Απόφαση του Δ΄Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου με αρ. 1360/2010:
Συνυπαιτιότητα πεζού σε τροχαίο εφόσον
διασχίζει δρόμο εκτός διάβασης.
Απόφαση 1360 / 2010 (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 1360/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ.....
από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Ζιάκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη
(κωλυομένου του Αντι-προέδρου του Αρείου Πάγου Διονυσίου
Γιαννακόπουλου), Ελευθέριο Μάλλιο, Γεωργία Λαλούση, Ευτύχιο
Παλαιο-καστρίτη και Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Μαΐου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Χ1, 2) Χ2, κατοίκων ..., οι οποίοι εκπρο-σωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ηλία Ηλιακόπουλο και κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ψ1, 2) Ψ2 συζύγου Ψ1, 3) Ψ3, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ελένη Τσώλου-Κουγιουμτζή με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσαν προτάσεις, 4) Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας με την επωνυμία "ΙΝΤΕΡΣΑΛΟΝΙΚΑ ΑΑΕ", που εδρεύει στη ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αλέξανδρο Τζανετάκη και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 5/4/2004 αγωγή των υπό στοιχεία 1-3 ήδη αναιρεσιβλήτων και την από 6/12/2004 παρεμπίπτουσα αγωγή της 4ης των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτο-δικείο Αλεξανδρούπολης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 27/2006 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 42/2008 του Εφετείου Θράκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 7/8/2009 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου ανέγνωσε την από 5/5/2010 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως περί αναιρέσεως της υπ' αριθμό 42/2008 αποφάσεως του Εφετείου Θράκης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος της 4ης αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης, για την οποία ιδρύεται το από το άρθρο 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, υπάρχει όταν δεν προκύπτουν σαφώς από το αιτιολογικό εκείνης (απόφασης) τα περιστατικά, που είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση περί της συνδρομής των όρων και προϋποθέσεων για την εφαρμογή της διάταξης που εφαρμόστηκε ή περί της μη συνδρομής τούτων (όρων και προϋποθέσεων) που αποκλείει την εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση έχει ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες σε ό,τι αφορά το νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, τα οποία έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Αντίθετα δεν υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης, όταν πρόκειται για ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος. Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 300, 330 και 914 Α.Κ. συνάγεται ότι προϋπόθεση της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, η παράνομη συμπεριφορά του υπόχρεου σε αποζημίωση έναντι εκείνου που ζημιώθηκε και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας. Η παράνομη συμπεριφορά ως όρος της αδικοπραξίας μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράληψη, εφόσον στην τελευταία περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράληψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη είτε από τον νόμο ή τη δικαιοπραξία είτε από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αιτιώδης δε συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή παράληψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα. Η κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας ότι τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεχθέντα επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το Δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. Τέλος η παράβαση διατάξεων του Κ.Ο.Κ. δεν θεμελιώνει αυτή καθ' εαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση του αυτοκινητιστικού ατυχήμα-τος, αποτελεί όμως στοιχείο η στάθμιση του οποίου από το Δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης και του επελθόντος αποτελέσματος. Στην προκειμένη περί-πτωση το δικάσαν Εφετείο δέχθηκε τα εξής: "Στις 20-5-2003 και ώρα 21.45 μ.μ. ο πρώτος εναγόμενος της κύριας αγωγής οδηγώντας το ... δίκυκλο μοτοποδήλατο, στερούμενος της απαιτούμενης άδειας οδηγήσεως και με συνεπιβαίνουσα την αδελφή του Χ3, ιδιοκτησίας του δευτέρου εναγομένου, ασφαλισμένο για τις έναντι τρίτων σωματικές βλάβες και υλικές στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, κινούνταν στην οδό ... με κατεύθυνση από βορειοανατολικά προς νοτιοδυτικά. Όταν το πιο πάνω μοτοποδήλατο έφθασε πλησίον της συμβολής των οδών ..., η οποία στο σημείο εκείνο είναι διπλής κατευθύνσεως με πλάτος 7-8 μέτρων, εκατέρωθεν της οδού υπήρχαν σταθμευμένα οχήματα που περιόριζαν την ορατότητα, κατά τον χρόνο δε εκείνο η κίνηση των οχημάτων ήταν πυκνή και υπήρχε τεχνητός φωτισμός, ο πρώτος εναγόμενος από έλλειψη προσοχής που όφειλε και μπορούσε κατά τις περιστάσεις να καταβάλει, ως μέσος συνετός οδηγός, δεν ρύθμισε την ταχύτητα του μοτοποδηλάτου ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες με αποτέλεσμα να τραυματίσει την Ζ, ηλικίας 83 ετών, μητέρα του πρώτου ενάγοντος, πεθερά της δεύτερης και γιαγιά του τρίτου, η οποία επιχείρησε να διασχίσει κάθετα την οδό ... με κατεύθυνση από αριστερά προς τα δεξιά σε σχέση με την πορεία του οχήματος. Η πιο πάνω πεζή κινήθηκε ανάμεσα από σταθμευμένα αυτοκίνητα, διέσχισε το αντίθετο ρεύμα πορείας, από αυτό στο οποίο κινούνταν το μοτοποδήλατο, εισήλθε στο ρεύμα πορείας του τελευταίου, ο οδηγός του οποίου αντιλαμβανόμενος αυτή από απόσταση 10 μέτρων περίπου, αν και ελάττωσε την ταχύτητα του οχήματός του και πραγματοποίησε μικρό αποφευκτικό ελιγμό προς τα δεξιά επέπεσε στην πεζή, η οποία είχε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος του ρεύματος πορείας του και προσέγγιζε στο πεζοδρόμιο, κτυπώντας αυτή στη δεξιά πλευρά του σώματος της, με αποτέλεσμα αυτή να καταπέσει στο οδόστρωμα με την αριστερή πλευρά του σώματός της. Σύμφωνα με τα παραπάνω περιστατικά το ένδικο ατύχημα οφείλεται σε υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου, ο οποίος από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να καταβάλει στη συγκεκριμένη περίπτωση, στερούμενος της απαιτούμενης άδειας ικανότητας οδηγήσεως, δεν οδηγούσε με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, ούτε ασκούσε τον απαραίτητο έλεγχο και εποπτεία στο όχημά του, ώστε να είναι ικανός ανά πάσα στιγμή να εκτελέσει τους κατάλληλους χειρισμούς προς αποφυγή οποιουδήποτε δυναμένου να προβλεφθεί ορατού εμποδίου και δεν ρύθμισε την ταχύτητα του οχήματός του, ανάλογα με τις συνθήκες (νύκτα, σταθμευμένα αυτοκίνητα, πυκνή κυκλοφορία οχημάτων), αλλά κινούνταν σε κατοικη-μένη περιοχή με ταχύτητα που υπερέβαινε το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας (50 χιλ/ώρα), με αποτέλεσμα λόγω της απειρίας του στην οδήγηση να εκτιμήσει εσφαλμένα τις συνθήκες, να μην αντιληφθεί έγκαιρα την πεζή, η οποία κινούνταν αργά λόγω της ηλικίας της και να αντιδράσει με καθυστέρηση, ενεργώντας δε με τον προ-αναφερόμενο τρόπο παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1 και 19 παρ. 3 ΚΟΚ. Συνυπαίτια, όμως, του παραπάνω ατυχήματος κατά ποσοστό 30% είναι και η πεζή η οποία, ενώ όφειλε, προκειμένου να διασχίσει με ασφάλεια το οδόστρωμα να χρησιμοποιήσει διαβάσεις πεζών (άρθρο 38 παρ. 4 ΚΟΚ), κινήθηκε ανέλεγκτα και εκτός διαβάσεων εκτιμώντας εσφαλμένα ότι προλαβαίνει να περάσει απέναντι. Περαιτέρω προέκυψε ότι η παθούσα Ζ λόγω του ατυχήματος υπέστη υπο-κεφαλικό κάταγμα αριστερού βραχιονίου, κάταγμα περι-φερικής κερκίδας αριστερά και υποκεφαλικό κάταγμα αριστερού ισχύου. Μετά το ατύχημα διακομίσθηκε στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική του Νοσοκομείου ..., όπου για μεν τα κατάγματα του αριστερού άνω άκρου τέθηκε γύψινος πηχεοκαρπικός επίδεσμος, για δε το υποκεφαλικό κάταγμα του αριστερού ισχύου υπεβλήθη κατά την 22-5-2003 σε ημιαθρωπλαστική χειρουργική επέμβαση, πλην όμως, αμέσως μετά, εμφάνισε έντονη δύσπνοια και ελλιπή οξυγόνωση, γι' αυτό και διακομίσθηκε επειγόντως στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) της Καρδιοχειρουργικής Κλινικής. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στη ΜΕΘ και στις 26-5-2003, λόγω επιδεινώσεως της γενικής της καταστάσεως, κρίθηκε απαραίτητη η διασωλήνωση και τραχειοτομή με μηχανική υποστήριξη αυτής. Η κατάσταση αυτή παρέμεινε βαριά μέχρι τις 11-6-2003, λόγω δε βελτιώσεώς της, διακομίσθηκε κατά την παραπάνω ημερομηνία στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική, όπου, όμως, την ίδια ημέρα, εμφάνισε νέα επιδείνωση της υγείας της, λόγω οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας, γι' αυτό και αμέσως διεκομίσθηκε εκ νέου στην ΜΕΘ, όπου και πάλι τέθηκε σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής, παραμένουσα νοσηλευόμενη στη ΜΕΘ μέχρι την 19-6-2003. Κατά την 19-6-2003 διεκομίσθηκε με κατάσταση της υγείας βελτιωμένη στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική, όπου παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 20-6-2003, οπότε και εκτιμήθηκε ότι έπρεπε να νοσηλευτεί στην Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική, στην οποία και διακομίσθηκε αυθημερόν. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της παρουσίασε επιληπτικές κρίσεις. Κατά την 21-6-2003 υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, τα αποτελέσματα της οποίας ήταν αρνητικά. Στην παραπάνω Κλινική παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 25-6-2003, οπότε εμφάνισε αναπνευστική δυσχέρεια, γι' αυτό και κρίθηκε αναγκαία η εκ νέου νοσηλεία της στη ΜΕΘ, στην οποία και διακομίστηκε κατά την 25-6-2003, όπου παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 26-6-2003 και διακομίσθηκε ακολούθως στην Πανεπιστημιακή Πνευμονο-λογική Κλινική σε βαριά κατάσταση της υγείας της και στην οποία Κλινική παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 3-7-2003, οπότε και απεβίωσε (βλ. ... πιστοποιητικό νοσηλείας του νοσοκομείου που προαναφέρθηκε). Στην ... ληξιαρχική πράξη θανάτου αναφέρονται ως αίτια θανάτου: καρκίνος τυφλού, χειρουργηθέν κάταγμα αριστερού ισχίου, κάταγμα αριστερού αντιβραχιονίου, βαριά αναπνευστική ανεπάρκεια τύπου Ε και καρδιοαναπνευστική ανεπάρκεια. Όπως προέκυψε η παθούσα έπασχε από καρκίνο παχέους εντέρου (τυφλού), εξαιτίας του οποίου χειρουργήθηκε προ τριετίας, αλλά έκτοτε δεν παρουσίασε επιπλοκή ή μετάσταση. Μετά το ατύχημα και την εισαγωγή της στο νοσοκομείο σημειώθηκε ο καρκίνος στο ιστορικό της, όπως προκύπτει από τα φύλλα νοσηλείας της ΜΕΘ της και 20-6-2003, στα οποία στη στήλη "ΑΤΟΜΙΚΟ ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΟ" σημειώνεται "χειρουργηθέν Ca σιγμο-ειδούς προ 3ετίας", ενώ στη στήλη "ΠΑΡΟΥΣΑ ΝΟΣΟΣ" σημειώνονται τα κατάγματα και η χειρουργική επέμβαση στο ισχύο. Από τα προσκομιζόμενα φύλλα νοσηλείας της, στα οποία σημειώνεται αναλυτικά η πορεία της υγείας της δεν προκύπτει συσχέτιση του καρκίνου με τον θάνατό της, αιτία δε της νοσηλείας της και της εισαγωγής της στην πνευμονολογική κλινική υπήρξε η επέμβαση στο ισχίο, στην οποία υποβλήθηκε για την αποκατάσταση του κατάγματος του και οι επιπλοκές που αυτή παρουσίασε στο αναπνευστικό της (λιπώδης εμβολή). Ενόψει όσων αναφέρθηκαν ο θάνατος της παθούσας οφείλεται στο ατύχημα και συνδέεται αιτιωδώς με αυτό. Υπό τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο που έκρινε ότι υπαίτιος σε ποσοστό 70% για το ως άνω τραυματισμό της Ζ, μητρός του πρώτου των ήδη αναιρεσιβλήτων, πενθεράς της δευτέρας και μάμμης του τρίτου ήταν ο πρώτος των ήδη αναιρεσειόντων, που οδηγούσε το ζημιογόνο υπ' αριθμ. ... δίκυκλο μοτοποδήλατο και ότι μεταξύ του τραυματισμού της ως άνω παθούσας, που σε ποσοστό 30% συντέλεσε και υπαιτιότητα (συνυπαιτιότητα) αυτής (παθούσας), και του επελθόντος θανάτου της υπάρχει αιτιώδης συνάφεια, διέλαβε επαρκείς ως προς τα ζητήματα αυτά αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή από εκείνο (δικάσαν Εφετείο) των πιο πάνω περί υπαιτιότητας και αιτιώδους συνάφειας διατάξεων των άρθρων 330, 300 και 297 και 298 Α.Κ. Απορριπτέος επομένως ως αβάσιμος είναι ο περί του αντιθέτου πρώτος, από το άρθρ. 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια, για έλλειψη νόμιμης βάσης της προσβαλλομένης απόφασης, ένεκα ανεπάρκειας και ασάφειας αιτιολογιών, τόσο ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας, όσο και ως προς το ζήτημα της ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του εκ του ενδίκου τροχαίου ατυχήματος τραυματισμού της παθούσας και του επελθόντος θανάτου αυτής, καθώς και ως προς το ζήτημα της οδήγησης του ζημιογόνου οχήματος από τον πρώτο των ήδη αναιρεσειόντων χωρίς άδεια ικανότητας, στοιχεία τα οποία θεμελιώνουν την παρεμπίπτουσα αγωγή (αναγωγής) της τελευταίας των ήδη αναιρεσιβλήτων ασφαλιστικής εταιρείας. Ο ίδιος (πρώτος) λόγος αναίρεσης, κατά το μέρος αυτού, κατά το οποίο οι αναφερόμενες στην ανεπάρκεια των αιτιολογιών αιτιάσεις αφορούν την εκτίμηση των αποδείξεων και την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, ως προς τα ίδια ως άνω ζητήματα, είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος. Ο δεύτερος από το άρθρο 559 αρ. 11 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται αιτίαση για μη λήψη υπόψη από το Εφετείο των αναφερομένων στο λόγο αυτό εγγράφων, που είχαν επικαλεσθεί και προσκομίσει οι ήδη αναιρεσείοντες και ειδικότερα το φύλλο νοσηλείας της παθούσας και το από 25-9-2006 ΑΠ 18 ν/06 έγγραφο του Νοσοκομείου ..., είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από την περιεχομένη εις την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση βεβαίωση ότι το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα και από τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, ουδεμία καταλείπεται αμφιβολία ότι ελήφθησαν υπόψη από εκείνο (δικάσαν Εφετείο) και τα ως άνω φερόμενα ως μη ληφθέντα υπόψη έγγραφα.
Ο τρίτος, από το άρθρο 559 αρ. 10 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα, σε σχέση με το αναφερόμενο στο λόγο αυτό ζήτημα, χωρίς απόδειξη, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα, ως προς όλα τα ζητήματα, από τα ρητώς στην αναιρεσιβαλλομένη μνημονευόμενα αποδεικτικά μέσα και στοιχεία. Μετά από αυτά, η αίτηση αναίρεσης, η οποία περιέχει μόνους τους ως άνω κριθέντες ως απορριπτέους λόγους, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικασθούν οι ηττηθέντες αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων (άρθ. 176 και 183 ΚΠολΔ), κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό (χωριστά για την τελευταία των αναιρεσιβλήτων, η οποία παραστάθηκε με διαφορετικό δικηγόρο και κατέθεσε χωριστό δικόγραφο προτάσεων).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 7-8-2009 αίτησή της για αναίρεση της υπ' αριθμ. 42/2008 απόφασης του Εφετείου Θράκης.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ, για τους τρεις πρώτους εξ αυτών και στο ίδιο ποσό για την τελευταία εξ αυτών (ασφαλιστική εταιρεία).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιουνίου 2010.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 13 Ιουλίου 2010.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου