ΤρΕφΠειρ 522/2013
Περίληψη
Αντιδικία περί της κυριότητας του επίδικου τμήματος εξ αφορμής της μίσθωσής του και από το Ελληνικό Δημόσιο και από την Ιερά Μονή. Αποδείχθηκε ότι η Ι. Μονή κατείχε, επόπτευε και καλλιεργούσε με ..
σιτηρά και άλλα προϊόντα τα καλλιεργήσιμα εδάφη για πάνω από 160 χρόνια ενώ άλλοτε τα εκμίσθωνε σε ακτήμονες κατοίκους της γύρω περιοχής, οι οποίοι αντί μισθώματος έδιναν στη Μονή μέρος των καρπών που συνέλεγαν. Η ενασχόληση του ενάγοντος Ελληνικού Δημοσίου με την επίδικη έκταση έγινε για πρώτη φορά με την έκδοση από το Δασάρχη Πειραιά της πράξης χαρακτηρισμού της έκτασης των 550 στρεμμάτων ως δασικής τμήμα της οποίας μίσθωσε ακολούθως. Απόρριψη αγωγής.Επιμέλεια Περίληψης:
Απόφαση
Αριθμός 522/2013
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Γεωργία Σωτηροπούλου, Πρόεδρο Εφετών, Παναγιώτα Δάλλα - Κατσίκα και Μαρία Βασδέκη - Eισηγήτρια, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Γεωργία Λογοθέτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Μαρτίου 2013, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΚΑΛΟΥΣΑΣ - ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : Ιεράς και Σεβάσμιας Κοινοβιακής Γυναικείας Μονής … «... », που εδρεύει στην Αίγινα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Σταμάτιο Στριγάρη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΚΑΘΟΥ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική αντιπρόσωπο Ερηλένα Κρόμπα.
To καθού η κλήση - εκκαλούν ελληνικό δημόσιο άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 16-3-1994 και με αριθ. εκθ. καταθ. ... / ... /1994 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 6265/1999 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το ενάγον και ήδη εκκαλούν ελληνικό δημόσιο με την από 22-12-2000 και με αριθ. εκθ. καταθ. ... /2000 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 863/2001 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, που διέταξε τα αναφερόμενα σε αυτή.
Με την από 25-11-2009 και με αριθ. εκθ. καταθ. ... /2009 αίτηση της εναγομένης – εφεσίβλητης Ιεράς Μονής … «... », επαναφέρθηκε προς εκδίκαση η προκειμένη υπόθεση στη δικάσιμο της 7ης-10-2010, κατά την οποία δεν συζητήθηκε η έφεση.
΄Ηδη με την από 1-12-2010 κλήση της εναγομένης – εφεσίβλητης Ιεράς Μονής … «... », επαναφέρθηκε προς εκδίκαση η προκείμενη υπόθεση στη δικάσιμο της 17ης-11-2011 και κατόπιν αναβολής, σε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η δικαστική αντιπρόσωπος του εκκαλούντος αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 1/12/1010 κλήση της εφεσίβλητης νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση η από 22/12/2000 έφεση του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 863/2001 αναβλητικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία έγινε τυπικά δεκτή η έφεση και διατάχθηκαν συμπληρωματικές αποδείξεις επί των αναφερομένων σ’ αυτή θεμάτων, με όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα και μάρτυρες καθώς και η παροχή διευκρινήσεων από την πραγματογνώμονα, που διορίστηκε με τις προδικαστικές αποφάσεις του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και η συμπλήρωση της πραγματογνωμοσύνης, οι οποίες περατώθηκαν με τη διεξαγωγή των εμμαρτύρων μόνο αποδείξεων.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενώπιον του Εισηγητή - Δικαστή και περιέχονται στις υπ’ αριθ. …/1997 και …/2008 εισηγητικές εκθέσεις οι οποίες αξιολογούνται κατά το λόγο γνώσεως και το βαθμό αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα, την υπ’ αριθ. …/1999 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της τοπογράφου μηχανικού ... και από όλα τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα τα οποία χρησιμεύουν είτε προς άμεση είτε προς έμμεση απόδειξη, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η επίδικη έκταση, εμβαδού 550 στρεμμάτων, βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια Λαζάρηδων ... Αίγινας, στις πλαγιές του όρους ... και καταλαμβάνει τις θέσεις «... », «... », «... », τοπωνύμια που όλα αναφέρονται στην ίδια περιοχή, ώστε δεν καταλείπεται αμφιβολία για την ταυτότητα του διαφιλονικούμενου ακινήτου, στο οποίο εμπίπτει και η μικρότερη έκταση των 116,45 στρεμμάτων, η οποία εκμισθώθηκε και από τους δύο διαδίκους, με την υπ’ αριθ. …/9-7-1981 συμβολαιογραφική πράξη από το ενάγον Ελληνικό Δημόσιο και με την υπ’ αριθ. 3032/8-6-1982 συμβολαιογραφική πράξη από την εναγομένη Ι. Μονή, προς εταιρία «... ΟΕ» για την εκμετάλλευση λατομείου (εξόρυξη βιομηχανικών ορυκτών), οπότε και με αφορμή τη μίσθωση αυτή άρχισε η αντιδικία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ευρύτερης έκτασης των 550 στρεμμάτων. Η μείζων αυτή επίδικη έκταση απεικονίζεται και οριοθετείται με τα στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ, Λ, Μ, Ν, Ξ, Ο, Π, Ρ, Α με πράσινη διαγράμμιση στο από Ιανουαρίου 1981 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ... , θεωρημένο από το Δασάρχη Πειραιά και ορίζεται προς βορρά με δημόσιες δασικές εκτάσεις και αγροτικές εκτάσεις της Ι. Μονής (εναγομένης), προς νότο με δρόμο Αίγινας - Λαζάρηδες και στη συνέχεια με αγροτικές εκτάσεις κατοίκων οικισμού Λαζάρηδες, προς ανατολάς με δημόσιες δασικές εκτάσεις και αγροτικές εκτάσεις κατοίκων οικισμού Λαζάρηδες και προς δυσμάς με δασικές εκτάσεις. Η έκταση αυτή αποτελείται κατά ένα μέρος από καλλιεργήσιμη γη (αγροτική) και κατά το μεγαλύτερο τμήμα της το έδαφος είναι πετρώδες και άγριο, καλυπτόμενο με αυτοφυή βλάστηση από πρίνους, σχίνα, αφανές και αγριόπευκα θαμνώδους μορφής στην κορυφή του όρους. Η ξυλώδης βλάστηση του σχίνου έχει ποσοστό καλύψεως μεγαλύτερο του 15% και το όριο αυτό καλύψεως χαρακτηρίζει το άνω τμήμα ως δασική έκταση, καθώς δύναται να εξυπηρετήσει τη διαβίωση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο νοτιοανατολικό τμήμα των 116,45 στρεμ., που αποτελεί όπως προαναφέρθηκε μέρος της ευρύτερης έκτασης των 550 στρεμ., αποτελεί αγροτική έκταση συνέχεια αυτής των κατοίκων του οικισμού των Λαζάρηδων και φαίνεται ότι εκαλλιεργείτο από τις παράλληλες βαθμίδες (πεζούλες), ίχνη των οποίων υπάρχουν ακόμη στο έδαφος, ενώ ένα μικρότερο τμήμα στο βορειοδυτικό άκρο αποτελεί δασική και χορτολιβαδική έκταση, συνεχόμενη άλλης δασικής έκτασης. Ολόκληρη την επίδικη έκταση των 550 στρεμ. από «αμνημονεύτων ετών» και πιο συγκεκριμένα από την ίδρυσή της το έτος 1608, τουλάχιστον πάντως από τη σύσταση του ελληνικού κράτους (έτος 1830) και μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής κατέχει και νέμεται η εναγομένη Ι. Μονή ενεργώντας δια των εκπροσώπων της ηγουμένων και μοναχών με διάνοια κυρίου και καλή πίστη όλες τις διακατοχικές πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό της ως δασικής, αγροτικής ή χορτολιβαδικής. Ειδικότερα, την έκταση αυτή η εναγομένη κατείχε, επόπτευε και καλλιεργούσε με σιτηρά και άλλα προϊόντα τα καλλιεργήσιμα εδάφη, όπου είχε διαμορφώσει ξερολιθιές - πεζούλες για να συγκρατείται το χώμα και συνέλεγε του καρπούς, ενώ άλλοτε τα αγροτικά αυτά τμήματα εκμίσθωνε σε ακτήμονες κατοίκους της γύρω περιοχής, οι οποίοι αντί μισθώματος έδιναν στη Μονή μέρος των καρπών που συνέλεγαν (σιτάρι, κριθάρι) και το υπόλοιπο κρατούσαν οι ίδιοι για τις ανάγκες των οικογενειών τους, τα δε βραχώδη και χορτολιβαδικά μέρη παραχωρούσε σε κτηνοτρόφους για τη βοσκή των ζώων τους (πρόβατα, κατσίκια), χρησιμοποιώντας τα εδάφη αυτά ως ποιμνιοστάσιο (στάνη), πότιζαν τα ζώα τους από μία «σουβάλα» (στέρνα που υπήρχε εκεί και κατέβαλαν στη Μονή ως αντάλλαγμα είτε μετρητά χρήμα είτε προϊόντα παραγόμενα από το ποίμνιό τους (γάλα, τυρί κλπ). Μεταξύ των αγροτών και κτηνοτρόφων, που μίσθωναν την επίδικη έκταση από την εναγομένη για καλλιέργεια ή για χορτονομή (βοσκοτόπια) υπήρξαν ο ... με το ... /8-1-1903 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «Λάκκα ... ς», ο ... με το ... /11-10-1915 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «... », ο ... με το ... /25-10-1915 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «... », ο ... με το από 23/9/1956 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «... », αλλά και άλλοι όπως ο ... και πριν από αυτόν ο πατέρας και ο παππούς του, ο ... , ο ... , ο ... , ο ... , που ήταν και αγροφύλακας της Μονής από το έτος 1940 και εντεύθεν, για τους οποίους ότι μίσθωναν από τη Μονή, αυτοί και οι πρόγονοί τους, επιμέρους εκτάσεις της επίδικης καταθέτουν με σαφήνεια και πειστικότητα οι μάρτυρες της εναγομένης, γνωρίζοντας είτε εξ ιδίας αντιλήψεως είτε από διηγήσεις παλαιοτέρων κατοίκων της περιοχής. Εξάλλου, στο βιβλίο της εναγομένης με το όνομα «ΚΩΔΙΞ ΜΕΓΑΣ» (της εν Αιγίνη Ιεράς Μονής της ... επιλεγομένης ... ) με ημερομηνία 19 Αυγούστου 1938, στο οποίο αναγράφονται όλα τα ακίνητα της Μονής, είναι καταχωρημένα ως ανήκοντα στην ιδιοκτησία της και τα φέροντα αύξ. αρ. 9 στη θέση «... », αύξ. αρ. 4 στη θέση «... » και αυξ. Αρ. 6 στη θέση «... », στις οποίες τοποθετείται γεωγραφικά η επίδικη έκταση. Ακόμη, με άδεια της εναγομένης τοποθετήθηκε από την Πολεμική Αεροπορία ραντάρ στην κορυφή του όρους ... , μέχρι την οποία εκτείνεται η εδαφική έκταση των 550 στρεμμάτων. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η εναγομένη για περισσότερα από 160 χρόνια, οπωσδήποτε όμως από το έτος 1830 συνεπώς και αδιαλείπτως είχε στην κατοχή της και νεμήθηκε ολόκληρο το διαφιλονικούμενου ακίνητο με την άσκηση επ’ αυτού των προαναφερομένων πράξεων φυσικού εξουσιασμού (καλλιέργεια και συγκομιδή των καρπών, εκμίσθωση προς τρίτους, παραχώρηση εμφυτευτικών δικαιωμάτων και δικαιωμάτων βοσκής κλπ) με διάνοια κυρίου και με την ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν παραβλάπτει δικαιώματα τρίτων (καλή πίστη), χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανένα και απέκτησε την κυριότητα της επίδικης έκτασης με έκτακτη χρησικτησία, η οποία είχε συμπληρωθεί μέχρι 11/9/1915 κατά τις έχουσες εφαρμογή διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου και δεν καταλύθηκε κατά τον διαδραμόντα μέχρι την άσκηση της αγωγής χρόνο (ΑΠ 1810/2009 Δνη 52,88). Απεναντίας η ενασχόληση του ενάγοντος Ελληνικού Δημοσίου με την επίδικη έκταση έγινε για πρώτη φορά με την έκδοση από το Δασάρχη Πειραιά της υπ’ αριθ. ... /9-4-1981 πράξης χαρακτηρισμού της έκτασης των 550 στρεμμάτων ως δασικής τμήμα της οποίας από 116,45 στρέμματα μίσθωσε ακολούθως με την υπ’ αριθ. …/9-7-1981 πράξη της συμβολαιογράφου Αίγινας ... για εξόρυξη και εμπορία ειδών λατομείου στην ΟΕ «... ΟΕ», πράξεις οι οποίες, ενόψει του χρόνου που έλαβαν χώρα (έτος 1981) και της προλαβούσης κτήσης της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία εκ μέρους της εναγομένης, η οποία είχε προτείνει πρωτοδίκως σχετική ένσταση ιδίας κυριότητα, δεν αρκούν για να προσδώσουν στο επίδικο ακίνητο το χαρακτήρα δημοσίου κτήματος, αντίθετο δε συμπέρασμα δεν προκύπτει από τη συνταχθείσα κατ’ εντολήν του ενάγοντος από 9/11/2011 τεχνική έκθεση του τεχνικού συμβούλου ... . Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με βάση τις ίδιες παραδοχές με την υπ’ αριθ. 6265/1999 εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την ένδικη αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, ορθά ερμήνευσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και τα όσα αντίθετα υποστηρίζει το εκκαλούν - ενάγον με τους σχετικούς λόγους της έφεσής του είναι κατ’ ουσίαν αβάσιμα και απορριπτέα. Κατόπιν όλων των ανωτέρω πρέπει η έφεση να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, μειωμένη κατ’ άρθρο 22 παρ. 1, 3 του Ν. 3693/1957 (Ολ ΑΠ 11/2011 Δνη 52,1316, ΑΠ 725/2011 Δνη 53,704), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Απορρίπτει την έφεση κατά της υπ’ αριθ. 6265/1999 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Και Καταδικάζει το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης Ιεράς Μονής, για τον παρόντα βαθμό της δίκης, την οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 6 Ιουνίου 2013 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 20 Ιουνίου 2013, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Γεωργία Σωτηροπούλου, Πρόεδρο Εφετών, Παναγιώτα Δάλλα - Κατσίκα και Μαρία Βασδέκη - Eισηγήτρια, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Γεωργία Λογοθέτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Μαρτίου 2013, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΚΑΛΟΥΣΑΣ - ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : Ιεράς και Σεβάσμιας Κοινοβιακής Γυναικείας Μονής … «... », που εδρεύει στην Αίγινα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Σταμάτιο Στριγάρη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΚΑΘΟΥ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική αντιπρόσωπο Ερηλένα Κρόμπα.
To καθού η κλήση - εκκαλούν ελληνικό δημόσιο άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 16-3-1994 και με αριθ. εκθ. καταθ. ... / ... /1994 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 6265/1999 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το ενάγον και ήδη εκκαλούν ελληνικό δημόσιο με την από 22-12-2000 και με αριθ. εκθ. καταθ. ... /2000 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 863/2001 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, που διέταξε τα αναφερόμενα σε αυτή.
Με την από 25-11-2009 και με αριθ. εκθ. καταθ. ... /2009 αίτηση της εναγομένης – εφεσίβλητης Ιεράς Μονής … «... », επαναφέρθηκε προς εκδίκαση η προκειμένη υπόθεση στη δικάσιμο της 7ης-10-2010, κατά την οποία δεν συζητήθηκε η έφεση.
΄Ηδη με την από 1-12-2010 κλήση της εναγομένης – εφεσίβλητης Ιεράς Μονής … «... », επαναφέρθηκε προς εκδίκαση η προκείμενη υπόθεση στη δικάσιμο της 17ης-11-2011 και κατόπιν αναβολής, σε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η δικαστική αντιπρόσωπος του εκκαλούντος αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 1/12/1010 κλήση της εφεσίβλητης νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση η από 22/12/2000 έφεση του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 863/2001 αναβλητικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία έγινε τυπικά δεκτή η έφεση και διατάχθηκαν συμπληρωματικές αποδείξεις επί των αναφερομένων σ’ αυτή θεμάτων, με όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα και μάρτυρες καθώς και η παροχή διευκρινήσεων από την πραγματογνώμονα, που διορίστηκε με τις προδικαστικές αποφάσεις του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και η συμπλήρωση της πραγματογνωμοσύνης, οι οποίες περατώθηκαν με τη διεξαγωγή των εμμαρτύρων μόνο αποδείξεων.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενώπιον του Εισηγητή - Δικαστή και περιέχονται στις υπ’ αριθ. …/1997 και …/2008 εισηγητικές εκθέσεις οι οποίες αξιολογούνται κατά το λόγο γνώσεως και το βαθμό αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα, την υπ’ αριθ. …/1999 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της τοπογράφου μηχανικού ... και από όλα τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα τα οποία χρησιμεύουν είτε προς άμεση είτε προς έμμεση απόδειξη, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η επίδικη έκταση, εμβαδού 550 στρεμμάτων, βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια Λαζάρηδων ... Αίγινας, στις πλαγιές του όρους ... και καταλαμβάνει τις θέσεις «... », «... », «... », τοπωνύμια που όλα αναφέρονται στην ίδια περιοχή, ώστε δεν καταλείπεται αμφιβολία για την ταυτότητα του διαφιλονικούμενου ακινήτου, στο οποίο εμπίπτει και η μικρότερη έκταση των 116,45 στρεμμάτων, η οποία εκμισθώθηκε και από τους δύο διαδίκους, με την υπ’ αριθ. …/9-7-1981 συμβολαιογραφική πράξη από το ενάγον Ελληνικό Δημόσιο και με την υπ’ αριθ. 3032/8-6-1982 συμβολαιογραφική πράξη από την εναγομένη Ι. Μονή, προς εταιρία «... ΟΕ» για την εκμετάλλευση λατομείου (εξόρυξη βιομηχανικών ορυκτών), οπότε και με αφορμή τη μίσθωση αυτή άρχισε η αντιδικία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ευρύτερης έκτασης των 550 στρεμμάτων. Η μείζων αυτή επίδικη έκταση απεικονίζεται και οριοθετείται με τα στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ, Λ, Μ, Ν, Ξ, Ο, Π, Ρ, Α με πράσινη διαγράμμιση στο από Ιανουαρίου 1981 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ... , θεωρημένο από το Δασάρχη Πειραιά και ορίζεται προς βορρά με δημόσιες δασικές εκτάσεις και αγροτικές εκτάσεις της Ι. Μονής (εναγομένης), προς νότο με δρόμο Αίγινας - Λαζάρηδες και στη συνέχεια με αγροτικές εκτάσεις κατοίκων οικισμού Λαζάρηδες, προς ανατολάς με δημόσιες δασικές εκτάσεις και αγροτικές εκτάσεις κατοίκων οικισμού Λαζάρηδες και προς δυσμάς με δασικές εκτάσεις. Η έκταση αυτή αποτελείται κατά ένα μέρος από καλλιεργήσιμη γη (αγροτική) και κατά το μεγαλύτερο τμήμα της το έδαφος είναι πετρώδες και άγριο, καλυπτόμενο με αυτοφυή βλάστηση από πρίνους, σχίνα, αφανές και αγριόπευκα θαμνώδους μορφής στην κορυφή του όρους. Η ξυλώδης βλάστηση του σχίνου έχει ποσοστό καλύψεως μεγαλύτερο του 15% και το όριο αυτό καλύψεως χαρακτηρίζει το άνω τμήμα ως δασική έκταση, καθώς δύναται να εξυπηρετήσει τη διαβίωση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο νοτιοανατολικό τμήμα των 116,45 στρεμ., που αποτελεί όπως προαναφέρθηκε μέρος της ευρύτερης έκτασης των 550 στρεμ., αποτελεί αγροτική έκταση συνέχεια αυτής των κατοίκων του οικισμού των Λαζάρηδων και φαίνεται ότι εκαλλιεργείτο από τις παράλληλες βαθμίδες (πεζούλες), ίχνη των οποίων υπάρχουν ακόμη στο έδαφος, ενώ ένα μικρότερο τμήμα στο βορειοδυτικό άκρο αποτελεί δασική και χορτολιβαδική έκταση, συνεχόμενη άλλης δασικής έκτασης. Ολόκληρη την επίδικη έκταση των 550 στρεμ. από «αμνημονεύτων ετών» και πιο συγκεκριμένα από την ίδρυσή της το έτος 1608, τουλάχιστον πάντως από τη σύσταση του ελληνικού κράτους (έτος 1830) και μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής κατέχει και νέμεται η εναγομένη Ι. Μονή ενεργώντας δια των εκπροσώπων της ηγουμένων και μοναχών με διάνοια κυρίου και καλή πίστη όλες τις διακατοχικές πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό της ως δασικής, αγροτικής ή χορτολιβαδικής. Ειδικότερα, την έκταση αυτή η εναγομένη κατείχε, επόπτευε και καλλιεργούσε με σιτηρά και άλλα προϊόντα τα καλλιεργήσιμα εδάφη, όπου είχε διαμορφώσει ξερολιθιές - πεζούλες για να συγκρατείται το χώμα και συνέλεγε του καρπούς, ενώ άλλοτε τα αγροτικά αυτά τμήματα εκμίσθωνε σε ακτήμονες κατοίκους της γύρω περιοχής, οι οποίοι αντί μισθώματος έδιναν στη Μονή μέρος των καρπών που συνέλεγαν (σιτάρι, κριθάρι) και το υπόλοιπο κρατούσαν οι ίδιοι για τις ανάγκες των οικογενειών τους, τα δε βραχώδη και χορτολιβαδικά μέρη παραχωρούσε σε κτηνοτρόφους για τη βοσκή των ζώων τους (πρόβατα, κατσίκια), χρησιμοποιώντας τα εδάφη αυτά ως ποιμνιοστάσιο (στάνη), πότιζαν τα ζώα τους από μία «σουβάλα» (στέρνα που υπήρχε εκεί και κατέβαλαν στη Μονή ως αντάλλαγμα είτε μετρητά χρήμα είτε προϊόντα παραγόμενα από το ποίμνιό τους (γάλα, τυρί κλπ). Μεταξύ των αγροτών και κτηνοτρόφων, που μίσθωναν την επίδικη έκταση από την εναγομένη για καλλιέργεια ή για χορτονομή (βοσκοτόπια) υπήρξαν ο ... με το ... /8-1-1903 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «Λάκκα ... ς», ο ... με το ... /11-10-1915 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «... », ο ... με το ... /25-10-1915 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «... », ο ... με το από 23/9/1956 ιδιωτικό συμφωνητικό στη θέση «... », αλλά και άλλοι όπως ο ... και πριν από αυτόν ο πατέρας και ο παππούς του, ο ... , ο ... , ο ... , ο ... , που ήταν και αγροφύλακας της Μονής από το έτος 1940 και εντεύθεν, για τους οποίους ότι μίσθωναν από τη Μονή, αυτοί και οι πρόγονοί τους, επιμέρους εκτάσεις της επίδικης καταθέτουν με σαφήνεια και πειστικότητα οι μάρτυρες της εναγομένης, γνωρίζοντας είτε εξ ιδίας αντιλήψεως είτε από διηγήσεις παλαιοτέρων κατοίκων της περιοχής. Εξάλλου, στο βιβλίο της εναγομένης με το όνομα «ΚΩΔΙΞ ΜΕΓΑΣ» (της εν Αιγίνη Ιεράς Μονής της ... επιλεγομένης ... ) με ημερομηνία 19 Αυγούστου 1938, στο οποίο αναγράφονται όλα τα ακίνητα της Μονής, είναι καταχωρημένα ως ανήκοντα στην ιδιοκτησία της και τα φέροντα αύξ. αρ. 9 στη θέση «... », αύξ. αρ. 4 στη θέση «... » και αυξ. Αρ. 6 στη θέση «... », στις οποίες τοποθετείται γεωγραφικά η επίδικη έκταση. Ακόμη, με άδεια της εναγομένης τοποθετήθηκε από την Πολεμική Αεροπορία ραντάρ στην κορυφή του όρους ... , μέχρι την οποία εκτείνεται η εδαφική έκταση των 550 στρεμμάτων. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η εναγομένη για περισσότερα από 160 χρόνια, οπωσδήποτε όμως από το έτος 1830 συνεπώς και αδιαλείπτως είχε στην κατοχή της και νεμήθηκε ολόκληρο το διαφιλονικούμενου ακίνητο με την άσκηση επ’ αυτού των προαναφερομένων πράξεων φυσικού εξουσιασμού (καλλιέργεια και συγκομιδή των καρπών, εκμίσθωση προς τρίτους, παραχώρηση εμφυτευτικών δικαιωμάτων και δικαιωμάτων βοσκής κλπ) με διάνοια κυρίου και με την ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν παραβλάπτει δικαιώματα τρίτων (καλή πίστη), χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανένα και απέκτησε την κυριότητα της επίδικης έκτασης με έκτακτη χρησικτησία, η οποία είχε συμπληρωθεί μέχρι 11/9/1915 κατά τις έχουσες εφαρμογή διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου και δεν καταλύθηκε κατά τον διαδραμόντα μέχρι την άσκηση της αγωγής χρόνο (ΑΠ 1810/2009 Δνη 52,88). Απεναντίας η ενασχόληση του ενάγοντος Ελληνικού Δημοσίου με την επίδικη έκταση έγινε για πρώτη φορά με την έκδοση από το Δασάρχη Πειραιά της υπ’ αριθ. ... /9-4-1981 πράξης χαρακτηρισμού της έκτασης των 550 στρεμμάτων ως δασικής τμήμα της οποίας από 116,45 στρέμματα μίσθωσε ακολούθως με την υπ’ αριθ. …/9-7-1981 πράξη της συμβολαιογράφου Αίγινας ... για εξόρυξη και εμπορία ειδών λατομείου στην ΟΕ «... ΟΕ», πράξεις οι οποίες, ενόψει του χρόνου που έλαβαν χώρα (έτος 1981) και της προλαβούσης κτήσης της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία εκ μέρους της εναγομένης, η οποία είχε προτείνει πρωτοδίκως σχετική ένσταση ιδίας κυριότητα, δεν αρκούν για να προσδώσουν στο επίδικο ακίνητο το χαρακτήρα δημοσίου κτήματος, αντίθετο δε συμπέρασμα δεν προκύπτει από τη συνταχθείσα κατ’ εντολήν του ενάγοντος από 9/11/2011 τεχνική έκθεση του τεχνικού συμβούλου ... . Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με βάση τις ίδιες παραδοχές με την υπ’ αριθ. 6265/1999 εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την ένδικη αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, ορθά ερμήνευσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και τα όσα αντίθετα υποστηρίζει το εκκαλούν - ενάγον με τους σχετικούς λόγους της έφεσής του είναι κατ’ ουσίαν αβάσιμα και απορριπτέα. Κατόπιν όλων των ανωτέρω πρέπει η έφεση να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, μειωμένη κατ’ άρθρο 22 παρ. 1, 3 του Ν. 3693/1957 (Ολ ΑΠ 11/2011 Δνη 52,1316, ΑΠ 725/2011 Δνη 53,704), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Απορρίπτει την έφεση κατά της υπ’ αριθ. 6265/1999 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Και Καταδικάζει το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης Ιεράς Μονής, για τον παρόντα βαθμό της δίκης, την οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 6 Ιουνίου 2013 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 20 Ιουνίου 2013, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΠΗΓΗ:https://www.qualex.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου