Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

Α.Π. 1125/2019 (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΣΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΟΑΕΔ (STAGE) – ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ΓΙΑ ΜΙΣΘΟΥΣ, ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ – ΜΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΟΤΑΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ (ΕΝΝΟΙΑ) – ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΒΑΣΕΙ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΒΟΛΗ ΚΡΙΝΟΜΕΝΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ

Α.Π. 1125/2019 (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΣΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΟΑΕΔ (STAGE) – ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ΓΙΑ ΜΙΣΘΟΥΣ, ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ – ΜΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΟΤΑΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ (ΕΝΝΟΙΑ) – ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΒΑΣΕΙ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΒΟΛΗ ΚΡΙΝΟΜΕΝΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ - Εν προκειμένω ..
ανακύπτει ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος σχετικά με την εφαρμογή ή μη των διατάξεων για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό και της βάσης υπολογισμού της σχετικής ωφέλειας του φορέα απασχόλησης από την εργασία του ακύρως απασχοληθέντος στο δημόσιο υπό τις αυτές συνθήκες εργασίας με το μόνιμο προσωπικό, οσάκις ο φορέας απασχόλησης δεν είχε τη δυνατότητα νόμιμης πρόσληψης εργαζομένου στη θέση όπου απασχόλησε τον συμβασιούχο, ο οποίος απασχολήθηκε εκεί δυνάμει σχετικού συμφωνητικού συνεργασίας, καταρτισθέντος μεταξύ του απασχοληθέντος με τον ΟΑΕΔ στο πλαίσιο σχετικού προγράμματος (stage), διότι οι ούτω προκύπτουσες διαφορές αφορούν μεγάλο αριθμό εργαζομένων της αυτής κατηγορίας – Αναβολή της συζήτησης της κρινόμενης (648, 649 ΑΚ, 249 ΚΠολΔ)

Αριθμός 1125/2019
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές, Ειρήνη Καλού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Σοφία Καρυστηναίου, Μαρία Νικολακέα, Αρετή Παπαδιά και Γεώργιο Δημάκη, αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, την 6η Νοεμβρίου 2018, με την παρουσία και της γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ", όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στα Ιωάννινα και παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου ...., ο οποίος δεν κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Χ. Τ. του Κ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου ...., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 22-12-2010 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ιωαννίνων. Εκδόθηκαν η 602/2015 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 191/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων. Την αναίρεση της τελευταίας, ζητεί το αναιρεσείον με την από 24-11-2017 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Εισηγητής ορίσθηκε ο αρεοπαγίτης Γεώργιος Δημάκης. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στα δικαστικά έξοδα.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Σύμφωνα με το άρθρο 249 εδ. α' ΚΠολΔ, αν η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται εν όλω ή εν μέρει από την ύπαρξη ή ανυπαρξία μιας έννομης σχέσης ή την ακυρότητα ή τη διάρρηξη μιας δικαιοπραξίας που συνιστά αντικείμενο άλλης δίκης εκκρεμούς σε πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο ή από ζήτημα που πρόκειται να κριθεί ή κρίνεται από διοικητική αρχή, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζήτησης εωσότου περατωθεί τελεσίδικα ή αμετάκλητα η άλλη δίκη ή εωσότου εκδοθεί από τη διοικητική αρχή απόφαση που δεν μπορεί να προσβληθεί.
Από τη διατύπωση και το σκοπό της διάταξης αυτής, η οποία έχει θεσπισθεί προς εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης και προς αποφυγή εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων, συνάγεται ότι η εφαρμογή της δεν είναι εκ προοιμίου ασυμβίβαστη με την αναιρετική δίκη. Διότι, παρά τη μη ειδική αναφορά της στο άρθρο 573 παρ.1 ΚΠολΔ, όπου γίνεται ενδεικτική μνεία μιας σειράς από διατάξεις του γενικού μέρους του ΚΠολΔ, που μπορούν να έχουν εφαρμογή και στην αναιρετική διαδικασία, δεν αποκλείεται, σε συγκεκριμένη περίπτωση, η διακριτική ευχέρεια, που παρέχεται από το άρθρο 249 ΚΠολΔ, να εξασφαλίζει την προσφορότερη λύση για την εξυπηρέτηση του ως άνω σκοπού. Αυτό συμβαίνει, προεχόντως, όταν κάποιο σοβαρό, νομικό ζήτημα, το οποίο πρέπει να επιλυθεί από το οικείο αναιρετικό τμήμα, έχει παραπεμφθεί ήδη στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, ως ζήτημα εξαιρετικής σημασίας, όπου και εκκρεμεί.
2. Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του και κατά το ενδιαφέρον την παρούσα αναίρεση μέρος τα εξής ουσιώδη: Οι επίδικες συμβάσεις που καταρτίσθηκα μεταξύ α) της ενάγουσας, β) της Ν. Α. Ιωαννίνων, την οποία υποκατάστησε νομίμως από την 01-01-2011 η εναγομένη κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω, αλλά και γ) του ΟΑΕΔ (που συμβλήθηκε σε αυτές), τυγχάνουν, όπως αναφέρεται στο από 11-06-2007 και στο από 15-01-2009 ιδιωτικό συμφωνητικό, μεταξύ των ανωτέρω συμβαλλομένων αντιστοίχως, συμβάσεις αποκτήσεως εργασιακής εμπειρίας στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος "Stage", είχαν δε διάρκεια από την 11-06-2007 ως την 10-12-2008. Η δε ενάγουσα τοποθετήθηκε και απασχολήθηκε, ενόψει της ειδικότητάς της (Τ. Ε. Πολιτικών Δομικών Έργων), στο Τμήμα Έκδοσης Οικοδομικών Αδειών και Ελέγχου Κατασκευών της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της τότε Ν. Α. Ιωαννίνων, αντί μηνιαίων αποδοχών (βάσει της συμβάσεως μαθητείας) 660,00 ευρώ καθ' όλο το επίδικο χρονικό διάστημα.
Ειδικότερα, οι ανωτέρω συμβάσεις καταρτίστηκαν σύμφωνα με τη διάταξη του αρθ 20 ν. 2639/1998 και υπό την εποπτεία του ΟΑΕΔ, προκειμένου η ενάγουσα να αποκτήσει επαγγελματική κατάρτιση με θεωρητική και πρακτική ενημέρωση και εξοικείωση με το εργασιακό περιβάλλον και την απασχόληση με το αντικείμενο της συγκεκριμένης θέσεως που σχετίζεται με το γνωστικό της αντικείμενο και τις σπουδές της.
Συνεπώς, οι ανωτέρω συμβάσεις αποτελούν γνήσιες συμβάσεις μαθητείας, για τις οποίες δεν υφίσταται, ειδική νομοθετική ρύθμιση, με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται αναλογικώς οι διατάξεις της συμβάσεως εργασίας του ΑΚ, που συμβιβάζονται με τη φύση και το σκοπό της συμβάσεως αυτής, ενώ δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τα χρονικά όρια εργασίας, τις νόμιμες αποδοχές, την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας, την αποζημίωση απολύσεως, την υποχρέωση ασφαλίσεως κ. λ. π., οι οποίες προϋποθέτουν παροχή εξαρτημένης εργασίας, που δεν αποτελεί προέχον στοιχείο στη γνήσια σύμβαση μαθητείας. Συνεπώς, όσον αφορά το νόμω βάσιμο της υπό κρίση αγωγής, κατά την κύρια βάση της, οι συμβάσεις αυτές ήσαν άκυρες, ως συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας. Ενόψει δε της ακυρότητας αυτής και της απλής σχέσεως εργασίας που αυτή συνεπάγεται και πράγματι συνέδεε την ενάγουσα με την πλέον καταργηθείσα Ν.Α. Ιωαννίνων κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, καθώς ασχολούνταν υπό τις ίδιες συνθήκες με το μόνιμο προσωπικό του ανωτέρω Τμήματος, η ενάγουσα δικαιούται ευθέως εκ του νόμου όσον αφορά τα επιδόματα (δώρα) εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, αποδοχές αδείας. και επίδομα αδείας (άρθρων 1 παρ. 1 του Ν.108211980,1 παρ. 2 της 19040/1981 ΥΑ Οικονομικών και Εργασίας, 1 παρ. 1 και 2 του ΑΝ 539/1945,3 παρ. 16 του Ν. 4504/1966 και του άρθρου μόνου του Ν. 133/1975, που κύρωσε την από 26-2-1975 ΕΓΣΣΕ) και κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού (αρθ 904 ΑΚ) τις αποδοχές που το εναγόμενο θα κατέβαλε σε άλλον εργαζόμενο, με τα ίδια προσόντα και ικανότητες, απασχολούμενο με έγκυρη σύμβαση εργασίας και τις ίδιες συνθήκες. Ακολούθως, κρίθηκε με την προσβαλλόμενη 191/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων ότι στην ενάγουσα οφείλεται για το ένδικο διάστημα από 15-1-2009 έως 10-12-2010 για τις παραπάνω αιτίες το ποσό των 12973,18 ευρώ νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή διακρίσεις, όπως και πρωτοδίκως και μετά τις παραδοχές αυτές απορρίφτηκε η από 27-9-2016 έφεση του εναγομένου κατά της 602/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων.
2. Την ως άνω κρίση του δικαστηρίου της ουσίας προσβάλλει ήδη το αναιρεσείον με την κρινόμενη από 24-11-2017 αίτηση αναίρεσης ( αριθ καταθ 5/2017), με τον μοναδικό από το άρθρο 559 αρ.19, αληθώς όμως από τον αριθ. 1 ΚΠολΔ λόγο. Ειδικότερα ισχυρίζεται ότι το Εφετείο που επιδίκασε το παραπάνω ποσό για τις ανωτέρω αιτίες με βάση τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, παραβίασε τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ, την οποία εφάρμοσε εσφαλμένα, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της, διότι, ο φορέας απασχόλησης δεν είχε τη δυνατότητα νόμιμης πρόσληψης εργαζομένου στη θέση, στην οποία απασχόλησε ακύρως την ενάγουσα.
3. Το ζήτημα αυτό, ως αναφερόμενο σε μεγάλη κατηγορία εργαζομένων και, εντεύθεν, χαρακτηρισθέν ως ζήτημα εξαιρετικής σημασίας, έχει ήδη παραπεμφθεί στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την 186/2019 απόφαση του Β2 τμήματος αυτού, που ήταν γνωστή στο παρόν Β2 τμήμα όταν άρχισε η διάσκεψη για την παρούσα υπόθεση. Ειδικότερα με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι ο αντίστοιχος λόγος της εκεί κρινόμενης αίτησης αναίρεσης δημιουργεί ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος σχετικά με την εφαρμογή ή μη των διατάξεων για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό και της βάσης υπολογισμού της σχετικής ωφέλειας του φορέα απασχόλησης από την εργασία του ακύρως απασχοληθέντος στο δημόσιο [ή σε δημόσιο φορέα], υπό τις αυτές συνθήκες εργασίας με το μόνιμο προσωπικό, οσάκις ο φορέας απασχόλησης δεν είχε τη δυνατότητα νόμιμης πρόσληψης εργαζομένου στη θέση όπου απασχόλησε τον συμβασιούχο, ο οποίος απασχολήθηκε εκεί δυνάμει σχετικού συμφωνητικού συνεργασίας, καταρτισθέντος μεταξύ του απασχοληθέντος με τον ΟΑΕΔ στο πλαίσιο σχετικού προγράμματος (stage), διότι οι ούτω προκύπτουσες διαφορές αφορούν μεγάλο αριθμό εργαζομένων της αυτής κατηγορίας, των οποίων υποθέσεις εκκρεμούν είτε ενώπιον του Αρείου Πάγου είτε ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας, ενώ συντρέχει επί πλέον λόγος για την ενότητα της νομολογίας.
4. Επομένως, για την ενότητα της νομολογίας και προς αποφυγή εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων, συντρέχει, ευλόγως, περίπτωση εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 249 ΚΠολΔ. Κατόπιν αυτού, πρέπει να αναβληθεί η πρόοδος της παρούσας δίκης, μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως από την Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, προς την οποία η τυχόν παραπομπή και της υπόθεσης αυτής θα επιβράδυνε ακόμη περισσότερο την εκδίκασή της.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως από την Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επί της υποθέσεως που έχει παραπεμφθεί σ` αυτή με την 186/2019 απόφαση του Β2 τμήματος του Αρείου Πάγου.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 28 Ιουνίου 2019.
H ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 10 Σεπτεμβρίου 2019.
H ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ  Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: