Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

ΑΠ 8/2016 Τεκμήριο νομής – Διακοπή χρησικτησίας – Προσαύξηση χρόνου χρησικτησίας


ΑΠ 8/2016 Τεκμήριο νομής – Διακοπή χρησικτησίας – Προσαύξηση χρόνου χρησικτησίας

Περίληψη

Εμπράγματο. Νομή. Τεκμήριο Νομής. Απώλεια νομής.

Χρησικτησία. Αναιρετικός λόγος για παράβαση ουσιαστικού δικαίου. Εδαφική λωρίδα όμορου ακινήτου εφ’ης κατασκευάστηκε κλίμακα που εξυπηρετεί άλλο ακίνητο. Πλειστηριασμός όμορου ακινήτου. Μη άσκηση πράξεων νομής και ανυπαρξία διάνοιας κυρίου των πλειοδοτών. Δεν πρόκειται για προσωρινή αδυναμία στην άσκηση της νομής αλλά για απεμπόληση της φυσικής εξουσίασης και της κυριαρχικής διάνοιας επί του πράγματος. Δεν προσμετράται ως χρόνος νομής τους για τη συμπλήρωση χρησικτησίας. Απορρίπτει αναίρεση

Απόφαση

Αριθμός 8/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Πέτρο Σαλίχο και Παρασκευή Καλαϊτζή Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 18 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων:1) Α. Α. του Ι., 2) Σ. Γ. του Α., κατοίκων ..., που παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Πέτρου Κασιμάτη.
Του αναιρεσίβλητου: Σ. Γ. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Πέτρο Τσαντίνη με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 24-11-2007 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2229/2010 του ιδίου Δικαστηρίου και 581/2014 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 19-9-2014 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Παρασκευή Καλαϊτζή, ανέγνωσε την από 9-11-2015 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί το αντίδικο μέρος στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατ’ άρθρο 981 AK "Η νομή χάνεται μόλις πάψει η φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα ή εκδηλωθεί αντίθετη διάνοια του νομέα" (εδ.α’ ). "Παροδικό από τη φύση του κώλυμα για την άσκηση της εξουσίας δεν επιφέρει απώλεια της νομής" (εδ.β.). Περαιτέρω, συμφώνως προς το άρθρ. 1046 ΑΚ: "Εκείνος που έχει στη διανοία κυρίου νομή του το πράγμα κατά την έναρξη και τη λήξη ορισμένης χρονικής περιόδου, τεκμαίρεται ότι το νέμεται και κατά τον ενδιάμεσο χρόνο». Έτι περαιτέρω, κατ’ άρθρο 1051 ΑΚ: "Εκείνος που απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή ειδική διαδοχή μπορεί να συνυπολογίσει το δικό του χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου». Από τις διατάξεις αυτές καταδεικνύεται, ότι: Ο νομοθέτης θέσπισε το τεκμήριο νομής (1046 ΑΚ) για εκείνους, οι οποίοι με διάνοια κυρίου φυσικώς εξουσιάζουν το πράγμα κατά τους δύο πόλους (ενάρξεως - λήξεως) της φυσικής εξουσιάσεως, τεκμαιρομένης αυτής και κατά τον ενδιαμέσως διαδραμόντα χρόνο και υπερκαλυπτομένου του κατά την ροή του χρόνου της νομής χρησικτησίας προσωρινού κωλύματος προς άσκηση της εξουσίας (981 εδ. β ΑΚ). Η τελευταία αυτή διάταξη αναφέρεται στην προσωρινότητα της αδυναμίας χρησιδεσπόσεως του πράγματος, περίπτωση κατά την οποία δεν εκλείπει η πεποίθηση (=διάνοια) της κυριαρχίας επί του πράγματος. Η εν θέματι ρύθμιση σαφώς διαφοροποιείται από την πρόβλεψη της ΑΚ 1048, όπου αναφέρεται, ότι η χρησικτησία διακόπτεται διά της απωλείας της νομής, (η οποία επέρχεται διά της διαζευκτικής ή συμπλεκτικής απωλείας των συστατικών αυτής στοιχείων, ήτοι, κατ’ άρθρ. 974 ΑΚ, της φυσικής εξουσιάσεως =«corpus», και της διανοίας κυρίου =«animus»). Η δε τοιαύτη διακοπή λογίζεται ότι δεν επήλθε, εάν αυτός που απώλεσε την νομή, επαναποκτήσει αυτήν, υπό τις παρατιθέμενες στο άρθρο προϋποθέσεις.
ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση το (δικάσαν ως Εφετείο) Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, όπως προκύπτει απ’ τις επιτρεπτώς επισκοπηθείσες παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεώς του, δέχθηκε, ότι οι αναιρεσείοντες (ενάγοντες) στον χρόνο της ιδίας αυτών νομής χρησιδεσποτείας, (αφετηριασθείσης στις 6-12-2005), επί της επίδικης εδαφικής λωρίδος των 13,20 μ2, δεν δύνανται να προσμετρήσουν αυτόν των αμέσων δικαιοπαρόχων τους, δοθέντος ότι οι τελευταίοι με την οικεία αυτών βούληση είχαν απεμπολήσει την διά χρησικτησίας ιδιοκτησιακή προοπτική επί του επιδίκου εδαφικού τμήματος, έχοντες απεμπολήσει και την διάνοια κυρίου ("animus») και την φυσική εξουσίαση επ’ αυτού ("corpus»)• βάσει δε των προρρηθεισών παραδοχών το Πρωτοδικείο, μετ’ εξαφάνιση της εκκληθείσης ειρηνοδικειακής αποφάσεως, απέρριψε κατ’ ουσίαν την αγωγή των νυν αναιρεσειόντων. Ειδικότερα, κατά την (επιτρεπτή) επισκόπηση των παραδοχών του ουσιαστικού δικαστηρίου διαπιστώνεται, ότι έγιναν δεκτά τα ακόλουθα: "Δυνάμει του υπ’ αρ. .../1936 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μεταγεγραμμένου, η Α. σύζυγος Σ. Ζ. απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα ένα οικόπεδο μετά της επ’ αυτού ισόγειας οικίας συνολικής επιφανείας 66,32 τ.μ., ευρισκόμενο στη συμβολή των οδών ..., στην περιοχή του ..., ακολούθως δε δυνάμει του υπ’ αρ. .../1961 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε το όμορο του ανωτέρω ακίνητο εκτάσεως 75,68 τμ. μετά ισογείου οικίας συνορευόμενο ανατολικώς με την ως άνω οικία, όπως αυτό περιγράφεται αναλυτικά στο προεκτιθέμενο συμβόλαιο. Μόλις η ως άνω αγοράστρια κατέστη κυρία και νομέας και του ομόρου ακινήτου, έλαβε από το αρμόδιο πολεοδομικό γραφείο την με αρ. .../10-5-1962 άδεια προκειμένου να κατασκευάσει άνωθεν του ισογείου του αγορασθέντος το 1938 ακινήτου της, πρώτο όροφο, όπως επίσης έλαβε και άδεια να κατασκευάσει στο όμορο και προσφάτως αγορασθέν ακίνητο της εξωτερική κλίμακα ανόδου από μπετόν αρμέ η οποία θα καταλάμβανε 13,20 τμ. σε επαφή με την αρχική της ιδιοκτησία, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η πρόσβαση από την οδό ... στον 1° όροφο της οικίας και αντιστρόφως, δεδομένου ότι δεν υπήρχε εσωτερική επικοινωνία του ισογείου με τον 1° όροφο. Η ως άνω εδαφική λωρίδα των 13,20 τμ. απεικονίζεται στο επισυναπτόμενο στην αγωγή από Νοέμβριο του 2006 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Π. Χ., υπό στ. Η-Θ-Κ-Ε-Ζ-Η. Η Α. Σύζυγος Σ. Ζ. κατά τον προαναφερθέντα τρόπο ενέμετο και κατείχε μέχρι το θάνατο της στις 3-6-1970 την εδαφική λωρίδα των 13,20 τμ. χρησιμοποιώντας αυτήν κατά τον προορισμό της, ήτοι για την - διαμέσου της κατασκευασθείσας κλίμακας - άνοδο και κάθοδο στον 1° όροφο της οικίας της από και προς την οδό .... Μετά το θάνατο της κληρονομήθηκε από την Ε. Ζ., σύζυγο Ξ. Π., η οποία αποδέχτηκε την ανωτέρω κληρονομιά με την υπ’ αρ. .../1973 πράξη αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μετεγγραμμένης. Στην ανωτέρω πράξη αποδοχής κληρονομιάς τα δύο ως άνω κληρονομιαία ακίνητα αναφέρονται ξεχωριστά, πλην όμως η επίμαχη κλίμακα αναφέρεται στο υπό στ. ένα (1) ακίνητο, όπου υπάρχει πλέον διώροφη οικία με την επισήμανση "μετά κλίμακας εκ μπετόν αρμέ επικοινωνία του ορόφου μετά της οδού». Η Ε. Ζ. ενέμετο και κατείχε την επίδικη εδαφική λωρίδα μέχρι το έτος 1997 χρησιμοποιώντας αυτήν όπως και η δικαιοπάροχός της, ήτοι για να ανέρχεται και να κατέρχεται μέσω της κλίμακας από την οδό ... στον 1° όροφο της οικίας της και αντιστρόφως. Το έτος 1997 λόγω οφειλών της προς τρίτους, το ένα εκ τω δύο κληρονομιαίων ακινήτων και δη το οικόπεδο των 66,32 τμ. μετά της εντός αυτού διώροφης οικίας περιήλθε δυνάμει της υπ1 αρ. .../9-10-1997 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης της συμβολαιογράφου Αχαρνών ..., νομίμως μετεγγραμμένης στις 10-10-1997 στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου ... στον τόμο ... και με αριθμό ..., στους πλειοδότες Γ. Μ. και Ε. Β. και δη κατά ποσοστό 50% σε έκαστο εξ αυτών. Στον ανωτέρω τίτλο δεν περιλαμβάνεται η επίδικη εδαφική λωρίδα των 13,20 τμ., καθώς αυτή ανήκε στο έτερο κληρονομιαίο ακίνητο, γίνεται ωστόσο αναφορά στην κλίμακα ανόδου με την επισήμανση "υπάρχει κλίμακα εκ μπετόν αρμέ στην οδό ... επικοινωνίας του ορόφου». Ωστόσο, από τα στοιχεία που υπάρχουν στη δικογραφία δεν αποδεικνύεται ότι οι ως άνω πλειοδότες μετά την κατακύρωση σε αυτούς του ως άνω ακινήτου και τη μεταγραφή της περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης άσκησαν επ’ αυτού πράξεις νομής, και δη εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σ’ αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, καθώς από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι κατοικούσαν σε αυτό μήτε ότι ασκούσαν τυχόν εμφανείς πράξεις εξουσίασης επ’ αυτού. Τούτο προκύπτει αφενός μεν από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (βλ. κατάθεση μάρτυρος εναγόντων όπου αναφέρει "Δεν γνωρίζω αν κατοικείτο από το 1997 και μετά" και κατάθεση μάρτυρος εναγομένου όπου αναφέρει ότι "Από το 1997 μέχρι τότε που το αγόρασαν οι ενάγοντες δεν κατοικείτο. Καταστράφηκε γιατί δύο φορές έβαλαν φωτιά και από τον σεισμό του 1999»), αφετέρου δε από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος των εναγόντων σε προηγηθείσα δίκη ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ των ιδίων διαδίκων όπου αυτός αναφέρει ρητώς πως "Από το 1997 μέχρι το 2006 ήταν ακατοίκητο" (βλ. τα υπ" αρ. 451/2008 πρακτικά συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών - διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων). Επομένως κατά λογική ακολουθία οι πλειοδότες Γ. Μ. και Ε. Β. δεν άσκησαν οιαδήποτε πράξη νομής μήτε επί της ομόρου εδαφικής λωρίδας των 13,20 τμ. επί της οποίας είχε κατασκευαστεί η κλίμακα. Όταν λοιπόν οι ενάγοντες - εφεσίβλητοι απέκτησαν το 2005 το ανωτέρω ακίνητο δυνάμει του υπ’ αρ. .../6-12-2005 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου ... τόμο ... και αρ. ..., στο περιεχόμενο του οποίου γίνεται αναφορά και στην κλίμακα επικοινωνίας του 1ου ορόφου, άρχισαν να νέμονται την επίδικη λωρίδα γης των 13,20 τμ. χρησιμοποιώντας την κλίμακα ανόδου για πρόσβαση στο α1 όροφο της οικίας τους με καλή πίστη, διάνοια κυρίου και νομιζόμενο τίτλο, καθώς χωρίς βαρειά τους αμέλεια είχαν την πεποίθηση ότι στον προαναφερόμενο τίτλο κτήσης με τον οποίο αγόρασαν το ακίνητο εμπεριέχετο και η επίδικη εδαφική λωρίδα. Ωστόσο ο αγωγικός ισχυρισμός τους ότι έχουν καταστεί ήδη κύριοι αυτής με τα προσόντα της τακτικής άλλως έκτακτης χρησικτησίας προσμετρώντας στο χρόνο χρησικτησίας τους το χρόνο χρησικτησίας των δικαιοπαρόχων τους είναι ουσιαστικά αβάσιμος. Και τούτο διότι, όπως προαναφέρθηκε, από το έτος 1997 και μέχρι το έτος 2005 η χρησικτησία των αμέσων δικαιοπαρόχων τους Γ. Μ. και Ε. Β. διακόπηκε καθώς οι τελευταίοι δεν άσκησαν καμία πράξη νομής επί του ακινήτου μήτε επί της επίδικης λωρίδας, με αποτέλεσμα να απολέσουν εκουσίως αυτή (τη νομή). Επομένως ο χρόνος που διανύθηκε μέχρι τη διακοπή από τους δικαιοπάροχους των εναγόντων - εφεσίβλητων δεν δύναται να υπολογιστεί και να προσαυξήσει κατ’ άρ. 1051 ΑΚ το χρόνο χρησικτησίας αυτών, η οποία ως νέα πλέον χρησικτησία άρχισε μετά τη λήξη της διακοπής της προηγούμενης ήτοι στα τέλη του 2005 όταν οι εφεσίβλητοι απέκτησαν το ακίνητο και άρχισαν να προβαίνουν σε πράξεις νομής προκειμένου να το ανακαινίσουν. Μέχρι όμως την άσκηση της αγωγής τους το έτος 2007 κατά του εκκαλούντος - ο οποίος και φέρεται ως κύριος του ομόρου ακινήτου επί του οποίου υπάρχει η επίδικη εδαφική λωρίδα ήδη από το έτος 2000 δυνάμει, του υπ’ αρ. .../2000 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μεταγεγραμμένου - δεν είχε συμπληρωθεί ο απαιτούμενος κατά νόμο χρόνος για την απόκτηση της κυριότητας της ως άνω επίδικης εδαφικής λωρίδας με τα προσόντα της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας από αυτούς, καθώς αυτοί είχαν ασκήσει πράξεις νομής μόνο επί δύο (2) έτη».
ΙΙΙ. Με αυτά που δέχθηκε το Πρωτοδικείο είναι σαφές, ότι δεν υπέπεσε στις με τον λόγο αναιρέσεως καταλογιζόμενες πλημμέλειες και δη, κατ’ άρθρ. 560 αρ. 1 ΚΠολΔ, υπό την έννοια της εσφαλμένης εφαρμογής των άρθρ. 981 και 1046 ΑΚ και μη εφαρμογής της διατάξεως του άρθρ. 1051 ΑΚ. Ειδικότερα: Κατά τα ανωτέρω δεκτά γενόμενα, οι άμεσοι δικαιοπάροχοι των αναιρεσειόντων, (πλειοδότες του επιδίκου ακινήτου με κατακύρωση σε πλειστηριασμό), απεμπόλησαν, κατά τα ως άνω, και το "corpus" και το "animus" δηλαδή, όχι μόνο την φυσική εξουσίαση, αλλά και την κυριαρχική διάνοια επί της διαφιλονικούμενης εδαφικής λωρίδος. Επομένως, καταδεικνύεται η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρ. 981 εδ. α’ ΑΚ, (μη συντρεξασών συνεπώς των προϋποθέσεων εφαρμογής των διατάξεων 1046, 1051 του ΑΚ και μη τιθεμένου μετά ταύτα ζητήματος παραβιάσεως κατ’ επέκταση και των άρθρ. 1041, 1045 ΑΚ, όπως διατείνονται οι αναιρεσείοντες).
Εν προκειμένω, πρόκειται, δηλαδή, όχι μόνο για προσωρινότητα αδυναμίας της φυσικής εξουσιάσεως του πράγματος, αλλά για αποξένωση αυτών (αμέσων δικαιοπαρόχων των αναιρεσειόντων) από τις βλέψεις της ιδιοκτησιακής προοπτικής επί της προμνησθείσας εδαφικής λωρίδος, κατά τα άνω εκτιθέμενα. Το χάσμα δε, το οποίον εμφιλοχώρησε εξαιτίας της επί της επίδικης εδαφικής λωρίδος διακοπής χρησικτησίας των αμέσων αυτών δικαιοπαρόχων των αναιρεσειόντων, δεν δίδει στους τελευταίους (αναιρεσείοντες) το εφαλτήριο της παροχής έννομης προστασίας με έρεισμα την επί της περιπτώσεώς τους εφαρμογή των προειπωθεισών διατάξεων. Συγκεκριμένα: Αφού το τεκμήριο νομής δεν ισχύει για τους αμέσους δικαιοπαρόχους τους, δεν δύνανται αυτοί (αναιρεσείοντες) να θέσουν θέμα προσμετρήσεως του ιδίου αυτών χρόνου νομής χρησικτησίας (επί της επίδικης, προαναφερομένης, εδαφικής λωρίδος) με εφαρμογή της ΑΚ1051. Το δε τεκμήριο νομής, κατά τις ανωτέρω ενδελεχείς παραδοχές, δεν είναι εφαρμόσιμο επί των αμέσων δικαιοπαρόχων των αναιρεσειόντων, εφόσον αυτοί (άμεσοι δικαιοπάροχοι) είχαν αποστασιοποιηθεί και αποξενωθεί από την νομή και δι’ αυτής απ’ την χρησικτησία επί της επίδικης εδαφικής λωρίδος, όπως προειπώθηκε.
IV. Κατ’ ακολουθίαν, ο (μοναδικός) λόγος αναιρέσεως, υπό την ανωτέρω εννοιολογική ανάλυση, είναι αβάσιμος. V. Κατά συνέπεια (και μετά ταύτα) η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως καθίσταται απορριπτέα, στους δε ηττωμένους αναιρεσείοντες πρέπει, κατ’ άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ, να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου (κατά παραδοχή του κατ’ άρθρ. 191 παρ. 2 ΚΠολΔ αιτήματός του), συμφώνως προς το κατωτέρω διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του καταβληθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495 παρ. 4 ΚΠολΔ όπως εδώ εφαρμόζεται μετά την τροποποίηση υπ’ άρθρ. 12 παρ. 2 ν. 4055/2012).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19-9-2014 αίτηση των Α. Α. και Σ. Γ. για αναίρεση της 581/2014 αποφάσεως του (ως Εφετείου δικάσαντος) Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Επιβάλλει στους αναιρεσείοντες τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ. Και
Διατάσσει την εισαγωγή του καταβληθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 15 Δεκεμβρίου 2015.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 8 Ιανουαρίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: