Σελίδα 1
Πρόσκρουση ΙΧΕ επί σταθμευμένου Φορτηγού
Αποκλειστική υπαιτιότητα του εν μέθη (1,63 γραμμαρίων ανά λίτρο
αίματος) οδηγού ΙΧΕ ο οποίος λόγω μεγάλης ταχύτητας (100 χ/ω), απώλεσε
τον έλεγχο του αυτοκινήτου του με αποτέλεσμα να εκτραπεί και να
προσκρούσει επί σταθμευμένου φορτηγού οχήματος.
Ένσταση Συντρέχοντος Πταίσματος Συνεπιβάτη
(ΑΚ 300)
Επιβίβαση σε όχημα με Οδηγό εν μέθη - Αυτοδιακινδύνευση (1)
Ζώνη Ασφαλείας – Έλλειψη
Συνυπαίτιος κατά 40% στον θανάσιμο τραυματισμό του κρίθηκε ο συνεπιβάτης
επειδή δέχθηκε να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο (μολονότι γνώριζε ότι ο οδηγός, με τον
οποίο συνδιασκέδαζε εκείνο το βράδυ, είχε καταναλώσει σημαντική ποσότητα
οινοπνεύματος και δεν ήταν ικανός για ασφαλή οδήγηση) και επίσης επειδή δεν
χρησιμοποιούσε τη ζώνη ασφαλείας του αυτοκινήτου (άρθρ. 12 § 5 Κ.Ο.Κ.), με
αποτέλεσμα, όταν έγινε η πρόσκρουση του αυτοκινήτου στο φορτηγό και ύστερα οι
περιστροφές του ανωτέρω οχήματος, να μην παραμείνει σταθερός στο κάθισμα του
συνοδηγού, αλλά να χτυπήσει το κεφάλι του εντός της καμπίνας του αυτοκινήτου και
στη συνέχεια να εκτιναχθεί έξω από το αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα να προσκρούσει στο
οδόστρωμα και να υποστεί έτσι τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που προκάλεσαν το
θάνατο του.
Σημειώνεται ότι όταν συντρέχει περίπτωση συνυπαιτιότητας του παθόντος στην
επέλευση της ζημίας του από διαφορετικές αιτίες, τότε δεν απαιτείται το δικαστήριο
να προσδιορίζει ιδιαιτέρως το ποσοστό συνυπαιτιότητας ξεχωριστά για κάθε μια από
τις αιτίες, αλλά αρκεί ο καθορισμός της βαρύτητας του πταίσματος και του ποσοστού
μείωσης του ποσού της αποζημίωσης μία φορά, στην οποία λαμβάνονται υπόψη όλες
οι αιτίες.
Ο περιορισμός της ευθύνης του Επικουρικού Κεφαλαίου είναι αντίθετος στις
υπερνομοθετικής ισχύος επιταγές της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ, «σχετικά με την
ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από π]ν κυκλοφορία
αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση
αυτής», αφού η υποχρέωση του Επικουρικού Κεφαλαίου για αποζημίωση
τόσο για υλικές ζημίες όσο και για σωματικές βλάβες - στις οποίες υπάγεται και
η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής δεν
μπορεί να είναι κατώτερη από τα ελάχιστα όρια ασφαλιστικής κάλυψης. Ο
παραπάνω περιορισμός είναι αντίθετος και στη συνταγματικά κατοχυρωμένη
αρχή της αναλογικότητας (άρθρ. 25 § 1 εδ. δ' του Συντάγματος, αφού δεν ήταν
Σελίδα 2
αναγκαίος ούτε πρόσφορος για την προστασία του Επικουρικού Κεφαλαίου, η
οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί με την προληπτική επιτήρηση και τον
έλεγχο των ασφαλιστικών εταιρειών, αλλά και την μέριμνα για την
ελαχιστοποίηση των οχημάτων που κυκλοφορούν ανασφάλιστα . Πέραν όμως
όλων των παραπάνω, η προβλεπόμενη αναδρομική ισχύς του περιορισμού
σε ήδη γεννημένες αξιώσεις κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου (πλην
εκείνων που είχαν ήδη επιδικασθεί με οριστική απόφαση) είναι αντίθετη στην
υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου
Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών Ελευθεριών
(«ΕΣΔΑ»/κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974), καθώς και στο άρθρ. 17 του
Συντάγματος.
ανά 80.000 ευρώ σε κάθε γονέα.
50.000 ευρώ στην αδελφή.
ανά 20.000 ευρώ σε κάθε γιαγιά.
το ποσοστό της συνυπαιτιότητας του θανόντος), ανήκει στον πρώτο των
εναγόντων της κύριας αγωγής, ο οποίος και κατέβαλε αυτά. Το επιδικαζόμενο
ποσό δεν καλύφθηκε από το ΙΚΑ στο οποίο ήταν ασφαλισμένος ο πρώτος των
εναγόντων, αφού δεν χορηγούνται έξοδα κηδείας για έμμεσα
ασφαλισμένα μέλη όταν ο άμεσα ασφαλισμένος είναι στη ζωή, σύμφωνα με
το άρθρ. 32 α.ν. 1846/1951.
1.Ένσταση Συντρέχοντος Πταίσματος Συνεπιβάτη (ΑΚ 300) - Επιβίβαση σε
όχημα με Οδηγό εν Μέθη - Αυτοδιακινδύνευση
Αναιρείται Εφετειακή απόφαση κατ΄άρθρ. 559 αρ.1 ΚΠολΔ που απέρριψε ως
αβάσιμη την προταθείσα από την αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρία στην κατ΄έφεση
δίκη την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος εξ ΑΚ 300 του αποβιώσαντος συνεπιβάτη
ο οποίος ευρισκόμενος και ο ίδιος υπό την επίδραση οινοπνεύματος, δέχθηκε να
αυτοδιακινδυνεύσει, επιβιβαζόμενος του ζημιογόνου αυτοκινήτου καίτοι γνώριζε ότι
ο προστηθείς από τη σύζυγό του οδηγός, τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος
ως συνδιασκεδάζων μετ' αυτού και δεν είχε ως εκ τούτου την απαιτούμενη σωματική
και διανοητική ικανότητα για να οδηγεί. ΑΠ 583/2014, ΕΣυγκΔ 2014/294.
Αναιρείται κατ΄αρθρ.559 αρ.19 ΚΠολΔ Εφετειακή απόφαση για αντιφατικές
αιτιολογίες που απέρριψε την σχετική ένσταση συντρέχοντος πταίσματος επιβάτη
μοτοσυκλέτας ο οποίος επιβιβάσθηκε σε όχημα, γνωρίζοντας ότι, ο οδηγός
ευρίσκετο σε κατάσταση μέθης καθόσον, ενώ στις παρατηρήσεις του αστυνομικού
Σελίδα 3
της Τροχαίας που επελήφθη του ενδίκου ατυχήματος και συνέταξε το δελτίο
διερευνήσεως μέθης του ως άνω οδηγού, αναφέρεται ότι η εξωτερική εμφάνιση και
συμπεριφορά του, πλην της οσμής οινοπνεύματος κατά την εκπνοή του, ήταν
κανονική, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο επιβασθείς δεν είχε την δυνατότητα να
αντιληφθεί, ότι ο οδηγός (αναιρεσείων) τελούσε υπό την επήρεια κατανάλωσης
οινοπνεύματος, ήτοι στοιχεία όλως αντιφατικά μεταξύ των, εξαιτίας των οποίων δεν
είναι δυνατός ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής των ουσιαστικών
κανόνων δικαίου των άρθ. 914 και 300 ΑΚ. ΑΠ 412/2015, ΕΣυγκΔ 2015/427.
Κρίθηκε συνυπαίτια σε ποσοστό 35% η συνεπιβάτης της μοτοσικλέτας εφόσον
αποδείχθηκε ότι δέχθηκε να επιβιβαστεί σε όχημα, το οποίο οδηγούσε άτομο που
βρισκόταν υπό την επήρεια μέθης, μολονότι γνώριζε την ύπαρξη της μέθης και τη
μειωμένη ικανότητά του προς οδήγηση. Μον.Πρ.Θες. 2014, ΕΣυγκΔ 2014/542,
Μον.Πρ.Αθ. 2132/2014, ΕΣυγκΔ 2016/402.
Contra Νομολογία
Από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι είχε γίνει αντιληπτό τόσο από
τους επιζήσαντες όσο και από τον θανόντα συνεπιβάτη, οι οποίοι ήσαν μαζί με τον
οδηγό του οχήματος σε γαμήλια δεξίωση, ότι αυτός είχε κάνει χρήση αλκοόλ, , η
οποία τους ήταν γνωστό ότι του απαγορευόταν λόγω των προβλημάτων υγείας του
(καρκινοπαθής, υποβαλλόμενος σε χημειοθεραπεία). Επιπροσθέτως δεν ήταν
εξωτερικά αντιληπτή - λόγω του μετρίου μεγέθους της μέθης - η επίδραση που αυτή
είχε στην οδηγική του ικανότητα, πράγμα που αποδείχθηκε συνδυαστικά από το τελικό
αποτέλεσμα και τις μετρήσεις στο αίμα του, δίνοντας έτσι εύλογα την εντύπωση στους
επιβαίνοντες στο όχημα τους φίλους του ότι, είναι σε καλή κατάσταση, δυνάμενος να
οδηγήσει και να μεταφέρει αυτούς ασφαλώς. Απορριπτέα συνεπώς η σχετική ένσταση
ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη. Εφ.Αθ.650/2013, ΕΣυγκΔ 2015/479.
Αποδείχθηκε ότι η σχέση των δύο ανδρών δεν ήταν τέτοια ώστε, ο θανών
συνεπιβάτης να γνωρίζει αν ο οδηγός είχε τις τυπικές προϋποθέσεις (έλλειψη αδείας)
για την οδήγηση του ζημιογόνου οχήματος. Ομοίως δεν αποδείχθηκε η εν γένει
εξωτερική εικόνα του οδηγού μαρτυρούσε πρόσωπο μειωμένης ικανότητας
οδήγησης συνεπεία του οινοπνεύματος, ούτε ότι αμφότεροι συνδιασκέδαζαν, ώστε ο
θανών να είναι γνώστης τόσο της ποσότητας αλκοόλ που είχε καταναλώσει ο οδηγός,
όσο και της μειωμένης ικανότητάς του προς οδήγηση. Μον.Πρ.Αθ.397/2009, ΕΣυγκΔ
2009/ 518.
2.Επικουρικό Κεφάλαιο - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων άρθρ. 4 Ν.4092/2012
για τον περιορισμό της ευθύνης του και αντίθετη προς τις Κοινοτικές Οδηγίες
Για το φλέγον αυτό ζήτημα αναμένουμε την έκδοση απόφασης της Ολομελείας του Αρείου
Πάγου, όπου παραπέμφθηκε το ζήτημα με αποφάσεις του Δ Τμήματος και συζητήθηκε την
17η Νοεμβρίου 2016.
εκθέτουν ότι, στις 12.8.2012, ο συγγενής τους Α επέβαινε σε αυτοκίνητο που
οδηγούσε ο Β και ήταν ιδιοκτησίας του τελευταίου και ασφαλισμένο για την αστική
ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στην αρχικά εναγόμενη ασφαλιστική
εταιρεία «ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΩΣΙΣ Α.Α.Ε.» και ότι, εξαιτίας αποκλειστικής υπαιτιότητας
Σελίδα 4
(αμέλειας) του πιο πάνω οδηγού έγινε ατύχημα με το ίδιο αυτοκίνητο, στην
επαρχιακή οδό Περίθειας-Κασσιώπης Κέρκυρας, από το οποίο και προκλήθηκε ο
θάνατος του παραπάνω συγγενούς τους. Με βάση το ιστορικό αυτό, όπως
αναπτύσσεται στην αγωγή, οι ενάγοντες ζητούν να υποχρεωθεί η παραπάνω
ασφαλιστική εταιρεία - ήδη το ΝΠΙΔ. «Επικουρικό Κεφάλαιο Ασφάλισης Ευθύνης από
Ατυχήματα Αυτοκινήτων», λόγω ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της - να τους
καταβάλει, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, το ποσό των 200.000
ευρώ σε καθέναν από τους πρώτο και δεύτερη των εναγόντων (γονείς του θανόντος),
το ποσό των 150.000 ευρώ στην τρίτη των εναγόντων (αδελφή του θανόντος) και το
ποσό των 80.000 ευρώ σε καθεμία από τις τέταρτη και πέμπτη των εναγόντων
(γιαγιάδες του θανόντος), ενώ ο πρώτος των εναγόντων ζητεί επιπλέον και το ποσό
των 1.800 ευρώ ως αποζημίωση λόγω των καταβληθέντων από εκείνον εξόδων
κηδείας του θανόντος, όλα δε τα παραπάνω ποσά τα ζητούν οι ενάγοντες με το
νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επίσης, οι ενάγοντες ζητούν να κηρυχθεί
η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί το εναγόμενο στη δικαστική
δαπάνη τους. Περαιτέρω, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, οι
ενάγοντες περιόρισαν το αίτημα της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό,
με τις προτάσεις τους και με σχετική προφορική δήλωση του πληρεξούσιου
δικηγόρου τους που καταχωρίστηκε στα πρακτικά (άρθρ. 223 εδ. β', 295 § 1 εδ. β',
297 ΚΠολΔ).
Η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρ. 10 § 1, 19 § 1 στοιχ. δ',
25 § 4 ν. 489/1976 («περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων
αυτοκινήτων αστικής ευθύνης», όπως αυτός κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 237/1986),
297, 298, 299, 330 εδ. β', 340, 345, 346, 481, 914, 926, 928, 932 ΑΚ, 70, 176 επ.
ΚΠολΔ, εκτός από το παρεπόμενο αίτημα κήρυξης της απόφασης ως προσωρινά
εκτελεστής, το οποίο κατέστη μη νόμιμο μετά τον περιορισμό του κύριου
(χρηματικού) αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, αφού η
προσωρινή εκτέλεση προϋποθέτει εκτελεστό τίτλο (άρθρ. 904 § 2α' ΚΠολΔ) και
τέτοιος δεν είναι η αναγνωριστική απόφαση. Σημειώνεται ότι στις σχέσεις του
ζημιωθέντος επιβάτη και των προσώπων που ευθύνονται και σχετίζονται με το
αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε, έχει εφαρμογή αποκλειστικά το κοινό δίκαιο και όχι ο
ν. ΓΠΝ/1911 («περί της εκ των αυτοκινήτων ποινικής και αστικής ευθύνης»),
σύμφωνα με το άρθρ. 12 του ίδιου νόμου [βλ. Κρητικό, Αποζημίωση από τροχαία
αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ. 2008, § 6 αριθ. 18, § 9 αριθ. 11, ΑΠ 1451/2009 ΝοΒ
2010/426, ΑΠ 1409/2006 ΤΝΠΔΣΔΑ]. Περαιτέρω, λόγω του αναγνωριστικού, πλέον,
χαρακτήρα της αγωγής, δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου (άρθρ.
21 ν. 4055/2012). Πρέπει, επομένως, η αγωγή να ερευνηθεί και ως προς την
ουσιαστική βασιμότητα της.
Επικουρικό Κεφάλαιο – Αντισυνταγματικότητα άρθρ. 4 § γ' Ν.4092/2012
Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι είναι ανίσχυρος ο ποσοστιαίος ποσοτικός
περιορισμός της αποζημίωσης που οφείλει το Επικουρικό Κεφάλαιο και ο οποίος
προβλέφθηκε, με αναδρομική μάλιστα ισχύ, με το άρθρ. τέταρτο § γ' ν. 4092/2012
(ΦΕΚ Α' 220/08.11.2012) που αντικατέστησε τη διάταξη του άρθρ. 19 § 2 π.δ.
237/1986. Κατ' αρχάς ο περιορισμός αυτός είναι αντίθετος στις υπερνομοθετικής
ισχύος επιταγές της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ «σχετικά με την ασφάλιση της αστικής
ευθύνης που προκύπτει από π]ν κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο
της υποχρεώσεως προς ασφάλιση αυτής», η οποία κωδικοποίησε προηγούμενες
Οδηγίες, μεταξύ των οποίων η 84/5/ΕΟΚ και η 72/166/ΕΟΚ. Ειδικότερα, ο
περιορισμός είναι αντίθετος στο άρθρ. 10 § 1 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ (αντίστοιχο
άρθρ. 1 § 4 της Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ), αφού από συγκεκριμένη διάταξη συνάγεται η
επιταγή ότι η υποχρέωση του Επικουρικού Κεφαλαίου για αποζημίωση τόσο για
υλικές ζημίες όσο και για σωματικές βλάβες - στις οποίες υπάγεται και η αξίωση για
χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης [βλ. ΟλΑΠ 9/1993,
ΕλΔ 1994/333, ΑΠ 921/1994 ΕλΔ 1996/326] - δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τα
Σελίδα 5
ελάχιστα όρια ασφαλιστικής κάλυψης. Σημειώνεται ότι την ίδια θέση στο ζήτημα αυτό
είχε και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στην από 23.10.2012 έκθεση της επί
του νομοσχεδίου που αποτέλεσε το ν. 4092/2012, σύμφωνα με την οποία
«δεδομένου ότι οι προτεινόμενες διατάξεις εφαρμόζονται σε περιπτώσεις που το
Επικουρικό Κεφάλαιο χάνει, ουσιαστικώς, τον επικουρικό χαρακτήρα του (αφού
τίθεται σταθερό ανώτατο όριο αποζημίωσης, χωρίς αυτό να συνδέεται με το ποσό
που τελικώς θα εισπραχθεί από την κοινή εκκαθάριση, ώστε η αποζημίωση να
αποβεί πλήρης), η ως άνω ρύθμιση δεν φαίνεται να συμβαδίζει με την § 4 του άρθρ.
1 της Οδηγίας 84/5/ΕΚ (όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρ. 2 της Οδηγίας
2005/14/ΕΚ)». Επίσης, ο περιορισμός είναι αντίθετος και στο άρθρ. 3 εδ. α' της
Οδηγίας 2009/103/ΕΚ (αντίστοιχο άρθρ. 3 § 1 της Οδηγίας 72/166/ΕΟΚ), αφού από
τη συγκεκριμένη διάταξη συνάγεται η επιταγή στα κράτη μέλη της λήψης μέτρων
ώστε κάθε όχημα που κυκλοφορεί στο έδαφος τους να καλύπτεται ασφαλιστικά,
δηλαδή όχι απλώς να έχει συνάψει σύμβαση ασφάλισης, αλλά και σε κάθε
μεταγενέστερο του τροχαίου ατυχήματος χρόνο να δύναται ο παθών να αποζημιωθεί
από ασφαλιστική εταιρία ή άλλο φερέγγυο πρόσωπο. Περαιτέρω, ο παραπάνω
περιορισμός είναι αντίθετος και στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της
αναλογικότητας (άρθρ. 25 § 1 εδ. δ' του Συντάγματος, όπως αυτό ισχύει μετά την
αναθεώρηση του έτους 2001), αφού δεν ήταν αναγκαίος ούτε πρόσφορος για την
προστασία του Επικουρικού Κεφαλαίου, η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί με την
προληπτική επιτήρηση και τον έλεγχο των ασφαλιστικών εταιρειών, αλλά και την
μέριμνα για την ελαχιστοποίηση των οχημάτων που κυκλοφορούν ανασφάλιστα
Πέραν όμως όλων των παραπάνω, η προβλεπόμενη αναδρομική ισχύς του
περιορισμού σε ήδη γεννημένες αξιώσεις κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου (πλην
εκείνων που είχαν ήδη επιδικασθεί με οριστική απόφαση) είναι αντίθετη στην
υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου
της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και
των θεμελιωδών Ελευθεριών («ΕΣΔΑ»/κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974), καθώς και στο
άρθρ. 17 του Συντάγματος, που καθιερώνουν την προστασία πις περιουσίας, στην
οποία εντάσσονται όλα τα περιουσιακής φύσης δικαιώματα και τα νομίμως κεκτημένα
οικονομικά συμφέροντα, επομένως και τα περιουσιακά ενοχικά δικαιώματα και δη οι
περιουσιακού χαρακτήρα απαιτήσεις, είτε αναγνωρισμένες με δικαστική απόφαση
είτε απλώς γεννημένες, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία, με βάση το ισχύον και
πριν την προσφυγή στο δικαστήριο νομοθετικό καθεστώς, όπ μπορούν να
ικανοποιηθούν δικαστικά. Ειδικότερα, μέσω της αναδρομικής ισχύος νόμου - η οποία
κατ' αρχήν είναι επιτρεπτή από το Σύνταγμα (πλην των περιπτώσεων των άρθρων 7
§ 1 και 78 § 2 αυτού) - είναι δυνατόν μεν να επέρχεται απόσβεση ή κατάργηση
δικαιωμάτων που έχουν απονεμηθεί με προγενέστερο νόμο, μόνο όμως εφόσον η
κατάργηση ή απόσβεση επιβάλλεται για λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημόσιου
συμφέροντος ή ωφέλειας, η συνδρομή των οποίων υπόκειται στον έλεγχο των
δικαστηρίων, αφού διαφορετικά η έναντι του κοινού νομοθέτη προστασία των
περιουσιακών αυτών δικαιωμάτων θα έμενε χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα (βλ. ΟλΑΠ
6/2007 Δ 2008/29, ΟλΑΠ 40/1998 Αρμ 1999/46).
Στην προκείμενη περίπτωση, η ανάγκη ενίσχυσης της ρευστότητας και εν γένει το
ταμειακό συμφέρον του Επικουρικού Κεφαλαίου δεν συνιστούν λόγο επιτακτικού
δημόσιου συμφέροντος ή δημόσιας ωφέλειας που να δικαιολογεί την προσβολή των
γεννημένων περιουσιακών αξιώσεων των θυμάτων από τροχαία ατυχήματα (βλ. για
όλα τα παραπάνω Γνμδ Κατρούγκαλου σε ΕΣυγκΔ 2012/490, ΕφΚαλ 28/2013,
ΜΠρΘεσ 2144/2013 ΤΝΠΔΣΑ, ΜΠρΑθ 3941/2012 ΕΣυγκΔ 2012/455, ΜΠρΑΘ
3977/2012 ΕΣυγκΔ 2012/509, για δε το ανίσχυρο της αναδρομικής ισχύος του
περιορισμού βλ. επιπλέον ΜΠρΑΘ 3903/2012 ΕΣυγκΔ 2012/516, ΜΠρΑΘ 3905/2012
ΕΣυγκΔ 2012/465).
Συνθήκες Ατυχήματος - Υπαιτιότητα
Σελίδα 6
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα που πρότειναν οι ενάγοντες και εξετάστηκε
στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού (το εναγόμενο δεν πρότεινε μάρτυρα) και
από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, καθώς
και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνει αυτεπαγγέλτως υπόψη
το Δικαστήριο (άρθρ. 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα:
Στις 12.8.2012, ημέρα Κυριακή και ώρα 03:30, ο Β (γεννημένος στις 13.1.1991)
οδηγούσε το αριθ. κυκλοφορίας ΥΖΑ ____ Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, στην
επαρχιακή οδό Περίθειας - Κασσιώπης Κέρκυρας, στο ρεύμα κατεύθυνσης προς
Κασσιώπη, με επιβάτη, στη θέση του συνοδηγού, τον Α (γεννημένο στις 22.5.1991).
Αμφότεροι δεν έκαναν χρήση των ζωνών ασφαλείας του αυτοκινήτου και
βρισκόντουσαν υπό την επίδραση οινοπνεύματος και ειδικότερα ο πρώτος είχε
συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα του 1,63 γραμμαρίων ανά λίτρο αίματος και ο
δεύτερος 0,60 γραμμαρίων ανά λίτρο αίματος (κατόπιν μετρήσεων που έγιναν με τη
μέθοδο της αιμοληψίας). Το εν λόγω αυτοκίνητο (μάρκας _____ , κυλινδρισμού 1.595
κυβικών εκατοστών, με ημερομηνία πρώτης άδειας 3.2.1997) ήταν ασφαλισμένο τότε
για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στην αρχικά εναγόμενη
ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία «ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΩΣΙΣ Α.Α.Ε.», η άδεια λειτουργίας της
οποίας ανακλήθηκε στη συνέχεια εξαιτίας παραβάσεων του ν. δ. 400/1970 «περί
ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως», με πτν απόφαση 84/6.7.2013 (θέμα 1ο) της
Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος
(Φ.Ε.Κ. 1751/17.7.2013 τεύχος Β' και Φ.Ε.Κ. 5126/16.8.2013 τεύχος Α.Ε.-Ε.Π.Ε. και
Γ.Ε.ΜΗ.) και έτσι το δεύτερο των εναγομένων, «Επικουρικό Κεφάλαιο Ασφάλισης
Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων», υπεισήλθε αυτοδίκαια στο σύνολο των
δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της που πηγάζουν από ασφαλιστικές συμβάσεις του
κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα, ως οιονεί καθολικός
διάδοχος της (βλ. Κρητικό ο.π. § 31 αριθ. 52, ΑΠ 486/2012 ΝοΒ 2012/2021, ΑΠ
1755/2002 ΕλΔ 2003/1583). Η προαναφερόμενη οδός είναι διπλής κυκλοφορίας, με
συνολικό πλάτος οδοστρώματος 5,80 μέτρων και μία λωρίδα ανά κατεύθυνση και
έχει ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας 50 χιλιομέτρων την ώρα (λόγω
κατοικημένης περιοχής), ενώ την πιο πάνω νυχτερινή ώρα επικρατούσε καλοκαιρία,
η κυκλοφορία οχημάτων και πεζών ήταν συχνή, η άσφαλτος ήταν ξηρά και δεν
υπήρχε επαρκής τεχνητός φωτισμός του οδοστρώματος. Περαιτέρω, ο οδηγός του
αυτοκινήτου, σε μία μικρή δεξιά καμπύλη, ευρισκόμενος με το αυτοκίνητο σε φάση
έντονης επιτάχυνσης και έχοντας ήδη αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, περίπου 100
χιλιομέτρων την ώρα, απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου και το τελευταίο
προσέκρουσε με σφοδρότητα, με το εμπρόσθιο μέρος του, σε φορτηγό (ΚΥΕ ____)
που ήταν σταθμευμένο στο χωμάτινο έρεισμα εκτός του οδοστρώματος - το οποίο
(φορτηγό) μετακινήθηκε προς τα εμπρός και προσέκρουσε στο οπίσθιο μέρος άλλου
φορτηγού (ΚΥΗ ____ ) που ήταν επίσης σταθμευμένο στο χωμάτινο έρεισμα - ενώ
στη συνέχεια το παραπάνω αυτοκίνητο διένυσε περιστρεφόμενο 38,70 μέτρα και
προσέκρουσε σε τοιχίο εκτός του οδοστρώματος, όπου και ακινητοποιήθηκε.
Εξαιτίας της αρχικής πρόσκρουσης του αυτοκινήτου στο φορτηγό και στη συνέχεια
των περιστροφών του αυτοκινήτου, οι επιβαίνοντες στο αυτοκίνητο εκτινάχθηκαν από
την καμπίνα αυτού και έπεσαν στο οδόστρωμα, ο οδηγός σε απόσταση περίπου 15
μέτρων από το σημείο της αρχικής πρόσκρουσης, εντός του οδοστρώματος του
αντίθετου ρεύματος κατεύθυνσης και ο συνοδηγός σε απόσταση περίπου 17 μέτρων,
στην άκρη του οδοστρώματος του αντίθετου ρεύματος κατεύθυνσης, ενώ αμφότεροι
υπέστησαν πολλαπλές κακώσεις και κυρίως θλαστικές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις,
εξαιτίας δε των τελευταίων (αλλά και ρήξης ήπατος του οδηγού) επήλθε ακαριαία ο
θάνατος του οδηγού και μετά από λίγη ώρα ο θάνατος και του συνοδηγού.
Αποκλειστικά υπαίτιος (από αμέλεια) για την πρόκληση του ατυχήματος είναι ο
οδηγός του αυτοκινήτου, Β, ο οποίος, ευρισκόμενος υπό την επίδραση
οινοπνεύματος, οδηγούσε χωρίς σύνεση, με μεγάλη ταχύτητα και χωρίς να έχει
πλήρως τεταμένη την προσοχή του ώστε να είναι σε θέση να εκτελεί τους
Σελίδα 7
απαιτούμενους ελιγμούς, με αποτέλεσμα να απωλέσει τον έλεγχο του αυτοκινήτου
και να επέλθουν οι δυσμενείς συνέπειες που εκτίθενται παραπάνω. Ο Α φέρει
συνυπαιτιότητα για το θανάσιμο τραυματισμό του, σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό
(40%) - κατά μερική κατ" ουσίαν παραδοχή της σχετικής νόμιμης ένστασης του
εναγόμενου Επικουρικού Κεφαλαίου (άρθρ. 300 ΑΚ) - επειδή δέχθηκε να επιβιβαστεί
στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Β μολονότι γνώριζε ότι ο τελευταίος, με τον οποίο
συνδιασκέδαζε εκείνο το βράδυ, είχε καταναλώσει σημαντική ποσότητα
οινοπνεύματος και δεν ήταν ικανός για ασφαλή οδήγηση και αφετέρου επειδή ο Α δεν
χρησιμοποιούσε τη ζώνη ασφαλείας του αυτοκινήτου (άρθρ. 12 § 5 Κ.Ο.Κ.), με
αποτέλεσμα, όταν έγινε η πρόσκρουση του αυτοκινήτου στο φορτηγό και ύστερα οι
περιστροφές του αυτοκινήτου, να μην παραμείνει αυτός σταθερός στο κάθισμα του
συνοδηγού, αλλά να χτυπήσει με την κεφαλή εντός της καμπίνας του αυτοκινήτου και
στη συνέχεια να εκτιναχθεί έξω από το αυτοκίνητο και να προσκρούσει και στο
οδόστρωμα και να υποστεί έτσι τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που προκάλεσαν το
θάνατο του. Περαιτέρω, η ποσότητα οινοπνεύματος που είχε καταναλώσει ο Α και
αναφέρεται πιο πάνω δεν ήταν τέτοια που να εμποδίζει αυτόν να αντιληφθεί ότι ο
οδηγός του αυτοκινήτου - ο οποίος είχε μάλιστα καταναλώσει σημαντικά μεγαλύτερη
ποσότητα από τον ίδιο - ήταν ανίκανος για ασφαλή οδήγηση, ούτε εμπόδιζε τον ... να
κάνει χρήση της ζώνης ασφαλείας του αυτοκινήτου. Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι,
όταν συντρέχει περίπτωση συνυπαιτιότητας του παθόντος στην επέλευση της ζημίας
του από διαφορετικές αιτίες, τότε δεν απαιτείται το δικαστήριο να προσδιορίζει
ιδιαιτέρως το ποσοστό συνυπαιτιότητας ξεχωριστά για κάθε μια από τις αιτίες, αλλά
αρκεί ο καθορισμός της Βαρύτητας του πταίσματος και του ποσοστού μείωσης του
ποσού της αποζημίωσης μία φορά, στην οποία λαμβάνονται υπόψη όλες οι αιτίες
(βλ. ΑΠ 1253/2007 ΝοΒ 2008/310, ΕφΛαρ 301/2012 ΤΝΠΔΣΑ). Διαφορετική είναι η
περίπτωση που η συντρέχουσα υπαιπόππα του παθόντος αφορά αφενός την
πρόκληση του ατυχήματος και αφετέρου την επέλευση της ζημίας, στην οποία και
γίνεται ξεχωριστή διπλή μείωση επί διαφορεπκών ποσών και με βάση την
προαναφερόμενη σειρά (βλ. ΕφΑθ 1111/1996 ΕλΔ 1997/864, ΕφΑθ 2351/1994 ΕλΔ
1994/1637).
ανάλογο με την ηλικία που είχε ο θανών και τις αντιλήψεις και παραδόσεις του τόπου
που κατοικούσε (βλ. ΑΠ 788/2010 ΤΝΠΔΣΑ, ΑΠ 119/1999 ΕλΔ 1999/774). Η αξίωση
για την επιδίκαση των εξόδων κηδείας, μετά τη μείωση τους κατά το ποσοστό της
συνυπαιτιότητας του προαναφερομένου για το θάνατο του, ανήκει στον πρώτο των
εναγόντων της κύριας αγωγής, ο οποίος και κατέβαλε αυτά (βλ. Κρητικό ο.π., § 19
αριθ. 26, ΕφΛαρ 113/2012 ΤΝΠΔΣΑ, ΕφΑθ 476/2006 ΕπΣυγκΔ 2010/625) και
συνεπώς ο προαναφερόμενος δικαιούται το ποσό των (1.800 -(1.800 Χ 40% =) 720
=) 1.080 ευρώ. Το παραπάνω ποσό δεν καλύφθηκε από το Ίδρυμα Κοινωνικών
Ασφαλίσεων στο οποίο ήταν ασφαλισμένος ο πρώτος των εναγόντων, αφού δεν
χορηγούνται έξοδα κηδείας για έμμεσα ασφαλισμένα μέλη όταν ο άμεσα
ασφαλισμένος είναι στη ζωή, σύμφωνα με το άρθρ. 32 α.ν. 1846/1951 (βλ. την αριθ.
πρωτ. 6136/15.5.2013 βεβαίωση του τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Κέρκυρας).
Ψυχική Οδύνη
Ο θάνατος του Α προκάλεσε ψυχική οδύνη στους ενάγοντες, που συνδέονταν με
εκείνον με αισθήματα αγάπης και στοργής και δικαιούνται έτσι οι ενάγοντες ως
χρηματική ικανοποίηση - με βάση την ηλικία του θανόντος, την κοινωνική και
οικονομική κατάσταση των εναγόντων (ενώ η ευθύνη του εναγόμενου Επικουρικού
Κεφαλαίου είναι εγγυητική), τις συνθήκες του ατυχήματος, την αποκλειστική
υπαιτιότητα του οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου για την πρόκληση του
ατυχήματος και τη συνυπαιτιότητα του θανόντος για την επέλευση του θανάτου του -
τα παρακάτω εύλογα ποσά: Ο πρώτος, ____ (γεννημένος στις 4.12.1963), πατέρας
Σελίδα 8
του θανόντος, το ποσό των 80.000 ευρώ. Η δεύτερη, ... (γεννημένη στις 26.9.1966),
μητέρα του θανόντος, το ποσό των 80.000 ευρώ. Η τρίτη, ... (γεννημένη στις
27.11.1986), αδελφή του θανόντος, το ποσό των 50.000 ευρώ. Η τέταρτη, ...
(γεννημένη στις 3.7.1937), γιαγιά του θανόντος από την πατρική γραμμή, το ποσό
των 20.000 ευρώ. Η πέμπτη, ... (γεννημένη σης 17.12.1940), γιαγιά του θανόντος
από τη μητρική γραμμή, το ποσό των 20.000 ευρώ.
Κατόπιν όλων των παραπάνω η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη
και από ουσιαστική άποψη και να αναγνωριστεί ότι το εναγόμενο είναι υποχρεωμένο
να καταβάλει στους ενάγοντες τα προαναφερόμενα ποσά, με το νόμιμο τόκο
(επιδικίας) από την επίδοση πις αγωγής, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 346 ΑΚ
όπως αυτή αντικ. με άρθρ. 2 ν. 4055/2012 και ισχύει από 2.4.2012 - οποία αφορά όχι
μόνο την καταψηφιστική αλλά και την αναγνωριστική αγωγή [βλ. ΑΕΔ 7/2011 ΕλΔ
2011/52, ΑΠ 18/2012 ΝοΒ 2012/1471] - ενώ δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχει
εξαιρετική περίπτωση για την επιδίκαση της απαίτησης ης με το χαμηλότερο νόμιμο
τόκο (υπερημερίας), όπως ζητεί το εναγόμενο. Σημειώνονται, ως προς το ύψος του
νόμιμου τόκου, τα ακόλουθα: Η διάταξη του άρθρ. 19 § 2 εδ. τελευτ. π.δ. 237/1986,
όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρ. 10 § 5 περ. θ' ν. 2741/1999 και στη συνέχεια
αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 3 § 3 ν. 2837/2000 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρ.
τέταρτο § γ' ν. 4092/2012, ορίζει ότι «οι τόκοι που στις περιπτώσεις της
προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου υποχρεούται να καταβάλει το
Επικουρικό Κεφάλαιο υπολογίζονται σε κάθε περίπτωση με επιτόκιο έξι τοις εκατό
(6%) ετησίως». Η διάταξη αυτή αναγνωρίζει υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου
ευνοϊκή μεταχείριση ως προς το θέμα της επιδίκασης τόκων, χωρίς να δικαιολογείται
τούτο από λόγους δημοσίου συμφέροντος, δοθέντος ότι το ταμειακό συμφέρον του
Επικουρικού Κεφαλαίου δεν ταυτίζεται με το δημόσιο ή το γενικό συμφέρον και δεν
μπορεί να δικαιολογήσει την παραβίαση του δικαιώματος των παθόντων από
τροχαία ατυχήματα να απαιτήσουν και να λάβουν τόκους για τις αξιώσεις τους σε
ποσοστό ίδιο με εκείνο που καταβάλλουν οι ιδιώτες. Εξάλλου, δεν συνιστά τέτοιο
λόγο δημοσίου συμφέροντος το γεγονός ότι το Επικουρικό Κεφάλαιο, που είναι
νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, τελεί υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του
Κράτους. Επομένως, η προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 19 § 2 π.δ. 237/1986
είναι ανίσχυρη, ως αντίθετη: α) Στα άρθρ. 4 § 1 και 20 § 1 του Συντάγματος, αφού με
αυτή αναγνωρίζεται υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου ευνοϊκή μεταχείριση, β) στο
άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ, αφού δεν προκύπτει όπ υφίσταται λόγος δημοσίου
συμφέροντος, που να καθιστά ανεκτή τη διαφοροποίηση αυτή, γ) στη διάταξη του
άρθρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, δεδομένου ότι υπάρχει
προσβολή της περιουσίας του κάθε παθόντος - δανειστή του Επικουρικού
Κεφαλαίου, χωρίς να γίνεται επίκληση σοβαρού λόγου δημοσίου συμφέροντος και δ)
στη συνταγματικά κατοχυρωμένη (άρθρ. 25 § 1 εδ. δ' του Συντάγματος, όπως αυτό
ισχύει μετά την αναθεώρηση του έτους 2001) αρχή της αναλογικότητας [βλ. Γνμδ
Κατρουγκαλου, ΕΣυγκΔ 2012/490, ΕφΚαλ 28/2013, ΜΠρΑΘ 1564/2013 ΕΣυγκΔ
2013/267, ΜΠρΑΘ 3941/2012 ΕΣυγκΔ 2012/455]. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των
εναγόντων θα επιβληθούν κατά ένα μέρος στο εναγόμενο, ανάλογα με την έκταση
της νίκης και ήττας των διαδίκων αντίστοιχα (άρθρ. 178 § 1 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα
αναφερόμενα στο διατακτικό.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει ότι το εναγόμενο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει στον πρώτο των
εναγόντων το ποσό των ογδόντα μίας χιλιάδων ογδόντα (81.080) ευρώ, στη δεύτερη
των εναγόντων το ποσό των ογδόντα χιλιάδων (80.000) ευρώ, στην τρίτη των
εναγόντων το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ και σε καθεμία από τις
τέταρτη και πέμπτη των εναγόντων το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, σε
όλους με το νόμιμο τόκο (επιδικίας) από την επίδοση της αγωγής.
Σελίδα 9
Καταδικάζει το εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, το οποίο
ορίζει στο ποσό των επτά χιλιάδων διακοσίων (7.200) ευρώ.
Κρίθηκε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου