Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

Αριθμός : 1344 Έτος : 2012 Δικαστήριο : Άρειος Πάγος - Μη καταβολή βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο-κατ’εξακολούθηση τέλεση-αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων-ζητήματα νόμιμης επιδόσεως-απορρίπτει την αναίρεση

  • Δεκεμβρίου 2013
    Αριθμός : 1344
  • Έτος : 2012
  • Δικαστήριο : Άρειος Πάγος
  • Μελέτη :
  • Διάταξη :
 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές:..., Αντιπρόεδρο του...,...,...,- Εισηγητή,...και..., Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο...
Κατάστημά του στις 24 Οκτωβρίου 2012, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του... (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του..., για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου...Κ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του..., περί αναιρέσεως της 12051/2011 αποφάσεως του......., με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαρτίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 493/12. Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 474§1, 2 και 509§1 εδ. α' ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι στην έκθεση με την οποία ασκείται το ένδικο μέσο της αναιρέσεως κατ' αποφάσεως πρέπει, εκτός των άλλων, να διατυπώνονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, οι λόγοι για τους οποίους ασκείται το ένδικο αυτό μέσο και οι οποίοι πρέπει να είναι από αυτούς που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 510§1 του ίδιου Κώδικα. Οι αόριστοι και ασαφείς αναιρετικοί λόγοι απορρίπτονται ως απαράδεκτοι. Ειδικότερα, για το ορισμένο του εκ του άρθρου 510§1 στοιχ Δ' ΚΠοινΔ λόγου αναιρέσεως, για έλλειψη της επιβαλλόμενης από τα άρθρα 93§3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και δεδομένου ότι ο λόγος αυτός δεν διαφοροποιείται ως προς το παραδεκτό του από τους άλλους λόγους αναιρέσεως, πρέπει να προσδιορίζεται με την αναίρεση σε τί συνίσταται η έλλειψη αυτή, αν δηλαδή δεν υπάρχει καθόλου αιτιολογία, ως προς όλα ή ως προς συγκεκριμένα κεφάλαια της αποφάσεως, ή αν η υπάρχουσα είναι ελλιπής και ποιές είναι, στη δεύτερη αυτή περίπτωση, οι ελλείψεις ή οι ασάφειες ή οι αντιφάσεις της υπάρχουσας αιτιολογίας, ή ποιά αποδεικτικά μέσα δεν λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας (Ολ.ΑΠ 2/2002). Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πλήττεται η υπ' αριθ. 12051/2011 απόφαση του..., που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, με την οποία ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος μη καταβολής βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο κατ' εξακολούθηση, πράξη που τέλεσε με το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων, και καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, μετατραπείσα σε χρηματική. Στην εν λόγω αίτηση διαλαμβάνονται ως πρώτος λόγος αναιρέσεως κατά της πιο πάνω αποφάσεως, κατά πιστή μεταφορά, τα εξής: "Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ ... Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού δεν αναφέρονται τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά ούτε γίνεται η απαιτούμενη αξιολόγηση και σύγκριση και δεν διαλαμβάνονται οι συλλογισμοί που οδήγησαν το δικαστήριο στην ενοχή μου και για τον λόγο αυτό ιδρύεται ο στο άρθρο 510 παρ. 1 δ' προβλεπόμενος λόγος αναίρεσης (...). Με τον τρόπο αυτό η προσβαλλόμενη στερείται ενός λογικά θεμελιωμένου συμπεράσματος μιας συγκεκριμένης διεργασίας, η οποία συνίσταται στην αξιολόγηση και σύγκριση του αποδεικτικού υλικού, δηλαδή των αποδεικτικών μέσων που συνηγορούν για την ενοχή ή αθωότητα μου, καθώς και στη διατύπωση των συλλογισμών που οδήγησαν με βάση το συγκεκριμένο αποδεικτικό υλικό στην τελική καταδικαστική κρίση του δικαστηρίου. Βάσει των ως άνω πρέπει να γίνει δεκτό ότι η προσβαλλόμενη μη κάνοντας αναφορά στα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τις αποδείξεις αλλά καταγράφοντας απλά την πεποίθηση του δικαστηρίου ότι τέλεσα την αποδιδόμενη σε εμένα πράξη, δεν διαλαμβάνει ένα λογικά κατανοητό και ελέγξιμο συμπέρασμα και για τον λόγο αυτό τυγχάνει αναιρετέα". Έτσι, όμως, διατυπούμενος, ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι εντελώς αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, αφού δεν προσδιορίζεται στην ειρημένη έκθεση αναιρέσεως σε τι συνίσταται η έλλειψη της αιτιολογίας που αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ή ποιες είναι οι ελλείψεις ή ασάφειες αυτής. H ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των αποφάσεων πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή τη μείωση της ποινής, εφόσον, όμως, αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία κατά την οικεία διάταξη για τη θεμελίωσή τους. Διαφορετικά το δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα στην απόρριψή τους. Αν δε το δικαστήριο δεν απαντήσει καθόλου σε νομίμως προταθέντα αυτοτελή ισχυρισμό, ιδρύεται και ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β του ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ακροάσεως. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 141 του ΚΠοινΔ προκύπτει ότι τα πρακτικά της ποινικής δίκης αποδεικνύουν, μέχρι να προσβληθούν ως πλαστά, όλα όσα καταχωρούνται σ' αυτά, μεταξύ των οποίων και οι ισχυρισμοί, δηλώσεις, προτάσεις και αιτήσεις των διαδίκων, καθώς και οι αποφάσεις του δικαστηρίου και οι διατάξεις εκείνου που διευθύνει τη συζήτηση. Επομένως, ισχυρισμοί του κατηγορουμένου που δεν καταχωρήθηκαν στα πρακτικά, τα οποία δεν διορθώθηκαν κατά τούτο, ούτε προσβάλλονται ως πλαστά, θεωρούνται ότι δεν έγιναν. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων, με τον, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β και Δ του ΚΠοινΔ, δεύτερο λόγο αναιρέσεως, προτείνει ότι το...παρέλειψε να αποφανθεί επί του ισχυρισμού του ότι: "Δεν κοινοποιήθηκε ποτέ σε εμένα προσωπικά κάποιο έγγραφο από την Εφορία σχετικά με την υποτιθέμενη παράβαση της μη έγκαιρης καταβολής χρεών μου προς το Δημόσιο καθώς όλες οι κοινοποιήσεις έλαβαν χώρα στο παλαιό κατάστημα της τότε επιχείρησης μου επί της οδού ..,. το οποίο σφραγίστηκε το 1997 και δεν αποτελεί έκτοτε έδρα μου. Όπως είναι επομένως φυσικό μέχρι την γνώση από εμένα της απόφασης του...και την άσκηση της εφέσεως κατά της καταδικαστικής απόφασης δεν είχα λάβει γνώση της συγκεκριμένης κατηγορίας εναντίον μου, ήτοι για διάστημα τουλάχιστον έξι ετών αγνοούσα πλήρως την ύπαρξη της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας και ξαφνικά βρέθηκα να κατηγορούμαι για κάτι που δεν έπραξα. Επιπλέον ο ορισθείς σύνδικος πτωχεύσεως ουδέποτε με ενημέρωσε για την ύπαρξη κάποιας παραβάσεως σχετικά με την μη πληρωμή χρεών στο Δημόσιο, γεγονός που αποδεικνύεται από το αν το ήξερα θα είχα προβεί σε προσφυγή στα...κατά των πράξεων της Εφορίας με τις οποίες μου καταλογίστηκαν τα ποσά που αναφέρονται στη δικογραφία". Όμως, από την επισκόπηση των πρακτικών δεν προκύπτει ότι προβλήθηκε τέτοιος ισχυρισμός ούτε ότι τα πρακτικά διορθώθηκαν κατά τούτο ή προσβλήθηκαν ως πλαστά. Συνεπώς, ορθώς το Δικαστήριο δεν απάντησε, ανεξαρτήτως του ότι δεν θα υπεχρεούτο να απαντήσει και αν είχε προταθεί ο ισχυρισμός αυτός, γιατί αυτός είναι αρνητικός της κατηγορίας και όχι αυτοτελής. Επομένως, και ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ' αριθ. 7/21 Μαρτίου 2012 αίτηση του...Κ., για αναίρεση της υπ' αριθ. 12051/2011 αποφάσεως του.... Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 31 Οκτωβρίου 2012....στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7 Νοεμβρίου 2012.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                        Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: