Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Απόφαση 1968 / 2007 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Θέμα Αιτιολογίας επάρκεια, Ερημοδικία αναιρεσείοντος, Δήμευση μεταφορικού μέσου, Αλλοδαπού παράνομη μεταφορά.

Απόφαση 1968 / 2007    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ερημοδικία αναιρεσείοντος, Δήμευση μεταφορικού μέσου, Αλλοδαπού παράνομη μεταφορά.



Περίληψη:
Ορθή και αιτιολογημένη καταδίκη για παράβαση του άρθρου 55 παρ. 1 του Ν. 2910/2001 όπως αντικ. με το άρθρο 37 του Ν. 3153/2003. Πότε η αιτιολογία για τη δήμευση μεταφορικού μέσου είναι ειδική και εμπεριστατωμένη.



Αριθμός 1968/2007 ..


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό-Εισηγητή και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Σεπτεμβρίόυ 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ...... που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Βούβαλη, για αναίρεση της 545/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας..
Το Τριμελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 17 Ιανουαρίου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 214/2007.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσειοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 55 § 1 εδαφ. α του ν. 2.910/2001 "Είσοδος και παραμονή αλλοδαπών στην Ελληνική Επικράτεια κλπ.", όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 37 του ν. 3.153/2003 από 19.6.2003, "...οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου, που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα αλλοδαπούς, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους προωθούν στο εσωτερικό της χώρας, ή διευκολύνουν τη μεταφορά ή την προώθησή τους, ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή 5.000 έως 20.000 ευρώ για κάθε μεταφερόμενο αλλοδαπό". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει αα) ότι θεσμοθετείται ποινικό αδίκημα, υπαλλακτικώς μικτό, που πραγματοποιείται με καθένα από τους ανωτέρω τρόπους από τα πρόσωπα, τα οποία αποδέχονται να μεταφέρουν στην Ελλάδα αλλοδαπούς, που δεν έχουν δικαίωμα να εισέλθουν στο έδαφός της, ή τους προωθούν στο εσωτερικό της Χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά ή την προώθησή τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, γνωρίζοντας την αυθαίρετη είσοδο τους ως λαθρομεταναστών, και ββ) ότι για την τέλεση του αδικήματος της μεταφοράς αλλοδαπού μη έχοντος δικαίωμα εισόδου στο εσωτερικό της χώρας, απαιτείται υποκειμενικά δόλος, είτε άμεσος, είτε ενδεχόμενος. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούμενη κατά το άρθρο 93 § 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 § 5 του ν. 2408/1996, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 § 1 περ. Δ΄ του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτή περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά με τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά, αρκεί ωστόσο να συνάγεται από την απόφαση, ότι όλα τα αποδεικτικά μέσα έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης (ΟλΑΠ 1/2005), καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Η ύπαρξη του δόλου σε παράβαση της διατάξεως του άρθρου 55 § 1 του ν. 2.910/2001 δεν είναι αναγκαίο, κατ' αρχήν, να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, απαιτείται όμως να διαλαμβάνεται σε αυτή το παράνομο της εισόδου των αλλοδαπών στο Ελληνικό έδαφος και η περί τούτου γνώση του υπαιτίου της πράξεως. Ιδιαίτερα, όμως, πρέπει να αιτιολογείται, η απόρριψη των αυτοτελών ισχυρισμών. Τέτοιοι ισχυρισμοί, είναι εκείνοι που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 170 § 2 και 333 § 2 του ΚΠΔ, και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή στην άρση ή στη μείωση της ικανότητας καταλογισμού ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής. Η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού, όπως είναι και το αίτημα για αναγνώριση των από το άρθρο 84 § 2 του ΠΚ ελαφρυντικών περιστάσεων, πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, γιατί διαφορετικά ιδρύεται λόγος αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας, εκτός αν ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι σαφής και ορισμένος με επίκληση των πραγματικών περιστατικών που τον θεμελιώνουν, διότι στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο δεν υποχρεούται καν να απαντήσει.
2. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το συνδυασμό του σκεπτικού με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας με την υπ' αριθ. 545/2006 απόφασή του δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο κατηγορούμενος είναι ιδιοκτήτης και οδηγός του ...... (ταξί) με έδρα την ...... .Στις 14-8-2005 αναχώρησε από την ..... ύστερα από συμφωνία με κάποιον Αλβανό υπήκοο τα στοιχεία ταυτότητος του οποίου δεν κατέστη δυνατόν να διακριβωθούν και αντί αμοιβής 400 ευρώ, που όπως και ο ίδιος ομολόγησε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου κατά την απολογία του (βλ. αναγνωσθέντα πρακτικά πρωτόδικης απόφασης) δεν είχε ξαναεισπράξει για ανάλογο δρομολόγιο, μετέβη στην παραμεθόριο περιοχή του Νομού .... για να παραλάβει τέσσερις Αλβανούς υπηκόους που είχαν εισέλθει στη χώρα από αφύλακτη διάβαση της Ελληνοαλβανικής μεθορίου χωρίς να υποβληθούν στις νόμιμες διατυπώσεις εισόδου αλλοδαπών στη χώρα. Σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής ο κατηγορούμενος μετέβη καθ' υπόδειξη του αγνώστων στοιχείων ταυτότητος Αλβανού υπηκόου στην περιοχή ..... και σε ερημική περιοχή παρέλαβε τους τέσσερις Αλβανούς υπηκόους και συγκεκριμένα τους X1, X2, X3 ΚΑΙ X4 οι οποίοι είχαν πράγματι εισέλθει στη χώρα από αφύλακτη διάβαση της Ελληνοαλβανικής μεθορίου, χωρίς να υποστούν τις νόμιμες διατυπώσεις. Μάλιστα οι εξ αυτών X3 και X4 εστερούντο παντελώς ταξιδιωτικών εγγράφων ο δε X2 ηταν κάτοχος της ..... άδειας παραμονής της περιφέρειας κεντρικής Μακεδονίας η ισχύς της οποίας είχε λήξει .Ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι οι εν λόγω αλλοδαποί είχαν εισέλθει παράνομα και χωρίς διατυπώσεις στη χώρα. Υπέρ της κρίσης ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε πως οι αλλοδαποί που παρέλαβε είχαν εισέλθει λαθραία στη χώρα είναι τα εξής περιστατικά: α) Ο ίδιος στην απολογία του ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ομολογεί ότι τη συμφωνία για να μεταβεί στην Ελληνοαλβανική μεθόριο για να παραλάβει τους αλλοδαπούς την έκανε με έναν Αλβανό υπήκοο τον οποίο γνώριζε μόνο κατ' οψιν. β) Η αμοιβή, όπως ο ίδιος επίσης αναφέρει στην ως άνω απολογία του, "ήταν δελεαστική", δηλαδή ήταν ασυνήθιστα μεγάλη και κάτι τέτοιο δεν συνηθίζεται στις νόμιμες μεταφορές προσώπων. γ) Τους αλλοδαπούς τους παρέλαβε από ερημική περιοχή της Ελληνοαλβανικής μεθορίου (βλ. απολογία του Ο X1 ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που περιέχεται στα αναγνωσθέντα πρακτικά) και όχι από σταθμό ελέγχου εισόδου-εξόδου στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, όπως θα συνέβαινε αν οι αλλοδαποί είχαν εισέλθει νόμιμα από τέτοιο σταθμό και δ) παρά τις ανωτέρω περιστάσεις υπό τις οποίες μετέβη στην Ελληνοαλβανική μεθόριο δεν ερεύνησε ούτε ρώτησε τους υπό μεταφοράν ως άνω αλλοδαπούς για τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, όπως επίσης ο ίδιος ομολογεί στην ανωτέρω απολογία του, ενέργεια στην οποία θα προέβαινε αν αγνοούσε το νόμιμο ή μη της εισόδου των προσώπων που θα μετέφερε και δεν ήταν εκ των προτέρων αποφασισμένος να εκτελέσει παράνομη μεταφορά. Καθ 'οδόν προς την ... που θα μετέφερε ο κατηγορούμενος τους ανωτέρω αλλοδαπούς έγινε αντιληπτός από άνδρες του Τμήματος Συνοριακών Φυλάκων .... στη διασταύρωση ....... Οι συνοριακοί φύλακες προέβησαν σε σχετικό έλεγχο και συνέλαβαν τον κατηγορούμενο και τους μεταφερόμενους από αυτόν αλλοδαπούς. Υπό τα περιστατικά αυτά πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος. Ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου "περί αναγνωρίσεως σ' αυτόν του ελαφρυντικού του προτέρου εντίμου βίου" διατυπούμενος με μόνο αυτό το περιεχόμενο χωρίς αναφορά περιστατικών που τον θεμελιώνουν πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αόριστος". Με βάση τις παραδοχές αυτές το Τριμελές Εφετείο, αφού απέρριψε το αίτημα του κατηγορουμένου για την αναγνώριση της ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 § 2 α του ΠΚ, κήρυξε αυτόν ένοχο της αξιόποινης πράξης της προώθησης λαθρομεταναστών στο εσωτερικό της Χώρας, και επέβαλε ποινή φυλάκισης 12 μηνών και χρηματική ποινή 5.000 ευρώ για κάθε μεταφερόμενο λαθρομετανάστη και κατά συγχώνευση συνολική ποινή φυλάκισης δύο (2) ετών και συνολική χρηματική ποινή 8.000 ευρώ. 3. Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο, που δίκασε, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την από τις αναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, από τα οποία συνήγαγε την ύπαρξη όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του ανωτέρω εγκλήματος, για το οποίο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα, τα αποδεικτικά μέσα, επί των οποίων στηρίχθηκε προς μόρφωση της περί αυτού κρίσης του, και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους υπήγαγε τα εν λόγω πραγματικά περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 55 § 1 εδαφ. α του ν. 2.910/2001, όπως η § 1 αντικατασταθείσα με το άρθρο 37 του ν. 3.157/2003 ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο και εφαρμόζεται και στην εξεταζόμενη περίπτωση. Τούτο δε περαιτέρω, διότι για την πληρότητα της αιτιολογίας η πληττόμενη απόφαση περιέλαβε σε αυτή ειδικές σκέψεις για το δόλο του κατηγορουμένου, δεχόμενο ότι ο ίδιος γνώριζε πως οι μεταφερόμενοι ήταν αλλοδαποί και δεν διέθεταν τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα και ως εκ τούτου δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη Χώρα, είχαν δε εισέλθει στο Ελληνικό έδαφος χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, γνώση η οποία προκύπτει από το σχεδιασμό της όλης επιχειρήσεως και από τη συμμετοχή του στην επιχείρηση αυτή αντί αμοιβής 1200 ευρώ . Εξάλλου, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί, ότι προσδιορίζονται στην πληττόμενη απόφαση τα αποδεικτικά μέσα κατά κατηγορίες, δεν απαιτείτο δε αναλυτική παράθεσή τους, ούτε και το τι προέκυπτε από το καθένα, ενώ δεν ήταν αναγκαία ούτε η αξιολογική συσχέτιση των διάφορων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, καθόσον με τέτοιες αιτιάσεις, περιλαμβανόμενες στην αίτηση αναίρεσης του αναιρεσείοντος, πλήττεται απαραδέκτως η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Τέλος, το Δικαστήριο δεν υποχρεούταν να απαντήσει και να διαλάβει στην απόφασή του ειδική αιτιολογία για το υποβληθέν από τον αναιρεσείοντα κατά τη συζήτηση της υποθέσεως αίτημα για την αναγνώριση της ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 § 2 εδαφ. α του ΠΚ, αφού από την επισκόπηση των πρακτικών της δίκης προκύπτει, ότι ο αναιρεσείων ζήτησε την αναγνώριση του ελαφρυντικού του προτέρου εντίμου βίου, χωρίς καμία επίκληση των πραγματικών περιστατικών που θεμελίωναν το ελαφρυντικό αυτό, με συνέπεια το αίτημα και ο ισχυρισμός του αυτός να είναι εντελώς αόριστος όπως ορθά δέχτηκε και η προσβαλλομένη απόφαση. Επομένως, οι λόγοι αναίρεσης της αιτήσεως αναιρέσεως του αναιρεσείοντος, από το άρθρο 510 § 1 περ. Δ΄ του ΚΠΔ, με τους οποίους παραπονείται αυτός για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας στην περί ενοχής απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά και για απόρριψη του περί αναγνώρισης ελαφρυντικού αιτήματός του χωρίς καμία αιτιολογία, είναι αβάσιμοι και ως τέτοιοι απορριπτέοι.
4. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 55 § 1 εδαφ. ε του ν. 2.910/2001, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 37 του ν. 3.153/2003, με απόφαση του δικαστηρίου δημεύονται τα μεταφορικά μέσα, που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά των προσώπων, εκτός αν ο κύριος των μέσων αποδείξει, ότι δεν γνώριζε το σκοπό για τον οποίο αυτά χρησιμοποιήθηκαν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι σε περίπτωση μεταφοράς αλλοδαπών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, ή προωθήσεώς τους στο εσωτερικό της χώρας, και καταδίκης του οδηγού του, η δήμευση του αυτοκινήτου επιβάλλεται υποχρεωτικά από το δικαστήριο, εκτός αν ο κύριος του αυτοκινήτου αποδείξει, ότι δεν γνώριζε το σκοπό για τον οποίο αυτό χρησιμοποιήθηκε. Η διάταξη αυτή, είναι ειδική και ως τέτοια κατισχύει της γενικής διατάξεως του άρθρου 76 του ΠΚ. Εξάλλου, η απόφαση, η οποία διατάσσει τη δήμευση του μεταφορικού μέσου κατά την έννοια του άρθρου 55 § 1 εδαφ. ε του ν. 2.910/2001 όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 37 του ν. 3.153/2003, έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εφόσον διαλαμβάνεται σε αυτή, ότι το μεταφορικό μέσο, που δημεύθηκε και προσδιορίζεται απολύτως κατά τα ατομικά του στοιχεία, χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση της προβλεπόμενης στο ως άνω άρθρο αξιόποινης πράξης μεταφοράς των λαθρομεταναστών και ανήκει στην κυριότητα του αυτουργού ή των συμμετόχων που καταδικάστηκαν για την ανωτέρω αξιόποινη πράξη. Αν το μεταφορικό μέσο ανήκει στην κυριότητα τρίτου, το δικαστήριο δεν διατάσσει τη δήμευσή του, αλλά την απόδοσή του σε αυτόν κατά το άρθρο 373 του ΚΠΔ, εφόσον ο τρίτος προσέλθει στο δικαστήριο και αποδείξει, ότι δεν γνώριζε το σκοπό, για τον οποίο το μέσο αυτό χρησιμοποιήθηκε. 5. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη απόφαση του το Τριμελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας διέταξε, πλην άλλων, και τη δήμευση του υπ' αριθ. κυκλ...... επιβατικού αυτοκινήτου (Ταξί)εργοστασίου κατασκευής NISSAN EUROPE μοντέλου PRIMERA με αριθμ. πλαισίου ....., αριθμ. Κινητήρα G18 χρώματος ασημί, ιδιοκτησίας του αναιρεσείοντος που είχε κατασχεθεί με την από 14.8.2005 έκθεση κατασχέσεως του Υπαστυνόμου Α' του ΤΣΦ ..... Η δήμευση αυτή, ως παρεπόμενη ποινή επιβαλλόμενη υποχρεωτικά από το νόμο, διατάχθηκε, διότι, κατά τις παραδοχές του περί ενοχής και δημεύσεως σκεπτικού της εν λόγω αποφάσεως, το εν λόγω αυτοκίνητο που ανήκε κατά κυριότητα στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο χρησιμοποιήθηκε από αυτόν για τη μεταφορά και την προώθηση στο εσωτερικό της Χώρας των τεσσάρων (4) αλλοδαπών, που αναφέρθηκαν και δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στο Ελληνικό έδαφος. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Τριμελές Εφετείο, που δίκασε, διέταξε, την απαγγελλόμενη μάλιστα υποχρεωτικά από το νόμο, δήμευση του πιο πάνω αυτοκινήτου. Κατά συνέπεια, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη νομική σκέψη της παρούσας, το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για τη δήμευση του ανωτέρω αυτοκινήτου και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο αναιρέσεως είναι αβάσιμα. Επομένως, ο προβαλλόμενος σε σχέση με τη δήμευση του μεταφορικού μέσου, λόγος της αναιρέσεως του αναιρεσείοντα κατηγορουμένου από το άρθρο 510 § 1 περ. Δ΄ του ΚΠΔ είναι αβάσιμος και ως τέτοιος απορριπτέος, ωστόσο το Δικαστήριο τούτο θα παραθέσει αυτεπαγγέλτως στο σχετικό περί δημεύσεως της πληττόμενης απόφασης σκεπτικό το άρθρο 55 § 1 εδαφ. ε του ν. 2.910/2001, όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο της τέλεσης της αξιόποινης πράξεως του ίδιου άρθρου από τον αναιρεσείοντα, που προβλέπει την υποχρεωτική επιβολή της παρεπόμενης ποινής της δημεύσεως του μεταφορικού μέσου. Η αιτίαση του αναιρεσείοντα ότι δεν τυγχάνει κύριος του αυτοκινήτου είναι απαράδεκτη, διότι, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας πλήττει την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας .
10. Επειδή, μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει η αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 § 1 ΚΠΔ).



ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθμ. 1/17-1-2007 αίτηση του ...... για αναίρεση της υπ' αριθ. 545/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου 2007.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 1η Νοεμβρίου 2007.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: