Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

ΑΠ 147/2016 Έκτακτη χρησικτησία - Διακοπή χρησικτησίας - Εμπράγματο δίκαιο. Έκτακτη Χρησικτησία. Διακοπή της χρησικτησίας με έγερση αγωγής. Δεν διακόπτει τη χρησικτησία η έγερση ενοχικής αγωγής. Αγορά ακινήτου με αντιπρόσωπο. Κατάρτιση του συμβολαίου στο όνομα του αντιπροσώπου, που ενεργεί κατ’εντολή και για λογαριασμό του αντιπροσωπευόμενου αδελφού του, δραπέτη από το δικτατορικό καθεστώς.


ΑΠ 147/2016 Έκτακτη χρησικτησία - Διακοπή χρησικτησίας

Περίληψη

Εμπράγματο δίκαιο. Έκτακτη Χρησικτησία. Διακοπή της χρησικτησίας με έγερση αγωγής. Δεν διακόπτει τη χρησικτησία η έγερση ενοχικής αγωγής. Αγορά ακινήτου με αντιπρόσωπο. Κατάρτιση του συμβολαίου στο όνομα του αντιπροσώπου, που ενεργεί κατ’εντολή και για λογαριασμό του αντιπροσωπευόμενου αδελφού του, δραπέτη από το δικτατορικό καθεστώς. Άσκηση πράξεων νομής για λογαριασμό του αντιπροσωπευόμενου. Αντιποίηση νομής. - Εικονική Δικαιοπραξία - Αναγνώριση εικονικότητας αγοραπωλησίας ως προς το πρόσωπο του αγοραστή. Η ενοχική αγωγή αναγνώρισης της εικονικότητας δεν είναι διακοπτική της χρησικτησίας. Αναιρεί για παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου

Απόφαση

Αριθμός 147/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Πέτρο Σαλίχο και Παρασκευή Καλαϊτζή, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Δεκεμβρίου 2015, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Α. Ο. Σ., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Σπύρου Λάλα.
Του αναιρεσίβλητου: Ι. Ο. Σ., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Γεωργίου Πρασιανάκη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20-6-2008 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Μυτιλήνης.
Εκδόθηκε η απόφαση 105/2009 οριστική, η 59/2010 διορθωτική αυτεπαγγέλτως αυτής, του ιδίου Δικαστηρίου και 111/2013 του Τριμελούς Εφετείου του Βορείου Αιγαίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων, με την από 16-12-2013 αίτησή του και τους από 14-10-2015 πρόσθετους λόγους επ' αυτής. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Παρασκευή Καλαϊτζή, ανέγνωσε την από 7-12-2015 έκθεσή της, με την οποία εισηγείται κατά παραδοχή του λόγου αναιρέσεως και του προσθέτου λόγου αναιρέσεως, την αναίρεση (εν όλω) της 111/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου του Βορείου Αιγαίου Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης και του πρόσθετου λόγου, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατ' άρθρ. 1049 ΑΚ: "Η χρησικτησία διακόπτεται με την έγερση της διεκδικητικής αγωγής εναντίον αυτού που χρησιδεσπόζει ή αυτού που κατέχει στο όνομα εκείνου. Η διακοπή επέρχεται μόνο υπέρ του ενάγοντος. Οι διατάξεις για την διακοπή της παραγραφής με την έγερση της αγωγής εφαρμόζονται αναλόγως». Η τελολογική ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως, κατατείνει στο ότι η ανωτέρω διακοπή της παραγραφής επέρχεται και με την έγερση αναγνωριστικής της κυριότητος αγωγής, καθώς και πουβλικιανής τοιαύτης, ως επίσης και με την άσκηση αγωγής περί διανομής του κοινού πράγματος, ανταγωγής, κύριας παρεμβάσεως και διεκδικητικής ανακοπής στην περίπτωση αναγκαστικής εκτελέσεως, όχι όμως με άσκηση ενοχικής αγωγής.
ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, οι επιτρεπτώς επισκοπούμενες παραδοχές της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως εμπεριέχουν, ότι με ενοχική (απ' το έτος 1991) αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου κατά του νυν αναιρεσείοντος (περί αναγνωρίσεως σε σύμβαση αγοραπωλησίας της εικονικότητος στο πρόσωπο του αγοραστή (τώρα αναιρεσείοντος) των επιδίκων ακινήτων) είχε επέλθει διακοπή του χρόνου χρησικτησίας του χρησιδεσπόζοντος και νυν αναιρεσείοντος επί των ακινήτων αυτών. Οι εν λόγω παραδοχές επακριβώς έχουν ως ακολούθως: "Οι διάδικοι είναι αδέλφια, καταγόμενοι από το νησί της ... Ο εναγόμενος - εκκαλών, κατά τη διάρκεια του δικτακτορικού καθεστώτος στη χώρα ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση στα πλαίσια της οποίας το έτος 1970 κρατήθηκε στα κρατητήρια του ΕΑΤ/ΕΣΑ. Εκεί εμφανίσθηκε ο Συμβολαιογράφος Αθηνών, ..., ο οποίος συνέταξε το υπ’αριθμ. .../10-4-1970 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, με το οποίο ο εναγόμενος - εκκαλών παρείχε γενική και ειδική πληρεξουσιότητα στον ενάγοντα - εφεσίβλητο αδελφό του και στον άλλο αδελφό του, Δ. Σ., προκειμένου οι τελευταίοι να διαχειρίζονται την περιουσία του, στα πλαίσια του οποίου, τα αδέλφια του μπορούσαν, μεταξύ άλλων, είτε από κοινού είτε ο καθένας από μόνος του, να διαχειρίζονται τις επιχειρήσεις του και συγκεκριμένα της κτηνιατρικής κλινικής στο Παλαιό Φάληρο, του κτηνιατρείου στο Κολωνάκι και του στεγνοκαθαριστηρίου στο Παλαιό Φάληρο. Τη διαχείριση αυτή άσκησε αποκλειστικά ο ενάγων - εφεσίβλητος, ως κάτοικος Αθηνών τότε, σε αντίθεση με τον άλλο αδελφό του, ο οποίος ζούσε στη Λήμνο. Ακόμη, ο προαναφερθείς μπορούσε στα πλαίσια της ως άνω διαχείρισης να προβαίνει σε αναλήψεις από τους λογαριασμούς, που τηρούσε ο εναγόμενος - εκκαλών στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και στις τράπεζες. Κατά το έτος 1973 , όπως κρίθηκε, άλλωστε και με την υπ’αριθμ. 8442/2003 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, η οποία κατέστη αμετάκλητη με την υπ’αριθμ. 1659/2006 απόφαση του Αρείου Πάγου, για τις οποίες θα γίνει λόγος και παρακάτω, ο ενάγων - εφεσίβλητος, με χρήματα του εναγομένου - εκκαλούντος αδελφού του, αγόρασε τα ακόλουθα ακίνητα: α) Με το υπ’αριθμ. .../20-11-1973 πωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Αθηνών ..., που είχε μεταγραφεί νόμιμα, ένα αγροτεμάχιο από τη Μ. Λ., που βρίσκεται στην ειδικότερη θέση «...» της Λήμνου, επιφάνειας 3.419 τ.μ., αντί τιμήματος 85.475 δραχμών, β) με το υπ' αριθμ. .../20-11-1973 πωλητήριο συμβόλαιο του ιδίου παραπάνω Συμβολαιογράφου, που έχει μεταγραφεί νόμιμα, από την ίδια πωλήτρια, ένα αγροτεμάχιο, που βρίσκεται στην ειδικότερη θέση «...» της Λήμνου, αντί τιμήματος 145.600 δραχμών, γ) με το υπ' αριθμ. .../20-11-1973 πωλητήριο συμβόλαιο του αυτού Συμβολαιογράφου, που έχει μεταγραφεί νόμιμα, από την προαναφερόμενη πωλήτρια, ένα αγροτεμάχιο, που βρίσκεται στον ίδιο τόπο, επιφάνειας 9.630 τ.μ., αντί τιμήματος 240.750 δραχμών και δ) με το υπ' αριθμ. .../20-11-1973 πωλητήριο συμβόλαιο του ίδιου Συμβολαιογράφου, που έχει μεταγραφεί νόμιμα, από τους Μ. και Π. Ξ., ένα αγροτεμάχιο, που βρίσκεται στη προαναφερόμενη θέση, επιφάνειας 6.000 τμ., αντί τιμήματος 150.000 δραχμών. Κατά την κατάρτιση των συμβολαίων αυτών ο εναγόμενος - εκκαλών δεν μπορούσε να παρευρίσκεται, διότι, αν και είχε μόλις αποφυλακιστεί από τον Κορυδαλλό, επειδή είχε καταδικασθεί σε 18ετή κάθειρξη από το έκτακτο Στρατοδικείο, λόγω των γεγονότων του Πολυτεχνείου την 17η Νοεμβρίου 1973, διέφυγε και πάλι την εκ νέου σύλληψή του κρυπτόμενος σε οικία φίλου του στο Περιστέρι Αττικής. Αντ’ αυτού και κατ' εντολήν του, εμφανίσθηκε στο Συμβολαιογράφο ο ενάγων -εφεσίβλητος αδελφός του και δήλωσε στους συμβαλλόμενους πωλητές, οι οποίοι γνώριζαν και περίμεναν ως αγοραστή τον εναγόμενο - εκκαλούντα, ότι ο τελευταίος δεν θα εμφανισθεί και η αγορά θα γίνει στο όνομα του φαινομενικά μόνο, οι, δε, διάδικοι, ως αδέλφια, θα τα έβρισκαν αργότερα. Έτσι, οι δηλώσεις των συμβαλλομένων στα πιο πάνω συμβόλαια πώλησης των ακινήτων στον ενάγοντα - εφεσίβλητο, δεν έγιναν στα σοβαρά, αλλά μόνον φαινομενικά, ως προς το πρόσωπο του αγοραστή, αφού οι συμβαλλόμενοι, δηλαδή οι προαναφερόμενοι πωλητές και ο ενάγων - εφεσίβλητος, εικονικός αγοραστής, γνώριζαν ότι στις πωλήσεις αυτές κατά το φαινόμενο μόνον αναφέρονταν αγοραστής ο ενάγων, ενώ πραγματικός αγοραστής ήταν ο εναγόμενος - εκκαλών, για τον οποίο ήθελαν να ισχύουν αυτές και στον οποίο παρέδωσαν τη νομή και κατοχή των πωληθέντων δια μέσω του ενάγοντος - εφεσιβλήτου, που ενεργούσε, ως αντιπρόσωπός του (ΑΚ 976). Έκτοτε, όσες πράξεις νομής πραγματοποιούσε ο ενάγων - εφεσίβλητος στα εν λόγω ακίνητα, τις έκαμε ως αντιπρόσωπος του εναγόμενου - εκκαλούντος αδελφού του. Ειδικότερα, περιέφραξε τα ακίνητα ταύτα και στις αρχές Φεβρουαρίου του έτους 1974 και ενώ ο εναγόμενος -εκκαλών είχε δραπετεύσει στο εξωτερικό για να αποφύγει τη σύλληψή του από το δικτατορικό καθεστώς, έδωσε εντολή στον ενάγοντα - εφεσίβλητο να μεταβεί σε δασώδη περιοχή της Κηφισιάς και να απασυναρμολογήσει ένα λυόμενο σπίτι, το οποίο είχε αγοράσει το έτος 1973 και χρησιμοποιούσε ως κρησφύγετο και να το τοποθετήσει σ'ένα από τα παραπάνω ακίνητα, που είχε αγοράσει. Πράγματι, το λυόμενο αυτό λύθηκε και μεταφέρθηκε στη Λήμνο, από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο, ο οποίος ενεργούσε ως αντιπρόσωπος του αδελφού του και στα πλαίσια της εξουσίας διαχείρισης, που είχε γι' αυτόν. Έτσι, ενεργώντας στο όνομα του, για λογαριασμό, όμως, του εναγόμενου -εκκαλούντα, εξέδωσε οικοδομική άδεια και το τοποθέτησε σ'ένα από τα παραπάνω ακίνητα. Το λυόμενο, δε, αυτό, το χρησιμοποιούσαν οι διάδικοι από τη μεταπολίτευση και μετά για τις καλοκαιρινές διακοπές τους, έως το έτος 1990, οπότε διαταράχθηκαν οι σχέσεις τους και ο ενάγων - εφεσίβλητος κατεδάφισε την εν λόγω οικία καταστρέφοντας και τη φουσκωτή βάρκα, που διατηρούσε εντός αυτής ο εναγόμενος-εκκαλών, πράξη για την οποία υποχρεώθηκε δικαστικά, με την υπ’αριθμ. 8203/1996 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, να αποζημιώσει τον εναγόμενο -εκκαλούντα. Εν τω μεταξύ, μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος, τον Ιούλιο του έτους 1974, ο εναγόμενος εκκαλών εκλέχθηκε βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος και οι σχέσεις των διαδίκων αδελφών ήταν πολύ καλές. Ο ενάγων - εφεσίβλητος, ουδέποτε αμφισβήτησε ότι τα παραπάνω ακίνητα ανήκαν στην πραγματικότητα στον αδελφό του και οι όποιες πράξεις ενεργούσε επ' αυτών, έλαβαν χώρα για λογαριασμό του. Προκειμένου ,δε, να αποφύγουν τα φορολογικά και συμβολαιογραφικά έξοδα μεταβίβασης των ακινήτων αυτών στο όνομα του εναγομένου - εκκαλούντος, οι διάδικοι αποφάσισαν να εκμεταλλευθούν αυτά με τη δημιουργία ξενοδοχειακής μονάδος με το διακριτικό τίτλο «...», στην οποία ο ενάγων - εφεσίβλητος θα μεταβίβαζε στον αδελφό του το ήμισυ των μετοχών και το ήμισυ της αξίας των ακινήτων. Για το λόγο αυτό ο ενάγων -εφεσίβλητος, το έτος 1976, ενεργώντας στο όνομα του για λογαριασμό, όμως και του αδελφού του, προέβη στις απαραίτητες ενέργειες (σύνταξη τοπογραφικών, παραστάσεις, υποβολή αιτήσεων κλπ) και πέτυχε την έκδοση αδειών καταλληλότητας των ακινήτων για τη χρήση ξενοδοχείου από τις υπηρεσίες του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, στα πλαίσια της σύνθετης διοικητικής διαδικασίας για την έγκριση υπαγωγής της επένδυσης στις διατάξεις των τότε αναπτυξιακών νόμων. Μάλιστα, το έτος 1976, οι διάδικοι από κοινού αγόρασαν κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου, ένα διπλανό ακίνητο, προκειμένου να επεκτείνουν έτι περαιτέρω το μέγεθος της δημιουργούμενης μονάδος , το, δε, έτος 1979, στις 10-9-1979, ο εναγόμενος - εκκαλών, αγόρασε ακόμη 30 στρέμματα παρακείμενης ιδιοκτησίας, με αποτέλεσμα με τη βοήθεια και του εναγομένου - εκκαλούντος, που ήταν βουλευτής, να πετύχουν το έτος 1981 την έγκριση και την υπαγωγή της επένδυσης τους, ύψους 427.000.000 δρχ (πλέον της αξίας των ακινήτων), στους αναπτυξιακούς νόμους 289/76 και 4171/61 με τη δυνατότητα κρατικής επιχορήγησής τους. Πλην, όμως, στη συνέχεια, ο ενάγων - εφεσίβλητος ενεπλάκη σε δικαστικές διενέξεις με τους κυρίους γειτονικών ακινήτων και άρχισε να υπαναχωρεί από την εκτέλεση των σχεδιασμών με τον αδελφό του, θέλοντας να ακολουθήσει δική του πορεία. Το έτος 1987, ο ενάγων -εφεσίβλητος και ενώ, έως τότε, αναγνώριζε ότι στην πραγματικότητα τα παραπάνω ακίνητα ανήκαν στον εναγόμενο αδελφό του, δεν δεχόταν πλέον ότι είχε αγοράσει τα επίδικα ακίνητα φαινομενικά μόνο στο δικό του όνομα, αλλά στην πραγματικότητα στο όνομα του εναγομένου αδελφού του, πού ήταν και ο πραγματικός αγοραστής. Για το λόγο αυτό, ο εναγόμενος - εκκαλών με την υπ’αριθ. .../21-12-1987 δήλωσή του στη Συμβολαιογράφο Αθηνών, ... , ανακάλεσε το προαναφερθέν υπ’αριθμ. .../10-4-1970 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, ενώ με την από 21-12-1987 εξώδικη δήλωσή του προς τον εναγόμενο - εφεσίβλητο, ζήτησε, μεταξύ άλλων, να του μεταβιβάσει τα ανωτέρω ακίνητα, των οποίων ήταν ο πραγματικός κύριος, εμφανιζόμενος σε ημέρα και ώρα, που του έτασσε, στη Συμβολαιογράφο Αθηνών ..., για τη σύνταξη των σχετικών συμβολαιογραφικών πράξεων. Πλην, όμως, ο ενάγων - εφεσίβλητος δεν εμφανίσθηκε μεταστρέφοντας τη βούλησή του να νέμεται και να κατέχει τα επίδικα ακίνητα για λογαριασμού του αδελφού του αλλά μόνο για δικό του λογαριασμό, αντιποιούμενος, έτσι, φανερά , έκτοτε, τη νομή του εναγομένου - εκκαλούντος αδελφού του. Για το λόγο αυτό ο τελευταίος, στις 25-4-1991, άσκησε την υπ' αριθμ. .../1991 αγωγή του, που επιδόθηκε στον ενάγοντα στις 15-5-1991 (βλ. σχετική επισημείωση στην αγωγή του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, ...), με την οποία ζητούσε να αναγνωρισθεί ότι οι συμβάσεις αγοράς των επιδίκων ακινήτων ήταν εικονικές, ως προς το πρόσωπο του αγοραστή και άρα, άκυρες, ισχύουσες, όμως, ως έγκυρες για τον ίδιο, ως υποκρυπτόμενο πραγματικό αγοραστή, στον οποίο ανήκουν πλέον τα εν λόγω ακίνητα, κατά πλήρη κυριότητα νομή και κατοχή. Με την εν λόγω αγωγή είναι προφανές, ότι στη σχετική δίκη, που ανοιγόταν, θα διαγιγνωσκόταν αναγνωριστικά το δικαίωμα κυριότητας, το κτηθέν με παράγωγο τρόπο (άρθρα 368, 513,1033 ΑΚ), στο όνομα του υποκρυπτόμενου αληθινού αγοραστή (βλ. ΑΠ 964/2010, ΑΠ 1191/2003, δημΤρΝΠλΝόμος). Με την υπ' αριθμ. 9571/2000 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που επικυρώθηκε από την υπ' αριθμ. 8442/2003 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που απέρριψε την έφεση, που ασκήθηκε κατ' αυτής και στη συνέχεια, με την υπ' αριθμ. 1.659/2006 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία απέρριψε τη αναίρεση, που ασκήθηκε κατά της ως άνω απόφασης του Εφετείου Αθηνών, αναγνωρίσθηκε αμετάκλητα η εικονικότητα των άνω πωλήσεων και ότι αληθινός αγοραστής και άρα, κύριος των ακινήτων αυτών είναι ο εναγόμενος - εκκαλών. Πλην, όμως, η αρξαμένη το έτος 1987 εικοσαετής χρησικτησία του ενάγοντος - εφεσιβλήτου επί των επιδίκων ακινήτων, διακόπηκε το έτος 1991 με την άσκηση εκ μέρους του εναγομένου - εκκαλούντος εναντίον του χρησιδεσπόζοντος ενάγοντος - εφεσιβλήτου της παραπάνω αγωγής, αφού στην περίπτωση της αγωγής αυτής κατάγεται σε δίκη, ως προδικαστικό ζήτημα, το δικαίωμα της κυριότητας και, σύμφωνα με τις παραδοχές της μείζονας σκέψης, έκτοτε μέχρι την άσκηση της κρινόμενης αγωγής το έτος 2008, δεν συμπληρώθηκε 20ετία και ο ενάγων - εφεσίβλητος έγινε κύριος των επιδίκων ακινήτων με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας».
ΙΙΙ. Επί τη βάσει των επισκοπηθεισών παραδοχών το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ως ουσιαστικώς αβάσιμη την ανωτέρω αγωγή του αναιρεσείοντος κατά του αναιρεσιβλήτου (εν σχέσει προς την αναγνώριση κυριότητος επί των επιδίκων ακινήτων). Εν συνεχεία, εξαφάνισε την εκκληθείσα (105/2009, διορθωθείσα υπό της 59/2010) απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μυτιλήνης, (με την οποία είχε γίνει δεκτή η αγωγή), και, αφού κράτησε την υπόθεση, απέρριψε την αγωγή αυτήν. Με αυτά, που δέχθηκε το Εφετείο, πλημμελώς εν προκειμένω έκρινε, εφόσον κατέληξε, ότι η προρρηθείσα ενοχική αγωγή κατέστη διακοπτική της παραγραφής, κατά τα άνω εκτιθέμενα. Ενόψει τούτων, το "ολίσθημα" του Εφετείου συνιστά το κατ' άρθρ. 559 αρ. 1 ΚΠολΔ ατόπημα. Ενέχουν δε βασιμότητα οι αντιστοίχου περιεχομένου λόγος αναιρέσεως και πρόσθετος λόγος αναιρέσεως, (με τους οποίους ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως), και πρέπει να γίνουν δεκτοί. IV. Κατά συνέπεια, πρέπει να αναιρεθεί (εν όλω) η πληττόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, πλην των πρότερων δικασάντων (άρθρ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον αναιρεσείοντα του κατατεθέντος υπ' αυτού παραβόλου (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ). Ο αναιρεσίβλητος, ο οποίος ηττάται, πρέπει να καταδικασθεί στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, κατά παραδοχήν του αντιστοίχου αιτήματός του (άρθρ. 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 111/2013 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Βορείου Αιγαίου.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο Τριμελές Εφετείο Βορείου Αιγαίου, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, πλην αυτών που εξέδωσαν την αναιρουμένη απόφαση.
Διατάσσει την επιστροφή στον αναιρεσείοντα του κατατεθέντος υπ' αυτού παραβόλου. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (3.500 €).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 2 Φεβρουαρίου 2016.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 17 Φεβρουαρίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: