Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

Απόφ. ΑΠ.398/2020 - Ακρωτηριασμός αριστερού κάτω άκρου - Αποζημίωση επί Μονίμου Αναπηρίας – ΑΚ 931 50.000 ευρώ πλέον Ηθική Βλάβη – ΑΚ 932 90.000 ευρώ - Τραυματισμός Εργάτη Αποκομιδής Απορριμμάτων


Ακρωτηριασμός αριστερού κάτω άκρου - Αποζημίωση επί Μονίμου Αναπηρίας – ΑΚ 931 50.000 ευρώ πλέον Ηθική Βλάβη – ΑΚ 932 90.000 ευρώ - Τραυματισμός Εργάτη Αποκομιδής Απορριμμάτων ..

Αποζημίωση επί Μονίμου Αναπηρίας – ΑΚ 931 50.000 ευρώ πλέον Ηθική Βλάβη – ΑΚ 932 90.000 ευρώ

α) Ακρωτηριασμός αριστερού κάτω άκρου πάνω από το γόνατο με δημιουργία κολοβώματος και

β) επιπλεγμένο υπερδιακονδύλιο κάταγμα δεξιού μηριαίου οστού ανοικτό του ιγνύος (κοιλότητα πίσω επιφάνειας γόνατος) με εξωτερική οστεοσύνθεση και στη συνέχεια με ενδομυελική ήλωση.

Συνεπεία του τραυματισμού του στο ένδικο τροχαίο ατύχημα, ο ενάγων, ηλικίας 37 ετών, άγαμος, εργάτης αποκομιδής απορριμμάτων του Δήμου, κρίθηκε από τα αρμόδια ΚΕΠΑ ανάπηρος σε ποσοστό 70% εφόρου ζωής.

(Δημοσιεύεται στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, τεύχος 6ον/2020)

Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρο 559 αριθ. 1 και 19 ΚΠολΔ

Μη Παραβίαση της Αρχής της Αναλογικότητας ούτε και Υπέρβαση των Ακραίων Ορίων της Διακριτικής Ευχέρειας του Δικάσαντος Εφετείου

Απορριπτέος ο σχετικός λόγος αναίρεσης (559 αριθ. 1 και 19 ΚΠολΔ) (1)

Με την προσβαλλόμενη απόφαση του το Εφετείο έκρινε, ότι συνεπεία του ένδικου τροχαίου ατυχήματος ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος, εργάτης αποκομιδής απορριμμάτων του Δήμου, ηλικίας 37 ετών, άγαμος, υπέστη βαρύτατες και μη αναστρέψιμες σωματικές βλάβες (συνθλιπτική κάκωση κάτω άκρων, ήτοι: βαριά συνθλιπτική κάκωση αριστερού σκέλους και υποβλήθηκε σε χειρουργικό ακρωτηριασμό του αριστερού του κάτω άκρου, ύπερθεν του γόνατος, στο ύψος του άνω τριτημορίου του μηριαίου οστού και δημιουργία κολοβώματος. Στο δεξιό κάτω άκρο διενεργήθηκε εξωτερική οστεοσύνθεση αρχικά και στη συνέχεια ενδομυελική ήλωση. Υπέστη λοίμωξη του αναπνευστικού κατά τη νοσηλεία του στη ΜΕΘ του Γ.Ν. Αθηνών <____> επί οκταήμερο, η οποία αντιμετωπίσθηκε με αντιβιοτική αγωγή. Αποσωληνώθηκε στις 2/6/2010 και μεταφέρθηκε στη Β' Ορθοπεδική Κλινική του Νοσοκομείου. Μετά από δέκα (10) ημέρες υποβλήθηκε για το δεξί κάτω άκρο σε αλλαγή μεθόδου και εφαρμογή ενδομυελικής ήλωσης και οριστικό κλείσιμο του τραύματος στο δεξί κάτω άκρο και οι θεράποντες γιατροί γνωμάτευσαν ότι ίσως χρειασθεί περαιτέρω χειρουργική αντιμετώπιση στο μέλλον. Επίσης υποβλήθηκε και σε δύο χειρουργικούς καθαρισμούς του κολοβώματος του αριστερού μηριαίου λόγω φλεγμονής μετά τον ακρωτηριασμό του αριστερού κάτω άκρου... Υποβλήθηκε σε τέσσερις (4) χειρουργικές επεμβάσεις στο ανωτέρω νοσοκομείο προς αντιμετώπιση της κάκωσης στο δεξί γόνατο, με την τελευταία έγινε αφαίρεση των εσωτερικών λαμών στο δεξί του γόνατο....).

Ακολούθως, δέχθηκε την έφεση του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου ως προς το ύψος των εύλογων χρηματικών ποσών λόγω ηθικής βλάβης (άρθ. 932 ΑΚ) και της πρόσθετης αποζημίωσης (άρθρο 931 ΑΚ και επιδίκασε στον ενάγοντα το ποσό των 90.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 50.000 ευρώ εκ του άρθρου 931 ΑΚ. Ας σημειωθεί ότι πρωτοδίκως επιδικάσθηκαν 70.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 25.000 ευρώ για πρόσθετη αποζημίωση λόγω αναπηρίας.  

   Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας ούτε υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, δεδομένου ότι τα ποσά αυτά κατά την κοινή πείρα και δικαστηριακή πρακτική και τη συνείδηση για το δίκαιο δεν υπερβαίνουν και μάλιστα καταφανώς εκείνα που συνήθως επιδικάζονται σε παρόμοιες περιπτώσεις. Απορριπτέος ως αβάσιμος ο σχετικός λόγος αναίρεσης της αναιρεσείουσας.    

 

Τραυματισμός Εργάτη Αποκομιδής Απορριμμάτων ισταμένου στα σκαλοπάτια του απορριμματοφόρου κατά τη διενέργεια οπισθοπορείας

Αναιρετική Διαδικασία (άρθρ. 559 αριθ.19)

Αποκλειστικός υπαίτιος ο οδηγός του απορριμματοφόρου φορτηγού αποκομιδής απορριμμάτων, ο οποίος ενεργώντας απαγορευμένη οπισθοπορεία και ενώ ο ενάγων, συνοδός εργάτης αποκομιδής απορριμμάτων, στέκονταν όρθιος πάνω στα σκαλοπάτια στην πίσω δεξιά πλευρά του απορριμματοφόρου, από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής, που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, προσέκρουσε με το πίσω δεξιό μέρος του σε μεταλλικό κάδο αποκομιδής οικοδομικών απορριμμάτων, που ήταν τοποθετημένος στο αριστερό μέρος της οδού, Αποτέλεσμα της πρόσκρουσης ήταν να τραυματισθεί σοβαρά ο ενάγων, λόγω της σύνθλιψης των δύο ποδιών του ανάμεσα στο μεταλλικό κάδο και το απορριμματοφόρο (παράβαση άρθρων 12 παρ. 1 και 19 παρ. 1, 2, 3 και 22 παρ. 1 ΚΟΚ). Ο ανωτέρω υπαίτιος οδηγός ανέλαβε εξολοκλήρου την ευθύνη, χωρίς να αποδειχθεί ότι πριν από τη οπισθοπορεία ζήτησε από τον ενάγοντα να κατέβει από το απορριμματοφόρο και να τον καθοδηγήσει.

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο λόγο ο αναίρεσης προσάπτεται στην εκκαλουμένη απόφαση η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ περί ανεπαρκών αιτιολογιών ως προς την έλλειψη συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου. Ο λόγος αυτός απορρίφθηκε ως αβάσιμος καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε επαρκείς και σαφείς αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν, και περιέχει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών και του επελθόντος αποτελέσματος.  

Περαιτέρω, και οι λοιποί λόγοι αναίρεσης (559 αριθ.8 και αριθ. 8 περ. β, αριθ. 11 περ. γ, 12, 1και 19 ΚΠολΔ) απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι, και εν τέλει απορρίφθηκε στο σύνολό της η αναίρεση.  

Σχόλια – Παρατηρήσεις

Ακρωτηριασμός Αριστερού Κάτω Άκρου – Αποζημίωση επί Μονίμου Αναπηρίας – ΑΚ 931, και Ηθική Βλάβη – ΑΚ 932.

Η κατωτέρω δημοσιευόμενη απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, μας εκπλήσσει ευχάριστα καθότι, δέχθηκε ότι τα επιδικασθέντα από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ποσά εξ ΑΚ 932 (90.000 ευρώ αντί των πρωτοδίκως 70.000 ευρώ) και εξ ΑΚ 931 (50.000 ευρώ αντί των πρωτοδίκως 25.000 ευρώ) δεν παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, ούτε υπερβαίνουν τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, αφού δεν υπερβαίνουν και μάλιστα καταφανώς, εκείνα που συνήθως επιδικάζονται σε παρόμοιες περιπτώσεις ποσά.

Έστω υπόψη ότι και τα ανωτέρω ποσά υπολείπονται κατά πολύ συγκριτικά με τα επιδικαζόμενα από τα Διοικητικά Δικαστήρια κατά του Ελληνικού Δημοσίου.

(γιατί δύο μέτρα και δύο σταθμά ;). Εν προκειμένω με βάση την απλή λογική (διδάγματα κοινής πείρας λέγονται στα νομικά μας), ένας ακρωτηριασμός μέρους του ανθρώπινου σώματος, είναι ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΣΜΟΣ, δηλαδή βαρύτατη και μη αναστρέψιμη βλάβη του υπέρτατου έννομου αγαθού της υγείας του ανθρώπου, με ότι αυτό συνεπάγεται. Άραγε πως αναπληρώνεται ή μπορεί να αναπληρωθεί μια τέτοια βλάβη; Επιδικάζοντας ευτελή ποσά όταν μάλιστα η ασφαλιστική κάλυψη , βάσει των Κοινοτικών Οδηγιών, που κατέστησαν εσωτερικό δίκαιο, βαίνει αυξανόμενη τα τελευταία χρόνια ,αναγνωρίζοντας την επιβαλλόμενη προστασία των παθόντων;

 Απόφ. ΑΠ.......


Κείμενο Απόφ. ΑΠ. 398/2020

Απόφ. ΑΠ.398/2020

Πρόεδρος : Ειρήνη Καλού

Εισηγητής : Κωνσταντίνος Παναρίτης

Μέλη : Χρήστο Βρυνιώτη - Γεώργιο Χοϊμέ - Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 2-8-2018 αίτηση για αναίρεση της υπ' αριθμ. 4800/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο και από τη σύμβαση ασφάλισής του (άρθρο 681Α ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα και πρέπει να ερευνηθεί προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής.

Από την παραδεκτή κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της υπόθεσης προκύπτει ότι επί της από 15-2-2013 (με αριθμ. εκθ. καταθ. ____/1618/ 2013) αγωγής του Ε. Τ. (ήδη αναιρεσιβλήτου) κατά του Δήμου Αθηναίων και της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "Α.Ε.Ε " (αναιρεσείουσα) για αποζημίωση προς αποκατάσταση της θετικής ζημίας του, για επιδίκαση πρόσθετης παροχής κατ' άρθρο 931 ΑΚ και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, συνεπεία των σωματικών βλαβών που υπέστη κατά το αναφερόμενο τροχαίο ατύχημα, εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 864/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος και του τραυματισμού του αναιρεσιβλήτου είναι ο οδηγός του ασφαλισμένου στην ως άνω ασφαλιστική εταιρεία απορριμματοφόρου φορτηγού αυτοκινήτου, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η αγωγή και υποχρεώθηκε η αναιρεσείουσα να καταβάλει στον αναιρεσίβλητο το ποσό των 132.127,29 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησαν εφέσεις οι εν λόγω διάδικοι, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 4800/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών (αναιρεσιβαλλόμενη), με την οποία απορρίφθηκε κατ' ουσίαν η έφεση της αναιρεσείουσας και έγινε δεκτή η έφεση του αναιρεσιβλήτου (ενάγοντος), και, αφού εξαφανίσθηκε η υπ' αριθμ. 864/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έγινε εν μέρει δεκτή η ως άνω αγωγή και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι (ασφαλιστική εταιρεία και Δήμος Αθηναίων) να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρο ο καθένας, το ποσό των 182.127,29 ευρώ, ενώ αναγνώρισε την υποχρέωση των εναγομένων να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρο ο καθένας, το ποσό των 4.500 ευρώ.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 297, 298, 330 και 914 ΑΚ, συνάγεται ότι προϋπόθεση της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, η παράνομη συμπεριφορά του υπόχρεου σε αποζημίωση έναντι εκείνου που ζημιώθηκε και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας. Τα πιο πάνω έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση του άρθρου 10 του ν. ΓΠΝ/1911, ως προς την υπαιτιότητα των οδηγών των συγκρουσθέντων αυτοκινήτων, κατά το οποίο είναι εφαρμοστέα η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ. Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθρου 300 ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση ζημίας και επομένως και σε αυτή από αδικοπραξία των άρθρων 914 επ. ΑΚ, προκύπτει ότι, όταν στη γένεση ή στην επέλευση της ζημίας συντέλεσε και πταίσμα του ζημιωθέντος, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 330 ΑΚ, το δικαστήριο της ουσίας μπορεί κατά την ελεύθερη κρίση του, αφού σταθμίσει τις περιστάσεις και ιδιαίτερα το βαθμό πταίσματος του ζημιωθέντος, να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό αυτής. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για τη συνδρομή ή μη πταίσματος του ζημιωθέντος είναι κρίση σχετική με νομική έννοια και υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο κατά τις διατάξεις του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ, για ευθεία και εκ πλαγίου παράβαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου, καθώς και για παράβαση διδαγμάτων κοινής πείρας. Ειδικότερα ελέγχεται αναιρετικώς η κρίση του δικαστηρίου, περί του αν τα πραγματικά περιστατικά, που το δικαστήριο δέχεται ανελέγκτως ως αποδειχθέντα, καθ' εαυτά, αντικειμενικώς και βάσει των διδαγμάτων της κοινής πείρας, συγκροτούν ή όχι την έννοια της υπαιτιότητας και θεμελιώνουν την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ αυτού και του ζημιογόνου αποτελέσματος. Έλλειψη δε νόμιμης βάσης, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ υπάρχει, όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο στήριξε την κρίση του, επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόσθηκε. Αντιθέτως δεν υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης, όταν πρόκειται για ελλείψεις, οι οποίες ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση του πορίσματος που εξήγαγε από αυτές το δικαστήριο, εφόσον αυτό εκτίθεται σαφώς (ΑΠ 144/2017, ΑΠ 76/2014, ΑΠ 1674/2009).

Συνθήκες Ατυχήματος – Υπαιτιότητα

Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο, σε σχέση με τις συνθήκες του ατυχήματος και τον τραυματισμό του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου, δέχθηκε, ανέλεγκτα, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στις 19-5-2010 και περί ώρα 04.30', ο ενάγων που εργάζεται στη Διεύθυνση Καθαριότητας-Τμήμα Καθαριότητας του πρώτου εναγομένου Δήμου Αθηναίων, ως εργάτης στην αποκομιδή απορριμμάτων, επέβαινε στο με αριθμό κυκλοφορίας ____ απορριμματοφόρο όχημα, κυριότητας του πρώτου εναγομένου (Δήμου Αθηναίων) που οδηγούσε ο υπάλληλος του πιο πάνω Δήμου Π. Π., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων στη δεύτερη εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία. Ειδικότερα ο ενάγων και ο συνάδελφός του Α. Κ. συνοδοί - εργάτες αποκομιδής απορριμμάτων, βρίσκονταν στο ανωτέρω κινούμενο όχημα πάνω στα δύο σκαλοπάτια που είναι προσαρμοσμένα στο οπίσθιο μέρος και εκατέρωθεν αυτού (σκαλοπάτια εργατών), ο ενάγων στην πίσω δεξιά πλευρά και ο Α. Κ. στην πίσω αριστερή πλευρά. Όταν το απορριμματοφόρο, το οποίο κινούταν στην οδό ____ έφθασε στη διασταύρωση της ανωτέρω οδού με την οδό ___, ο ανωτέρω οδηγός, αφού προέβη σε δεξιό ελιγμό, εισήλθε στην οδό ____, αντίθετα προς την επιτρεπόμενη πορεία για να συλλέξει τα απορρίμματα από τους κάδους, που υφίσταντο στην ανωτέρω οδό στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Αφού έγινε η συλλογή των απορριμμάτων, ο οδηγός του ανωτέρω οχήματος διενεργώντας οπισθοπορεία και κινούμενος επί της οδού ____ πέρασε το σημείο, που η ανωτέρω οδός διασταυρώνεται με την οδό ___ και συνέχισε εισερχόμενος και στο τμήμα της οδού ____ που βρισκόταν μετά τη διασταύρωση, προκειμένου να γίνει και από τους κάδους, που υπήρχαν και σε εκείνο το σημείο, η περισυλλογή των απορριμμάτων. Κατά τη διενέργεια της οπισθοπορείας και ενώ ο ενάγων και ο συνάδελφός του στέκονταν όρθιοι πάνω στα σκαλοπάτια στο πίσω μέρος του απορριμματοφόρου, ο ανωτέρω οδηγός από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής, που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, προσέκρουσε με το πίσω δεξιό μέρος του σε μεταλλικό κάδο αποκομιδής οικοδομικών απορριμμάτων, που ήταν τοποθετημένος στο αριστερό μέρος της οδού ..., έμπροσθεν της οικίας με ____. Αποτέλεσμα της πρόσκρουσης ήταν να τραυματισθεί σοβαρά ο ενάγων, λόγω της σύνθλιψης των δύο ποδιών του ανάμεσα στο μεταλλικό κάδο και το απορριμματοφόρο. Υπό τα περιστατικά αυτά το ατύχημα οφείλεται σε αμέλεια του οδηγού του απορριμματοφόρου οχήματος, που από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, επιχείρησε να προσεγγίσει το σημείο, όπου υπήρχαν οι κάδοι, με την όπισθεν, αν και τούτο απαγορεύεται και επιπλέον συνέχισε την οπισθοπορεία πριν να βεβαιωθεί ότι δεν υπήρχε εμπόδιο στο ορατό όπισθέν του πεδίο, ήτοι χωρίς να αντιληφθεί -αν και ο φωτισμός ήταν επαρκής- ότι σε απόσταση 70 εκατοστών από το πεζοδρόμιο ήταν τοποθετημένος κάδος οικοδομικών απορριμμάτων μήκους 4 μέτρων και πλάτους 1,70 μέτρων, ο οποίος καταλάμβανε 2,40 μέτρα του οδοστρώματος της οδού ____ (παράβαση άρθρων 12 παρ. 1 και 19 παρ. 1, 2, 3 και 22 παρ. 1 ΚΟΚ). Αντιθέτως δεν βαρύνει υπαιτιότητα τον ενάγοντα, ο οποίος λόγω του αιφνιδιασμού του, του σημείου στο οποίο βρισκόταν και της ταχύτητας που είχε αναπτύξει ο οδηγός του απορριμματοφόρου, δεν μπόρεσε να αντιδράσει. Άλλωστε ο πιο πάνω οδηγός που διενεργούσε καθημερινά το συγκεκριμένο δρομολόγιο, ανέλαβε εξ ολοκλήρου την ευθύνη για το ένδικο ατύχημα ____, χωρίς να αποδειχθεί ότι προκειμένου να διενεργήσει την οπισθοπορεία, ζήτησε από τον ενάγοντα να κατέβει από το όχημα και να τον καθοδηγήσει, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενοι. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες οι ενστάσεις περί συνυπαιτιότητας του ενάγοντος στην πρόκληση του ατυχήματος που πρόβαλλαν αμφότεροι οι εναγόμενοι. Τα ίδια, συνεπώς, αφού δέχθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και απέρριψε τις ενστάσεις των εναγομένων περί συνυπαιτιότητας του ενάγοντος στην πρόκληση του ατυχήματος, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε...". Κρίνοντας έτσι το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του επαρκείς και σαφείς αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν, περιέχει δε την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών και του επελθόντος αποτελέσματος.

Ειδικότερα αναπτύσσονται με πληρότητα οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το ατύχημα και ο τραυματισμός του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου και ειδικότερα ότι ο οδηγός του απορριμματοφόρου οχήματος, ο οποίος διενεργούσε καθημερινά το συγκεκριμένο δρομολόγιο ενώ εκινείτο προς τα πίσω για να προσεγγίσει το σημείο που βρίσκονταν οι τελευταίοι κάδοι στην οδό ... και γνώριζε ότι οι δύο εργάτες αποκομιδής των απορριμμάτων στέκονταν στα δύο σκαλοπάτια που είναι προσαρμοσμένα στο οπίσθιο μέρος του απορριμματοφόρου (ο ενάγων στο ευρισκόμενο στο οπίσθιο δεξιό μέρος και ο συνάδελφός του στο οπίσθιο αριστερό μέρος) και έπρεπε να οδηγεί με τεταμένη την προσοχή, από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, δεν αντιλήφθηκε, αν και υπήρχε επαρκής φωτισμός, τον ογκώδη, μήκους 4 μέτρων και πλάτους 1,70 μέτρων, μεταλλικό κάδο οικοδομικών απορριμμάτων με αποτέλεσμα να επιπέσει σ' αυτόν με το οπίσθιο δεξιό τμήμα του απορριμματοφόρου, στο οποίο στεκόταν ο ενάγων - αναιρεσίβλητος, με περαιτέρω συνέπεια το σοβαρό τραυματισμό αυτού στα κάτω άκρα. Ότι ο τελευταίος, του οποίου μέριμνα ήταν να παραμείνει σταθερός στο σκαλοπάτι που στεκόταν μέχρι το απορριμματοφόρο να φθάσει στο σημείο των κάδων, αιφνιδιάστηκε από την απρόβλεπτη και μη αναμενόμενη πρόσκρουση του απορριμματοφόρου στο μεταλλικό κάδο. Σωστά δε εξήγαγε από την ως άνω οδηγική συμπεριφορά του εν λόγω οδηγού το συμπέρασμα ότι αυτός είναι αποκλειστικός υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος και των συνεπειών του, διότι, κατά τις ανέλεγκτες παραδοχές του δεν οδηγούσε με την απαιτούμενη επιμέλεια και προσοχή. Επίσης, ορθά έκρινε ότι ο ενάγων - αναιρεσίβλητος δεν βαρύνεται με υπαιτιότητα, καθόσον λόγω της θέσεώς του πάνω στο απορριμματοφόρο, του αιφνιδιασμού από την μη αναμενόμενη ως άνω οδηγική συμπεριφορά του οδηγού και λόγω της αυξημένης ταχύτητας με την οποία κινήθηκε προς τα πίσω, δεν μπόρεσε να αντιδράσει για να αποτρέψει την πρόσκρουση του απορριμματοφόρου στον μεταλλικό κάδο και τη σύνθλιψη των κάτω άκρων του. Δεν ήταν ανάγκη να αναφερθεί στην πληττόμενη απόφαση α) αν ο παθών μπορούσε να αντιληφθεί και αν αντιλήφθηκε τον μεταλλικό κάδο, β) ποιά ήταν η ακριβής ταχύτητα του κινούμενου προς τα πίσω απορριμματοφόρου και αν ο παθών μπορούσε να αντιδράσει διά της απομακρύνσεώς του από το όχημα, γ) από πόση απόσταση μπορούσε ο παθών να αντιληφθεί τον μεταλλικό κάδο και δ) ποια ήταν η δυνατότητα αντίδρασης του αναιρεσιβλήτου, ώστε να κριθεί αν είχε το χρόνο να αντιδράσει, για να αποφευχθεί είτε η πρόσκρουση είτε η σωματική του βλάβη, καθόσον την ευθύνη της οδήγησης και των αναγκαίων ελιγμών, προκειμένου το όχημα να φθάσει με ασφάλεια στον προορισμό του, είχε ο οδηγός του απορριμματοφόρου, ο οποίος, άλλωστε, ανέλαβε εξ ολοκλήρου την ευθύνη για το ένδικό ατύχημα, ενώ ο παθών, σύμφωνα με τις ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης δε μπόρεσε να αντιδράσει, αιφνιδιασθείς από την παραπάνω απρόβλεπτη και μη αναμενόμενη πρόσκρουση. Επομένως, ουδεμία ασάφεια υπάρχει ως προς το παραπάνω θέμα, οι φερόμενες δε με τον ίδιο (δεύτερο) λόγο αναίρεσης ως ελλείψεις, δεν εμποδίζουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής των ως άνω κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν, ενώ στην προσβαλλόμενη απόφαση προσδιορίζονται με σαφήνεια και πληρότητα τα στοιχεία με βάση τα οποία το Δικαστήριο οδηγήθηκε στην κρίση ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος είναι ο οδηγός του απορριμματοφόρου και ότι ο ενάγων (παθών) δεν βαρύνεται με οποιουδήποτε βαθμού υπαιτιότητα.

Συνεπώς, όλοι οι ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας περί ανεπαρκών αιτιολογιών ως προς την έλλειψη συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου, που περιλαμβάνονται στο δεύτερο λόγο αναίρεσης, είναι αβάσιμοι και συνακόλουθα ο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεύτερος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 8 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, "πράγματα" είναι οι πραγματικοί ισχυρισμοί, που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, παρακώλυση ή κατάλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, το οποίο ασκήθηκε, είτε ως επιθετικό μέσο (βάση αγωγής, ανταγωγής), είτε ως αμυντικό μέσο (ένσταση, αντένσταση), αλλά όχι και οι ισχυρισμοί που αποτελούν άρνηση της αγωγής ή επιχειρήματα νομικά ή πραγματικά, τα οποία αντλούνται από την εκτίμηση των αποδείξεων, καθώς και οι ισχυρισμοί που συνιστούν επιχειρήματα για την υποστήριξη των απόψεων των διαδίκων, ούτε επίσης τα προς απόδειξη των ισχυρισμών αποδεικτικά μέσα. Αποτελούν δε "πράγματα", και άρα η η μη λήψη τους ιδρύει το λόγο από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, και οι λόγοι εφέσεως, των οποίων η λήψη υπόψη και παραδοχή επιφέρει την κατ' άρθρο 535 παρ. 1 εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης (ΑΠ 1154/2015, ΑΠ 797/2013). Εξάλλου, κατά τα άρθρα 339 και 352 ΚΠολΔ, απόδειξη δεν αποτελεί κάθε ομολογία, αλλά μόνο η γενόμενη με σκοπό αποδοχής του αμφισβητούμενου και επιβλαβούς για τον ομολογούντα γεγονότος, πρέπει δε να είναι σαφής και συγκεκριμένη. Ειδικότερα, δικαστική ομολογία υπάρχει όταν το ενώπιον του δικαστηρίου ή του εισηγητή δικαστή αναγνωριζόμενο από το διάδικο επιζήμιο γι' αυτόν γεγονός αναφέρεται αμέσως στο αντικείμενο της δίκης, όχι δε όταν το γεγονός αυτό αποτελεί τη βάση δικαστικού τεκμηρίου για το αποδεικτέο περιστατικό (ΑΠ 115/2007). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αίτησης αναίρεσης κατά το πρώτο σκέλος αυτού, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ. 8 περ. β' ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του το νομίμως προταθέντα πρωτοδίκως και επαναφερθέντα με λόγο εφέσεως ισχυρισμό του, περί της , διά του δικογράφου της αγωγής του, δικαστικής ομολογίας του αναιρεσιβλήτου, σχετικά με τη γνώση του ιδίου όσον αφορά την περιορισμένη ορατότητα του οδηγού του απορριμματοφόρου, το δύσβατο της περιοχής, την ύπαρξη του σκότους, την οπισθοπορεία του φορτηγού και την παρά ταύτα συνεχή παραμονή του ιδίου στο πίσω δεξιό σκαλοπάτι του απορριμματοφόρου, ο οποίος είναι ουσιώδης για την έκβαση της δίκης, γιατί ιδρύει συντρέχον πταίσμα του αναιρεσιβλήτου στην πρόκληση της σωματικής βλάβης αυτού, διότι, αν και γνώριζε την επικίνδυνη κατάσταση, ουδέν έπραξε, όπως έπρεπε, για να αποτρέψει τη σωματική του βλάβη. Ο λόγος αυτός πρέπει προεχόντως να απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι από τα επικαλούμενα ως άνω περιστατικά δεν συνάγεται δικαστική ομολογία του ενάγοντος, με την έννοια που προαναφέρθηκε, πραγματικών περιστατικών που να ιδρύουν την προταθείσα από την αναιρεσείουσα ένσταση συντρέχοντος πταίσματος του αναιρεσιβλήτου στη σωματική βλάβη που υπέστη. Σε κάθε περίπτωση ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, εκτίμηση του περιεχομένου της ένδικης αγωγής προκύπτει ότι δεν αναγράφεται σ' αυτή ότι στον τόπο του ατυχήματος υπήρχε σκότος που περιόριζε την ορατότητα του οδηγού του απορριμματοφόρου, ούτε ότι η περιοχή ήταν δύσβατη. Αντίθετα ο αναιρεσίβλητος εκθέτει στην αγωγή (σελ. 3) ότι "Δεδομένου ότι στην οδό ... επικρατούσαν συνθήκες επαρκούς φωτισμού και δεν υπήρχαν οχήματα σταθμευμένα έμπροσθεν του κάδου... και δεδομένου του γεγονότος ότι ο κάδος ήταν ένα ογκώδες αντικείμενο... καθίσταται σαφές ότι ήταν πλήρως ορατός από τον οδηγό του απορριμματοφόρου (από το μεγάλο δεξί καθρέπτη του απορριμματοφόρου) και το παραπάνω ατύχημα ο οδηγός του οχήματος θα το είχε άνετα αποφύγει...". Συνακόλουθα, ο 1ος αναιρετικός λόγος, κατά το πρώτο σκέλος, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, άλλως ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Με τον ίδιο πρώτο αναιρετικό λόγο, κατά το δεύτερο σκέλος του, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια εκ του άρθρου 559 αρ. 8 ΚΠολΔ, με τις αιτιάσεις ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη ισχυρισμό που δεν είχε προταθεί και ειδικότερα έλαβε υπόψη και αποφάνθηκε ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο οδηγός του απορριμματοφόρου ζήτησε από τον αναιρεσίβλητο να κατέλθει από το απορριμματοφόρο και να τον καθοδηγήσει κατά την οπισθοπορεία και έτσι απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό που δεν είχε προταθεί. Ότι δεν πρόβαλε τέτοιο ισχυρισμό και ότι, αντίθετα, ισχυρίσθηκε ότι ο αναιρεσίβλητος είναι συνυπαίτιος κατά 95% της σωματικής του βλάβης, ισχυρισμό που το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του και δεν εξετίμησε, παρόλο που είχε ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος καθόσον το Εφετείο ερεύνησε την ένσταση συνυπαιτιότητας του αναιρεσιβλήτου στην πρόκληση της σωματικής του βλάβης, που είχε προβάλει η αναιρεσείουσα, και την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, αφού δέχθηκε ότι δεν αποδείχθηκε, εκτός των άλλων, ο ισχυρισμός που είχε προβάλει η αναιρεσείουσα, με λόγο της έφεσής της, ότι ο αναιρεσίβλητος καθοδήγησε εσφαλμένως σε δύσβατη περιοχή, νύκτα και με ελλιπή φωτισμό, τον οδηγό του απορριμματοφόρου, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο εν λόγω οδηγός ζήτησε από τον αναιρεσίβλητο να κατέβει από το όχημα και να τον καθοδηγήσει. Επομένως, έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε τον αυτοτελή ισχυρισμό της αναιρεσείουσας περί συνυπαιτιότητας του αναιρεσιβλήτου στην πρόκληση του ατυχήματος, που συνιστούσε παράπονο κατά της κρίσης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και αποτελούσε τον πρώτο λόγο της έφεσής του. Συνακόλουθα και το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

Κατά το άρθρο 559 αριθμ. 11 περ. γ' του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Ειδικότερα ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη του υποστατά και αναλόγως έγκυρα αποδεικτικά μέσα που παραδεκτά επικαλέσθηκε ο αναιρεσείων και νόμιμα προσκόμισε ο ίδιος ή οποιοσδήποτε από τους λοιπούς διαδίκους προς άμεση ή έμμεση απόδειξη ή ανταπόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή λυσιτελών ισχυρισμών κατά την ανωτέρω έννοια, δηλαδή νόμιμων ισχυρισμών που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, εφόσον βέβαια προτάθηκαν παραδεκτά στο δικαστήριο της ουσίας. Για την ίδρυση του ως άνω λόγου αναίρεσης αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών για τη λήψη υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας επικληθέντων και προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων, τα οποία όφειλε αυτό να λάβει υπόψη του. Ωστόσο στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι ανάγκη να γίνεται ειδική μνεία και χωριστή αξιολόγηση κάθε αποδεικτικού μέσου, αρκεί να γίνεται αδιστάκτως βέβαιο από το όλο περιεχόμενο της απόφασης ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισαν οι διάδικοι, έστω και αν στην απόφαση έχει γίνει ιδιαίτερη αναφορά σε ορισμένα μόνο από τα αποδεικτικά μέσα, επειδή θεωρήθηκαν μεγαλύτερης σημασίας κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου (ΑΠ 198/2015).

Περαιτέρω, ο από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων. Στον ΚΠολΔ, ισχύει κατά κανόνα, το σύστημα της ελεύθερης εκτιμήσεως των αποδείξεων (άρθρο 340) και εξαιρετικώς μόνο προσδίδεται σε ορισμένα αποδεικτικά μέσα αυξημένη αποδεικτική δύναμη, όπως η δικαστική ομολογία (άρθρο 352) και τα έγγραφα που παράγουν πλήρη απόδειξη (άρθρα 438 επ. 441, 445). Για τα αποδεικτικά μέσα που κατά το νόμο είναι ισοδύναμα, εναπόκειται στο δικαστήριο να κρίνει την αποδεικτική βαρύτητα του καθενός, αφού αυτά, κατ' άρθρο 340 εκτιμηθούν "ελεύθερα". Ο ανωτέρω λόγος ιδρύεται μόνο αν το δικαστήριο προσέδωσε στο αποδεικτικό μέσο μεγαλύτερη ή μικρότερη βαρύτητα ή αξιοπιστία σε ένα από τα ισοδύναμα αυτά αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 328/218). Εξάλλου, κατά το άρθρο 440 ΚΠολΔ για όσα περιστατικά βεβαιώνονται στα κατά τα άρθρα 438 και 439 του ίδιου Κώδικα δημόσια έγγραφα, όπως είναι η συντασσόμενη, σύμφωνα με τα άρθρα 148 επ. και 180 ΚΠοινΔ, από την αρμόδια αστυνομική αρχή έκθεση αυτοψίας και το συνοδεύον αυτή σχεδιάγραμμα σε τροχαίο ατύχημα, καθώς και η συντασσόμενη, σύμφωνα με τα παραπάνω άρθρα του ΚΠοινΔ, έκθεση έρευνας του επιθεωρητή εργασίας σε εργατικό ατύχημα, την αλήθεια των οποίων όφειλε να διαπιστώσει εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο, τα έγγραφα αυτά παρέχουν πλήρη απόδειξη κατά της οποίας όμως επιτρέπεται ανταπόδειξη. Τα περιεχόμενα στην έκθεση αυτοψίας της τροχαίας και στην έκθεσης έρευνας του επιθεωρητή εργασίας στοιχεία, ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος, είναι από εκείνα, την αλήθεια των οποίων όφειλε να διαπιστώσει ο συντάκτης της έκθεσης. Επομένως, κατ' αυτού του περιεχομένου επιτρέπεται ανταπόδειξη μετά από αξιολόγηση του λοιπού αποδεικτικού υλικού.

Στην προκειμένη περίπτωση, με το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναίρεσης, ισχυρίζεται η αναιρεσείουσα ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη το έγγραφο που προσκομίσθηκε από αυτήν με επίκληση, και το οποίο αναφέρει στην αίτησή της, ήτοι τη με αριθμό πρωτοκόλλου ____ 2010 έκθεση έρευνας του Επιθεωρητή Εργασίας, ο οποίος βεβαιώνει τη στενότητα της οδού ____, την ύπαρξη διπλής σειράς σταθμευμένων οχημάτων, την ύπαρξη ελλιπούς φωτισμού και την καθοδήγηση του οδηγού του απορριμματοφόρου εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου, κατά την οπισθοπορεία. Προσάπτει δε στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον αριθμό 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, καθόσον, από τη ρητή διαβεβαίωση που περιέχεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο στην περί πραγμάτων κρίση του, κατέληξε, αφού έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε, εκτός των άλλων, και όλα τα νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα, σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της απόφασης, ουδεμία απολύτως καταλείπεται αμφιβολία ότι λήφθηκε υπόψη και αξιολογήθηκε το εν λόγω αποδεικτικό στοιχείο με τις λοιπές αποδείξεις για τη στήριξη, ως προς το ζήτημα της συνυπαιτιότητας του παθόντος (αναιρεσιβλήτου), το οποίο είναι αντίθετο προς εκείνο που η αναιρεσείουσα θεωρεί ορθό.

Περαιτέρω, με το τέταρτο σκέλος του ίδιου λόγου αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, ότι το Εφετείο δεν προσέδωσε α) στην ως άνω υπ' αριθμ. πρωτ. ____2010 έκθεση έρευνας του επιθεωρητή εργασίας και β) στην ως άνω και διά του δικογράφου της αγωγής προβληθείσα δικαστική ομολογία του αναιρεσιβλήτου ως προς τις επικρατούσες κατά το χρόνο του ατυχήματος συνθήκες, τη δέουσα (πλήρη) αποδεικτική δύναμη αυτών, πράγμα το οποίο άσκησε ουσιώδη επιρροή στις παραδοχές του Εφετείου και συνακόλουθα στην έκβαση της δίκης. Αυτό το περιεχόμενο έχων ο ερευνώμενος λόγος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, καθόσον, όσον αφορά τα διαλαμβανόμενα στην έκθεση έρευνας, ως προς τις συνθήκες του ένδικου ατυχήματος, αποτελούν μεν πλήρη απόδειξη, κατά της οποίας όμως επιτρέπεται ανταπόδειξη μετά από αξιολόγηση του λοιπού αποδεικτικού υλικού, όσον δε αφορά την επικαλούμενη δικαστική ομολογία του αναιρεσιβλήτου, όπως αναφέρθηκε κατά την έρευνα του πρώτου, κατά το πρώτο σκέλος, λόγου αναιρέσεως, από τα επικαλούμενα περιστατικά δεν συνάγεται δικαστική ομολογία του ενάγοντος, και σε κάθε περίπτωση δεν εκτίθενται στην αγωγή τα εν λόγω περιστατικά. Συνακόλουθα, ο πρώτος, κατά το τρίτο και τέταρτο σκέλος, λόγος αναίρεσης από τους αριθμούς 11γ και 12 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρέπει να απορριφθεί.

Ηθική Βλάβη

Κατά το άρθρο 932 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης. Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι' αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήριο, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της δικαιοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υποχρέου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ' αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης (ΑΠ 944/2017). Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής, ήτοι ως πλημμέλειες του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ (Ολ.ΑΠ 10/2017, Ολ.ΑΠ 9/2015). Και τούτο, διότι μια απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά το δικαιούχο-παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 747/2017). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στο παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του. Ως "αναπηρία" θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής, νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως "παραμόρφωση" νοείται κάθε ουσιώδης αλλοίωση της εξωτερικής εμφάνισης. Περαιτέρω, ως "μέλλον" νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι επιδικάζεται σε εκείνον που έχει υποστεί την αναπηρία ή την παραμόρφωση ένα εύλογο χρηματικό ποσό χωρίς σύνδεση με περιουσιακή ζημία, το ύψος του οποίου καθορίζεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, την ηλικία, το φύλλο και τις κλίσεις του παθόντος, καθώς και με τη συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της κατά τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ αξίωσης για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (ΑΠ 215/2017, ΑΠ 405/2015 , ΑΠ 150/2015). Και στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, η παραβίαση της οποίας ελέγχεται, όπως και στο άρθρο 932 ΑΚ, ως πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ. Τέλος, κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό των εύλογων αυτών χρηματικών ποσών είναι ο χρόνος της συζήτησης της υποθέσεως ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, οπότε και λαμβάνεται υπόψη η τότε κατάσταση της υγείας του παθόντος (ΑΠ 989/2018, ΑΠ 213/2017). Στην προκειμένη περίπτωση, το Μονομελές Εφετείο Αθηνών με την προσβαλλόμενη απόφασή του, σχετικά με τα κεφάλαια της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου και της κατ' άρθρο 931 ΑΚ απαίτησης αυτού, όπως προκύπτει από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 562 παρ. 2 ΚπολΔ, επισκόπησή της, δέχθηκε τα εξής: "...ο ενάγων συνεπεία του τραυματισμού του διακομίσθηκε με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Αθήνας "Ο Ευαγγελισμός", όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη συνθλιπτική κάκωση κάτω άκρων. Αναλυτικά υπέστη βαριά συνθλιπτική κάκωση αριστερού σκέλους, όπου έφερε ανοικτό συντριπτικό κάταγμα αριστερού μηρού με σύνθλιψη κλινικών μαζών και ρήξη, διαχωρισμό σε μεγάλο μήκος της μηριαίας αρτηρίας και φλέβας, ήτοι έφερε ανοικτό κάταγμα κάτω άκρου και επιπλεγμένο υπερδιακονδύλιο κάταγμα δεξιού μηριαίου οστού ανοικτό στην περιοχή του ιγνύος (κοιλότητα πίσω επιφανείας του γόνατος). Συνεπεία των ανωτέρω κακώσεων ο ενάγων υποβλήθηκε σε χειρουργικό ακρωτηριασμό του αριστερού του κάτω άκρου, ύπερθεν του γόνατος, στο ύψος του άνω τριτημορίου του μηριαίου οστού και δημιουργία κολοβώματος. Στο δεξιό κάτω άκρο διενεργήθηκε εξωτερική οστεοσύνθεση αρχικά και στη συνέχεια ενδομυελική ήλωση. Κατά την παραμονή του στη μονάδα εντατικής θεραπείας, όπου παρέμεινε επί οκταήμερο, υπέστη λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού, η οποία αντιμετωπίσθηκε με αντιβιοτική αγωγή. Στη συνέχεια αποσωληνώθηκε και στις 2-6-2010 μεταφέρθηκε στη Β' Ορθοπεδική Κλινική του Νοσοκομείου. Μετά από παρέλευση δέκα ημερών υποβλήθηκε για το δεξί κάτω άκρο σε αλλαγή μεθόδου και εφαρμογή ενδομυελικής ήλωσης και οριστικό κλείσιμο του τραύματος στο δεξί κάτω άκρο και οι θεράποντες γιατροί γνωμάτευσαν ότι ίσως χρειασθεί περαιτέρω χειρουργική αντιμετώπιση στο μέλλον. Επίσης υποβλήθηκε και σε δύο χειρουργικούς καθαρισμούς του κολοβώματος του αριστερού μηριαίου λόγω φλεγμονής μετά τον ακρωτηριασμό του αριστερού κάτω άκρου... Στη συνέχεια και από τον Οκτώβριο 2010 και εντεύθεν επισκεπτόταν την ορθοπεδική εταιρεία με την επωνυμία "Κ. Δ. Χ. και Συνεργάτες Ε.Ε." για την αποκατάσταση του ακρωτηριασθέντος αριστερού κάτω άκρου με πρόθεση τεχνητού μέλους. Η εφαρμογή της πρόθεσης τεχνητού μέλους δεν έγινε ευθύς αμέσως, αλλά από το Νοέμβριο του 2010 του τοποθετήθηκε απλή άρθρωση μονοκόμματη και το Δεκέμβριο του 2010 του τοποθετήθηκε προσωρινό υδραυλικό πόδι, η δε τελική εφαρμογή του πρόσθετου μέλους έλαβε χώρα τον Απρίλιο του 2011. Παράλληλα με τα προβλήματα στο αριστερό κάτω άκρο του ενάγοντος, προβληματική παρέμεινε και η κατάσταση του δεξιού του κάτω άκρου λόγω του σοβαρού τραυματισμού του. Το Σεπτέμβριο του 2012 υπεβλήθη σε νέα (τέταρτη) χειρουργική επέμβαση εντός του Γενικού Νοσοκομείου Αθήνας "Ο Ευαγγελισμός", όπου του αφερέθηκαν οι εσωτερικές λάμες από το δεξί του γόνατο... Περαιτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι ο ενάγων εξετάσθηκε από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας του τοπικού υποκαταστήματος ΙΚΑ ΕΤΑΜ Καλλιθέας, η οποία με την 1014/2012 απόφασή της, αναγνώρισε ότι το συνολικό ποσοστό αναπηρίας του ανέρχεται σε 70% εφ' όρου ζωής. Σύμφωνα δε με όσα προαναφέρθηκαν ο ενάγων, ηλικίας 37 ετών και άγαμος, υπέστη βαρύτατες και μη αναστρέψιμες σωματικές βλάβες, οι οποίες θα επηρεάσουν δυσμενώς στο μέλλον κυρίως την κοινωνική του ζωή (δημιουργία οικογένειας) αλλά και την οικονομική και επαγγελματική του δραστηριότητα, καθόσον έχει μεν επιστρέψει στην εργασία του, αλλά η αναπηρία του στερεί τη δυνατότητα επαγγελματικής ανέλιξης για οικονομική αναβάθμιση με την δυνατότητα λήψης έκτακτων αμοιβών σε συνεργεία.

Συνεπώς ο ενάγων έχει βάσιμη αξίωση για καταβολή χρηματικής παροχής κατ' άρθρο 931 ΑΚ, η οποία κατά την κρίση του Δικαστηρίου, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τις συνέπειες της ανωτέρω αναπηρίας και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις (ηλικία, οικογενειακή κατάσταση), ανέρχεται στο ποσό των 50.000 ευρώ, απορριπτομένου του σχετικού αγωγικού κονδυλίου, κατά το επιπλέον ως ουσιαστικά αβάσιμου___. Εκτός, όμως, από την αποζημίωση ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από τον τραυματισμό του, το ποσό των 90.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο και δίκαιο, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών κάτω από τις οποίες συνέβη το ένδικο ατύχημα, της ηλικίας του (37 ετών), της ταλαιπωρίας που υπέστη, της κοινωνικής θέσης και οικονομικής κατάστασής του, απορριπτομένου του σχετικού αγωγικού κονδυλίου, κατά το επιπλέον, ως ουσιαστικά αβάσιμου ___.".

Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο, με την πληττόμενη απόφασή του, κατά το μέρος που ενδιαφέρει την παρούσα αναιρετική δίκη, δέχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμη την από 22-7-2015 έφεση του ενάγοντος - αναιρεσιβλήτου και αφού εξαφάνισε την εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 864/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία είχε κρίνει διαφορετικά, ως προς το ύψος των εύλογων χρηματικών ποσών της πρόσθετης χρηματικής παροχής κατ' άρθρο 931 ΑΚ και της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (25.000 ευρώ και 70.000 ευρώ, αντίστοιχα), κράτησε και δίκασε κατ' ουσίαν την ένδικη, από 15-2-2013 αγωγή, την οποία και δέχθηκε κατά ένα μέρος και επιδίκασε στον αναιρεσίβλητο, για τις προαναφερόμενες αιτίες, τα (μεγαλύτερα) ποσά των 50.000 ευρώ και 90.000 ευρώ, αντίστοιχα. Με τον τρίτο και τελευταίο λόγο της αίτησης αναίρεσης, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την αιτίαση, ότι, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και καθ' υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής του ευχέρειας, το Εφετείο, κατά την εφαρμογή των διατάξεων, ουσιαστικού δικαίου, των άρθρων 932 και 931 του ΑΚ, και της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, επιδίκασε στον ενάγοντα-αναιρεσίβλητο ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και εύλογη χρηματική παροχή από τον τραυματισμό του, τα ανωτέρω ποσά, τα οποία όμως είναι δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με αυτά που επιδικάζονται σε ανάλογες περιπτώσεις. Κρίνοντας έτσι το Εφετείο, δηλαδή με το να καθορίσει τη χρηματική ικανοποίηση του ενάγοντος αναιρεσιβλήτου λόγω ηθικής βλάβης στο ποσό των 90.000 ευρώ και τη χρηματική παροχή αυτού κατ' άρθρο 931 ΑΚ στο ποσό των 50.000 ευρώ, δεν παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας, ούτε υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, δεδομένου ότι τα ποσά αυτά, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και τη συνείδηση για το δίκαιο, δεν υπερβαίνουν και μάλιστα καταφανώς, εκείνα που συνήθως επιδικάζονται σε παρόμοιες περιπτώσεις χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και αποζημίωσης εκ του άρθρου 931 ΑΚ. Επομένως, ο σχετικός τρίτος λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, που παραστάθηκε κατά τη συζήτηση και κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο αίτημα του τελευταίου (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που έχει καταθέσει η αναιρεσείουσα, στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε' ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 2-8-2018 (με ειδ. αριθμ. καταθ. 617/2018) αίτηση για αναίρεση της υπ' αριθμ. 4800/2017 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

Και Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια: