο του πρώτου εναγόμενου, αλλά είναι τέκνο του ιδίου (ενάγοντος). Με το περιεχόμενο αυτό και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή κατά το πρώτο σκέλος του ως άνω αιτήματος παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 615-622 ΚΠολΔ, που αφορούν σε διαφορές που αναφέρονται σε σχέσεις γονέων και τέκνων (άρθρα 17 αριθ. 1 και 614 ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που μνημονεύονται στην αμέσως πιο πάνω μείζονα σκέψη. Πλην, όμως, το δεύτερο σκέλος του αιτήματος, για αναγνώριση της πατρότητας του ενάγοντος σχετικά με το ως άνω ανήλικο τέκνο είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο, ελλείψει εννόμου συμφέροντος, γιατί η παραδοχή της αγωγής ως προς το αίτημα προσβολής της πατρότητας του τέκνου επιφέρει αυτοδικαίως κατά το άρθρο 1472 παρ. 2 ΑΚ και δικαστική αναγνώριση αυτού από τον ενάγοντα. Κατά συνέπεια, η ένδικη αγωγή πρέπει να ερευνηθεί κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η δεύτερη και ο τρίτος των εναγομένων, με τις νομίμως και εμπροθέσμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους και με σχετική δήλωση της πληρεξουσίας τους δικηγόρου στο ακροατήριο πριν την έναρξη της συζήτησης, η οποία καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, συνομολογούν τα πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν την κρινόμενη αγωγή, η ομολογία δε αυτή εκτιμάται ελεύθερα σε συνδυασμό με τις άλλες αποδείξεις (άρθρα 614 παρ. 1 και 600 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάστηκε νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου και από τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η δεύτερη των εναγομένων είχε τελέσει με τον πρώτο εναγόμενο νόμιμο θρησκευτικό γάμο, στις ………., στον Ιερό Ναό ………………… Αττικής. Από τις αρχές του έτους 2010 η έγγαμη συμβίωση των δύο πρώτων εναγομένων διακόπηκε οριστικά και η μεν δεύτερη εναγομένη διαμένει έκτοτε μόνιμα στην ………. Αττικής, στην οικία των γονέων της, ο δε πρώτος εναγόμενος διαμένει σε διαφορετική οικία, χωρίς να έχουν έρθει έκτοτε σε οποιαδήποτε επαφή. Με την από ……… και με αριθμό κατάθεσης στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά ……../…….. αγωγή της η εδώ δεύτερη εναγομένη ζήτησε τη λύση του γάμου της με τον εδώ πρώτο εναγόμενο. Επί της αγωγής εκείνης εκδόθηκε η με αριθμό ……/……. απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία έλυσε τον γάμο αυτό, δεχόμενη ότι οι εδώ δύο πρώτοι εναγόμενοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από τον ……. του …….. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια του γάμου τους αυτού η δεύτερη των εναγομένων γέννησε στο ……… Αττικής, την …….., ένα άρρεν (αβάπτιστο ακόμα) τέκνο. Το τέκνο αυτό τεκμαίρεται, σύμφωνα με το άρθρο 1465 παρ. 2 ΑΚ, ότι έχει πατέρα το σύζυγο της μητέρας τους, δηλαδή τον πρώτο εναγόμενο. Πλην, όμως, κατά το κρίσιμο κατ’ άρθρο 1468 ΑΚ χρονικό διάστημα, που περιλαμβάνεται μεταξύ της 300ης και της 180ης ημέρας πριν από τον τοκετό, η δεύτερη των εναγομένων ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από τον πρώτο εναγόμενο σύζυγό της, λόγω της διακοπής της έγγαμης συμβίωσής τους και γενικότερα της μεταξύ τους σχέσης, όπως ήδη αναλυτικά εκτέθηκε. Μάλιστα, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα η δεύτερη των εναγομένων διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τον ενάγοντα, με τον οποίο εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να συζεί. Όλα τα προαναφερόμενα αποδεικνύονται και από την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης. Κατόπιν των προαναφερομένων και με δεδομένο ότι αφενός μεν από τη γέννηση του ως άνω ανηλίκου (……..) μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αγωγής (…….) δεν παρήλθε η κατ’ άρθρο 1470 αριθ. 5 ΑΚ προθεσμία των δύο ετών αφετέρου δε διορίστηκε με την από ……… προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδίκη Πειραιά, επί της με αριθμό κατάθεσης …/…….. κοινής αίτησης του εδώ ενάγοντος και της εδώ δεύτερης εναγομένης ειδικός επίτροπος του ανηλίκου για τη διεξαγωγή της παρούσας δίκης ο τρίτος εναγόμενος, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αγωγή ως κατ’ ουσία βάσιμη και να αναγνωριστεί ότι το άρρεν, αβάπτιστο ακόμα τέκνο, που η δεύτερη των εναγομένων γέννησε στις ………. στο ……… Αττικής δεν είναι τέκνο του πρώτου εναγομένου και δεν ισχύει γι’ αυτό το τεκμήριο του γεννηθέντος σε γάμο τέκνου. Τέλος, πρέπει να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους του πρώτου των εναγομένων ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, ενώ δικαστικά έξοδα δεν θα επιβληθούν ελλείψει σχετικού αιτήματος.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του πρώτου εναγομένου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας σε εκατόν πενήντα (150,00) ΕΥΡΩ.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την αγωγή.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ το άρρεν, αβάπτιστο ακόμα, τέκνο της δεύτερης των εναγομένων, που γεννήθηκε στο ………. Αττικής, στις ….., μη γνήσιο τέκνο του πρώτου εναγομένου.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, δίχως την παρουσία των διαδίκων, στην Αθήνα, στις …………..
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου