ΑΠ 1479/2014 Υλικές πράξεις νομής - Συστατικά ακινήτου - Κτήση κυριότητας με χρησικτησία
Περίληψη
Συγκυριότητα. Έκτακτη χρησικτησία. Συννομή. Συστατικά ακινήτου. Άτυπη δωρεά του μισού εξ αδιαιρέτου αγροτικού ακινήτου για άσκηση κοινής αγροτικής επιχείρησης. Πράξεις συννομής διανοία κυρίου. Χρήση των συστατικών του ακινήτου (αποθηκών, στάβλων , δεξαμενών) και μετά τη διακοπή της επιχείρησης. Οι πράξεις συννομής αφορούν όλο το ακίνητο και όχι μόνο τα συστατικά του κτίσματα. Απορρίπτει αναίρεση για παράβαση ουσιαστικού δικαίου
Απόφαση
Αριθμός 1479/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ε. Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Mαΐου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1)Α. Π. του Ι., 2)Κ. Π. του Ι., 3)Δ. Π. και 4)Ν. Π. του Ι., κατοίκων .... Του 1ου ατομικά και ως κληρονόμου του Ι. Π. και των λοιπών ως κληρονόμων του Ι. Π.. Οι 1ος και 4ος εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Πάρι Αναστασάκο, ο οποίος δήλωσε ότι ο 2ος παραιτείται από το δικόγραφο και το δικαίωμα της ένδικης αίτησης αναίρεσης, δυνάμει του .../16-9-2013 ειδικού πληρεξουσίου, και ο 3ος απεβίωσε και κληρονομήθηκε από τους: α) Ι. Π. του Α., β)Ι. Π. του Κ., γ)Δ. Π. του Κ., ..., και δ) Ι. Π. του Κ., κάτοικο ..., οι οποίοι συνεχίζουν τη βιαίως διακοπείσα δίκη και εκπροσωπούνται από τον ίδιο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1)Α. Π., χήρας Ν., το γένος Ν. Π., 2)Κ. Π. του Ν., 3)Ε. Π. του Ν. και της 4)Ά. Π. του Ν., όλων κατοίκων ..., ως κληρονόμων του Ν. Π. του Κ.. Οι 3η παραστάθηκε αυτοπροσώπως επειδή είναι δικηγόρος και οι 1η , 2ος και 4η εκπροσωπήθηκαν από την ίδια ως άνω πληρεξούσια δικηγόρο τους (Ε. Π.), με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7/11/2002 αγωγή του ήδη 1ου αναιρεσείοντος και την από 2/7/2003 αγωγή του αρχικού διαδίκου Ν. Π., που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κοζάνης και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 171/2004 του ίδιου Δικαστηρίου και 160/2009 του Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 2/8/2012 αίτησή τους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 30/8/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων τους στη δικαστική δαπάνη τους.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Λόγοι αναιρέσεως που στηρίζονται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, προσβάλλοντας μη πραγματικές παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας, είναι αβάσιμοι.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο, με επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης, δέχθηκε την από 2-7-2003 διεκδικητική αγωγή του Ν. Π., δικαιοπαρόχου των αναιρεσιβλήτων, απέρριψε την από 7-11-2002 αντίθετη αγωγή του Α. Π. πρώτου αναιρεσείοντος, και αναγνώρισε τον πρώτο (Ν.Π.) κύριο κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου του επίδικου αγρού, εμβαδού 4620,92 τ.μ., που βρίσκεται στην επαρχιακή οδό …, ο οποίος είχε περιέλθει σ'αυτόν κατά το ανωτέρω ποσοστό με έκτακτη χρησικτησία και τον οποίο υποχρέωσε τους εναγομένους - αναιρεσείοντες να αποδώσουν στον ενάγοντα. Στην ως άνω απόφασή του κατέληξε το Εφετείο αφού δέχθηκε ως αποδειχθέντα τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. "Ο Ι. Π. (...) ήταν κύριος ενός αγρού, εμβαδού 4576 τ.μ., που βρίσκεται στο 2ο χιλιόμετρο της επαρχικής οδού … (...).Το έτος 1958 ο Ι.Π. με άτυπη δωρεά μεταβίβασε στον Ν.Π., το 1/2 εξ αδιαιρέτου του άνω αγροτεμαχίου προκειμένου να λειτουργήσουν εντός του αγροτεμαχίου κοινή επιχείρηση γεωργικής και κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. Έκτοτε αμφότεροι οι εν λόγω διάδικοι προέβησαν από κοινού σε πράξεις σύννομης επί του επιδίκου με διάνοια κυρίου, σε κάθε περίπτωση ο εφεσίβλητος (σημ.:δικαιοπάροχος αναιρεσιβλήτων), τελών εν τη πεποιθήσει ότι οποιαδήποτε ενέργειά του επί του επιδίκου αποτελούσε εκδήλωση της ανηκούσης κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου σ'αυτόν κυριότητας, ως εκ της προηγηθείσης άτυπης δωρεάς προς αυτόν του εκκαλούντος Ι. Π.. Έτσι με δάνεια που αμφότεροι οι διάδικοι έλαβαν από την ... Τράπεζα κατασκεύασαν εντός του επιδίκου μία πέτρινη αποθήκη - σταύλο εμβαδού 32,40 τ.μ., δύο συνεχόμενες δεξαμενές νερού, εμβαδού 126,50 τ.μ., ένα αντλιοστάσιο εμβαδού 7,20 τ.μ., μία δεύτερη αποθήκη - σταύλο, εμβαδού 116,72 τ.μ., και ένα αχυρώνα εμβαδού 98,68 τ.μ., ήτοι κατασκευές εκτεταμένες, που η υλοποίησή τους αποτελεί σαφή ένδειξη της πεποίθησης του εφεσιβλήτου περί ιδίας αυτού κυριότητας επί του επιδίκου. Περαιτέρω στη νότια πλευρά του ακινήτου διαμόρφωσαν οι ανωτέρω αύλειον χώρο εμβαδού 594,79 τ.μ., καθώς και δύο δρόμους. Στα πλαίσια της άνω κατάστασης συνέχισαν αυτοί την από κοινού άσκηση της επιχείρησής τους μέχρι του έτους 1979, ενώ έκτοτε ο εφεσίβλητος, παρά τον χωρισμό της μέχρι τότε κοινής επιχείρησής του με τον Ι. Π., συνέχισε να νέμεται με την προεκτεθείσα διάνοια κυρίου το 1/2 εξ αδιαιρέτου του αγρού, κάνοντας χρήση των αποθηκών, σταύλων, δεξαμενών, αντλιοστασίου, αχυρώνα και του αύλειου χώρου, αντλώντας νερό, αποθηκεύοντας ζωοτροφές και καρπούς και φυλάσσοντας τα αγροτικά του μηχανήματα. Εξάλλου το έτος 1981 σε ιδιωτικό συμφωνητικό που καταρτίστηκε για λογαριασμό των άνω διαδίκων με τον Δ. Β., περί (άτυπης) μεταβίβασης σ'αυτούς από τον τελευταίο λωρίδας γης εμβαδού 44 τ.μ, αντί τιμήματος 15.000 δρχ., εφαπτόμενης του επιδίκου, το επίδικο προσδιορίζεται ως ανήκον στην ιδιοκτησία τόσο του Ι. Π. όσο και του Ν. Π.. Με την υπ’αριθμό 506/1999 εξάλλου απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης, που έχει καταστεί τελεσίδικη ο εφεσίβλητος αναγνωρίστηκε συννομέας του επιδίκου αγρού κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου από το έτος 1958 μέχρι τις 30-9-1996, γεγονός, που λειτουργεί στα πλαίσια και της προκειμένης δίκης, τουλάχιστον ως τεκμήριο, ότι κατά τον ανωτέρω χρόνο ο εφεσίβλητος ασκούσε (με διάνοια κυρίου) συννομή κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου αγρού. Υπό τις ως άνω αποδεικτικές παραδοχές, ο εφεσίβλητος έχει αποκτήσει συγκυριότητα κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου ακινήτου (...). Η έφεση, συνεπώς και οι πρόσθετοι αυτής λόγοι, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν». Υπό τις προπαρατεθείσες παραδοχές του Εφετείου είναι προφανές ότι: α)το δικαστήριο δέχεται ότι ο δικαιοπάροχος των αναιρεσιβλήτων ασκούσε τις αναφερόμενες πράξεις συννομής εφ'ολοκλήρου του επιδίκου και όχι επί των συστατικών του κτισμάτων, η οποία δεν μπορεί κατά νόμον να οδηγήσει σε κτήση κυριότητας του όλου ακινήτου ή των συστατικών με έκτακτη χρησικτησία, β)το Εφετείο δεν δέχθηκε την ύπαρξη δεδικασμένου ως προς τη συννομή του ανωτέρω επί του επιδίκου από το έτος 1958 μέχρι την 30-9-1996 που απορρέει από την μνημονευόμενη υπ’αριθμ.506/1999 τελεσίδικη περί νομής απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης, την οποία όπως ρητώς αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλομένη, το δικαστήριο έλαβε υπόψη ως τεκμήριο, ενώ γ)το ίδιο Εφετείο έλαβε υπόψη και απέρριψε (και) τους πρόσθετους λόγους της εφέσεως των αναιρεσειόντων, (που περιείχαν αίτημα επαναλήψεως της συζητήσεως). Επομένως οι πρώτος, τρίτος και τέταρτος λόγοι του αναιρετηρίου, με τους οποίους και υπό την επίκληση των αριθμών 1, 16 και 9, αντίστοιχα, του άρθρου 559 του ΚΠολΔ υποστηρίζεται ότι το Εφετείο με το να δεχθεί ότι αα)ο δικαιοπάροχος των αναιρεσιβλήτων ασκούσε πράξεις νομής μόνο επί των συστατικών και έγινε έτσι συγκύριος του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία, ββ)ότι υπάρχει δεδικασμένο από την προμνησθείσα απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης, ενώ γγ)άφησε αδίκαστους τους πρόσθετους λόγους της εφέσεώς τους, με το ανωτέρω αίτημα, υπέπεσε στις αντίστοιχες, ως άνω, αναιρετικές πλημμέλειες, είναι (οι ανωτέρω λόγοι) αβάσιμοι, στηριζόμενοι, ειδικότερα, οι δύο πρώτοι από αυτούς, σε εσφαλμένη ο καθένας προϋπόθεση.
ΙΙ. Κατά το άρθρο 561 παρ.1 του ΚΠολΔ η εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας πραγματικών γεγονότων και ιδιαίτερα του περιεχομένου εγγράφων δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, εκτός αν παραβιάστηκαν κανόνες δικαίου ή αν υπάρχει λόγος αναιρέσεως κατά το άρθρο 559 αρ.19 και 20.
Εν προκειμένω, με τον δεύτερο λόγο του αναιρετηρίου και υπό την επίκληση του αρ.19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ προσβάλλεται αληθώς η ουσιαστική και μόνον κρίση του Εφετείου ως προς την κατά τα ανωτέρω, υπό Ι, συννομή του δικαιοπαρόχου των αναιρεσιβλήτων στο επίδικο που δέχεται το δικαστήριο, καθώς και η εκτίμηση (αξιολόγηση) των αποδεικτικών μέσων από το Εφετείο. Επομένως και αφού δεν συντρέχει καμία από τις προαναφερθείσες εξαιρέσεις του άρθρου 561 παρ.1 του ΚΠολΔ, ο εξεταζόμενος αυτός δεύτερος λόγος του αναιρετηρίου είναι, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, απαράδεκτος. Για τον ίδιο λόγο, ότι δηλαδή αναφέρεται στην ουσιαστική κρίση του Εφετείου και την αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων ιδίως δε των εγγράφων, είναι απαράδεκτος και ο πέμπτος και τελευταίος λόγος του αναιρετηρίου τον οποίο οι αναιρεσείοντες επιχειρούν να θεμελιώσουν στους αρ.8, 10, 11 και 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ.
ΙΙΙ. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει ν'απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως ως προς όλους τους διαδίκους, πλην του δεύτερου αναιρεσείοντος Κ. Π., ως προς τον οποίο η δίκη καταργήθηκε μετά τη νόμιμη παραίτησή του από το δικόγραφο της αιτήσεως (βλ. ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά), να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου (αρθρ.495 παρ.4 του ΚΠολΔ), και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, κατά το νόμιμο αίτημα των τελευταίων (άρθρ.176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 2-8-2012 αίτηση των Α. Π. κ.λπ. για αναίρεση της υπ’αριθμ.160/11-8-2009 απόφασης του Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας.
Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 18 Ιουνίου 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 26 Ιουνίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ε. Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Mαΐου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1)Α. Π. του Ι., 2)Κ. Π. του Ι., 3)Δ. Π. και 4)Ν. Π. του Ι., κατοίκων .... Του 1ου ατομικά και ως κληρονόμου του Ι. Π. και των λοιπών ως κληρονόμων του Ι. Π.. Οι 1ος και 4ος εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Πάρι Αναστασάκο, ο οποίος δήλωσε ότι ο 2ος παραιτείται από το δικόγραφο και το δικαίωμα της ένδικης αίτησης αναίρεσης, δυνάμει του .../16-9-2013 ειδικού πληρεξουσίου, και ο 3ος απεβίωσε και κληρονομήθηκε από τους: α) Ι. Π. του Α., β)Ι. Π. του Κ., γ)Δ. Π. του Κ., ..., και δ) Ι. Π. του Κ., κάτοικο ..., οι οποίοι συνεχίζουν τη βιαίως διακοπείσα δίκη και εκπροσωπούνται από τον ίδιο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1)Α. Π., χήρας Ν., το γένος Ν. Π., 2)Κ. Π. του Ν., 3)Ε. Π. του Ν. και της 4)Ά. Π. του Ν., όλων κατοίκων ..., ως κληρονόμων του Ν. Π. του Κ.. Οι 3η παραστάθηκε αυτοπροσώπως επειδή είναι δικηγόρος και οι 1η , 2ος και 4η εκπροσωπήθηκαν από την ίδια ως άνω πληρεξούσια δικηγόρο τους (Ε. Π.), με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7/11/2002 αγωγή του ήδη 1ου αναιρεσείοντος και την από 2/7/2003 αγωγή του αρχικού διαδίκου Ν. Π., που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κοζάνης και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 171/2004 του ίδιου Δικαστηρίου και 160/2009 του Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 2/8/2012 αίτησή τους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 30/8/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων τους στη δικαστική δαπάνη τους.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Λόγοι αναιρέσεως που στηρίζονται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, προσβάλλοντας μη πραγματικές παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας, είναι αβάσιμοι.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο, με επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης, δέχθηκε την από 2-7-2003 διεκδικητική αγωγή του Ν. Π., δικαιοπαρόχου των αναιρεσιβλήτων, απέρριψε την από 7-11-2002 αντίθετη αγωγή του Α. Π. πρώτου αναιρεσείοντος, και αναγνώρισε τον πρώτο (Ν.Π.) κύριο κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου του επίδικου αγρού, εμβαδού 4620,92 τ.μ., που βρίσκεται στην επαρχιακή οδό …, ο οποίος είχε περιέλθει σ'αυτόν κατά το ανωτέρω ποσοστό με έκτακτη χρησικτησία και τον οποίο υποχρέωσε τους εναγομένους - αναιρεσείοντες να αποδώσουν στον ενάγοντα. Στην ως άνω απόφασή του κατέληξε το Εφετείο αφού δέχθηκε ως αποδειχθέντα τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. "Ο Ι. Π. (...) ήταν κύριος ενός αγρού, εμβαδού 4576 τ.μ., που βρίσκεται στο 2ο χιλιόμετρο της επαρχικής οδού … (...).Το έτος 1958 ο Ι.Π. με άτυπη δωρεά μεταβίβασε στον Ν.Π., το 1/2 εξ αδιαιρέτου του άνω αγροτεμαχίου προκειμένου να λειτουργήσουν εντός του αγροτεμαχίου κοινή επιχείρηση γεωργικής και κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. Έκτοτε αμφότεροι οι εν λόγω διάδικοι προέβησαν από κοινού σε πράξεις σύννομης επί του επιδίκου με διάνοια κυρίου, σε κάθε περίπτωση ο εφεσίβλητος (σημ.:δικαιοπάροχος αναιρεσιβλήτων), τελών εν τη πεποιθήσει ότι οποιαδήποτε ενέργειά του επί του επιδίκου αποτελούσε εκδήλωση της ανηκούσης κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου σ'αυτόν κυριότητας, ως εκ της προηγηθείσης άτυπης δωρεάς προς αυτόν του εκκαλούντος Ι. Π.. Έτσι με δάνεια που αμφότεροι οι διάδικοι έλαβαν από την ... Τράπεζα κατασκεύασαν εντός του επιδίκου μία πέτρινη αποθήκη - σταύλο εμβαδού 32,40 τ.μ., δύο συνεχόμενες δεξαμενές νερού, εμβαδού 126,50 τ.μ., ένα αντλιοστάσιο εμβαδού 7,20 τ.μ., μία δεύτερη αποθήκη - σταύλο, εμβαδού 116,72 τ.μ., και ένα αχυρώνα εμβαδού 98,68 τ.μ., ήτοι κατασκευές εκτεταμένες, που η υλοποίησή τους αποτελεί σαφή ένδειξη της πεποίθησης του εφεσιβλήτου περί ιδίας αυτού κυριότητας επί του επιδίκου. Περαιτέρω στη νότια πλευρά του ακινήτου διαμόρφωσαν οι ανωτέρω αύλειον χώρο εμβαδού 594,79 τ.μ., καθώς και δύο δρόμους. Στα πλαίσια της άνω κατάστασης συνέχισαν αυτοί την από κοινού άσκηση της επιχείρησής τους μέχρι του έτους 1979, ενώ έκτοτε ο εφεσίβλητος, παρά τον χωρισμό της μέχρι τότε κοινής επιχείρησής του με τον Ι. Π., συνέχισε να νέμεται με την προεκτεθείσα διάνοια κυρίου το 1/2 εξ αδιαιρέτου του αγρού, κάνοντας χρήση των αποθηκών, σταύλων, δεξαμενών, αντλιοστασίου, αχυρώνα και του αύλειου χώρου, αντλώντας νερό, αποθηκεύοντας ζωοτροφές και καρπούς και φυλάσσοντας τα αγροτικά του μηχανήματα. Εξάλλου το έτος 1981 σε ιδιωτικό συμφωνητικό που καταρτίστηκε για λογαριασμό των άνω διαδίκων με τον Δ. Β., περί (άτυπης) μεταβίβασης σ'αυτούς από τον τελευταίο λωρίδας γης εμβαδού 44 τ.μ, αντί τιμήματος 15.000 δρχ., εφαπτόμενης του επιδίκου, το επίδικο προσδιορίζεται ως ανήκον στην ιδιοκτησία τόσο του Ι. Π. όσο και του Ν. Π.. Με την υπ’αριθμό 506/1999 εξάλλου απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης, που έχει καταστεί τελεσίδικη ο εφεσίβλητος αναγνωρίστηκε συννομέας του επιδίκου αγρού κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου από το έτος 1958 μέχρι τις 30-9-1996, γεγονός, που λειτουργεί στα πλαίσια και της προκειμένης δίκης, τουλάχιστον ως τεκμήριο, ότι κατά τον ανωτέρω χρόνο ο εφεσίβλητος ασκούσε (με διάνοια κυρίου) συννομή κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου αγρού. Υπό τις ως άνω αποδεικτικές παραδοχές, ο εφεσίβλητος έχει αποκτήσει συγκυριότητα κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου ακινήτου (...). Η έφεση, συνεπώς και οι πρόσθετοι αυτής λόγοι, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν». Υπό τις προπαρατεθείσες παραδοχές του Εφετείου είναι προφανές ότι: α)το δικαστήριο δέχεται ότι ο δικαιοπάροχος των αναιρεσιβλήτων ασκούσε τις αναφερόμενες πράξεις συννομής εφ'ολοκλήρου του επιδίκου και όχι επί των συστατικών του κτισμάτων, η οποία δεν μπορεί κατά νόμον να οδηγήσει σε κτήση κυριότητας του όλου ακινήτου ή των συστατικών με έκτακτη χρησικτησία, β)το Εφετείο δεν δέχθηκε την ύπαρξη δεδικασμένου ως προς τη συννομή του ανωτέρω επί του επιδίκου από το έτος 1958 μέχρι την 30-9-1996 που απορρέει από την μνημονευόμενη υπ’αριθμ.506/1999 τελεσίδικη περί νομής απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης, την οποία όπως ρητώς αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλομένη, το δικαστήριο έλαβε υπόψη ως τεκμήριο, ενώ γ)το ίδιο Εφετείο έλαβε υπόψη και απέρριψε (και) τους πρόσθετους λόγους της εφέσεως των αναιρεσειόντων, (που περιείχαν αίτημα επαναλήψεως της συζητήσεως). Επομένως οι πρώτος, τρίτος και τέταρτος λόγοι του αναιρετηρίου, με τους οποίους και υπό την επίκληση των αριθμών 1, 16 και 9, αντίστοιχα, του άρθρου 559 του ΚΠολΔ υποστηρίζεται ότι το Εφετείο με το να δεχθεί ότι αα)ο δικαιοπάροχος των αναιρεσιβλήτων ασκούσε πράξεις νομής μόνο επί των συστατικών και έγινε έτσι συγκύριος του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία, ββ)ότι υπάρχει δεδικασμένο από την προμνησθείσα απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης, ενώ γγ)άφησε αδίκαστους τους πρόσθετους λόγους της εφέσεώς τους, με το ανωτέρω αίτημα, υπέπεσε στις αντίστοιχες, ως άνω, αναιρετικές πλημμέλειες, είναι (οι ανωτέρω λόγοι) αβάσιμοι, στηριζόμενοι, ειδικότερα, οι δύο πρώτοι από αυτούς, σε εσφαλμένη ο καθένας προϋπόθεση.
ΙΙ. Κατά το άρθρο 561 παρ.1 του ΚΠολΔ η εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας πραγματικών γεγονότων και ιδιαίτερα του περιεχομένου εγγράφων δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, εκτός αν παραβιάστηκαν κανόνες δικαίου ή αν υπάρχει λόγος αναιρέσεως κατά το άρθρο 559 αρ.19 και 20.
Εν προκειμένω, με τον δεύτερο λόγο του αναιρετηρίου και υπό την επίκληση του αρ.19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ προσβάλλεται αληθώς η ουσιαστική και μόνον κρίση του Εφετείου ως προς την κατά τα ανωτέρω, υπό Ι, συννομή του δικαιοπαρόχου των αναιρεσιβλήτων στο επίδικο που δέχεται το δικαστήριο, καθώς και η εκτίμηση (αξιολόγηση) των αποδεικτικών μέσων από το Εφετείο. Επομένως και αφού δεν συντρέχει καμία από τις προαναφερθείσες εξαιρέσεις του άρθρου 561 παρ.1 του ΚΠολΔ, ο εξεταζόμενος αυτός δεύτερος λόγος του αναιρετηρίου είναι, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, απαράδεκτος. Για τον ίδιο λόγο, ότι δηλαδή αναφέρεται στην ουσιαστική κρίση του Εφετείου και την αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων ιδίως δε των εγγράφων, είναι απαράδεκτος και ο πέμπτος και τελευταίος λόγος του αναιρετηρίου τον οποίο οι αναιρεσείοντες επιχειρούν να θεμελιώσουν στους αρ.8, 10, 11 και 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ.
ΙΙΙ. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει ν'απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως ως προς όλους τους διαδίκους, πλην του δεύτερου αναιρεσείοντος Κ. Π., ως προς τον οποίο η δίκη καταργήθηκε μετά τη νόμιμη παραίτησή του από το δικόγραφο της αιτήσεως (βλ. ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά), να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου (αρθρ.495 παρ.4 του ΚΠολΔ), και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, κατά το νόμιμο αίτημα των τελευταίων (άρθρ.176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 2-8-2012 αίτηση των Α. Π. κ.λπ. για αναίρεση της υπ’αριθμ.160/11-8-2009 απόφασης του Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας.
Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 18 Ιουνίου 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 26 Ιουνίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου